ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΗΝΟΛΟΓΙΟΥ
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Β'

Η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος σε συνεργασία με τη Βατικανή Βιβλιοθήκη και τον Ισπανικό εκδοτικό οίκο «TESTIMONIO», στα πλαίσια της πολιτιστικής τους συνεργασίας, προχώρησαν στην πανομοιότυπη έκδοση (facsimile) του εθνικού μας κειμηλίου, του ΜΗΝΟΛΟΓΙΟΥ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Β', που θεωρείται το επιφανέστερο αριστούργημα ανάμεσα στα Ελληνικά εικονογραφημένα χειρόγραφα, τα οποία έχουν φθάσει ως εμάς, και αποτελεί σημείο αναφοράς απαραίτητο για τη μελέτη της Βυζαντινής Μικρογραφίας μεταξύ 10ου και 11ου αιώνα. Ανήκει στη συλλογή των Ελληνικών χειρογράφων της Αποστολικής Βατικανής Βιβλιοθήκης και σημειώνεται στο ευρετήριό της ως Vaticanus Graecus 1613 (36,5Χ28,5, σελ. 454).

Παραγγελία του αυτοκράτορος Βασιλείου του Β' (976-1025), αντιπροσωπεύει το αποκορύφωμα των εμπειριών και τη σύνθεση των τάσεων της αυλικής τέχνης της Κωνσταντινούπολης γύρω στο έτος 1000.

Η «παγκόσμια πρώτη» της παρουσίασης της πανομοιότυπης έκδοσης του φημισμένου χειρόγραφου έγινε την Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2005, ώρα 6 το απόγευμα, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών. Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλος, ο Εκλαμπρότατος Καρδινάλιος Jean-Luis Tauran , πρόεδρος της Βατικανής Βιβλιοθήκης, η Αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού ως εκπρόσωπος της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ο Εξοχότατος Πρέσβης της Ισπανίας ως εκπρόσωπος των Α.Μ. του Βασιλέως και της Βασιλίσσης της Ισπανίας, οι Εξοχότατοι Πρέσβεις της Ιταλίας και της Ρουμανίας, ο Θεοφ. Αποστολικός Νούντσιος, εκπρόσωποι Διπλωματικών Αρχών, ο Σεβ. Αρχιεπίσκοπος των εν Αθήναις Ρωμαιοκαθολικών, ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, εκπρόσωπος του ΓΕΕΘΑ, ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ο πρόεδρος του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου, εκπρόσωποι Φορέων και Οργανισμών, διακεκριμένοι επιστήμονες και ακαδημαϊκοί διδάσκαλοι, δημοσιογράφοι, ως και άλλοι υψηλοί προσκεκλημένοι.

Η εκδήλωση ξεκίνησε με προσλαλιά του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Φαναρίου κ. Αγαθαγγέλου, Γενικού Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας, ο οποίος ανέφερε τα εξής:

«Ο πολιτισμός ενός λαού είναι απόρροια του βασικού νοήματος, που διέπει την αντίληψή του για τη ζωή και το θάνατο. Ο κεντρικός άξονας, γύρω από τον οποίο δορυφορείται κάθε εκδήλωση της ζωής, είναι αύτη ακριβώς η θεώρηση για τον άνθρωπο στη σχέση του με το θείο, τον εαυτό του, το συνάνθρωπό του και τη φύση.

Στην ιδική μας παράδοση, στον ιδικό μας τρόπο ζωής, ο πυρήνας νοηματοδότησης είναι η πίστη. Η Εκκλησία προσφέρει την ιδική της ερμηνεία για τον κόσμο και συνάμα τον τρόπο μεταμορφώσεώς του. Στο παρόν και στο μέλλον. Εδώ και τώρα. «Νυν και αεί».

Η Εκκλησία, με τη χάρη της αγάπης, μεταμορφώνει όλες τις εκδηλώσεις και τα κομμάτια του ανθρώπου. Και αφού μεταμορφώνει τα πάντα, δεν μπορεί να αφήνει απ' έξω στη συνάντηση αύτη τον πολιτισμό και την τέχνη.

100 χρόνια μετά την ασπρόμαυρη έκδοση του Μηνολογίου του αυτοκράτορος Βασιλείου του Β', η Αποστολική Βατικανή Βιβλιοθήκη, η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος και ο Ισπανικός εκδοτικός οίκος "ΤΕΣΤΙΜΟΝΙΟ", προχώρησαν συνεργαζόμενοι σε μία νέα πανομοιότυπη αναπαραγωγή του Κώδικος αυτού, που φυλάσσεται στη Βατικανή Βιβλιοθήκη, και ο οποίος αποτελεί κειμήλιο του γένους της Ρωμιοσύνης και οικουμενική πολιτιστική κληρονομία, και έρχεται να εξυπηρετήσει τις σπουδές και μελέτες της επιστήμης της Αγιολογίας, της Ιστορίας της Τέχνης και όχι μόνο.

Με χαρά, λοιπόν, και συγκίνηση σας υποδεχόμεθα και σας ευχαριστούμε για την παρουσία σας στην πρώτη παγκόσμια παρουσίαση του μοναδικού αυτού έργου στην πόλη των Αθηνών, που γίνεται χωρίς συμπτώματα μιας νωχελικής αυτοκολακείας για τα μνημεία του πολιτισμού, σαν εκείνα που παράγει η τουριστική βιομηχανία.

Μέριμνα του εκκλησιαστικού οργανισμού της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος αποτελεί ο προγραμματισμός, η οργάνωση και η εκτέλεση του ιεραποστολικού, κατηχητικού, μορφωτικού και εκδοτικού έργου της Εκκλησίας. Η προσπάθεια, η οποία καταβάλλεται στους συγκεκριμένους τομείς για 75 ολόκληρα χρόνια, είναι τεράστια. Τα τελευταία σαράντα χρόνια η Αποστολική Διακονία ανοίχτηκε στην οικουμένη, ενισχύοντας το ιεραποστολικό έργο 60 και πλέον ανά τον κόσμο τοπικών Εκκλησιών σε πολύπαθους λαούς. Τότε που ο προκάτοχος του ομιλούντος και σήμερα Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος ξεκίνησε την προσπάθεια αυτή πολλοί μειδιούσαν. Η σημερινή πραγματικότητα δικαίωσε την προσπάθεια αυτή, που απέδωσε πολλούς καρπούς, που καρποφορούν σε πολλές πλευρές της ιστορίας της Εκκλησίας και του κόσμου. Το έργο αυτό συνεχίζεται και σήμερα εντονώτερα με την άοκνη φροντίδα του Μακαριωτάτου και την αγάπη της κοινωνίας των πολιτών που μας εμπιστεύονται.

Το άνοιγμα αυτό στον κόσμο μας οδήγησε και στην αναζήτηση εκδόσεων που θα πρόβαλαν την ιστορία και τον πολιτισμό μας και θα καλλιεργούσαν τη μνήμη μας. Βρισκόμαστε ως λαός σ' ένα σταυροδρόμι. Δεν είμασταν ποτέ απομονωμένοι. Μείναμε πάντα ανοιχτοί σ' όλα τα ρεύματα, σε Ανατολή και Δύση. Και τα αφομοιώναμε θαυμάσια τις ώρες που λειτουργούσαμε ως εύρωστος οργανισμός. Είμαστε μέρος του κόσμου, συνυπάρχουμε και συνταραζόμαστε κι εμείς από διαδοχικές κρίσεις και φόβους, που δεν αφήνουν τον άνθρωπο να ειρηνεύσει. Μπροστά σ' αυτά τι μας μένει για να βαστάξουμε, αν απαρνηθούμε τον εαυτό μας και την ιστορική μνήμη;

Έτσι γεννήθηκε η "ιδέα", το "όνειρο", αν θέλετε, να προχωρήσουμε στην έκδοση του Μηνολογίου του αυτοκράτορος Βασιλείου του Β'. Το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο. Υπήρχαν αντικειμενικές αλλά και τεχνικές δυσκολίες. Μετά τρία χρόνια σκληρής δουλειάς, άριστης συνεργασίας και αλλεπάλληλων επαφών και συναντήσεων, φθάσαμε στην αποψινή βραδιά της παρουσίασης αυτού του κειμηλίου.

Το Μηνολόγιο είναι ένα κειμήλιο, επειδή παραδίδει σε μας το ήθος του κατόχου ή του δημιουργού του. Δεν τιμάται ως αντικείμενο καθ' εαυτό. Τιμάται ως δημιουργία που φανερώνει τη σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο. Όλη αυτή την προσπάθεια θα μπορούσα να την ονομάσω με τη λέξη παράδοση, που την ακούμε κάποτε ψυχρά και μας φαίνεται υπόδικη.

Αλήθεια, υπάρχουν ροπές που νομίζουν πως η παράδοσή μας στρέφει σε έργα παρωχημένα και ανθρώπους ξεπερασμένους. Πως είναι κάτι τελειωμένο και άχρηστο για τις σημερινές μας ανάγκες. Πως δεν μπορεί να βοηθήσει σε τίποτε τον σημερινό τεχνοκρατικό και παγκοσμιοποιημένο άνθρωπο, που γνώρισε και γνωρίζει φρικτούς πολέμους. Αυτόν τον άνθρωπο που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην κατάσταση του θηρίου και την κατάσταση του ανδροειδούς. Η παράδοση είναι, λοιπόν, ένα περιττό βάρος που πρέπει να εξοβελιστεί. Μου φαίνεται πως αυτές οι ροπές εκπορεύονται από τη σύγχρονη απελπισία για την αξία του ανθρώπου. Είναι τα συμπτώματα ενός πανικού που στο όνομα του ανθρώπου τείνουν να κατακερματίσουν την ψυχή του και να αναιρέσουν την αξία του. Όμως τι απομένει αν βγάλουμε από τη μέση τον άνθρωπο; Αν απαρνηθούμε αύτη τη μνήμη; Θα το παραδεχθούμε τάχα να γίνουμε απόκληροι της κληρονομιάς μας και άποικοι του κόσμου, αντί για πολίτες του; Δεν γυρεύουμε μήτε το σταμάτημα, μήτε την οπισθοδρόμηση. Γυρεύουμε την καρδιά, το νου, την ευαισθησία, τη λεπτότητα και το κουράγιο των ανθρώπων να προχωρούν εμπρός.

Και αυτούς τους ανθρώπους, θα μου επιτρέψετε, Μακαριώτατε, να ευχαριστήσω απόψε εξ ονόματός σας.

Ευχαριστούμε την εκπρόσωπο της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Θεωρούμε την παρουσία σας ιδιαίτερα σημαντική, γιατί σηματοδοτεί μία πιο στενή συνεργασία μεταξύ μας στα θέματα προβολής του πολιτισμού μας.

Η πανομοιότυπη έκδοση του Μηνολογίου δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη συγκατάθεση και αγαθή διαθέση του παρόντος σήμερα Εκλαμπροτάτου Καρδιναλίου Jean-Louis Tauran, προέδρου της Αποστολικής Βατικανής Βιβλιοθήκης, τη συνεργασία, ευαισθησία και σπάνια ευγένεια του διευθυντού αυτής πατρός Ραφαήλ Farina και των συνεργατών τους, τη βοήθεια του Εκλαμπρότατου Καρδιναλίου Walter Kasper, προέδρου του Ποντιφικού Συμβουλίου για την ενότητα των Χριστιανών και των στελεχών του, και την έκδοση του έργου από τον περίφημο Ισπανικό εκδοτικό οίκο "ΤΕΣΤΙΜΟΝΙΟ" και την καλλιτεχνική εμπειρία του διευθυντού αυτού κ. Cesar Olmos, ο οποίος μαζί με τους συνεργάτες του επέτυχε μία καταπληκτική αναπαραγωγή του Μηνολογίου, τέτοια ώστε το αντίγραφο να μην ξεχωρίζει από το πρωτότυπο. Το ευχαριστώ είναι ελάχιστο για την προσφορά και τη συνεργασία τους.

Θερμές ευχαριστίες για την τιμητική παρουσία προς τους Εξοχωτάτους Πρέσβεις των φίλων χωρών της Ισπανίας και της Ιταλίας, αφού η διαχριστιανική αυτή πολιτιστική συνεργασία εκφράζει ταυτόχρονα και μία διακρατική συνεργασία και ενισχύει τους δεσμούς των λαών μας. Είναι δε εξόχως σημαντικό το γεγονός ότι ο Εξοχώτατος Πρέσβυς της Ισπανίας εκπροσωπεί απόψε τον βασιλέα και την βασίλισσα της Ισπανίας, που εξέφρασαν από την πρώτη στιγμή το ενδιαφέρον τους για την έκδοση αύτη.

Οφειλετικές ευχαριστίες προς τον Ελλογιμώτατο Διευθυντή του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου καθηγητή κύριο Δημήτριο Κωνστάντιο, που είναι ο οικοδεσπότης της αποψινής εκδηλώσεως και ανταποκρίθηκε άμεσα και με ενθουσιασμό στο αίτημά μας, και προς τους ελλογιμωτάτους καθηγητές κ. Francesco D' Aiuto, ερευνητή της Βατικανής Βιβλιοθήκης, και κ. Ευάγγελο Χρυσό, διευθυντή του Κέντρου Βυζαντινών Μελετών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, που ανέλαβαν το έργο της παρουσιάσεως του Μηνολογίου.

Θερμές ευχαριστίες προς όλους σας για την τιμητική παρουσία σας απόψε εδώ. Είναι συμμετοχή στο όραμα και στην ελπίδα.

Επιτρέψατέ μου, όμως, να έλθω και στις οικείες ευχαριστίες και να ευχαριστήσω τα απελθόντα και παρόντα μέλη του Κεντρικού Διοικητικού Συμβουλίου: τους Σεβ. Μητροπολίτες Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμονα, Χαλκίδος κ. Χρυσόστομο, Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο, Σιδηροκάστρου κ. Μακάριο, τους ελλογιμωτάτους καθηγητές κ. Ευάγγελο Θεοδώρου, κ. Βλάσιο Φειδά, κ. Εμμανουήλ Κωνσταντινίδη, την ερίτιμο κα Μερόπη Παρβέρη, Διευθύντρια επί των Εκκλησιαστικών και εκπρόσωπο του Υπουργείου Παιδείας, που αγκάλιασαν και ενέκριναν την υλοποίηση αυτού του έργου.

Να ευχαριστήσω όλους τους εργαζόμενους στην Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, τους καλούς συνεργάτες και αδελφούς, διότι χωρίς την ιδική τους συμπαράσταση και αφοσίωση, δεν θα μπορούσε να προχωρήσει η προσπάθεια που ξεκίνησε. Οφείλω να μνημονεύσω ιδιαίτερα τον Διευθυντή Υπηρεσιών του Οργανισμού της Αποστολικής Διακονίας και φίλο, Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π. Διονύσιο Μάνταλο, τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π. Ιγνάτιο Σωτηριάδη, Γραμματέα της Ιεράς Συνοδού, ως και τον Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερο π. Θωμά Συνοδινό, που βοήθησαν τα μέγιστα με την παρουσία και το έργο τους κάθε βήμα της συνεργασίας αυτής.

Μακαριώτατε,
Ο τελευταίος λόγος απευθύνεται προς το σεπτό πρόσωπό σας. Διότι εσείς είσθε "ο πρώτος και ο έσχατος". Διότι τολμήσατε αυτό το άνοιγμα. Δεν είναι πάντοτε αυτονόητο ή εύκολο για έναν πνευματικό ηγέτη να τολμά, να υπερβαίνει τις συμβατικότητες της ιστορίας, τις οξειδώσεις του χρόνου και τις ψυχώσεις των περιστάσεων. Σεις το πράξατε. Και επιτύχατε. Γιατί; Διότι το περιεχόμενο του Μηνολογίου, που εκδώσαμε, καλλιεργεί τη μνήμη του Θεού και τη μνήμη στη δόξα του Θεού, που είναι ο ζωντανός άνθρωπος.

Σήμερα, Μακαριώτατε, τιμάτε αύτη την εκδήλωση με την παρουσία σας και έρχεται στο νου μου κάτι από την αρχαία μας ιστορία. Όταν ο Αριστοτέλης ερώτησε τον Μέγα Αλέξανδρο: "το μάλαμα και τον πλούτο όπου επήρε από όλο τον κόσμο, που τον έχει;", εκείνος αποκρίθηκε: "οι αγαπημένοι μου σύντροφοι και ο λαός. Αυτοί μου έδωσαν το πολυτιμότερο που έχω". Και αυτό τον λαό, τον Ελληνικό λαό, τιμάτε σήμερα.

Σας ευχαριστώ, διότι μας κάμετε κοινωνούς των οραμάτων και των ελπίδων σας, διότι μας εμπιστεύεσθε, διότι μας διδάσκετε να κάνουμε ολοένα και πιο εμφανή στον εαυτό μας τη δόξα του Θεού, που είναι η πίστη στην ανεπανάληπτη αξία του ανθρώπινου προσώπου. Αυτό σημαίνει πολιτισμός.

Και πάλι σας ευχαριστώ!».

 

Στη συνέχεια ο Εκλαμπρότατος Καρδινάλιος Jean-Louis Tauran ανέγνωσε την επιστολή του Πάπα Βενέδικτου 16ου:

«Προς τον Εκλαμπρότατο Καρδινάλιο Jean-Louis Tauran,
Αρχειοφύλακα και Βιβλιοθηκάριο της Αγίας Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας,

Με μεγάλη χαρά έλαβα γνώση για τη συνεργασία που εγκαινιάσθηκε ανάμεσα στην Αποστολική βιβλιοθήκη του Βατικανού και στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος για την έκδοση του Μηνολογίου του Βασιλείου Β', το οποίο φυλάσσεται στην Αποστολική Βατικάνεια Βιβλιοθήκη, και είμαι ευγνώμων που βλέπω τα διαφορετικά στάδια εξέλιξης αυτού του σχεδίου.

Εφόσον, Εκλαμπρότατε, θα συμμετάσχετε στη συνάντηση των Αθηνών που σηματοδοτεί την επίσημη παρουσιάση της πανομοιότυπης έκδοσης του χειρόγραφου, σας επιφορτίζω με την υποχρέωση να εκφράσετε στον Μακαριωτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κύριο Χριστόδουλο τα αδελφικά και εγκάρδιά μου αισθήματα και την πλήρη ικανοποίησή μου για αυτό το σημαντικό γεγονός, το οποίο είναι καρπός των νέων σχέσεων που δημιουργήθηκαν μετά την αξέχαστη επίσκεψη του μακαριστού προκατόχου μου, του Πάπα Ιωάννου - Παύλου του Β', στην Αθήνα, με αφορμή το προσκύνημα του Ιωβηλαίου στα βήματα του Αποστόλου Παύλου. Χαίρομαι ιδιαίτερα, καθώς διαπιστώνω ότι μία πιο ενεργή συνεργασία αναπτύσσεται συνεχώς ανάμεσα στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος.

Με αυτή την ευκαιρία, σας επιφορτίζω, επίσης, με το καθήκον να γνωστοποιήσετε στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο κύριο Χριστόδουλο τη χαρά που θα είχα να τον υποδεχθώ στη Ρώμη, για να δηλώσουμε ότι ένα νέο βήμα επιτεύχθηκε στο δρόμο της συμφιλίωσης και της συνεργασίας. Μαρτυρήσατέ του την διακαή επιθυμία μου για την ανάπτυξη βαθύτερων σχέσεων εμπιστοσύνης και αδελφοσύνης μεταξύ μας με σκοπό να δουλέψουμε μαζί στο έργο του Ευαγγελισμού: μπορούμε ιδιαίτερα να βοηθήσουμε με περισσότερη δύναμη τα ευρωπαϊκά έθνη να αναγνωρίσουν τις Χριστιανικές τους ρίζες, ώστε να ξαναβρούν το γόνιμο σφρίγος για το δικό τους μέλλον, για το καλό των προσώπων και της κοινωνίας στο σύνολό της. Θα είναι ένας τρόπος να αναγγείλουμε μαζί τη Χαρμόσυνη Αγγελία του Χριστού στο σύγχρονο κόσμο που τόσο το έχει ανάγκη. Έτσι θα απαντήσουμε στη διακαή επιθυμία που εξέφρασε ο Κύριος "'Ίνα πάντες εν ώσιν" (Ιω. 17,21), μέχρι την ευλογημένη ημέρα όταν, Θεού θέλοντος και υπό την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος, θα μπορέσουμε να συνεορτάσουμε την πλήρη κοινωνία.

Σας ζητώ, επίσης, να χαιρετήσετε εγκαρδίως εκ μέρους μου όλα τα μέλη της Αγίας Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και τους αδελφούς Επισκόπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, την Αυτού Εξοχότητα, τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, και άλλες προσωπικότητες που παρευρίσκονται σε αυτή την εκδήλωση.

Με συναισθήματα εμπιστοσύνης και ελπίδος, σας απευθύνω τις θέρμες ευχές μου για πλήρη επιτυχία στην αποστολή σας.

Επικαλούμενος εις βοήθειάν σας τις πρεσβείες της φιλανθρώπου Μητέρας του Κύριου, σας δίδω, Εκλαμπρότατε, την ιδιαίτερη και στοργική αποστολική Ευλογία.

Βενέδικτος 16ος»

Ακολούθως ομίλησε ο Διευθυντής της Βατικανής Βιβλιοθήκης π. Ραφαήλ Farina:

«Είναι υποχρέωση στην αρχή αυτής της παρουσίασης να υπενθυμίσουμε ένα σημαντικό γεγονός των σχέσεων μεταξύ της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος και της Αγίας Έδρας, δηλαδή την επίσκεψη της Αντιπροσωπείας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος στην Αγία Έδρα, και με την ευκαιρία αυτή, στην Αποστολική Βατικανή Βιβλιοθήκη κατά τον Μάρτιο του 2002. Αυτή η επίσκεψη αποτελεί τη βάση της επιλογής και της πραγματοποίησης του έργου που απόψε παρουσιάζεται.

Ανταποδίδοντας την επίσκεψη του Πάπα Ιωάννη - Παύλου Β', στις 4 - 5 Μαΐου του 2001 στην Αθήνα, και απαντώντας στην πρόσκληση του Καρδιναλίου Walter Kasper, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κύριος Χριστόδουλος θέλησε να οργανώσει την επίσκεψη εκείνη, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ της 8ης και 13ης Μαρτίου του 2002, να την κάνει αφετηρία για ιδιαίτερους στόχους και να την εντάξει στα πλαίσια του διαλόγου μεταξύ των δύο Εκκλησιών με ένα συγκεκριμένο σημείο αναφοράς: "χριστιανική παρακαταθήκη και ευρωπαϊκή ταυτότητα." Μεταξύ των διαφόρων στόχων υπογραμμιζόταν ρητά ο πολιτιστικός και ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος υπ' αυτή την έννοια πρότεινε την επίσκεψη στην Βατικανή Βιβλιοθήκη. Η Αντιπροσωπεία, μετά από μία ανταλλαγή δώρων και αδελφικών χειρονομιών, επισκέφθηκε τη Βατικανή Βιβλιοθήκη για περισσότερο από μια ώρα, σταματώντας στον χώρο και θαυμάζοντας μια επιλογή τεσσάρων πρωτοτύπων ελληνικών κωδίκων και τεσσάρων υπό τη μορφή πανομοιότυπης έκδοσης "Facsimile" (η απόφαση να παρουσιαστούν μερικά πολύτιμα Facsimile ήταν τυχαία αλλά προνοητική). Μεταξύ των ελληνικών κωδίκων ακτινοβολούσε ο πρωτότυπος Κώδικας Vaticanus Graecus 1613, το "Μηνολόγιο του Αυτοκράτορα Βασιλείου του Β' ". Ένα εξ αυτών των Facsimile, η Βίβλος του Λέοντα (Reg . gr . 1), προσφέρθηκε ως δώρο στην Αντιπροσωπεία.

Δεν θυμάμαι τις λεπτομέρειες εκείνης της επίσκεψης, όχι γιατί τη λησμόνησα, μα εξαιτίας του γεγονότος ότι αυτή εξελίχθηκε πέραν των προκαθορισμένων, παρακάμπτοντας το αρχικό πρόγραμμα· παραμένει όμως ζωντανή η ξεκάθαρη και εμφανής αίσθηση της ιστορικής της σημασίας και της ενδόμυχης ανταλλαγής της έντονης και βαθιάς αδελφοσύνης, που μπορούσε να διαβαστεί στα μάτια και στην έκφραση του προσώπου καθενός. Με την ευκαιρία εκείνη και με τη βοήθεια επίσης του Αρχιμανδρίτη Ιγνάτιου Σωτηριάδη, αντάλλαξα με τα μέλη της Αντιπροσωπείας κάποιους υπαινιγμούς σχετικά με την πιθανότητα πραγματοποίησης της πανομοιότυπης έκδοσης του Μηνολογίου.

Στην πραγματικότητα δεν πέρασαν ούτε τρεις ημέρες από την επίσκεψη και στις 15 Μαρτίου του 2002 ο Αρχιμανδρίτης Αγαθάγγελος Χαραμαντίδης, τώρα Επίσκοπος Φαναρίου, μου τηλεφωνούσε για να μου προτείνει μία πρώτη συνεργασία μεταξύ της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Βατικανής Βιβλιοθήκης για την πραγματοποίηση του Facsimile του Μηνολογίου του Βασιλείου Β'. Και η επιστολή του Αρχιμανδρίτη Αγαθαγγέλου και η δική μου αναφερόταν στην επίσκεψη της Αντιπροσωπείας και στην αποδοτική συνεργασία μεταξύ των δύο Εκκλησιών.

Δεν σταματώ επάνω στο τι επακολούθησε, αλλά αντιθέτως θα ήθελα όλοι σας να γνωρίζετε με ποιο πνεύμα και με ποιους στόχους αυτό συντελέστηκε. Δουλεύτηκε από τη μία και από την άλλη πλευρά με υψηλό επαγγελματισμό και με σαφείς επιστημονικούς και πολιτιστικούς στόχους, ακολουθώντας την εργασία του Έκδοτη και τυπογράφου, του ισπανικού Εκδοτικού Οίκου «Testimonio Compania Editorial» , εδώ εκπροσωπούμενου από τον κ. Cesar Olmos και την οικογένειά του. Πίσω από όλα αυτά υπήρξε μία δύναμη, μία πεποίθηση και γνωρίζω να διερμηνεύω καλά τα συναισθήματα, όχι μόνο τα δικά μου και του Επισκόπου Αγαθαγγέλου, αλλά και του κ. Olmos, που πήγαινε πέρα από την τεχνική τον επαγγελματισμό και την εργασία της έρευνας.

Ξαναμελετώντας πρόσφατα τις εργασίες που ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος εμπιστευόταν στην επισκεπτόμενη στη Ρώμη την Αγία Έδρα Αντιπροσωπεία το 2002, μπορώ να πω πως η αποψινή εκδήλωση είναι σαφώς μία επιτυχία ή το λιγότερο μία εξαιρετική αρχή της πραγματοποίησής τους.

"Η Αντιπροσωπεία" πήγαινε στη Ρώμη "για να δημιουργήσει μία γέφυρα επικοινωνίας, διαλλαγής και εμπιστοσύνης μεταξύ ημών στο περιβάλλον της Ευρώπης Ενώσης, γιατί η εις Χριστόν μαρτυρία μας θα ήταν πιο έντονη, πιο πιστευτή και πιο καρποφόρα σε μία κοινωνία που χάνει τις παραδοσιακές αξίες της πίστης στο Λυτρωτή Χριστό".

"Οι Αγίες Αποστολικές Εκκλησίες μας, της Ρώμης και της Ελλάδος", έλεγε ο Μακαριώτατος σε κάποιο άλλο σημείο του μηνύματος του προς τον Πάπα, "για πρώτη φορά στην ιστορία συναντώνται εδώ, στον τόπο του μαρτυρίου του Αποστόλου Πέτρου, για λόγους γνωριμίας και αμοιβαίας συνεργασίας".

Διαβαίνοντας αυτά τα σχεδόν τρία χρόνια δουλειάς, της αδελφικής και αμοιβαίας συνεργασίας, της συμπάθειας και της ειλικρινούς αφοσίωσης, που προέρχεται από την μόνη πιστή και τη βαθιά αγάπη προς τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, εμείς που αναμειχθήκαμε σε αυτό το εγχείρημα του οποίου παρουσιάζεται η πραγματοποίηση απόψε, αισθανόμαστε πραγματικά ότι μπορούμε να "ομολογήσουμε απέναντι στον σύγχρονο κόσμο τις αξίες της κοινής χριστιανικής πίστης, επάνω στην οποία οικοδομήθηκαν η κουλτούρα και ο ευρωπαϊκός πολιτισμός".

Σε επίλογο αυτών των λόγων μου, επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω δημόσια, τουλάχιστον τα εδώ παρόντα πρόσωπα, που αφιερώθηκαν στην επιτυχή έκβαση του έργου. Ξεκινώ με τον κύριο Cesar Olmos, που είναι επίσης και ο ανάδοχος αυτού του μεγάλου εγχειρήματος· αυτός και τα παιδιά του, που συνεργάζονται μαζί του υπό διαφορετικές ειδικότητες, μας παρέδωσε ένα έργο, καρπό όχι μόνο υψηλού επαγγελματισμού αλλά και τέχνης. Ύστερα, επιθυμώ να ευχαριστήσω τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Φαναρίου κ. Αγαθάγγελο Χαραμαντίδη και τους καλούς του συνεργάτες, τους Πανοσιολογιωτάτους Αρχιμανδρίτες κ. Διονύσιο Μάνταλο και κ. Ιγνάτιο Σωτηριάδη· σε αυτούς οφείλεται όχι μόνο όλο το έργο της μετάφρασης και της από κοινού διαχείρισης, αλλά και η παρουσίαση της σημερινής εκδηλώσης. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους δύο αποψινούς εισηγητές, που είναι επίσης συνεργάτες του τόμου των Ερμηνευτικών Σχολίων του Facsimile, που θα δημοσιευθεί, ελπίζουμε, το Πάσχα του επόμενου έτους. Ευχαριστώ τον Καθηγητή κ. Ευάγγελο Χρυσό, συμφοιτητή μου στη Γερμανία, και ιδιαίτερα τον Καθηγητή κ. Francesco D'Aiuto, στον οποίο οφείλεται ο σχεδιασμός και η διαχείριση όλου του τόμου των Ερμηνευτικών Σχολίων.

Εύχομαι σε όλους καλή συνέχεια της εκδήλωσης της αποψινής βραδιάς».

 

Η παρουσίαση του Μηνολογίου έγινε από τους καθηγητές κ. Ευάγγελο Χρυσό και Francesco D' Aiuto.

Ο κ. Χρυσός στην ομιλία του ανέφερε τα κάτωθι:

«Το Μηνολόγιο το ονομαζόμενο του αυτοκράτορος Βασιλείου Β' αποτελεί ένα μοναδικής ποιότητας έργο τέχνης, το οποίο ο Διονύσιος Ζακυθηνός εύστοχα αποκάλεσε μία "αγιολογική εποποιία". Ο ομιλών δεν είναι ιστορικός της τέχνης, επομένως δεν του επιτρέπεται να αξιολογήσει ως ειδικός την ποιότητα του έργου και τη σημασία των μικρογραφιών του, για τις οποίες είναι κυρίως μοναδικό. Το έργο αυτό θα επιτελέσει ο συνάδελφος κύριος D' Aiutο, ο οποίος με το συγγραφικό του έργο έχει καθιερωθεί διεθνώς ως ο αρμοδιότερος πάντων. Θα περιορισθώ κατ' ανάγκην στην ιστορική αποτίμηση της περιόδου και του πνευματικού κλίματος που δημιούργησε αυτό το καταπληκτικό επίτευγμα της βυζαντινής τέχνης. Με άλλα λόγια θα αναλύσω τις δύο έννοιες που χρησιμοποίησε ο αείμνηστος Ζακυθηνός, στη φράση "αγιολογικη εποποιία".

Όπως ασφαλώς υποθέτετε, ο χαρακτηρισμός του έργου ως "εποποιία" παραπέμπει στον χαρακτηρισμό που έδωσε ο Γουστάβος [Gustave] Schlumberger σε ολόκληρη την ιστορική περίοδο κατά την οποία παρήχθη το έργο, την οποία απεκάλεσε εποχή της "Βυζαντινής Εποποιίας". Να μου επιτρέψετε λοιπόν να παρουσιάσω εν συντομία τα επιτεύγματα της βασιλείας του Βασιλείου Β', που εξηγούν και δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό αυτόν απολύτως και στη συνέχεια να επιχειρήσω να εντάξω το έργο μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής.

Ο Βασίλειος Β' ήταν ο ενδοξότερος και αξιολογότερος αυτοκράτωρ της λεγόμενης μακεδονικής δυναστείας και ασφαλώς ένας από τους σημαντικότερους ηγεμόνες της αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως. Τριετής ων, εστέφθη συμβασιλεύς του πάππου του Κωνσταντίνου Ζ' του Πορφυρογέννητου και του πατρός του Ρωμανού Β' και ήταν μόλις έξι ετών όταν πέθανε ο πατέρας του. Τα πρώτα δεκατρία χρόνια της βασιλείας του την αυτοκρατορική εξουσία διαχειρίστηκαν δύο γενναίοι στρατηγοί, που βασίλευσαν, τυπικά ως συμβασιλείς του, ο Νικηφόρος Φωκάς και ο Ιωάννης Τζιμισκής. Μετά το θάνατο του Τζιμισκή το 976 ο Βασίλειος ανέλαβε προσωπικά την άσκηση της εξουσίας, αρχικά και για δέκα περίπου χρόνια με την ουσιαστική και καταπιεστική παρουσία του Βασιλείου του Παρακοιμωμένου -γνωστού μεταξύ άλλων και για τον ρόλο του ως μαικήνα των τεχνών- ώσπου στα είκοσι οκτώ του σήκωσε στους ώμους του όλο το βάρος του αυτοκρατορικού αξιώματος σε καιρούς καθοριστικής σημασίας. Βασίλευσε σαράντα χρόνια, τα περισσότερα από τα οποία πέρασε στα πεδία των μαχών πολέμωντας ως στρατηλάτης.

Οι επιτυχίες του Βασιλείου στους πολέμους που διεξήγαγε κατά τη μακρά βασιλεία του μπορούν αβίαστα να χαρακτηρισθούν ως εποποιία. Από που να αρχίσει κανείς και που να τελειώσει! Ας αρχίσουμε από τους Αγίους Τόπους και τη Μέση Ανατολή. Μετά από σκληρούς αγώνες πέτυχε το 1001 έναν επιτυχή διακανονισμό ειρηνικής διευθέτησης των σχέσεων της αυτοκρατορίας με τους Φατιμίδες με οριοθέτηση των συνόρων στο ύψος περίπου των σημερινών συνόρων Συρίας και Λιβάνου. Η ειρήνη αυτή, την οποία εν ονόματι του χαλίφη διαπραγματεύθηκε ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Ορέστης, επέτρεψε ώστε οι περιοχές της βορείου Συρίας ως τον Ευφράτη και της Μεσοποταμίας να ζήσουν περίοδο μεγάλης ανάπτυξης υπό βυζαντινή διοίκηση.

Ωστόσο δεν κατοχύρωσε την ασφάλεια των Αγίων Τόπων με αποτέλεσμα τα Ιεροσόλυμα, ακόμη και ο ναός της Αναστάσεως, να υποστούν τις συνέπειες της παθολογικής εμμονής του φατιμίδη σουλτάνου Αλ Χακίμ που έχασε τα μυαλά του, εξελίχθηκε σε "Νέρωνα της Αιγύπτου" και το 1009 κατέστρεψε μέχρι θεμελίων τα χριστιανικά μνημεία των Ιεροσολύμων.

Στις βορειότερες περιοχές, την Αρμενία και τις χώρες νοτίως του Καυκάσου, ο Βασίλειος υποχρεώθηκε να αναλάβει τόσο διπλωματική όσο και στρατιωτική δράση, δεδομένου ότι οι ηγεμόνες των χωρών εκείνων είχαν αναμιχθεί σε εσωτερικές πολεμικές διενέξεις προσχωρώντας στην παράταξη των σφετεριστών της αυτοκρατορικής εξουσίας. Επανειλημμένες εκστρατείες του Βασιλείου στέφθηκαν από επιτυχία και σφράγισαν για μακρά περίοδο τη σχέση πολιτικής εξάρτησης των τοπικών ηγεμόνων από τον βυζαντινό βασιλέα.

Ακόμη βορειότερα ο Βασίλειος πέτυχε να ολοκληρωθεί η εκχριστιάνιση των Ρώσων από βυζαντινούς ιεραποστόλους και η υπαγωγή της εκκλησίας της Ρωσίας στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως σε συνδυασμό με τον γάμο του ηγεμόνα τους Βλαδίμηρου με την αδελφή του Βασιλείου, πριγκίπισσα Άννα.

Σημαντική από κάθε άποψη είναι βέβαια η προσάρτηση της Βουλγαρίας στο Βυζαντινό Κράτος ύστερα από συνεχείς εξουθενωτικούς και αιματηρούς αγώνες πολλών δεκαετιών του Βασιλείου με τον τσάρο Σαμουήλ και τους γιους του. Ο Βασίλειος πέτυχε να επαναφέρει τα σύνορα της αυτοκρατορίας στον Δούναβη, τα οποία είχαν παραβιασθεί με την ίδρυση του πρώτου βουλγαρικού κράτους πριν από τριακόσια πενήντα χρόνια! Ήταν μία πραγματικά θρυλική εποποιία. Συχνά το όνομα του Βασιλείου συνοδεύει η επωνυμία "Βουλγαροκτόνος", που ηχεί εντελώς ανατριχιαστικά. Πρέπει ωστόσο να σημειώσω ότι η επωνυμία αυτή χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά εκατόν πενήντα χρόνια μετά το θάνατο του Βασιλείου και μάλιστα σε εμφανή αντιπερισπασμό προς την επωνυμία "Ρωμαιοκτόνος" που χρησιμοποίησε πρώτος ο βούλγαρος ηγεμόνας Ιωάννης μετά την επιτυχή επανάστασή του και την επανίδρυση του βουλγαρικού κράτους.

Στην ίδια εποχή ανασυντάχθηκαν οι σχέσεις με τη Βενετία, που από παλαιά επαρχία του βυζαντινού κράτους είχε μετουσιωθεί σε μείζονα ναυτική δύναμη της Μεσογείου. Ειδική και εντελώς πρωτοποριακή εμπορική συνθήκη που συνομολογήθηκε από τον Βασίλειο με τον δόγη εξασφάλισε μεγάλη ακμή του εμπορίου, αν και μακροπρόθεσμα έμελλε να αποβεί μοιραία για το Βυζάντιο.

Τέλος, οι σχέσεις με την Ιταλία και την αυτοκρατορία της δυναστείας των Οθωνιδών γνώρισε επίσης μια σημαντική καμπή. Ο απροσδόκητος θάνατος του σάξωνος αυτοκράτορος Όθωνος Β' το 1002 ματαίωσε το γαμικόν συναλλάγιον που είχε αποφασίσει ο Βασίλειος με την ανεψιά του Ζωή και έτσι δεν επαναλήφθηκε ό,τι είχε γίνει και με την μητέρα του Όθωνος Θεοφανώ, που όχι μόνο στάθηκε δυναμικά στο πλευρό του συζύγου της, Όθωνος Β', αλλά και βασίλευσε μόνη επί οκτώ χρόνια. Τις σχέσεις αυτές του Βυζαντίου με τη Δύση προσωποποιούσε ο Όθων Γ', ο οποίος κατά την εύστοχη επισήμανση του μετέπειτα πάπα Συλβέστρου Β' ήταν "άνδρας το γένος Έλλην και την αρχήν Ρωμαίος" (homo ganere Graecus, imperio Romanus). Το ότι τη στενή αυτή σχέση με την Ιταλία εκμεταλλεύτηκαν άνδρες ματαιόδοξοι, όπως ο Ιωάννης Φιλάγαθος, που ανήλθε αντικανονικά στον παπικό θρόνο, δείχνει καθαρά και το πλεονέκτημα που αποτελούσε για αυτούς η έντονη παρουσία του ελληνικού στοιχείου στην σαξωνική αυλή, αλλά και στην ίδια τη Ρώμη.

Ο Βασίλειος ήταν ένας μεγάλος στρατηλάτης, ακαταπόνητος, σκληρός με τον εαυτό του αλλά και με τους άλλους, άτεγκτος στον πόλεμο, αλλά μετριοπαθής και ρεαλιστής στον διακανονισμό της ειρήνης, με εντιμότητα και ειλικρίνεια, σταθερά προσανατολισμένος στην επιτυχία των στόχων του με συνέπεια, αυστηρή οργάνωση και συστηματικότητα. Η συστηματικότητά του φάνηκε και στον τρόπο με τον οποίο άσκησε την κοινωνική και την οικονομική πολιτική και μάλιστα ενός κράτους που βρισκόταν διαρκώς σε πόλεμο. Προστάτευσε την γεωργική ιδιοκτησία των φτωχότερων γεωργών έναντι της αριστοκρατίας της γης, εισήγαγε τον θεσμό του "αλληλέγγυου", με τον οποίο υποχρέωσε τους έχοντες να συμπαρασταθούν στις φορολογικές υποχρεώσεις των μη εχόντων. Εξάλλου επέφερε μεταρρυθμίσεις στη νομισματική οικονομία και στο διοικητικό σύστημα για να γίνει λειτουργικότερο.

Για τον Βασίλειο Β' επικρατεί η άποψη ότι ήταν αδιάφορος για θέματα πολιτισμού και κατά συνέπειαν λέγεται ότι κακώς συνδέεται το Μηνολόγιο ως έργο τέχνης με το όνομά του. Εάν θεωρήσουμε τον πολιτισμό ως έκφραση της αισθητικής και των ενδιαφερόντων των ευγενών, είναι εύκολο να θεωρήσουμε τον Βασίλειο, ως εχθρό ή αδιάφορο για τα πολιτιστικά επιτεύγματα, αφού ο ίδιος ήταν άνθρωπος ασκητικός και ανιδιοτελής αλλά και επικριτικός στις δραστηριότητες της αριστοκρατίας και χωρίς φίλους στις τάξεις της. Εάν όμως δούμε τα πολιτισμικά επιτεύγματα της εποχής του, που, όπως είδαμε, ήταν εποχή διαρκούς αναμέτρησης με συνδρομή όλων των δυνάμεων της αυτοκρατορίας, τότε η εικόνα αλλάζει κατά πολύ. Όπως τονίζει ο καθηγητής Κατσαρός, η στάση αυτή του Βασιλείου ασφαλώς επηρέασε την εξέλιξη της ιστοριογραφίας των χρόνων του, γιατί ο ιστορικός αισθάνθηκε ελεύθερος, αφού απαλλάγη από την εξάρτησή του από τις επιταγές της αυλής. Ήταν γνωστό ότι ο Βασίλειος αποστρεφόταν τους συγγραφείς, που αναδεικνύονταν με κολακείες ρητορικές.

Τον πνευματικό ορίζοντα της εποχής του Βασιλείου ορίζουν κυρίως δύο προσωπικότητες, συνδεόμενες με την αδελφότητα της Μονής Στουδίου: Ο Συμεών, ανώτατος αξιωματούχος της αυλής, αλλά συγχρόνως άξιος ιστορικός και έγκριτος νομικός. Η ιδιαιτερότητά του ωστόσο οφείλεται στο ότι εκτός από τις παραπάνω ιδιότητες ήταν ο μεγάλος αναμορφωτής της αγιολογικής παράδοσης. Δεν είναι άλλος από τον περίφημο Συμεών τον Μεταφραστή, που επεξεργάστηκε τους Βίους των Αγίων φιλολογικά και κριτικά τόσο για λόγους αισθητικούς, όσο και εκπαιδευτικούς, αφού τους επιμελήθηκε από άποψη γλωσσική, αλλά και περιεχόμενου, όπως σε θέματα γεωγραφίας, χρονολογίας, προσωπογραφίας. Ανδρωμένος μέσα στα πλαίσια του εγκυκλοπαιδισμού της εποχής των σπουδών του, που καλλιέργησε ο πάππος του Βασιλείου Κωνσταντίνος Ζ' ο Πορφυρογέννητος, ο Συμεών παρήγαγε ένα νέο Μηνολόγιο, καταχωρώντας τους Βίους των Αγίων κατά την ημερομηνία εορτής των στο εορτολόγιο του Τυπικού της Μεγάλης Εκκλησίας. Είναι ανεκτίμητη η σπουδαιότητα του έργου αυτού του Συμεών ως έσχατο απόγειο μιας μακράς παράδοσης, το οποίο άλλωστε προϋποθέτει η παραγωγή του Μηνολογίου του Βασιλείου αλλά και των λοιπών Μηνολογίων του ενδέκατου αιώνα, των λεγόμενων "αυτοκρατορικών". Αγαπήθηκε και χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλη έκταση: Σήμερα σώζεται σε 693 χειρόγραφα. Το έργο του Συμεών είναι συναρτημένο με την πολεμική ατμόσφαιρα που κυριαρχεί την εποχή εκείνη. Θα διδάξει λοιπόν τους αδελφούς του μοναχούς "Ότι δει τον μοναχόν ως εν παρατάξει πολέμου στρατιώτην μετά πανοπλίας ούτως αγωνίζεσθαι". Η ιδέα αύτη της πολεμικής αναμέτρησης στον πνευματικό αγώνα θα οδηγήσει λίγο αργότερα τους θεολόγους να ονομάσουν τα δογματικά τους εγχειρίδια ως "Πανοπλία Δογματική".

Λογική και πρακτική προέκταση της εντυπωσιακής άνθησης της αγιολογίας της εποχής του Βασιλείου, που κατέκτησε την κεντρική θέση στην πνευματική παραγωγή της εποχής, ως η πιο αντιπροσωπευτική μορφή γραμματείας και λογοτεχνίας, τόσο της θρησκευτικής όσο και της θύραθεν, ήταν η ανάπτυξη μιας νέας, ή μάλλον νεωτερικής μορφής μυστικής θεολογίας, αυθεντικός εκφραστής της οποίας ανεδείχθη την ίδια αυτή εποχή ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Η κεντρική θέση του θέματος της προσωπικής αγιότητας ως θέματος κοινωνικού και όχι μόνον θεολογικού μέσα στην κοινωνία της βυζαντινής πρωτεύουσας, την ώρα που μαίνονταν οι μάχες του Βασιλείου κατά των εξωτερικών εχθρών, έφτασε να είναι μία ειρηνική εξέγερση καθαρτική κατά των κατεστημένων "συμβατικοτήτων" της ανέμελης καθημερινότητας. Η κίνηση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις, όπως δείχνει το σύντομο έργο του Νικήτα Στηθάτου, μαθητού του Συμεών του Νέου Θεολόγου, Κατά των αγιοκατηγόρων, όπου ο συγγραφέας υπερασπίζεται το δικαίωμα αντικονφορμιστικής ανάδειξης και τιμής των αγίων. Τροφοδότησε όμως συγχρόνως την πνευματική ζωή με ένα κεντρικό σημείο αναφοράς όλων, των μοναχών και των λαϊκών, τη μυστική ενόραση. Μνημείο αυτής της γόνιμης αναγέννησης της βυζαντινής πνευματικότητας με βασικούς πυλώνες του δύο Συμεών, ή επί το βυζαντινότερον, τους δύο Συμεώνες, αποτελεί το Μηνολόγιο του Βασιλείου».

Ο καθηγητής Francesco D' Aiuto είπε τα ακόλουθα:

«Επιτρέψτε μου πρώτα απ' όλα να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου για την ανάθεση, που με τιμά, να παρουσιάσω σύντομα με την ευκαιρία αύτη, το περίφημο χειρόγραφο, του οποίου σήμερα γιορτάζουμε την πανομοιότυπη έκδοσή του.

Το αποκαλούμενο "Μηνολόγιο του Βασιλείου του Β'", κώδικας από περγαμηνή που φυλάσσεται στη Βατικανή Βιβλιοθήκη από τις αρχές του 17ου αιώνα, δίκαια εκτιμάται ως το απόλυτο αριστούργημα της βυζαντινής μινιατούρας. Πρόκειται, τεχνικά, για ένα υπόδειγμα πολυτελούς Συναξαρίου, ή καλύτερα του λειτουργικού βιβλίου που περιέχει πληροφορίες σχετικά με τους Αγίους της ημέρας και που διαβάζεται το πρωί κατά τη διάρκεια της ακολουθίας του Όρθρου. Πολλά στοιχεία του όμως καθιστούν αυτό το χειρόγραφο μοναδικό και ασυνήθιστο.

Πρώτα απ' όλα, η μαρτυρία που αυτό μας προσφέρει επάνω στην απεικόνιση του παραγγελιοδότη του, Αυτοκράτορα Βασιλείου του Β', σπουδαίου εκπροσώπου της μακεδονικής δυναστείας, ο οποίος βασιλεύει κατά τα έτη 976 και 1025. Ο Βασίλειος παρουσιάζεται από τις ιστορικές πηγές - κυρίως από την Χρονογραφία του Μιχαήλ Ψελλού - ως ένας αληθινός ασκητής της διοίκησης, ένας άνδρας βαθιά ενασχολούμενος με τις πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες και αντιθέτως ελάχιστα ενδιαφερόμενος για τη φιλολογία, τη ρητορική και γενικά για τις τέχνες. Το Μηνολόγιο όμως, εκτός του ότι μας αποκαλύπτει τη θρησκευτικότητά του, μας τον γνωρίζει αντιθέτως, ως έναν άνθρωπο ιδιαίτερα συναισθηματικό απέναντι στην τέχνη και το ωραίο.

Και αυτό μας εισαγάγει στο δεύτερο στοιχείο της ιδιαιτερότητας αυτού του βιβλίου. Πρόκειται για το πλουσιότερα διακοσμημένο Βυζαντινό Συναξάριο που γνωρίζουμε. Σε κάθε άγιο, σε κάθε λειτουργική γιορτή αντιστοιχεί μία μινιατούρα. Επομένως, σ' αυτό το χειρόγραφο κάθε σελίδα εμπεριέχει μία σκηνή μεγάλου μεγέθους, που καταλαμβάνει το μισό του συνολικού της χώρου, ενώ στο υπόλοιπο συναντάμε το γραπτό κείμενο. Οι σωζόμενες μινιατούρες του Βατικανού χειρόγραφου είναι 430, για τους μονούς άγιους των μηνών από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Φεβρουάριο, γιατί πρέπει να υπήρχε και ένας δεύτερος τόμος, που περιελάμβανε τους μήνες από το Μάρτιο μέχρι τον Αύγουστο, εμπλουτισμένος με εκατοντάδες άλλες μινιατούρες και που δυστυχώς χάθηκε σε ακαθόριστη εποχή και υπό συνθήκες άγνωστες.

Αλλά το έντονο ενδιαφέρον του Βασιλείου του Β' για την τέχνη πιστοποιείται όχι μόνο από τη μεγάλη ποσότητα των μινιατούρων, ούτε μόνο εξαιτίας της εκπληκτικής τους ποιότητας (εφόσον πρόκειται για ένα από τα υψηλότερα έργα της βυζαντινής ζωγραφικής). Άλλο στοιχείο απόλυτα εξαιρετικό αυτού του χειρόγραφου συνιστά το γεγονός ότι δίπλα από κάθε μινιατούρα υπάρχει η "υπογραφή", ούτως ειπειν, ή καλύτερα το όνομα του ζωγράφου που την φιλοτέχνησε. Είναι μία μοναδική περίπτωση στο Βυζάντιο, όπου ο καλλιτέχνης κρύβεται σχεδόν πάντοτε στην πλήρη ανωνυμία, ή για λογούς ταπεινοφροσύνης, ή γιατί είναι μεγάλο το κοινωνικό χάσμα που τον χωρίζει από τους παραγγελιοδόχους του έργου, που γενικά θα λέγαμε πως είναι αριστοκρατικής καταγωγής ή ακόμη και αυτοκρατορικής. Κι αυτό επίσης το στοιχείο - η παρουσία των "υπογραφών" φαντάζει ως μαρτυρία του ζωντανού, προσωπικού ενδιαφέροντος του Βασιλείου του Β' για την τέχνη και τους καλλιτέχνες.

Σ' αυτό λοιπόν το ξεχωριστό γεγονός οφείλουμε τη γνώση των ονομάτων των ζωγράφων. Γνωρίζουμε έτσι λοιπόν ότι ήταν οκτώ καλλιτέχνες, που μοιάζουν να είναι καθοδηγούμενοι από τον Πανταλέων, ο οποίος πρέπει να είναι ο πιο επιφανής ζωγράφος της εποχής του. Πράγματι γνωρίζουμε το όνομά του και από άλλες ιστορικές πηγές, ιδιαιτέρως από τον Βίο του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη. Χάρη στις "υπογραφές" μπορούμε να γνωρίζουμε τα χαρακτηριστικά του στιλ ενός εκάστου εκ των καλλιτεχνών που εργάστηκαν, και να σχηματίσουμε μία συγκεκριμένη ιδέα σε ότι αφορά τη συνύπαρξη των τάσεων και των διαφορετικών ταλέντων στο εσωτερικό ενός εξαιρετικού atelier της Κωνσταντινούπολης του έτους 1000.

Ενός τέτοιου πολυτιμότατου κώδικα ήταν επιτακτική η ανάγκη μιας πλήρους αναπαραγωγής του υπό τη μορφή του Facsimile και όχι μόνο για να διαδοθεί η γνώση. Πράγματι, όπως και πάρα πολλά άλλα χειρόγραφα της μεσοβυζαντινής εποχής έτσι και ο συγκεκριμένος κώδικας πάσχει από κάποια λεπτά προβλήματα συντηρήσης, ιδιαίτερα των χρωμάτων. Κάθε ανθρώπινο έργο προορίζεται μοιραία, το γνωρίζουμε, στην παρακμή, υπό συνθήκες που μερικές φορές ακόμη και με τις πιο σύγχρονες μεθόδους είναι δυνατόν μόνο να τις επιβραδύνουμε και όχι να τις σταματήσουμε ολοκληρωτικά.

Υπ' αυτή την έννοια, η αναπαραγωγή υπό τη μορφή του Facsimile, είναι ένα σημαντικό μέτρο συντηρήσης. Αυτή θα κάνει πιο σπάνια την απευθείας μελέτη του πρωτότυπου, που ήδη έχει περιοριστεί μόνο στους ειδικούς, διατηρώντας έτσι το χειρόγραφο σε καλύτερες συνθήκες για τις επόμενες γενιές.

Αλλά και μία άλλη πλευρά της δουλειάς που έγινε αξίζει να σημειωθεί. Η πραγματοποίηση της έκδοσης του Facsimile έδωσε την ευκαιρία για μία πιο ενδελεχή ερευνά επάνω στο χειρόγραφο, που μελετήθηκε αναλυτικά απ' όλες τις απόψεις. Μελετήθηκαν λοιπόν, το κείμενο, οι μινιατούρες, η εικονογραφία, η ελληνική γραφή, η βιβλιοδεσία, η ιστορία της μεταφοράς του από την Κωνσταντινούπολη στην Ιταλία και ούτω καθεξής. Πολλοί και διαφορετικών εθνικοτήτων, είναι οι ειδικοί που συνεργάστηκαν στο εγχείρημα: από την Ελλάδα ο Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Σωτηριάδης και οι καθηγητές Παναγιώτης Βοκοτόπουλος, Βασίλειος Κατσαρός και Κωνσταντίνος Χούλης. Από την Ιταλία, εκτός του ομιλούντος, οι καθηγητές Augusta Acconcia Longo, Alessia A. Aletta, Antonio Lacobini, Andrea Luzzi, Simona Moretti και Leonardo Ventura. Από τη Ρωσία η καθηγήτρια Anna Zakharova και από τις Η.Π.Α η καθηγήτρια Nansy Patterson Sevcenko.

Τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών υπήρξαν σημαντικά κάτω από διαφορετικές οπτικές. Ακόμη και στην περίπτωση ενός τέτοιου χειρόγραφου καταλάβαμε ότι η παγκόσμια φήμη του δεν αντιστοιχεί αναλογικά και σε μία επαρκή και βαθιά μελέτη του. Ασφαλώς, συμβαίνει τακτικά τα πιο διάσημα μνημεία σχεδόν να αποθαρρύνουν τις έρευνες. Όλοι αναφέρουν αυτά τα αριστουργήματα, όλοι μιλούν, αλλά όλοι πιστεύουν εσφαλμένα ότι επάνω σε ανάλογους θησαυρούς έχει ήδη ειπωθεί ο τελευταίος λόγος και ότι ήδη είναι όλα γνωστά. Δεν είναι όμως έτσι. Θα το αποδείξει, πιστεύω, ο ευμεγέθης τόμος του υπομνήματος στο Facsimile, που βρίσκεται υπό εκτύπωση και που θα κυκλοφορήσει σε λίγους μήνες.

Λοιπόν θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς, όσους εδώ στην Αθήνα και στο Βατικανό, εφοδίασαν γενναιόδωρα την επιστημονική κοινότητα με την ευκαιρία αυτή της εμβάθυνσης της γνώσης, σε μια από τις πιο πολύτιμες μαρτυρίες της ευρωπαϊκής κουλτούρας και τέχνης. Δεν μου απομένει παρά να πω "γεια σας στη Ρώμη" (Arrivederci a Roma)"" την ερχόμενη άνοιξη, για την παρουσίαση του τόμου του υπομνήματος και των μελετών επάνω στο χειρόγραφο.

Ευχαριστώ!».

 

Μετά προβλήθηκε το DVD που έδειχνε την ψηφιακή αποτύπωση, εκτύπωση και βιβλιοδεσία του Μηνολογίου, το οποίο έδωσε την ευκαιρία να θαυμάσουν όλοι τον τρόπο παραγωγής του Κώδικος.

Μετά την προβολή το λόγο έλαβε ο Καρδινάλιος Tauran, ο οποίος στην ομιλία του ανέφερε τα ακόλουθα:

«Ο ευτυχής λόγος για τον οποίο βρισκόμαστε συγκεντρωμένοι σήμερα εδώ μας οδηγεί χίλια χρόνια πίσω, στην εποχή της πλήρους ενότητας μεταξύ της Ελληνικής Εκκλησίας, κάθε τοπικής Εκκλησίας, και της Εκκλησίας της Ρώμης. Είναι ένα γεγονός που μας επιτρέπει να ξαναζήσουμε και να αναπνεύσουμε σε μία ατμόσφαιρα πλήρους αδελφοσύνης και ομοψυχίας, ωσάν ο Κύριος να μας παρέχει για μία στιγμή τη χαρά να παραμερίσει ένα παρελθόν που γνώρισε βαθύτατες διχόνοιες.

Σχεδόν χίλια χρόνια πριν, το ακριβές έτος είναι άγνωστο πράγματι, γραφόταν και φιλοτεχνείτο με επιμέλεια για τον Βασίλειο Β' (976-1025), τον πιο περήφανο αυτοκράτορα της Μακεδονικής Δυναστείας, αυτό το θαυμάσιο χειρόγραφό του οποίου σήμερα έχουμε μπροστά μας τη νεότατη πανομοιότυπη έκδοση. Επρόκειτο περί ενός εξαιρετικού μοντέλου του λειτουργικού βιβλίου που ονομάζεται Συναξάριο και που συγκεντρώνει για όλο το λειτουργικό έτος, τις σχετικές πληροφορίες για τον κάθε άγιο ή για την εορτή της ημέρας που διαβάζονται στην πρωινή ακολουθία (Όρθρος).

Ιδιαίτερα σημαντική φαντάζει η επιλογή, από την πλευρά ενός αυτοκράτορα πολεμιστή, όπως υπήρξε ο Βασίλειος, να διαθέσει πολύ πλούτο και να επιστρατεύσει τους καλύτερους καλλιτέχνες για τη δημιουργία ενός τέτοιου βιβλίου. Επρόκειτο, ασφαλώς, για την έκφραση βαθιάς ευλάβειας και για μία πράξη αναμφίβολης πίστης. Αλλά, κυρίως, ήταν μία παράκληση για βοήθεια στις καθημερινές φροντίδες της διοίκησης, για τον ίδιο, για τον λαό που του ήταν εμπεπιστευμένος και για την Αυτοκρατορία. Μια βοήθεια, μια επίκληση αρωγής από όλους τους αγίους του Θεού, των οποίων οι παραστάσεις, σελίδα προς σελίδα, συνθέτουν σ' αυτό το πολύτιμο βιβλίο μία εντυπωσιακή συλλογή από σεβάσμιες εικόνες. Από όλους αυτούς τους άγιους ο Βασίλειος ζητούσε την μεσιτεία για αυτόν προς τον Ύψιστο, και ικέτευε με φωνή πνευματική, μέσα από τις άφωνες σελίδες του βιβλίου, την ευλογία και τη θεϊκή προστασία επάνω στον χριστιανό αυτοκράτορα και επάνω στον λαό του.

Έτσι, εκείνοι οι άγιοι στους οποίους ο Βασίλειος απευθυνόταν με εμπιστοσύνη, επικαλούμενος τη μεσιτεία τους, ήταν και είναι μέχρι σήμερα μια κοινή κληρονομιά της οικουμενικής Εκκλησίας. Μάρτυρες ή μοναχοί, εκκλησιαστικοί ή λαϊκοί, βασιλείς ή ταπεινές μορφές του λαού, αυτοί είναι ένα λαμπρό πλήθος από άνδρες και γυναίκες που παρουσιάζει ένα ευρύ φάσμα των προτύπων της αγιότητας, που μέχρι σήμερα μπορούν να μιλούν στην καρδιά όλων των χριστιανών.

Άγιοι που ήταν και είναι μέχρι σήμερα τιμώμενοι τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση, γιατί σε μεγάλο μέρος αυτοί ανήκουν στον κατάλογο των αγίων της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων. Αυτοί είναι κοινή παρακαταθήκη εκείνης της πρώτης Εκκλησίας, η οποία αποτελεί την απαρχή της χριστιανικής ιστορίας και που είναι μόνο μία.

Δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός λοιπόν, το γεγονός ότι το "Μηνολόγιο του Βασιλείου του Β'" ήταν ανά τους αιώνες αντικείμενο ενδιαφέροντος και σεβασμού ακόμη και μετά την άφιξή του στη Δύση, όχι μόνο ως πολύτιμο αριστούργημα, αλλά, θα έλεγα πάνω απ' όλα, ως ανεκτίμητος θησαυρός της αγιότητας. Η ιστορία της αποδημίας του χειρόγραφου στην Ιταλία μελετήθηκε και είναι από όλους γνωστή. Αυτό το πολύτιμο βιβλίο βγαίνει, δεν είναι γνωστό το πότε και το πώς, από την αυτοκρατορική συλλογή στην οποία φυλασσόταν. Αυτό συμβαίνει πιθανόν κατά την εποχή της βαθιάς κρίσης που ήταν οι δύο τελευταίοι αιώνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, πριν την πτώση του 1453. Είναι μία περίοδος κατά την οποία επιβεβαιώνονται σημαντικές απώλειες από τις συλλογές βιβλίων τόσο στην πρωτεύουσα όσο και στα άλλα κέντρα της Αυτοκρατορίας.

Έτσι λοιπόν κατά το δεύτερο μισό του 1300 ο κώδικας έρχεται στην κατοχή ενός Γενοβέζου νοταρίου, που ταξίδευε στην Ανατολή και που τον μεταφέρει μαζί του στην Ιταλία. Κατά τη συνέχεια το Μηνολόγιο, αφού πέρασε από την αυλή του δούκα του Μιλάνου Λουδοβίκου Sforza, πηγαίνει στην οικογένεια των ευγενών Sfondrati, ένας εκ των οποίων είναι ο Paolo Sfondrati, που ήταν ένας Καρδινάλιος της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας, όπως και αυτός που σας ομιλεί, και αποφασίζει τελικά να το δωρίσει, το 1615, στον Πάπα Παύλο 5ο (1605-1621).

Έκτοτε ο κώδικας φυλάσσεται με μεγάλη φροντίδα στη Βατικανή Βιβλιοθήκη, όπου πάντοτε εξετιμάτο ως ένα εκ των πιο πολτυτίμων αγαθών της. Ο ζήλος των βιβλιοθηκάριων που φοβούνται πάντοτε μήπως δουν φθορές από τη χρήση επάνω στα αριστουργήματα που φυλάσσουν δεν σημαίνει κλείσιμο ή άρνηση της ανάγκης να μοιραστούν με όλους τους Χριστιανούς ένα τέτοιο θησαυρό της πίστης και της τέχνης. Έτσι το 1700 το πλήρες κείμενο του χειρόγραφου εκτυπώνεται και εκδίδεται κατ' επιθυμία και με έξοδα του Πάπα Βενεδίκτου 13ου (1724-1730). Όταν δε η εξέλιξη της τεχνικής της φωτογραφίας το επέτρεψε, αμέσως δόθηκε η άδεια για την πρώτη πανομοιότυπη έκδοση του χειρογράφου σε ασπρόμαυρη μορφή, η οποία είδε το φως της δημοσιότητας στο Τορίνο το 1907.

Εκατό χρόνια αργότερα η φωτογραφική τεχνική εξελίχθηκε κατά τρόπο πραγματικά εντυπωσιακό. Μόνο λίγοι ειδικοί θα μπορούσαν να διακρίνουν το γνήσιο χειρόγραφο από τη νεοτυπωμένη πανομοιότυπη έκδοση που έχουμε μπροστά μας. Αυτή η τέτοια τεχνική εξέλιξη επιτρέπει να μεταμορφώσουμε όντως αυτό το εντυπωσιακό χειρόγραφο, δια μέσου αυτών των τέλειων εικόνων, σε μια αληθινή κοινή κληρονομιά όλης της Χριστιανοσύνης. Οι άγιοι και οι αγίες του "Μηνολογίου του Βασιλείου Β'" ξαναμιλούν σε όλους τους καλοπροαίρετους ανθρώπους, σε Ανατολή και Δύση. Με αυτό τον τρόπο, οι εικόνες αυτών των αγίων, που όλοι τιμούμε, επαναπροσλαμβάνουν το νόημα της μαρτυρίας τους και την ίδια στιγμή αποτελούν τους πρώτους καρπούς της ενότητας των Χριστιανών. Είναι ήδη μια πρώτη ξεχωριστή ευλογία, για την οποία πρέπει πνευματικά να χαιρόμαστε, το γεγονός ότι αυτό συντελείται με αδελφική αρμονία, χάρις σε μία κοινή πρωτοβουλία και με τη συνδρομή πολλών ανθρώπων από την Ανατολή και τη Δύση».

 

Την εκδήλωση έκλεισε ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστόδουλος, ο οποίος είπε τα ακόλουθα:

«Επιτρέψτε μου, προ παντός αλλού, να τιμήσω τη μνήμη του εκλιπόντος Πάπα - Ιωάννου Παύλου του Β', του πρώτου Προκαθημένου Ρώμης που ήλθε στην Αθήνα από της εποχής του Σχίσματος, προκείμενου να προσκυνήσει το σημείο από του οποίου ο Απόστολος Παύλος κήρυξε στους Αθηναίους τον θείο λόγο του Ευαγγελίου. Ο Κύριος ευλόγησε να είμαι ο Αρχιεπίσκοπος που συνόδευσε τον Πάπα στην προσκύνηση του Βήματος του Αρείου Πάγου. Είχαμε αμφότεροι τη βαθειά πεποίθηση ότι βαδίζαμε τον δρόμο που ο Κύριος ήθελε, είχαμε τη συναίσθηση ότι η ώρα εκείνη ήταν ιστορική, ότι άνοιγε ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της Εκκλησίας.

Καρπός εκείνης της προσκυνηματικής ώρας είναι και η προκείμενη έκδοση. Διότι η ταπεινότητα του Πάπα εκείνου, επέτρεψε στην Εκκλησία της Ελλάδος να δει την Εκκλησία της Ρώμης μέσα από το πρίσμα της συγγνώμης, και να ανοίξει με σύνεση και χωρίς βιασύνες, τη θύρα της συνεργασίας για κοινού ενδιαφέροντος προγράμματα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι δύο Εκκλησίες συνεργάσθηκαν ευλογημένα, και σήμερα έχουμε μπρος μας την έκδοση ενός χειρόγραφου ιδιαίτερης για εμάς σημασίας, ενός κειμηλίου του Γένους μας, που μαρτυρεί την εσωτερική πνευματικότητα αλλά και την υψηλή αισθητική των Βυζαντινών Ελλήνων.

Για το ίδιο το χειρόγραφο και την αξία της ομοιοτύπου έκδοσής του δεν θα μιλήσω και εγώ, δεδομένου ότι σας μίλησαν ήδη βαθείς γνώστες του θέματος, και το μόνο που μένει, νομίζω, είναι να αφεθείτε εν ηρεμία να το θαυμάσετε. Επιτρέψτε μου, όμως, έστω με δυό μόνον λόγια, να αναφερθώ στις διαστάσεις που έχει η προκείμενη έκδοση εξ επόψεως εκκλησιαστικής και πολιτιστικής.

Η εκκλησιαστική διάσταση ορίζεται από πνευματικές αναφορές. Προσέξαμε ότι νέος Πάπας εξελέγη ο από μακρού χρόνου εκτιμώμενος για την συγκρότησή του Καρδινάλιος Ιωσήφ Ράτσινγκερ, γνωστός και για τη βαθειά του συναίσθηση της χριστιανικής ταυτότητας της Ευρώπης. Ανήλθε στο θρόνο με το όνομα Βενέδικτος ΙΣΤ', και βεβαίως τούτο δεν έγινε τυχαίως. Το όνομά του παραπέμπει στον άγιο Βενέδικτο, του οποίου την ιερά μνήμη τιμά η Εκκλησία μας την 14η Μαρτίου. Είναι ο άγιος που συνέστησε στην Δύση την πνευματική ζωή της Ανατολής, ιδίως δε τον μοναχικό κανόνα του Μεγάλου Βασιλείου, ιδρυτής του μοναχικού τάγματος, το οποίο συνέβαλε όσον ολίγοι παράγοντες στον εκχριστιανισμό της Ευρώπης. Από καρδιάς ευχόμεθα ο νέος Προκαθήμενος Ρώμης να δικαιώσει την επιλογή του ονόματός του.

Στο φως της ζωής του αγίου Βενέδικτου βλέπει η Εκκλησία μας την συνεργασία Αθήνας και Ρώμης για την προκείμενη έκδοση. Στο φως που εμπνέει σεβασμό και υπέρβαση των διαφορών, όχι με διπλωματικό, αλλά με πνευματικό τρόπο.

Έχω ήδη, σε παλαιότερη ομιλία μου, παρατηρήσει -όχι χωρίς θλίψη-, ότι οι Εκκλησίες, σε Δύση και Ανατολή, δεν εργάσθηκαν για την υπέρβαση του Σχίσματος τόσον, όσο για την κατασκευή του.

Γι' αυτό, παρακολουθούμε με προσοχή και προσευχή τις κινήσεις ομονοίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Χαρήκαμε με την απόφαση να αρχίσει και πάλι ο διάλογος των δύο Εκκλησιών. Ευχόμεθα ο Κύριος να ευλογεί και ενισχύει όσους αγωνίζονται να αφαιρέσουν την έριδα και την πλάνη από την εν τω κοσμώ ζωή των πιστών. Ευχόμεθα επίσης, η προκείμενη έκδοση, ως πράξη συνεργασίας των δύο Εκκλησιών, να έχει τις ευλογίες των αγίων.

Αρκούν αυτά, για να γίνει σε όλους φανερόν ότι η προκείμενη έκδοση έχει όλως ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία των σχέσεων των δυο Εκκλησιών, ή μάλλον, για τον αγώνα να υπερβούμε το χωρισμό διδόντες ασπασμόν εν Χριστώ.

Έχει όμως και μιάν ακόμη ιδιαίτερη σημασία η προκείμενη έκδοση. Το Μηνολόγιον είναι έργο μιας εποχής στην οποία Ανατολή και Δύση έδιναν αγώνες για να κρατήσουν την Ευρώπη καρδιά του Χριστιανισμού. Ο δυτικός κόσμος προσπαθούσε να συνεργασθεί με τον βυζαντινό, ώστε να αποκρουσθούν οι εισβολές του Ισλάμ, που ήθελε ή να κατακτήσει ή να επιβληθεί στην Ευρώπη. Την ίδια εποχή δέχθηκαν οι Ρώσσοι από τους Έλληνες τον Χριστιανισμό, και έγιναν έκτοτε μέρος του ευρωπαϊκού κόσμου. Η εποχή λοιπόν συντάξεως του Μηνολογίου ήταν και εποχή συντάξεως της Ευρώπης ως μιας πολιτιστικής οντότητος, με κύριο γνώρισμά της την χριστιανική πίστη.

Με τη σύντομη αναφορά στο ιστορικό πλαίσιο δημιουργίας του πρωτότυπου Μηνολογίου, έγινε, ελπίζω, φανερή η πολιτιστική σημασία της ομοιοτύπου έκδοσης και κυρίως το μήνυμά της προς τους Ευρωπαίους. Εύχομαι η προκείμενη έκδοση να αποτελέσει δύναμη ενισχύσης του χρέους των Εκκλησιών Ελλάδος και Ρώμης προς την ευρωπαϊκή μας αυτοσυνειδησία.

Οφείλω εδώ να θυμήσω ότι η Εκκλησία της Ελλάδος έχει ήδη διατυπώσει, προ της ανόδου του νυν Προκαθημένου Ρώμης στο θρόνο, την πεποίθησή της ότι χωρίς να θεωρούμε τον χριστιανισμό "ευρωπαϊκή θρησκεία", πρέπει πάντως να διατηρήσουμε ακμαία τη χριστιανική συνείδηση της Ευρώπης, και επίσης να υπερασπίσουμε την ιδιοπροσωπια των λαών της. Χαιρόμεθα ιδιαιτέρως διαπιστούντες ότι αυτή είναι πεποίθηση και του Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ'.

Θα ήταν σπουδαίο να κατανοούσε τις ανάγκες αυτές και η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης. Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε γι' αυτό. Αλλά η ενδεχόμενη απουσία συναντίληψης της πολιτικής ηγεσίας, δεν συνιστά δέσμευση για την Εκκλησία. Είναι δική μας ευθύνη, όχι βεβαίως να καταδιώκουμε τους Μουσουλμάνους, αλλά να διδάσκουμε τους Ευρωπαίους ότι η ρίζα τους είναι η χριστιανική τους πίστη, η κλασική παιδεία και το κράτος δικαίου. Είναι ανάγκη να τους διδάσκουμε ότι απομακρυνόμενοι από τις ρίζες τους διώχνουν τον κόσμο τους. Διώχνουν την υπέρβαση, χωρίς την οποία η ελευθερία γίνεται δούλωση στην απόλαυση· διώχνουν την κοινωνικότητα, χωρίς την οποία η κοινωνία γίνεται μάζα· διώχνουν το πλαίσιο ζωής, χωρίς το οποίο η ηθική γίνεται βασανιστική δέσμευση. Και κυρίως να διδάξουμε πώς και γιατί απομακρυνόμενοι από το Ευαγγέλιο υποδουλώνονται σε ιδεολογίες, πώς και γιατί απομακρυνόμενοι από την πίστη υποτάσσονται στον φανατισμό.

Πριν κλείσω, επιτρέψτε μου να εκφράσω και δημόσια τις θερμές ευχαριστίες μου προς τον Εξοχώτατο Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κάρολο Παπούλια, που με το φρόνημα του τιμά την Ελλάδα, και με την νοερά παρουσία του ανάμεσά μας τιμά την ιστορία μας και τις προοπτικές μας.

Να ευχαριστήσω επίσης τους εμπνευστές και τους συντελεστές της βαρυσήμαντης αυτής έκδοσης: τον Εκλαμπρότατο Καρδινάλιο Jean-Luis Taurun, τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Φαναρίου κ. Αγαθάγγελο, τον οσιολογιώτατο π. Raffaele Farina, τους Ελλογιμωτάτους Καθηγητές κ. Francesco D' Aiuto και κ. Ευάγγελο Χρυσό, τόσο για την εναργή παρουσίαση της έκδοσης όσο και για την όλη συμβολή τους.

Ευχαριστώ επίσης και τους άλλους συγγραφείς των συνοδευτικών κείμενων, ήτοι τους Ελλογιμωτάτους Βασίλειο Κατσαρό, Παναγιώτη Βοκοτόπουλο, Andrea Luzzi, Augusta Acconcia Longo, Anna Zakharova, Antonio Jacobi, Nancy Patterson Sevcenko, Leandro Ventura, Simonna Moretti και Κωνσταντίνο Χούλη.

Εκφράζω από καρδιάς τις ευχαριστίες μου στον Διευθυντή του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Ελλογιμώτατο κ. Δημήτριο Κωνστάντιο, καθώς επίσης προς εσάς.

Τα βλέμματά σας στο έργο μας είναι για μας πηγή χαράς και δυνάμεως».


Address by His Eminence the Bishop of Fanarion Agathangelos,
General Director of the Apostoliki Diakonia.

Your Beatitude,
Your Excellency, the Cardinal and President of the Vatican Libra- ry, representative of His Holiness Pope Benedict XVI of Rome ,
Your Excellency the Minister and representative of the Greek Government,
Your Eminences,
Your Graces,
Distinguished Guests,

The civilization achieved by a people is the product of a fundamental concept that permeates their perception of life and death. The central axis, around which every facet of life is centered, is precisely this aspect of mankind, and its association with the divine, with itself, with fellow man and with nature.  

In our tradition, our way of life, faith is the nucleus that gives meaning to everything.   The Church offers its own interpretation of the world, along with the means for its transformation.   In the present and in the future.   Here and now. "Now and forever".

The Church, through the grace of love, transforms all manifestations and all pieces that constitute man.   And since it transforms everything, it cannot omit the elements of civilization and art in this gathering.

100 years after the black-and-white edition of the " Menologion " of the Emperor Basil II, the Apostolic Library of the Vatican, the Apostoliki Diakonia of the Church of Greece and the Spanish publishing house " TESTIMONIO ", launched a collaboration to reproduce a new, exact replica of this Codex - whose original is safeguarded in the Vatican Library and constitutes both an heirloom of Greekness and an ecumenical cultural inheritance - and now comes as an aid for the studies and the research devoted to the science of Hagiology, the History of Art, and not only.

It is therefore with great joy and emotion that we welcome you and thank you for your presence here in Athens, during this first, international presentation of a unique piece of work, which was carried out without the symptoms of an idle self-complacency on the monuments of our civilization, that are normally displayed by the tourist industry.    

The attention of the ecclesiastic organization of the Apostoliki Diakonia of the Church of Greece is focused on the programming, the organization and the fulfilment of the missionary, catechetic and publishing task of the Church. The endeavors made in these specific sectors over the last 75 whole years, are immense.   During the last 40 years alone, the Apostoliki Diakonia opened up to the rest of the world, by supporting the missionary work of over 60 local Churches worldwide, aiding the severely afflicted peoples there.   When the predecessor of the speaker - and currently Archbishop of Albania , Anastasios - began this endeavor, many had smiled sympathetically.   However, today's reality has fully justified this endeavor, which has borne many fruits and continues to bear fruits in various sectors, of both the Church's history and the world's.   This mission continues, even more vigorously today, thanks to the untiring concern of His Beatitude, and the affection displayed by civic society who trust in us.

This opening towards the rest of the world has led us to the quest for publications that would project our history and our civilization and would nourish our memory.   We are presently standing at a crossroads as a nation. We have never lived isolated; we have always been open to all currents, both in the East and in the West. And we have assimilated them admirably, while constantly functioning as a robust organism. We are a part of the world; we exist along with it, and we are equally shaken by the successive crises and fears that do not allow mankind to find peace.   In view of this, we rightly wondered, what would be left to sustain us, if we denied ourselves, as well as our historical memory?

From the above thought came the " idea", or the "dream" if you wish, to embark on the publication of the Menologion of the Emperor Basil II.   The task was not an easy one.   There were objective difficulties as well as technical ones to overcome.   After three years of hard work, excellent collaboration and repeated contacts and meetings, we finally arrived at this evening, and the presentation of this heirloom.

The Menologion is truly an heirloom, because it has provided us with the moral profile of its owner or its creator. It is not priced as an item per se. It is valued as a creation that reveals the relationship between man and the world.   This entire endeavor I could name " tradition ": a term that is often regarded indifferently and at times even appears to stand accused.  

It is true, there are tendencies that suggest tradition is turning us towards obsolete projects and outmoded people; that tradition is something long finished and useless for today's needs; that it cannot be of any help to the contemporary technocratic and globalized person, who has suffered and continues to suffer horrific wars; who is caught between the status of a wild beast and the status of an android.   Tradition therefore is nothing but a redundant weight that should be discarded.   I believe that these tendencies spring from today's despair over the worth of mankind.

They are the symptoms of a kind of panic, which, in the name of mankind, tend to splinter its soul and negate its value.   But then, what would be left, if we took mankind out of the picture altogether? If we forsake memory itself?   Will we supposedly admit to this, and become the outcasts of our heritage and colonists of the world instead of its citizens?   We do not aspire to any kind of a halt, or regression. We seek the person's heart, mind, sensitivity, subtlety and courage to move ahead in life.

And you will allow me, Your Beatitude, to thank those people tonight, in your name.

We wish to thank the representative of the Greek Government.   We regard your presence here of special importance, because it denotes the closer collaboration between us, on matters pertaining to the promotion of our culture.

This facsimile edition of the Menologion would not have been possible, without the consent and the kind disposition of His Excellency, Cardinal Jean-Lois Tauran , President of the Apostolic Vatican Library, who is also present here today;   the cooperation, the sensitivity and rare courtesy of its Director, father Raphael Farina and his associates; the   assistance of His Excellency Cardinal Walter Kasper, Chairman of the Pontifical Council for Christian unity and his staff members; also, the publication of this work by the famous Spanish publishing house " TESTIMONIO ", and the artistic experience of its Manager, Mr. Cesar Olmos , who, together with his associates, succeeded in making such an amazing reproduction of the Menologion , that the facsimile cannot be distinguished from the original.   A mere "thank you" is hardly sufficient for their offer and their collaboration.

Our warmest thanks also go out to their Excellencies the Ambassadors of the dearest countries of Spain and Italy, since this inter-Christian, cultural collaboration simultaneously expresses an inter-national collaboration, which strengthens the bonds between our peoples.

Thanks are also due, to the learned Director of the Byzantine and Christian Museum and professor, Mr. Demetrios Constantios , who is the host for tonight's event and who responded immediately and with great enthusiasm to our request; also to the learned professors Messrs. Francisco D' Aiuto , researcher of the Vatican Library, and Mr. Evangelos Chrysos , Director of the Center of Byzantine Studies of the National Research Institute, who has undertaken the task of the presentation of the Menologion .

Our warmest thanks are extended to all of you, for honouring us with your presence here tonight.   It reflects your participation in the vision, and the hope.

And now, kindly allow me to express our personal thanks, to both the departed and the current members of the Central Administrative Council:   the Reverend Metropolitans of Xanthe and Peritheorion Mr. Panteleimon ,   of Chalkis Mr. Chrysostomos , of Messenia Mr. Chrysostomos , of Sidirokastron Mr. Makarios ; the learned professors Mr. Evangelos Theodorou , Mr. Vlasios Feidas, Mr. Emmanuel Constantinides , the honorable Mrs. Merope Parveri , Director of Ecclesiastic Affairs and representative of the Ministry of Education, who have embraced and approved the materializing of this project.

I wish to also thank all of the people employed in the Apostoliki Diakonia of the Church of Greece ; our wonderful associates and brethren, without whose support and dedication, this endeavor that we embarked upon would never have progressed.   I feel obliged to make special mention of the Director of Services of the Apostoliki Diakonia Organization and friend, the Reverend Archimandrite father Dionysios Mantalos , as well as the Reverend Archimandrite father Ignatius Soteriades , Secretary of the Holy Synod, who have both assisted in an optimum way with their presence and their labours, at every step of our collaboration.

Your Beatitude,
The last words are addressed to your venerable person. Because you are "the first and the last". Because you ventured this opening. It is not always self-evident or easy for a spiritual leader to dare; or to surpass the conventionalities of history, the erosions of time and the psychoses of circumstances. You have done this, and you have succeeded. Why? Because the contents of the Menologion that we have published will nurture both the remembrance of God, as well as the remembrance of God's glory, which is man.

Today, you are honoring this event with your presence, and you remind me of something from our ancient history:   When Aristotle asked Alexander the Great " where did you place the gold and the riches that you collected from all over the world? ", he replied: " I gave it to my beloved comrades and the people. They have given me the most valuable of all things that I have ". It is this people, the Greek people, which you are honoring today.   And for this, I thank you from my heart.

I wish to thank you, because you have made us communicants of your visions and your hopes; because you have trusted us; because you have taught us to make God's glory increasingly evident in our selves, by proving our faith in the unprecedented value of the human persona.   That is what "civilization" really means.

Once again, I thank you!

[Transl. Into English by Dr N. C. Petropoulos, M.St., D.Phill.{Oxon.}]

 

LETTER OF HIS HOLINESS THE POPE OF ROME BENEDICT XVI

To His Eminence Cardinal Jean-Louis Tauran
Archivist and Librarian of the Holy Roman Catholic Church

It was with great pleasure that I took knowledge of the cooperation inaugurated between the Apostolic Library of the Vatican and the Orthodox Church of Greece for the edition of the Menologion of Basil II, which is kept in the Apostolic Vatican Library, and I am grateful for having seen the successive stages of the progress of this project.

Since Your Eminence will participate in the Athens meeting, which will signify the official presentation of the facsimile edition of the manuscript, I assign you to the task of expressing to His Beatitude Mgr Christodoulos, Archbishop of Athens and All Greece, my fraternal and warmest feelings as well as my full satisfaction at this important event, which is the fruit of the new era of relations created after the unforgettable visit of my late predecessor, Pope John Paul II, to Athens, on the occasion of the Jubilee pilgrimage on the steps of Apostle Paul. I am particularly glad at seeing the increasing development of an active cooperation between the Roman Catholic Church and the Orthodox Church of Greece.

I seize the opportunity to assign you also to the duty to notify to His Beatitude the Archbishop Mgr Christodoulos the pleasure I would take in receiving him to Rome , so that we may jointly declare that a new step has been taken on the way to reconciliation and cooperation. Please inform him of my fervent desire to mould deeper relations of trust and brotherhood between us so that we may work jointly on the task of Evangelisation: in particular, we can help with greater strength the European nations acknowledge their Christian roots, so that they may recuperate their fertile vigour for the sake of their own future and for the good of persons and of society as a whole. It will be a way of announcing together the joyful Message of Christ to the modern world, which needs it so desperately. This is how we shall respond to the fervent desire expressed by the Lord "that all of them may be one" (John 17,21), until the blessed day, when, God willing and under the guidance of the Holy Spirit, we shall be able to concelebrate full Communion.

I ask of you also cordially to greet on my behalf all Members of the Holy Synod of the Orthodox Church of Greece as well as the brother Bishops of the Roman Catholic Church, His Excellency the President of the Hellenic Republic , and the personalities attending at this event.

With feelings of confidence and hope, may I address to you my warm wishes for full success in your mission.

Invoking the intercession of the Mother of God on your behalf, may I impart a special and affectionate Apostolic Blessing upon Your Eminence.

  [Transl. Into English by Dr N. C. Petropoulos, M.St., D.Phill.{Oxon.}]

 

Don Raffaele Farina

Your Beatitude the Archbishop of Athens and All Greece ,
Your Eminence,
Your Reverences and Your Graces,
Dear Ladies and Gentlemen,

At the beginning of this presentation, it is our obligation to remind of an important development in the relations between the Orthodox Church of Greece and the Holy See, namely the visit of the Delegation of the Orthodox Church of Greece to the Holy See and, on the same occasion, to the Apostolic Vatican Library in March 2002. This visit constitutes the basis for the selection and realisation of the work presented here this evening.

In return for the visit of Pope John Paul II to Athens on May 4-5, 2001, and in response to the invitation addressed to him by Cardinal Walter Kasper, His Beatitude the Archbishop of Athens and All Greece also wished to invest that visit of March 8 to 13, 2002 with particular significance, to make it a beginning for high goals and to integrate it in the framework of the dialogue between the two Churches with a specific topic as a point of reference: "Christian legacy and European identity". Among the various goals the cultural one was explicitly emphasised, and it was in this sense that His Beatitude the Archbishop put forward the visit to the Vatican Library. In effect, after an exchange of gifts and fraternal gestures, the Delegation did visit the Vatican Library for over an hour, pausing to admire, in particular, a collection of four original Greek codices and four facsimile editions (the decision to present certain precious facsimile items as well was accidental but providential). Among the Greek codices, the original Codex Vaticanus Graecus No. 1613, the "Menologium of the Emperor Basil II", was radiant. One of the facsimiles, the Bible of Leo (Reg. gr. 1), was offered to the Delegation as a gift.

I do not recall the details of that visit, not because I forgot it but because of the fact that it developed beyond its pre-arranged plan, sidestepping the initial schedule. What still remains vivid, though, is the clear and obvious sense we all had, already at that time, of its historical importance and of the inner exchange of intense and deep currents of brotherhood, as could be read on the eyes and the expression of each one of us. On that same occasion and with the help of the Archimandrite Ignatios Sotiriadis, I also exchanged with the members of the Delegation some hints regarding the possibility of undertaking the task of a facsimile edition of the Menologium.

In reality, not even three days elapsed since the visit when, on March 15, 2002, His Grace the Archimandrite Agathanghelos Haramantidis, General Director of the Apostolic Diakonia, and now Bishop of Phanarion, called me to suggest a first collaborative endeavour between the Apostolic Diakonia of the Church of Greece and the Vatican Library for the realisation of a facsimile edition of the Menologium of Basil II. Both letters, Archimandrite Agathanghelos' and mine, referred to the visit of the Delegation and to the fruitful cooperation of the two Churches.

I shall not dwell upon what followed but, on the contrary, I would like all of you to know in which spirit and with which goals this work was accomplished. It was the object of serious work from both sides with high professionalism and with clear scholarly and cultural goals, on the footsteps of the publisher and printer, the Spanish "Testimonio Compaňia Editorial" Publishing House, represented here by the Honourable Mr Cesar Olmos and his family. Behind all this, if I am a good interpreter of feelings, not only mine but also Bishop Agathanghelos' and Mr Olmos', there was a driving force, a confidence that went far beyond technical professionalism and research work.

As I recently went again through the tasks entrusted by His Beatitude the Archbishop of Athens and All Greece to the Delegation visiting the Holy See in Rome back in 2002, I can say that tonight's event is clearly a success or at least a great beginning towards their accomplishment.

The Delegation would proceed to Rome "in order to build a bridge of communication, reconciliation and trust between us within the framework of the European Union, so that our witness in Christ be more intense, more credible and more fruitful in a society that loses the traditional values of faith in Christ the Saviour".

"Our Holy Apostolic Churches, of Rome and of Greece ", as His Beatitude noted at another point of his message to the Pope, "meet here for the first time in history, in the place of Apostle Peter's martyrdom, to the purposes of acquaintance and cooperation".

Indeed, as we recall these last three years or so of work, fraternal and mutual cooperation, sympathy and earnest devotion, flowing from the only faith and the deep love for our Lord Jesus Christ, we who have been involved in this endeavour, at the accomplishment of which we are attending this evening, we truly feel that we can "confess before the modern world the values of the common Christian faith, upon which the European culture and civilisation have been built".

To conclude, please allow me publicly to thank at least the persons present here, who have dedicated themselves to the successful outcome of the task. May I begin with Mr Cesar Olmos, who is also the undertaker of this great enterprise; he and his children, who work with him in different specialties, delivered us a work that is the fruit not only of high professionalism but of art. Subsequently, I would like to thank His Grace the Bishop of Phanarion Agathanghelos Haramantidis and his kind brothers, the Very Rev. Archimandrites Dionyssios Mantalos and Ignatios Sotiriadis; to them we owe the tasks of translation, joint editorial management, but also this evening's presentation. Finally, I wish to thank our two speakers tonight, who are also contributors to a volume of Hermeneutic Commentary on the facsimile edition that will come out, as we hope, at Easter of next year. May I express my thanks also to Prof. Evanghelos Chryssos, a former fellow-student of mine in Germany , and in particular to Prof. Francesco D'Aiuto, to whom we owe the design and the editorial management of the entire volume of the Hermeneutic Commentary.

May I wish to all a happy continuation of this evening's event.

[Transl. Into English by Dr N. C. Petropoulos, M.St., D.Phill.{Oxon.}]

 

Prof. Evanghelos Chryssos of the University of Athens

The Menologion of Basil II
The historic framework of its creation

The Menologion of Basil II, as it is known, constitutes a work of art of a unique quality that Dionyssios Zakythenos rightly called a "hagiographic epopee". The person speaking to you at the moment is not a historian of art, so it would not be proper for him expertly to evaluate the quality of the work and the importance of its miniatures, to which its uniqueness is mainly due. This task will be fulfilled by my colleague, Mr D'Aiuto, who, by his writings, has been internationally established as the most competent of all. I shall therefore confine myself by necessity to the historic evaluation of the period and of the spiritual ambiance which created this amazing achievement of Byzantine art. In other terms, I shall analyse the two notions used by the late Zakythenos in his expression "hagiographic epopee".

As you have surely assumed, the description of this work as an "epopee" refers to the label "Byzantine epopee" given by Gustave Schlumberger to the entire period during which the work was produced. Please allow me therefore briefly to present the achievements of the reign of Basil II, which account for this label and absolutely justify it and subsequently to try and place the work within the historic framework of that time.

Basil II was the most glorious and most remarkable Emperor of the so-called Macedonian Dynasty and certainly one of the most important sovereigns of the Empire of Constantinople. Already at the age of three years, he was crowned co-regent of his grandfather Constantine VII Porphyrogenitus and his father Romanos II and was only six years of age when his father died. During the first thirteen years of his reign two brave generals managed the imperial power, technically ruling as Basil's co-regents, namely Nikephoros Phokas and Ioannis Tzimiskis. After Tzimiskis' death in 976, Basil personally took over the exercise of power, initially and for almost ten years with the substantial but oppressive presence of Basil the Chief Eunuch of the Bedchamber       -also known, among others, as maecenas of the arts- until, at the age of twenty-eight, he took the entire burden of the imperial office on his shoulders at a time of decisive importance, He ruled for forty years, most of which he spent on battlefields, fighting as a field marshal.

Basil's successes in the wars he waged during his long reign can easily be qualified as an epopee. One would not know where to begin! Let us first be reminded of the events in the Holy Land and in the Middle East . After hard struggles, in the year 1001 Basil successfully concluded an arrangement that peacefully settled the relations of the Empire with the Fatmids, setting the frontier almost along today's borders between Syria and Lebanon . This peace, negotiated by the Patriarch of Jerusalem, Orestes, in the name of the Caliph, allowed the areas of Northern Syria up to Euphrates and Mesopotamia to live a time of great development under Byzantine administration.

However, he did not succeed in ensuring the security of the Holy Land and, as a result, Jerusalem and even the Church of Resurrection suffered the consequences of the pathological obsession of the Fatmid Sultan Al-Haakim, who lost his mind, developed into a "Nero of Egypt" and in the year 1009 destroyed the Christian monuments of Jerusalem to the ground.

In areas further to the north, such as Armenia and the lands south of Caucasus , Basil was forced to take both diplomatic and military action, given that the rulers of those lands were involved in internal armed conflicts, adhering to the camp of the usurpers of imperial power. Basil's repeated campaigns were crowned with success and sealed a long-lived relationship of political dependence of those local rulers on the Byzantine emperor.

The annexation of Bulgaria to the Byzantine state after Basil's continuous, exhausting and bloody fights against Tsar Samuel and his sons over many decades was significant in every respect. Basil succeeded in restoring the borders of the Empire to Danube , after they had been violated by the establishment of the first Bulgarian state three-hundred-and-fifty years before! This was a truly legendary epopee. Basil's name is often accompanied by the eponym "Bulgaroktonos (slayer of Bulgarians)", which sounds utterly hair-raising. However, I must also note that this eponym was used for the first time one-hundred-and-fifty years after Basil's death and indeed as a clear diversion from the eponym "Romaioktonos (slayer of Romans)" that the Bulgarian ruler John used first after his successful rebellion and the re-establishment of the Bulgarian state.

At the same time the relations with Venice were restored. Venice was no longer the province of the Byzantine state that it was but had become a major naval force in the Mediterranean . A special and totally ground-breaking commercial treaty concluded by Basil with the Doge ensured great prosperity for commerce, even if it would turn out to be fatal for Byzantium .

Finally, the relations with Italy and with the Empire of the Ottonian Dynasty also knew a significant turning point. The unexpected death of the Saxon Emperor Otto II in 1002 thwarted the marriage contract ("synallagion") decided by Basil for his niece Zoe and thus what had transpired with Otto's mother Theophano was not repeated. Theophano not only dynamically stood by her husband Otto II but reigned alone for eight years. This state of relations between Byzantium and the West was best embodied by Otto III, who, according to the apposite remark of Sylvester II, the later Pope, was "Greek by origin and Roman by authority" ( homo genere Graecus, imperio Romanus ). The fact that this close relationship with Italy was exploited by vain men such as Ioannes Philagathos, who uncanonically rose to the Pope's throne, clearly shows also the advantage that the intense presence of the Greek element in the Saxon court and in Rome itself constituted for them.

Basil was a great field marshal, indefatigable, harsh on himself and on others, unyielding when at war but moderate and realistic when settling peace, earnest and honest, steadily oriented to the attainment of his goals, consistent, organised and systematic. His systematic outlook became apparent also in the way in which he exercised the social and economic policy of a state that was indeed constantly at war. He protected the agricultural property of poorer farmers against landlords, he introduced the institution of "allilenghyon" (mutual guarantee), by which he forced the haves to stand by the have-nots in the tax obligations of the latter. Moreover, he introduced reforms in monetary affairs and in the administrative system so that the latter may be more operational.

As regards Basil II, there is the prevalent view that he was indifferent to matters of culture and, accordingly, that the Menologion as a work of art should not be connected with his name. If we consider culture an expression of the Aesthetics and the interests of nobility, then it is easy to consider Basil an enemy or an emperor indifferent to cultural achievements, given that he himself was ascetic and disinterested but also critical of the activities of the aristocracy and with no friends in its ranks. However, if we look at the cultural achievements of his time, which, as we have seen, was a time of constant measuring up supported by all powers of the Empire, then the picture considerably. This attitude of Basil certainly influenced the evolution of the historiography of his time, as Professor Katsaros emphasises, because the historian felt free, since he was delivered from his dependence on the commands of the court. It was known that Basil despised the authors who distinguished themselves by means of rhetorical flattery. In this sense the following proposition in the dedicatory epigramme of the Menologion does not sound as an exaggeration:

Below Basil, the one who mirrors Him in his character,
Ruler of the whole Earth, Sun of purple,
Reared in purple robes,
Excelling both in victories and in learning ,
Having created a book truly like unto another Heaven,
Stretched out from sheets of leather provided by nature.

The spiritual horizon of Basil's time was determined by two personalities: Symeon, high-ranking official of the court but at the same time a worthy historian and a learned jurist. Nevertheless, his particularity is due to the fact that, apart from the aforementioned qualities, he was the great reformer of the hagiological tradition. It is no other than Symeon the Translator, who philologically and critically edited the Lives of Saints for both aesthetic and educational purposes, since he took care of them not only from the linguistic point of view but in terms of content, too, as in matters of geography, chronology and prosopography.

Having grown up at the time of his studies within the framework of the encyclopedism cultivated by Basil's grandfather, Constantine VII Porphyrogenitus, Symeon produced a new Menologion, registering the Lives of Saints according to the dates of their feasts in the calendar of the directory ("Typikon") of the Great Church . The importance of this work by Symeon is invaluable as the ultimate apogee of a long tradition, which, after all, is presupposed by the production of the Menologion of Basil but also of the other Menologia of the eleventh century, the so-called "imperial". It was loved and used widely: today it is preserved in 693 manuscripts. Symeon's work is a function of the warlike atmosphere that prevails at that time. As a result, he will teach his brother monks that "the monk must be like a soldier in order of battle and thus fight fully armoured". This idea of warlike measuring-up in the spiritual struggle will lead theologians to call their doctrinal manuals "Doctrinal Panoply".

What was the reasonable and practical implication of the impressive flourishment of the hagiology in Basil's time that conquered the central position in the spiritual output of that time as the most representative form of scholarship and literature both religious and secular was the development of a new or rather a modern form of mystical theology, an authentic expresser of which turned out to be Symeon the New Theologian at that same time. The central place of the issue of personal sainthood not only on the social but also on the religious score within the society of the Byzantine capital at a time when Basil's battles against external enemies were raging came to be a peaceful, cathartic   insurrection against the established conventions of careless everyday life. This move caused reactions, as is shown by the brief work by Niketas Stathatos, student of Symeon the New Theologian, under the title Against the Saintly Accusers , in which the author defends the right to show forth and to honour the saints in a non-conformist way; at the same time, however, it provided spiritual life with a central point of reference for everyone, monks and laymen, namely mystical insight. Basil's Menologion constitutes a monument of this fruitful renaissance of Byzantine spirituality founded on the two Symeons as its main pillars.

[Transl. Into English by Dr N. C. Petropoulos, M.St., D.Phill.{Oxon.}]

 

Prof. Francesco D'Aiuto

Your Beatitude the Archbishop of Athens and All Greece ,
Your Eminence,
Your Reverences and Your Graces,
Dear Ladies and Gentlemen,

Please allow me, first of all, to express my gratitude for the honour of being assigned, on this occasion, briefly to present the great manuscript, the facsimile edition of which we are celebrating today.

The so-called "Menologium of Basil II", a parchment codex kept in the Vatican Library from the beginning of the 17 th century, is rightly valued as the absolute masterpiece of Byzantine miniature. Technically, it is a model of a sumptuous Synaxarion or rather of the Liturgical Book which contains information regarding the Saints of the day and which is read out in the morning during the Service of Matins. Indeed, many of its features render this manuscript unique and unusual.

Firstly, the witness it offers us on the illustration of its commissioning authority, the Emperor Basil II, a great representative of the Macedonian Dynasty, who reigned between the years 976 and 1025. Basil is presented by historical sources -mainly by Michael Psellos' Chronography - as a true ascetic of administration, a man deeply engaged in political and military activities and least interested in Letters, Rhetoric and the Arts in general. However, the Menologium, apart from revealing his religious feeling to us, shows him, on the contrary, as a man particularly sensitive to art and the beautiful.

This leads us to the second feature of the particularity of this book. It is the most abundantly decorated Byzantine Synaxarion that we know of. One miniature corresponds to each and every saint, to each and every liturgical feast. As a result, each page of this manuscript contains a large-sized illustration, which occupies one half of its entire space, while we find the written text on the remaining space. The extant miniatures of the Vatican manuscript are 430 solely for the saints of the months from September to February, because there must have been a second volume, which comprised the months from March to August, was enriched with hundreds of other miniatures, and which unfortunately was lost at an undetermined time and under unknown conditions.

Moreover, the vivid interest of Basil II in art is certified not only by the great quantity of miniatures nor by their exceptional quality (since they constitute one of the works of highest quality of Byzantine painting). Another absolutely exceptional feature of this manuscript is the fact that next to each miniature there is the "signature", so to speak, or even better the name of the painter who elaborated it. This is a unique case in Byzantium , where otherwise the artist almost always hides in complete anonymity either for reasons of humility or because of the large social gap that separates him from those who commission the work and who are, generally speaking, of aristocratic or even of imperial origin. This feature, too, namely the presence of "signatures", appears as a witness to the vivid personal interest Basil II took in art and artists.

Therefore it is to this special feature that we owe the knowledge of the painters' names. This is how we know that there were eight artists that seem to have been under the guidance of Pantaleon, who must have been the most prominent painter of his time. In effect, we know his name from other historical sources as well, the Life of St. Athanasios the Athonite, in particular. Thanks to the "signatures", we are in position to know the characteristics of each and every one of the artists who contributed and to form a specific idea as regards the coexistence of tendencies and different talents within an excellent workshop of Constantinople in the year 1000.

The need of a faithful reproduction of such an invaluable codex in the form of facsimile was imperative not only for the spread of knowledge. In effect, as is the case with so many other manuscripts of the Middle Byzantine period, so does this specific codex, too, suffer from some delicate maintenance problems, in its colours in particular. Every work of man is destined, as we know, for decay, under conditions that sometimes even with the most modern methods we can only slow down and not stop completely.

In this sense, the reproduction in the form of facsimile is an important measure of maintenance. This will make the need for direct study of the manuscript even rarer than it is now that it is confined only to specialists, thus preserving the manuscript in better condition for the generations to come.

Moreover, another aspect of the work accomplished also needs to be emphasised. The realisation of the facsimile edition gave the opportunity for a closer examination of the manuscript, which has been thoroughly studied in all aspects. Thus the text, the miniatures, the iconography, the Greek script, the binding, the history of its transportation from Constantinople to Italy and so on, have been studied. The specialists who worked together on this endeavour were many and of various nationalities: from Greece, the Archimandrite Ignatios Sotiriadis and Professors Panaghiotis Vokotopoulos, Vassileios Katsaros and Constantinos Houlis; from Italy, apart from the person now speaking to you, Professors Augusta Acconcia Longo, Alessia A. Aletta, Antonio Lacobini, Andrea Luzzi, Simona Moretti and Leonardo Ventura; from Russia, Prof. Anna Zakharova; and from the USA, Prof. Nancy Patterson Sevcenko.

The results of this research were significant in many and different respects. Even in the case of such a manuscript we realised that its study does not do justice to its worldwide reputation either in depth or in quantity. Of course, this is often the case with the most famous monuments that nearly discourage research. Everyone refers to them, everyone talks about them, but everyone erroneously believes that the last word has been said of such treasures and therefore all is already known. However, this is not so, and I think the sizeable volume of the Apparatus on the facsimile, which is now at press and is due to come out in a few months, will prove it.

Finally, I would like to express my heartfelt thanks to all those who, both in Athens and in the Vatican , have generously enriched the scholarly community with this opportunity to deepen our knowledge regarding one of the most precious witnesses of European culture and art. All that remains for me to say is "see you in Rome !" ("arrivederci a Roma!") next spring, for the presentation of the volume with the Commentary and the studies of the manuscript.

Thank you.

[Transl. Into English by Dr N. C. Petropoulos, M.St., D.Phill.{Oxon.}]

 

Cardinal Jean-Louis TAURAN

Your Beatitude the Archbishop of Athens and All Greece,
Your Reverences and Your Graces,
Dear Ladies and Gentlemen,

The happy reason for which we have gathered here today takes us back a thousand years ago, to the time of full unity between the Greek Church, every local Church and the Church of Rome. It is a fact that allows us to relive and to breathe in an air of full brotherhood and unanimity, as if, for a moment, the Lord granted us the joy of putting aside a past that saw the most bitter feuds.

Almost a thousand years ago -the exact year is indeed unknown- this marvelous manuscript, of which today we have the newest facsimile edition in front of us, was written and assiduously elaborated for Basil II (976-1025), the proudest emperor of the Macedonian Dynasty. It was about an extraordinary model of the liturgical Book called Synaxarion and gathering all relevant information about each Saint or about the feast of the day as read out in the morning service (Matins) throughout the Liturgical Year.

On the part of the soldier emperor that Basil was, the choice to allocate considerable funds and to recruit the best artists for the creation of such a book seems particularly significant. It surely signified the expression of deep piety and an act of unquestionable faith. Even more, it was mainly a prayer for help with the everyday cares of administration for himself, the people that had been entrusted to him and for the Empire. A help, a call for assistance from all God's saints, whose illustrations, page by page, form an impressive collection of venerable icons in this invaluable edition. Basil asked all those saints to intercede on his behalf to the Most High and with a spiritual voice supplicated, through the voiceless pages of the book, the blessing and God's protection upon the Christian Emperor and his people.

In this way, those saints to whom Basil confidently addressed himself, invoking their intercession, were and still are a common heritage of the Ecumenical Church up to now. Whether martyrs or monks, clergy or laymen, kings or humble figures of the people, these are a splendid choir of men and women presenting a wide range of models of sainthood that have been able to speak unto the hearts of all Christians to this day.

These saints were and still are venerated today both in the East and the West, because they largely belong to the catalogue of the saints of the Church of the first centuries. They are the common legacy of that first Church, which constitutes the beginning of Christian history and which is only one.

The fact, therefore, that the "Menologium of Basil II" has been an object of interest and respect throughout the centuries is not accidental; nor is the fact that it remained so even after it reached the West, not only as a precious masterpiece but, above all, as an invaluable treasury of sainthood. The story of the manuscript's migration to Italy has been studied and is known to everyone. This precious book leaves the imperial collection where it was kept at a date and in a manner uncertain. This happens probably during the time of deep crisis that the last two centuries of the Byzantine Empire were, before the fall of 1453. It is a period during which serious losses in book collections have been confirmed both in the capital and in other centres of the Empire.

Thus during the second half of the year 1300 the codex comes into the hands of a Genoese notary travelling in the East, who takes it with him to Italy . Subsequently, the Menologium, after passing through the court of the duke of Milan, Ludovico Sforza, goes to the noble family of the Sfondrati, a member of which is Paolo Sfondrati, a cardinal of the Holy Roman Church, as is also he who is speaking to you at this moment, and Paolo decides finally to donate it, in 1615, to the Pope Paul V (1605-1621).

Ever since, the codex has been kept with great care in the Vatican Library, where it has always been treasured as one of its most precious holdings. The zeal of Librarians -who always fear lest they see damages on the masterpieces they guard caused by usage- does not mean closing or refusing the need to share such a treasure of faith and art with all Christians. Thus in 1700 the full text of the manuscript is printed and published at the wish and expenses of Pope Benedict XIII (1724-1730). Moreover, as soon as the development of photography allowed it, permission was granted for the first facsimile edition of the manuscript in black and white, which saw the light of day in Turin in 1907.

One hundred years later, the technique of photography has indeed developed in a most impressive manner. Only few experts could distinguish the genuine manuscript from the newly printed facsimile edition that we are holding in our hands today. This technical development allows us to transform indeed this impressive manuscript, by means of these perfect photographs, into a true legacy shared by the entire Christianity. The saint men and women of the "Menologium of Basil II" can speak again to all good-willed people, East and West. In this manner, the icons of these saints that we all venerate, receive the meaning of their witness anew, while at the same time constituting the first fruits of the Unity of Christians. The fact that this has been accomplished in brotherly harmony, thanks to a common initiative and to the contribution of many persons from the East and the West is already the first special blessing, at which we should rejoice spiritually.

[Transl. Into English by Dr N. C. Petropoulos, M.St., D.Phill.{Oxon.}]

 

THE ARCHBISHOP OF ATHENS AND ALL GREECE

Closing address of His Beatitude Mgr Christodoulos
Archbishop of Athens and All Greece

Your Eminence,
Your Reverences,
Your Graces,
Dear Ladies and Gentlemen,

Please allow me, before anything else, to honour the memory of the late Pope John Paul II, the first Roman Pontiff who came to Athens since the time of the Schism, in order to make a holy pilgrimage in the place where Apostle Paul preached the divine Word of the Gospel to the Athenians. The Lord granted me the blessing to be the Archbishop who accompanied the Pope to the pilgrimage of the tribune of the Areopagus. We both had the deep conviction that we walked on the way that the Lord wished; we were aware of the historical significance of those moments, when a new chapter was opened in the history of the Church.

The present edition, too, is one of the fruits of that moment of pilgrimage, because the humility of the late Pope allowed the Church of Greece to see the Church of Rome in the light of forgiveness and prudently and with no hasty movements to open the door of cooperation for projects of common interest. Within this framework, the two Churches worked blessedly together, and today we have before our eyes the edition of a manuscript of particular importance to us, an heirloom of our nation that bears witness to the inner spirituality and the high aesthetic level of Byzantine Greeks.

Of the manuscript itself and of the value of its facsimile edition I shall not speak, too, since you have already heard speakers deeply versed in the subject, so the only thing that remains is, I think, to let yourselves calmly admire it. Nonetheless, please allow me briefly to refer to the ecclesiastic and cultural aspects of the present edition.

The ecclesiastic aspect is determined by spiritual parameters. We noted that Joseph Ratzinger, the Cardinal long-esteemed for his learning and well-known for his deep awareness of the Christian identity of Europe , was elected new Pope. He acceded to the throne under the name Benedict XVI, and of course this was not accidental. His name refers to Saint Benedict, whose holy memory our Church celebrates on March 14. It is the Saint who introduced to the West the spiritual life of the East, and particularly the monastic rule of Basil the Great, founder of the religious order which has contributed as only few other agents did to the Christianisation of Europe. We wholeheartedly wish that the new Pontiff of Rome may do justice to the choice of his name.

It is precisely in the light of the life of St. Benedict that our Church sees the cooperation between Athens and Rome for the present edition; a light that inspires respect and the overcoming of differences not through the diplomatic but through the spiritual path.

In one of my past addresses I observed -not without grief- that the Churches, in the West and in the East, did not work so much for the overcoming of the Schism as for its construction.

This is why we have been following with much attention and prayer the movements towards concord between the Orthodox and the Roman Catholic Church. We were so glad at the decision to resume the dialogue between the two Churches again. We wish that the Lord may bless and strengthen those who struggle for the elimination of feud and error from the life of the faithful in this world. Furthermore, we wish that the present edition, as an act of cooperation between the two Churches, may have the saints' blessings.

This will suffice to demonstrate to everyone that the present edition has a very particular significance for the history of the relations of the two Churches, or rather for our struggle to overcome separation by embracing one another in Christ.

This edition has yet another particular significance. The Menologion is the work of a time during which East and West fought to keep Europe as the heart of Christianity. The western world tried to work together with Byzantium so as jointly to repel the invasions of Islam that wished either to conquer or to impose itself on Europe . In the same period, Russians received Christianity from the Greeks and since then became part of the European world. The time therefore of the composition of the Menologion was also the time of the constitution of Europe as a cultural entity with Christian faith as its main feature.

After this brief reference to the historic framework of the creation of the original of the Menologion, I hope that the cultural significance of the facsimile edition and, in particular, its message to the Europeans, have become apparent. I wish that this edition be a force strengthening the Churches of Greece and Rome in their duty to our European self-consciousness.

I must here remind of the fact that the Church of Greece has already expressed, before the accession of the present Pontiff of Rome to the throne, Her conviction that we should at any rate keep the Christian consciousness of Europe thriving and defend the particularity of its peoples, without, however, considering Christianity a "European religion". We are very pleased to see that this is also the conviction of Pope Benedict XVI.

It would be great if the political leadership of Europe , too, could empathise with these necessities. We must do everything in our power to this purpose. However, even the eventual lack of understanding on the part of the political leadership does not constitute a binding impediment for the Church. It is our responsibility, not of course to persecute Muslims, but to teach Europeans that their roots are their Christian faith, the classical culture and the rule of law. It is necessary to teach them that, by distancing themselves from their roots, they alienate their own people. They alienate themselves from the possibility of transcendence, without which liberty becomes subservient to lust; they alienate themselves from sociability, without which society becomes a mass; they alienate themselves from the very coordinates of life, without which morality becomes an oppressing obligation. It is our responsibility, mainly, to teach how and why, by distancing themselves from the Gospel, they are enslaved by ideologies; how and why, by distancing themselves from faith, they surrender to fanaticism.

Before concluding please allow me publicly to express my warmest thanks to His Excellency the President of the Hellenic Republic, Mr Karolos Papoulias, who, by his brave attitude, honours Greece and, by his presence amongst us, honours our history and our prospects.

May I also thank the inspirers of and contributors to this highly significant edition: His Eminence the Cardinal Jean-Louis Tauran, His Grace the Bishop of Phanarion Agathanghelos, the Reverend Father Raffaele Farina, the Learned Professors Mr Francesco D'Aiuto and Mr Evanghelos Chryssos, both for the impressive presentation of the edition and for their whole contribution.

My thanks are also due to the other authors of the accompanying texts, namely the Learned Vassileios Katsaros, Panaghiotis Vokotopoulos, Andrea Luzzi, Augusta Acconcia Longo, Anna Zakharova, Antonio Jacobi, Nancy Patterson Sevčenko, Leandro Ventura, Simonna Moretti and Konstantinos Houlis.

May I finally express my heartfelt thanks to the Director of the Byzantine and Christian Museum , the Learned Mr Dimitrios Konstantios, as well as to you all.

Your gazes upon our work are a source of joy and strength for us.

[Transl. Into English by Dr N. C. Petropoulos, M.St., D.Phill.{Oxon.}]