ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

Έτσι σαν Πρόλογος-Μετά το ιστορικό της καταστροφής

Ηλία Αλβανίδη 

Δεν στέλνουν γράμματα στους ουρανούς-Βιογραφική εξιστόριση, Έλληνες της Καππαδοκίας και του Πόντου μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, Αθήνα 2019, εκδ. Σκαραβαίος, σελ. 7-15

Όταν τον Σεπτέμβριο του 1923 υπογράφεται η ανταλλαγή των πληθυσμών (μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας), που πρέπει να επισημάνουμε κατέστη υποχρεωτική, στο προηγούμενο κοντινό διάστημα είχαν φτάσει στην Ελλάδα κοντά 900.000 Έλληνες από την Μικρασία και την Αν. Θράκη (σήμερα Ευρωπαϊκή Τουρκία). Στα επίσημα αυτά στοιχεία δεν είναι καταμετρημένοι αυτοί που έφυγαν στην Αμερική ή στις ευρωπαϊκές χώρες μέχρι το τέλος του 1924. Στο διάστημα αυτό έρχονται στην Ελλάδα από την Μικρασία και την Αν. Θράκη κυρίως, αλλά και από τη Βουλγαρία και από άλλα μέρη, που οι Έλληνες δεν ήταν ασφαλείς 1.220.000 άτομα και 45.000 Αρμένιοι. Εδώ πρέπει να τονισθεί ότι η συνθήκη της ανταλλαγής πληθυσμών αφορούσε έστω και σε μικρή κλίμακα και τη Βουλγαρία με την Ελλάδα αντίστοιχα.

Μέχρι τα μέσα του 1923 η περίθαλψη των προσφύγων αφορούσε το ελληνικό κράτος, που ήταν πάμπτωχο, εδέχετο όμως και διάφορες προσφορές ιδιωτών, καθώς και από τον Αμερικανικό Ερυθρό Σταυρό. Όμως ένας τόσος μεγάλος πληθυσμός προσφύγων είναι αδύνατον να εξυπηρετηθεί.

- Έτσι παρεμβαίνει η Κοινωνία των Εθνών και μέσω αυτής δίνεται στην Ελλάδα δάνειο 12.300.000 λιρών Αγγλίας. Επειδή όμως υπήρχε το προηγούμενο να καταρημάζονται οι διάφορες προσφορές που έδιναν οι πολίτες, θα ήταν ανόητο η Κοινωνία των Εθνών να εμπιστευθεί τη διαχείριση του χρηματικού αυτού ποσού στους αδηφάγους πολιτικούς και έτσι υπό την εποπτεία της δημιουργήθηκε η Ε.Α.Π (Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων). Σαν πρώτη χειρονομία το ελληνικό δημόσιο παραχώρησε στην Ε.Α.Π. 5.000.000 στρέμματα από αυτά που άφησαν υποχρεωτικά οι ανταλλαγέντες πληθυσμοί Τούρκων και από δημόσιες γαίες.

Επειδή είναι γνωστό, ότι στη χώρα αυτή τίποτε δεν γίνεται σωστά, η προσφορά αυτή της ελληνικής πολιτείας μέχρι να φτάσει στην Ε.Α.Π. γίνανε άπειρες καταπατήσεις. Η προσφορά αυτή των 5.000.000 στρεμμάτων έκανε πάμπλουτους πολλούς καταφερτζήδες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.

Από στατιστικά στοιχεία βλέπουμε, ότι από το 1.200.000 πρόσφυγες, το 53% καταγόταν από αστικές περιοχές, ενώ μόνο το 47% ήταν αγρότες. Η τακτοποίησή τους στην Ελλάδα έγινε με βάση αυτό το στοιχείο. Από το ίδιο σύνολο και συγκεκριμένα 638.253 χιλιάδες άτομα εγκαθίστανται στην εθνολογικά μπερδεμένη Μακεδονία. Με αυτόν τον τρόπο αλλάζουν την εθνολογική σύσταση. Μόνο τώρα μπορούμε να πούμε, πως η Μακεδονία κατοικείται πλέον κατά το πλείστον από ελληνικό στοιχείο.

Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί στην αραιοκατοικημένη τότε Μακεδονία, πως θα ήταν εθνολογικώς η κατάσταση αν δεν κατάφθαναν οι 638.253 χιλιάδες πρόσφυγες. Εκτός από τη Μακεδονία στην Δ. Θράκη καταφθάνουν 107.607 χιλιάδες .Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, αυτό είναι μια πρώτου μεγέθους γκάφα. Ο πληθυσμός αυτός ήταν πολύ μικρός για την Δ. Θράκη, γι’ αυτό σήμερα έχουμε το μεγάλο πρόβλημα στην περιοχή αυτή. Άλλες 33.900 στην Κρήτη, 8.179 στην Ήπειρο και 377.297 πρόσφυγες στην Αττική, Πελοπόννησο, Στερεά, Εύβοια, Θεσσαλία.

Όσοι κάτοικοι τακτοποιήθηκαν στις επαρχίες που χαρακτηρίζονται αγροτικές προσαρμόσθηκαν γρήγορα. Οι υπόλοιποι πρόσφυγες των πόλεων τράβηξαν των παθών τους τον τάραχο. Τα ίδια και οι παραπηγματούχοι (όσοι τακτοποιήθηκαν κατά τον «α» ή «β» τρόπο, σε πρόχειρες εγκαταστάσεις τύπου πα ράγκας ή αντίσκηνου). Αυτή την εποχή η Αθήνα έχει πληθυσμό 500.000 κατοίκους μόνο.

Μέχρι το τέλος του 1929 η Ε.Α.Π. χτίζει 27.000 κατοικίες σε 25 προσφυγικούς οικισμούς. Στους ίδιους αυτούς χώρους το ελληνικό κράτος χτίζει κι αυτό 25.000 κατοικίες. Το πρόβλημα αν και μπήκε στα σκαριά ουσιαστικά παραμένει άλυτο, ειδικά στη Θεσσαλονίκη, που η μεγάλη πυρκαγιά του 1917 την έχει μισοκαταστρέψει. Όλα αυτά τα στοιχεία προέρχονται από τον ΙΕ τόμο της ιστορίας του Ελληνικού Εθνους.

Αν λάβουμε υπόψη μας όλα αυτά τα παραπάνω στοιχεία και το γεγονός ότι ενώ οι ντόπιοι κάτοικοι φέρθηκαν απαίσια στους πρόσφυγες, παρά ταύτα αυτοί ρίζωσαν και πρόκοψαν πολύ περισσότερο από τους ντόπιους ιθαγενείς της χώρας. Κάλλιστα μπορούμε να πούμε ότι χωρίς τους πρόσφυγες ένα είναι σχεδόν σίγουρο: «Η Ελλάδα δεν θα υπήρχε...».

Από εξιστορήσεις της μητέρας μου, που καταγόταν από την Καισαρεία της Καππαδοκίας, έβγαλα έστω και αρκετά μικρός τότε, το συμπέρασμα, πως η ζωή στα μέρη αυτά που κατοικούσαν πολλοί Ελληνες, κυλούσε ομαλά. Οι κάτοικοι Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι καθώς και οι Αρμένιοι, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η δουλειά τους.

Ενα ήταν το αρνητικό στοιχείο, άπαντες έπρεπε να ομιλούν μόνο την τουρκική γλώσσα. Επίσης και το θρησκευτικό θέμα ήταν ένα πρόβλημα, σε αντίθεση με τους Ελληνες του Πόντου, που ήταν ιδιαίτερα στα θρησκευτικά θέματα χωρίς διακρίσεις. Ετσι όταν μετά την μικρασιατική καταστροφή και με την ανταλλαγή των πληθυσμών έφθασαν οι γονείς μου στην Ελλάδα δεν γνώριζαν καθόλου την ελληνική γλώσσα. Τους πέταξε το ελληνικό κράτος στα ορεινά του Όρβηλου όρους, μεταξύ Δράμας και Ξάνθης. Ευτυχώς, που ήταν όλοι Καππαδόκες.

 

Δεν στέλνουν γράμματα στους ουρανούς

Φτάνοντας στο γέρμα της ζωής, δηλαδή κάπου στα 80-81 χρόνια μου, αποφάσισα να διηγηθώ με τη παρούσα έκδοση του δεύτερου αναγνώσματος μου, τα ταραγμένα εκείνα χρόνια αμέσως μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου.

Η περίοδος αυτή αφορά στο ότι ακριβώς θυμάμαι από την ηλικία των 4 ετών. Εδώ όμως πρέπει να κάνω και μια αναδρομή προ του πολέμου, για την οικογένεια μου και τον συγγενικό περίγυρο.

Έλληνες της Μικρασίας οι γονείς μου, από την Καππαδοκία. Με την καταστροφή που συντελέσθηκε στο ελληνικό στοιχείο, στην Σμύρνη και αλλού, βρέθηκαν ξαφνικά με την αγωνία του τι θα μπορούσε να συμβεί και σ’ αυτούς στην Καππαδοκία. Τα γεγονότα τα πολιτικά είναι γνωστά - λίγο καιρό αργότερα από την αποφράδα, για τον ελληνισμό ημέρα, της καταστροφής της Σμύρνης. Και αφού οι μεγάλες τότε δυνάμεις αποφάσισαν την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ των Τούρκων, που κατοικούσαν στην Ελλάδα, που δεν ήταν πάνω από 500.000 χιλιάδες, με το 1.500.000 Ελλήνων της Μικρασίας, οι γονείς μου νέα παιδιά τότε, η μητέρα μου κοριτσάκι 16 χρόνων, επιβιβάστηκε στο ξένο πλοίο (Αγγλικό ίσως) με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά. Αρχικά αποβιβάστηκαν στην Κοκκινιά του Πειραιά όπου μέσα σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης προσπαθούσαν να επιζήσουν, με όλα τα προβλήματα που δημιουργούν οι προσφυγικές καταστάσεις. Όλοι αυτοί οι πληθυσμοί διαμοιράστηκαν σύμφωνα με το επάγγελμα των μελών των οικογενειών τους. Επειδή οι δικοί μου συγγενείς ήταν όλοι αγρότες και κτηνοτρόφοι, σε λίγο διάστημα μεταφέρθηκαν στην περιοχή των Τρικάλων και πιο συγκεκριμένα στους Σοφάδες. Η περιοχή αυτή την εποχή εκείνη δεν ήταν και τόσο κατάλληλη για τη διαβίωση. Λόγω της έντονης υγρασίας, η Ελονοσία «έκανε θραύση», τα θύματά της ήταν περισσότερα από οποιεσδήποτε άλλες κακουχίες που θέριζαν τους πρόσφυγες.

Κάτω από τις συνθήκες αυτές, το κράτος αποφάσισε πως κάποιες οικογένειες πρέπει να μεταφερθούν, για αποσυμφόρηση, σε πιο κατάλληλα για επιβίωση μέρη. Η δική μας ομάδα συγγενών μεταφέρθηκε στην περιοχή Παρανεστίου Δράμας, αλλά πάρα πολλές οικογένειες παρέμειναν στους Σοφάδες, κοντοσυγγενείς οι περισσότεροι με επώνυμα όπως τα δικά μας π.χ. Αληβάνογλου, Σούτογλου κ.τλ.

Η περιοχή στην οποία εγκαταστάθηκαν οι δικοί μας πρόσφυγες, δηλαδή το συγγενικό δέντρο ονομάσθηκε Θερμιά και περιελάμβανε μικρούς μαχαλάδες με τοπωνύμια της αλησμόνητης Καππαδοκίας όπως Τσιρνάχ, Στροφές, Σίλλη κ.λπ. Η περιοχή αυτή του Παρανεστίου βρίσκεται κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία μεταξύ Δράμας και Ξάνθης.

Αυτά έγιναν τη χρονική περίοδο του 1923-24. Άνθρωποι προοδευτικοί οι καινούργιοι κάτοικοι, γιατί εκεί στην Καππαδοκία αποτελούσαν την αφρόκρεμα του πληθυσμού. Άρχισαν αμέσως μετά την εγκατάστασή τους να χτίζουν πέτρινα σπίτια, τα τούβλα αυτή την εποχή, στην περιοχή, ήταν άγνωστα. Ασχολήθηκαν με ό,τι τους προσέφερε ο τόπος τους και για να πούμε την αλήθεια ο τόπος αυτός από φυσική άποψη μοιάζει με τον παράδεισο των Πρωτοπλάστων. Τόπος κατάφυτος από φουντουκιές, αμυγδαλιές, οξιές, πλατάνια και οτιδήποτε δενδροειδές μπορεί να ευδοκιμήσει σε μεγάλα υψόμετρα. Βέβαια δεν είχαν εκτάσεις για καλλιέργειες σιτηρών κ.τλ. αλλά εκεί επάνω στους βράχους, όπου εύρισκαν πλάτωμα έχτιζαν με ξερολιθιά (βραγιές) και τη γέμιζαν με σάπια φύλλα, κλαδάκια και τα λοιπά, με χωνεμένη κοπριά (γιατί χώμα δεν υπήρχε) και φύτευαν ή έσπερναν οτιδήποτε ήταν δυνατόν να ευδοκιμήσει π.χ. πατάτες, όψιμες ντομάτες, φασόλια, κουκιά και άλλα.

Όλα αυτά σε συνδυασμό με τους άφθονους καρπούς, που τους πρόσφερε το δάσος, έκαναν τη ζωή τους υποφερτή. Ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό την προβατοτροφία και άρχισαν να πήζουν τυριά, γιαούρτια κ.τλ. Με τα υποπροϊόντα των ζώων κατασκεύαζαν χαλιά, κιλίμια και άλλα είδη.

Εκεί στη Δράμα, όπως και παντού, οι γηγενείς κάτοικοι της πόλης, τους πρόσφυγες τους αντιμετώπιζαν σαν παρείσακτους. Οι φουκαράδες οι πρόσφυγες είχαν να αντιμετωπίσουν και τον συναγωνισμό με τον εβραϊκό πληθυσμό. Οι Εβραίοι στα χρόνια αυτά αποτελούσαν υπολογίσιμη μερίδα της πόλης. Οπως και να είχαν όμως τα πράγματα οι πρόσφυγες Καππαδόκες έβρισκαν τρόπο να πουλήσουν την πραμάτεια τους, που ήταν κατά βάση αγροτική, φρούτα και καρπούς του δάσους, μέλι, τυριά ακόμα και ξυλεία για τις σόμπες των κατοίκων της πόλης, εμπορεύσιμα στον καιρό τους και αρκετά μετέπειτα τα καρύδια, τα αμύγδαλα και ιδιαίτερα τα φουντούκια, που εξασφάλιζαν ένα κάποιο εισόδημα ικανό, ώστε να διανύουν κάθε Δευτέρα 46 χιλιόμετρα με τα κάρα τους από τα χωριά τους για να κατέβουν στο παζάρι της Δράμας (σήμερα το λένε λαϊκή) και άλλα τόσα ώστε να επιστρέφουν.

Προκομμένοι άνθρωποι όμως οι Καππαδόκες τα κατάφερναν μια χαρά. Ο πατέρας μου κουβαλούσε ξυλεία για σόμπες τον χειμώνα και τις άλλες εποχές. Επειδή ήταν και δεινός κυνηγός κατέβαζε στην Πόλη από πουλιά μέχρι λαγούς και αγριογούρουνα κάποτε - κάποτε.

Όλα αυτά, που γράφω, εγώ δεν τα γνώριζα, ήμουν πολύ μικρός (βρέφος ίσως ακόμα). Τα αναφέρω από διηγήσεις της μητέρας μου, της αδελφής μου και του μεγάλου μου αδελφού, που ήταν τότε τα χρόνια αυτά κάπως μεγάλα παιδιά. Εκεί στην πόλη της Δράμας, ο πληθυσμός παρά ταύτα μας αντιμετώπιζε σαν παρείσακτους, εντελώς περιφρονητικά, σε τέτοιο σημείο, ώσπου ανάγκαζε κάποτε - κάποτε να ψελλίζουμε την γνωστή εκείνη φράση: ΣΤΗΝ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΑΛΥΒΗ!

 

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.