ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

Προς Ανατολάς

Γιάννη Π. Καψή
Χαμένες Πατρίδες,
Αθήνα 1989, εκδ. Λιβάνη, σελ. 33-44

Και τώρα προς Ανατολάς :

Τα ελληνικά στρατεύματα αποβιβάσθηκαν στη Σμύρνη κατ’ εντολή και εν ονόματι των νικητών Συμμάχων. Απλώς και μόνο για να προστατεύσουν τον χριστιανικό πληθυσμό. Δεν είχαν σκοπό να μας δώσουν τη Μικρά Ασία. Ο Βενιζέλος, όμως, είχε αποφασίσει να την πάρει - κι αυτό ήταν αρκετό. Τη στιγμή που οι Σύμμαχοι, με πρώτους τους Ιταλούς, ετοιμαζόντουσαν να στείλουν ανακριτική επιτροπή στη Σμύρνη για τα γεγονότα της 2ας Μαΐου, ενώ συζητιόταν σοβαρά η ανάκληση των ελληνικών δυνάμεων, ο Έλληνας Πρωθυπουργός αξιούσε να επιτραπεί η κατάληψη του βιλαετίου Αϊδινίου και μέρους του βιλαετίου Προύσης από το Στρατό μας, επικαλούμενος τα 14 άρθρα του Προέδρου Ουίλσων, περί εθνολογικής υπεροχής. Ήταν η πρώτη δειλή εμφάνιση, στις διεθνείς σχέσεις, της αρχής της Αυτοδιάθεσης.

Ο Στρατός μας δεν γνώριζε τις λεπτομέρειες των πολιτικών ζυμώσεων. Όλοι, όμως ήσαν βέβαιοι, ότι θα προχωρούσαν προς Ανατολάς. Κι όταν την 7η Μαΐου ελήφθη τηλεγράφημα του Βενιζέλου, που διέταζε τη προέλαση προς Αϊδίνιο και Σαλιχλί, ο μέραρχος Ζαφειρίου συγκέντρωσε τους αξιωματικούς του επιτελείου του και, με φωνή που έτρεμε από συγκίνηση, τους είπε: «Κύριοι, έφθασε η μεγάλη στιγμή. Εμπρός, και ο Θεός μαζί μας». Δεν χρειάσθηκε να προσθέσει τίποτα περισσότερο. Όλοι γνώριζαν και όλοι ήταν έτοιμοι.

Την ίδια εκείνη ημέρα ελήφθη και δεύτερο τηλεγράφημα του Βενιζέλου. Συνιστούσε την ταχεία κατάληψη του Αϊδινίου. Τον ανησυχούσαν η προπαρασκευή των Ιταλών κι ο από μέρους τους εξοπλισμός των Τούρκων.

Οι ανησυχίες του Βενιζέλου δεν ήταν αδικαιολόγητες. Από το Παρίσι γνώριζε άριστα τι συνέβαινε στη Μικρά Ασία. Τη μεθεπομένη του τηλεγραφήματός του φθάνουν στην έδρα της Μεραρχίας Έλληνες πρόκριτοι και ιερείς της περιοχής του Αϊδινίου που εκλιπαρούσαν βοήθεια. Οι Τούρκοι έχουν ετοιμασθεί να τους σφάξουν. Η κατάσταση ήταν κρίσιμη.

Στο Αϊδίνι υπήρχε μεγάλη αποθήκη όπλων και πυρομαχικών και 800 Τούρκοι στρατιώτες, που, βάση των όρων της ανακωχής, θα έπρεπε να είχαν αφοπλισθεί. Η εφαρμογή των όρων της ανακωχής ανετέθη στον έφεδρο ανθυποπλοίαρχο του αγγλικού Ναυτικού Γουίλλιαμ Χόντερ — Λεβαντίνο της Σμύρνης και εκπρόσωπο ορισμένων εμπορικών οίκων. Αλλά, λόγω των εμπορικών συμφερόντων του, ήταν φιλότουρκος και επέτρεψε στους Τούρκους, να διαρπάσουν την αποθήκη και να εξοπλισθούν.

Ακόμη πιο επικίνδυνοι ήταν οι Ιταλοί. Ενώ οι πράκτορές τους υποκινούσαν τους Τούρκους να εξεγερθούν, τα τμήματά τους προωθούνταν προς Αϊδίνιο. Ο σκοπός τους ήταν προφανής. Ήθελαν ν’ ανατραπεί ο Στρατός μας· και τότε να επωφεληθούν της ευκαιρίας — σπεύδοντας, δήθεν, προς βοήθεια των Ελλήνων — να καταλάβουν τη πόλη του Αϊδινίου. Δυστυχώς, ο πόλεμος της Αλβανίας έγινε πολλά χρόνια αργότερα. Αν είχε προηγηθεί, οι Ιταλοί φίλοι μας θα ήταν συνετότεροι· και πιστοί στις συμμαχίες τους. Ο ανθυποπλοίαρχος Χόντερ συνεργάζονταν με τους Ιταλούς. Αλλ’ ο συνταγματάρχης Σμιθ, στρατιωτικός σύμβουλος και επιτελάρχης του Αρμοστή ναυάρχου Κάλθορπ, ήταν ένθερμος φιλέλληνας. Ενημερώνει τη Μεραρχία για τις κινήσεις των Ιταλών και εξασφαλίζει την έγκριση της Αρμοστείας για την προώθηση των τμημάτων.

* * *

******

Η κατάληψη του Αϊδινίου ανετέθη στο 5ο σύνταγμα πεζικού υπό τον αντισυνταγματάρχη Σχινά, ενισχυμένο δια του 8ου Κρητών, μοίρας ορειβατικού πυροβολικού και τμήματος Ιππικού. Η κίνηση του Στρατού μας θα γινόταν δι’ αλμάτων, σιδηροδρομικώς, ώστε ολόκληρη η δύναμη κρούσης να φθάσει ταυτόχρονα μπροστά από την πόλη. Η 12η και η 13η Μαΐου χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά των τμημάτων μέχρι του Εϊμπελή και η 14η για την προσπέλαση. Την 15η Μαΐου ο Στρατός μας έμπαινε αναίμακτος στο Αϊδίνι, επευφημούμενος, όχι μόνο από τους Έλληνες, αλλά και από τους Τούρκους κατοίκους της πόλης. Όλοι ξεχύθηκαν στους δρόμους για να υποδεχθούν τους στρατιώτες μας. Είχαν απηυδήσει από την τρομοκρατία των Τσέτηδων· την κακοδαιμονία που τους τυραννούσε.

Η κατάληψη του Αϊδινίου υπήρξε αναίμακτη. Εν τούτοις, η απελευθέρωση της κοιλάδας του Καΐστρου στοίχισε αίμα και μάχες σκληρές. Για μια όμως ακόμη φορά οι Τσολιάδες μας φάνηκαν υπέροχοι. Συνέτριψαν, κυνήγησαν και ντρόπιασαν τους Τούρκους. Κι οι αξιωματικοί τους, ο αντισυνταγματάρχης Τζαβέλλας, ο Νικολάου, ο Λαμπράκης και τόσοι άλλοι, αναδείχθηκαν άξιοι ηγήτορες ηρώων. Το ηθικό τους ήταν κάτι το πρωτοφανές. Ποιός να τους έλεγε τότε, ότι θα έφθανε κάποτε η μέρα, που θα έφευγαν κι οι ίδιοι; Ότι θ’ άφηναν τα χώματα, που πότισαν με το αίμα τους, χωρίς να ρίξουν ούτε μια ντουφεκιά; Όποιος και να τους έλεγε θα τον περνούσαν για παράφρονα.

Το Σύνταγμα Σχινά θα εκινείτο σιδηροδρομικώς. Έπρεπε, λοιπόν, να εξασφαλισθεί η κίνησή του μέσα στο εχθρικό έδαφος. Ήταν μια δύσκολη αποστολή, που ανετέθη στο 11/38 τάγμα, στους Ευζώνους του Τζαβέλλα, που είχαν προωθηθεί ήδη στο Τουρμπαλή. Το Τουρμπαλή είναι συγκοινωνιακός κόμβος, όπου η σιδηροδρομική γραμμή διακλαδίζεται: Προχωρεί προς Νότο και στη συνέχεια ανατολικά, — μέχρι το Αϊδίνι και το Ναζλί. Και κατ’ ευθείαν προς Ανατολάς μέχρι το Οδεμήσιο, εκατέρωθεν, δηλαδή, του ορεινού όγκου Μπαλαμούτ Νταγ. Ο Τζαβέλλας επιτίθεται και προς τις δύο κατευθύνσεις.

* * *

******

Στις 11 Μαΐου ο 2ος λόχος του 11/38 υπό τον λοχαγό Νικολάου, τον γενναίο εκείνον αξιωματικό, που διέσωσε τη τιμή των ελληνικών όπλων στη Σμύρνη, κατά τη μάχη του Διοικητήριου, διατάζεται να καταλάβει το Αγιασουλούκ, την Έφεσο - και να κάνει αναγνωρίσεις ανατολικότερα, προς το Αϊδίνι. Οι, Τσολιάδες μας ξεκινούν αμέσως, ακολουθώντας τη σιδηροδρομική γραμμή. Βιάζονται ν’ απελευθερώσουν την Έφεσο - βιάζονται τόσο, ώστε σ’ ένα σημείο της διαδρομής, όπου το βαλτώδες έδαφος δεν επιτρέπει την κίνηση των μεταγωγικών, εγκαταλείπουν τα πολυβόλα τους. Ο λοχαγός Νικολάου διατάζει τους ημιονηγούς ν’ ακολουθήσουν ένα παρακαμπτήριο μονοπάτι - αλλά δεν σταματά. Και το απόγευμα βρίσκεται «εν όψει Εφέσσου».

Οι Τσολιάδες μας είναι έτοιμοι να καταλάβουν την Έφεσο, όταν βλέπουν πολλούς ιππείς να έρχονται προς αυτούς. Ακροβολίζονται έτοιμοι να τους αποδεκατίσουν. Αλλά δεν είναι Τούρκοι - είναι Ελληνόπουλα, παλληκάρια από το χωριό Κιρκιντζέ, που έρχονται να προϋπαντήσουν το Στρατό μας - και να πολεμήσουν μαζί του, αν χρειασθεί. Τα παλληκάρια εκείνα πληροφορούσαν τον Νικολάου, ότι ο σταθμός της Εφέσου κατέχεται από τους Ιταλούς. Είχαν προωθηθεί από τη Νέα Έφεσο, όπου, όπως είδαμε, είχε αποβιβασθεί η Ιταλική μεραρχία, με εντολή να σταματήσουν τους Έλληνες. Επί ημέρες οργάνωναν τις θέσεις τους - και διαβεβαίωναν τους Τούρκους, ότι δεν θ’ άφηναν τους Ευζώνους μας να προελάσουν. Αλλ’ όταν ακούσθηκε η κραυγή: «Έρχονται οι Έλληνες...», οι Ιταλοί τράπηκαν σε φυγή. Και το ίδιο βράδυ ο λοχαγός Νικολάου, που έχει εγκαταστήσει την έδρα του λόχου του στο μοναδικό ξενοδοχείο της Εφέσου, γράφει στο πολεμικό Ημερολόγιό του: « Ἀνέφερα τηλεγραφικῶς στό τάγμα κατάληψιν ἀντικειμενικοῦ σκοποῦ. Θεωρῶ τόν ἑαυτόν μου πανευτυχῆ, πού ἀξιώθηκα νά δῶ μέ τά μάτια μου τήν Ἔφεσον, τήν Ἱεράν Πόλις τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπου τό πρῶτον ἐδίδαξεν ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος...».

Έ τ σι ένιωθαν οι στρατιώτες μας.

Η κύρια δύναμη του 11/38 κινείται κατ’ ευθείαν προς Ανατολάς. Κι ο Τζαβέλλας καταλαμβάνει το Βαϊνδήριο και τα Θείρα αμαχητί — αν και η λέξη δεν αποδίδει την πραγματικότητα. Οι κάτοικοι των πόλεων αυτών, αν και Τούρκοι, κατά πλειοψηφία, βγαίνουν να υποδεχτούν το Στρατό και διώχνουν τους πράκτορες των κομιτατζήδων, που συγκεντρώνουν ζεϊμπέκηδες, δηλαδή ληστές, που είχαν βγει στο κλαρί, παρουσιάζονται στο στρατό μας και καταθέτουν τα όπλα. Έχουν ακούσει ότι οι Έλληνες θέτουν τέρμα στη κακοδαιμονία και την τυραννία των Σουλτάνων - και θέλουν να ζήσουν πλέον σαν φιλήσυχοι και νομοταγείς πολίτες. Ο συνταγματάρχης Τσερούλης, αρχηγός του μεραρχιακού πεζικού, που επιβλέπει την προώθηση προς Ανατολάς, διατάζει να σταλούν στη Σμύρνη. Και οι Τούρκοι λήσταρχοι δηλώνουν υποταγή στον ίδιο τον αρχηγό των στρατευμάτων Κατοχής, που τους αμνηστεύει.

Είναι ένα χαστούκι κατά της ανθελληνικής προπαγάνδας.

* * *

******

Αλλά στο Οδεμήσι επικρατεί πραγματικός οργασμός. Ο καϊμακάμης της πόλης Μπενήλ Μπέης, ο αρχηγός της Χωροφυλακής Ταχήρ και αξιωματικοί του 18ου Σώματος Στρατού κηρύσσουν επανάσταση. Στην πρόσκλησή τους σπεύδουν 2.000 αντάρτες, ενώ 8.000 όπλα διανέμονται στους νέους της πόλης. Οι Τούρκοι δεν οργανώνουν μια τοπική εστία αντίστασης — οργανώνουν επανάσταση κατά των Συμμάχων. Κι έχουν τη συμπαράσταση της τουρκικής Κυβέρνησης, που με τον δικηγόρο Ετέμ Μπέη στέλνει χρήματα και διαταγές.

Ολόκληρη η περιοχή είναι σε εξέγερση. Οι αντάρτες ανατινάζουν τη σιδηροδρομική γραμμή, ενώ ο Ταχήρ Μπέης υπόσχεται την άφιξη Ιταλικών ενισχύσεων. Δεν θα είχε, φαίνεται, πληροφορηθεί, ότι οι Ιταλοί είχαν τραπεί σε φυγή στο Αγιασουλούκ.

Η σοβαρότητα της εξέγερσης εκείνης φαίνεται από το εξής περιστατικό: Ο Τζαβέλλας, που είχε πληροφορηθεί τις κινήσεις των Τούρκων, ετοιμάζεται να επιτεθεί, όταν φθάνει στο Βαϊνδήρι μια επιτροπή. Αποτελείται από τον Έλληνα γιατρό Μιχαλάκη Ευκλείδη, ένα Τούρκο υπομοίραρχο με στολή και δύο προκρίτους και φέρνει ένα θρασύτατο τελεσίγραφο των επαναστατών. Ζητούν από τον Τζαβέλλα να παραδοθεί ή να επιστρέψει αμέσως στη Σμύρνη. Η απάντηση ήταν εύγλωτη. Ο Τζαβέλλας συλλαμβάνει τους Τούρκους της επιτροπής και ζητεί ενισχύσεις από την Μεραρχία για να καταλάβει το Οδεμήσι.

Ο μέραρχος Ζαφειρ ίου αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα της κατάστασης. Αν δεν τιμωρηθεί η θρασύτητα, οι Τούρκοι θ’ αναθαρρήσουν. Κι αποστέλλει αμέσως από τη Σμύρνη το τάγμα ασφαλείας Καρακούφα, ενώ διατάζει μία πυροβολαρχία να σπεύσει από το Αϊδίνι. Αλλ’ ο Τζαβέλλας δεν μπορεί να περιμένει τους πυροβολητές. Το βράδυ της 18ης προς την 19η Μαΐου, μόλις φθάνει το τάγμα Καρακούφα, διατάζει προσπέλαση προς Οδεμήσι· και το πρωί βρίσκεται μπροστά στις θέσεις του εχθρού.

Η επίθεση έγινε σε δύο κατευθύνσεις της σιδηροδρομικής γραμμής. Δεξιά βρισκόταν ο κύριος όγκος της δύναμης κρούσης, που αποτελούνταν από το τάγμα Καρακούφα και ένα λόχο του 11/38 Ευζωνικού με επικεφαλής τον Τζαβέλλα. Η δεύτερη φάλαγγα αποτελούνταν από τους δύο υπόλοιπους λόχους του ευζωνικού τάγματος με επικεφαλής τον λοχαγό Νικολάου, που είχε διαταγή να πλευροκοπήσει από αριστερά τους Τούρκους για να διευκολύνει την προώθηση της κύριας φάλαγγας. Απέναντι ο Στρατός μας είχε διπλάσια δύναμη από τους Τούρκους, κυρίως αντάρτες που ήταν εμπειροπόλεμοι και πολεμούσαν σκληρά. Είχαν καταλάβει μέτωπο μεραρχίας κι ήταν αποφασισμένοι να κρατήσουν γερά.

Η πρώτη τουφεκιά έπεσε στις 7.30'. Κι αμέσως άναψε μια σκληρή μάχη, που κράτησε όλη την ημέρα. Οι Τούρκοι, κρυμμένοι πίσω από τα μετερίζια τους, έριχναν βροχή το μολύβι - αλλά οι στρατιώτες μας δεν δειλιάζουν. Τους ξετρυπώνουν και προχωρούν βήμα προς βήμα. Ο ήλιος είχε γείρει προς τη δύση του όταν η κύρια φάλαγγα μπαίνει στη πόλη και καταλαμβάνει τον σιδηροδρομικό σταθμό. Την ίδια στιγμή, η διλοχία του Νικολάου φθάνει στις βόρειες παρυφές της πόλης κι απειλεί να κυκλώσει τους Τούρκους, που τρέπονται σε φυγή, εγκαταλείποντας 80 νεκρούς στο πεδίο της μάχης.

Έτσι πάρθηκε ο Οδεμήσι.

Ημέρες θριάμβων

Με τη μάχη του Οδεμησίου συμπληρώνεται, ουσιαστικά, η πρώτη φάση της απελευθέρωσης της Μικρός Ασίας. Ο Στρατός μας έχει δημιουργήσει ένα προγεφύρωμα βάθους 90-100 χλμ., που συμπληρώνεται με την κατάληψη της Περγάμου στις 25 Μαΐου. Σε λίγο θ’ αρχίσουν οι πρώτες σοβαρές δυσχέρειες — τα πρώτα ατυχήματα. Προηγούμενα, όμως, αξίζει ν’ αναφερθεί μια χαρακτηριστική περίπτωση:

Το μεσημέρι της επόμενης μέρας γίνεται δοξολογία στο μητροπολιτικό ναό της πόλης. Οι Έλληνες κλαίνε από τη συγκίνηση. Κι οι Τούρκοι αναπνέουν μ’ ανακούφιση. Αμέσως, όμως, μετά τη λειτουργία, ο Τζαβέλλας διατάζει τον Νικολάου να ξεκινήσει με τον λόχο του για τη Λύγδα, 15χλμ. νοτιανατολικά του Οδεμησίου. Η Λύγδα βρισκόταν στην καρδιά της περιοχής όπου δρούσαν ο φοβερός λήσταρχος Τσακιτζής κι άλλες ομάδες ζεϊμπέκηδων.

Αποστολή, λοιπόν, των Τσολιάδων μας ήταν να ειρηνεύσουν την περιοχή και να αποκαταστήσουν το Νόμο. Οι δύο διμοιρίτες, οι ανθυπολοχαγοί Ζωγραφάκης και Μαρίνος, όργωναν καθημερινά τα βουνά. Και το θαύμα δεν άργησε να γίνει. Μετά από λίγες ημέρες οι ζεϊμπέκηδες, πρωτοπαλλήκαρα του Τσακιτζή, κατέβαιναν από τα βουνά για να παραδοθούν και να ζητήσουν χάρη. Πράγματι, ο Νικολάου τους άφηνε ελεύθερους, αφού τους έπαιρνε τα όπλα, που έστελνε με αραμπάδες στο τάγμα — τόσα πολλά ήταν.

Ο ελληνικός Στρατός είχε κατορθώσει να επιβάλλει την τάξη ακόμη και μεταξύ των Τούρκων.

Ήταν ημέρες θριάμβων οι ημέρες εκείνες του Μαΐου του 1920. Ήταν ημέρες που δεν μπορεί να τις αναλογισθεί κανείς χωρίς ένα πικρό παράπονο να ξεχειλίσει απ’ την ψυχή του. Γιατί; Ποια κατάρα δέρνει τη φυλή μας; Γιατί τόσοι αγώνες, τόσο αίμα ελληνικό να χυθεί άδικα; Γιατί μια απ’ τις πιο ένδοξες σελίδες της Ιστορίας μας να κηλιδωθεί με την πιο επαίσχυντη ήττα;

Έχουν γραφεί πολλά για την μικρασιατική συμφορά. Κι οι μεταγενέστεροι θ’ αναζητούν πάντοτε τα αίτια της σπαρακτικής τραγωδίας, μέχρις ότου ο Χρόνος εξαφανίσει κάθε ίχνος προκατάληψης - μέχρι ότου λάμψει η αλήθεια. Ίσως ακόμη να είναι πολύ νωρίς για να γραφεί η πραγματική ιστορία της μικρασιατικής εκστρατείας. Είναι, όμως καιρός να ειπωθεί μια μεγάλη αλήθεια, που μόνο αυτή μπορεί ν’ αποτελέσει την αφετηρία για τον ιστορικό του μέλλοντος. Είναι η αλήθεια για τον Ελληνισμό της Μικρός Ασίας.

Υποστηρίχθηκε ότι η μικρασιατική εκστρατεία ήταν σφάλμα - ότι ο Στρατός μας θα έπρεπε να προελάσει προς Βορρά (Δούσμανη: «Μικρασιατική εμπλοκή»), για να εξαφανίσει το βουλγαρικό κίνδυνο. Υποστηρίχθηκε, ακόμη ότι δεν θέλαμε ή δεν έπρεπε να θέλουμε την απελευθέρωση της Μικράς Ασίας - κι ότι στάλθηκε μια Μεραρχία «ουσιαστικώς άοπλος και πολεμικώς ανέτοιμος». Κι όμως, η 1η Μεραρχία και η Στρατιά, που συγκροτήθηκε λίγες εβδομάδες αργότερα, αποτέλεσαν το φυτώριο ηρώων, έγραψαν σελίδες υπέροχου ηρωϊσμού και γενναιότητας. Ήταν οι ίδιες μονάδες, οι ίδιοι αξιωματικοί και άνδρες, που κέρδισαν, για την Ελλάδα, τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο με μια μόνο μάχη — την εποποιία του Σκρα. Ήταν οι ίδιοι εκείνοι ήρωες, που ενώ οι «ἐπίλεκτες» μονάδες αναζητούσαν τους Τούρκους για να παραδοθούν, αποδεκάτιζαν τους Τσέτες και προκαλούσαν το δέος του Κεμάλ.

Αλλ’ ας επιστρέψουμε στην πολιτική προπαρασκευή της μικρασιατικής εκστρατείας. Η απελευθέρωση της Μικράς Ασίας αποτελούσε μια από τις διεκδικήσεις της Ελλάδας μετά την ανακωχή, μαζί με την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου, της Θράκης, Ανατολικής και Δυτικής, μέχρι την Κωνσταντινούπολη, καθώς και τα νησιά του Αιγαίου. Ήταν ένα μέρος του ονείρου της Μεγάλης Ελλάδας. Κι όταν ο ελληνικός Στρατός βρισκόταν μπροστά από τις πύλες της Κωνσταντινούπολης, είχε δοθεί μια Ιστορική διαταγή. Ν’ αναζητηθεί το σημείο όπου είχε διακοπεί η «μισοτελειωμένη λειτουργία» της Αγίας Σοφίας, για ν’ αρχίσει από το σημείο εκείνο η ευχαριστήρια δοξολογία της απελευθέρωσης — ν’ αναζήσει και να συνεχισθεί η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η Φυλή μας αναζητούσε την εκπλήρωση των μεγάλων ιδανικών της· την εκπλήρωση του ιστορικού προορισμού της.

Υπόμνημα για τις ελληνικές διεκδικήσεις υποβλήθηκε στο Συμβούλιο των Δέκα — το μετέπειτα Συμβούλιο των Τριών Μεγάλων — στις 30 Δεκεμβρίου του 1918. Οι Ιταλοί, που από την εποχή εκείνη οραματίζονταν το «μάρε νόστρουμ» του Μουσσολίνι, αντέδρασαν λυσσωδώς κι απεχώρησαν, μάλιστα, του Συμβουλίου, ελπίζοντας ότι θ’ ασκούσαν πολιτικό εκβιασμό στους συμμάχους τους. Τον Μάρτιο του 1919 αποβίβασαν στρατεύματα στη περιοχή Ατταλείας, θέλοντας να δημιουργήσουν τετελεσμένο γεγονός. Αλλ’ η δραστηριότητα αυτή της Ιταλίας, την οποία ούτε οι Άγγλοι, ούτε οι Γάλλοι θα έβλεπαν με ευχαρίστηση να εξελίσσεται σε μεγάλη μεσογειακή Δύναμη, εξυπηρέτησε τα ελληνικά συμφέροντα. Ο Λόϋδ Τζωρτζ ανησυχούσε για τα σχέδια της Ρώμης και τον εκνεύριζε η απάθεια του Ουίλσων, που με χαρακτηριστικά αμερικανική νοοτροπία έλεγε ότι, «αν οι Ιταλοί δεν καθήσουν φρόνιμα, «νόου μάνεϋ» — δεν έχει χρήματα». Εκμεταλλεύθηκε, λοιπόν πληροφορίες για ύποπτες κινήσεις των Ιταλών, για να ζητήσει στις 23 Απριλίου, την αποστολή στη Σμύρνη δύο η τριών ελληνικών Μεραρχιών για χάρη της προστασίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.

Αναμφισβήτητα, ο Βρετανός Πρωθυπουργός είχε κατά νου τα συμφέροντα της χώρας του· τη διασφάλιση της «ζωτικής αρτηρίας της Αυτοκρατορίας», που περνούσε — τότε — από τη Μέση Ανατολή και το Σουέζ. Εξυπηρετώντας, όμως, τα συμφέροντα αυτά, εξυπηρετούσε και τις ελληνικές διεκδικήσεις. Και η Ελλάδα δεν είχε κανένα λόγο ν’ αρνηθεί την εντολή των Συμμάχων. Αντίθετα, μάλιστα. Η ενσωμάτωση μιας περιοχής κατοικούμενης από 2.000.000 Έλληνες, με Οικονομία ισχυρότερη από αυτή της Παλαιός Ελλάδας, θ’ αποτελούσε τον θεμέλιο λίθο της Μεγάλης Ιδέας μιας χώρας, που θα έκλεινε στους κόλπους της όλες τις χαμένες σήμερα πατρίδες.

Αλλά υπήρχε κι ένας άλλος λόγος που επέβαλλε να δοθεί προτεραιότητα στην απελευθέρωση της Ιωνίας — ήταν καιρός ν’ αποκτήσει η Μικρά Ασία την ιστορική της ονομασία. Οι Τούρκοι είχαν σύρει τα μαχαίρια τους κι ετοίμαζαν ένα καινούργιο διωγμό — μια νέα σφαγή, που θα συμπλήρωνε το όργιο του 1914 - 1915. Ο κίνδυνος αυτός υποβοήθησε την εκπλήρωση των ελληνικών διεκδικήσεων - έπεισε τον Πρόεδρο Ουίλσων να άρει τις αντιρρήσεις του και να γίνει ένθερμος υποστηρικτής της κατάληψης της Μικράς Ασίας από τους Έλληνες.

Είναι αλήθεια, ότι η γνησιότητα των πληροφοριών εκείνων, τις οποίες η ελληνική κυβέρνηση διοχέτευσε προς το διασυμμαχικό Συμβούλιο, αμφισβητήθηκε μεταγενέστερα. Ακόμη και σ’ ελληνικά ιστορικά κείμενα φαίνεται να γίνεται δεκτή η άποψη ότι ήταν πληροφορίες πλαστές — πληροφορίες, που είχαν επινοήσει ο Βενιζέλος για να κάμψει τις αντιρρήσεις των Συμμάχων. Κι όμως, οι πληροφορίες εκείνες δεν ήταν πλαστές. Ήταν μόνον ανακριβείς· δεν έδιναν το πραγματικό μέτρο της τραγωδίας του μικρασιατικού Ελληνισμού — την έκταση μιας εθνικής συμφοράς, που η καταστροφή του 1922 ήταν, απλώς, το κορύφωμά της.

Σήμερα υπάρχουν πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν την τραγική αλήθεια. Ίσως, όμως, να είναι αρκετή μια συγκλονιστική αποκάλυψη του τότε Αμερικανού προξένου στη Σμύρνη, Τζωρτζ Χόρτον — μια αποκάλυψη που για πρώτη φορά έρχεται στην δημοσιότητα.

Η Ιωνία δεν υπάρχει πια — η γη της Αιολίας δεν είναι ελληνική. Κι η Σμύρνη, οι Κυδωνίες, τα Βουρλά κι η Προύσα, ακόμη κι αυτό το ωραίο Κορδελλιό, είναι πατρίδες χαμένες. Τίποτε ελληνικό δεν μένει — τίποτε, εκτός από τα άταφα οστά των μαρτυρικών ηρώων μας. Σήμερα κανείς δεν τολμά ν’ αμφισβητήσει τις τρομακτικές σφαγές. Ακόμη κι αυτοί οι Τούρκοι δεν τις αμφισβητούν - και προσπαθούν να επιρρίψουν τις ευθύνες στα μισθοφορικά στρατεύματα των Σουλτάνων. Ελάχιστοι, όμως, γνωρίζουν την πραγματική ιστορία του Ελληνισμού της Ανατολής.

Ο Αφανισμός

Ο Βενιζέλος, υποστηρίζοντας τις ελληνικές διεκδικήσεις, υπέβαλε στο Διασυμμαχικό Συμβούλιο επίσημες τουρκικές στατιστικές, αποδεικνύοντας, ότι μόνο στα βιλαέτια του Αϊδινίου (Σμύρνης) και Προύσης και στα σαντζάκια των Δαρδανελλίων και Ικονίου διέμεναν 1.013.195 Έλληνες, με 652 σχολεία και 91.538 μαθητές. Και άλλες 350.000 Έλληνες ζούσαν στην περιοχή της Τραπεζούντας, όπου ζητούσε τη δημιουργία αρμενικού Κράτους. Αλλά και μετά την προσάρτηση των περιοχών της Δυτικής Μικράς Ασίας, που διεκδικούσε η Ελλάδα, θα παρέμεναν υπό τουρκικό ζυγό 922.000 Έλληνες, διασκορπισμένοι στο βάθος της Ανατολής. Αν στους αριθμούς αυτούς προστεθούν οι 450.000 πρόσφυγες, που έφθασαν στην ελεύθερη Ελλάδα, και οι 900.000, που έπεσαν θύματα των σφαγών του 1914 - 15, αποδεικνύεται, ότι ανατολικά του Αιγαίου, πριν από τους Βαλκανικούς πολέμους, ζούσαν 3.635.195 Έλληνες.

Οι αριθμοί αυτοί φαίνονται απίστευτοι, γιατί ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να διανοηθεί πώς τόσες χιλιάδες άνθρωποι χάθηκαν. Κι όμως υπάρχει μια μαρτυρία, που την αντικειμενικότητά της κανείς δεν μπορεί ν’ αρνηθεί. Ο Τζωρτζ Χόρτον, ο Αμερικανός γενικός πρόξενος στη Σμύρνη, που έζησε τις σφαγές και συγκέντρωσε στοιχεία, για να ενημερώσει την Κυβέρνηση του, μετά την καταστροφή της Σμύρνης, όταν απεσύρθη από την διπλωματική υπηρεσία κι ήταν ελεύθερος να μιλήσει, δημοσίευσε μια επιστολή στην «Ουάσιγκτων Σταρ», που κατέληγε ως εξής:

«... Δέν πρέπει ἐπίσης νά λησμονοῦμεν, ὅτι οἱ τουρκικαί σφαγαί, κατά τάς ὁποίας ἄνω τοῦ ἑνός ἑκατομμυρίου (Ἕλληνες) ἀπωλέσθησαν, εἶναι σχετικῶς πρόσφατοι καί οί Τοῦρκοι, μετά τῶν ὁποίων διαπραγματευόμεθα, εἶναι, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, οἱ ἵδιοι ἐκεῖνοι ἄνθρωποι, τῶν ὁποίων τά χέρια εἶναι βουτηγμένα εἰς ὅλο αὑτό τό αἶμα.

»Πρέπει νά ἐπιδείξουν κάποιο ἴχνος μεταμελείας.

»Καί, καταλήγων, ἐκφράζω τήν ἀγανάκτησίν μου ὡς Ἀμερικανοῦ καί τέκνου τῆς Ἀμερικανικῆς Έπαναστάσεως διά τόν χαρακτηρισμόν τοῦ Μουσταφᾶ Κεμάλ ὡς «Γ. Οὐάσιγκτων» τής Τουρκίας.

»Εἶναι ἕνας ἀρχιδολοφόνος καί ἡ Δημοκρατία του μία καταισχύνη, ἑδραζόμενη εἰς τό αἶμα καί συντηρουμένη μέ τούς ἀπαγχονισμούς χιλιάδων συμπατριωτῶν του.»

Αλλ’ η συμφορά του 1922 ήταν το κορύφωμα ενός τραγικού ξερριζώματος — της συστηματικής εξόντωσης των Ελλήνων, που άρχισε πριν 1.000 χρόνια, όταν ο ελληνικός πληθυσμός της Μικράς Ασίας «ύπερέβαινε τά εἰκοσιπέντε ἑκατομύρια καί ἦτο ἀκραιφνῶς ἑλληνικός.» (Ἱστορία Καρολίδη).

Τι έγιναν οι Έλληνες αυτοί; Η απάντηση βρίσκεται στο Κοράνι, που καλεί τους πιστούς του Μωάμεθ: «Σφάξτε τούς ἀπίστους, ὅπου κι’ ἄν τούς συναντήσετε. Αἰχμαλωτίστε τους καί σύρτε τους σκλάβους...». (Κεφ. IX, 5). Και συνεχίζει: «Ὅταν συναντήσετε ἀπίστους, μή τούς λυπηθῆτε - γενική σφαγή ἐναντίον τους...» ( XLVII , 4).

Τι έγιναν τα 25.000.000 Ελλήνων, που αναφέρει ο Καρολίδης; Η τουρκική θηριωδία είναι απέραντη. Και πάλι όμως, θα ήταν αδύνατο να εξοντωθούν τόσες ανθρώπινες ζωές, έστω και στο χρονικό διάστημα 10 αιώνων. Η αλήθεια φαίνεται να είναι ότι οι πιστοί του Ισλάμ χρησιμοποίησαν διάφορους τρόπους για ν’ αφανίσουν τους Χριστιανούς της Ανατολής.

Στους ορεινούς όγκους της Σμύρνης και της Προύσης ζούσε μια περήφανη φυλή γενναίων πολεμιστών, οι Γιουρούκοι. Απομονωμένοι από τα τουρκοχώρια του κάμπου, ήταν σχεδόν άγνωστοι, μέχρις ότου τους ανακάλυψε ο Γάλλος διεθνολόγος Βίκτωρ Κουϊνέ, που γράφει γι’ αυτούς: « Οἱ γυναίκες τους ἐξέρχονται χωρίς τόν φερετζέ - κι ’ οἱ ἄνδρες σπάνια παντρεύονται δεύτερη γυναῖκα. Οἱ Γιουροῦκοι, ἄν κι’ ἔχουν ὀνόματα τουρκικά, δέν εἶναι Τούρκοι, οὔτε Μουσουλμᾶνοι. Ἡ ἀνεξήγητη κι ’ ἔ μφυτη συμπάθεια πρός τούς Ἕλληνας μαρτυρεῖ τήν καταγωγήν τους».

Κι ο Σεντ Μαρτέν προσθέτει: «Τά ἐπί τοῦ ὅρους Πάτμου τῆς Καρίας χωριά τῶν Γιουρούκων ἀποκαλοῦνται «Γιονάνκιοϊ», πού τουρκικά σημαίνει «Ἕλληνοχώρια.». Ἡ ἀθλιότης καί ἡ βρωμιά πού εἶναι τό κύριον χαρακτηριστικόν τῶν Τούρκων, δέν ὑπάρχει μεταξύ τῶν Γιουρούκων»

Αλλά μήπως ήταν μόνο οι Γιουρούκοι; Υπήρχαν και οι Λαζοί, φυλή, που οι Τούρκοι την παρουσιάζουν σαν δική τους, έστω κι αν μιλούσαν την γλώσσα του Ξενοφώντος. Υπήρχαν και οι Σάννοι, απόγονοι, ίσως, των αρχαίων Παφλαγόνων, που είχαν εξελληνισθεί. Έδωσαν σκληρούς αγώνες ενάντια στους τούρκους, θέλοντας να διατηρήσουν την ελληνική γλώσσα τους· τα ελληνικά ήθη και έθιμα. Κι οι Κιζιλιμπάσηδες, οι «Ερυθροκέφαλοι», δεν ήταν άλλοι από τους Ερυθίνους του Ομήρου, που κατοικούσαν από αιώνες στις όχθες του Παρθενίου ποταμού.

Μια τέτοια θλιβερή αναδρομή στο παρελθόν δεν έχει καμμιά σκοπιμότητα σήμερα - δεν αποδεικνύει τίποτε περισσότερο, παρά ότι ο Ελληνισμός της Μικρός Ασίας δεν ήταν μια μάζα ξεπατρισμένων Ελλήνων. Είχε βαθειές τις ρίζες του στα βάθη των αιώνων. Κι αυτό εξηγεί ένα φαινόμενο, που κατέπληξε τους Έλληνες της ηπειρωτικής πατρίδος, όταν πάτησαν για πρώτη φορά το πόδι τους στην προκυμαία της Σμύρνης.

 

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.