ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Ερμηνευτική προσέγγιση ιερών κανόνων

Αναστασίου Κ. Βαβούσκου,
Εκδόσεις Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 2010
σελ. 198 - 213.

γ) Η αρχή της εκκλησιαστικής οικονομίας

Η αρχή της εκκλησιαστικής οικονομίας 1 είναι ένας άλλος τρόπος ερμηνευτικής προσεγγίσεως των ιερών κανόνων αλλά με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι η αυξημένη υποκειμενικότητα του ερμηνευτή και η αδυναμία σωρευτικής εφαρμογής της με κάποιο από τα άλλα ερμηνευτικά κριτήρια. Πρώτον, διότι το θεμέλιο της ερμηνείας με βάση την αρχή αυτή είναι οι ειδικές συνθήκες και περιστάσεις μέσα στο πλαίσιο των οποίων έλαβε χώρα το κανονικό παράπτωμα. Δεύτερον, διότι η αρχή αυτή μας οδηγεί σε μία ερμηνεία των σχετικών κανονικών διατάξεων, που συνιστά παρέκκλιση από τους ορισμούς αυτών. Ειδικότερα:

Όταν αναφερόμαστε στην εκκλησιαστική οικονομία εννοούμε την κατά περίπτωση παρέκκλιση από τη γραμματική διατύπωση του κανόνα. Συνεπώς, η εκκλησιαστική οικονομία χαρακτηρίζεται από δύο ζωτικής σημασίας στοιχεία. Το ένα είναι αυτό της περιπτωσιολογικής εφαρμογής 2. Το δεύτερο είναι αυτό της παρεκκλίσεως. Ειδικότερα:

i . Η περιπτωσιολογική εφαρμογή.

Όλες οι ερμηνευτικές αρχές έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Το χαρακτηριστικό αυτό είναι η καθολική και γενική εφαρμογή τους. Εφαρμόζονται, δηλαδή, με ενιαίο τρόπο σε κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως των τυχόν ειδικών συνθηκών κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το γεγονός, για το οποίο κινείται η διαδικασία ερμηνείας. Υπό αυτό το πρίσμα, η αρχή της κανονικής ακριβείας απαιτεί ερμηνεία με βάση τη γραμματική διατύπωση του κανόνα, ανεξαρτήτως του προσώπου στο οποίο αφορά, της πράξεως που πρέπει να ερμηνευθεί ή της ποινής που πρέπει να επιβληθεί.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τον 24 ο κανόνα της Τοπικής συνόδου της Λαοδικείας, ο οποίος ρυθμίζει το θέμα της εισόδου των κληρικών στα καπηλεία 3: Ότι ου δει ιερατικούς από πρεσβυτέρων έως διακόνων, και εξής της εκκλησιαστικής τάξεως έως υπηρετών, ή αναγνωστών, ή ψαλτών, ή εφορκιστών, ή θυρωρών, ή του τάγματος των ασκητών, εις καπηλείον εισιέναι.

Όταν, λοιπόν, ο συγκεκριμένος κανόνας απαγορεύει την είσοδο των κληρικών στα καπηλεία, είναι σαφές ότι με την αρχή της γραμματικής ερμηνείας θα καταλήξουμε σε μία ερμηνευτική προσέγγιση, που θα ταυτίζεται απολύτως με το λεκτικό του κανόνα αυτού. Ότι δηλαδή, απαγορεύεται στους πρεσβυτέρους, στους διακόνους και στους αναφερόμενους στον κανόνα κατώτερους κληρικούς η είσοδος σε καπηλείο.

Ουσιαστικώς, στην πραγματικότητα η ερμηνεία με βάση την αρχή της κανονικής ακριβείας αποτελεί για τον ερμηνευτή ανασχετικό παράγοντα εξετάσεως άλλων παραμέτρων, που θα μετέβαλαν (στο συγκεκριμένο κανόνα) κατ' ερμηνεία, όπως:

- η έννοια του «απολύτου» της απαγορεύσεως εισόδου στα καπηλεία, ώστε να μπορεί αυτό να σχετικοποιηθεί.

-ο τόπος, για τον οποίο έχει τεθεί η απαγόρευση εισόδου, ώστε είτε να προστεθούν και άλλοι συναφούς χαρακτήρα χώροι, στους οποίους κατ' ερμηνεία θα έπρεπε να απαγορεύεται η είσοδος είτε να τεθεί εκτός πεδίου εφαρμογής και ο αναφερόμενος στον κανόνα.

- τα πρόσωπα, στα οποία απαγορεύεται η είσοδος, ώστε είτε να συμπεριληφθούν και άλλα είτε να εξαιρεθούν και ορισμένα από τα αναφερόμενα στον κανόνα.

Στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στην αδυναμία εξετάσεως άλλων παραμέτρων κατά την ερμηνεία κανονικών διατάξεων, μάς οδηγεί τόσο η αρχή των ιστορικών συνθηκών όσο και η αρχή της αυθεντίας του θεσπίζοντος οργάνου.

Στην πρώτη περίπτωση, διότι η επιλογή των ιστορικών συνθηκών, του ιστορικού περίγυρου, της θεσπίσεως του κανόνα ως κριτηρίου ερμηνείας, δεν επιτρέπει την προσμέτρηση και άλλων ειδικοτέρων συνθηκών, που συνιστούν το πλαίσιο, μέσα στο οποίο έλαβε χώρα το γεγονός, για την κρίση του οποίου καλούμαστε να ερμηνεύσουμε συγκεκριμένο κανόνα. Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψιν ότι η απαγόρευση εισόδου κληρικών στα καπηλεία υπαγορεύθηκε από τη διαπίστωση ότι αυτή προκαλούσε τη δυσφήμιση των ιδίων αλλά και της Εκκλησίας εν γένει, η εφαρμογή της αρχής των ιστορικών συνθηκών θα μας οδηγήσει σε εφαρμογή του κανόνα και στο συμπέρασμα ότι απαγορεύεται απολύτως η είσοδος κληρικού σε καπηλείο. Διότι θα είναι ανέφικτη η προσμέτρηση των ειδικοτέρων συνθηκών που οδήγησαν ένα κληρικό να εισέλθει σε καπηλείο, όπως λ.χ. ότι το καπηλείο αυτό είναι το μοναδικό σε ένα απομονωμένο χωριό και ότι στην ουσία πρόκειται για καφενείο που συχνάζουν γέροντες, με αποτέλεσμα, η υπό αυτές τις συνθήκες - συγχωρητέα κατά τα λοιπά - είσοδος του κληρικού στο καπηλείο, να κριθεί ότι εμπίπτει στην απαγόρευση του 24 ου κανόνα της Λαοδικείας και να οδηγήσει σε εφαρμογή του κανόνα και σε τιμωρία του κληρικού.

Στη δεύτερη περίπτωση, διότι η επιλογή της ερμηνευτικής αρχής της αυθεντίας του θεσπίζοντος οργάνου, οδηγεί στην ερμηνευτική προσέγγιση και τη συνακόλουθη εφαρμογή κανόνα, που τέθηκε από όργανο μείζονος αυθεντίας σε σχέση με άλλο ή άλλα νομοθετικά όργανα. Τούτο σημαίνει ότι στην περίπτωση του παραδείγματός μας, δηλαδή της απαγορεύσεως εισόδου κληρικού σε καπηλείο, υπερτερεί - και εφαρμόζεται - ο 9 ος κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής συνόδου έναντι του αντιστοίχου 24 ου της Λαοδικείας, επειδή η Οικουμενική σύνοδος έχει αυθεντία μείζονα της Τοπικής συνόδου της Λαοδικείας. Η ερμηνευτική αυτή επιλογή δυνάμει του κριτηρίου της αυθεντίας του θεσπίζοντος οργάνου είναι ανεξάρτητη του γεγονότος ότι ο 9 ος της Πενθέκτης Οικουμενικής συνόδου υπερκαλύπτει κατά το «λεκτικό» του τον κανόνα της Λαοδικείας, αφού απαγορεύει σε κάθε κληρικό όχι μόνο την είσοδο σ' αυτό αλλά και την κατοχή (ιδιοκτησία) τέτοιου είδους χώρου. Και τούτο σε αντίθεση με τον κανόνα της Λαοδικείας, ο οποίος όπως είδαμε, απαγορεύει μόνο την είσοδο (όχι την κατοχή) και δε συνδέει την απαγόρευση αυτή με τους επισκόπους.

Σε αντίθεση προς τα παραπάνω, η ερμηνευτική αρχή της εκκλησιαστικής οικονομίας δεν έχει ενιαία και γενική εφαρμογή αλλά προσαρμόζεται στις εκάστοτε ειδικές συνθήκες, εντός των οποίων έλαβε χώρα το κρινόμενο γεγονός.

Ο καταλυτικός παράγοντας, για τον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί η συγκεκριμένη ερμηνευτική αρχή, είναι αυτό το ίδιο το γεγονός. Αυτό σημαίνει ότι το πλαίσιο, εντός του οποίου εντάσσεται η χρήση της ερμηνευτικής αρχής, καθορίζεται από το κρινόμενο γεγονός και η χρήση αυτή επανακαθορίζεται και αναπροσαρμόζεται κάθε φορά, που ένα ίδιο γεγονός επανεμφανίζεται και τίθεται υπό κρίση. Με άλλες λέξεις, στο παράδειγμά μας για την απαγόρευση εισόδου κληρικού στο καπηλείο, η χρήση της αρχής αυτής επιτρέπει τη διαφορετική αντιμετώπιση κάθε περιπτώσεως εισόδου κληρικού σε καπηλείο, χωρίς να δημιουργείται «προηγούμενο» και «δεδικασμένο» για κάθε επόμενη περίπτωση. Η διαπίστωση αυτή εδράζεται ακριβώς στην πεμπτουσία της ερμηνευτικής αυτής αρχής, που δεν είναι άλλη από την ιδιάζουσα σημασία που έχουν για τη χρήση της οι ειδικές συνθήκες του παραπτώματος (όπως το πρόσωπο που τέλεσε την πράξη, ο χρόνος που την τέλεσε, τα κίνητρα που οδήγησαν στην πράξη), οι οποίες είναι κάθε φορά διαφορετικές. Με βάση τα παραπάνω, η είσοδος κληρικού σε καπηλείο, μπορεί - αναλόγως των ειδικών συνθηκών - να οδηγήσει:

- σε καθαίρεση, εάν π.χ. ο κληρικός αποδεικνύεται ότι όχι μόνο εισέρχεται στο καπηλείο αλλά είναι και συχνός θαμώνας του.

- σε παύση, εάν π.χ. ο κληρικός αποδεικνύεται ότι επισκέπτεται μεν τον χώρο αλλά σπανίως.

-σε απλή επίπληξη, εάν π.χ. ο κληρικός εισήλθε σε τέτοιο χώρο για να αγοράσει ένα μπουκάλι νερό, επειδή του φάνηκε ότι το κυλικείο που υπήρχε δίπλα δεν είχε νερά, οπότε η ελαφρά ποινή θα οφείλεται στο γεγονός ότι θεώρησε - εσφαλμένως -πιθανότερο να βρει μπουκάλι με νερό σε τέτοιο χώρο παρά σε κυλικείο.

- σε μη εφαρμογή του σχετικού κανόνα, εάν π.χ. ο κληρικός εισήλθε στο χώρο αυτό λόγω ανωτέρας βίας, λ.χ. διότι τον πληροφόρησαν ότι η πρεσβυτέρα διασκέδαζε στο χώρο αυτόν με παρέα που απάδει της ιδιότητάς της ω συζύγου κληρικού.

Στους λόγους ανωτέρας βίας δεν συμπεριλαμβάνεται ο λόγος που προβλέπεται στον 54 ο των Αποστόλων 4, δηλαδή η ανάγκη διανυκτερεύσεως σε πανδοχείο λόγω ταξιδιού, που θα συνοδεύεται - ως φυσικόν -και από την είσοδο στο καπηλείο του πανδοχείου για φαγητό, καθώς και στον αντίστοιχο 40 ο κανόνα της Καρθαγένης 5.

ii . Η παρέκκλιση

Η παρέκκλιση ως στοιχείο της εκκλησιαστικής οικονομίας επιτρέπει τη μη προσήλωση του ερμηνευτή στο «γράμμα» της προς ερμηνεία κανονικής διατάξεως. Υπ' αυτή την έννοια, η ερμηνευτική αυτή αρχή αντιπαραβάλλεται προς αυτή της κανονικής ακριβείας, η οποία - αντιθέτως - έχει ως θεμέλιό της την προσήλωση στη γραμματική διατύπωση.

Η παρέκκλιση από το «γράμμα» του κανόνα μπορεί να γίνει προς δύο κατευθύνσεις:

Καταρχήν, μπορεί να γίνει προς την κατεύθυνση της διασταλτικής ερμηνείας. Τότε η ερμηνευτική προσέγγιση θα οδηγήσει σε διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του κανόνα, μέσω της διευρύνσεως του εννοιολογικού περιεχομένου των όρων του. Με άλλες λέξεις, ο ερμηνευτής θα περιλάβει στους προς ερμηνεία όρους του κανόνα περισσότερες περιπτώσεις επεκτείνοντας το πεδίο εφαρμογής του. Σε μια τέτοια περίπτωση, η απαγόρευση - στο γνωστό μας παράδειγμα - της εισόδου σε καπηλείο μπορεί να ισχύσει όχι μόνο για τους κληρικούς αλλά και για τους ιερομονάχους, παρά το γεγονός ότι αυτοί δεν αναφέρονται ρητώς στον κανόνα. Η επέκταση της ισχύος του κανόνα και στους ιερομονάχους θα στηριχθεί στο γεγονός ότι τα πρόσωπα αυτά έχουν - εκτός της ιδιότητας του μοναχού - και την ιδιότητα του κληρικού. Εκ τούτου η διασταλτική ερμηνεία του όρου «κληρικός» η απαγόρευση εισόδου σε καπηλείο θα ισχύσει για κάθε πρόσωπο που έχει αποκλειστικώς - ή και - την ιδιότητα του κληρικού.

Δευτερευόντως, μπορεί να γίνει και προς την κατεύθυνση της συσταλτικής ερμηνείας. Τότε η ερμηνευτική προσέγγιση θα κατατείνει προς τον περιορισμό του εννοιολογικού περιεχομένου των όρων του κανόνα και συνακολούθως του πεδίου εφαρμογής του. Με τη συσταλτική ερμηνεία, λοιπόν, μπορεί ο ερμηνευτής π.χ. να περιορίσει το εύρος της έννοιας «καπηλείο», και λαμβάνοντας υπόψιν τον τόπο που βρίσκεται ο χώρος αυτός και τις υπηρεσίες που προσφέρει, να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι π.χ. ένα εστιατόριο δεν υπάγεται στον όρο «καπηλείο», διότι πρόκειται για σοβαρό χώρο εστιάσεως με υψηλό επίπεδο παροχής υπηρεσιών.

Η επιλογή της ερμηνευτικής αυτής αρχής, είτε διά της εφαρμογής της μίας είτε διά της εφαρμογής της άλλης κατευθύνσεως ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του ερμηνευτή του ιερού κανόνα, χωρίς όμως η ελευθερία αυτή να είναι ανεξέλεγκτη. Αντιθέτως, η δυνατότητα του ερμηνευτή να επιλέξει τη μια ή την άλλη κατεύθυνση κατά την εφαρμογή της εν λόγω αρχής υπόκειται σε προκαθορισμένο από την κανονική νομοθεσία πλαίσιο, όπως το ορίζει ο 92 ος κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής συνόδου 6: Δεί δε τους εξουσίαν λύειν και δεσμείν παρά Θεού λαβόντας, σκοπείν την της αμαρτίας ποιότητα, και την του ημαρτηκότος προς επιστροφήν ετοιμότητα, και ούτω κατάλληλον την θεραπείαν προσάγειν τώ αρρωστήματι, ίνα μη, τη αμετρία καθ' εκάτερον χρώμενος, αποσφαλείη προς την σωτηρίαν του κάμνοντος... Ώστε τον την ιατρικήν εν Πνεύματι επιστήμην επιδεικνύμενον, πρότερον χρη την του ημαρτηκότος διάθεσιν επισκέπτεσθαι, και είτε προς την υγείαν νεύει, ή τουναντίον, διά των οικείων τρόπων προσκαλείται καθ' εαυτού το αρρώστημα, εφοράν, όπως τε της εν τώ μεταξύ προνοείται αναστροφής, και ει μη τώ τεχνίτη αντιπαλαίει, και το της ψυχής έλκος δια της των επιτιθεμένων φαρμάκων αυξάνει προσαγωγής, και ούτω τον έλεον κατ' αξίαν επιμετρείν. Ακολουθώντας, λοιπόν, ο ερμηνευτής τις επιταγές του κανόνα αυτού, έχει την εκ των κανόνων υποχρέωση να φερθεί ως «εν πνεύματι ιατρός» και να αντιμετωπίσει τον αντικανονικώς συμπεριφερθέντα αδελφό ως ασθενή, που χρήζει θεραπείας. Υπό αυτή την ιδιότητα του οιονεί ιατρού, οφείλει να εξετάσει δύο παραμέτρους, το είδος του παραπτώματος (την της αμαρτίας ποιότητα) και το εφικτό της επιστροφής του παραβάτη στην κανονικότητα (την του ημαρτηκότος προς επιστροφήν ετοιμότητα), επιβάλλοντας την κατάλληλη είτε προς το αυστηρότερο είτε προς το επιεικέστερο ποινή.

Η μη εφαρμογή του ως άνω κανόνα από τον ερμηνευτή, δηλαδή η επιβολή κανονικής ποινής κατ' ελευθέρα και κατ' απόλυτη κρίση, χωρίς την τήρηση από αυτόν της διαδικασίας που προβλέπει ο συγκεκριμένος κανόνας έχει ως συνέπεια την περιέλευση πλέον του ερμηνευτή στη θέση του κανονικού παραβάτη και κατ' επέκταση του κρινομένου.

΄Υπό το πρίσμα των παραπάνω, η αρχή αυτή εφαρμόζεται:

1.στα δογματικά ζητήματα, μόνον όμως στην περίπτωση της επιστροφής αποσχισθέντων μελών και όχι στην περίπτωση της αποσχίσεως μελών. Έτσι, ο 7 ος κανόνας της Β΄ Οικουμενικής συνόδου καθόρισε τους όρους επιστροφής των οπαδών συγκεκριμένων αιρέσεων εφαρμόζοντας την αρχή της εκκλησιαστικής οικονομίας και χωρίζοντάς τους ουσιαστικώς σε δύο ομάδες: α) στους επανεντασσόμενους διά λιβέλλου και χρίσματος (Αρειανούς, Μακεδονιανούς, Σαββατιανούς, Ναυατιανούς, Τεσσαρεσκαιδεκατίτες, Απολλιναριστές) και β) στους επανεντασσόμενους διά βαπτίσματος (Ευνομιανούς, Μοντανιστές και Σαβελλιανούς) 7.

Την ίδια τακτική ακολούθησε και η Πενθέκτη Οικουμενική σύνοδος, η οποία - σε συμφωνία και με τον 7 ο κανόνα της Β΄ Οικουμενικής συνόδου και κατ' επανάληψιν αυτού - με τον 95 ο κανόνα της κατέταξε τους προς επανένταξιν οπαδούς συγκεκριμένων αιρέσεων σε τρεις ομάδες: α) στους επανεντασσόμενους διά λιβέλλου και χρίσματος (Αρειανούς, Μακεδονιανούς, Σαββατιανούς, Ναυατιανούς, Τεσσαρεσκαιδεκατίτες, Απολλιναριστές), β) στους επανεντασσόμενους διά βαπτίσματος (Ευνομιανούς, Μοντανιστές και Σαβελλιανούς) ή διά επαναβαπτίσεως (Ουαλεντινιανούς, Μαρκιωνιστές) και γ) στους επανεντασσόμενους διά λιβέλλου μόνον (Νεστοριανούς, Ευτυχιανιστές και Σεβηριανούς) 8.

Η διαφοροποίηση αυτή δε σημαίνει ότι επί δογματικών ζητημάτων ισχύουν δύο μέτρα και δύο σταθμά, επιτρέποντας την παρέκκλιση στη μια περίπτωση και αποκλείοντάς την στην άλλη, διότι στην περίπτωση της επιστροφής των αποσχισθέντων η παρέκκλιση μέσω της αρχής της εκκλησιαστικής οικονομίας δεν αφορά στα θέματα πίστεως, διότι αυτά είναι αδιαπραγμάτευτα και επ' αυτών ο κανόνας επιβάλλει ως αναγκαία προϋπόθεση την αποδοχή της ορθής πίστεως από τους αποσχισθέντες πριν την επιστροφή των. Η παρέκκλιση αφορά αποκλειστικώς τη διαδικασία επιστροφής των αποσχισθέντων και μόνον αυτήν. Στη δεύτερη περίπτωση, δηλαδή της αποσχίσεως (αιρέσεως) η αρχή της εκκλησιαστικής οικονομίας δεν εφαρμόζεται, διότι θα οδηγούσε σε θέση υπό διαπραγμάτευση - και κατά συνέπεια σε φαλκίδευση - των δογμάτων και της ορθής πίστεως. Όπως, όμως, έχει ήδη αναφερθεί, τα δόγματα δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεως και για το λόγο αυτό το φαινόμενο της αιρέσεως δεν συνάδει με την εφαρμογή της αρχής της εκκλησιαστικής οικονομίας.

2. στα ζητήματα κανονικής τάξεως και ήθους, και μάλιστα και υπό τις δύο μορφές, δηλαδή και της διασταλτικής ερμηνείας και της συσταλτικής ερμηνείας.

3. δεν εφαρμόζεται πλήρως, όταν ο ίδιος ο κανόνας προβλέπει την παρέκκλιση. Σ' αυτή την περίπτωση, η ερμηνευτική αρχή εφαρμόζεται μόνο ως προς την κατεύθυνση της διασταλτικής ερμηνείας και όχι ως προς αυτήν της συσταλτικής, γιατί η εφαρμογή της τελευταίας θα οδηγήσει σε άρση της παρεκκλίσεως και αναίρεση του ίδιου του κανόνα, όπως θα φανεί από τα κατωτέρω παρατιθέμενα παραδείγματα:

1 ο παράδειγμα: Κατά τον 14 ο κανόνα των Αποστόλων 9 επιβάλλεται το αμετάθετο και κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η μετάθεση, εφόσον υπάρξει συνοδική απόφαση και εύλογη αιτία, που κατά τον κανόνα είναι η αποκατάσταση της ευσεβείας: Επίσκοπον μη εξείναι καταλείψαντα την εαυτού παροικίαν ετέρα επιπηδάν, καν υπό πλειόνων αναγκάζηται, εί μη τις εύλογος αιτία ή, του βιαζομένη αυτόν ποιείν, ως πλέον τι κέρδος δυναμένου αυτού τοις εκείσε λόγω ευσεβείας συμβάλλεσθαι' και τούτο ουκ αφ' εαυτού, αλλά κρίσει πολλών επισκόπων, και παρακλήσει μεγίστη.

2 ο παράδειγμα: Κατά τον 1 ο κανόνα της Α΄ Οικουμενικής συνόδου 10 καταδικάζεται ο οικειοθελής ευνουχισμός και απαγορεύεται στους ευνουχιζόμενους η χειροτονία, με εξαίρεση την περίπτωση που ο ευνουχισμός έγινε από ιατρό και επιβαλλόταν από λόγους υγείας ή επισυνέβη διά της βίας: Ειτις εν νόσω υπό ιατρών εχειρουργήθη, ή υπό βαρβάρων εξετμήθη, ούτος μενέτω εν τω κλήρω. Ει δε τις υγιαίνων εαυτόν εξέτεμε τούτον και εν των κλήρω εξεταζόμενον, πεπαύσθαι προάγεσθαι. ΄Ωσπερ δε τούτο πρόδηλον, ότι περί των επιτηδευόντων το πράγμα, και τολμώντων εαυτούς εκτέμνειν είρηται' ούτως, εί τινες υπό βαρβάρων, ή δεσποτών ευνουχίσθησαν, ευρίσκοιντο δε άλλως άξιοι, τους τοιο«ου εις κλήρον προσίεται ο κανών.

Εάν στα παραπάνω παραδείγματα χρησιμοποιήσουμε διασταλτικώς την αρχή της εκκλησιαστικής οικονομίας, θα διευρύνουμε τους όρους « ευσέβεια» του 14 ου κανόνα των Αποστόλων και « βάρβαρος» του 1 ου κανόνα της Α΄ Οικουμενικής. Και ως προς τον όρο « ευσέβεια» θα εννοήσουμε ερμηνευτικώς όχι μόνο την ευσέβεια σε σχέση προς το δόγμα, αλλά και το σεβασμό σε σχέση προς την κανονική τάξη και τους ηθικούς κανόνες. Και υπό αυτό το πρίσμα θα δεχθούμε το επιτρεπτό της μεταθέσεως και στις περιπτώσεις που σε κάποια εκκλησιαστική περιφέρεια παρουσιάζονται - πλην δογματικών προβλημάτων - και προβλήματα κανονικής ή ηθικής τάξεως, διευρύνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο το πεδίο του ερμηνευομένου κανόνα. Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή της συσταλτικής ερμηνείας, θα περιορίζαμε το εννοιολογικό περιεχόμενο του σχετικού όρου «ευσέβεια» μόνο σε θέματα δογματικά και θα εκμηδενίζαμε ουσιαστικώς τα περιθώρια μεταθέσεως, περιορίζοντας τη δυνατότητα μεταθέσεως μόνο στην περίπτωση που ως αιτία μεταθέσεως θα προβαλλόταν ζήτημα σχετικό με το δόγμα.

Ως προς τον όρο «βάρβαρος» αν ακολουθήσουμε τη διασταλτική ερμηνεία θα πρέπει να εννοήσουμε κάθε αιτία που μπορεί να προκαλέσει ευνουχισμό διά της βίας, άνευ δηλαδή της θελήσεως του ευνουχισθέντος. Έτσι, ο κανόνας δύναται να εφαρμοσθεί και στις περιπτώσεις που ο ευνουχισμός προήλθε από ατύχημα, εγκληματική ενέργεια συνανθρώπου κ.λ.π. Στην αντίθετη περίπτωση, η συσταλτική ερμηνεία θα μας επέτρεπε να εφαρμόζουμε τον κανόνα μόνο στην περίπτωση ευνουχισμού κατά τη διάρκεια πολεμικών συρράξεων, πολύ δε δυσκολότερα στην περίπτωση που ο ευνουχίσας ήταν ένας «απολίτιστος» συνάνθρωπός μας.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Περί της εννοίας της οικονομίας βλ. Σπ. Τρωϊάνου - Γ. Πουλή, ό.π., 22 - 25. Βλ. και Π. Μπούμη, Κανονικό Δίκαιο, 51 - 63.

2 Έτσι και Σπ. Τρωϊάνος - Γ. Πουλής, ό.π., 22.

3 Βλ. το κείμενο σε Σύνταγμα, ΙΙΙ,

4 Βλ. Σύνταγμα, ΙΙ, 71 - 72: Ει τις κληρικός εν καπηλείω φωραθείη εσθίων, αφοριζέσθω' πάρεξ του εν πανδοχείω εν οδώ δι' ανάγκην καταλύοντος.

5 Βλ. Σύνταγμα, ΙΙΙ, 405: ΄Ώστε τους κληρικούς χάριν του τρώγειν πίνειν μη εισιέναι εις καπηλεία, ε μη δ' αν ξενίας ανάγκη συνωθουμένους.

6 Βλ. το κείμενο σε Σύνταγμα, ΙΙ, 549 - 550. Στην ίδια βάση είχαν ήδη θέσει το θέμα προ της ψηφίσεως του 92 ου κανόνα τόσο ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης (βλ. σε Επιστολή προς Λητόϊον, Σύνταγμα, Ι V , 295 - 296 όσο και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (βλ. σε Κεφάλαιον κανονικόν, Σύνταγμα IV , 387.

7Βλ. το κείμενο σε Σύνταγμα, ΙΙ, 187 - 188: Τους προστιθεμένους τη Ορθοδοξία και τη μερίδι των σωζομένων, από αιρετικών, δεχόμεθα κατά την υποτεταγμένην ακολουθίαν, και συνήθειαν. Αρειανούς μεν, και Μακεδονιανούς, και Σαββατιανούς, και Ναυατιανούς, τους λέγοντας εαυτούς Καθαρούς και Αριστερούς, και τους Τεσσαρεσκαιδεκατίτας, είτουν Τετραδίτας, και Απολλιναριστάς, δεχόμεθα διδόντας λιβέλλους, και αναθεματίζοντας πάσαν αίρεσιν, μη φρονούσαν, ως φρονεί η αγία του Θεού καθολική αποστολική εκκλησία, και σφραγιζομένους, ήτοι χριομένους, πρώτον τω αγίω μύρω το τε μέτωπον, και τους οφθαλμούς, και τας ρίνας, και το στόμα, και τα ώτα' και σφραγίζοντες αυτούς, λέγομεν' Σφραγίς δωρεάς Πνεύματος αγίου. Ευνομιανούς μέντοι τους εις μίαν κατάδυσιν βαπτιζομένους, και Μοντανιστάς, τους ενταύθα λεγομένους Φρύγας, και Σαβελλιανούς, τους υιοπατορίαν διδάσκοντας, και έτερά τινα χαλεπά ποιούντας, και τας άλλας πάσας αιρέσεις' (επειδή πολλοί εισιν ενταύθα, μάλιστα οι από της Γαλατών χώρας ορμώμενοι), πάντας τους απ' αυτών θέλοντας προστίθεσθαι τη ορθοδοξία, ως Έλληνας δεχόμεθα' και την πρώτην ημέραν ποιούμεν αυτούς Χριστιανούς, την δε δευτέραν κατηχουμένους' είτα τη Τρίτη εξορκίζομεν αυτούς, μετά του εμφυσάν τρίτον εις το πρόσωπον, και εις τα ώτα, και ούτω κατηχούμεν αυτούς, και ποιούμεν χρονίζειν εις την εκκλησίαν, και ακροάσθαι των γραφών, και τότε αυτούς βαπτίζειν.

8 Βλ. το κείμενο σε Σύνταγμα, ΙΙ, 529 - 531.

9 Βλ. το κείμενο σε Σύνταγμα, ΙΙ, 18.

10 Βλ. το κείμενο σε Σύνταγμα, ΙΙ, 114.

 

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.