ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

 

Παρατηρήσεις στον Τόμο Αυτοκεφαλίας της Ουκρανικής Εκκλησίας

Παναγιώτης Ι. Μπούμης,
Oμότ. Καθηγητής Παν/μίου Αθηνών

Εν πρώτοις θα ήθελα να ευχαριστήσω όσους μου έθεσαν υπ' όψιν το κείμενο του Τόμου Αυτοκεφαλίας της ουκρανικής Εκκλησίας, όπως και για την παράκλησή τους να διατυπώσω τη γνώμη μου και τις παρατηρήσεις μου επ' αυτού. Θα μου επιτραπεί, λοιπόν, να εκφράσω μετά σεβασμού τη γνώμη μου και να εκθέσω μετά ταπεινοφροσύνης τις παρατηρήσεις μου κατωτέρω:

Α

Εντύπωση, αν όχι έκπληξη, μου προξένησε το γραφόμενο στην πρώτη παράγραφο του κειμένου: «Η του Θεού Εκκλησία... συνίσταται από των αποστολικών ήδη χρόνων, εκ των κατά τόπους και χώρας Εκκλησιών, εσωτερικώς αυτοδιοικουμένων (η υπογραμ. δική μας) υπό ιδίους ποιμένας... ήτοι τους εκασταχού επισκόπους». Αυτό το τονίζει πιο καθαρά και εύγλωττα ο μεγάλος βυζαντινός κανονολόγος και Πατριάρχης Αντιοχείας Θεόδωρος ο Βαλσαμών ως εξής στην ερμηνεία του στον β καν. της Β΄ Οικουμ. Συνόδου: «Σημείωσαι ουν από του παρόντος κανόνος, ότι το παλαιόν πάντες οι των επαρχιών μητροπολίται αυτοκέφαλοι ήσαν...» (1). Αλλά και ο άλλος μεγάλος κανονολόγος άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης παρομοίως τον ίδιο χαρακτηρισμό «αυτοκέφαλος » χρησιμοποιεί στην ερμηνεία του στον β καν. της Β Οἰκουμ. Συνόδου (2), και στην υποσημείωση του η καν. της Γ Οἰκουμ. Συνόδου, όπου γράφει: «Σημείωσαι ότι άνωθεν και εξ αρχής από παλαιόν έθος εστάθη αυτοκέφαλος εν τη εκκλησιαστική διοικήσει η Κύπρος. Επεκυρώθη δε τούτο το προνόμιον εις αυτήν, τόσον...» (3).

Και ενώ αναγράφονται στην πρώτη παράγραφο του Τόμου εκείνα, τα οποία μας υπενθύμισαν αυτά των μεγάλων κανονολόγων, παραδόξως στη δεύτερη παράγραφο λέγεται: «Ορίζομέν τε και ανακηρύττομεν, ίνα σύμπασα η εν τοις ορίοις του... Κράτους της Ουκρανίας περιλαμβανομένη Ορθόδοξος Εκκλησία... υπάρχη του λοιπού κανονικώς αυτοκέφαλος, ανεξάρτητος και αυτοδιοίκητος». Μήπως αντί του να λέει ορίζομεν κανονικότερο θα ήταν να πει αναγνωρίζομεν, και αντί του να πει ανακηρύττομεν, να πει επικυρώνουμε, ρήμα που χρησιμοποιεί και υποδεικνύει και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης; Εκτός αυτού, μήπως η διατύπωση «ορίζομεν και ανακηρύττομεν» υποδηλώνει μία τάση υπερβολής η υπεροχής ή και επιβολής;

Β

Είναι όμως σωστό, όταν στη δεύτερη παράγραφο λέει: «... μη επιτρεπομένης προσθήκης τινός η αφαιρέσεως τω αυτού (Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας) τίτλω, δίχα της αδείας της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως». Και λέμε είναι σωστό, γιατί αν έχει κάθε τοπική Εκκλησία το δικαίωμα να απαιτεί την αυτοκεφαλία, ή μάλλον δικαιούται την αναγνώρισιν της αυτοκεφαλίας της, όμως δεν μπορεί να προσθέτει μόνη της τον τίτλο π.χ. του Πατριάρχου, ο οποίος πρέπει να αποδοθεί αρμοδίως από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Μόνο θα σημειώναμε ότι εκεί που λέει «δίχα της αδείας της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως» έπρεπε να προστεθεί «και πάσης της ανά την Οικουμένην Εκκλησίας». Μάλιστα αυτή η αρχή πρέπει να παραφυλάσσεται γενικότερα όχι μόνο επί Μητροπολιτών, αλλά ακόμη και επί Πατριαρχών.

Γ

Τις ίδιες η ανάλογες ερωτήσεις-παρατηρήσεις με τις προηγούμενες θα μπορούσε κάποιος να κάνει και σε εκείνο που γράφεται στην τρίτη παράγραφο του Τόμου: «Προς τούτοις δε την καθισταμένην δια τούδε... Συνοδικού Τόμου... Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν». Αυτό το «καθισταμένην Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν» μήπως δεν κυριολεκτεί ή υπερβαίνει τα ιστορικο-κανονικά δεδομένα, όπως είδαμε προηγουμένως;

Επίσης στην τρίτη παράγραφο λέει: «Ανακηρύττομεν (την Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν Ουκρανίας) πνευματικήν ημών θυγατέρα και πάσαις ταις ανά την οικουμένην Ορθοδόξοις Εκκλησίαις συνιστώμεν ως αδελφήν». Μήπως η κάθε τοπική αυτοκέφαλος Εκκλησία είναι θυγατέρα-τέκνο της Ορθοδόξου Εκκλησίας ως μητρός (πρβλ. Β Ἰω. 13) (4) και όχι μόνο της Κωνσταντινουπόλεως; 'Αλλωστε τον τίτλο μητέρα των Εκκλησιών έχει η διεκδικεί και η Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Πρβλ. Στο τροπάριο «Χαίρε Σιών αγία μήτηρ των Εκκλησιών».

Ούτε μπορούμε να δεχθούμε βάσει και των ιερών κανόνων ότι τα πρεσβυγενή Πατριαρχεία, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων είναι θυγατέρες της Κωνσταντινουπόλεως.

Δ

Περαιτέρω στην τετάρτη παράγραφο γράφεται: «Προσεπιδηλούμεν τοις ανωτέρω ότι η εν Ουκρανία Αυτοκέφαλος Εκκλησία γινώσκει ως κεφαλήν τον Αγιώτατον Αποστολικόν και Πατριαρχικόν Οικουμενικόν Θρόνον ως και οι λοιποί Πατριάρχαι και Προκαθήμενοι». Και διερωτάται κανείς: Πως δηλώνεται χωρίς αμφιβολία ότι γινώσκει μία αυτοκέφαλος Εκκλησία «ως κεφαλήν τον Οικουμενικόν Θρόνον» και πολύ περισσότερον οι λοιποί Πατριάρχες; Και μέσα στους λοιπούς Πατριάρχες περιλαμβάνονται και τα πρεσβυγενή Πατριαρχεία;

Επίσης στην ίδια τετάρτη παράγραφο λέει: «Προσέτι δε (οι αρχιερείς της Ουκρανίας) εκλέγονται από του νυν κατά τας προβλέψεις των θείων και ιερών κανόνων...». Είναι βέβαιο αυτό η προτρεπτικό; Αλλά ερώτημα είναι, και το γιατί το επαναλαμβάνει και εδώ, αφού το είχε γράψει και στη δεύτερη παράγραφο και μάλιστα πιο ορθά; Είχε γράψει: «Ούτω γαρ διακυβερνηθήσονται τα της Εκκλησίας εν τη χώρα ταύτη, ως οι θείοι και ιεροί διακηρύσσουν κανόνες...».

Μήπως υπολανθάνει κάποια αβεβαιότητα; Μία εξήγηση πάντως είναι ότι ιδίως από την παράγραφο αυτή και μετά το κείμενο γράφτηκε με μειωμένη προσοχή, ή με κάποια ανησυχία και βιασύνη.

Ε

Ίσως και γι' αυτό -πάντως επιτυχώς- στην πέμπτη παράγραφο μας υπενθυμίζει ο Τόμος το του αποστόλου Παύλου λέγοντας «και γαρ εδιδάχθημεν "τηρείν την ενότητα εν τω συνδέσμω της ειρήνης" (Εφεσ. δ,3)».

Ελπίζω να μην παρεξηγηθώ, αλλά ως «τεκνίον» (Α Ἰω. 2,1 π.α.) της Ιωαννείου Ορθοδόξου Εκκλησίας οφείλω να παρατηρήσω και τα ακόλουθα μετά την ενδεχόμενη ανησυχία και την αποστολική και πατρική προτροπή «προς ενότητα εν τω συνδέσμω της ειρήνης».

ΣΤ

Έτσι στην έκτη παράγραφο λέει: «Ωσαύτως, η εν Ουκρανία Ορθόδοξος Εκκλησία υποχρεούται μετέχειν επί σπουδαίων κανονικών, δογματικών και λοιπών ζητημάτων, των κατά καιρούς Διορθοδόξων διασκέψεων...». Και ορθώς το τονίζει και το υποδεικνύει. Αλλά λίγο πιο κάτω στην ίδια (έκτη) παράγραφο γράφεται: «Προκειμένου δε περί μειζόνων ζητημάτων εκκλησιαστικής, δογματικής και κανονικής φύσεως, ο Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου... δέον όπως απευθύνεται προς τον καθ' ημάς Αγιώτατον Πατριαρχικόν και Οικουμενικόν Θρόνον, εκζητών την έγκυρον γνώμην και βεβαίαν συναντίληψιν αυτού».

Και ενώ θα περίμενε κανείς να προσθέσει «προκειμένου ως συντονιστής να συγκαλέσει μία "των κατά καιρούς Διορθοδόξων διασκέψεων (γράφε Συνόδων)"», αλλάζει αιφνιδίως την συνέχεια του λόγου και λέει: «... των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Θρόνου επί της εν Ουκρανία Εξαρχίας και των Ιερών Σταυροπηγίων σωζομένων απαραμειώτων». Γιατί γίνεται αυτό; Και μήπως έτσι αναιρείται το προλεχθέν και υποδειχθέν στην ουκρανική Εκκλησία;

Ζ

Επίσης, ενώ υπάρχει έντονος ο κίνδυνος να συμβαίνουν (συμβούν) αυτά, στην όγδοη παράγραφο λέει: «Ταύτα ούτω δόξαντα και κριθέντα και εν χαρά εξαγγελλόμενα... εκδίδοται ο Πατριαρχικός και Συνοδικός ούτος Τόμος, καταστρωθείς μεν και υπογραφείς... εγχειρισθείς δε εν ίσω και απαραλλάκτω τω Μακαριωτάτω Προκαθημένω της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ουκρανίας κυρίω Επιφανίω...». Και εδώ πάλι θα λέγαμε ότι κάτι με προβληματίζει, κάτι δεν πάει καλά, όχι μεταξύ των παραγράφων του Τόμου, αλλά μεταξύ του Τόμου και του ανακοινωθέντος του Οικουμενικού Πατριαρχείου της 11-10-2018. Γιατί;

Εξηγούμαστε: Στο ανακοινωθέν εγράφετο ότι η Πατριαρχική Σύνοδος «απεφάσισε: 1) Να ανανεώση την ήδη ειλημμένην (= παρμένη) απόφασιν όπως το Οικουμενικόν Πατριαρχείον χωρήση εις την χορήγησιν αυτοκεφαλίας εις την Εκκλησίαν της Ουκρανίας». Και γι' αυτό είχαμε γράψει τότε στο άρθρο μας «Βασικές κανονικές αρχές επιλύσεως του ουκρανικού ζητήματος» ότι «καλώς δεν προχώρησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο Ανακοινωθέν (της 11-10-2018) και μίλησε γενικώς και αορίστως περί ουκρανικής Εκκλησίας και δεν προσδιόρισε σε ποιά μερίδα... παραχωρείται το Αυτοκέφαλο».

Και είπαμε τότε «καλώς», γιατί υπήρχαν τρεις μερίδες: 1) Η κανονική Σύνοδος υπό τον αρχιεπίσκοπο Ονούφριο, 2) Η θεωρούμενη σχισματική υπό τον Φιλάρετο, και 3) Η χαρακτηριζόμενη των α(αυτο)χειροτόνητων υπό τον Μακάριο.

Ούτως εχόντων των πραγμάτων την αυτοκεφαλία την δικαιούται ο κανονικός αρχιεπίσκοπος-Μητροπολίτης, όπως άλλωστε επιτάσσουν και οι ιεροί κανόνες η΄ τῆς Α΄ και ιβ΄ της Δ΄ Οικουμενικῆς Συνόδου, τους οποίους αναφέραμε αναλυτικότερα στο προαναφερθέν άρθρο μας.

Η

Ίσως ισχυρισθεί κάποιος ότι αυτή η αναγγελθείσα απόφαση δεν απηχούσε τη θέληση της Συνόδου, την επιθυμία και τη βούληση του Πατριάρχου και των Πατριαρχικών, αλλά ήταν το γράμμα της αποφάσεως (της διατάξεως η του νόμου θα λέγαμε αλλιώς). Πιο συγκεκριμένα, θα ισχυριζόταν ότι οι Πατριαρχικοί είχαν υπ' όψιν (κατά νουν και θέληση) την Εκκλησία (Σύνοδο) που θα «γεννιόταν».

Όμως αυτό δεν φαίνεται ορθό, γιατί θα έλεγε κάποιος άλλος ότι πρώτα γεννιέται το παιδί και ύστερα το βαφτίζουμε μετά από μέρες μάλιστα (μόνο όταν είναι ετοιμοθάνατο κάνουμε το λεγόμενο αεροβάπτισμα). Ότι στην προκειμένη περίπτωση είχαμε και ένα είδος βαπτίσματος, φαίνεται στη δεύτερη παράγραφο που λέει για τον Προκαθήμενο: «... φέροντα τον τίτλον "Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας"».

Ας αφήσουμε ότι αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι η απόφαση αυτή περί της αυτοκεφαλίας της Ουκρανίας δεν ελήφθη τώρα κατά τις συνεδριάσεις της Πατριαρχικής Συνόδου των 9-11/10/2018. Αυτή η σύνοδος απλώς «ανανέωσε» —ενίσχυσε δηλαδή— μια παλαιότερη (πότε;) προειλημμένη απόφαση. Μήπως από τότε είχαν κατά νουν οι Πατριαρχικοί να «αναγνωρίσουν» το αυτοκέφαλο σε ένα μελλοντικό σώμα; Δεν νομίζουμε ότι είχαν τέτοιους σκοπούς.

'Αρα καταλήγουμε ότι η αυτοκεφαλία ανήκει στην και τότε κανονική Εκκλησία και όχι σε μία σχισματική. Πολύ περισσότερο μάλιστα που το «προειλημμένην απόφασιν» το λέει στην § 1 για την αυτοκεφαλία, και όχι στην § 3 που μιλάει για την αποκατάσταση των σχισματικών. Στο παρελθόν μάλιστα επανειλημμένως δεν ανταποκρίθηκε το Οικουμ. Πατριρχείο στις σχετικές (έξι [;] φορές) αιτήσεις των σχισματικών προς αποκατάσταση. 'Αρα και πάλι καταλήγουμε ότι η αυτοκεφαλία ανήκει στην και τότε υπάρχουσα κανονική Εκκλησία και όχι σε μια που θα «γεννιόταν». 'Αλλωστε ούτε μπορούμε να πούμε ότι αναγνωρίζω κάτι, το οποίο δεν υφίσταται.

Θ

Αλλ' ας εξετάσουμε το θέμα και από άλλη πλευρά: Λέμε, λοιπόν, εκτός των προλεχθέντων, ότι σήμερα στα δημοκρατικά πολιτεύματα-καθεστώτα κατά την ερμηνεία και εφαρμογή των νόμων λαμβάνεται υπ' όψιν το γράμμα του νόμου και όχι η θέληση του νομοθέτη. Γι' αυτό και ο καθηγητής της Νομικής K. Engisch γράφει: «Εδώ και μερικές δεκαετίες η λεγομένη αντικειμενική (κατά γράμμα) θεωρία ερμηνείας αρχίζει να παίρνει το προβάδισμα, και μάλιστα σε μια προφανώς παράλληλη πορεία με τη συνταγματική και τη δημοκρατική αρχή» (5). Και τούτο γιατί δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τη θέληση η τις επιφυλάξεις και προτιμήσεις καθενός που ψήφισε μία απόφαση.

Πολύ περισσότερο αυτή η ερμηνευτική αρχή ισχύει για τις εκκλησιαστικές αποφάσεις των συλλογικών οργάνων (Συνόδων), όπου εκεί παρεμβαίνει και η θέληση του Θεού, εφ' όσον μάλιστα τον επικαλούμεθα με την εναρκτήριο προσευχή. Αλλά ποιός γνωρίζει τη θέληση και το νου του Θεού;

Επομένως στα δημοκρατικά-συνοδικά όργανα της Εκκλησίας είμαστε υποχρεωμένοι να ερμηνεύουμε αντικειμενικώς —κατά γράμμα— το νόμο, μία απόφαση, και όχι υποκειμενικώς με την τυχόν υποτιθέμενη βούληση των προσώπων, των συνοδικών. Μόνο στα μονοπρόσωπα ανθρώπινα νομοθετικά όργανα, όπως είναι η μοναρχία, η δικτατορία κ.τ.τ. όμοια, μπορούμε ίσως να ανιχνεύσουμε τη βούληση-θέληση του νομοθέτη.

Επομένως και κατ' ουσίαν και κατά θείαν πρόνοιαν, και πάλι λέμε, ότι η αυτοκεφαλία ανήκει και πρέπει να αναγνωριστεί στην κανονική μερίδα της ουκρανικής Εκκλησίας.

Ι

Τέλος, αυτή η νομοκανονική διέξοδος ενισχύεται και από τους λόγους του Οικουμ. Πατριάρχου Βαρθολομαίου και του επισκόπου Επιφανίου «περί εκκλησιολογικών κριτηρίων» και περί «αποδοχής των ιερών κανόνων», οι οποίοι ελέχθησαν «ανήμερα τα Θεοφάνεια» κατά την «επίσημη απονομή από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, του Τόμου Αυτοκεφαλίας της εν Ουκρανία Ορθοδόξου Εκκλησίας» (Η Καθημερινή της 8-1-2019, σελ. 5). Έτσι διευκολύνεται και λύνεται το ουκρανικό πρόβλημα.

Ο Θεός ενδιαφέρεται και προνοεί για την Εκκλησία Του· εμείς οι εκκλησιαστικοί (χριστιανοί) τι κάνουμε, ή τι θα κάνουμε;


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1) Γ. Ράλλη - Μ. Ποτλή, Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων , τομ. Β, Αθήνησι 1852 (Φωτοτυπημένη ανατύπωση, Αθήναι 1966), σελ. 171.

(2)«Πηδάλιον», εκδ. «Αστήρ», σελ. 156.

(3) Οπ. παρ., σελ. 177.

(4)Περισσότερα στη μελέτη μας «Δύο "εκλεκτές αδελφές"-Εκκλησίες και οι διαφορετικοί "πρώτοι" τους», εκδ. «Επτάλοφος», Αθήνα 2017, σελ. 49 εξ.

(5) K. Engisch - Μετάφρ. Δ. Σπινέλλη, Εισαγωγή στη νομική σκέψη , εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1981, σελ. 111, όπου μπορεί να βρει ο ενδιαφερόμενος και άλλα επιχειρήματα, όπως και στο βιβλίο μας «Κανονικόν Δίκαιον», εκδ. Γ, εκδ. «Γρηγόρη», Αθήνα 2002, σελ. 77 εξ.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.