ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα


ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

 

 

Προσδοκίες — Αντιφάσεις βυζαντινισμού και κοσμοπολιτισμού

Δ. Τσάκωνα, Αθηναγόρας, ο Οικουμενικός των Νέων Ιδεών,
Αθήναι 1976, σελ. 58-61

Εις την Κωνσταντινούπολη έφθασε την 26 ην Ιανουαρίου 1949. Προσγειώνεται με το προσωπικόν αεροπλάνον του Προέδρου των Ηνωμ. Πολιτειών, το οποίο τον μετέφερε τιμής ένεκεν. 150.000 ομογενείς τον υποδέχονται με έξαλλον ενθουσιασμό από το αεροδρόμιον του Γιεσίλκιοϊ μέχρι το Πατριαρχείο. Στο πρόσωπό του βλέπουν μόνον ένα δυνατό εκφραστή της αμερικανικής πολιτικής. Γρήγορα όμως θα απογοητευθούν. Γιατί ενώ οι Πολίτες τον ήθελαν δυνατό, αυτός «εν αδυναμία τελειούται». Τον ήθελαν σκληροτράχηλο πολεμιστή, κι αυτός εκήρυττε την αγάπη. Τον ήθελαν εκδικητή, φορτωμένον με το μίσος της ιστορίας, κι αυτός παράδινε σ' αιώνια λήθη όλες τις άντιθέσεις. Τον ήθελαν συνεχιστή της στενής γλωσσαμυντορικής παραδόσεως του Φαναρίου, κι αυτός ήταν επαναστάτης γιατί ήταν δημοτικιστής και θεωρούσε αντιχριστιανικό το οποιοδήποτε εκκλησιαστικό κατεστημένο, αποζητούσε δε βαθειά μετατροπή της εκκλησιαστικής πολιτικής δια της συνεργασίας όλων των χριστιανικών εκκλησιών. Το ποίμνιόν του κατά τις πρώτες κιόλας ημέρες της Πατριαρχείας του τού άνοιξε πετροπόλεμο, γιατί απλώς «ετόλμησε να βάλη καθίσματα στους Ναούς», εθίγη δε φοβερά όταν τον είδε αργότερα να προσεύχεται σε μουσουλμανικό τέμενος. Αυτοί που τον υπεδέχθησαν ξεφωνίζοντας μετά βαΐων και κλάδων, οι καταπλημμυρίσαντες τους δρόμους που ωδηγούσαν από το Γιεσίλκιοϊ στο Φανάρι, άρχισαν τώρα να τον ειρωνεύωνται γιατί δεν μετέτρεψε σε ορθόδοξο ναό την Αγία Σοφία, επειδή εσκέπτετο ως «δυτικός φιλελεύθερος» εξ ου και η προσωνυμία «νάϋλον Πατριάρχης». Κι όμως αύτοί που μιλούσαν για παράδοσι εννοούσαν κληρονομιά. Πιο παραδοσιακός απ' τους φορμαλιστές ήταν όμως ο Αθηναγόρας. Αφ' ης είδε ότι η ζωή στην Δύσι είχε πάρει καινούργιο νόημα ώφειλε να φέρη σ' επιγαμία την παράδοσι της ορθοδοξίας με τα σύγχρονα επιτακτικά αιτήματα της τεχνολογίας. Ο ανεδαφικός ψευδορομαντισμός του βυζαντινισμού δεν μπορούσε να συνυπάρξη με την αδίστακτη εξωτερική πολιτική της δυτικής λογοκρατίας. Ο δε φιλελληνισμός — προϊόν του παρελθόντος αιώνος — είχε μια ρομαντική, αφηρημένη αγάπη προς την Αρχαία Ελλάδα, γι' αυτό και έστρεφε τη λατρεία του προς τον Παρθενώνα, ποτέ προς την Αγία Σοφία. Το Βυζάντιο και η Αγία Σοφία είχαν αμαυρωθή από τα όλο δογματισμό γυαλιά της Παπικής ιστοριογραφίας (με την εύλογη δικαιολογία του Σχίσματος). Γνωρίζοντας όλα αυτά επέπληττε κάποτε το ποίμνιό του όταν του έλεγε «και διηγώντας τα να μην κλαις». Αλλά κανείς δεν ήθελε να τον καταλάβη, γιατί η κλειστή Κοινότης των 150.000 Ρωμιών είχε μείνει πολιτικά και ιδεολογικά στο κλίμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Πόσο διστακτικοί ήσαν άλλωστε εκείνοι που τον εψήφισαν (11 μητροπολίται επί 17 μελών της ενδημούσης συνόδου) διαπιστώνεται άπό τον σκεπτικισμό του καθηγητού της I. Θεολογικής της Χάλκης Β. Θ. Σταυρίδη :

«'Ηδη από των πρώτων στιγμών της ενταύθα ελεύσεως και της εν τω μέσω των εκκλησιαστικών κύκλων παρουσίας του, ο νέος Πατριάρχης, μη προερχόμενος από τας ιεραρχικάς βαθμίδας του Φαναρίου, αλλ' υπηρετήσας την Εκκλησίαν εις άλλα καίρια σημεία, καθίστατο φανερόν ότι δεν θα ηκολούθει απολύτως την παλαιάν φαναριωτικήν εκκλησιαστικήν τάξιν και παράδοσιν. Μετέφερε μεθ' εαυτού το πνεύμα της οικουμενικότητος του Πατριαρχείου ως γίνεται αντιληπτόν και βιούται εις την διασποράν. Έφερεν εν πνεύμα εντόνου δραστηριότητος, καταπληκτικής ευστροφίας, ζωηράς μνήμης, ευγενείας και διαχυτικότητος προς πάντας, αλλά και αφαντάστως σκληράς εργατικότητος, την οποίαν ανέμενε κατά γράμμα και από τους υφισταμένους του. Όσον αυστηρός και πειθαρχημένος ήτο εις τον εαυτόν του τοσαύτην αυστηρότητα και πειθαρχίαν επεζήτει και από τους πλησίον αυτού ευρισκομένους εις την διοίκησιν και την καθημερινήν ζωήν». Αλλ' οι Φαναριώτες δεν ήσαν πολύ προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο (1).

Την επομένην όταν έγινε η ενθρόνησίς του διεπιστώθη κιόλας ένα μίγμα βυζαντινής μεγαλοπρέπειας και αμερικανικού νεολογισμού. Οι Ελληνοαμερικανοι συνοδοί του χάρις εις το αεροπλάνο του Τρούμαν εδημιουργούσαν την παραίσθησι μιας πολιτικής συμπαραστάσεως της μεγάλης συμπολιτείας που πολύ θύμιζε - κατά το ανεδαφικό μέρος της — την αντίστοιχη προκήρυξι του Ύψηλάντη στην Επανάστασι της Μολδοβλαχίας.

«Το πρώτον έχων το ευτύχημα να ομιλώ προς υμάς, κηρύττω από του Οικουμενικού τούτου θρόνου το κήρυγμα της ελπίδος και έτι καθ' υπερβολήν της πίστεως εις μίαν αύριον καλυτέραν . . . Πιστεύομεν ότι μόνον δια της θρησκείας οι άνθρωποι θα ειρηνεύσωσιν εν εαυτοίς και προς αλληλους. Άφθιτον και ασύγκριτον κάλλος και μεγαλείον της ειρήνης . .

» Εκ τούτου εξάγεται ότι δεν αρκεί να έχωμεν ιδεώδη, απαιτείται και χριστιανική θέλησις χαλύβδινη προς πραγμάτωσιν αυτών. Ίνα εμφανίσωμεν την ωραιότητα της χριστιανικής ζωης, απαιτείται πίστις και δημιουργία δια της Εκκλησίας και όλων των πνευματικών και ηθικών δυνάμεων ημών και μέσων» (2).


Υποσημειώσεις

(1) Β. Σταυρίδη, «Ο Οικουμενικός πατριάρχης Αθηναγόρας ο Α΄», Στάχυς 1972, σ. 312

(2) Ένθ' άνωτ. σ. 312.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.