ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Ο Ταλαντίου Νεόφυτος ως αρθρογράφος στην Εφημερίδα
των Αθηνών. Θέματα και προβληματισμοί

Γεωργίου Τσούτσου
Πρακτικά ημερίδος εις τιμήν και μνήμην του Μητροπολίτου Αθηνών Νεοφύτου Μεταξά, 15 Οκτωβρίου 2011, Αταλάντη , Αθήναι 2012 σελ. 59-73

 

Μία ενδιαφέρουσα πλευρά της πολυσχιδούς δραστηριότητας του Νεοφύτου Μεταξά (1762-1861) αποτελεί εκείνη του αρθρογράφου της Εφημερίδος των Αθηνών. Η δραστηριότητά του αυτή συμπληρώνει και ενισχύει το εθνικό του έργο ως μέλους των επαναστατικών συνελεύσεων και στυλοβάτη της Διοικήσεως και το εκκλησιαστικό ως τοποτηρητή των Επισκοπών Παροναξίας και Αθηνών το 1824. Αλλωστε με την πόλη των Αθηνών τον συνδέουν ιδιαίτεροι δεσμοί αφού κατάγεται από αρχοντική αθηναϊκή οικογένεια (1) .

Η παρουσία του Νεοφύτου Μεταξά από τις στήλες της Εφημερίδος των Αθηνών έχει εντοπιστεί στις εξής επτά περιπτώσεις:1. Ανακοίνωση της "Φιλομούσου Εταιρείας την οποία προσυπογράφει ως Εφορος για τον ρόλο αυτής (φ.88-89 της 15-9-1825). 2. Ανακοίνωση της Φιλομούσου Εταιρείας υπέρ της προστασίας των αρχαίων μνημείων (φ.99 της 16-10-1825). 3. Κείμενό του για την ελευθεροτυπία (φ.85 της 28-8-1825) 4. Εγκύκλιος προς τους πιστούς (φ. 22 της 13-11-1824) 5. Κείμενό του περί αυθαιρεσιών από εκκλησιαστικούς και πολιτικούς παράγοντες (φ. 84-85 της 31-8-1825) 6. Επιστολή του υπέρ του Μιαούλη (φ. 23 της 18-11-1824) 7. Κείμενό του περί της διαδικασίας εκλογής πληρεξουσίων (φ. 27 της 19-2-1826).

Η αρθρογραφία αλλά και η δυνατότητα αναγνώσεως εφημερίδων κατά την επαναστατική περίοδο αφορούσε περιορισμένο αριθμό εγγραμμάτων καθώς το ποσοστό αναλφαβητισμού στην ελληνική κοινωνία ήταν ιδιαίτερα υψηλό. Οι δημοσιογράφοι την περίοδο αυτή είναι συχνά πραγματικοί λόγιοι και εν πάση περιπτώσει πολύ κοντά στους ανθρώπους των γραμμάτων (2) . Κατ' αυτόν τον τρόπο, ο εκδότης και συντάκτης του πρώτου δημοσιογραφικού φύλλου που κυκλοφορήθηκε στην Αθήνα ( Εφημερίς των Αθηνών, Αύγουστος 1824-Απρίλιος 1826), υπήρξε ένας ιδιαίτερα μορφωμένος άνθρωπος της εποχής του, ο Γεώργιος Ψύλλας (Αθήνα, 1794-1878).Λόγω της καλής του επιδόσεως στα σχολικά μαθήματα, έλαβε υποτροφία από τους εφόρους της "Φιλομούσου Εταιρείας" και σπούδασε στα πανεπιστήμια της Πίζας, Γοτίγγης, κ.α (3) .

Η "Φιλόμουσος Εταιρεία"αποσκοπούσε στην άνοδο του μορφωτικού επιπέδου των νέων και στην καλλιέργεια του ελληνικού πολιτισμού μέσω της χορηγήσεως υποτροφιών, της εκδόσεως ωφελίμων βιβλίων, της διεξαγωγής αρχαιολογικών ερευνών κ.α (4) . Από τις στήλες της Εφημερίδος των Αθηνών , ο Νεόφυτος Μεταξάς και ο Γεώργιος Ψύλλας προωθούν τα ιδεώδη της "Φιλομούσου Εταιρείας" της οποίας αμφότεροι είναι μέλη, ο πρώτος μάλιστα με την ιδιότητα του Εφόρου. Στο φύλλο 88-89 της 15-9-1825 σ.σ. 2-3 της Εφημερίδος των Αθηνών τονίζεται ο ρόλος της "Φιλομούσου Εταιρείας" στον "φωτισμό του Γένους" σε βραχεία ανακοίνωση την οποία συνυπογράφουν οι Εφοροι αυτής, μεταξύ των οποίων και ο Νεόφυτος Μεταξάς.

Εξάλλου στο φύλλο 99 το οποίο εκ παραδρομής φέρει την ημερομηνία 16-10-1825 αντί του ορθού Δεκέμβριος 1826 εφιστάται η προσοχή στην Διοίκηση να προστατευθούν τα "αρχαία οικοδομήματα" τα οποία βρίσκονται στην πόλη των Αθηνών και κινδυνεύουν βάσει του "περί εκποιήσεως νόμου".Προτείνεται η σύσταση επιτροπής υπό τον Συνταγματάρχη Φαβιέρο με την συμμετοχή των μελών της "Φιλομούσου Εταιρείας" η οποία θα μπορεί να προβαίνει και σε "διορθώσεις δρόμων" προκειμένου να διασώσει τα "αρχαία κτήρια". Ο Διονύσιος Σουρμελής εκθειάζει τις δραστηριότητες της "Φιλομούσου Εταιρείας" και την φλογερή επιθυμία των Αθηναίων για μάθηση , γεγονός αξιομνημόνευτο λόγω της επισφαλούς τους καταστάσεως εν μέσω της Επανάστασης (5) .

Συμμετέχει επομένως ο Νεόφυτος Μεταξάς σε μία ευρύτερη κίνηση αφυπνίσεως του υπόδουλου και επαναστατημένου Ελληνισμού η οποία εκφράζεται εν προκειμένω με την Εφημερίδα των Αθηνών και διευθύνεται από τον Γεώργιο Ψύλλα. Η Αικατερίνη Κουμαριανού διακρίνει την Εφημερίδα των Αθηνών από τις άλλες εφημερίδες του Αγώνα γράφοντας μεταξύ άλλων ότι"...την ίδια ξεχωριστή θέση την οποία έβρισκαν στην Εφημερίδα των Αθηνών ειδήσεις και νέα του πολέμου, την ίδια έβρισκαν και δημοσιεύματα που αναφέρονταν στο πολίτευμα και τους νόμους, στους θεσμούς, στον τύπο και στην ελευθεροτυπία..." Υπάρχει ακόμη φιλολογική ύλη, άρθρα και ειδήσεις για θέματα εκπαιδευτικά, ενώ "...πολύ πρώϊμα στην νεοελληνική γραμματεία γίνεται κοινή αναφορά στην κρητική ποίηση, στον Ρήγα, στον Χριστόπουλο, στον Σολωμό."

Η γλώσσα της εφημερίδος είναι η δημοτική ενώ σύμφωνα με την Αικατερίνη Κουμαριανού η Εφημερίς των Αθηνών "...βρίσκεται πολύ πιο κοντά προς τον διαφωτισμό που αναπτύχθηκε με τόση ρώμη και γενναιότητα φρονήματος, πριν από τον Αγώνα" (6) . Η παρατήρηση αυτή προσδίδει ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα στην αρθρογραφία του Νεοφύτου Μεταξά και στην στήριξη που παρέχει στον Γεώργιο Ψύλλα.

Οι δεσμοί μεταξύ των δύο ανδρών είναι πασιφανείς αλλά διακηρύσσονται και με τον διορισμό του Νεοφύτου Μεταξά ως τοποτηρητή της χηρεύουσας Μητροπόλεως των Αθηνών τον οποίο ο Γεώργιος Ψύλλας χαιρετίζει γράφοντας μεταξύ άλλων"...Οι καλοί Πολίται των Αθηνών είναι ευγνώμονες εις την Σ. Διοίκησιν, η οποία ένευσεν εις την ζήτησίν των και έστειλεν εδώ Πνευματικόν Ποιμένα τούτον τον ιερόν άνδρα όστις δακτυλοδεικτείται εις την Ελλάδα διά τον ένθερμον Πατριωτισμόν του, και διά την άλλην του ευαγγελικήν και αξίαν του υψηλού του βαθμού αρετήν" (7) .

Η ελληνική τυπογραφία το 1824, έτος κατά το οποίο εκδόθηκαν διάφορες εφημερίδες, πλην της προαναφερθείσας, οφείλει την ύπαρξή της στα φιλελληνικά κομιτάτα της Γαλλίας και της Αγγλίας τα οποία μερίμνησαν ώστε να σταλούν τυπογραφεία στην επαναστατημένη Ελλάδα. Ο Αγγλος συνταγματάρχης Στάνχοπ είναι αυτός ο οποίος προμήθευσε μεταξύ άλλων το τυπογραφείο της Εφημερίδος των Αθηνών (8) . Η εντυπωσιακή δράση των Αγγλων φιλελλήνων συνδυάζεται από το 1823 με την αγγλική εξωτερική πολιτική. Ηδη από τον Μάρτιο του ίδιου έτους ο Κάννινγκ έλαβε μία απόφαση η οποία θεωρείται ως η πρώτη διπλωματική ενέργεια της Αγγλίας προς την κατεύθυνση της ελληνικής ανεξαρτησίας και συνίστατο στην αναγνώριση των Ελλήνων ως εμπολέμων. Εκτός από τους φιλέλληνες, η ανάγκη προστασίας του αγγλικού εμπορίου στην ανατολική Μεσόγειο ,ο θάνατος του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι και η σύναψη του πρώτου δανείου της Ανεξαρτησίας από την αγγλική κεφαλαιαγορά, αποτελούν εξελίξεις που συνδέουν ολοένα και περισσότερο τον Αγώνα των Ελλήνων με την Αγγλία την διετία 1823-1824. Το ρωσικό σχέδιο περί ιδρύσεως τριών αυτόνομων ηγεμονιών (της ανατολικής, της δυτικής και της μεσημβρινής Ελλάδος) απορρίπτεται από τους Ελληνες οι οποίοι στρέφονται προς την Αγγλία και το 1825 υποβάλλουν προς αυτήν αίτηση προστασίας (9) .

Σημειωτέον ότι ο Στάνχοπ ο οποίος πρωτοστάτησε στην έκδοση της "Εφημερίδος των Αθηνών", μαζί με τον Λόρδο Βύρωνα και τον Νάπιερ, είχε ως αποστολή να βοηθήσει τους Ελληνες στην διαχείριση του δανείου της Ανεξαρτησίας. Ο Στάνχοπ όμως αναχώρησε από την Ελλάδα τον Μάϊο του 1824 και οι εφημερίδες που κυκλοφορήθηκαν μεταγενέστερα χάρη σ'αυτόν, ήτοι τα "Ελληνικά Χρονικά"και η Εφημερίς των Αθηνών δεν τελούσαν υπό την επιρροή του. Ενα ζήτημα το οποίο έθεσε πάντως εξαρχής ο Στάνχοπ και απασχόλησε τόσο τον Γεώργιο Ψύλλα όσο και τον Νεόφυτο Μεταξά από τις στήλες της Εφημερίδος των Αθηνών ήταν το ζήτημα της ελευθεροτυπίας (10) .

 

1. Τα όρια της ελευθεροτυπίας

Ηδη από τα τέλη του 1823, ο Στάνχοπ είχε συνδέσει την δωρεά των τυπογραφείων που μετέφερε στην Ελλάδα με την άνευ όρων κατοχύρωση της ελευθεροτυπίας. Στο Μεσολόγγι, όπου είχε εγκαταστήσει ένα από τα τυπογραφεία του, διαφώνησε για τα όρια της ελευθεροτυπίας με τον Λόρδο Βύρωνα. Ο τελευταίος, χωρίς να είναι αντίθετος με την ελευθερία του Τύπου, ανησυχούσε εντούτοις για τις τυχόν δυσμενείς επιπτώσεις που θα είχε μία άνευ όρων ελευθεροτυπία στην πορεία της Επανάστασης. Τις ανησυχίες του αυτές επέτειναν τα πρώτα σημεία εμφύλιας διαμάχης μεταξύ των ηγετικών παραγόντων του Αγώνα. Η ανησυχία του Λόρδου Βύρωνα ότι τα δημοσιεύματα του Τύπου θα όξυναν περαιτέρω τα πνεύματα αποδείχθηκε βάσιμη (11) .

Το ζήτημα της ελευθεροτυπίας αντιμετωπίστηκε για πρώτη φορά σε θεσμικό επίπεδο με τον Νόμο της Επιδαύρου(1823). Σύμφωνα με την παράγραφο η΄ του Νόμου της Επιδαύρου, διακηρυσσόταν η ελευθερία γνώμης, σκέψεως, εκφράσεως και τύπου με τους εξής περιορισμούς: " Οι Ελληνες έχουσι το δικαίωμα να κοινοποιώσιν άλλως τε και διά των τύπων τας δοξασίας των, αλλά με τους ακολούθους τρεις όρους: α) Να μη γίνεται λόγος κατά της χριστιανικής θρησκείας β) Να μην αντιβαίνωσιν εις τας κοινώς αποδεδειγμένας αρχάς της ηθικής γ) Να αποφεύγωσι πάσαν προσωπικήν ύβριν". Η ανωτέρω διάταξη εγγυάτο την ελευθεροτυπία μόνο για τους Ελληνες πολίτες και ηδύνατο να εφαρμοστεί με κατασταλτικά αλλά όχι προληπτικά μέτρα στις τρεις ανωτέρω περιπτώσεις (12) .

Η διάταξη αυτή που τροποποιεί ελαφρώς ανάλογη διάταξη του Νόμου της Επιδαύρου, είναι σαφώς επηρεασμένη από αντίστοιχες διατάξεις της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης της περιόδου 1789-1791 και των γαλλικών Διακηρύξεων και Συνταγμάτων που αναφέρονται στην ελευθερία του Τύπου (13) . Οι περιοριστικοί όροι στο άρθρο "περί ελευθεροτυπίας" που περιείχε το "Πολίτευμα της Επιδαύρου" συντάχθηκαν από τον Γεώργιο Ψύλλα κατόπιν εισηγήσεως του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου. Ο ίδιος ο Ψύλλας γράφει στα Απομνημονεύματά του ότι άλλαξε γνώμη για τους περιορισμούς που είχε αποφασίσει να εισηγηθεί στην Β΄ Εθνική Συνέλευση του Αστρους, ύστερα από συνομιλία του με τους Γεώργιο Γλαράκη και Στέφανο Κανέλλο και ενώ βρισκόταν καθ' οδόν προς αυτήν.

Γράφει συγκεκριμένα ότι "...ήρχισα να συλλογίζωμαι περί της γενικότητος των περιορισμών εκείνων και των συνεπειών αυτών, ώστε εσχημάτισα εν εμαυτώ παλινωδών εναντίαν γνώμην... ¨Οτε δε ήλθον εις τον τόπον των συνεδριάσεων, και ήρχισεν η ανάγνωσις και ψήφισις του Συντάγματος, άρθρου προς άρθρον, τότε αμέσως ηγέρθην να ζητήσω την απάλειψιν των περιοριστικών εκείνων διατάξεων, αλλ'εύρον πάσαν σχεδόν την ολομέλειαν των πληρεξουσίων εναντίον μου..." (14) . Πράγματι ο Γεώργιος Ψύλλας προβληματιζόταν εντονότατα για ζητήματα ελευθεροτυπίας και δεν ήταν καθόλου τυπική η αναγραφή δεξιά του τίτλου της εφημερίδος της φράσεως "Η παρρησία είναι η ψυχή της δικαιοσύνης". Την ελευθεροτυπία εξάλλου και τα αγαθά της εξυμνεί κατά πρώτον στην "Ειδοποίησιν"που εξέδωσε στην Σαλαμίνα στις 18-7-1824 προαναγγέλλοντας την έκδοση της Εφημερίδος των Αθηνών .

Στους προβληματισμούς αυτούς έρχεται να τοποθετηθεί ο Νεόφυτος Μεταξάς με ένα κείμενο που κοινοποιεί στην Εφημερίδα των Αθηνών μέσω του Π. Νικολαϊδη. Την αφορμή έδωσε η επαναδημοσίευση από τον Γεώργιο Ψύλλα, ενός άρθρου τρίτου που θεωρήθηκε επιλήψιμο από την Διοίκηση η οποία τον κάλεσε στο Ναύπλιο προς απολογία. Ο Ψύλλας δημοσίευσε στο φύλλο 86 (της 23-8- 1825, σ.σ.. 5-6) ένα άρθρο στο οποίο διερωτάτο ποιός έχει την ευθύνη για την παράβαση του νόμου "ο γράφων, ή ο εφημεριδογράφος, ή ο τυπογράφος ή και όλοι μαζί; " Ως προς την στάση του έναντι της Διοικήσεως ο Ψύλλας γράφει ότι ακολουθεί το παράδειγμα των αρχαίων Αθηνών οι οποίες "ώφειλον την δόξαν των εις την απόλυτον ελευθερίαν της γνώμης και αι νέαι Αθήναι δεν ώφειλον να υστερήσουν εις τούτο. Το κάτω-κάτω η πόλις της Παλλάδος ποτέ δεν τα επήγαινε καλά, ούτε υπήκουσε τους Πελοποννησίους, θα ήτο δε εξευτελιστικόν να λαμβάνη τώρα διαταγάς" (15) .

Στο φύλλο 85 της (28-8-1825 σ. 5 στο οποίο υπάρχει εμφανώς εσφαλμένη αρίθμηση του φύλλου) ο Νεόφυτος Μεταξάς διεκτραγωδεί την θλιβερή κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι Ελληνες οι οποίοι αδυνατούν να αποτινάξουν τον οθωμανικό ζυγό. Γράφει μεταξύ άλλων:

"...έπρεπε οι πάντες μικροί τε και μεγάλοι, ιερωμένοι τε και λαϊκοί, πολιτικοί τε και στρατιωτικοί να καθοπλισθώμεν με την αήττητον δύναμιν του τιμίου και ζωοποιού σταυρού και να συνδεθώμεν με τον σύνδεσμον της αγάπης, της ομονοίας, της συναινέσεως και συμφωνίας, ν'απορρίψωμεν δίκην κονιορτού την σατανικήν διχόνοιαν και έχθραν, την δοξομανίαν, την αισχροκέρδειαν, την άμετρον λυσσώδη μανίαν της αρπαγής και της πλεονεξίας, και τότε τω όντι θέλομεν αποφύγη την δουλείαν..."

Στο γλαφυρό αυτό κείμενο, η συνέχεια του οποίου αφορά στην ελευθεροτυπία, ο Νεόφυτος Μεταξάς σκιαγραφεί με αδρές γραμμές την απομάκρυνση των αγωνιζόμενων Ελλήνων από το χριστιανικό ήθος. Περιγράφει την υποταγή τους σε αχαλίνωτα πάθη και αδυναμίες που με τη σειρά τους διαιωνίζουν και οξύνουν ακόμη περισσότερο τον εμφύλιο σπαραγμό. Ο Νεόφυτος Μεταξάς θέτει όλους προ των ευθυνών τους

μηδέ των κληρικών εξαιρουμένων και υπό το πρίσμα αυτής της καταστάσεως τάσσεται εν συνεχεία υπέρ των τριών περιοριστικών όρων στο δικαίωμα της ελευθεροτυπίας. Οι όροι αυτοί, όπως σημειώνει, σχεδόν δεν εφαρμόζονται και εν πάση περιπτώσει η εφαρμογή τους υπόκειται σε κριτήρια τέτοια ώστε να μην διακυβεύεται η ελευθερία του Τύπου.

Μεταξύ άλλων γράφει:"Και όσον μεν διά το του Τύπου κεφάλαιον, δεν δυνάμεθα, φίλε Ψύλλα, να παραπονεθώμεν ότι ο Νόμος της Επιδαύρου μας ηδίκησε παντελώς ο τύπος, βλέπεις, είναι ελεύθερος και εν τούτω, καθ'όλην την έκτασιν και λέγω καθ'όλην την έκτασιν, επειδή οι τρεις όροι του εισίν όλως άτοποι και ασήμαντοι,ως εκ του ότι ο Νόμος δίδει ρητώς δικαίωμα εις τον καθένα να γνωστοποιή το τί δοξάζει, και τον τιμωρεί όταν παραβή τα προσδιορισθέντα του όρια, καθώς και αλλαχού κολάζονται οι παρόμοιοί του μ'όλον ότι είναι απροσδιόριστοι από τους περί τύπου Νόμους»,

Περαιτέρω επιχειρηματολογεί περί της ελευθερίας που παρέχει ο Νόμος της Επιδαύρου στον εφημεριδογράφο και αναφέρεται στην ύπαρξη ενός ή και περισσότερων τυπογραφείων στην ίδια πόλη ενώ δεν έχει κατ'αυτόν ευθύνη για τα εκδιδόμενα υπό των τυπογραφείων. Ως προς την εφαρμογή του νόμου ο Νεόφυτος Μεταξάς υπενθυμίζει στον Ψύλλα την περίπτωση της εφημερίδος « Τα Ελληνικά Χρονικά» γράφοντας ότι»...όταν...καθύβρισαν εσχάτως έναν Εκτελεστήν και δύο Υπουργούς, και κανείς δεν εζήτησεν ούτε τον υβριστήν ούτε τον εκδότην της Εφημερίδος».

Στο ίδιο κείμενο ο Νεόφυτος Μεταξάς υπεραμύνεται της ελλείψεως ευθύνης πέραν του εφημεριδογράφου και του τυπογράφου και των στοιχειοθετών επισημαίνοντας μεταξύ άλλων και το γεγονός ότι είναι συνήθως αναλφάβητοι. Διαβεβαιώνει τον Ψύλλα ότι βάσει των όρων του Νόμου της Επιδαύρου κανείς δεν μπορεί να περιορίσει το δικαίωμα της ελευθεροτυπίας παρά τις πιέσεις που μπορούν να ασκηθούν στον εφημεριδογράφο και τους τεχνικούς του Τύπου.

2.Σχέσεις Εκκλησίας- Πολιτείας

Η Εφημερίς των Αθηνών αποτελεί εκτός των άλλων βήμα για την επικοινωνία του Νεοφύτου Μεταξά με τους πιστούς τους οποίους ενημερώνει για την επικείμενη λειτουργία εκκλησιαστικού δικαστηρίου. Στην «προκήρυξη» που δημοσιεύθηκε στο φύλλο 22 (της 13-11-1824 σ.σ..2-3) άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του ενημερώνει τους κληρικούς και λαϊκούς της Μητροπόλεως ότι» ...εν εκάστη Δευτέρα της εβδομάδος συγκροτείται Σύνοδος Αρχιερατική μετά του ιερού Κλήρου εις την Μητρόπολιν της Επαρχίας ταύτης, και ει τις έχει υπόθεσιν ή διαφοράν, αναγομένην εις το Εκκλησιαστικόν κριτήριον, εισερχέτω θαρρούντως και θέλει λάβη (τω θείω ελέει και τη δυνάμει των ιερών Αποστολικών και Συνοδικών Κανόνων) το δίκαιόν του...»

Η « Προκήρυξις» αφορά σε ένα θεσμό της Οθωμανοκρατίας ο οποίος απηχεί και τον γενικότερο τρόπο σκέψεως των Ελλήνων της εποχής. Η ορθή απονομή της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης παραλληλίζεται με την ορθή εφαρμογή των πολιτικών νόμων οι οποίοι θα εξασφάλιζαν την εύρυθμη διοίκηση του νέου ελληνικού κράτους. Γράφεται χαρακτηριστικά στην συνέχεια της «Προκηρύξεως» ότι «...η ανθρωπότης άνευ των Νόμων τόσον πολιτικών, όσον και θρησκευτικών μένει στερημένη και αδικουμένη της δικαιοσύνης, ώστε η ευρυθμία και η ευταξία του ανθρωπίνου βίου είναι οι Νόμοι, οίτινες καθυποβάλλουσι τουςΚριτάς να κρίνωσι την δικαιοσύνην κατά το Δευτερονόμιον του Προφήτου Μωϋσέως».

Η θρησκευτικότητα των Ελλήνων λαμβάνεται υπ'όψιν από το «Προσωρινό Πολίτευμα» το οποίο χαρακτήριζε την «Ανατολικήν Ορθόδοξον του Χριστού Εκκλησίαν ως επικρατούσαν εν Ελλάδι» παράλληλα με την αναγνώριση της εθνικής προσφοράς της Εκκλησίας. Την διπλή αυτή αναγνώριση του ρόλου της Εκκλησίας αντανακλούσε και η επίκληση της «Αγίας και Αδιαιρέτου Τριάδος» στην προμετωπίδα του « Προσωρινού Πολιτεύματος».

Η διαφορά αυτή με τα γαλλικά Συντάγματα του 1793 και του 1795 στα οποία γίνεται συν τοις άλλοις αναφορά στην αρχήν της λαϊκής κυριαρχίας οφειλόταν στην επιθυμία να μην θιγεί η πολιτειακή αντίληψη της Ιεράς Συμμαχίας και να τονιστεί η κρατική οργάνωση των μαχόμενων για την ανεξαρτησία τους Ελλήνων. Οπως γράφει ο Σπυρίδων Τρικούπης «...Η Επανάστασις της Ελλάδος δεν εξερράγη περί πολιτικών συστημάτων, αλλά προς απόσεισιν του οθωμανικού ζυγού και προς ανέγερσιν του ελληνικού εθνισμού» στον οποίο, όπως προαναφέρθηκε,το θρησκευτικό στοιχείο ήταν ισχυρό και αναπόσπαστο στοιχείο του.

Μεμονωμένες τοποθετήσεις επιφανών λογίων και προσωπικοτήτων όπως ο Αδαμάντιος Κοραής ο οποίος εκφράζει σκεπτικισμό για την συνταγματική αναφορά στην «Αγία Τριάδα» επιδιώκουν την κατά το μάλλον ή ήττον μεταβολή των αντιλήψεων των Ελλήνων και την προσέγγισή τους με τις πολιτικές και ιδεολογικές ζυμώσεις της Εσπερίας (16).

Ο όρος «επικρατούσα θρησκεία» συνδέεται με την Εφημερίδα των Αθηνών καθόσον εκεί δημοσίευσε ο Θεόδωρος Νέγρης το 1824 ανάλυση του Συντάγματος της Επιδαύρου στην σύνταξη του οποίου είχε διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο. Στο κεφάλαιο « περί θρησκείας» επεξηγεί και διευκρινίζει ότι»...Θρησκεία καθ'αυτό του Ελληνικού Εθνους είναι η της Ανατολικής του Χριστού Εκκλησίας` και αι άλλαι όμως θρησκείαι, όλαι χωρίς εξαίρεσιν είναι δεκταί, και αι τελεταί και ιεροπραξίαι των δεν εμποδίζονται. Εις μόνην την Ανατολικήν του Χριστού Εκκλησίαν ως κυρίαν εκκλησίαν του Εθνους, γίνονται όλαι αι το Εθνος αφορώσαι επίσημοι τελεταί` εκείναι εις τας οποίας παρίστανται οι κατά μέρος Εξουσίαι εις τας επαρχίας».

Οπως παρατηρεί ο Βας. Καραγιώργος, στην ανάλυση του Νέγρη « τα προνόμια της επικρατούσας θρησκείας περιορίζονται στις επίσημες κρατικές τελετές.» Ο Νέγρης περαιτέρω εγγυάται την απρόσκοπτη λειτουργία ναών και συναγωγών για τους ετερόδοξους και δίδει το δικαίωμα πολιτογραφήσεώς τους ύστερα από την παρέλευση πενταετίας υπό όρους (17).

Ο Θεόδωρος Νέγρης, διακεκριμένος Φαναριώτης, είχε συνεργαστεί μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη, τον Νεόφυτο Μεταξά, τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και άλλους, στην προετοιμασία της συνελεύσεως η οποία στις 15 Νοεμβρίου 1821 ενέκρινε την « Νομική Διάταξιν της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος» της οποίας το κείμενο υπέγραψε μεταξύ άλλων ο Νεόφυτος Μεταξάς.

Ο Νέγρης, παρά τις επικρίσεις που έχει δεχθεί από πολλούς πρωταγωνιστές της εποχής όπως ο Φιλήμων, ο Εμμανουήλ Ξάνθος, Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και άλλοι για τον κακό και ραδιούργο χαρακτήρα του, είχε και άλλες, εξίσου έντονες θετικές πλευρές. Οι αρνητικές κρίσεις επικεντρώνονται κυρίως στην πολιτική του δράση, κρίνεται όμως απαραίτητο εδώ να εξαρθεί η παιδεία και η νομική του κατάρτιση για τις οποίες όπως γράφει ο Απόστολος Δασκαλάκης πρέπει «...να αποκατασταθή δια της ιστορίας η μνήμη του ανθρώπου αυτού, ο οποίος υπήρξεν ο θεμελιωτής των πολιτικών ελευθεριών του ελληνικού λαού, ως συντάκτης του οργανισμού της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος και κύριος συντελεστής του πολιτεύματος της Επιδαύρου και αρχιγραμματεύς της συνελεύσεως του Αστρους...».

Ο Θεόδωρος Νέγρης συνέταξε και τον πρόλογο της Νομικής Διατάξεως η οποία απαγγέλθηκε από τον Νεόφυτο Μεταξά και καταρτίστηκε από σπουδαίους δασκάλους του Γένους όπως ο Ανθιμος Γαζής και ο Γρηγόριος Κωνσταντάς. Ο Θεόδωρος Νέγρης επικρίθηκε με σφοδρότητα για το κείμενο της Νομικής Διατάξεως. Ο Αθως Τσούτσος συνοψίζει δι' ολίγων τα υπέρ και τα κατά αυτής: «Είναι αληθές ότι η Νομική Διάταξις, ως ήτο συντεταγμένη, ουχί ευχερώς ηδύνατο να τύχη εφαρμογής εις χώραν ευρισκομένην εις την επαναστατικήν εκείνην αναστάτωσιν, διεξάγουσαν απεγνωσμένον αγώνα υπάρξεως και υποκειμένην εις αμέσους εκ του εχθρού κινδύνους. Ως εκ τούτου η λεπτολόγος ρύθμισις και η νομική εμβρίθεια της Νομικής Διατάξεως ολίγον ανταπεκρίθη εις τας πολιτικάς ανάγκας των περιστάσεων ...ανεξαρτήτως όμως των συνθηκών εκείνων του φοβερού πολέμου και των εξημμένων παθών,η Νομική Διάταξις, ως το πρώτον συστηματικόν και λεπτομερές νομικόν κείμενον της απελευθερουμένης Ελλάδος, περιποιεί τιμήν εις την ελληνικήν σκέψιν...» (18) .

Από τα ανωτέρω, γίνεται κατανοητό το πλαίσιο της ευρείας συνεργασίας του Νεοφύτου Μεταξά με τον Θεόδωρο Νέγρη στην προσπάθεια διοικητικής οργάνωσης του επαναστατημένου Ελληνισμού εν μέσω οξύτατων παθών για τα οποία ασφαλώς ο Θεόδωρος Νέγρης έχει βεβαίως μέρος ευθύνης. Ομως η υποστήριξη της Εφημερίδος των Αθηνών διά του Γεωργίου Ψύλλα προς τον Νέγρη και η προηγηθείσα συνεργασία του με τον Νεόφυτο Μεταξά υπηρετούσαν ευρύτερους σκοπούς ήτοι την εδραίωση της διοικήσεως των επαναστατημένων περιοχών και την συνέχιση της Επανάστασης.

Τα θέματα της ελευθεροτυπίας, της «επικρατούσας θρησκείας» και η απονομή δικαιοσύνης από τα εκκλησιαστικά δικαστήρια για τα οποία έγινε λόγος προηγουμένως, αποτελούν αντικείμενο κριτικής. Δημοσιεύματα σε άλλες εφημερίδες όπως τα «Ελληνικά Χρονικά του Μεσολογγίου» την περίοδο 1824-1825, η αρθρογραφία προσωπικοτήτων όπως ο Νεόφυτος Βάμβας, κινούνται προς την κατεύθυνση του περιορισμού της εκκλησιαστικής επιρροής στον δημόσιο και ιδιωτικό βίο. Ο ίδιος ο Θεόδωρος Νέγρης είχε ταχθεί αρχικά εναντίον της ανάμιξης των κληρικών στη διοίκηση και στις πολιτικές διεργασίες αλλά εν τέλει υπαναχώρησε για πρακτικούς λόγους και η απονομή της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης εξακολούθησε να απονέμεται από τα εκκλησιαστικά δικαστήρια και με τον Νόμο της Επιδαύρου.

Ενας άλλος λόγος ήταν ότι "...δεδομένης της πλήρους σχεδόν ανυπαρξίας κατάλληλου επιστημονικού δυναμικού για την παραγωγή νομοθετικού έργου, η Εκκλησία και ο ελληνικός κλήρος αποδείχθηκαν αναντικατάστατοι εκφραστές και εγγυητές της κατά το δυνατόν ομαλότερης και αποτελεσματικότερης λειτουργίας του ήδη υπάρχοντος δικαιϊκού συστήματος...." (19) .

Η στάση του Θεόδωρου Νέγρη και του Νεοφύτου Μεταξά μπορεί να χαρακτηρισθεί μετριοπαθής με βάση τα νομικά κείμενα τα οποία ρυθμίζουν τις σχέσεις Εκκλησίας –Πολιτείας. Στάση η οποία δεν ικανοποιεί τους θιασώτες μιας πιο ριζοσπαστικής αντιμετώπισης αυτών των θεμάτων όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Νεόφυτος Βάμβας και άλλοι οι οποίοι σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας απηχούν το εκκοσμικευμένο πνεύμα της Δύσης. Μετριοπαθής μπορεί να χαρακτηριστεί και ο Γεώργιος Ψύλλας ο οποίος αναζητεί λύσεις οι οποίες να ανταποκρίνονται στις ανησυχίες όλων των πλευρών.

Στο πλαίσιο αυτό, επειδή γινόταν συχνά λόγος για τις « προκαταλήψεις» και τις « δεισιδαιμονίες» που είχαν υπεισέλθει στην θρησκεία από δημοσιεύματα με περισσότερο «φιλοδιαφωτιστικό» προσανατολισμό, ο Ψύλλας αντέδρασε ως εξής: Δεν ήθελε να θεσπισθεί στο συνταγματικό κείμενο απαγόρευση προσβολής μόνο της ορθόδοξης θρησκείας ώστε να μην παρεμποδίζεται νομοθετικά η καλοπροαίρετη στηλίτευση τυχόν δεισιδαιμονιών. Εν τέλει επικράτησε η απαγόρευση προσβολής της χριστιανικής θρησκείας γενικώς και όχι μόνο της ορθόδοξης παρά τις οξείες αντιδράσεις μελών της εθνοσυνέλευσης αλλά και άλλων εκτός αυτής. Ανάλογη ευαισθησία για την καταπολέμηση των « δεισιδαιμονιών» είχε εκφράσει και ο Στάνχοπ ο οποίος όπως είναι φυσικό ένοιωθε ένα είδος « πολιτιστικού σοκ» στο χώρο της καθ'ημάς Ανατολής.

Εντούτοις οι αντιδράσεις αυτής της ελίτ δεν ήταν δυνατόν να μεταβάλουν τον παραδοσιακό τρόπο του σκέπτεσθαι του λαού. Ο ίδιος ο Κοραής το αντιλαμβάνεται και σε επιστολή του στον Νεόφυτο Βάμβα τονίζει την σημασία του θρησκευτικού παράγοντος στην ηθική τόνωση των αγωνιζομένων Ελλήνων.

Προβληματισμός και διαφοροποιήσεις εμφανίζονται αυτή την περίοδο μεταξύ τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας για τον βαθμό προσαρμογής του ελληνικού δικαίου στις ευρωπαϊκές αντιλήψεις και ζυμώσεις, π.χ. μεταξύ των ομογενών αφενός και των εντοπίων αφετέρου, πράγμα που σε ένα βαθμό είναι εύλογο και αναμενόμενο. Οι αντιθέσεις αυτές δεν είναι μόνο πολιτιστικής φύσεως αλλά υποκρύπτουν και στοιχεία ατομικής και συλλογικής ιδιοτέλειας και αυθαιρεσίας γεγονός που εν μέρει δικαιολογείται λόγω των εμπόλεμων συνθηκών.

Σε παρόμοια γεγονότα αυθαιρεσίας αναφέρεται ο Νεόφυτος Μεταξάς σε άρθρο του στην Εφημερίδα των Αθηνών (φ.84-85, 31-8-1825 σ.6) στο οποίο καταγγέλλει ασεβείς πράξεις εκκλησιαστικών και πολιτικών παραγόντων όπως την πώληση ιερών αμφίων και εκκλησιαστικών ειδών, την χρησιμοποίησή τους για διακόσμηση όπλων κ.α.

Απευθυνόμενος ο Νέόφυτος Μεταξάς στους « ευγενεστάτους κι χρησιμοτάτους πολιτικούς» καθώς και στους « στρατιωτικούς, αξιωματικούς τε και λοιπούς» τους θέτει ενώπιον των ευθυνών τους έναντι του λαού γράφοντας μεταξύ άλλων «...έχετε όλον το φορτίον του αθώου λαού εις τον τράχηλόν σας, επειδή ο πράος, ο άκακος και κακουχούμενος λαός σας θρέφει,σας ενδύει, σας περιθάλπει, σας υπηρετεί και το πλείστον σας πληρώνει». Ο Νεόφυτος Μεταξάς τους προειδοποιεί ότι όλοι θα δώσουν «...λεπτομερή λόγον εις το αδέκαστον Κριτήριον του Δεσπότου Χριστού».

Σοβαροί μελετητές εκτιμούν ότι οι λόγοι αυτοί αποτελούν έκφραση διαμαρτυρίας σε όσους επιδιώκουν τον περιορισμό του θεσμικού και πνευματικού ρόλου της Εκκλησίας (20) . Χωρίς να αποκλείεται και αυτή η στόχευση, το γεγονός ότι απευθύνεται και σε αρχιερείς και σε ιερείς και μοναχούς δίδει ευρύτερο περιεχόμενο στον προβληματισμό του. Στους μεν αρχιερείς εκφράζεται με απολογητικό ύφος επικαλούμενος τον ψαλμό ξη΄(...ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με και οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ'εμέ) ενώ τους «ευλαβεστάτους» ιερείς και «οσιωτάτους» μονάζοντες καλεί να ανοίξουν τα «ψυχικά ομμάτιά» τους ,να στοχασθούν «οποίον αξίωμα» έχουν και να δουν ότι «...οι νομιζόμενοι χριστιανοί εξώκειλαν, δεν θέλουν να ηξεύρουν μήτε θρησκείαν, μήτε πίστιν, μήτε δόγματα, μήτε αγίαν εκκλησίαν του Χριστού».

Καλεί λοιπόν και τους κληρικούς και τους μονάζοντες να αρθούν κατά κάποιο τρόπο στο ύψος των περιστάσεων ώστε να ανταποκριθούν στην αποστολή τους. Στο κείμενο όμως και σε συνδυασμό με τα παραδείγματα που παρατίθενται, ο Νεόφυτος Μεταξάς καυτηριάζει κυρίως την απομάκρυνση των πιστών από τον χριστιανικό τρόπο ζωής και λιγότερο την απομάκρυνσή τους από την θρησκεία επειδή υϊοθέτησαν δυτικές πεποιθήσεις.

Είναι ασφαλώς δυσχερής η εξεύρεση ισορροπιών ανάμεσα στους θεσμούς που διαμορφώθηκαν κατά την οθωμανική περίοδο και των αλλαγών οι οποίες επιχειρούνται για πρώτη φορά σε θεσμικό επίπεδο. Είναι επίσης εύλογη η ύπαρξη πολιτικών, πολιτιστικών, οικονομικών και άλλων αντιθέσεων ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές ομάδες οι οποίες καταλήγουν και σε εμφύλιες διαμάχες. Η πραγματικότητα αυτή έχει και την δυσάρεστη πλευρά της την οποία στηλιτεύει ο Νεόφυτος Μεταξάς φθάνοντας στο σημείο να χαρακτηρίσει »κακοηθέστατους» τους δράστες επιλήψιμων πράξεων και συμπεριφορών.

Εντούτοις πρέπει να διαχωρισθούν οι μέχρις ενός σημείου εύλογες δυσχέρειες εξεύρεσης των πλέον πρόσφορων λύσεων που θα υπηρετήσουν τον ελληνικό εθνικό αγώνα και θα δημιουργήσουν τις νέες κοινωνικο-πολιτικές δομές του κράτους από τις επώδυνες διαδικασίες γέννησης των «εθνών-κρατών» της Δύσης.

Οι Ελληνες, ήδη από τον ΙΓ' αιώνα «..είχαν βιώσει την έννοια και υϊοθετήσει τον όρο του «γένους» και, όπως γράφει ο Κωνστ. Σβολόπουλος, «Η διαμόρφωση της ιδιοπροσωπείας τους, υπαρκτή και υπό τις χαλεπές συνθήκες της τουρκικής κατάκτησης, βασίστηκε στη διατήρηση και την καλλιέργεια της πάτριας γλώσσας,της ελληνικής παιδείας και της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. Ο εμπλουτισμός της πλούσιας αυτής πνευματικής παρακαταθήκης με γονίδια από τη δυτική Ευρώπη θα τους οπλίσει με πρόσθετα εφόδια για την εθνική χειραφέτησή τους. Η ισχυρή δόνηση, σε επίπεδο ηθικό και πνευματικό, που θα επιτευχθεί χάρις στην εξακτίνωση των ιδεών του Διαφωτισμού θα ακολουθηθεί από τη ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής τους σκέψης μέσω της διάδοσης των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης» (21) . Στις διαπιστώσεις αυτές του Κωνστ. Σβολόπουλου θα είχε να προσθέσει κανείς ότι ο ΙΓ' αιώνας αποτελεί χρονική περίοδο ωρίμανσης και αποκορύφωσης συνειδησιακών επιλογών περί την έννοια του «Γένους» οι οποίες είχαν αρχίσει από τον 9 ο αιώνα.

 

3.Στρατιωτικά- πολιτικά γεγονότα του Αγώνα

Η διετία 1824-1826 χαρακτηρίζεται από έντονες διαμάχες μεταξύ των πρωταγωνιστών του Αγώνα. Ο Τύπος, μηδέ της Εφημερίδος των Αθηνών εξαιρουμένης, έχει ενεργό ρόλο στην εξέλιξη της εμφύλιας σύγκρουσης και τάσσεται με οξύτητα υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς. Από τις αρχές του 1824 έχουμε κλιμάκωση της εμφύλιας διαμάχης στην οποία «...από τη μιά μεριά βρίσκονταν συσπειρωμένοι οι νησιώτες με επικεφαλής τον Κουντουριώτη, στους οποίους λίγο αργότερα προστέθηκαν και οι Στερεοελλαδίτες, ενώ από την άλλη οι Πελοποννήσιοι με τους στρατιωτικούς».»...τελικά η φάση εκείνη της εμφύλιας σύγκρουσης έληξε στα τέλη του 1824, με επικράτηση των νησιωτών» (22) .

Στην Εφημερίδα των Αθηνών (φύλλο 22, ανταπόκριση 10-11-1824 σ.2 και φ.23 σ. 2) επικρίνονται οι Λόντος, Ζαϊμης, Νοταράς και Κολοκοτρώνης διότι»...φαίνονται να βοηθούν την επανάστασιν των Αρκαδίων εναντίον της Διοικήσεως...».Η Εφημερίς των Αθηνών έχει σαφή φιλοκυβερνητική τοποθέτηση η οποία, σπανίως την παρασύρει σε μεροληπτικά δημοσιεύματα. Η επιρροή του Ι.Γκούρα στον πολιτικό χαρακτήρα του εντύπου είχε ως αποτέλεσμα να αποκρυβεί η δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου, μιας από τις επιφανέστερες μορφές της Επανάστασης, γεγονός που αποτελεί το πλέον αξιοκατάκριτο δημοσίευμα της Εφημερίδος των Αθηνών καθόλο το διάστημα της έκδοσής της.

Ο Νεόφυτος Μεταξάς στηρίζει την κυβέρνηση χωρίς να εμπλέκεται σε αντιπαραθέσεις οι οποίες θα ήταν ασυμβίβαστες με το εκκλησιαστικό λειτούργημα.

Δράττεται της ευκαιρίας να προβάλλει με κείμενό του στην Εφημερίδα των Αθηνών τα κατά θάλασσα ανδραγαθήματα του Μιαούλη, καλώντας τους Ελληνες να τον μιμηθούν και να στραφούν εναντίον του εχθρού εγκαταλείποντας τις μεταξύ τους αντιθέσεις. Κατ'αυτόν τον τρόπο εμμέσως επιβραβεύει την νομιμοφροσύνη του Μιαούλη και τον καλεί να παραμείνει πιστός στη Διοίκηση.

Ο έπαινος του Νεοφύτου Μεταξά προς τον Ανδρέα Μιαούλη δημοσιεύθηκε υπό τη μορφή επιστολής στην Εφημερίδα των Αθηνών στο φύλλο 23 με ημερομηνία 18-11-1824.Στην επιστολή αυτή ο Νεόφυτος Μεταξάς συγκρίνει τα ναυτικά κατορθώματα του Μιαούλη με εκείνα του Θεμιστοκλή και μάλιστα τον θεωρεί ανώτερο εκείνου διότι νίκησε σε πολλές ναυμαχίες και όχι μόνο σε μία όπως ο Θεμιστοκλής στη Σαλαμίνα. Δεν φείδεται επαίνων προς τον Μιαούλη και σημειώνει ιδιαιτέρως το βραβείο που θα λάβει από την «Υπερτάτη» Διοίκηση θέλοντας εμμέσως να επαινέσει την νομιμοφροσύνη του προς αυτήν αλλά και να τον παροτρύνει να μην αλλάξει στάση.

Η απάντηση του Μιαούλη προς τον Νεόφυτο Μεταξά δημοσιεύεται στο επόμενο φύλλο 25 της Εφημερίδος των Αθηνών ( σ.2) και είναι ενδεικτική του σεβασμού που τρέφει ο τελευταίος προς το πρόσωπο του αγωνιστή επισκόπου αλλά και της στάσεώς του στα πολιτικά πράγματα αφού δηλώνει ρητώς ότι αγωνίζεται « υπέρ της Πατρίδος» αλλά και υπέρ «στερεώσεως» της Διοικήσεως. Ολόκληρη η επιστολή του διαπνέεται από φλογερή πίστη. Γράφει χαρακτηριστικά ότι δεν υπήρξε παρά «...απλούν όργανον των όσων η θεία αυτού πρόνοια προ αιώνων υπέρ της ανακτήσεως της ελευθερίας του περιουσίου Χριστεπωνύμου της Ελλάδος λαού προωρίσατο».»Και εις τούτο άλλο δεν έκαμα παρά το πατριωτικόν και Χριστιανικόν χρέος μου...» διαβεβαιώνει ο Μιαούλης αποκαλύπτοντας για άλλη μια φορά το βαθύτερο ελληνοχριστιανικό φρόνημα των αγωνιστών της Εθνικής Παλιγγενεσίας.

Τα λόγια αυτά του Μιαούλη έρχονται σε ασυμφωνία με τη γνώμη του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου ο οποίος χαρακτηρίζει τον Μιαούλη «ήκιστα προς τον Θεόν ευλαβή» και ισχυρίζεται ότι «δεν εστηρίχθη ούτε κατά τον μετέπειτα βίον του επί του θρησκευτικού αισθήματος». Την γνώμη αυτή του μεγάλου μας ιστορικού αντικρούει ο Παύλος Καρολίδης ο οποίος επιμελήθηκε και την έκδοση της «Ιστορίας του Ελληνικού Εθνους»του 1925. Την αντίθετη γνώμη του βασίζει στο αρχείο Λαζάρου και Γεωργίου Κουντουριώτη από το οποίο παραθέτει διάφορες επιστολές του Μιαούλη στις οποίες ο τελευταίος εκδηλώνει το έντονο θρησκευτικό αίσθημα που τον διακατείχε. Η επιστολή του Μιαούλη στην Εφημερίδα των Αθηνών την οποία δεν γνωρίζει ο Καρολίδης έρχεται να επιβεβαιώσει με την σειρά της την θρησκευτικότητα του ανδρός χωρίς βεβαίως να εξαλείφει τα αρνητικά στοιχεία του χαρακτήρα του (23) .

Η τελευταία αρθρογραφία του Νεοφύτου Μεταξά από τις στήλες της Εφημερίδος των Αθηνών χρονολογείται στις 19 Φεβρουαρίου 1826 (φ.27 σ.σ..132-133 όπως εσφαλμένα αριθμείται σε προφανή αναντιστοιχία με τον αριθμό φύλλου).Αφορά την διαδικασία εκλογής πληρεξουσίων στις οποίες εμπλέκεται ο Αγιος Θηβών, τον οποίο επιχειρεί να προστατεύσει. Το κείμενο που δημοσιεύεται εδώ εκφωνήθηκε «εις το Γυμνάσιον του αγίου Δημητρίου Ιπποδρομίου, όντος παντός του στρατού και του Λαού...»Στο λόγο αυτό ο Νεόφυτος Μεταξάς για άλλη μια φορά στηλιτεύει τις μικροπολιτικές πονηρίες και μηχανορραφίες διαφόρων τοπικών παραγόντων και επιδιώκει να διασώσει το κύρος και να βοηθήσει την επιτέλεση του έργου της λεγόμενης «Νομοτελεστικής» εξουσίας.

Μεταξύ άλλων επικρίνει τις τάσεις αρχομανίας των συγχρόνων του γράφοντας ότι»...ημείς αυτοί εξευτελίσαμεν πολύ τα υπουργήματα, πολλαπλασιάζοντες και σμικρύνοντές τα τόσον, δεν ημπορεί κανείς να το αρνηθεί, αλλ'ότι κρέμαται από ημάς δια να τα κάμωμεν σημαντικά...και τούτο όλοι το γνωρίζομεν.Φρόνησιν λοιπόν, ομόνοιαν αληθή και ειλικρινή πατριωτισμόν ας παρακαλέσωμεν τον Θεόν να εμπνεύση εις τας ψυχάς μας και όλα ευοδούνται κατ'ευχήν...σύμφωνα και με το γενικόν της Πατρίδος συμφέρον.»

Οι διαπιστώσεις και οι παρατηρήσεις του Νεοφύτου Μεταξά ως προς τις έριδες των Ελλήνων και τις διαμάχες τους περί τα διάφορα αξιώματα δικαίως βρίσκονται στο επίκεντρο του προβληματισμού του όπως άλλωστε διαφαίνεται και από τους εγκυρότερους μελετητές αυτής της περιόδου. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Douglas Dakin συγκρίνοντας τον λόρδο Βύρωνα με τον Στάνχοπ γράφει ότι ο τελευταίος " Δεν είχε ωστόσο συλλάβει το νόημα των ελληνικών πραγμάτων με την ίδια διεισδυτικότητα που το είχε συλλάβει ο Μπάιρον. Δεν μπόρεσε να αντιληφθεί πόσο παράλογες μπορούσαν να είναι οι προσωπικές έχθρες στην Ελλάδα....αγνοούσε σχεδόν εντελώς τον παράγοντα των τοπικών και προσωπικών ανταγωνισμών......" (24) .

Οι λόγοι αυτοί φανερώνουν τον πολυμέτωπο αγώνα που διεξήγε ο Νεόφυτος Μεταξάς υπέρ του ποιμνίου του, αγώνα που απέβλεπε στην εθνική και πνευματική ανύψωση του Γένους. Οι λόγοι αυτοί είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ επίκαιροι και η παρακαταθήκη που αφήνει είναι πολύτιμη για τον κλήρο και το λαό, στην σημερινή ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία που διέρχεται η χώρα υπέρ της οποίας τόσα προσέφερε ο Νεόφυτος Μεταξάς.


 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1) Κούκουνα Δ,. Αρχεία Ελληνικής Βιογραφίας , "Μεταξά ς Νεόφυτος", τ.Β΄,Αθήνα 2008, σ.555.

(2) Μυστακίδου Κατερίνας, Η Μεγάλη Ιδέα στον Τύπο του Γένους, Αθήνα 2005², σ.42.

(3) Κουμαριανού Αικατερίνης, "Ψύλλας Γεώργιος", Εγκυκλοπαἰδεια του Ελληνικού Τύπου 1784-1974, Δ΄(2008)380.

(4)"Φιλόμουσος Εταιρεία", Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "Ηλίου", τ.ΙΗ΄, σ.246.

(5)Γέροντα Δ., Οι Αθηναίοι στην Επανάσταση του 1821, Αθήνα 1991, σσ.13.

(6)Κουμαριανού Αικατερίνης, Ο Τύπος στον Αγώνα, τ.Α΄,Αθήνα 1971,σσ.57-58.

(7) Εφημερίς των Αθηνών, φ15, .σ.4.

(8)Μαζαράκη-Αινιάν Ι.,"Ο Τύπος", Νεότερη Ελληνική Πολιτική Ιστορία 1750-1940, Αθήνα χ.χ. σ.157.

(9) Τσάκωνα Δ., Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας και πολιτικής κοινωνίας, τ.Α΄, Θεσσαλονίκη 2003, σσ.376-377.

(10)Κουμαριανού, όπ.π., σσ. λ΄-λα΄, λε΄.

(11)Δασκαλάκη Απ., Ο Τύπος και η νεοελληνική αναγέννησις, Αθήνα 1964, σ.26.

(12)Αντωνοπούλου Νικ., Η Ελευθερία του Τύπου εν Ελλάδι , Αθήνα 1965, σ.33.

(13) Zilemenos C., Droit de la Presse Hellénique, Paris 1970, σ . 15.

(14)Κουμαριανού, όπ.π., σ.λς΄.

(15)Παπαλεξάνδρου Κ., Φρούρια Ελευθερίας, Αθήνα 1971, σσ.117, 120-121.

(16)Γεωργοπούλου Κ., Το προσωρινόν πολίτευμα της Ελλάδος του 1822, Αθήνα 1973, σσ.23-27

(17)Καραγιώργου Β., Το ζήτημα της σχέσεως Εκκλησίας και Πολιτείας κατά την περίοδο της Επαναστάσεως (1821), Αθήνα 1998, σσ.50-51.

(18)Τσούτσου Αθ., "Η Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος της 15 Νοεμβρίου 1821", Κράτος και Ιστορία, Αθήνα-Κομοτηνή 1990, σσ.43, 46-48, 50-51, 67.

(19)Μανίκα Κ., Η διαμόρφωση των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας στη νεώτερη Ελλάδα(1821-1852 ) , Αθήνα 2008 σ.47.

(20)Καραγιώργου, όπ.π., σσ.158-163, 166-170

(21)Σβολόπουλου Κ., "Η απόφαση για τη σύσταση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους", Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, 83(2008)30.

(22)Αλιβιζάτου Ν., Εισαγωγή στην ελληνική συνταγματική ιστορία, Σημειώσεις Πανεπιστημιακών παραδόσεων, τεύχος Α΄, 1821-1941, Αθήνα-Κομοτηνή 1981, σσ. 34-35.

(23)Παπαρρηγοπούλου Κ., Ιστορία του Ελληνικού Εθνους, τ.6, Αθήναι 1925, σσ. 83-85.

(24) Dakin D . Ο Αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833,Αθήνα 1989, σ.155.

 

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.