Συνήλθε η Μικτή Επιτροπή του Διαλόγου μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των (Αρχαίων) Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών
Συνήλθε από 1ης έως 6ης Νοεμβρίου τρ.ε. στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στο Σαμπεζύ της Γενεύης, η Μικτή Επιτροπή του Διαλόγου μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των ( Αρχαίων) Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, με σκοπό την εξέταση της διαδικασίας αποκαταστάσεως της πλήρους κοινωνίας. Κατά τις συνεδρίες της Ολομελείας συμπροήδρευαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Ελβετίας κ. Δαμασκηνός (Οικουμενικό Πατριαρχείο) και Δαμιέττης κ. Bishoy (Κοπτική Εκκλησία).
Από της πλευράς της Ορθοδόξου Εκκλησίας, πλην του Συμπροέδρου, Σεβ. Μητροπολίτου Ελβετίας κ. Δαμασκηνού (Οικουμενικό Πατριαρχείο), συμμετείχαν οι ακόλουθοι: Σεβ. Μητροπολίτης Αξώμης κ. Πέτρος, Ελλογιμ. Καθηγητής κ. Βλάσιος Φειδάς, Γραμματεύς της Επιτροπής (Πατριαρχείο Αλεξανδρείας)· Σεβ. Μητροπολίτης Βύβλου και Βορτύων (Όρους Λιβάνου) κ. Γεώργιος (Πατριαρχείο Αντιοχείας)· Σεβ. Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ και Γιούργεψ κ. Πιτιρίμ, Ελλογιμ. Καθηγητής κ. Nikolai Zabolotski (Πατριαρχείο Ρωσσίας) · Σεβ. Μητροπολίτης Τρανσυλβανίας κ. Αντώνιος (Πατριαρχείο Ρουμανίας) · Θεοφιλ. Χωρεπίσκοπος Σαλαμίνος κ. Βαρνάβας, Ελλογιμ. Καθηγητής κ. Ανδρέας Παπαβασιλείου (Εκκλησίας Κύπρου)· Σεβ. Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης κ. Μελέτιος, Αιδεσιμολ. Καθηγητής Πρωτοπρεσβύτερος κ. Ιωάννης Ρωμανίδης (Εκκλησία Ελλάδος)· Αιδεσιμ. Πρεσβύτερος κ. Jani Trebicka, Αιδεσιμολ. Πρεσβύτερος κ. Martin Ritsi (Εκκλησία Αλβανίας)· Αιδεσιμολ. Καθηγητής Πρωτοπρεσβύτερος κ. Pavel Ales, Ελλογιμ. Καθηγητής κ. Roaan Juriga ( Εκκλησία Τσεχοσλοβακίας) · Αιδεσιμολ. Πρεσβύτερος κ. Heikki Huttunen (Εκκλησία Φιλλανδίας).
Ως ειδικοί ομιλητές παρέστησαν οι: Αιδεσιμολ. Καθηγητής Πρωτοπρεσβύτερος κ. Γεώργιος Δράγας και Ελλογιμ. Καθηγητής κ. Γεώργιος Μαρτζέλος.
Από της πλευράς των ( Αρχαίων) Ορθοδόξων Ανατολικών Εκκλησιών, πλην του Συμπροέδρου, Σεβ. Μητροπολίτου Δαμιέττης κ. Bishoy, συμμετείχαν οι ακόλουθοι: Θεοφιλ. Επίσκοπος Σεραπίων, Ιερολ. Διάκονος Καθηγητής Dr Emile Maher Ishak (Κοπτική Εκκλησία)· Σεβ. Μητροπολίτης Χαλεπίου κ. Yohanna Ibrahim (Συριακή Εκκλησία)· Σεβ. Αρχιεπίσκοπος Dr Mesrob Κ. Krikorian ( Αρμενικό Καθολικοσάτο του Etchniadzin ) · Σεβ. Αρχιεπίσκοπος Λιβάνου κ. Araa Keshishian, Σεβ. Αρχιεπίσκοπος Mesrob Ashdjian (Αρμενικό Καθολικοσάτο της Κιλικίας)· Αι δεσιμολ. Πρεσβύτερος κ. George Kondothra (Συριακή Εκκλησία (Μαλαμπάρ) των Ινδιών) · Σεβ. Αρχιεπίσκοπος Τίγρεως κ. Makarios, Αιδεσιμολ. Πρεσβύτερος Yohannes Sellassie (Αιθιοπική Εκκλησία).
Κατά την εναρκτήρια συνεδρία, ο Συμπρόεδρος Σεβ. Μητροπολίτης Ελβετίας κ. Δαμασκηνός έλαβε τον λόγο και ανέγνωσε την εισαγωγική του ομιλία, η οποία δημοσιεύεται κατωτέρω:
" Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί.
Σας καλωσορίζω εις το ΟΌρθόδοξον Κέντρον του Οικουμενικού Πατριαρχείου και σας μεταφέρω τας ευχάς και ευλογίας της Α. Θ. Παναγιότατος τον Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου δι'ευόδωσιν των εργασιών της Επιτροπής μας.
Η παρούσα σννέλευσις τής Ολομελείας της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής του Διαλόγου μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών είναι μία των σημαντικωτέρων όχι μόνον δια την ορθήν αξιοποίησιν του ήδη επιτελεσθέντος ιστορικού πράγματι θεολογικού έργου υπό της ημετέρας Επιτροπής κατά τας προηγουμένας συνελεύσεις, αλλά και δια την διευκόλυνσιν των αναγκαίων εκκλησιαστικών διαδικασιών προς την αποκατάστασιν της πλήρους κοινωνίας. Η αποστολή μας είναι δύσκολη, αλλά αναγκαίος και ο συντονισμός όλων μας προς το πνεύμα των μεγάλων πατερικών μορφών της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων. Εκείνοι είναι οι διδάσκαλοι όλων μας. Εκείνοι θα κατευθύνουν την σκέψιν και τα διανοήματα μας, ώστε αι τελικαί προτάσεις μας να είναι κατά Κύριον.
Η αποστολή της παρούσης συνελεύσεως προκύπτει εκ της περατώσεως του θεολογικού έργου της Επιτροπής, το οποίον απετυπώθη εις δύο κ οινές Δηλώσεις και αξιολογείται γενικώς, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, ως μία ουσιαστική συμβολή προς την κατεύθννσιν της αποκαταστάσεως της εκκλησιαστικής κοινωνίας. Επιθυμώ να υπογραμμίσω ότι τρεις Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, ήτοι τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ρουμανίας, εξέφρασαν επισήμως την συμφωνίαν και ικανοποίησιν αυτών δια τα επιτευχθέντα εις τον Διάλογον αποτελέσματα και αναμένουν μετ'εμπιστοσύνης τας εξελίξεις εκείνας, αι ο ποίαι θα καταστήσουν δυνατήν την τελείαν κοινωνίαν μεταξύ των δύο οικογενειών Εκκλησιών, θετικαί είναι αι κρίσεις και των άλλων κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Υπό την έννοιαν αυτήν το θεματολόγιον και η μέθοδος εργασιών της παρούσης συνελεύσεως της Επιτροπής επιβεβαιώνουν ότι συμβαίνει τι το σημαντικόν εις τας σχέσεις των Εκκλησιών μας.
Το θεματολόγιον υποδηλώνει, ότι καλούμεθα να αναζητήσωμεν συγκεκριμένος προτάσεις δια την υπέρβασιν των ήδη διαπεπιστωμένων εις τας Κοινάς Δηλώσεις εκκλησιαστικών εμποδίων, ως λ.χ. των εκατέρωθεν επιβληθέντων ιστορικών "Αναθεμάτων και της μη κοινής συναριθμήσεως των επτά Οικουμενικών συνόδων. Υπό το πνεύμα αυτό διετυπώθησαν και τα θέματα της ημερησίας διατάξεως της παρούσης συνελεύσεως της Ολομελείας της Επιτροπής, ήτοι:
Ποία είναι η αρμοδία εκκλησιαστική αυθεντία εκατέρας πλευράς δια την άρσιν των αναθεμάτων και ποίαι αι προϋποθέσεις δια την αποκατάστασιν της εκκλησιαστικής κοινωνίας;
Η άρσις των αναθεμάτων ποίων συνόδων και ποίων προσώπων είναι δυνατή κατά την πρότασιν της παραγράφου 10 της δευτέρας κοινής Δηλώσεως;
Ποία είναι η κανονική διαδικασία των δύο πλευρών δια την άρσιν των αναθεμάτων και την αποκατάστασιν της εκκλησιαστικής κοινωνίας;
Πως κατανοούμεν και πως θα εφαρμόσωμεν την αποκατάστασιν της εκκλησιαστικής κοινωνίας εις την ζωήν της Εκκλησίας ημών;
Ποίαι είναι αι κανονικαί και λειτουργικαί συνέπειαι της πλήρους κοινωνίας ;
Είναι ευνόητον εις πάντας, ότι αι θεολογικαί προτάσεις μας πρέπει να θεμελιώνωνται εις την εκκλησιαστικήν παράδοσιν και πράξιν των πρώτων αιώνων, διο και αι Ε κκλησίαι ετίμησαν την Επιτροπήν μας δια της αναθέσεως της μελέτης των ειδικών τούτων εκκλησιαστικών ζητημάτων.
Η μέθοδος των εργασιών απεφασίσθη εις τας συναντήσεις των Προέδρων και των Γραμματέων της Επιτροπής και προβλέπει κεχωρισμένας κατ' αρχήν μεν συναντήσεις των εκπροσώπων των δύο οικογενειών Εκκλησιών, εν συνεχεία δε κοινάς συνεδρίας της Ολομελείας της Μικτής Επιτροπής. Ο λόγος της τοιαύτης διαφοροποιήσεως της μεθόδου εργασιών συνδέεται α φ' ενός μεν προς την ιδιαιτερότητα της προβληματικής των δύο πλευρών έναντι των αυτών ζητημάτων, α φ'ετέρου δε προς την πληρεστέραν εμβάθννσιν εις το ειδικώτερον περιεχόμενον των δύο παραδόσεων επί των ζητημάτων αυτών. Υπό το πνεύμα αυτό εθεωρήθη αναγκαία η πρόσκλησις και ορισμένων εκλεκτών συμβούλων δια την διευκόλυνσι ν του έργου της Επιτροπής επί των ειδικωτέρων ζητημάτων του θεματολογίου.
Είναι γνωστόν ότι τα συγκεκριμένα ζητήματα απασχολούν ή θα απασχολήσουν τας Εκκλησίας κατά την διαδικασίαν αξιοποιήσεως των θετικών καρπών του θεολογικού μας Διαλόγου. "Ορισμένα εξ αυτών έχουν ήδη τεθή εμμέσως και δια της δευτέρας Κοινής Δηλώσεως του Διαλόγου μας, ως λ.χ. αι προϋποθέσεις δια την άρσιν των εκατέρωθεν επιβληθέντων αναθεμάτων κ.λπ. Αι Εκκλησίαι αναμένουν να πληροφορηθούν τας θεολογικάς προτάσεις μας δια τας σημαντικάς αποφάσεις των προς την κατεύθυνσιν της αποκαταστάσεως της εκκλησιαστικής κοινωνίας. Εις την προσπάθειαν μας αυτήν το κύριον πρόβλημα δεν είναι να πείσωμεν μόνον εαυτούς και αλλήλους, αλλά να κατευθύνωμεν προς τας ανάγκας των Εκκλησιών μας την ερειδομένην επί των πηγών της κοινής μας παραδόσεως αξιόπιστον και πειστικήν πρότασιν, η οποία θα αξιοποιηθή καταλλήλως από την αρμοδίαν εκκλησιαστικήν αυθεντίαν και των δύο πλευρών.
Έχομεν τας θεολογικάς προϋποθέσεις να επιτύχωμεν τούτο εις τον σύντομον χρόνον της συνελεύσεως μας, αν εργασθώμεν εν αγάπη και επιδείξωμεν πνεύμα αμοιβαίας κατανοήσεως κατά τας συζητήσεις. Η εντυπωσιακή πρόοδος του Διαλόγου μας ήτο καρπός αυτής της αγάπης η οποία "οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς" και "ἔξω βάλλει τόν φόβον". Εύχομαι λοιπόν η αποδεδειγμένη δύναμις της αγάπης να συντονίση τας συζητήσεις προς εποικοδομητικάς προτάσεις, αι οποίαι θα προέρχωνται από την διαχρονικήν εμπειρίαν της Εκκλησίας, θα απευθύνωνται δε προς τας Εκκλησίας, αι οποίαι έχουν εν αγίω Πνεύματι την δύναμιν να διακρίνουν το θέλημα του Θεού εις την Ιστορίαν της σωτηρίας. Το θέλημα του Θεού είναι η ενότης της Εκκλησίας Του, η οποία οικοδομείται από τον Παράκλητον, το Πνεύμα της αληθείας. Αποστολή μας είναι να μην αποστώμεν από το θέλημα του Θεού κατά τας κρίσιμους ημέρας και να δεχθώμεν την πνοήν του αγίου Πνεύματος δια την οικουμενικήν μαρτυρίαν της Ορθοδοξίας εις τον σύγχρονον κόσμον".
Η Μικτή Επιτροπή του Διαλόγου μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των (Αρχαίων) Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών εξέδωσε, μετά το πέρας των συνομιλιών, το ακόλουθο Ανακοινωθέν:
"Κατά την εντολήν των Εκκλησιών αυτών η Μικτή Επιτροπή του Διαλόγου μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών συνήλθεν εις την Δ' Συνέλευσιν αυτής εν τω Ορθοδόξω Κέντρω του Οικουμενικού Πατριαρχείου εις Σαμπεζύ Γενεύης της Ελβετίας από της 1 ης μέχρι της 6 ης Νοεμβρίου 1993, ίνα έξετάση την διαδικασίαν αποκαταστάσεως της πλήρους κοινωνίας.
Οι επίσημοι εκπρόσωποι των δύο Ορθοδόξων εκκλησιαστικών οικογενειών και οι σύμβουλοι αυτών συνηντήθημεν εις ατμοσφαίραν προσευχής και θερμής, εγκαρδίου και χριστιανικής αδελφικής αγάπης. Εν τω Ορθοδόξω Κέντρω του Οικουμενικού Πατριαρχείου ετύχομεν της ευγενούς και γενναίας φιλοξενίας της Α.Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου Α' δια του Σεβ. Μητροπολίτου Ελβετίας Δαμασκηνού.
Οι 30 συμμετέχοντες προήρχοντο εξ Αιγύπτου, Αιθιοπίας, Αλβανίας, Αυστρίας, Ελλάδος, Κύπρου, Ινδίας, Λιβάνου, Πολωνίας, Ρουμανίας, Ρωσσίας, Ελβετίας, Συρίας, Τσεχίας, Μεγάλης Βρεταννίας, Η.Π.Α. και Φιλλανδίας. :
Αι εν ολομέλεια συνελεύσεις της Μικτής Επιτροπής είχον ως συμπροέδρους τον Σεβ. Μητροπολίτην Ελβετίας κ. Δαμασκηνόν και τον Σεβ. Μητροπολίτην Δαμιέττης κ. Μπισόι. Ο Σεβ. Μητροπολίτης Δαμασκηνός εις τηνεναρκτήριον ομιλίαν αυτού εξήγησε την ακολουθησομένην διαδικασίαν και ετόνισεν ότι: Η παρούσα συνέλευσις της Ολομελείας της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής του Διαλόγου μετά της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών είναι μία των σημαντικωτέρων όχι μόνον δια την ορθήν αξιοποίησιν του ήδη επιτελεσθέντος ιστορικού πράγματι θεολογικού έργου υπό της ημετέρας Επιτροπής κατά τας προηγουμένας συνελεύσεις, αλλά και δια την διευκόλυνσιν των αναγκαίων εκκλησιαστικών διαδικασιών προς αποκατάστασιν της πλήρους κοινωνίας.
Μετά την εναρκτήριον συνεδρίαν εκάστη πλευρά συνηντήθη κεχωρισμένως δια την συζήτησιν των εισηγήσεων, αι οποίαι είχον προετοιμασθή επί των θεμάτων:
- Ποία είναι η αρμοδία εκκλησιαστική αυθεντία εκατέρας πλευράς δια την άρσιν των αναθεμάτων και ποίαι αι προϋποθέσεις δια την αποκατάστασιν της εκκλησιαστικής κοινωνίας
Η άρσις των αναθεμάτων ποίων συνόδων και ποίων προσώπων είναι δυνατή κατά την πρότασιν της παραγράφου 10 της δευτέρας κοινής Δηλώσεως;
Ποία είναι η κανονική διαδικασία των δύο πλευρών δια την άρσιν των αναθεμάτων και την αποκατάστασιν της εκκλησιαστικής κοινωνίας
Πως κατανοούμεν και πως θα εφαρμόσωμεν την αποκατάστασιν της εκκλησιαστικής κοινωνίας εις την ζωήν της Εκκλησίας ημών;
- Ποίαι είναι αι κανονικαί και λειτουργικαί συνέπειαι της πλήρους κοινωνίας;
Ητοιμάσθησαν δύο Εισηγήσεις, αι οποίαι παρουσιάσθησαν εις την ολομέλειαν δια διευκρινήσεις και συζητήσεις κατά την τρίτην ημέραν των εργασιών. Ως αποτέλεσμα των συζητήσεων αυτών οι Ανατολικοί Ορθόδοξοι παρουσίασαν κείμενον Απαντήσεως, το οποίον ήνοιξεν την οδόν προς περαιτέρω συζητήσεις εν ολομέλεια. Συνεκροτήθη Συντακτική Επιτροπή, αποτελούμενη εκ των Σεβ. Μητροπολιτών Damiette Bishoy, Χαλεπίου Gregorios Yohanna Ibrahim και Mesrob Krokorian από την πλευράν των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών και τους καθηγητάς π. Ιωάννην Ρωμανίδην, π. Γεώργιον Δράγαν και κ. Βλάσιον Φειδάν από την ορθόδοξον πλευράν δια την προετοιμασίαν ειδικών Προτάσεων προς τας δύο εκκλησιαστικά οικογενείας επί της άρσεως των αναθεμάτων εξ εκατέρας πλευράς και της αποκαταστάσεως της πλήρους κοινωνίας αυτών.
Το κείμενο των Προτάσεων τούτων συνεφωνήθη ομοφώνως μετά τας εν ολομελεία συζητήσεις και έχει ως ακολούθως:
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΑΡΣΙΝ ΤΩΝ ΑΝΑΘΕΜΑΤΩΝ
1. Υπό το φως της Κοινής Δηλώσεως ημών επί του Χριστολογικού
ζητήματος εν τη Μονή St. Bishoy (1989) και της Κοινής Δηλώσεως ημών εν
Chamb é s γ (1990) οι εκπρόσωποι των δύο εκκλησιαστικών οικογενειών
συμφωνούν ότι η άρσις των αναθεμάτων και των καταδικών του παρελθόντος
δύναται να πραγματοποιηθή επί τη βάσει της υπ' αυτών κοινής αναγνωρίσεως
του γεγονότος, ότι αι Σύνοδοι και οι Πατέρες, οι οποίοι ανεθεματίσθησαν
ή κατεδικάσθησαν κατά το παρελθόν, είναι ορθόδοξοι εν τη διδασκαλία
αυτών. Επίσης, υπό το φως των τεσσάρων ανεπισήμων Συναντήσεων (1964,
1967, 1970, 1971) και των ακολουθησασών τριών επισήμων Συνελεύσεων ημών
(1985, 1989, 1990) κατενοήθη ότι αμφότεραι αι οικογένειαι ετήρησαν
πιστώς την αυθεντικήν ορθόδοξον χριστολογικήν διδασκαλίαν και την
αδιάκοπον συνέχειαν της αποστολικής παραδόσεως, καίτοι εχρησιμοποίησαν
χριστολογικούς όρους κατά διαφόρους τρόπους.
2. Η άρσις των αναθεμάτων δέον όπως γίνη ομοφώνως και συγχρόνως
υπό των Προκαθημένων όλων των Εκκλησιών των δύο μέρων δια της υπογραφής ειδικής εκκλησιαστικής πράξεως, εν τη οποία θα διακηρύσσεται υφ' εκατέρας πλευράς ότι η ε τέρα είναι κατά πάντα ορθόδοξος.
3. Η άρσις των αναθεμάτων πρέπει να συνεπάγεται ότι:
α. αποκαθίσταται αμέσως η πλήρης κοινωνία των δύο πλευρών,
β. ουδεμία κατ'αλλήλων καταδίκη του παρελθόντος, συνοδική ή προσωπική, είναι πλέον ενεργός,
γ. πρέπει να συμφωνηθή κατάλογος Δίπτυχων των Προκαθημένων, ο οποίος θα χρησιμοποιήται εις την λειτουργικήν πράξιν.
4. Συγχρόνως, πρέπει να γίνουν τα ακόλουθα βήματα:
α. Η Μικτή Υποεπιτροπή δια ποιμαντικά θέματα δέον όπως συνέχιση το πολύ σημαντικόν έργον αυτής συμφώνως προς την ληφθείσαν άπόφασιν εις την Συνέλευσιν της Μικτής Επιτροπής τω 1990.
β. Οι Συμπρόεδροι της Μικτής Επιτροπής δέον όπως επισκεφθούν τους Προκαθημένους των Εκκλησιών προς πληρεστέραν πληροφόρησιν αυτών επί των αποτελεσμάτων του Διαλόγου.
γ. Πρέπει να ορισθή λειτουργική Υποεπιτροπή υπό των δύο πλευρών δια να μελετήση τας εκ της αποκαταστάσεως της κοινωνίας απορρέουσας λειτουργικάς συνεπείας και δια να προτείνη καταλλήλως τύπους συλλειτουργίας.
δ. Τα αναφερόμενα εις την εκκλησιαστικήν δικαιοδοσίαν θέματα πρέπει να αφεθούν προς ρύθμισιν εις τας αντιστοίχους αυθεντίας των τοπικών Εκκλησιών επί τη βάσει των κοινών κανονικών και συνοδικών αρχών.
ε. Οι δύο Συμπρόεδροι της Μικτής Επιτροπής μετά των δύο Γραμματέων του Διαλόγου δέον όπως μεριμνήσουν δια την εκπόνησιν καταλλήλων συγγραμμάτων δια την εξήγησιν της κοινής υφ' ημών κατανοήσεως της πίστεως, η οποία ωδήγησεν ημάς εις την υπέρβάσιν των διαιρέσεων του παρελθόντος, ως επίσης και εις την συνετετονισμένην διεξαγωγήν του έργου όλων των άλλων Υποεπιτροπών.
Μητροπολίτης Ελβετίας κ. Δαμασκηνός Μητροπολίτης Δαμιέττης κ. Βishoy
Καθηγητής κ. Βλάσιος Φειδάς Αρχιεπίσκοπος Δρ Μ esrob K. Krikorian
Μετά την υπογραφή του Ανακοινωθέντος από τους δύο Συμπροέδρους, Σεβ. Μητροπολίτες Ελβετίας κ. Δαμασκηνό και Δαμιέττης κ. Β ishoy, και τους δύο Γραμματείς της Μικτής Επιτροπής Διαλόγου, Καθηγητή κ. Βλάσιο Φειδά και Σεβ. Αρχιεπίσκοπο Δρ Μ esrob K. Krikorian, ο Σεβ. Μητροπολίτης Ελβετίας κ. Δαμασκηνός εκήρυξε τη λήξη των εργασιών με την ακόλουθη σύντομη ομιλία:
" Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Αι συνελεύσεις της Ολομελείας της ημετέρας Μικτής Επιτροπής υπήρξαν πάντοτε συνάξεις πνευματικής περισυλλογής, εις τας οποίας ο λόγος των μεγάλων πατερικών μορφών της κοινής παραδόσεως ημών ενεδυνάμωσε πάντοτε εν αγίω Πνεύματι τας ημετέρας ασθενείς δυνάμεις ενώπιον του μυστηρίου της εν Χριστώ θείας Οικονομίας. Η δύναμις της πίστεως των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας ηκτινοβόλει το αυτό φως της αληθείας της πίστεως δια των ποικίλων μορφών εκφράσεως της αποστολικής παραδόσεως. Τόσον αι ανεπίσημοι Συναντήσεις, όσον και αι επίσημοι Συνελεύσεις της ημετέρας Μικτής θεολογικής Επιτροπής υπήρξαν, εν τελευταία αναλύσει, μία κοινή έκφρασις της εκκλησιαστικής συνειδήσεως ότι η αυθεντία της πατερικής παραδόσεως αποτελεί όχι μόνον την αμετακίνητον βάσιν της αυθεντικής συνεχείας της αποστολικής πίστεως εις την ζωήν της Εκκλησίας, αλλά και την ακατανίκητον δύναμιν δια την συνεχή επιβεβαίωσιν της ενότητος της Εκκλησίας εν τη ορθή πίστει και τη αγάπη.
Οι εκπρόσωποι των δύο ορθοδόξων εκκλησιαστικών οικογενειών είχομεν εξ αρχής την σταθεράν και ακλόνητον συνείδησιν ότι μόνον οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας δύνανται να βοηθήσουν ημάς εις την ορθήν και αποτελεσματικήν διεξαγωγήν του θεολογικού μας διαλόγου. Και αύται εισέτι αι κατά καιρούς εντάσεις εις τας συζητήσεις ετρέφοντο εκ του ζήλου της βαθυτέρας κατανοήσεως της πατερικής σοφίας εν σχέσει προς τα σύγχρονα προβλήματα εις τας σχέσεις της ημετέρων Εκκλησιών. Αν λοιπόν οι Πατέρες της Εκκλησίας ενώνουν ημάς, ποίος δ υναται να χωρίση ημάς από της κοινής μετοχής εις ό, τι παρέδωκε τη Εκκλησία η αγάπη του εν Τριάδι Θεού δια της ενανθρωπήσεως του Υιού;
Ύπό το πνεύμα αυτό ειργάσθημεν και εις την παρούσαν Συνέλευσιν της Ολομελείας της Μικτής Επιτροπής ημών, τόσον εις τας κεχωρισμένας, όσον και εις τας κοινάς συνεδρίας αυτής. Η υπέρ της ενότητος της Εκκλησίας αξιοποίησις των ημετέρων Κοινών Δηλώσεων επί του Χριστολογικού κυρίως ζητήματος παρουσίασε και πάλιν την δύναμιν της πατερικής παραδόσεως, ώστε να διακρίνωμεν ότι και δι' αυτών εισέτι των διαφορετικών ιστορικών διαδρομών δεν απωλέσαμεν τον βαθύτερον σεβασμόν προς τους λόγους των κοινών πνευματικών μας πατέρων και εδέχθημεν ότι δι'αυτών και μόνον οδηγούμεθα εις την αποκατάστασιν της εκκλησιαστικής κοινωνίας ημών.
Έχομεν όλοι την συνείδησιν ότι ανταπεκρίθημεν μετά ζήλου εις την δοθείσαν προς ημάς εντολήν των ημετέρων Εκκλησιών και ότι προσεφέραμεν την θεολογικήν ημών μαρτυρίαν δια την υποκειμένην εις τας δύο θεολογικάς παραδόσεις ενότητα της πίστεως. Αι Εκκλησίαι ημών θα αξιολογήσουν εν αγάπη τας ημετέρας προτάσεις και θα εξοικονομήσουν δι'αυτών λύσεις δια την επίσπευσιν της πορείας προς την πλήρη κοινωνίαν ενώπιον της Τραπέζης του Κυρίου, δι' ης λαμβάνουν οι πιστοί "φάρμακον ἀθανασίας καί ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν".
Κλείοντες την τελευταίαν συνεδρίαν της παρούσης Συνελεύσεως της Επιτροπής αισθάνομαι την ανάγκην να ευχαριστήσω ευγνωμόνως τας ημετέρας Εκκλησίας δια την έμπιστοσύνην, μεθ' ης περιέβαλον ημάς εις την δύσκολον πράγματι αποστολήν ημών, τον αδελφόν Συμπρόεδρον Σεβ. Μητροπολίτην Δαμιέττης κ. Bisho γ, δια την ζηλωτικήν πάντοτε προσήλωσιν εις την φωνήν των Πατέρων, τους Γραμματείς και τα Μέλη της Επιτροπής δια την πρόθυμον πάντοτε και ουσιαστικήν θεολογικήν συμβολήν, τους συμβούλους δια την πρόθυμον και εποικοδομητικήν ανταπόκρισιν αυτών, τας μεταφράστριας δια την προσφοράν αυτών εις την υπέρβασιν των γλωσσικών ιδιαιτεροτήτων ημών και ιδιαιτέρως τους πολύτιμους συνεργάτας και συνεργάτριας, οι οποίοι προσέφεραν ανύστακτον διακονίαν εις τας ανάγκας ημών. Ευχαριστώ πάντας.
Συνήλθε η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή (Σαμπεζύ, 7-13 Νοεμβρίου 1993)
Από 7ης εως 13ης Νοεμβρίου τρ.ε. συνήλθε στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Των εργασιών της Επιτροπής προήδρευσε ο Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Εφέσου κ. Χρυσόστομος.
Στην Επιτροπή συμμετείχαν οι ακόλουθοι σύνεδροι:
Οικουμενικό Πατριαρχείο
Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Εφέσου κ. Χρυσόστομος, Πρόεδρος
Σεβ. Μητροπολίτης Τυρολόης και Σερεντίου κ. Παντελεήμων, σύμβουλος
Σεβ. Μητροπολίτης Φιλαδέλφειας κ. Μελίτων, σύμβουλος
Πανοσιολ. Μέγας Αρχιδιάκονος κ. Χρυσόστομος, γραμματεύς της
Πατριαρχικής Αντιπροσωπείας.
Πατριαρχείο Αλεξανδρείας
Σεβ. Μητροπολίτης Αξώμης κ. Πέτρος
Ελλογιμ. Καθηγητής κ. Κωνσταντίνος Πάτελος, σύμβουλος
Πατριαρχείο Αντιοχείας
Σεβ. Μητροπολίτης Βύβλου και Βοτρύων (Όρους Λιβάνου) κ. Γεώργιος Ελλογιμ. Δρ Albert Laham, σύμβουλος Ελλογιμ. κ. Τ arek Mitri, σύμβουλος
Πατριαρχείο Ρωσσίας
Σεβ. Μητροπολίτης Σμολένσκ κ. Κύριλλος, Αιδεσιμολ. κ. John Erikson, σύμβουλος, A ιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος κ. Vitaly Borovoy, γραμματεύς της Αντιπροσωπείας
Πατριαρχείο Σερβίας
Σεβ. Επίσκοπος Μπάτσκας κ. Ειρηναίος, Οσιολ. Ιερομόναχος κ. Ιγνάτιος Μίτιτς, σύμβουλος
Πατριαρχείο Ρουμανίας
Σεβ. Μητροπολίτης Τρανσυλβανίας κ. Αντώνιος Αιδεσιμολ. κ. Ίων Bria, σύμβουλος
Πατριαρχείο Βουλγαρίας
E λλογιμ. Καθηγητής κ. I βάν Δημητρώφ
Εκκλησία Κύπρου
Σεβ. Μητροπολίτης Πάφου κ. Χρυσόστομος, Ελλογιμ. Δρ κ. Ανδρέας Μιτσίδης, σύμβουλος
Εκκλησία Ελλάδος
Σεβ. Μητροπολίτης Περιστερίου κ. Χρυσόστομος
Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος Καθηγητής κ. Θεόδωρος Ζήσης, σύμβουλος Εκκλησία Πολωνίας
Θεοφιλ. Επίσκοπος Βροτσλάβας και Στάτσιν κ. Ιερεμίας
Εκκλησία Αλβανίας
Αιδεσιμολ. κ. Ιωάννης Τρεμπίτσε, Αιδεσιμολ. κ. Μ artin Ritsi, σύμβουλος
Εκκλησία Τσεχοσλοβακίας
Θεοφίλ. Επίσκοπος Πρέσωφ κ. Νικόλαος, Αιδεσιμολ. κ. Μ arian Fedo, σύμβουλος
Εκκλησία Φιλλανδίας
Σεβ. Αρχιεπίσκοπος Καρέλιας και πάσης Φιλλανδίας κ. Ιωάννης
Γραμματεύς της Επιτροπής ήταν ο Σεβ. Μητροπολίτης Ελβετίας, Γραμματεύς επί της Προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Ως σύμβουλοι της Γραμματείας παρέστησαν οι αι δεσιμολ. κ. Thomas Fitzerald, Ελλογιμ. κ. Γρηγόριος Skobei και Ελλογιμ. Καθηγητής κ. Βλάσιος Φειδάς.
Οι εργασίες της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής άρχισαν την Κυριακή, 7η Νοεμβρίου, με θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, προεξάρχοντος του ΣΕεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Εφέσου κ. Χρυσοστόμου, με τη συμμετοχή όλων των Αρχηγών Αντιπροσωπειών των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Κατά τη θεία Λειτουργία ωμίλησε ο Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Εφέσου κ. Χρυσόστομος. Την ομιλία αυτή δημοσιεύομε κατωτέρω:
" Αδελφοί και αδελφαί, τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Η σημερινή ομιλία μου έχει ένα τελείως ειδικό χαρακτήρα, θέλει να φέρει κοντά σας το λόγο του Θεού, όχι απλώς κηρυγματικά, α λλά κατά ένα διάφορο τρόπο, που προσιδιάζει στη φύση και στο σκοπό της σημερινής θείας λειτουργίας.
Η λειτουργία αυτή είναι αφιερωμένη στην εξαιρετικής σημασίας διορθόδοξο εργασία, που ξεκινάει από σήμερα, και που αποβλέπει στη μελέτη και προώθηση τριών θεμάτων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, την οποία με πολύ προσοχή και επιμέλεια δρομολόγησε και προπαρασκευάζει η ορθόδοξη εκκλησίας μας.
Τα επίκαιρα αυτά θέματα είναι: η ορθόδοξη διασπορά, το αυτοκέφαλο και το αυτόνομο μέσα στη γενικότερη δομή και ζωή της Ορθοδοξίας.
Το γεγονός, λοιπόν, αυτό, από μόνο του, δίνει το στίγμα και τον τόνο της ομιλία μου.
Ο ναός αυτός, αδελφοί μου, για πολλοστή ήδη φορά γίνεται μάρτυς της επίκλησης του Αγίου Πνεύματος για την επιτυχή μελέτη και αντιμετώπιση των προβλημάτων της Εκκλησίας μας και αποβαίνει χώρος που αποπνέει την ευωδία της παρουσίας του Κυρίου, που είπε: "οὐ γάρ εἰσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν" (Ματθ. 18,20).
Σεις, οι ορθόδοξοι χριστιανοί μας, που μπορεί να μη είσθε σήμερα αυτοί που ήταν πριν από πέντε ή δέκα χρόνια, όλοι όμως, και χθες και σήμερα, όπως και άλλοι αύριο, είχατε, έχετε και θα έχετε την ευκαιρία να ζείτε τις ιερές αυτές στιγμές περισυλλογής και πνευματικής συμμετοχής στο έργο, που έχει αναληφθεί και επιτελείται για το καλό και την πρόοδο της Ορθοδοξίας μας και να λαμβάνετε πείρα και εμπειρία του πως, διοικούσα Εκκλησία και πιστός λαός του Θεού, συμπορεύονται για να ολοκληρώσουν και να πληροφορήσουν τη βαθύτερη βιωματική αποστολή της Ορθοδοξίας στον κόσμο.
Και τέλος, εμείς, οι εκπρόσωποι των εκκλησιών μας, που με τη σειρά μας, εναλλασσόμαστε στη δόση και λήψη της σκυτάλης στον κοπιώδη αυτόν αγώνα της ανάδειξης της "Ορθοδοξίας μας και της προβολής των πνευματικών της θησαυρών, έτοιμοι να κάμουμε ένα επί πλέον βήμα προς τα εμπρός στη μεγάλη αυτή προσπάθεια της προδιαγραμμένης πορείας προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, που θα δώσει λύση σε μεγάλα εκκρεμούντα προβλήματα της Εκκλησίας μας.
Να, λοιπόν, και πάλιν εμείς παρόντες στον ιερό αυτό χώρο, ενώπιον των χριστιανών μας, αλλά και ενώπιον του ανά τον κόσμον ορθοδόξου πληρώματος, και ενώπιον ολοκλήρου του χριστιανικού κόσμου, προ παντός όμως εμείς, ε νώπιοι ενωπίω με τας ευθύνας μας, με τα ιερώτερα των καθηκόντων μας, με τας συνειδήσεις μας και με τον ιερόν όρκον μας μπροστά στο Θεό και στους ανθρώπους, έτοιμοι να δώσουμε ό, τι μπορούμε από τον εαυτό μας, για το καλό της Εκκλησίας και για την πραγμάτωση της βουλής του Θεού. Θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στην πολλαπλή αυτή ευθύνη μας; Θα πρέπει. Αλλοίμονο αν δεν υπερβούμε τις αδυναμίες μας, και αν οι ελλείψεις και παραλείψεις μας υπερβούν τις ευθύνες μας και αγνοήσουμε την κρισιμότητα των καιρών και τις επιταγές του Θεού.
Πάντως, τη στιγμή αυτή, λίγες ώρες πριν αρχίσει το υπεύθυνο έργο μας, διακατεχόμεθα από το αίσθημα της αυτογνωσίας των αδυναμιών μας και της γνώσεως των δυσκολιών που μας περιμένουν. Ομολογούμε την όση έχουμε ρεαλιστική βούληση και προοπτική, ώστε οπλισμένοι με ψυχική ειρήνη, με καθαρή συνείδηση, με ταπείνωση και υπακοή, να υπηρετήσουμε το συμφέρον της Εκκλησίας και το θέλημα του Θεού. Και έτσι, εκφράζουμε συνειδητά την ελπίδα, ότι ο Κύριος δεν θα μας εγκαταλείψει και ότι είναι « πιστός ὁ Θεός, ὅς οὐκ ἐάσει ἡμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δυνάμεθα, ἀ λλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν" (Α' Κορ. 10,13).
Πάνω δε από όλα αυτά εξαιτούμεθα τη στήριξη σας στο έργο μας με τις προσευχές σας, "προσκαρτερούντες" όπως οι πρώτοι συναχθέντες στο υπερώο της "Ιερουσαλήμ μετά την ανάσταση του Κυρίου «Προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδόν σύν γυναιξί τῇ προσευχῇ καί τῇ δεήσει" (Πραξ. 1,14). Προσκαρτερούντες το έλεος του Θεού για την ειρήνη, την ενότητα και την ισχύ της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.
Του Κυρίου δεηθώμεν, αδελφοί.
Όσοι πιστοί.
Υπέρ της κατά πάντα ευλογίας και ευοδώσεως του έργου της Εκκλησίας, του Κυρίου δεηθώμεν.
Κύριε ελέησον. Αμήν".
Η ΔιορθόδοξοςΠροπαρασκευαστική Επιτροπή είχε ως Εργο της την ολοκλήρωση της ενιαίας θέσεως των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών επί του θέματος της Ορθοδόξου Διασποράς και την αναζήτηση ενιαίας θέσεως των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών επί των θεμάτων του Αυτοκέφαλου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού και τυ Αυτονόμου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού.
Κατά την πρώτη συνεδρία της Επιτροπής, το πρωί της 8 ης Νοεμβρίου, ο Πρόεδρος αυτής, Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Εφέσου κ. Χρυσόστομος, ωμίλησε προς την Ολομέλεια, λέγοντας τα έξης:
"Τίμιοι και αγαπητοί Πατέρες και αδελφοί εν Χριστώ,
Εν ονόματι της αγίας και ομοουσίου και ζωοποιού και αδιαιρέτου Τριάδος κηρύττω την έναρξιν των εργασιών της παρούσης Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Έπιτροπής.
Είμαι ευτυχής κομίζων τον πατριαρχικόν χαιρετισμόν, την αγάπην, τους ασπασμούς και τας ευχάς της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ο οποίος, με αισθήματα τιμής και εμπιστοσύνης προς τους εκπροσώπους των αδελφών ορθοδόξων εκκλησιών, καλωσορίζει υμάς εις την πατριαρχικήν ταύτην στέγην, χαιρετίζει εν τω προσώπω ενός ε κάστου υμών τους Μακαριωτάτους προκαθημένους των εκκλησιών, ας εκπροσωπείται, και συνάπτει τας εαυτού ευχάς προς εκείνων υπέρ της επιτυχούς διεξαγωγής των εργασιών της παρούσης συνελεύσεως, πρώτης από της αναρρήσεώς του εις τον πανίερον οικουμενικόν θρόνον.
Επιτραπήτω μοι, επίσης, όπως από της θέσεως ταύτης χαιρετίσω, εν τιμή και αγάπη, τους προκαθημένους των εκκλησιών ημών και να ευχηθώ υμίν και αλλήλοις τον άνωθεν φωτισμόν και την ενίσχυσιν προς θεοπρεπή και επωφελή δια την εκκλησίαν και τον λαόν του Θεού επιτέλεσιν του καθήκοντος ημών, διαβεβαιούμενος υμάς ότι η διακονία μου από της έδρας ταύτης έσται, όπως και πάντοτε, πρόθυμος, ταπεινή και τιμία επί εξυπηρετήσει των σκοπών και της παρούσης συνελεύσεως ημών.
Εάν η συνέλευσις αύτη, αδελφοί, Θ εού ευδοκούντος, αχθή εις επιτυχίαν, θα έχη διανυθή ασφαλώς πολύς δρόμος εις την προπαρασκευήν της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, και θα έχει δοθή ταις εκκλησίαις ημών, αλλά και εις ημάς αυτούς, η δυνατότης να ίδωμεν εγγίζουσαν την ημέραν της συγκλήσεως της Συνόδου ταύτης, και συν αυτή την ορθόδοξον ημών εκκλησίαν, κατακλείουσαν μίαν γιγαντιαίαν προσπάθειαν ανακεφαλαιώσεώς της εντός του θεοδμήτου θεσμού της συνόδου, και δη οικουμενικής, εφ' όσον και δρομολογηθείσα και κοπιωδώς προωθούμενη Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Εκκλησίας ημών είναι επιτρεπτόν, αλλά και αναμενόμενον να είναι η πρώτη μετά τας πρώτας οικουμενικάς συνόδους μείζων και καθολική σύνοδος της ορθοδόξου Εκκλησίας.
Και αυτοί μεν οι γενικοί προσαγορευτήριοι λόγοι της έδρας και αι πρώται σκέψεις δια το έργον και τας προοπτικάς της παρούσης συνελεύσεως.
Δεν νομίζω, ότι θα πρέπει να εξειδικεύσω τον λόγον ούτε ως προς τα θέματα της συνελεύσεως ημών, ούτε και προς τα επί μέρους των εργασιών ημών των προσεχών ημερών.
Ο λόγος περί Διασποράς είναι ήδη κεκορεσμένος. Και όλοι γνωρίζομεν την σπουδαιότητα του θέματος, αλλά και την κρισιμότητα των από του θέματος τούτου προκυψασών αρνητικών καταστάσεων δια την καθόλου ορθοδοξίαν ημών.
Απλώς καλούμεθα να ολοκληρώσωμεν το έργον της προηγουμένης συνελεύσεως επί του ιδίου θέματος της Διασποράς, συνελεύσεως η οποία συνήλθε υπό την προεδρίαν του ευκλεώς νυν πατριαρχεύοντος Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου υπό την τότε ιδιότητα αυτού ως Μητροπολίτου Χαλκηδόνος. Καλούμεθα -λέγω- να ολοκληρώσωμεν το έργον εκείνο από του σημείου εις το οποίον είχον αχθή αι τότε συζητήσεις, αι οποίαι, φυσικά, και δεν ημπορούν να ανανεωθούν κατά την παρούσαν συνέλευσιν. Αι συζητήσεις εκείναι υπήρξαν, πανθομολογουμένως, κοπιώδεις μεν, αλλά και ουσιαστικοί και αποτελεσματικοί, εφ'όσον ήγαγον τας εκκλησίας μας εις την κατ' άρχήν αποδοχήν μιας προς καιρόν αντιμετωπίσεως τοϋ ζητήματος της Διασποράς μέσα εις τας πλαίσια μιας κατ' οικονομίαν δυναμένης να ισχύση εκκλησιαστικής και κανονικής τάξεως, δια της δημιουργίας εκασταχού των χωρών της ορθοδόξου Διασποράς Επισκοπικών Συνελεύσεων. Αύται θα παρέχουν την απαραίτητον εκείνην διοικητικήν και ποιμαντικήν αυτοτέλειαν, η οποία και τα εν τη Διασπορά ποίμνια θα εξυπηρετή, και την ομοιομορφίαν του διοικητικού συστήματος της εκκλησίας θα προωθή, άλλά και προς τα έξω θα παρέχη μίαν εικόνα της ορθοδοξίας όχι πάντως πολυδιασπάστου εις δικαιοδοσίας και ιεράρχας δομής, πράγμα το οποίον αποβαίνει, ως γνωστόν, εις βάρος της Ορθοδοξίας, ίνα μη είπω ότι και προκαλεί μώμον δι' αυτήν.
Αλλά περί όλων τούτων θα είπη τα εικότα ο Γραμματεύς επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, αδελφός άγιος Ελβετίας κ. Δαμασκηνός, εις του οποίου την ευθύνην ανήκει η περιγραφή του έργου της συνελεύσεως ημών.
Εν τω σημείω τούτω επιθυμώ να αναφερθώ εις την επελθούσαν διεύρυνσιν της θεματολογίας της παρούσης συνελεύσεως της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής.
Ευθύς απ' αρχής λεκτέον, ότι δεν πρόκειται περί διευρύνσεως της θεματολογίας εφ' όσον τα δύο προταθέντα θέματα εύρηνται εν τω πινακίω των θεμάτων της προπαρασκευής της Συνόδου. Και ως γνωστόν, η συνεξέτασις και των δύο αυτών θεμάτων, όπως επίσης και του τελευταίου θέματος περί διπτύχων, έπρεπε να αποτέλέση έγκαιρον αντικείμενον ενδιαφέροντος δια τας εκκλησίας ημών, και να θεωρηθή ως άμεσος προτεραιότης δια την επιτάχυνσιν των διαδικασιών της προπαρασκευής της Συνόδου. Εν τω πνεύματι τούτω, και ίν α μη χαθή πολύτιμος χρόνος, δια της συγκλήσεως, αργότερον, νέας δια τα θέματα αυτά συνελεύσεως της Επιτροπής, πράγμα που ως γνωστόν συνήθως βραδύνει, επειδή δε εν τω μεταξύ αι Εκκλησίαι και η Γραμματεία έχουν προέλθη εις την δέουσαν προεργασίαν και ημπορεί απρόσκοπτος να γίνη πλέον η συζήτησίς και αυτών των θεμάτων, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, κατά το γράμμα και το πνεύμα του Κανονισμού λειτουργίας των Πανορθοδόξων Διασκέψεων και των Διορθοδόξων Επιτροπών, έκρινε σκάπιμον και συμφέρον να εισαγάγη και τα θέματα περί Αυτοκέφαλου και Αυτονόμου εις την θεματολογίαν της παρούσης συνελεύσεως της Επιτροπής, τόσω μάλλον, όσω η συζήτησις περί Διασποράς προβλέπεται ότι δεν θα χρειασθή υπέρ το δέον χρόνον. Ούτως έχουσι τα πράγματα κατά την παρούσαν φάσιν των εν τη Επιτροπή εργασιών ημών.
Πατέρες και αδελφοί,
Πρέπει οριστικώς να συνειδητοποιήσωμεν, ότι ο χρόνος επείγει. Τα έτη παρέρχονται. Τα γεγονότα προκαταλαμβάνουν τους ρυθμούς της Εκκλησίας εν τη αντιμετωπίσει των υπαρκτών εις την ζωήν της προβλημάτων. Το μέγα όραμα της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου χάνει συνεχώς έδαφος εις τας συνειδήσεις των πιστών, αλλά και εις τα όμματα των έξω των τειχών της εκκλησίας. Το υπό τόσον αισίους οιωνούς δρομολογηθέν σχέδιον της αναθερμάνσεως και επαναποκτήσεως συνειδήσεως περί συνοδικότητος και περί του εντός αυτής ανακαινισμού των δομών της ορθοδόξου Εκκλησίας, κινδυνεύει να καταντήση μηχανισμός με τον οποίον αυτοπαγιδεύεται η ορθοδοξία.
Η απομυθολόγησις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου έχει αποβή αναγκαία και πιεστική. Αι γενεαί έρχονται και παρέρχονται. Και ασφαλώς δεν είναι ούτε ορθόν ούτε δίκαιον να αποθέσωμεν εις τους ώμους των επερχομένων γενεών, μαζί με τα βαρέα βάρη των εκκρεμούντων μεγάλων προβλημάτων, και το επί πλέον βάρος μιας αναληφθείσης και μη αχθείσης εις πέρας σοβαράς κατά πάντα πρωτοβουλίας, όπως είναι η σύγκλησις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, η οποία εφ' όσον δεν ολοκληρούται, εκφυλίζεται, και φυσικά αποβαίνει, το ολιγώτερον βλαπτική δια την εκκλησίαν. Φοβούμαι δε ότι με την ακουσίαν έστω, πλην αλυσιτελή-παρέλκυνσιν του θέματος τούτου, αυτοκαταγγελόμεθα επί ολιγοπιστία προς τον Παράκλητον, και εμφανιζόμεθα αναγνωρίζοντες ως ανισοβαρή και μείζονα τον ρόλον του ανθρωπίνου παράγοντος έναντι της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος, όπερ εν τούτοις "ὅπου θέλει πνεῖ" (Ίωάν. 3,9) και ασφαλώς, ως ο λόγος του Θεού, "οὐ δέδεται" (Β'Τιμ. 2,9).
Δικαιολογούθεμα, όμως, να είμεθα συντελεσταί αναστολής της "πνοῆς" του Αγίου Πνεύματος εις τα της Εκκλησίας πράγματα, και συνεργοί του "κατέχοντος" (Β' θεσσ. 2,6), ο οποίος θέλει δεδεμένον τον ζώντα λόγον του Θεού, όστις είναι "ἐνεργής καί τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν δίστομον μάχαιραν" ( Εβρ. 4,12).
Φυσικά, δεν θα συστήσω βίαν εις το έργον της προπαρασκευής της Συνόδου, εάν μάλιστα η βία καθ' εαυτήν θα απέβαινε ζημιογόνος δια μίαν ορθήν στάθμισιν, μελέτην, επεξεργασίαν και επίλυσιν των απασχολούντων την εκκλησίαν θεμάτων.
Αλλ' εξ' ετερου δεν είναι δυνατόν να παρακωλύεται η ο λοκλήρωσις του εγχειρήματος, με μέσα και κριτήρια τα στενώς νοούμενα συμφέροντα των κατά τόπους εκκλησιών μας και τας προς καιρόν επιδιώξεις ξένων προς την ορθόδοξον έκκλησίαν φρονημάτων και τάσεων.
Πατέρες και αδελφοί ηγαπημένοι. Ο Παράκλητος επιτάσσει.
"Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τι τό πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις" ( Αποκαλ. 2, 7).
Πεπληρωμένοι την ψυχήν με τοιαύτα αισθήματα και με βαρύνουσαν την σκέψιν, ότι η ορθόδοξος Εκκλησία ημών επείγεται να αντιμετώπιση και λύση τα εν τω σώματι της χρονίζοντα προβλήματα, θελήσωμεν να οδεύσωμεν επί τα πρόσω, οικοδομούμενοι ημείς αυτοί, αλλά και οικοδομούντες εν τω ενί Πνεύματι του ενός Κυρίου το ιερόν οικοδόμημα του μέλλοντος της Εκκλησίας ημών, την οποίαν πρέπει να "παραστήσωμεν" τω Κυρίω, αλλά και τω κόσμω, "μη ἔ χουσαν σπῖλον ἤ ρυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων", αλλ' ούσαν "ἁγίαν καί ἄμωμον" (Εφεσ. 5,27).
Γένοιτο!"
Εν συνεχεία, ωμίλησαν οι εκπρόσωποι των Ορθοδόξων Εκκλησιών και ακολούθως τον λόγο έλαβε ο Σεβ. Γραμματεύς, Μητροπολίτης Ελβετίας κ. Δαμασκηνός, ο οποίος παρουσίασε τη συμπληρωματική του Εισήγηση επί του θέματος Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑ, η οποία έχει ως ακολούθως:
1. Το ζήτημα της οργανώσεως της ανά την Οικουμένην Ορθοδόξου Διασποράς έχει εξετασθή υπό ποικίλας προοπτικάς κατά τας τελευταίας δεκαετίας και έχουν ήδη διατυπωθή αι επ' αυτού απόψεις εκλεκτών θεολόγων, κληρικών ή και λαϊκών, ιδία μετά την αναγραφήν του θέματος εις την ημερησίαν διάταξιν της μελλούσης να συνέλθη Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αι συμβολαί των κατά τόπους αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών επί του θέματος της Ορθοδόξου Διασποράς εξήντηλησαν την όλην προβληματικήν των ποικίλων προεκτάσεων του θέματος εις την εκκλησιολογικήν, την κανονικήν και την ποιμαντικήν αποστολήν της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Η εκτενής εισήγησις της Γραμματείας επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου προέβαλεν εις την προηγουμένην Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικών Επιτροπήν (10-17 Νοεμβρίου 1990) κατά τρόπον συστηματικόν τας αποκλίνουσας και τας συγκλίνουσας θέσεις των συμβολών των κατά τόπους αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, υπέβαλε δε συγκεκριμένας και κατωχυρωμένας υπό της κανονικής παραδόσεως προτάσεις δια την υπέρβασιν των κυριωτέρων εμποδίων και την οριστικήν ρύθμισιν του δικαιοδοσιακού ζητήματος, το οποίον εμπλέκει σοβαρώς τας οργανωτικάς δομάς της Ορθοδόξου Διασποράς. Το υπό της Α Οικουμενικής συνόδου καθιερωθέν Μητροπολιτικόν σύστημα, το οποίον προεβλήθη εμμέσως και κατά ποικίλους τρόπους εις τας επί του θέματος συμβολάς των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, προετάθη ως η πλέον πρόσφορος και η πλέον συμβατή προς την πραγματικότητα της Διασποράς κανονική βάσις, διότι δια μικρών προσαρμοστικών παρεμβάσεων θα ηδύνατο να αναδείξη την ενότητα της Ορθοδοξίας χωρίς να θίξη την ποιμαντικήν ευαισθησίαν των εν τη διασπορά ορθοδόξων εθνοτήτων.
Η προηγουμένη Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή συνεζήτησε δια μακρών και εν πνεύματι αμοιβαίας κατανοήσεως πάσας τας δυνατάς προοπτικάς επιλύσεως του σοβαρού προβλήματος της κανονικής οργανώσεως της Ορθοδόξου Διασποράς. Η κατά περίπτωσιν έντασις των θεολογικών συζητήσεων επιβεβαίου την αγωνίαν πασών των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών να συμβάλουν κατά τρόπον θετικόν εις την κατά το εφικτόν καλυτέραν ρύθμισιν του ζητήματος, ήτοι εις μίαν παραδεκτήν εναρμόνισιν των εθνικών ευαισθησιών των μητέρων Εκκλησιών προς τα αμετακίνητα κριτήρια της ορθοδόξου κανονικής παραδόσεως. Η εναρμόνίσις απεδείχθη κατά το μάλλον ή ήττον δυσχερής, παρά τας συγκεκριμένας προτάσεις της Γραμματείας. Εν τούτοις, το σκάνδαλον της διασπάσεως της Ορθοδοξίας εν τη Διασπορά εβάρυνε κατά τρόπον καθοριστικόν εις τας συνειδήσεις των εκπροσώπων των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Ουδείς ήτο έτοιμος να δεχθή, ότι θα οδηγηθώμεν εις την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον χωρίς συγκεκριμένην και κανονικήν πρότασιν δια την οριστικήν επίλυσιν του προβλήματος τούτου.
Ο Παναγιότατος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος προήδρευσε της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής ως Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος, επεσήμανεν εις την εισηγητικήν ομιλίαν αυτού την εξαιρετικήν σημασίαν της αμέσου και ορθής επιλύσεως του προβλήματος της Ορθοδόξου Διασποράς δια την σύγχρονον μαρτυρίαν της Ορθοδοξίας:
"Ιδού, λοιπόν, διατί, αγαπητοί εν Κυρίω αδελφοί, η Ορθόδοξος "Εκκλησία έχει επείγσυσαν ανάγκην σήμερον να στρέψη τα βλέμματα της πρώτιστα πάντων προς τον εαντόν της και να τακτοποίηση τα του οίκου της. Οι καιροί απαιτούν την μαρτυρίαν και ζωντανήν παρουσίαν της Ορθοδοξίας ως Εκκλησίας, και η Ορθοδοξία, ως εκφράζουσα την πίστιν εις την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν, οφείλει να είναι υπόδειγμα και πρότυπον εκκλησιαστικού σώματος συμφώνως προς την ιδίαν αυτής εκκλησιολογίαν, τους κανόνας και την μακραίωνα παράδοσίν της. Η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν δύναται να εμφανίζεται ως άλλα φρονούσα και διδάσκουσα, και άλλα εν τη πράξει εφαρμόζούσα. Η Ορθόδοξος Εκκλησία κρίνεται όχι μόνον από τον περιβάλλοντα αυτήν κόσμον, ο οποίος πολλά προσδοκά εξ αυτής, αλλά και από τα ίδια τα τέκνα της, την νέαν γενεάν κυρίως, οίτινες απαιτούν συνέπειαν μεταξύ θεωρίας και πράξεως, θεολογίας και εκκλησιαστικής ζωής...
Η σπουδαιότης του θέματος τούτον μόλις είναι ανάγκη να τονισθή.
Εν έσχατη αναλύσει πρόκειται περί αυτής ταύτης της αξιοπιστίας και της σοβαρότητος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Διότι οι πάντες, και δη και οι γνωρίζοντες πως την Ορθόδοξον θεολογίαν χριστιανοί άλλων Εκκλησιών και Ομολογιών, διερωτώνται πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν και να συνυπάρχουν τόσαι "κανονικαί" δικαιοδοσίαι εις τας διαφόρους περιοχάς, έχουσαι πληθύν επισκόπων, καθ' ον χρόνον θεμελιώδεις αρχαί της Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας απαγορεύουν τούτο απεριφράστως. Γνωρίζομεν βεβαίως τους ιστορικούς λόγους, οι οποίοι ωδήγησασν εις την κατάστασιν αυτήν. Διο και κατά τινα οικονομίαν παρέμεινεν ανεκτή η κατάστασις αύτη επί τοσούτον χρόνον.
Αλλ' είμεθα βέβαιοι ότι θα συμφωνήσητε πάντες μεθ' ημών, ότι η κατάστασις αύτη δεν δύναται να συνεχισθή επ' άπειρον, και δη και εν όψει της μελετημένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας ημών. Οφείλομεν, λοιπόν, να αναζητήσωμεν λύσιν τινά εις το πρόβλημα τούτο συμφώνως προς την εκκλησιολογίαν της Εκκλησίας ημών, ουχί δε προς άλλας τυχόν σκοπιμότητας". (ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΠΕ/1990 ΣΕΛ. 15-16)
2. Αι συζητήσεις εις τήν προηγουμένην Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν διεξήχθησαν επί τη βάσει των επί του θέματος συμβολών των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, της επ' αυτών θεμελιωθείσης εισηγήσεως της Γραμματείας επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και των προτάσεων των εκπροσώπων των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, αι οποίαι προεκάλεσαν εκτενείς αναφοράς εις την μακραίωνα κανονικήν παράδοσιν και πράξιν δια την αναζήτησιν της επί του θέματος ενιαίας θέσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η σύνταξις ενός πρώτου σχεδίου κειμένου ανετέθη εις ειδικήν Συντακτικήν Επιτροπήν, η οποία ειργάσθη εντός του πνεύματος των συζητήσεων της Ολομελείας και προσεπάθησε να μορφοποίηση τας διατυπωθείσας υπό των εκπροσώπων των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών σκέψεις και συγκεκριμένας προτάσεις.
Η Συντακτική "Επιτροπή διετύπωσεν ομοφώνως ωρισμένας προτάσεις, αλλά συγχρόνως διεπίστωσε και σοβαράς δυσχέρειας δια την επίτευξιν πλήρους ομοφωνίας επί ωρισμένων σοβαρών ζητημάτων, τα οποία ετέθησαν τελικώς υπό την κρίσιν της Ολομελείας της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής.
Τα κύρια σημεία συμφωνίας ανεφέροντο αφ' ενός μεν εις την επιτακτικήν ανάγκην αμέσου προωθήσεως μιας χαλαρής έστω συνοδικής συνειδήσεως κατά μείζονος ή και ελάσσονος περιοχάς πάντων των εν αυταίς ορθοδόξων επισκόπων πασών των κανονικών δικαιοδοσιών, αφ' ετέρου δε εις την διακήρυξιν της κοινής επιθυμίας, όπως αι κατά περιοχάς Επισκοπικαί συνελεύσεις προετοιμάσουν την σταδιακήν εξέλιξιν αυτών προς μίαν αυστηρώς κανονικήν λύσιν του προβλήματος της Ορθοδόξου Διασποράς. Τα κύρια σημεία διαφωνίας ω ρισμένων εκπροσώπων ανεφέροντο αφ' ενός μεν εις τον τρόπον ορισμού του προέδρου έκαστης κατά περιοχήν Επισκοπικής συνελεύσεως, α φ' ετερου εις τον καθορισμόν των συγκεκριμένων περιοχών, εν αις θα έδει να συγκροτηθούν αι Επισκοπικαί συνελεύσεις.
Εις το ζήτημα κυρίως της προεδρίας των Επισκοπικών συνελεύσεων υπ ήρξε μεν συγκλίνουσα θέσις περί του εν εκάστη περιοχή πρώτου επισκόπου της δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως εκπροσωπούντος τον πρώτον θρόνον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, αλλά ωρισμένοι εκπρόσωποι εισηγούντο την άσκησιν της προεδρίας κατόπιν εκλογής και όχι κατ' εφαρμογήν της καθιερωμένης κανονικής παραδόσεως και πράξεως εις τας πανορθοδόξους συνελεύσεις. Η τελική διατύπωσις της σχετικής παραγράφου (2β) ως προς την προεδρίαν των Επισκοπικών συνελεύσεων, η οποία και εγένετο ομοφώνως αποδεκτή, προέκυψεν εκ της προτάσεως του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Καλούγας και Μπόροφσκ κ. Κλήμεντος, ως αύτη συνεπληρώθη τελικώς υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Όρους Λιβάνου κ. Γεωργίου.
Ο Σεβασμιώτατος Καλούγας κ. Κλήμης μετά μακράς συζητήσεις επί του θέματος της προεδρίας υπέβαλε την ακόλουθον πρότασιν:
"Δύναμαι να προτείνω μίαν άλλην διατύπωσιν εις τέλος της παραγράφου: "Υπό την προεδρίαν του πρώτου επισκόπου, συμφώνως προς την τάξιν των δίπτυχων". Δεν αμφισβητούμεν ότι συμφώνως προς την τάξιν των Διπτύχων ο πρώτος επίσκοπος είναι ο εκπρόσωπος της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως..." (ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΠΕ/1990, ΣΕΛ. 274).
Η πρότασις αύτη αντιμετωπίσθη με τ' επιφυλάξεων υπό πολλών εκπροσώπων, αλλ' επανελήφθη υπό του Δρος Albert Laham, ο οποίος είπε:
"Προτείνω να δεχθώμεν την πρότασιν: "Αι συνελεύσεις... θα προεδρεύωνται υπό του πρώτου των αρχιερέων συμφώνως προς την τάξιν των Διπτύχων. Και γνωρίζομεν ότι η τάξις των Διπτύχων δίδει την πρωτοκαθεδρίαν εις την Εκκλησίαν Κωνσταντινουπόλεως" (ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΠΕ/1990, ΣΕΛ. 281).
Αι επί της ανωτέρω προτάσεως νέαι συζητήσεις ωδήγησαν εις την αποσαφήνισιν της ανωτέρω προτάσεως δια της συμπληρωματικής προτάσεως του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Όρους Λιβάνου κ. Γεωργίου, ο οποίος εδήλωσε:
"Δυνάμεθα να αναφέρωμεν τον Κωνσταντινουπόλεως δια μεγαλυτέραν σαφήνειαν και να προσθέσωμεν, ότι εις περίπτωσιν απουσίας ακολουθείται η τάξις των Δίπτυχων..." (ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΠΕ/1990, ΣΕΛ. 282).
Η προταθείσα διατύπωσις εγένετο ομοφώνως αποδεκτή και συμπεριελήφθη αυτούσια εις το ομοφώνως γενόμενον δεκτόν κείμενον, αλλά ο καθορισμός των περιοχών, εις ας θα συσταθούν αι Επισκοπικαί συνελεύσεις, παρεπέμφθη, ελλείψει χρόνου, εις την επομένην, ήτοι την παρούσαν, Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν.
3. Το ομοφώνως εγκριθέν κείμενον υπό της προηγουμένης Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής έχει ως ακολούθως:
Η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή συνήλθεν εν τω εν Σαμπεζύ Ορθόδόξω Κέντρω του Οικουμενικού Πατριαρχείου από 10 ης έως 17 ης Νοεμβρίου 1990 υπό την προεδρίαν του Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Βαρθολομαίου και τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών μετά των συμβούλων αυτών, επί τω τέλει όπως αναζήτηση την ενιαίαν ορθόδοξον θέσιν επί του θέματος της Ορθοδόξου Διασποράς.
Η Επιτροπή, κατόπιν της Εναρκτήριου Ομιλίας του Σεβ. Προέδρου και της επί τη βάσει των συμβολών των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών Εισηγητικής παρουσιάσεως και αξιολογήσεως του όλου θέματος υπό του Γραμματέως επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, Σεβ. Μητροπολίτου Ελβετίας κ. Δαμασκηνού, συνεζήτησε διεξοδικώς και κατέληξεν εις την απόφασιν, όπως υποβάλη την επί του θέματος εισήγησιν αυτής προς την επομένην Δ' Προσυνοδικήν Πανορθόδοξον Διάσκεψιν.
1. α) Η Επιτροπή διεπίστωσεν ότι αποτελεί κοινήν βούλησιν πασών των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, όπως επιλυθή το ζήτημα της Ορθοδόξου Διασποράς το ταχύτερον δυνατόν και όπως οργανωθή αύτη κατά τρόπον σύμφωνον προς την Ορθόδοξον εκκλησιολογ ίαν και την κανονικήν παράδοσιν και πράξιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
β) Η Επιτροπή διεπίστωσεν ωσαύτως ότι κατά την παρούοαν φάσιν δεν είναι εφικτή δι'ιστορικούς και ποιμαντικούς λόγους η άμεσος μετάβασις εις την αυστηρώς κανονικήν τάξιν της Εκκλησίας ως προς το ζήτημα τούτο. Δια τον λόγον τούτον ήχθη εις την απόφασιν, όπως προτείνη την δημιονργίαν μεταβατικής τίνος καταστάσεως, ήτις και θα προετοιμάση το έδαφος δια την αυστηρώς κανονικήν λύσιν τοϋ προβλήματος επί τη βάσει αρχών και κατευθύνσεων, αι οποίαι διαγράφονται κατωτέρω. Η τοιαύτη προετοιμασία δεν θα πρέπει να βραδύνη πέραν της μελλούσης να συνέλθη Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ώστε να δυνηθή αύτη να προβή εις μίαν κανονικήν λύσιν τον προβλήματος.
2. α) Η Επιτροπή προτείνει, όπως κατά το μεταβατικόν στάδιον, κατά το οποίον θα προετοιμασθή η κανονική λύσις του ζητήματος δημιουργηθούν (ή ιδρυθούν) εις εκάστην εκ των κατωτέρω μνημονευομένων περιοχών "επισκοπικαί συνελεύσεις" πάντων των εν τη περιοχή εκείνη ως κανονικών αναγνωριζομένων επισκόπων, οίτινες θα εξακολουθούν να υπάγωνται εις τας κανονικάς δικαιοδοσίας, εις ας υπάγονται σήμερον.
β) Αι συνελεύσεις αύται θα συνίστανται εκ πάντων των εν ε κάστη περιοχή επισκόπων, οίτινες ευρίσκονται εν κανονική κοινωνία μετά πασών των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών και θα προεδρεύωνται υπό του πρώτου εκ των εις την Εκκλησίαν Κωνσταντινουπόλεως υπαγομένων αρχιερέων , ελλείψει δε τούτου συμφώνως προς την τάξιν των Διπτύχων. Αύται θα έχουν εκτελεστικήν Επιτροπήν, αποτελουμένην εκ των πρώτων ιεραρχών των διαφόρων δικαιοδοσιών, αι οποίαι υπάρχουν εις την περιοχήν.
γ) Έργον και ευθύνη των επισκοπικών τούτων συνελεύσεων θα είναι η μέριμνα δια την φανέρωσιν της ένότητος της Ορθοδοξίας και την ανάπτυξιν κοινής δράσεως όλων των ορθοδόξων εκάστης περιοχής προς θεραπείαν των ποιμαντικών αναγκών των εκεί διαβιούντων ορθοδόξων, κοινήν εκπροσώπησιν πάντων των ορθοδόξων έναντι των ε τεροδόξων και της όλης κοινωνίας της περιοχής, καλλιέργειαν των θεολογικών γραμμάτων και της εκκλησιαστικής παιδείας κ.λπ. Αι επί των θεμάτων τούτων αποφάσεις θα λαμβάνωνται κατά πλειονοψηφίαν. Εν τούτοις, δεν θα έδει να παραθεωρηθή το γεγονός, ότι κατά την προγενεστέραν Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν συνεζητήθησαν εκτενώς τόσον εις την Ολομέλειαν, όσον και εις την Συντακτικήν Επιτροπήν τα ζητήματα τόσον του καθορισμού των περιοχών των Επισκοπικών συνελεύσεων, όσον και των εκ της ορθοδόξου κανονικής παραδόσεως προκυπτουσών γενικών αρχών δια την μετάβασιν των Επισκοπικών συνελεύσεων προς "την αυστηρώς κανονικήν λύσιν τοϋ προβλήματος" της οργανώσεως της Ορθοδόξου Διασποράς. Αι διατυπωθεΐσαι επί των θεμάτων αυτών απόψεις των εκπροσώπων των α γιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών κατεγράφησαν εις τα Πρακτικά της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής και απετυπώθησαν εις τας προτάσεις της Συντακτικής Επιτροπής, όχι βεβαίως δι'ομοφωνίας εν πάσιν, ως εμφανίζονται εις το μη συζητηθέν, λόγω ελλείψεως χρόνου, "Σχέδιον κειμένου", το οποίον και παραθέτομεν προς διευκόλυνσιν των εργασιών της παρούσης Διορθοδόξου Επι τροπής:
1. Το έργον, η αποστολή και ο τρόπος λειτουργίας των "επισκοπικών συνελεύσεων" καθορίζονται κατωτέρω.
α) Αι περιοχαί, εις τας οποίας θα δημιουργηθούν τοιαύται συνελεύσεις είναι αι ακόλουθοι:
ι. Η.Π.Α. ii. Καναδάς, iii. Λατινική Αμερική. iv. Αυστραλία, v. Μ. Βρεταννία. vi. Γαλλία, vii. Βέλγιον και Ολλανδία. viii. Αυστρία και Ιταλία.
β) Εις τας συνελεύσεις ταύτας ανατίθεται η ευθύνη, όπως προετοιμάσουν σχέδιον κανονικής και οριστικής διευθετήσεως του θέματος της Διασποράς βάσει των εξής γενικών αρχων και κατευθύνσεων:
i. H o ργάνωσις των ενοριών εκάστης επισκοπής δέον να παρέχη την δυνατότητα υπάρξεως ενοριών, αι o ποίαι θα εξυπηρετούν τας γλωσσικάς, εθνικάς και λοιπάς πολιτιστικάς ιδιομορφίας των ενοριών τούτων υπαγομένων εις τον ένα επίσκοπον της επισκοπής εκείνης.
ii. Εις έκαστον τόπον (πάλιν ή σαφώς περιγεγραμμένην περιοχήν) δέον να ύπάρχη εις μόνον επίσκοπος (κανών 8 της λ' Οικουμενικής Συνόδου).
iii. Τα όρια των επισκοπών δέον να είναι σαφώς καθωρισμένα.
ι v. Εις εκάστην εκ των ως άνω περιοχών, εις τας οποίας θα δημιουργηθούν αι επισκοπικαί συνελεύσεις (2 β ανωτέρω) δέον να ορισθή μία εκ των εν αυτή επισκοπών ως πρώτη έδρα, της οποίας ο επίσκοπος θα προεδρεύη εις πάσας τας κοινάς συνάξεις (λειτουργικάς, διοικητικάς κ.λπ.) των επισκόπων της περιοχής. Μέχρις ότου αι περιοχαί αύται καταστούν τυχόν αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι ο πρώτος ούτος επίσκοπος θα έχη κατά την τάξιν των διπτύχων την αναφοράν αυτού εις τον Οικουμενικόν Πατριάρχην.
v. Το σχέδιον τούτο της κανονικής αναδιαρθρώσεως δέον να περατωθή υπό των εν λόγω επισκοπικών συνελεύσεων προ της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, υποβαλλόμενον εγκαίρως εις τας Ορθοδόξους Εκκλησίας δια της καθιερωμένης κανονικής οδού.
2. Αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι δεσμεύονται, όπως μη προβαίνουν εις ενεργείας δυναμένας να παραβλάψουν την ως άνω διαγραφομένην πορείαν προς κανονικήν επίλυσιν του θέματος της Διασποράς, περιλαμβανομένης και της δημιουργίας νέων, εκτός των ήδη υπαρχουσών, επισκοπών εν τη Διασπορά. Αντ' αυτού, αι εν λόγω Εκκλησίαι, υπό την ιδιότητα αυτών ως Μητέρων Εκκλησιών, θα πράττωσι παν το δυνατόν προς ομαλήν μετάβασιν εις την κανονικήν τάξιν βάσει των ανωτέρω μνημονευομένων αρχών.
3. Η Γραμματεία επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου αξιολογεί ως θετικήν την επιτευχθείσαν ομοφωνίαν εις την προηγουμένην Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν επί των ζητημάτων του εγκριθέντος κειμένου δια το θέμα της Ορθοδόξου Διασποράς. Είναι εν πρώτον, αλλ' οπωσδήποτε σημαντικόν βήμα προς την ορθήν κατεύθυνσιν. Η μέλλουσα να συνέλθη Δ' Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις προς την οποίαν παρεπέμφθη το κείμενον, θα έχη προ οφθαλών μία συγκεκριμένην πρότασιν, η οποία, καίτοι, δεν εναρμονίζεται πλήρως προς την κανονικήν ακρίβειαν, αποτελεί οπωσδήποτε ορθήν εξοικονόμησιν των υφισταμένων πραγματικών δυσχερειών. Αι Επισκοπικαί συνελεύσεις θα ενισχυθούν δια της συνεχούς ενεργοποιήσεως της συνοδικής συνειδήσεως, ώστε να επιταχύνουν την κίνησιν αυτών προς την ακρίβειαν της κοινής κανονικής παραδόσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Πάντες γνωρίζομεν καλώς ότι δια των προτεινομένων διστακτικών ρυθμίσεων δεν θεραπεύεται η δικαιοδοσιακή πολυδιάσπασις της Ορθοδόξου Διασποράς, εφ' όσον χρόνου διάστημα εκάστη εθνική Διασπορά διατηρεί την εξάρτησιν αυτής εκ της Εκκλησίας - μητρός. Εν τούτοις, η θεραπεία μακροχρονίων πραγματικών καταστάσεων επιτρέπει πάντοτε μίαν σταδιακήν αποκατάστασιν της κανονικής ακριβείας. Πράγματι, δια της λειτουργίας των Επισκοπικών συνελεύσεων είναι βέβαιον ότι θα εκτονωθή, θάττον ή βράδιον, ο δικαιοδοσιακός ανταγωνισμός και θα καταστή εποικοδομητική η συνεργασία δια την προβολήν της ενότητος της μαρτυρίας της Ορθοδοξίας εν τη ποικιλία των εθνοτήτων. Υπό το πνεύμα αυτό θα ηδύναντο να ρυθμισθούν και άλλα ειδικότερα ζητήματα των Επισκοπικών συνελεύσεων, τα οποία είναι ευνόητα ή και αναπόφευκτα κατά την μεταβατικήν ταύτην περίοδον (εκκλησιαστική αναφορά, κανονικόν μνημόσυνον κ.λπ.). Τα ζητήματα αυτά θα ηδύναντο να ενταχθούν εις την προοπτικήν των γενικών κανονικών αρχών, αι οποίαι θα προταθούν προς τας Επισκοπικάς συνελεύσεις δια την κίνησιν αυτών εκ της παρούσης εκκλησιαστικής οικονομίας προς την αυστηράν κανονικήν ακρίβειαν της ορθοδόξου παραδόσεως.
Ο κύριος λοιπόν σκοπός της παρούσης Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής είναι να ολοκλήρωση το έργον της προηγουμένης εις πάντα τα σημεία εκείνα, τα οποία συμπεριελήφθησαν εις το "Σχέδιον Κειμένου προς μελέτην υπό της προσεχούς Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής "Επιτροπής". Τούτο βεβαίως δεν είναι δυνατόν και δεν θα έδει να οδηγήση εις επανάληψιν των ήδη διεξαχθεισών συζητήσεων επί των καθ' έκαστον θεμάτων, διότι τοιαύτη τις επιλογή θα καθίστα σχεδόν αδύνατον την εξάντλησιν του θεματολογίου της ημερησίας διατάξεως. Το έργον της προηγουμένης Διορθοδόξου "Επιτροπής επί του θέματος της "Ορθοδόξου Διασποράς, ως τούτο θέλη συμπληρωθή υπό της παρούσης "Επιτροπής δι' ιδιαιτέρου κειμένου εις τα εκκρεμή παραμείναντα επί μέρους ζητήματα, δέον όπως παραπεμφθή εις την μέλλουσαν Δ' Προσυνοδικην Πανορθόδοξον Διάσκεψιν, η οποία θα διαμόρφωση και την τελικήν πρότασιν προς την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον.
Υπό το πνεύμα αυτό η ρμηνεύθη το όλον έργον της προηγουμένης Διορθοδόξου Επιτροπής, η οποία περιέγραψε και την ειδικωτέραν αποστολήν της παρούσης Επιτροπής εις το θέμα της Ορθοδόξου Διασποράς. Το πνεύμα αυτό κατεγράφη και εις την όμιλίαν του Προέδρου της Διορθοδόξου Επιτροπής Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος και νυν Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, ο οποίος συνόψισε τα ομοφώνως δεκτά γενόμενα συμπέρασμα τα:
«Είμεθα επομένως όλοι σύμφωνοι επί της συγκεκριμένης προτάσεως, την οποίαν έκαμεν ο Ελλογιμ. Δρ Λαχάμ, απαριθμών τα σημεία της συν Θεώ αγίω συμφωνίας μας και προτείνων ταχείαν σύγκλησιν μιας δευτέρας Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής, της οποίας έργον θα είναι η συνέχισις της εξετάσεως του θέματος της Διασποράς του υπάρχοντος σχεδίου κειμένου με ειδικήν αναφοράν, συζήτησιν και απόφασιν επί της γεωγραφικής κατανομής των διαφόρων περιοχών και επί των βασικών αρχών, αι οποίαι θα διέπουν το έργον των εκασταχού επισκοπικών συνελεύσεων... Παρά λοιπόν τας διαφοράς απόψεων είμεθα εις θέσιν να ανταποκριθώμεν τελικώς εις την εντολήν των Εκκλησιών μας, εις την υποχρέωσιν, την οποίαν έχομεν προς τον λαόν του Θεού και, προκειμένου περί του θέματος της Διασποράς, έναντι του λαού του Θεού, ο οποίος ζη εις την Διασποράν, αντιμετωπίζει τόσα προβλήματα μέσα εις εν ετερόδοξον και ξένον περιβάλλον και αναμένει από τας Εκκλησίας καθοδήγησιν δια να πορευθή εν μέσω πολλάκις πολλών παγίδων". (ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΠΕ/ 1990, ΕΕΛ. 283-284)
Ο Σεβ. Γραμματεύς, Μητροπολίτης Ελβετίας κ. Δαμασκηνός, ανέγνωσε την εκτενή εισήγησή του προς την Ολομέλεια επί του θέματος "Το Αυτοκέφαλον και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού", παρουσιάζοντας τις συγκλίνουσες και αποκλίνουσες θέσεις των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, όπως αυτές απετυπώθησαν στις συμβολές τους που είχαν εκπονήσει και αποστείλη στη Γραμματεία επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Μελετώντας και αξιολογώντας ο Σεβ. Γραμματεύς τις θέσεις αυτές των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, κατέληξε στα εξής συμπεράσματα:
"α'. Πάσαι αι συμβολαί των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών συμφωνούν πλήρως εις την εκκλησιολογικήν θεμελίωσιν και την εκκλησίαστικήν εφαρμογήν του θεσμού του Αυτοκέφαλου εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, διο και το ουσιαστικόν τούτο θέμα δεν παρουσιάζει σημεία διαφωνίας εις τας συμβολάς και παρακάμπτεται ως αυτονόητον εις την ορθόδοξον παράδοσιν και πράξιν.
β'. Πάσαι αι συμβολαί των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών συμφωνούν τελικώς, παρά τας παρατηρηθείσας διαφοροποιήσεις, ότι μόνον η μακραίων και συνεπής κανονική παράδοσις της Ορθοδόξου Εκκλησίας δύναται να προσφέρη την κοινή παραδεκτήν βάσιν δια την αντιμετώπισιν των συγχρόνων προβλημάτων. Οιαδήποτε παρέκκλισις εκ της κανονικής παραδόσεως θεωρείται αδιανόητος, έστω και αν διαφοροποιούνται τα κριτήρια ερμηνείας της παραδόσεως αυτής μεταξύ των κανονικών αρχών και των ιστορικών τους εφαρμογών, ως τούτο διαπιστούται εις τας υποβληθείσας συμβολάς επί του θέματος.
γ'. Πάσαι αι συμβολαί των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών συμφωνούν πλήρως εις την περιγραφήν των εκκλησιαστικών και των πραγματικών προϋποθέσεων, αι οποίαι απαιτούνται δια την απόδοσιν της Αυτοκεφαλίας εις τινα τοπικήν Εκκλησίαν και αι οποίαι αναγράφονται συστηματικώτερον εις το ΣΤ'κεφαλαιον και υπό στοιχεία α'-η' της συμβολής του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
δ'. Πάσαι αι συμβολαί των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών συμφωνούν ότι είναι αναγκαία η πανορθόόοξος συναίνεσις δια την ανακήρυξιν του Αυτοκέφαλου τοπικής τίνος Εκκλησίας είτε κατ' αρχήν και δια της καθιερωμένης πρωτοβουλίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, είτε εκ των υστέρων τη εισηγήσει της Εκκλησίας-μητρός, ή και συνδεδυασμένως.
Υφ' οιανδήποτε προσέγγισιν είναι σαφής η υποκείμενη πανορθόδοξος συνείδησις, ότι δια την ανακήρυξιν του Αυτοκέφαλου τοπικής τίνος Εκκλησίας δεν επαρκεί κανονικώς η μεμονωμένη αυθεντία μιας μόνης αυτοκέφαλου τοπικής Εκκλησίας ή ότι η κανονική απόδοσις της Αυτοκεφαλίας δεν νοείται άνευ της εκ των προτέρων βεβαιώσεως της πανορθοδόξου συναινέσεως.
ε'. Πάσαι αι συμβολαί των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, ιδία η συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τονίζουν την λειτουργικήν σχέσιν του θεσμού της Αυτοκεφαλίας, ή και της εκκλησιαστικής διοικήσεως γενικώτερον, προς την κοινήν ευθύνην πασών των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών δια την περιφρούρησιν της ενότητος της Εκκλησίας εν τη κοινωνία της πίστεως και εν τω συνδέσμω της αγάπης. Η λειτουργική αύτη σχέσις προσδιορίζει και την κοινήν μέριμναν πασών των κατά τόπους αυτοκέφαλων Ορθοδόξων Εκκλησιών τόσον δια την αυστηράν προσήλωσιν εις τας καθιερωμένας αρχάς της μακραίωνος κανονικής παραδόσεως, όσον και δια την αποφυγήν μονομερών ή περιστασιακών ιστορικών προσεγίσεων ή ερμηνειών του θεσμού της Αυτοκεφαλίας.
στ'. Πάσαι αι συμβολαί των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών συμφωνούν κατά το μάλλον ή ήττον εις την πανορθόδοξον σημασίαν της εντάξεως μιας τοπικής Εκκλησίας ως ισοτίμου εις την κοινωνίαν των αυτοκέφαλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, καίτοι ωρισμέναι συμβολαί προτείνουν μίαν ιδιάζουσαν ή και υποτεταγμένην σχέσιν αυτής έναντι της εξ ης απεσπάσθη Εκκλησία-μητρός, η οποία θα επέφύλασσεν εις εαυτήν το δικαίωμα και αυτής εισέτι της μονομερούς καταργήσεως του Αυτοκέφαλου αυτής. Η εκκλησιολογική και κανονική βάσις του θεσμού της Αυτοκεφαλίας κατοχυροί την ισοτιμίαν της αυτοκεφαλίας πασών των κατά τόπους αυτοκέφαλων Ορθοδόξων Εκκλησιών και δεν θα επέτρεπεν την διάκρισιν κυρίας και εξηρτημένης αυτοκεφαλίας εν τη κοινωνία των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
ζ'. Πάσαι αι συμβολαί των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών τονίζουν την γνωστήν αλληλοπεριχώρησιν τοπικότητος και οικουμενικότητος εις την ορθόδοξον παράδοσιν και πράξιν, ώστε εις μεν την τοπικήν Εκκλησίαν να φανερούται το όλον φρόνημα της οικουμενικής μαρτυρίας της Ορθοδοξίας, εις δεν την ανά την Οικουμένην Ορθόδοξον Εκκλησίαν να εκφράζηται το φρόνημα πασών των κατά τόπους αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών υπό την συντονιστικήν πάντοτε διακονίαν του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η κανονική αυτή παράδοσις λειτουργεί δι' ομοφώνου αποφάσεως πασών των α γιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών και εις την θεσμικήν προετοιμασίαν του έργου της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ως τούτο εβεβαιώθη και δια της ομοφώνου αποδοχής του Κανονισμού λειτουργίας των Προσυνοδικών Πανορθοδόξων Διασκέψεων. Η σύγχρονος αυτή πράξις δύναται να χρησιμοποιηθή ως πρότυπον πανορθοδόξου συναινέσεως και δια την λειτουργίαν του θεσμού του Αυτοκέφαλου εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία.
η'. Πάσαι αι συμβολαί των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών έχουν πλήρη συνείδησιν όχι μόνον της σοβαρότητος του υπό εξέτασιν θέματος, αλλά και των απροβλέπτων ή και ανεξέλεγκτων πράγματι συνεπειών εξ οιασδήποτε παρεκκλίσεως από της καθιερωμένης κοινής παραδόσεως περί την λειτουργίαν των οργανωτικών δομών της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μικραί ιστορικαί παρεκκλίσεις θα ηδύναντο να ανατρέψουν αυτήν ταύτην την εκκλησιολογικήν βάσιν της λειτουργικής σχέσεως μεταξύ των διοικητικών σχημάτων και της ενότητος της Εκκλησίας ή και να οδηγήσουν εις ανεξέλεγκτον υπό της ορθοδόξου εκκλησιαστικής συνειδήσεως πολυδιάσπασιν της Ορθοδοξίας εις απεριόριστον αριθμόν αυτοκέφαλων Εκκλησιών. Η ευθύνη αυτή είναι και ευθύνη της παρούσης Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής.
Δημοσιεύονται κατωτέρω τα δύο Εγκριθέντα από την Διορθόδοξο Προπαρασευαστική Επιτροπή Κείμενα περί "Όρθοδόξου Διασποράς" και "Αύτοκεφάλου":
Η Ο Ρ θ Ο Δ Ο Ξ ΟΣ Δ I ΑΣ Π Ο Ρ Α
Εγκριθέν κείμενον
1. Αι περιοχαί, εις τας οποίας θα δημιουργηθούν εις εν πρώτον στάδιον Επισκοπικαί συνελεύσεις, ορίζονται ως εξής:
i. Βόρειος και Κεντρική Αμερική
ii. Νότιος Αμερική
iii. Αυστραλία
iv. Μεγάλη Βρεταννία
v. Γαλλία
vi. Βέλγιον και Ολλανδία
v ii. Αυστρία και Ιταλία
viii. Γερμανία
Οι επίσκοποι της Διασποράς, οι οποίοι κατοικούν εις την Διασποράν και έχουν ενορίας εις περισσοτέρας περιοχάς θα είναι μέλη των Επισκοπικών συνελεύσεων των περιοχών αυτών και θα συνεχίσουν να ασκούν την δικαιοδοσίαν αυτών ε πί των ήδη υφισταμένων ενοριών, των μη περιλαμβανομένων εις τας ως άνω περιοχάς.
Το σχέδιον κανονισμού, το οποίον θα ετοιμασθή υπό της Γραμματείας επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου κατά την εγκριθείσαν υπό της ολομελείας διαδικασίαν, θα συνταχθή επί τη βάσει του εγκριθέντος κειμένου υπό της Γ' Διορθοδοξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής (παράγραφος 2γ), δι' αναφοράς εις τα ήδη υφιστάμενα πρότυπα Επισκοπικών συνελεύσεων, και εν τω πλαισίω της ορθοδόξου κανονικής παραδόσεως, θα αποφασίση δε επ' αυτού η μέλλουσα να συνέλθη Δ' Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις.
Εις τας συνελεύσεις ταύτας, αι οποίαι θα συγκροτηθούν μετ' απόφασιν της Δ' Προσυνοδικης Πανορθοδόξου Διασκέψεως, θέλει ανατεθή η ευθύνη, όπως ολοκληρώσουν εν ταις λεπτομέρειαις σχέδιον κανονισμού λειτουργίας αυτών και εφαρμόσουν αυτόν προ την συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Κατά το στάδιον τούτο της εφαρμογής αι προτάσεις εις τας Επισκοπικάς συνελεύσεις θα ήτο προτιμότερον να εκφράζουν, ει δυνατόν, την ομοφωνίαν των μελών, ελλείψει όμως ομοφωνίας αι προτάσεις εγκρίνονται κατά πλειοψηφίαν.
Οι πρόεδροι των Επισκοπικών συνελεύσεων συγκαλούν και προεδρεύουν πασών των συνάξεων των επισκόπων της περιοχής αυτών (λειτουργικών, ποιμαντικών, διοικητικών κ.λπ.). Εις ζητήματα γενικωτέρου ενδιαφέροντος, απαιτούντα, κατ' απόφασιν της Επισκοπικής Συνελεύσεως, πανορθόδοξον αντιμετώπισιν ο πρόεδρος αυτής έχει την αναφοράν αυτού εις τον Οικουμενικόν Πατριάρχην δια τα περαιτέρω κατά τα πανορθοδόξως ισχύοντα.
5. Αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι δεσμεύονται, όπως μη προβαίνουν εις ενεργείας δυναμένας να παραβλάψουν την ως άνω διαγραφομένην πορείαν προς κανονικήν επίλυσιν του θέματος της Διασποράς, περιλαμβανομένης και της δημιουργίας νέων, εκτός των ήδη υπαρχουσών, επισκοπών εν τη Διασπορά. Αντ' αυτού, αι εν λόγω Εκκλησίαι, υπό την ιδιότητα αυτών ως μητέρων Εκκλησιών, θα πράττωσι παν το δυνατόν προς διευκόλυνσιν του έργου των Επισκοπικών συνελεύσεων και αποκατάστασιν της ομαλής κανονικής τάξεως εν τη Διασπορά.
ΤΟΑΥΤΟΚΕΦΑΛΟ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΑΚΗΡΥΞΕΩΣ ΑΥΤΟΥ
Εγκριθέν κείμενον
Η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή, εργασθείσα επί τη βάσει των συμβολών των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών και της καθιερωμένης Εισηγήσεως του Γραμματέως επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας επί του θέματος του Αυτοκεφάλου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού, εξήτασε τας έκκλησιολογικάς, κανονικάς, ποιμαντικάς και πρακτικάς διαστάσεις του θεσμού του Αυτοκέφαλου εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, κατέληξε δε εις τα ακόλουθα συμπεράσματα:
Ο θεσμός της Αυτοκεφαλίας εκφράζει κατ' αυθεντικόν τρόπον μίαν εκ των ουσιαστικών όψεων της ορθοδόξου εκκλησιολογικής παραδόσεως περί της σχέσεως της τοπικής προς την ανά την Οικουμένην Εκκλησίαν του Θεού. Η βαθεία αύτη σχέσις του κανονικού θεσμού της εκκλησιαστικής αυτοκεφαλίας προς την ορθόδοξον εκκλησιολογικήν διδασκαλίαν περί της τοπικής Εκκλησίας εξηγεί τόσον την ευαισθησίαν των κατά τόπους αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών δια την αντιμετώπισιν των υφισταμένων προβλημάτων περί την εύρυθμον λειτουργίαν του θεσμού, όπως και την προθυμίαν αυτών όπως συμβάλουν δι' εκτενών εισηγήσεων εις την αξιολόγησίν του υπέρ της ενότητος της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Η συνεπής προς την ορθόδοξον εκκλησιολογίαν αλληλοπεριχώρησις τοπικότητος και οικουμενικότητος προσδιορίζει την λειτουργικήν σχέσιν μεταξύ της διοικητικής οργανώσεως και της ενότητος της Εκκλησίας, διο και διεπιστώθη πλήρης συμφωνία ως προς την θέσιν του θεσμού της Αυτοκεφαλίας εις την ζωήν της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
3. Διεπιστώθη πλήρης συμφωνία ως προς τους αναγκαίους κανονικούς όρους δια την ανακήρυξιν του Αυτοκέφαλου τοπικής τίνος Εκκλησίας, ήτοι ως προς την συγκατάθεσιν και τας ενεργείας της Εκκλησίας-μητρός, ως προς την εξασφάλισιν πανορθοδόξου συναινέσεως και ως προς τον ρόλον του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των λοιπών αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών κατά την ανακήρυξιν του αυτοκεφάλου. Συμφώνως προς την συμφωνίαν ταύτην:
α. Η Εκκλησία-μήτηρ, δεχόμενη το αίτημα υπαγόμενης εις αυτήν εκκλησιαστικής περιοχής αξιολογεί τας υφισταμένας, κανονικάς και ποιμαντικάς προϋποθέσεις, προς παροχήν του αυτοκέφαλου. Εις περίπτωσιν καθ' ην η τοπική σύνοδος, ως ανώτατον εκκλησιαστικόν όργανον, παράσχει την συγκατάθεσιν αυτής, υποβάλλει σχετικήν πρότασιν προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον δια την αναζήτησιν της πανορθοδόξου συναινέσεως, ενημερώνει δε σχετικώς τας λοιπάς κατά τόπους αυτοκέφαλους Εκκλησίας.
β. Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, κατά τα πανορθοδόξως καθιερωμένα, ανακοινοί δια Πατριαρχικού Γράμματος πάντα τα σχετικά προς το συγκεκριμένον αίτημα και αναζητεί την έκφρασιν της πανορθοδόξου συναινέσεως. Η πανορθόδοξος συναίνεσις εκφράζεται δια της ομοφωνίας των συνόδων των αυτοκεφάλων Εκκλησιών.
γ. Εφράζων την συγκατάθεσιν της Εκκλησίας-μητρός και την πανορθόδοξον συναίνεσιν ο Οικουμενικός πατριάρχης ανακηρύσσει επισήμως το αυτοκέφαλον της αιτησαμένης Εκκλησίας δια της εκδόσεως Πατριαρχικού Τόμου. Ο Τόμος ούτος υπογράφεται υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου. Είναι επιθυμητόν να προσυπογράφεται και υπό των Προκαθημένων των αυτοκέφαλων Εκκλησιών, οπωσδήποτε όμως υπό του Προκαθημένου της Εκκλησίας-μητρός.
4. Η ανακηρυχθείσα Αυτοκέφαλος τοπική Εκκλησία εντάσσεται ως ισότιμος εις την κοινωνίαν των αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών και απολαύει πάντων των πανόρθοδόξως καθιερωμένων κανονικών προνομίων (Δίπτυχα, Μνημόσυνον, Διορθόδοξοι σχέσεις κ. λπ).
Σημείωσις
Το περιεχόμενον της παραγράφου 3γ παρεπέμφθη προς πληρεστέραν επεξεργασίαν εις την επομένην Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν, ήτις και θα αναζητήση την επ' αυτής ενιαίαν θέσιν των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, ολοκληρούσα ούτως το έργον αυτής επί του θέματος τούτου.
************
Το Ανακοινωθέν, το οποίο εξέδωσε η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή έχει ως εξής:
Συνήλθεν εις το εν Σαμπεζύ Γενεύης Ορθόδοξον Κέντρον του Οικουμενικού Πατριαρχείου, από 7 ης μέχρι και 13 ης Νοεμβρίου 1993, η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αι εργασίαι αυτής ήρχισαν δια πανορθοδόξου θείας Λειτουργίας και διεξήχθησαν τη συμμετοχή Αντιπροσωπειών των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Προήδρευσε των εργασιών της Επιτροπής ο Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Εφέσου κ. Χρυσόστομος, εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Γραμματεύς δ'αυτής ήτο ο Σεβ. Μητροπολίτης Ελβετίας κ. Δαμασκηνός, Γραμματεύς επί της Προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.
Η Διορθόδοξος Επιτροπή είχεν ως έργον αυτής αφ' ένός μεν την ολοκλήρωσιν της ενιαίας θέσεως των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών επί του θέματος της Ορθοδόξου Διασποράς, αφ' ε τέρου δε την αναζήτησιν της ενιαίας θέσεως αυτών επί των θεμάτων του Αυτοκέφαλου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού και του Αυτονόμου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού. Η Επιτροπή, κατόπιν της εναρκτήριου ομιλίας του Σεβ. Προέδρου και της υπό του Σεβ. Γραμματέως συμπληρωματικής εισηγητικής παρουσιάσεως του θέματος της Ορθοδόξου Διασποράς ως προς τα παρακείμενα εκκρεμή σημεία, ως επίσης και της εκτενούς Εισηγητικής παρουσιάσεως και αξιολογήσεως του όλου θέματος του Αυτοκεφάλου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού, συνεζήτησε δια μακρών τα δύο ταύτα θέματα. Το θέμα του Αυτονόμου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού παρεπέμφθη, ελλείψει χρόνου, εις την επομένην Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν.
Η Διορθόδοξος Επιτροπή δια της μελέτης των δύο θεμάτων κατέληξεν εις την ομόφωνον προβολήν της ενιαίας θέσεως των Ορθοδόξων Εκκλησιών:
α. περιέγραψεν εις ευσύνοπτον και περιεκτικόν κείμενον αφ' ενός μεν τας περιοχάς, εις τας οποίας θα δημιουργηθούν Επισκοπικαί συνελεύσεις, αφ' ετερου δε την διαδικασίαν σταδιακής εξελίξεως της οργανώσεως της Ορθοδόξου Διασποράς κατά περιοχήν μέχρι της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου,
β. εζήτησεν από την Γραμματείαν επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου την προετοιμασίαν σχεδίου Κανονισμού λειτουργίας των Επισκοπικών συνελεύσεων δια την μεταβατικήν ταύτην περίοδον οργανώσεως της Ορθοδόξου Διασποράς, ο οποίος θα διαβιβασθή, μετά του σχετικού φακέλου, εις την μέλλουσαν να συνέλθη Δ' Προσυνοδικην Πανορθόδοξον Διάσκεψιν. Προς τούτο εζητήθη επίσης η υπό της Γραμματείας οργάνωσις Διορθοδόξων συσκέψεων δια την περαιτέρω μελέτην πτυχών του ζητήματος αυτού,
γ. κατέγραψεν εις ευσύνοπτον και περιεκτικόν κείμενον την ενιαίαν θέσιν των Ορθοδόξων Εκκλησιών επί του θέματος του Αυτοκεφάλου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού, περιγράψασα και την ακολουθητέαν εν προκειμένη διαδικασίαν, παρέπεμψεν δε προς περαιτέρω συμπληρωματικήν μελέτην υπό της επομένης Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής ορισμένα σημεία της διαδικασίας ταύτης,
δ. εξέφρασε την επιθυμίαν, όπως η επομένη Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή συγκληθή υ πό του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως οίον τε τάχιον.
Εκ της Γραμματείας έπί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.
Σαμπεζύ Γενεύης, τη 13η Νοεμβρίου 1993.
|