ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

(Δ) ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΕΙΣ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΙΝ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΙΔΕΩΔΩΝ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ, ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, ΤΗΣ ΑΔΕΛΦΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΚΑΙ ΑΡΣΙΝ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

Η Ορθόδοξος Εκκλησία, έχουσα συνείδησιν των φλεγόντων προβλημάτων, τα οποία απασχολούν σήμερον ολόκληρον την ανθρωπότητα, εξεδήλωσε κατά την Α' Προσυνοδικήν Πανορθόδοξον Διάσκεψιν , συνελθούσαν το 1976 εις Σαμπεζύ , την επιθυμίαν της «να συμβάλη εις την διαθρησκειακήν συνεργασίαν , δι ' αυτής δε εις την απάλειψιν του φανατισμού από πάσης πλευράς, και τοιουτοτρόπως εις την συμφιλίωσιν των λαών και επικράτησιν των ιδεωδών της ελευθερίας και της ειρήνης εις τον κόσμον προς εξυπηρέτησιν του συγχρόνου ανθρώπου ανεξαρτήτως φυλής και θρησκεύματος». Επί πλέον, ανέγραψεν εις την Ημερησίαν Διάταξιν της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου το θέμα: «Συμβολή των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών εις επικράτησιν των χριστιανικών ιδεωδών της ειρήνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης και της αγάπης μεταξύ των λαών και άρσιν των φυλετικών διακρίσεων». Είναι, βεβαίως, αυτονόητον ότι ο προβληματισμός αυτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν έχει αποκλειστικόν χαρακτήρα: απασχολεί όλους τους χριστιανούς και, υπό διαφόρους μορφάς και αποχρώσεις, εναρμονίζεται προς τον προβληματισμόν ολοκλήρου της ανθρωπότητας ως προς την τύχην και το μέλλον της.

Ποία όμως θα είναι η κοινή βάσις, επί της οποίας οι Ορθόδοξοι, ζώντες ύπό διαφόρους συνθήκας , θα πραγματοποιήσουν τα χριστιανικά ιδεώδη της ειρήνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης και της αγάπης μεταξύ των λαών; Ποία είναι, ειδικώτερον , η θέσις της Ορθοδόξου Εκκλησίας επί των ιδεωδών αυτών και ποίας προτάσεις δύναται αύτη να κάμη , εις ποίας συγκεκριμένας ενεργείας να προβή δια να συμβάλη το κατ' αυτήν εις την πραγματοποίησιν των ιδεωδών τούτων; Επί του σημείου τούτου η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική "Επιτροπή κατέληξεν ε! ς τάς ακολούθους [θέσεις, τας οποίας υποβάλλει τη Γ' Προσυνοδική Πανορθοδόξω Διασκέψει εν τη συνειδήσει ότι δι ' αυτών εκφράζει ουχί μόνον την εν Κυρίω καύχησιν δια τα υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας επιτελεσθέντα , αλλά και το βαθύ αίσθημα της μετανοίας δια τας κατά το ανθρώπινον παραλείψεις.

 

1. Η αξία του ανθρωπίνου προσώπου, θεμέλιον δια την ειρήνην .

Έχει ιδιαιτέραν σημασίαν να τονισθή , εν πρώτοις, ότι η βιβλική έννοια της ειρήνης δεν συμπίπτει προς μίαν ουδετέραν , αρνητικήν αντίληψιν , η οποία θα την εταύτιζεν απλώς προς απουσίαν πολέμου. Η έννοια της ειρήνης ταυτίζεται προς την αποκατάστασιν των πραγμάτων εις την αρχικήν , προπτωτικήν των ακεραιότητα, όταν ακόμη ο άνθρωπος έζη και ανέπνεεν υπό την ζωογόνον πνοήν της κατ' εικόνα και ομοίωσιν Θεού δημιουργίας του, δηλαδή την αποκατάστασιν των σχέσεων και την ειρήνην μεταξύ Θεού και ανθρώπων.

Πράγματι δε, καθ' όλην την περίοδον του ιστορικού βίου της η Ορθοδοξία υπηρέτησε με συνέπειαν , συνέχειαν και ζήλον το μεγαλείον αυτό του ανθρωπίνου προσώπου με όλην την απολυτότητα και καθολικότητα με τας οποίας συνεδέθη τούτο εις τα πλαίσια της χριστιανικής ανθρωπολογίας. Ο άνθρωπος, ως κορύφωσις και συγκεφαλαίωσις της θείας δημιουργίας και ως κατ'εικόνα και καθ' ομοίωσιν πλασθείς του Δημιουργού του, υπήρξε δια την Ορθόδοξον Εκκλησίαν το καθ' όλου περιεχόμενον της αποστολής της εις τον κόσμον και την ιστορίαν της σωτηρίας. Η αποκατάστασις του ανθρώπου εις το αρχέγονον μεγαλείον και κάλλος του « κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν » εταυτίσθη απολύτως με την αποστολήν της. Και αυταί ακόμη αι καθαρώς θεολογικαί εσωτερικαί έριδες της Εκκλησίας, αι καταλήξασαι εις την δογματικήν διατύπωσιν της Τριαδολογικής , της Χριστολογικής καί της Εκκλησιολογικής διδασκα­λίας του Χριστιανισμού, απεσκόπουν , έν τελευταία αναλύσει, εις την διαφύλαξιν της αυθεντικότητος και της πληρότητας της χριστιανικής διδασκαλίας δια τον άνθρωπον και την σωτηρίαν του.

Η ιερότης και θειότης του ανθρωπίνου προσώπου υπήρξεν η πηγή εμπνεύσεως δι ' όσους Πατέρας της Εκκλησίας ενεβάθυναν εις το μυστήριον της θείας οικονομίας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τονίζει χαρακτηριστικως δια τον άνθρωπον , ότι ο δημιουργός " οἷόν τινα κόσμον ἑτέρον , ἐν μικρῷ μέγαν , ἐπί τῆς γῆς ἵστησιν , ἄγγελον ἄλλον , προσκυνητήν μικτόν , ἐπόπτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς νοούμενης, βασιλέα τῶν ἐπί γῆς ... ζῶον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον , καί ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον , καί πέρας τοῦ μυστηρίου, τῇ πρός Θεόν νεύσει θεούμενον " ( Ομ . 45,7. ΡG 36,632). Ο λόγος της δημιουργίας συνεκεφαλαιώθη με την ενανθρώπησιν του Λόγου του Θεού και την θέωσιν του ανθρώπου. Ὁ «Χριστός, νέον τόν παλαιόν ἄνθρωπον ἀποτελῶν " (Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων, 10,34. ΡG 16,3454), " συναπεθέου γε τόν ἄνθρωπον , ἀπαρχήν τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος " (Ευσεβίου, Ευαγγελική Απόδειξις , 4,14. ΡG 22,289). Τούτο διότι, όπως εις τον παλαιόν Αδάμ ενυπήρχεν ήδη ολόκληρον το ανθρώπινον γένος, ούτω και εις τον νέον Αδάμ συνεκεφαλαιώθη ολόκληρον επίσης το ανθρώπινον γένος. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ετόνιζε χαρακτηριστικως , ότι "παρ' ἡμῖν ἀνθρωπότης μία, τό γένος ἅπαν " ( Ομ . 31,15. PG 36,149). Η διδασκαλία αύτη του Χριστιανισμού δια την ιερότητα του ανθρωπίνου γένους υπήρξε μέχρι των νεωτέρων χρόνων η μοναδική και ανεξάντλητος πηγή όχι μόνον κάθε ανθρωπολογικής διδασκαλίας, αλλά και κάθε προσπαθείας δια την περιφρούρησιν της αξίας και του μεγαλείου του ανθρωπίνου προσώπου.

 

2. Η αξία της ανθρωπίνης ελευθερίας

Επιστέγασμα του ανθρωπίνου προσώπου, τόσον ως μεμονωμένου φορέως της εικόνος του προσωπικού Θεού, όσον και ως κοινωνίας προσώπων αντανακλώντων δια της ενότητας του ανθρωπίνου γένους την εν τη Αγία Τριάδι ζωήν και κοινωνίαν των θείων προσώπων, αποτελεί το θείον δώρον της ελευθερίας, δια του οποίου ο άνθρωπος, αποκτών συνείδησιν του εαυτού του, αποκτά συγχρόνως την δυνατότητα να εκλέγη μεταξύ του καλού καί του κακού (Γεν. 2,16-17). Η ελευθερία, επομένως, αποτελεί δια τον άνθρωπον θείον δώρον , το οποίον τον καθιστά μεν ικανόν να προοδεύη συνεχώς κατά ανοδικήν πορείαν προς την πνευματικήν τελειότητα, αλλά το οποίον, συγχρόνως, εμπερικλείει τον κίνδυνον της παρακοής, της έναντι του Θεού αυτονομήσεως και, δι ' αυτής της πτώσεως. Εξ ου και ο τρομακτικός ρόλος, τον οποίον διαδραματίζει εις τα θέματα ειρήνης και ελευθερίας το εν τω ανθρώπω και εν τω κόσμω κακόν. Συνέπεια του κακού τούτου είναι αι επικρατούσαι σήμερον εν τη ζωή ατέλειαι και ελλείψεις: η εκκοσμίκευσις , η βία, η έκλυσις των ηθών, τα προβλήματα της συγχρόνου νεότητος , ο φυλετισμός, οι εξοπλισμοί, οι πόλεμοι και τα τούτων απότοκα κοινωνικά κακά, ήτοι η κατάθλιψις των μαζών, η κοινωνική άνισότης , η οικονομική άθλιότης , η άνισος κατανομή ή και η παντελής έλλειψις των καταναλωτικών αγαθών, ο φυσικός μαρασμός, η πείνα των υποσιτιζομένων εκατομμυρίων ανθρώπων, αι βίαιαι μετακινήσεις, το προσφυγικόν χάος και αι μεταναστεύσεις πληθυσμών, η καταστροφή του περιβάλλοντος, τα προβλήματα των εν εξελίξει κοινωνιών εν μέσω μιας ανίσως εκβιομηχανοποιημένης και τεχνοκρατουμένης ανθρωπότητος , αι προσδοκίαι της μελλοντολογίας - πάντα ταύτα υφαίνουν το απέραντον άγχος της αγωνιώδους συγχρόνου ανθρωπότητος . Μιας ανθρωπότη­τος όμως, η οποία, ακριβώς εν τω μέσω των διαιρέσεων της, αποκτά εντονώτερον την συνείδησιν , ότι περικλείει τα σπέρματα της οντολογικής ενότητος του ανθρωπίνου γένους, το οποίον, όπως δια του πρώτου Αδάμ, συνάπτεται προς τον Δημιουργόν , ούτω και δια του δευτέρου Αδάμ, τηρείται εν ενότητι μετά του Θεού και Πατρός.

Έναντι της καταστάσεως αυτής, η οποία ωδήγησεν εις την αποδυνάμωσιν της θεωρήσεως του ανθρωπίνου προσώπου, καθήκον της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι όπως, αποφεύγουσα τους προβληματισμούς του δυτικού ορθολογισμού, προβάλη σήμερον, μέσα από τα κήρυγμα, την θεολογίαν , την λατρείαν και το ποιμαντικόν έργον της, το πρόσωπον του χριστιανού ανθρώπου ως προσώπου-υποκειμένου. Εις το καθήκον τούτο η Ορθόδοξος Εκκλησία καλείται να ανταποκριθή επιτυχώς, διότι ο πυρήν της ανθρωπολο­γίας της ευρίσκεται εις την ελευθερίαν του ανθρώπου με την οποίαν τον επροίκισεν ο Δημιουργός του και η οποία διασώζεται κατά το μέτρον , κατά το οποίον εκλέγει ούτος να είναι ελεύθερος όχι ανεξαρτήτως του Δημιουργού του αλλ ' ως ελευθέρως υποτασσόμενος εις Αυτόν και εις το σχέδιον το οποίον Ούτος συνέλαβε δι ' αυτόν.

 

3. Η ειρήνη ως αποτροπή του πυρηνικού πολέμου

Η Ορθοδοξία καταδικάζει γενικώς τον πόλεμον , τον οποίον θεωρεί ως απόρροιαν του εν τω κόσμω κακού και της αμαρτίας, επιτρέψασα κατά συγκατάβασιν τους αμυντικούς πολέμους προς αποκατάστασιν της καταπατηθείσης δικαιοσύνης.

Δεν έχει δια τούτο κανένα δισταγμόν να διακήρυξη ότι είναι εναντίον πάσης μορφής εξοπλισμών, συμβατικών και πυρηνικών, ιδιαιτέρως δε εναντίον των πυρηνικών, οθενδήποτε προερχομένων, διότι ο πυρηνικός πόλεμος εχει ως επακόλουθον την καταστροφήν της δημιουργίας, την εξαφάνισιν της ζωής από προσώπου της γης. Αυτό δε οφείλει να το πράξη πολύ περισσότερον σήμερον, ότε γνωρίζομεν καλλίτερον την καταστρεπτικήν δύναμιν των πυρηνικών όπλων. Αι συνέπειαι ενδεχομένου πυρηνικού πολέμου θα είναι τρομακτικοί, όχι μόνον διότι θα επέλθη ο θάνατος εις απρόβλεπτον αριθμόν ανθρώπων, αλλά και διότι δι ' όσους θα επιζήσουν ο βίος θα καταστή αβίωτος. Θα ε μφανισθούν ανίατοι ασθένειαι και θα προκληθούν γενετικαί αλλαγαί , αι οποίαι θα επηρεάζουν καταστρεπτικως και τας επομένας γενεάς, εάν βεβαίως εναπομείνη κάτι επί της γης. Συμφώνως προς γνώμας ειδικών επιστημόνων άλλη φοβερά συνέπεια ενός Πυρηνικού πολέμου θα είναι ο ονομαζόμενος "πυρηνικός χειμών " θα προκληθή αλλαγή του κλίματος εις τον πλανήτην μας και θα εκλείψη η ζωή. Εξ αυτων συνάγεται ότι ο Πυρηνικός πόλεμος είναι ανεπίτρεπτος από πάσης επόψεως, φυσικής και ηθικής. Είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητος και θανάσιμον αμάρτημα έναντι του Θεού, το έργον του οποίου καταστρέφει. Καθήκον λοιπόν των Ορθοδόξων Εκκλησιών, των άλλων Χριστιανών και όλης της ανθρωπότητος είναι να προλάβουν αυτόν τον κίνδυνον .

 

4. Αποστολή τής "Ορθοδοξίας είς τόν σύγχρονον κόσμον

Η Ορθοδοξία δύναται και οφείλει να συμβάλη θετικώς εις την αποκατάστασιν της οργανικής σχέσεως του συγχρόνου διεθνούς διαλόγου προς τα κατ'εξοχήν χριστιανικά ιδεώδη της ειρήνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης, της αγάπης και της κοινωνικής δικαιοσύνης μεταξύ των λαών, διακηρύττουσα την περί ανθρώπου και κόσμου χριστιανικήν πίστιν , ως έπραξε τούτα εις την καθ' όλου ιστορικήν πορείαν αυτής και ως επέτυχε να αναμόρφωση την πνευματικήν και πολιτιστικήν ταυτότητα του κόσμου. Η περί θείας προελεύσεως και ενότητος του ανθρωπίνου γένους και του κόσμου χριστιανική πίστις , εν αρρήκτω πάντοτε σχέσει προς την ιερότητα, την αυτοτέλειαν και την υψίστην αξίαν του ανθρωπίνου προσώπου, ευρίσκεται υπολανθανόντως εις την βάσιν του συγχρόνου διεθνούς διαλόγου δια την ειρήνην , την κοινωνικήν δικαιοσύνην και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η ιδέα της καθολικότητος των ιδεωδών τούτων, ήτις αποτελεί την βάσιν του συγχρόνου διαλόγου, θα ήτο σχεδόν αδιανόητος άνευ της χριστιανικής διδασκαλίας δια την οντολογικήν ενότητα του ανθρωπίνου γένους. Η αναγωγή της ενότητος του ανθρωπίνου γένους εις το αρχέτυπον ζεύγος της θείας δημιουργίας καθίσταται η μοναδική πηγή της καθολικής οντολογικής αναφοράς εις πάντα άνθρωπον των ιδεωδών της ελευθερίας, της ισότητος , της αδελφοσύνης και της κοινωνικής δικαιοσύνης, η δε χριστιανική διδασκαλία δια την εν Χριστώ " ανακεφαλαίωσιν " των πάντων (Εφ. 1,10) αποκατέστησε την ιερότητα και το υπέροχον μεγαλείον του ανθρωπίνου προσώπου και κατήργησε τον κόσμον της διασπάσεως, της αλλοτριώσεως, των φυλετικών διακρίσεων και του μίσους. Η εν Χριστώ πρόσληψις ολοκλήρου του αν­θρωπίνου γένους και του κόσμου ανασυνέθεσε την οργανικήν ενότητα αυτών εις εν σώμα, διο και διεκηρύχθη ότι " οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος , οὐδέ Ἕλλην , οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος , οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θήλυ· πάντες γάρ εἷς ἐστέ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ " ( Γαλ . 3,28). Συγχρόνως πιστεύομεν ότι η ενότης αυτή δεν είναι κάτι στατικόν και μονολιθικόν . Έχει απέραντον δυναμισμόν και ποικιλίαν , διότι εκπηγάζει εκ της εν τη κοινωνία προσώπων επιτυγχανομένης ενότητος , κατά το πρότυπον της ενότητος των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος.

Υπό το πνεύμα τούτο η Ορθόδοξος Εκκλησία αγωνίζεται πάντοτε δια την επικράτησιν των χριστιανικών ιδεωδών της ειρήνης, της ελευθερίας, της ισότητος , της αδελφοσύνης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αγάπης μεταξύ των ανθρώπων και των λαών. Αυτή αύτη η εν Χριστώ Αποκάλυψις χαρακτηρίζεται " εὐαγγέλιον τῆς εἰρήνης " (Εφ. 6,16), διότι ο Χριστός, " εἰρηνοποιήσας διά τοῦ αἵματος τοῦ Σταυροῦ " τα πάντα (Κολ. 1,20), " εὐηγγελίσατο εἰρήνην τοῖς μακράν καί τοῖς ἐγγύς " (Εφ. 2,17) και κατέστη "ἡ εἰρήνη ἡμῶν " (Εφ. 2,14). Η ειρήνη αυτή, η "πάντα νοῦν ὑπερέχουσα " ( Φιλ . 4,7), ως είπεν ο ίδιος ο Κύριος εις τους μαθητάς Του κατά την εσπέραν του Μυστικού Δείπνου, είναι ευρυτέρα και ουσιαστικωτέρα από την ειρήνην , την οποίαν επαγγέλλεται ο κόσμος: " Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν , εἰρήνην τήν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν·οὐ καθώς ὁ κόσμος δίδωσιν , ἐγώ δίδωμι ὑμῖν " ( Ιω . 14,27). Και τούτο διότι η ειρήνη του Χριστού είναι ο ώριμος καρπός της εν αυτώ ανακεφαλαιώσεως των πάντων της αναδείξεως της ιερότητος και του μεγαλείου του ανθρωπίνου προσώπου ως εικόνος Θεού της προβολής της οργανικής ενότητος εν αυτώ του ανθρωπίνου γένους και του κόσμου της εν τω σώματι του Χριστού καθολικότητος των ιδεωδών της ειρήνης, της ελευθερίας, της ισότητος και της κοινωνικής δικαιοσύνης και, τέλος, της καρποφορίας της χριστιανικής αγάπης μεταξύ των ανθρώπων και των λαών του κόσμου. Η πραγματική ειρήνη είναι ο καρπός της επικρατήσεως επί της γης όλων αυτών των χριστιανικών ιδεωδών.

Εκ των ανωτέρω καθίσταται δήλον διατί η Εκκλησία, ως " Σῶμα Χριστοῦ " (Α' Κορ . 12,27), προεβλήθη ως "ἡ ὅρασις τῆς εἰρήνης " του κόσμου ( Ωριγένους , εις Ιερ . 9,2. ΡG 13,349), ήτοι της πραγματικής και καθολικής ειρήνης, οίαν ευηγγελίσατο ο Χριστός. " Ἡμεῖς ", λέγει Κλήμης ό Αλεξανδρεύς , είμεθα " τό εἰρηνικόν γένος" ( Παιδαγ . 2,2. ΡG 8,428), είμεθα οι " εἰρηνικοί στρατιῶται " του Χριστοῦ ( Προτρεπτ . 11. ΡG 8,236). Η ειρήνη, λέγει αλλαχού ο ίδιος, είναι συνώνυμον της δικαιοσύνης ( Στρωμ . 4,25. ΡG 8, 1369-72). Ο δε άγιος Βασίλειος προσθέτει: " οὐ δύναμαι πεῖσαι ἐμαυτόν , ὅτι ἄνευ τῆς εἰς ἀλλήλους ἀγάπης καί ἄνευ τοῦ , τό εἰς ἐμέ ἧκον , εἰρηνεύειν πρός πάντας δύναμαι ἄξιος κληθῆναι δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ " (Επιστ. 203,2. ΡG 32,737). Τούτο είναι τόσον αυτονόητον δια τον Χριστιανόν , ώστε " οὐδέν οὕτως ἴ'διόν ἐστι Χριστιανοῦ ὡς τό εἰρηνοποιεῖν " (Επιστ. 114. ΡG 32,528). Η ειρήνη του Χριστού είναι η μυστική δύναμις, η οποία κατευθύνει το ανθρώπινον γένος προς την τελικήν καταλλαγήν του με τον ουράνιον Πατέρα του: "κατά πρόνοιαν Ἰησοῦ τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσιν ἐνεργοῦντος , καί ποιοῦντος εἰρήνην ἄρρητον καί ἐξ αἰῶνος προωρισμένην καί ἀποκαταλλάσσοντος ἡμᾶς ἑαυτῷ καί ἐν ἑαυτῷ τῷ Πατρί " (Διονυσίου Αρεοπαγίτου, περί θ. ονομ. 11,2,4. ΡG 3,953).

Οφείλομεν συγχρόνως να υπογραμμίσωμεν ότι το πνευματικόν δώρον της ειρήνης εξαρτάται και από την άνθρωπίνην συνεργίαν . Το Άγιον Πνεύμα χορηγεί πνευματικά δώρα όταν υπάρχη ανάβασις της ανθρωπίνης καρδίας προς τον Θεόν , όταν εν μετανοία επιζητή κανείς την δικαιοσύνην του Θεού. Το θείον δώρον της ειρήνης εμφανίζεται εκεί ένθα οι Χριστιανοί καταβάλλουν προσπαθείας εις το έργον της πίστεως, της αγάπης και της ελπίδος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών (Α' Θεσ . 1,3).

Ομιλούντες περί της ειρήνης του Χριστού, ως της αληθούς ειρήνης, εννοούμεν , τη Εκκλησία επιτυγχανομένην ειρήνην . Η αμαρτία είναι πνευματική ασθένεια, της οποίας τα εξωτερικά συμπτώματα είναι αι ταραχαί , αι έριδες, οι πόλεμοι με τας τραγικάς των συνεπείας. Η Εκκλησία επιδιώκει να εξαλείψη όχι μόνον τα εξωτερικά συμπτώματα αυτής της ασθενείας, αλλά και την αιτίαν αυτών, την αμαρτίαν .

Συγχρόνως η Ορθόδοξος Εκκλησία θεωρεί καθήκον αυτής να επικροτή παν ό,τι εξυπηρετεί πράγματι την ειρήνην ( Ρωμ . 14,19) και ανοίγει την οδόν προς την δικαιοσύνην , την αληθή ελευθερίαν και την αμοιβαίαν αγάπην μεταξύ όλων των τέκνων του ενός ουρανίου Πατρός ως και μεταξύ όλων των λαών, των αποτελούντων την ενιαίαν ανθρωπίνην οικογένειαν . Η Εκκλησία ευλογεί τας προσπαθείας , τας αποσκοπούσας εις τας δίκαιας και φιλανθρώπους σχέσεις.

Η ανθρωπότης καταβάλλει προσπαθείας , όπως η έχθρα και η δυσπιστία, αι δηλητηριάζουσαι την διεθνή ατμόσφαιραν , παραχωρήσωσι την θέσιν εις την φιλίαν και αλληλοκατανόησιν , όπως η άμιλλα εις τον εξοπλισμόν αντικατασταθή υπό ολοκληρωτιοκού και πλήρους αφοπλισμού, όπως ο πόλεμος, ως μέσον επιλύσεως των διεθνών βημάτων, αποβληθή δια παντός από την ζωήν της κοινωνίας.

 

5. Ορθοδοξία και φυλετικαί διακρίσεις

Ο Κύριος, ως Βασιλεύς της δικαιοσύνης (Εβρ. 7,2-3), αποδοκιμάζει την βίαν και την αδικίαν ( Ψαλμ . 10,5), καταδικάζει την απάνθρωπον στάσιν προς τον συνάνθρωπον ( Μαρκ . 25,41-46. Ιακ . 2,15-16). Εις την βασιλείαν Αυτού, η οποία αρχίζει ήδη εδώ εις την γην , και έχει κατ' εξοχήν πνευματικόν χαρακτήρα, δεν υπάρχει τόπος ούτε δια τα εθνικά μίση, ούτε δια τας φυλετικάς διακρίσεις, ούτε δια την δουλείαν (Κολ. 3,11), ούτε δι ' οιανδήποτε έχθραν και μισαλλοδοξίαν ( Ησ . 11,6. Ρωμ . 12, 10).

Ιδιαιτέρα μνεία θα πρέπει να γίνη εις το σημείον αυτό δια την θέσιν της Ορθοδοξίας έναντι των φυλετικών διακρίσεων. Η θέσις αυτή είναι, εν προκειμένω, σαφής: η Ορθοδοξία πιστεύει ότι ο Θεός " ἐποίησέν τε ἐξ ἑνός αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπί πᾶν τό πρόσωπον τῆς Γῆς " ( Πράξ . 17,26) και ότι εν Χριστώ « οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος , οὐδέ Ἕλλην , οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος , οὐκ ἄρσεν καί θῆλ , πᾶντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε " ( Γαλ . 3,28). Συνεπής προς την πίστιν αυτήν, η Ορθόδοξος εκκλησία δέν δέχεται τας φυλετικάς διακρίσεις, έστω και υπό ηπίαν μορφήν , εφ' όσον αύταί προϋποθέτουν αξιολογικήν διαφοράν μεταξύ των ανθρωπίνων φυλών και συνεπάγονται διαβάθμισιν δικαιωμάτων. Διακηρύσσουσα δε την επείγουσαν ανάγκην της πλήρους άρσεως των διακρίσεων και της παροχής δυνατότητος ολοπλεύρου αναπτύξεως όλων των κατοίκων της Γης, δεν περιορίζει την υποστήριξιν αυτής εις μόνην την άρσιν των διακρίσεων, αι οποίαι έχουν ως κριτήριον το χρώμα της φυλής και εντοπίζονται μόνον εις ωρισμένας περιοχάς του πλανήτου μας, αλλά επεκτείνει αυτήν και εις την καταπολέμησιν όλων των διακρίσεων εις βάρος διαφόρων μειονοτήτων.

 

6. Ορθοδοξία, αδελφοσύνη και αλληλεγγύη μεταξύ των λαών

Η τελευταία αυτή διαπίστωσις μας οδηγεί αβιάστως εις την βαθυτέραν σύλληψιν της ιδιότυπου συμβολής της Ορθοδοξίας εις την μεταξύ των λαών αλληλεγγύην και καλλιέργειαν της προς αλλήλους αδελφοσύνης. Πράγματι, αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι έχουν την δυνατότητα να συμβάλουν δια της καλλιεργείας του εκκλησιαστικού πληρώματος και γενικώτερον του λαού καθώς και δια της όλης πνευματικής των δραστη­ριότητος εις μίαν μεταβολήν προς το ηπιώτερον του γενικού κλίματος και φρονήματος. Ενταύθα πρόκειται περί ποικίλων πνευματικών δυνατοτήτων διαφερουσών εκείνων των διεθνών οργανισμών και των κρατών. Αι δυνατότητες αύται εκπηγάζουν εκ της φύσεως της Εκκλησίας, αποβλέπουν εις ουσιαστικότερα και μονιμότερα αποτελέσματα εις τά ζητήματα ειρήνης και αδελφοσύνης, και πρέπει να αναπτυχθούν εις το μέγιστον δυνατόν. Εδώ διανοίγεται ευρύ στάδιον δια τας Ορθοδόξους Εκκλησίας, δεδομένου ότι αύται ως ουσιαστικόν στοιχείον της εκκλησιολογικής και κοινωνικής διδασκαλίας των προβάλλουν εις τον διεσπασμένον κόσμον το ιδεώδες της λατρευτικής, της ευχαριστιακής κοινωνίας.

Ούτω κατανοείται και η τεραστία ευθύνη της Εκκλησίας εις την καταπολέμησιν της πείνης και απολύτου ενδείας, η οποία μαστίζει σήμερον κατά απαράδεκτον τρόπον μεγάλας μάζας ανθρώπων ή και ολοκλήρων λαών, κυρίως εις τον Τρίτον Κόσμον . Εν τοιούτον φοβερόν φαινόμενον εις την έπαχήν μας, κατά την οποίαν οι οικονομικώς προηγμένοι λαοί ζουν υπό καθεστώς αφθονίας και σπατάλης ή και αναλίσκονται εις εξοπλισμούς, υποδηλοί σοβαράν κρίσιν ταυτότητος του χριστιανικού κόσμου, τούτο δε δια δύο κυρίως λόγους:

α) διότι η πείνα όχι μόνον απειλεί το θείον δώρον της ζωής ολοκλήρων λαών του αναπτυσσομένου κόσμου, αλλά και συντρίβει ολοκληρωτικά το μεγαλείον και την ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου, και

β) διότι ο οικονομικώς ανεπτυγμένος χριστιανικός κόσμος, με την άδικον ή και, συχνά, εγκληματικήν κατανομήν και διαχείρισιν των υλικών αγαθών, προσβάλλει όχι μόνον την εικόνα του Θεού εις το κάθε ανθρώπινον πρόσωπον, αλλά και τον ίδιον τον Θεόν , ο οποίος εταυτίσθη προς το πρόσωπον αυτό.

Η οιαδήποτε, επομένως, αδράνεια και αδιαφορία του κάθε χριστιανού και της Εκκλησίας γενικώτερον εμπρός εις το τρομακτικόν σύγχρονον σύνδρομον της πείνης ολοκλήρων λαών, θα εταυτίζετο με προδοσίαν του Χριστού και με απουσίαν ενεργού πίστεως. Διότι, αν η μέριμνα δια την ιδικήν μας τροφήν είναι συχνά θέμα υλικόν , η μέριμνα δια την τροφήν του συνανθρώπου μας είναι θέμα καθαρώς πνευματικόν. Αποτελεί, επομένως, ύψιστον καθήκον όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών να οργανώσουν αμέσως και αποτελεσματικώς την βοήθειάν των προς τους πεινώντας συνανθρώπους των. Εις τας αναληφθείσας ευρύτερον πρωτοβουλίας πρέπει να εξαρθή και η πρόσφατος σχετική πρωτοβουλία του Μακαριωτάτου Προκαθημένου της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία υπό την διάστασιν διεθνούς συνεδρίου δια την πείναν , έτυχεν ήδη της δεούσης πανορθοδόξου και παγχριστιανικής υποστηρίξεως. Αύτη, πράγματι, ανοίγει την οδόν της συνεργασίας των Ορθοδόξων Εκκλησιών ως προς το αντικείμενον τούτο όχι μόνον μεταξύ των αλλά και με τας αλλάς Χριστιανικάς Εκκλησίας και Ομολογίας, με το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών ως και με τους Διεθνείς Οργανισμούς οι οποίοι ετάχθησαν εις τήν ΰπηρεσίαν της καταπολεμήσεως της φοβέρας αυτής μάστιγος. Ο αφοπλισμός δεν θα εξουδετέρωνε μόνον τον κίνδυνον του πυρηνικού αφανισμού, αλλά θα εξοικονομούντο και άφθονα χρήματα δια την ανακούφισιν των πεινώντων και των ενδεών.

Ας μη άπατώμεθα : η πείνα και η χαίνουσα ανισότης , η οποία μαστίζει σήμερον την ανθρωπίνην κοινότητα καταδικάζει την εποχήν μας τόσον εις τα ίδια εαυτής όμματα όσον και εις τα όμματα του δικαιοκρίτου Θεού. Καί τοΰτο διότι τό θέλημα αϋτοϋ σήμερον, ταυτιζόμενον προς την λύτρωσιν του συγκεκριμένου ανθρώπου, του τώρα και του εδώ, μας υποχρεώνει να υπηρετήσωμεν τον ανθρωπον εις την άντιμετώπισιν των συγκεκριμένων προβλημάτων του. Η πίστις εις τον Χριστόν χωρίς διακονικήν άποστολήν χάνει τήν σημασίαν της. Τό νά εϊμεθα Χριστιανοί σημαίνει να μιμώμεθα τον Χριστόν και να είμεθα έτοιμοι να τον υπηρετήσωμεν εις το πρόσωπον του αδυνάτου, του πεινώντος , του καταδυναστευομένου και γενικώς του έχοντος ανάγκην βοηθείας. Πασά άλλη προσπάθεια να ίδωμεν τον Χριστόν ως πραγματικήν παρουσίαν , χωρίς υπαρξιακήν σχέσιν προς αυτόν, ο οποίος χρειάζεται βοήθειαν , δεν είναι τίποτε άλλο από απλή θεωρία.

 

7. Η προφητική αποστολή της Ορθοδοξίας: μαρτυρία αγάπης.

Πέραν όμως και υπεράνω της κοινωνικής αυτής αποστολής, η εις τά πλαίσια του συγχρόνου κόσμου συμβολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις την ειρήνην , την ελευθερίαν , την δικαιοσύνην και την αδελφοσύνην μεταξύ των λαών, θα πρέπει να είναι πρωτίστως μία μαρτυρία αγάπης. Η μαρτυρία δε αυτή θα πρέπει να δίδεται πάντοτε, ανεξαρτήτως των επί μέρους συνθηκών, υπό τας οποίας ζη σήμερον μία εκάστη των Ορθοδόξων Εκκλησιών, κατόπιν όμως, βεβαίως, σώφρονος και ρεαλιστικής εκτιμήσεως των δυνατοτήτων, τάς οποίας αι συνθήκαι παρέχουν εις τας Εκκλησίας αυτάς . Μαρτυρία αγάπης σημαίνει ότι αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι δύνανται να επεμβαίνουν εις εκείνας τας καταστάσεις, αι οποίαι κρίνονται αντίθετοι προς το Ευαγγέλιον και την παράδοσίν των. Εδώ ανακύπτει επιτακτική η προφητική αποστολή της Ορθοδοξίας, το καθήκον της να μαρτυρή "περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος " εις κάθε θέμα απτόμενον της προαγωγής της ειρήνης, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της αδελφοσύνης ως και του σεβασμού του ανθρωπίνου προσώπου και της εν αυτώ υποτυπουμένης εικόνος Θεού. Κατά την ενάσκησιν της προφητικής αυτής αποστολής των, αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι έχουν την υποχρέωσιν να φροντίζουν δια την γαλήνην του ποιμνίου των, το οποίον ετάχθησαν νά κατευθύνουν εις την οδόν του Ευαγγελίου. Πιστεύομεν ότι προς πραγμάτωσιν τούτου η αγάπη είναι εκείνη, η οποία θα γαλβανίση την θέλησιν των Ορθοδόξων Εκκλησιών όπως, εν συνεργασία μετά των αδελφών των των άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών, αλλά και μετά των άλλων ανθρώπων, δώσουν σήμερον την μαρτυρίαν των - μαρτυρίαν πίστεως και ελπίδος- εις ένα κόσμον ο οποίος, περισσότερον ίσως από ποτέ άλλοτε, έχει την ανάγκην αυτής.

Ημείς οι χριστιανοί, επειδή κατανοούμεν το νόημα της σωτηρίας, αισθανόμεθα το χρέος να αγωνιζώμεθα δια την ανακούφισιν της ασθενείας, της δυστυχίας και της αγωνίας. Επειδή βιώνομεν την εμπειρίαν της ειρήνης, δεν δυνάμεθα να είμεθα αδιάφοροι δια την απουσίαν της από την σύγχρονον κοινωνίαν . Επειδή ευηργετήθημεν από την θείαν δικαιοσύνην , αγωνιζόμεθα δια μίαν πληρεστέραν δικαιοσύνην εις τον κόσμον και δια την εξουδετέρωσιν πάσης καταπιέσεως. Επειδή ζώμεν κάθε ημέραν την θείαν συγκατάβασιν , μαχόμεθα εναντίον κάθε φανατισμού και μισαλλοδοξίας μεταξύ των ανθρώπων και των λαών. Επειδή διακηρύσσομεν συνεχώς την ενανθρώπησιν του Θεού και την θέωσιν του ανθρώπου, υπερασπιζόμεθα τα ανθρώπινα δικαιώματα δι ' όλους τους ανθρώπους και όλους τους λαούς. Επειδή βιώνομεν την θείαν δωρεάν της ελευθερίας με το απολυτρωτικόν έργον του Χριστού, δυνάμεθα να προβάλωμεν πληρέστερα την καθολικήν αξίαν της δια κάθε άνθρωπον και κάθε λαόν . Επειδή τρεφόμεθα με το σώμα και το αίμα του Κυρίου εν τη θεία Ευχαριστία, κατανοούμεν πληρέστερον την πείναν και την στέρησιν . Επειδή προσδοκώμεν καινήν γην και καινούς ουρανούς, όπου θα επικρατή η απόλυτος δικαιοσύνη, αγωνιζόμεθα εδω και τώρα ( HΙC ET ΝUNC ) δια την αναγέννησιν και την ανακαίνισιν του ανθρώπου και της κοινωνίας.

Η μαρτυρία μας δε αύτη και η δι ' αυτής άρδευσι ς του αυχμηρού εδάφους της εποχής μας, η οποία, περισσότερον από κάθε άλλην έχει ανάγκην του Θεού, θα αποτελέση ίσως τον καλλίτερον τρόπον συμβολής των Εκκλησιών μας εις την ειρήνην και τα ιδεώδη, τα οποία την συνοδεύουν και την πραγματοποιούν. Αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι απευθύνονται εν αγάπη προς πάσαν κατεύθυνσιν , ώστε όλοι να συνεργήσουν εις την επικράτησιν της αγάπης και της ειρήνης μεταξύ των ανθρώπων και των λαών.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.