23 Ιανουαρίου
Αγίου Ιερομάρτυρος Κλήμεντος, επισκόπου Αγκύρας και του αγίου μάρτυρος Αγαθαγγέλου
Ο Αγιος Ιερομάρτυς Κλήμης καταγόταν από την Αγκυρα, από πατέρα εθνικό και μητέρα Χριστιανή, που ονομαζόταν Ευφροσύνη. Σε ηλικία δώδεκα ετών εκάρη μοναχός και σε ηλικία είκοσι ετών χειροτονήθηκε Επίσκοπος Αγκύρας.
Ο μακάριος Ιερομάρτης εγνώρισε σε όλη του σχεδόν τη ζωή το μαρτύριο. Υπέστη παντοειδείς και φρικώδεις βασάνους επί αυτοκράτορος Διοκλητιανού (284-305) και αυτοκράτορος Μαξιμιανού (285-305). Πράγματι, ο αγώνας του προς τους τυράννους κράτησε επί είκοσι οχτώ ολόκληρα χρόνια, χωρίς να διακόπτεται.
Στην φυλακή της Ρώμης τον εκρέμασαν σε ένα ξύλο και του εξέσκισαν το σώμα με σιδερένια νύχια. Τον χτύπησαν με πέτρες, τον έδεσαν σε τροχό που γυρίζοντας του συνέτριψε το σώμα, του συνέτριψαν τα σαγόνια και του έβγαλαν τα δόντια. Έτσι, λοιπόν, ο Ιερομάρτυς Κλήμης, αφού γνώρισε κάθε μορφή μαρτυρίου, αφού έλεγξε με τους λόγους του και το άγιο παράδειγμά του τους δυσεβείς και αφού με την υπομονή και καρτερία του κατέπληξε κι αυτούς τους Αγγέλους, έλαβε τον στέφανο της ουράνιας δόξας.
Ο Αγιος Μάρτυς Αγαθάγγελος καταγόταν από τη Ρώμη. Όταν ο Αγιος Κλήμης ήταν φυλακισμένος στη Ρώμη, πρώτος ο Αγιος Αγαθάγγελος και έπειτα οι άλλοι, που πίστεψαν στον Χριστό, προσήλθαν στην φυλακή και τους βάπτισε . Όλους αυτούς που βαπτίσθηκαν ο ειδωλολάτρης αυτοκράτορας τους αποκεφάλισε. Μόνο ο Αγιος Αγαθάγγελος δραπέτευσε και ανέβηκε κρυφά στο πλοίο, στο οποίο οι στρατιώτες του Μαξιμιανού θα έβαζαν τον Αγιο Κλήμεντα, για να τον στείλουν δέσμιο στη Νικομήδεια. Μόλις μπήκε στο πλοίο ο Ιερομάρτυς Κλήμης, ο Αγιος Αγαθάγγελος έπεσε στα πόδια του. Ο Κλήμης χάρηκε που είδε τον Αγαθάγγελο εκεί και θεώρησε τον πόθο του να μαρτυρήσει για τον Χριστό ως ευλογία Θεού. Επάνω στο πλοίο και οι δύο Αγιοι υπέστησαν φοβερά βασανιστήρια, ώσπου έφθασαν στην Αγκυρα και παραδόθηκαν στον Λούκιο, τον τοπικό άρχοντα. Τα φρικώδη βασανιστήρια άρχισαν. Τους κρέμασαν σε ξύλο, τους έκαψαν με αναμμένες λαμπάδες τα πλευρά, τους τρύπησαν με πυρακτωμένα σουβλιά τα χέρια ανάμεσα στα δάχτυλα, τους έριξαν σε ασβέστη επί δύο ημέρες, τους χτύπησαν με ράβδους, έμπηξαν στη γη ακόντια με τις αιχμές προς τα άνω και τους ξάπλωσαν πάνω στις αιχμές, με αποτέλεσμα να κατατρυπηθούν τα σώματά τους και να τους προκληθούν αφόρητοι πόνοι. Ιδιαίτερα του Αγίου Αγαθαγγέλου περιέλουσαν το κεφάλι με λιωμένο μολύβι. Στη συνέχεια τους έδεσαν στο λαιμό μυλόπετρες και τους έσυραν στους δρόμους της πόλεως. Ύστερα από εντολή του Λουκίου και οι δύο Αγιοι αποκεφαλίσθηκαν. Μαζί τους αποκεφαλίσθηκαν και οι υπόλοιποι άνδρες, γυναίκες και παιδιά που είχαν πιστέψει στον Χριστό.
Η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριο, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή του Ευδοξίου, πέραν του Ανάπλου, και στην εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, της παλαιάς και της νέας.
Ναό του Αγίου Κλήμεντος ανήγειρε ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ (976-1025) στα ανάκτορα, εντός του οποίου εφυλασσόταν η κάρα του Αγίου με άλλα ιερά λείψανα. Από τις αρχές του 10 ου αιώνος, η σύναξη των Αγίων άρχισε να τελείται στη μονή του Πατριάρχου Ευθυμίου (907-912), που βρισκόταν στην περιοχή των Υψωμαθείων Κωνσταντινουπόλεως, στην οποία, το 907, ο Μητροπολίτης Αγκύρας Γαβριήλ εδώρησε το ωμοφόριο του Αγίου Κλήμεντος και λείψανα του Αγίου Αγαθαγγέλου.
Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας , Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, τ. Ιανουαρίου, σελ. 277-279.
|