ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ

ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

18 Ιουνίου

Λεοντίου, Υπατίου, Αιθερίου, Θεοδούλου

Ο άγιος μάρτυς Λεόντιος καταγόταν από την Ελλάδα. Παράλληλα με τη σωματική του ανάπτυξη, αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό η ανδρεία του και η γενναιότητά του. Για τον λόγο αυτό κατατάχθηκε στο στρατιωτικό σώμα. Στους πολέμους κατά των εχθρών, στους οποίους πήρε μέρος, έδειξε όλη του ανδρειοσύνη και πολλές φορές έστησε τρόπαια νίκης.

Ύστερα, λοιπόν, από την δόξα που ο Άγιος απέκτησε στους πολέμους, αλλά και επειδή διακρινόταν για την σύνεση και την οξύνοιά του, τιμήθηκε με την στρατηγική στολή και πολλά παράσημα, έγινε δηλαδή στρατηγός. Ευρισκόμενος δε κάποτε στην Τρίπολη της Αφρικής, προσέφερε με φιλοφροσύνη στους φτωχούς τροφές από τα βασιλικά σιτηρέσια, ενώ παράλληλα λάτρευε με παρρησία αλλά και με κάθε ειλικρίνεια και γνησιότητα τον μόνο αληθινό Θεό. Το γεγονός όμως αυτό το πληροφορήθηκε ο ηγεμόνας της Φοινίκης Αδριανός, ο οποίος ηγεμόνευε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Ουεσπασιανού, και έστειλε στον άγιο Λεόντιο τον τριβούνο Υπάτιο με δύο στρατιώτες, από τους οποίους ο ένας ονομαζόταν Θεόδουλος.

Ο Υπάτιος, κατά την πορεία του προς τον Άγιο, προσβλήθηκε από πολύ υψηλό πυρετό. Τότε εμφανίστηκε σ' αυτόν άγγελος Κυρίου, και συγχρόνως άκουσε φωνή προερχόμενη από τον ουρανό, που του έλεγε: « Αν θέλεις να ελευθερωθείς από την ασθένεια, να επικαλεσθείς τρεις φορές την βοήθεια του Θεού του Λεοντίου . Την φωνή αυτή μάλιστα την άκουσε και ο Θεόδουλος. Εκείνος έπραξε αμέσως ό,τι άκουσε από τη φωνή και, έτσι, θεραπεύτηκε από τον υψηλό πυρετό που τον βασάνιζε.

Μετά την θεραπεία του ο Υπάτιος έφτασε, με τους συνοδεύοντες αυτόν στρατιώτες, στον άγιο Λεόντιο και φιλοξενήθηκε από εκείνον, χωρίς βέβαια να γνωρίζει ότι αυτός ήταν ο ζητούμενος. Αναζητώντας λοιπόν αυτόν, έλεγε κατά προσποίηση ότι είναι φίλος του αλλά και φίλος των θεών. Τότε ο Άγιος του είπε ότι αυτός είναι ο Λεόντιος, τον οποίο αναζητά, και ότι είναι δούλος του ενός και μόνου αληθινού Θεού, ενώ τους ψεύτικους θεούς της ειδωλολατρίας τους απεχθάνεται και τους αποστρέφεται.

Τότε λοιπόν ο Υπάτιος και ο Θεόδουλος, αφού άκουσαν τα λόγια αυτά, έπεσαν στα πόδια του Αγίου και ζήτησαν από αυτόν τη χάρη της εν Χριστώ οικείωσης. Εκείνος δέχτηκε το αίτημά τους και προσευχήθηκε στο Θεό για την ικανοποίησή του. Έτσι, καθώς λέγεται, κατήλθε από τον ουρανό σύννεφο νερού, το οποίο τους φώτισε (τους βάπτισε) και τους έντυσε με λευκές στολές. Βλέποντας δε οι ειδωλολάτρες τα θαυμαστά αυτά γεγονότα, ταράχτηκαν πάρα πολύ και τα αποκάλυψαν στον ηγεμόνα Αδριανό.

Αυτός τότε πρόσταξε να οδηγήσουν ενώπιόν του τους τρεις Αγίους. Όταν δε η προσταγή του εκτελέστηκε, προσπάθησε με νουθεσίες να τους πείσει να αποστατήσουν από την πίστη του Χριστού. Εκείνοι όμως δεν πείστηκαν. Έμειναν σταθεροί και ακλόνητοι κοντά στον Χριστό. Ύστερα δε από το γεγονός αυτό, ο Αδριανός πρόσταξε και τον μεν άγιο Υπάτιο τον κρέμασαν και του καταξέσχισαν με σιδερένια νύχια το σώμα, ενώ τον άγιο Θεόδουλο τον χτύπησαν βάναυσα με ξύλινα σπαθιά. Τελικά ο τύραννος πρόσταξε και τους αποκεφάλισαν και τους δύο.

Ο μεγαλομάρτυς όμως Λεόντιος υποβλήθηκε σε περισσότερα βασανιστήρια. Πρώτα-πρώτα λοιπόν τον έδειραν με μια δέσμη ραβδιών. Ακολούθως ο τύραννος προσπάθησε και πάλι με νουθεσίες και κολακείες να τον πείσει να αρνηθεί τον Χριστό. Ο Άγιος όμως όχι μόνο δεν υποχώρησε, αλλά και τον λοιδόρησε. Τότε ο τύραννος πρόσταξε την συνέχιση των βασανιστηρίων. Έτσι λοιπόν οι δήμιοι έδειραν απάνθρωπα τον Μάρτυρα· έπειτα, αφού τον κρέμασαν, του καταξέσκιζαν επί πολύ καιρό το σώμα, στον δε τράχηλό του προσέδεσαν μια βαριά πέτρα. Κατόπιν οι δήμιοι συνέχισαν τον ξυλοδαρμό, κατά την διάρκεια του οποίου ο άγιος Λεόντιος παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό και κοσμήθηκε με τον αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου.

Γ. Παπαδημητρόπουλου, Με τους αγίους μας, Συναξαριστής μηνός Ιουνίου , εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1995, σελ. 71-73.