ΕΚΔΟΣΕΙΣ  
 
ΝΕΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
   
 
 

Από της «ανακηρύξεως» του Αυτοκεφάλου της Εκκλησίας της Ελλάδος ευσεβής πόθος και πάγιο αίτημα ήταν η έκδοση της Καινής Διαθήκης, και η απόδοση του πρωτοτύπου κειμένου στην λογία νεοελληνική γλώσσα.

Η επιθυμία αυτή εκδηλώθηκε πλέον ως επιτακτικό αίτημα μετά τον εγκαινιασμό, υπό του αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Σπυρίδωνος κατά μήνα Ιούνιο 1951, και την λειτουργία του Τυπογραφείου της Αποστολικής Διακονίας.

Το μείζον τούτο θεολογικό και εκκλησιαστικό θέμα τέθηκε πολλάκις προς συζήτηση στην Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και εν τέλει κατά το έτος 1978 αποφασίσθηκε η έκδοση της Καινής Διαθήκης, υπό της Αποστολικής Διακονίας, στη λογία νεοελληνική (δημοτική) γλώσσα.

Παρενεβλήθησαν πάλι δυσκολίες και προσκόμματα, αλλά χάριτι Θεού το έργο ήχθη εις πέρας. Και είμεθα στη λίαν ευχάριστη θέση να σας γνωρίσουμε, μετά πνευματικής χαράς και ιεράς συγκινήσεως, ότι ήδη εκτυπώθηκε η Καινή Διαθήκη -το πρωτότυπο κείμενο μετά της αποδόσεως αυτού στη λογία δημοτική γλώσσα.

Η απόδοση στη λογία δημοτική γλώσσα είναι έργο του Ομοτίμου Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ελλογιμωτάτου κ. Χρήστου Βούλγαρη.

Ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος αναφέρει στο αποσταλέν Πατριαρχικόν Γράμμα:

«Διεξελθόντες τό ἀποσταλέν ὑφ' ὑμῶν κείμενον τῆς ἀποδόσεως τῆς Καινῆς Διαθήκης εἰς τήν Νεοελληνικήν καί θεωρήσαντες συνοδικῶς τήν ὅλην προσπάθειαν, ἐπευλογοῦμεν τήν παροῦσαν ἔκδοσιν, συγχαίρομεν τῷ πολλά κοπιάσαντι καί ἀγαγόντι εἰς πέρας τό ἐπίπονον τοῦτο ἐγχείρημα εἰδικῷ Καθηγητῇ, καί ἐκφράζομεν τήν Πατριαρχικήν ἡμῶν εὐαρέσκειαν, ἐν τῷ προσώπῳ ὑμῶν, ἀδελφέ ἅγιε Φαναρίου, πρός τήν Ἀποστολικήν Διακονίαν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διά τήν ἀπόφασιν καταρτίσεως ἐγκύρου μεταφράσεως τοῦ ἑλληνικοῦ κειμένου τῆς Καινῆς Διαθήκης καί διά τήν ἐποπτείαν καί τήν ἐπιμέλειαν τῆς ὅλης διαδικασίας».

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, στη Συνεδρία της 6ης Ιουνίου 2012, «…διαπιστοῦσα τό πνευματικῶς ὠφέλιμον τοῦ ἐγχειρήματος, ἀλλά καί τό ἐπιστημονικῶς ἄρτιον τῆς προτεινομένης καί ὑπό τοῦ Ἐλλογιμωτάτου κ. Χρήστου Βούλγαρη, Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἐκπονηθείσης ἀποδόσεως τοῦ ἱεροῦ κειμένου εἰς τήν ἁπλοελληνικήν γλωσσικήν διατύπωσιν, ἀπεφάσισεν ὅπως ἐγκρίνῃ τήν ὑπό τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑποβληθεῖσαν μετάφρασιν τῆς Καινῆς Διαθήκης».

Σταθερά αρχή ανά τους αιώνες υπήρξε η θέση της Αγιωτάτης Εκκλησίας μας, η διατυπωθείσα υπό του ιερού Χρυσοστόμου ότι «παράδεισός ἐστι τῶν θείων Γραφῶν ἡ ἀνάγνωσις» ( PG 49, στ. 17), « φωνή μέν ἑτέρα, πίστει δέ οὐχ ἑτέρα, καί γλώσσῃ μέν διαφόρῳ, διανοίᾳ δέ συμφώνῳ. Ὁ μέν γάρ φθόγγος τῆς γλώσσης ἐνήλλακται, ὁ δέ τρόπος τῆς εὐσεβείας οὐκ ἐνήλλακται » ( PG 51, στ. 87-88).

Σχ. 12Χ18, σελ. 1364
Εξώφυλλο βινύλιο : 10 €
Σκληρόδετο εξώφυλλο : 12€

 

 

 

 

 

Αθηναγόρας-Clément.
Ένας Πατριάρχης και ένας Καθηγητής
μεταξύ των εθνικισμών και της παγκοσμιοποίησης

Andrea Riccardi
μετάφραση: Δημήτρης Κεραμιδάς
Τίτλος πρωτοτύπου: Andrea Riccardi, Il professore e il patriarca. Umanesimo spirituale tra nazionalismi e globalizzazione, Jaca Book, Milano 2018

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας είναι ασφαλώς ο κεντρικός πρωταγωνιστής της ανά χείρας μεταφρασμένης μελέτης του Ιταλού ιστορικού Andrea Riccardi «Αθηναγόρας-Clément, ένας Πατριάρχης και ένας καθηγητής μεταξύ των εθνικισμών και της παγκοσμιοποίησης». Οι συνομιλίες στο Φανάρι το καλοκαίρι του 1968 με τον έτερο πρωταγωνιστή του βιβλίου, τον Γάλλο θεολόγο Olivier Clément (1921-2009), από τις οποίες προέκυψε το Dialogues avec le patriarche Athenagoras (1969), προσφέρουν στον Riccardi την αφορμή να αναλύσει την κοινωνική, διαχριστιανική και πολιτισμική ατμόσφαιρα της εποχής στην οποία διεξήχθησαν.
Ο συγγραφέας μας μεταφέρει στο ιδεολογικά φλεγόμενο Παρίσι του ’68, που αποτελούσε την πνευματική Ιθάκη πολλών νέων του ’60, αλλά και στη «σιδηρά» Σοβιετική Ένωση. Μας ταξιδεύει, επίσης, στα Βαλκάνια των αρχών του 20ού αιώνα, περίοδο μετάβασης από την οθωμανική κοινωνία στα εθνικά Κράτη, το καθένα με το δικό του εθνο-εκκλησιαστικό αφήγημα. Αυτό το κάνει ο Riccardi, προκειμένου ο αναγνώστης να μυηθεί στις περιστάσεις όχι τόσο του βίου του Αθηναγόρα, όσο κυρίως στο βάθος και την αξία της μαρτυρίας του.
Ο Clément έφθασε στην Κωνσταντινούπολη προβληματισμένος από τις νεανικές κινητοποιήσεις του παρισινού Μαΐου – δεν είχε διστάσει να αποκαλέσει τους μαθητές «κατεψυγμένους εγκεφάλους» – αλλά και έντονα απογοητευμένος από το γενικότερο κλίμα της φοιτητικο-μαθητικής εξέγερσης. Άνθρωπος της παιδείας και της μάθησης ο ίδιος, διέβλεπε ένα υπαρξιακό αδιέξοδο στα συνθήματα του ’68. Η ρήξη μεταξύ νέου και παλαιού, μεταξύ των νέων και ό,τι αυτοί έβλεπαν ως εξουσιαστική «αυθεντία» κινδύνευε να ανατρέψει τη δομή και τις αξίες της μεταπολεμικής δυτικής κοινωνίας.
Ο καθηγητής Clément συνάντησε τον Πατριάρχη Αθηναγόρα κομίζοντας τις παραπάνω ανησυχίες. Τί είχε να πει, όμως, στους μοντέρνους δυτικούς νέους ένας 82χρονος Ιεράρχης της Ανατολής; Ο Clément βρέθηκε αμέσως αντιμέτωπος με μία ισχυρή προσωπικότητα: αντί ενός αντιμοντέρνου υπερασπιστή των παραδοσιακών αξιών της κοινωνίας, ο Γάλλος θεολόγος συνάντησε έναν άνθρωπο με εφηβική φρεσκάδα και με διάθεση να μεταδώσει στον κόσμο του σήμερα τη μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας του.
Ένας γηραιός Αθηναγόρας, που έγινε «γέροντας», όπως αναφέρει ο Riccardi, και εξομολογήθηκε τα πνευματικά του εσώψυχα στον συνομιλητή του, μυώντας τον συγχρόνως στο όραμά του για την Εκκλησία.

Σχ. 14Χ24, σελ. 352
Τιμή : 10 €


 
 

 

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΟΜΟΚΑΝΟΝΩΝ

Οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας (1ος -9ος αι.), Το Corpus Canonum της Εκκλησίας της Α΄ Χιλιετίας από τον Νομοκάνονα του Ιερού Φωτίου
αρχιμ. Γρηγορίου Παπαθωμά,  
καθηγ. Θεολογικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Μία νέα, πολύευκτη επιστημονική Σειρά εμφανίζεται στο εκδοτικό επιστημονικό στερέωμα με την ανύστακτη 100ετή πλέον φροντίδα για τα θεολογικά ακαδημαϊκά δρώμενα εκ μέρους της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και με πρωτοβουλία της, με την ξεχωριστή ευλογία Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου και την επευλογία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Πρόκειται για την φερώνυμη «Βιβλιοθήκη Ελλήνων Νομοκανόνων» (ΒΕΝ), την άρτι εγκαινιασθείσα (2019-2020) δίπλα στην προϋπάρχουσα εφάμιλλη και ευρέως καταξιωμένη θεολογική Επιστημονική Σειρά «Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων» (ΒΕΠ), η οποία συμπληρώνει σε λίγο 100 τόμους (1955-2020). Κάτι αντίστοιχο φιλοδοξεί να εκπληρώσει και η νέα Σειρά ΒΕΝ με συγκέντρωση και έκδοση Κανονικών Συλλογών και ανέκδοτων Νομοκανόνων σύνολης της Β΄ χιλιετίας (9ος-19ος αι.), που αποτελούν κείμενα, τα οποία προέκυψαν μέσα από τα σπλάχνα της Εκκλησίας στα πολυπληθή χρόνια της χιλιετίας αυτής.

Ήδη, μόλις κυκλοφόρησε ο εναρκτήριος πρώτος τόμος της Σειράς από τον Καθηγητή του Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Αρχιμ. Γρηγόριο Δ. Παπαθωμά, με τίτλο «Οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας (1ος-9ος αι.). Το Corpus Canonum της Εκκλησίας της Α΄ χιλιετίας από τον Νομοκάνονα του Ιερού Φωτίου (883)», 751 σελ. Όπως προκύπτει από την εκτενή και αναλυτική Εισαγωγή, την «Προθεωρία», όπως την αποκαλεί ο ίδιος ο συγγραφέας της, σύμφωνα με την ορολογία που υιοθετούν οι Νομοκάνονες, έγινε κριτική αποκατάσταση («συγκριτική επαναγωγή») και χρονική κατάταξη του κειμένου των Ιερών Κανόνων, ανευρέθηκαν για πρώτη φορά στην ιστορία των εκδόσεών τους όλα τα βιβλικά χωρία από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, τα οποία ανέρχονται πάνω από 1200 παραθέματα, εμπλουτίσθηκαν οι παράλληλοι και συναφείς ιεροί Κανόνες, απομονώθηκαν οι ψευδεπίγραφοι κανόνες, οι οποίοι δεν υπάρχουν στον Νομοκάνονα του Ιερού Φωτίου (883), και προτείνεται μία διπλή και συνεχής απαρίθμηση των ιερών Κανόνων, με άλλα συναφή ζητήματα που σχετίζονται με Κανόνες της Εκκλησίας. Όλα αυτά συνοδεύονται από επεξηγηματικούς Πίνακες και Παραρτήματα, και άλλα επιστημονικά στοιχεία που προβλέπονται για ανάλογες εκδόσεις, με ένα Γλωσσικό Χρονολόγιο και ένα αντίστοιχο Κανονοδρόμιο, όπως παρουσιάζονται αυτά στα τελικά Παραρτήματα. Πρόκειται για μία εξαιρετικά καλαίσθητη έκδοση της Αποστολικής Διακονίας με πολύ χαμηλή και προσιτή τιμή σε σχέση με το περιεχόμενο και την καταβολή του έργου, για να γίνουν οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας ευπρόσιτο απόκτημα του κάθε ενδιαφερόμενου μελετητή τους.

Σχ. 21Χ14, σκληρόδετο, Σελ. 754, Τιμ. 15€.

 

 

 

 

«Χαίρε Νύμφη, ανύμφευτε»,
Ο Ακάθιστος Ύμνος στην Ορθόδοξη πίστη και ευσέβεια
,

Ανδρέα Θεοδώρου

Η Γ΄ αναθεωρημένη έκδοση του κλασικού πλέον ερμηνευτικού πονήματος του αειμνήστου Ανδρέα Θεοδώρου, μία εμβάθυνση στα υμνολογικά και πατερικά κείμενα που αποτυπώνουν την θεομητορική αγιότητα και την μοναδική συμβολή της Παρθένου Μαρίας στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας.

Σχ. 21Χ14, Σελ. 392, Τιμ. 11€.

 

 

 

 

 

Σύσσωμοι Χριστού ή Περί σπουδής στην Ευχαριστία
Αγαθαγγέλου, Μητροπολίτου Φαναρίου,
Γενικού Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

Ένα ευχαριστιολογικό πόνημα που έρχεται να απαντήσει στις προκλήσεις της εποχής μας και στις συζητήσεις που τίθενται και άπτονται της ίδιας της φύσεως του θεοσύστατου μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας. Ο συγγραφέας στιγματίζει τις θεολογικές παρεκκλίσεις του εκκοσμικευμένου πνεύματος της εποχής και της εξατομικευμένης σχέσης του σύγχρονου ανθρώπου με τον Θεό, υπογραμμίζοντας ότι η ουσία του Μυστηρίου έγκειται στην κοινωνία του πιστού με τους εν Χριστώ αδελφούς της κοινότητας και τον δια της Θ. Ευχαριστίας εγκεντρισμό σύνολης της Εκκλησίας στο σώμα του Χριστού. Ένα πλήρες και περιεκτικό σκιαγράφημα της πατερικής διδασκαλίας και της ορθοδόξου παραδόσεως περί της Θ. Ευχαριστίας, απάντηση στο εκκοσμικευμένο πνεύμα της εποχής.

Σελ.:80, Σχ.:14x24, Τιμ. 3 €.

 

 
 

ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ ΚΑΙ ΙΕΡΟΨΑΛΤΟΥ

Αναθεωρημένη έκδοση

Σχ. 14Χ21, Σελ. 392, Τιμ. 15€

 

 
     
ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ    
 

Δείτε τις βιβλιοπροτάσεις και βιβλιοπροσφορές μας

 

 
ΑΦΙΕΡΩΜΑ    
 

Αφιέρωμα στο ΟΧΙ του 1940

 
ΑΡΘΡΟ    
 

Ο αγώνας και η συναντίληψη των Ορθοδόξων Εκκλησιών

Μνήμες και Μαρτυρίες από το '40 και την Κατοχή ,
Αθήνα 2001, εκδ. Κλάδος Εκδόσεων Επικοινωνίας &
Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, σελ. 293-312

Ι. Η έκκληση του Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου

Διαρκούντος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, πολύτιμη για το αγωνιζόμενο Έθνος υπήρξε η συμπαράσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, των Παλαιφάτων Πατριαρχείων, των άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών, ως και του Ελληνισμού της Διασποράς. Αμέσως, μετά την άδικη επίθεση της Ιταλίας κατά της Ελλάδος, ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος ενημέρωσε όλες τις Χριστιανικές Εκκλησίες καταγγέλλοντας με ιδιαίτερα αυστηρή γλώσσα τις ενέργειες της φασιστικής Ιταλίας.

Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος  
Γραφείον Προέδρου

Η Εκκλησία της Ελλάδος προς τας απανταχού της Οικουμένης Χριστιανικάς Εκκλησίας.

Από πολλών ημερών η μικρά Ελλάς αμύνεται προς τα πλήγματα της αδίκου επιθέσεως μιας μεγάλης δυνάμεως, της Φασιστικής Ιταλίας, επιλαθομένης, ότι εντεύθεν εξεπορεύθησαν οι εν τω Ευαγγελίω γεννήσαντες και το πρώτον γάλα της ευσεβείας ποτίσαντες αυτήν, και κατόπιν πάλιν οι διαλύσαντες τα νέφη του μεσαιωνικού σκότους και εν τω Ελληνικώ πνεύματι και τη Ελληνική παιδεία εις λουτρόν παλιγγενεσίας και αναγεννήσεως αναβαπτίσαντες και εις το φως και την αλήθειαν επαναγαγόντες αυτήν.

Και αφού εξήντλησεν όλας τας αφορμάς, υπομιμνησκούσας τας προφάσεις του λύκου του Αισωπείου μύθου, ίνα καταβροχθίση το αρνίον, αφού εν χριστιανική μεγάλη πανηγύρει της Παναγίας επίκρανε την χαράν της Εορτής δια του τορπιλισμού του μετέχοντος της πανηγύρεως Ελληνικού Ευδρόμου «Έλλη» , ο δε Ελληνικός λαός, φεύγων τας αφορμάς των θελόντων αφορμάς κατέπινε τον εκ τούτου πόνον και την πικρίαν και εσιώπα, εν τέλει κρύψασα το δολοφόνον ξίφος υπό το πέπλον της νυκτός, επετέθη κατά της ημετέρας Πατρίδος, ίνα καταλύση την αντί πολλού αίματος κτηθείσαν και φυλαχθείσαν ελευθερίαν και ανεξαρτηοίαν αυτού, καθ' ημέραν δε πλήττει από αέρος αμάχους πληθυσμούς ανοχυρώτων πόλεων και χωρίων και κρημνίζει ναούς του Θεού. Και κατά τούτων μεν ως και υπέρ της ελευθερίας αμύνεται ηρωικώς ο Ελληνικός Στρατός και Λαός.

Αλλά την άδικον και αντίθεον ταύτην πράξιν της επιθέσεως της φασιστικής Ιταλιας και τους εμπρησμούς θεωρεί καθήκον της η Εκκλησια της Ελλάδος να καταγγείλη εις τας απανταχού της Οικουμένης Χριστιανικάς Εκκλησίας, και πέποιθεν, ότι όλαι κατά τον νόμον της των μελών του αυτού σώματος κοινωνίας και αλληλεγγύης θα αγανακτήσητε επί τοις τολμηθείσι και θα λογισθήτε, ότι η γενομένη επίθεσις είναι ανατροπή θείων και ανθρωπίνων νόμων και τυραννίς και ύβρις κατά των ελευθέρων άνθρώπων. Παρακαλεί δε να αναλάβητε ζήλον Χριστού και διαμαρτυρηθήτε και κινηθήτε και κινήσητε τους λαούς υμών αξίως του αδικήματος, ίνα μάθωσι πάντες ως κοινόν έχθρόν να νομίζωσι τον άρπαγα και να προΐστανται των αδικουμένων και να αμύνωνται υπέρ των αιωνίων και ακαταλύτων της χριστιανικής θρησκείας αληθειών, της δικαιοσύνης, ελευθερίας, αληθείας και αγάπης, υπέρ ων Χριστός απέθανεν και τας κατά τόπους Εκκλησίας της Οικουμένης φρουρούς αυτών, ως και του όλου χριστιανικού πολιτισμού κατέστησεν.

Ευξώμεθα όση ημίν δύναμις, ίνα ο Κύριος παύση τα φρυάγματα των Εθνών και αποδώση τοις λαοίς και τη Οικουμένη την ελευθερίαν, την ειρήνην και την Βασιλείαν Αυτού.

Κατά την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου αναπέμπονται παντού Δεήσεις και Ικεσίες υπέρ ευλογίας και ενισχύσεως των αγωνιζομένων Ελλήνων αδελφών και της φιλτάτης Πατρίδος. Η κατάληψη της Κορυτσάς, του Αργυροκάστρου, της Χειμάρρας, κάνει τους Έλληνες της Διασποράς να πανηγυρίσουν και να ευχαριστήσουν τον Θεό. Παντού τελούνται Δοξολογίες και εορτάζονται τα νικητήρια: στην Νέα Ύόρκη, στο Κάιρο, στο Λονδίνο. Η βοήθεια και η καθημερινή συνδρομή της Ομογένειας ενισχύει τα μέγιστα τον δίκαιο αγώνα του Έθνους.

ΙΙ. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βενιαμίν στο Πατριαρχικό Γράμμα του, με την ευκαιρία των Χριστουγέννων του 1940, γράφει προς τον Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο:

«...Η κατ' εξοχήν εορτή αυτή της ειρήνης ευρίσκει και αύθις την ανθρωπότητα σπαρασσομένην υπό της του πολέμου φοβέρας λαίλαπος, απειλούσης μετατρέψαι την σύμπασαν εις κοιλάδα κλαυθμώνος και συσσωρευούοης πένθη επί πενθών. Επί την άφατον όμως του Κυρίου μακροθυμίαν ερειδόμενοι, νυχθημερόν δεόμεθα Αυτού όπως φωτίση δια του θείου φωτός Αυτού τον νουν και την καρδίαν των ηγητόρων των λαών, ίνα μετατρέψωσιν ούτοι, κατά το προφητικόν, τας ρομφαίας αυτών εις άροτρα και τα δόρατα αυτών εις δρέπανα και ευαγγελισθή ούτω τω κόσμω η ανεκλάλητος χαρά, ην οι Αγγελοι ευηγγελίσαντο προς τους ποιμένας της Βηθλεέμ δια του «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία ».

Πολύτιμες υπηρεσίες προς τον δοκιμαζόμενο και αγωνιζόμενο Ελληνικό Λαό προσέφερε και ο Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής και μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, ο οποίος ωργάνωσε στην Αμερική την «Ελληνική Πολεμική Περίθαλψη». Η Οργάνωση αυτή έσωσε πολλές χιλιάδες 'Ελληνες στη διάρκεια του πολέμου και της Ιταλογερμανικής Κατοχής με την αποστολή σ' αυτούς τροφίμων, φαρμάκων, ειδών ιματισμού κλπ., αξίας πάνω από 20 εκατομμύρια δολλάρια. Επισημαίνεται ιδιαίτερα, ότι ο Αθηναγόρας έκανε το θρόνο της Ορθοδοξίας της Αμερικής έπαλξη των εθνικών πεπρωμένων του Γένους, χειριζόμενος με πρωτοβουλία και θέρμη τα εθνικά μας προβλήματα σε απευθείας επικοινωνία με τους προέδρους των Η.Π.Α.

Με την προτροπή του Αρχιεπισκόπου Αθηναγόρου και την βοήθεια του συνεργάτου του, ομογενούς επιχειρηματίου Σπύρου Σκουρ, διενεργούνται έρανοι υπέρ της αγωνιζομένης Πατρίδος σε όλη την Ομογένεια. Ο ιερεύς Παναγιώτης Αναστασίου, Εφημέριος του Ναού της Αγίας Σοφίας της Ελληνικής Κοινότητος Συρακουσών Νέας Ύόρκης, έγραφε χαρακτηριστικά προς τον Πρωθυπουργό Ιωαννη Μεταξά: «Διενεργούμεν έρανον προς βοήθειαν των ελληνικών οικογενειών, των οποίων πατέρες και αδελφοί αγωνίζονται δια τιμήν και ελευθερίαν της φιλτάτης Πατρίδος».

ΙΙΙ. Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας

Ύψιστες εθνικές υπηρεσίες προς την μαχόμενη Ελλάδα προσέφερε, κατά την περίοδο της Κατοχής, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας με επικεφαλής τον Πατριάρχη Χριστοφόρο (Δανιηλίδη). Η μεγάλη προσφορά του Πατριάρχου εκδηλώθηκε λίγο μετά το 1940, όταν η Ελλάδα αντιμετώπιζε το πρόβλημα του επισιτισμού, που άγγιζε τα έσχατα όρια. Υπάρχει μακρά αλληλογραφία του Πατριάρχου Χριστοφόρου με τις Συμμαχικές Αρχές στην Αίγυπτο και πλείστα υπομνήματά του, μέσα από τα οποία αποδεικνύεται η συνεχής προσπάθειά του για την αποστολή σίτου στην Ελλάδα. Μια άλλη σωστική ενέργεια του Πατριάρχου ήταν η φροντίδα του για την διεξαγωγή εράνων και την συλλογή χρημάτων, για την αγορά και αποστολή βιταμινών στην Ελλάδα, που έσωσαν πολλά παιδιά της Πατρίδος μας. Παράλληλα, οι συνεχείς πατριωτικοί λόγοι του Πατριάρχου προς τις Ελληνικές Κοινότητες, στην Αλεξάνδρεια, στο Ελ Αλαμέιν και αλλού, ενίσχυαν και ενδυνάμωναν το αγωνιζόμενο Έθνος.

Ο Πατριάρχης, επίσης, είχε θέσει υπό την ευλογία του τον Αγώνα υπέρ των Δωδεκανήσων στην Αίγυπτο. Ακόμη, η «Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος» τυπωνόταν στο Πατριαρχικό Τυπογραφείο Αλεξανδρείας με την ένδειξη «Επί του Θωρηκτού Αβέρωφ».

IV . Το Πατριαρχείο Αντιοχείας

Την 1η Δεκεμβρίου 1940 τελέσθηκε στον Πατριαρχικό Ναό της Δαμασκού, χοροστατούντος του Πατριάρχου Αντιοχείας Αλεξάνδρου, συγκινητική και μεγαλοπρεπής δέηση υπέρ κατισχύσεως των Ελληνικών όπλων. Στην τελετή παρέστησαν ο Γενικός Πρόξενος της Βηρυττού Κυπραίος και ο Πρόξενος της Αγγλίας με το προσωπικό των Υπηρεσιών τους. Μετά δε την δέηση, τα μέλη της Ελληνικής Παροικίας μετέβησαν στα Πατριαρχεία, όπου ωμίλησε ο Πατριάρχης με δάκρυα και ο Γενικός Πρόξενος. Παράλληλα, με εντολή του Πατριάρχου, εψάλησαν Δέησεις σε όλες τις πόλεις της Συρίας και του Λιβάνου υπέρ της Ελλάδος. Στην απαντητική του επιστολή προς τον Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο γράφει:

«Μετ' ανεκφράστου χαράς εκομισάμεθα προ δύο ημερών την από 16 Ιανουαρίου παρελθόντος και υπ' αριθ. 86 σεπτήν επιστολήν της Ύμετέρας πεφιλημένης Μακαριότητος, δι' ης ευαρεστηθείσα Αύτη μετά της περί Αυτήν Αγίας και Ιεράς Συνόδου ειλικρινείς εξέφρασεν ευχαριστίας τη καθ' ημάς Αγιωτάτη Εκκλησία της Αντιοχείας δια την υφ' ημών τελευταίως επιδειχθείσαν ζωηρόν συμπάθειαν προς την τύχην του ευσεβούς και αγαπητού Ελληνικού Έθνους, όλως αναιτίως και αδίκως πολεμουμένου και εις άνισον πόλεμον επισυρομένου.

Εκτελούντες ιερόν καθήκον χριστιανικής αγάπης προς ευεργέτιδα Εκκλησίαν και ισάδελφον ηρωϊκόν Έθνος, ημείς επράττομεν τούτο σιωπηλώς και άνευ διακηρύξεων, ίνα μη μειώσωμέν τι από την  αξίαν της ενδομύχου αφοσιώσεως, μεθ' ης επεδόθημεν, το κατά δύναμιν, εις διεκπεραίωσιν συνεργίας προς ευόδωσιν του προς ον απεβλέψαμεν σκοπού. Αλλ' η Υμετέρα σεβάσμια Μακαριότης απέστερξε ν' αποσιωπηθή η πενιχρά ημών συνεισφορά, συνισταμένη εις προσευχάς και παραινέσεις προς επιτυχίαν του υπέρ πίστεως και πατρίδος αγώνος του δοκιμαζομένου Ελληνικού λαού και εφιλοφρονήθητε να εκφρασθώσι δι αδελφικής επιστολής ευχαριστίαι δι' έργον επιβαλλόμενον ημίν υπό ιερού καθήκοντος.

Ευχαριστούντες όθεν εξ όλης ψυχής δια τα αναφερόμενα εν τη ως άνω φίλη επιστολή της Υμετέρας Μακαριότητος, και την ελπίδα αδιάσειστον έχοντες ότι η θεία Πρόνοια, η τα πάντα προς το συμφέρον της ανθρωπότητος διέπουσα και την τελικήν νίκην της αληθείας κατά των δυνάμεων του κακου πάντοτε οικονομούσα, θ' αναδείξη τροπαιοφόρα τα όπλα του Ελληνικού Στρατού και κραταιώση την ορθόδοξον πίστιν εις τας καρδίας των υπέρ των ιερών και βωμών αγωνιζομένων αδελφών ημών, διαβεβαιούμεθα την προς Αυτήν αμέριστον ημών αγάπην και αφοσίωσιν...».

V. Μηνύματα ειρήνης από τους Πατριάρχες Ιεροσολύμων, Σερβίας και Ρουμανίας

Σε μήνυμά του προς τον Ελληνικό Λαό, που μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο, την Κυριακή 24 Νοεμβρίου 1940, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Τιμόθεος έλεγε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: 

«Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου Θεού. Ετοιμαζόμεθα να υπερασπίσωμεν τους βωμούς και τας εστίας, να διασώσωμεν πάντες οι Ορθόδοξοι Λαοί την ελευθερίαν της Πατρίδος και την Ορθόδοξον πίστιν της Αγίας ημών Εκκλησίας.

Η Εκκλησία ημών εύχεται υπέρ της ειρήνης. Ευχόμεθα να βασιλεύση η ειρήνη. Αλλά ποία ειρήνη; Η ειρήνη του Χριστού μετά δικαιοσύνης πάση θυσία, ειρήνη ήτις σέβεται τον νόμον. Και δια τούτο η Αποκάλυψις κηρύττει: «Κράτει ο έχεις , ίνα μηδείς λάβη τον στέφανόν σου . Ο νικών ποιήσω αυτόν στύλον εν τω ναώ του Θεού μου» (3, 12)   ».

Την συμπάθεια και συμπαράστασή του στο δοκιμαζόμενο 'Εθνος των Ελλήνων εξέφρασε και ο Πατριάρχης των Σέρβων Γαβριήλ, ο οποίος απευθυνόμενος προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο, έγραφε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Το θλιβερόν γεγονός, ότι ο πόλεμος ενέσκυψεν αιφνιδίως και επί του ιερού εδάφους του Ελληνικού Κράτους μεθ' όλων των μεγάλων αυτού δεινών και επακολουθημάτων παρά τας ειλικρινείς προσπάθειας, ας το Κράτος και η Εκκλησία του Ελληνικού Εθνους κατέβαλον προς διατήρησιν της ειρήνης εν τω κόσμω, μεγάλως ελύπησεν ημάς και την ημετέραν Εκκλησίαν. Ως αν μη ήρκει, ότι τόσοι λαοί χριστιανικοί παρεσύρθησαν βιαίως εις τον πόλεμον, ον η άνθρωπίνη μανία εξαπέλυσε κατά της προόδου και του πολιτισμού.... Η ημετέρα Ιεραρχία, ο κλήρος και ο λαός, μετά θάρρους και συμπάθειας παρακολουθούμεν τον ηρωικόν αγώνα του Ελληνικού Εθνους, ον ανέλαβε κατά τας ημέρας ταύτας υπέρ βωμών και εστιών αυτού και πιστεύομεν ότι θα φανή και πάλιν αντάξιος του ενδόξου αυτού παρελθόντος..».

Χαρακτηριστική είναι, επίσης, η επιστολή του Πατριάρχη των Σέρβων Γαβριήλ προς τον Πρεσβευτή της Ελλάδος στο Βελιγράδι Ρωσέτη, στην οποία αναφέρεται η προσφορά ενός χρηματικού ποσού για ενίσχυση του Στρατού.

«Πατριάρχης των Σέρβων,  
Βελιγράδιον, 30 Απριλίου 1941,  
Προς την Αυτού Εξοχότητα κ. Ρωσέτην,  
Πρεσβευτήν του Βασιλείου της Ελλάδος, Βελιγράδιον.

Κύριε Υπουργέ,

Εν τη επιθυμία με τον ταπεινόν οβολόν μας να βοηθήσωμεν έστω και έναν τραυματίαν του ανδρείου και νικηφόρου Ελληνικού Στρατού, ο οποίος κατά το παράδειγμα των μεγάλων προγόνων του, των Θερμοπυλών και του Μαραθώνος, λεονταρίσια υπερασπίζει την τιμήν και την ελευθερίαν της φιλτάτης πατρίδος του της ενδόξου Ελλάδος, παρακαλούμεν υμάς, όπως ευαρεστούμενοι δεχθήτε και διαβιβάσητε εις τον εν Αθήναις Ερυθρόν Σταυρόν 10.000 δηνάρια ως Ημετέραν προσφοράν. 

Δεχθήτε, Κύριε Υπουργέ, την έκφρασιν της υπολήψεως Ημών και την Ημετέραν Πατριαρχικήν ευλογίαν.

Ο Πατριάρχης των Σέρβων Γαβριήλ

Στην επιστολή του, προς τον Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο, ο Πατριάρχης Ρουμανίας Νικόδημος γράφει:

«...Αλλά διερωτώμεθα νυν, που η επί γης ειρήνη και η εν ανθρώποις ευδοκία;... Μετά πόνου απαντώμεν αιτία τούτου εστίν, ότι ελησμονήσαμεν τον Θεόν και απεμακρύνθημεν Αυτού, διότι εψύγη η αγάπη των πολλών και η τιμωρία αναμένει αυτούς... Ας αναμένωμεν, λοιπόν, ότι δια της μετανοίας και της διορθώοεως πάντων, Αυτός ο Κύριος της ειρήνης θα ευσπλαγχνισθή ημάς, θα θέση τέρμα εις το εκ του πολέμου εκχυνόμενον αίμα των χριστιανών της γης, θα σιγήση η βροντή του πυροβόλου...».

VI . Η συμβολή της Εκκλησίας της Κύπρου

Μιλώντας κανείς για την συμβολή της Κύπριδος Εκκλησίας στους αγώνες του Έθνους θα πρέπει ευθύς εξαρχής να επισημάνη ότι αναφέρεται στην κάθε είδους προσφορά και θυσία των Κυπρίων υπέρ της ελευθερίας και της σωτηρίας της Ελλάδος, δηλ. προς ολόκληρο το Έθνος των Ελλήνων. Οι Κύπριοι αισθάνονται πάντοτε αναπόσπαστο τμήμα της Ελληνικής φυλής. Παρά τις όποιες αντίξοες ιστορικές συνθήκες και συγκυρίες, η νήσος Κύπρος συνεχίζει να ζη την αγωνία και τον αγώνα, τον πόνο και την χαρά, την αποτυχία και την επιτυχία, την δοκιμασία και την δόξα κάθε τμήματος του Ελληνισμού. Η στάση αυτή των Κυπρίων, οι οποίοι ζουν στο ανατολικότερο σημείο της Μεσογείου, παραμένει πάντοτε έκφραση και συναίσθηση της κοινής πορείας και ιστορίας, καθώς και του κοινού αγώνα για τα ίδια ιδανικά μαζί με τους πανέλληνες.

Οι Έλληνες της Κυπριακής γης παρακινούνται από εθνική και πανανθρώπινη αλληλεγγύη και συμπαρίστανται έμπρακτα στην δοκιμαζόμενη Πατρίδα. Και τούτο παρά τις κατά καιρούς γεύσεις από το πικρό ποτήρι της απομόνωσης. 'Οπως γράφει ο ποιητής, αναφερόμενος στην ηλιοκαμένη Κύπρο: «...πολλούς αφέντες άλλαξες, δεν άλλαξες καρδιά», και συμπληρώνει ο Εθναρχης Μακάριος ο Γ': «η καρδιά της Κύπρου ήταν και παραμένει πάντα η ίδια: ελληνική!».

Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια οι Κύπριοι στο άκουσμα ότι κάποιο τμήμα του Ελληνισμού αδικείται ή βρίσκεται σε έκτακτη ανάγκη, λόγω πολεμικής επιβουλής (όπως συνέβη στην εποχή της Ιταλικής εισβολής και επεκτεινόμενης κατοχής, Ιταλικής και Γερμανικής), ήσαν και είναι πανέτοιμοι παρά την φτώχεια και την κακουχία να προσφέρουν και να προσφερθούν, να θυσιάσουν και να θυσιαστούν για την ελευθερία της μεγάλης Πατρίδος.