ΝΕΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ

 

 

Επετηρίδα 2022

Η Επετηρίδα του 2022 περιέχει το εορτολόγιο του έτους, σημειωματάριο, τηλεφωνική ατζέντα, τις περιόδους νηστείας και χρήσιμες εκκλησιαστικές πληροφορίες. Εφέτος είναι αφιερωμένη στις αλησμόνητες πατρίδες 1922-2022.

Σχ. 13, 5Χ8, 5, Τιμ. 1€.

 

Ημεροδείκτης τοίχου 2022

Ο Ημεροδείκτης τοίχου περιέχει εορτολόγιο του έτους 2022 και μηνύματα για την εορτή κάθε ημέρας ή θέματα που αφορούν τη χριστιανική ζωή. Κοσμείται με τετράχρωμη εικόνα της "Υπεραγίας Θεοτόκου, Βρεφοκρατούσης".

Σχ. 21Χ29, Τιμ. 4€.

 
     
 

 

Το Ψαλτήριον

Μία νέα και επιμελημένη έκδοση του Ψαλτηρίου σε μικρό σχήμα, κατά την μετάφραση των εβδομήκοντα των αστείρευτης πνευματικότητας 150 Ψαλμών του Δαυίδ και των εννέα ωδών.

 Σχ. 13Χ17, Σελ. 320, Τιμ. 10€.

 
     
 

Η Αποκάλυψις του Ιωάννου
Πρωτότυπο κείμενο με νεοελληνική μετάφραση
και πατερικό σχολιασμό 
Γεωργίου Β. Μαυρομάτη

Η έκτη επανέκδοση του κλασικού πλέον βιβλίου του Γ. Β. Μαυρομάτη, στο οποίο περιέχεται το πρωτότυπο κείμενο, νεοελληνική απόδοση, με ερμηνευτικές προσεγγίσεις και σχολιασμό των Πατέρων της Εκκλησίας. Η παρούσα έκδοση κοσμείται από έγχρωμες μινιατούρες και με Ευρετήριο που καθιστά ευχερέστερη την ανάγνωση και μελέτη του ιερού κειμένου.

Σχ. 17Χ24, Σελ. 436, Τιμ. 10€.

 
 

 

 
 

Κήπος αειθαλής    
Οι Άγιοι της Μεγάλης Ελλάδας στις   πόλεις-αποικίες της Εύβοιας
Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου,  
Γενικού Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας  
της Εκκλησίας της Ελλάδος

Σκοπός της παρούσης εκδόσεως είναι να παρουσιάσουμε το πρωτοχριστιανικό, το βυζαντινό και ελληνορθόδοξο αγιολογικό παρελθόν προβάλλοντας μέσα από τα Συναξάρια τις μορφές των Αγίων που έζησαν, αναδείχθηκαν, έδρασαν, ασκήτεψαν, άθλησαν και μαρτύρησαν στις πόλεις-αποικίες της Εύβοιας της Μεγάλης Ελλάδος και της Σικελίας, το οποίο μέχρι σήμερα είναι παντελώς άγνωστο στο μεγαλύτερό του μέρος. Η έκδοση αυτή, για την πληρέστερη εικόνα του θέματος από τον αναγνώστη, εμπλουτίζεται με σύντομα ιστορικά στοιχεία κάθε αποικίας-πόλεως, που ίδρυσαν οι Ευβοείς, ως και με εικονογραφικό υλικό, το οποίο πάντοτε στηρίζει με έναν ιδιαίτερο φωτεινό τρόπο κάθε κείμενο. Αυτό το πνευματικά πλούσιο και μοναδικό παρελθόν των πατέρων και προγόνων μας όχι απλά αγγίζει, αλλά και σηματοδοτεί τον δικό μας αγώνα μέσα στην εσχατολογική πορεία της Εκκλησίας και της καθημερινότητας, το ιστορικό γίγνεσθαι της Πατρίδας μας και το «μοίρασμα» της Παράδοσής μας με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο.

Σχ. 21x29, Σελ. 306, Τιμ. 20€.

 
     
 

1821-2021 Οι Νεομάρτυρες του Γένους
Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, 
Γενικού Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας
της Εκκλησίας της Ελλάδος

Συναξαριστικός εικονογραφημένος Τόμος με Συναξάρια όλων των Νεομαρτύρων, αφιέρωμα στην άλωση της Πόλης και τον τελευταίο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ' Παλαιολόγο.
Ο αγώνας των Ελλήνων έγινε, όπως ομολογούσαν οι Αγωνιστές του 1821,  «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία». Δεν πρόκειται συνεπώς μόνο περί μιας εθνικής επετείου, αλλά περί συζεύξεως, αλληλοπεριχωρήσεως, κοινής πορείας και αδιατάρακτης ενότητας Ελληνισμού και Ορθοδοξίας. Αυτή την αλήθεια εκφράζουν οι άγιοι Νεομάρτυρες που ήταν η ψυχή του αγώνα. Αυτοί σήμερα, με την πίστη τους, τη θυσία τους και το μαρτύριο τους, μας δίνουν τη δύναμη να αντέχουμε, να αγωνιζόμαστε, να ελπίζουμε. Έτσι, το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα εισοδικό στην πίστη και τη μαρτυρία του ζώντος Τριαδικού Θεού, την ιστορία της Πατρίδας μας και του Γένους των Ελλήνων.

Σχ. 25Χ27,5, Σελ. 442, Τιμ. 30 €.

 
     
ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΣΦΟΡΕΣ ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
 
 
     
ΑΡΘΡΑ

 

 

Η ποίηση Ρωμανού του Μελωδού, Θεοδώρου Ξύδη

 
 
 

Ευχαριστία και Κατήχηση

Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου,
Γεν. Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

Είναι αλήθεια, ότι ο σύγχρονος άνθρωπος, ένεκα της νέας κοινωνικής δομής και τάξεως πραγμάτων, έχει μεταβάλει την στάση και συμπεριφορά του έναντι της πίστεώς του στον Θεό. Η μορφή αυτή της μη ευχαριστιακής θεωρήσεως και χρήσεως του κόσμου, που συνιστά την ουσία της εκκοσμικεύσεως, οδηγεί στον συσχηματισμό με τον κόσμο και καλλιεργεί μεταξύ του σκοπού της λατρείας και της κατανοήσεώς της μια διαφορά, ένα χάσμα.

Θα πρέπει να αναρωτηθούμε, εάν μέσα στον σύγχρονο πολιτισμό και στον πλαστό ορθολογισμό του κόσμου, ο λαός μας ζει την Ευχαριστία ως σύναξη της εν Χριστώ οικογένειάς του, ως μετοχή στον θάνατο και στην Ανάσταση του Χριστού, «προσκατερών τη διδαχή και τη κοινωνία, τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς».

Δείτε τη συνέχεια του άρθρου

     
 

Η ορθόδοξη αξιοποίηση των Αρεοπαγιτικών έργων
εναντίον
των σχολαστικών θεολογικών συγχύσεων

Β. Ι. Φειδά

Η ορθόδοξη αντιμετώπιση των προφανώς εσφαλμένων και σαφώς απαράδεκτων σχολαστικών καινοτομιών της Εκκλησίας της Δύσεως επανέφερε, όπως θα δούμε, στο προσκήνιο τα Αρεοπαγιτικά έργα κατά την περίοδο των ησυχαστικών ερίδων του ΙΔ α ἰώνα, με κορυφαίους, όπως είδαμε, πολεμίους των απαραδέκτων αυτών καινοτομιών τόσο τον έγκριτο θεολόγο Νικόλαο Καβάσιλα, με το σπουδαίο πράγματι έργο του «Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας» (PG 150, 428-441), όσο και τον διαπρεπή ησυχαστή Οικουμενικό πατριάρχη Κάλλιστο Α΄ (1350-53, 1354-63) με τη σημαντική «Παραίνεσίν» του προς τον αρχιεπίσκοπο Τυρνόβου για την αποδοχή του αγίου Μύρου από το Οικουμενικό πατριαρχείο, ήτοι «κατά την νενομισμένην της Εκκλησίας παράδοσιν, τω τελουμένω εν τη αγιωτάτη του Θεού Μεγάλη Εκκλησία, καθώς τούτο διασαφεί και παραδίδωσιν ο τοιούτος μέγας Διονύσιος γίνεσθαι…» (Miklosich- Müller, Acta et Diplomata, Ι, 440-441). Υπό το πνεύμα αυτό, ο διαπρεπής θεολόγος αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Συμεών (1417-1425) αξιοποίησε επίσης και κατά κόρον τα Αρεοπαγιτικά έργα τόσο στον «Διάλογον κατά αιρέσεων» (PG 155, 101 κεξ.), όσο και στις σπουδαίες μυσταγωγικές λειτουργικές και τελετουργικές πραγματείες του (PG 150, 237-252).

Είναι λοιπόν ευνόητον, ότι μετά την απόσχιση της προτεσταντικής Μεταρρυθμίσεως από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία προέκυψε ένας αναπόφευκτος οξύτατος ομολογιακός ανταγωνισμός, στον οποίο οι προτεστάντες θεολόγοι αμφισβήτησαν ευλόγως τη γνησιότητα και της «αποστολικής ψευδωνυμίας» των ήδη ιεροποιημένων Αρεοπαγιτικών έργων σε όλες σχεδόν τις λειτουργικές, τις πνευματικές, τις μυστικές, τις μυστικιστικές, τις ασκητικές, τις θεολογικές, τις μυσταγωγικές και τις τελετουργικές τάσεις της σχολαστικής θεολογίας και πνευματικότητας της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Υπό το πνεύμα λοιπόν αυτό, οι μεγάλοι ρωμαιοκαθολικοί κυρίως θεολόγοι, πατρολόγοι, φιλόλογοι και ιστορικοί των μεγάλων κυρίως και ακμαίων μοναστικών ταγμάτων ( Βενεδικτίνων, Φραγκισκανών, Δομινικανών, Ιησουϊτών κ. α.) αναζήτησαν ευλόγως να αποκαλύψουν, με συστηματική μάλιστα έρευνα, τον κρυπτόμενον υπό την «αποστολική ψευδωνυμία» του Διονυσίου του αρεοπαγίτη ανώνυμο συντάκτη των σπουδαίων και πολύτιμων πλέον Αρεοπαγιτικών έργων, χωρίς όμως να έχουν, όπως είδαμε, τα αναγκαία η επιθυμητά αποτελέσματα.

Προφανώς, η μακραίωνη αυτή σημαντική επιστημονική έρευνα επικεντρώθηκε κυρίως και ακρίτως στο θεολογικό περιεχόμενο, τη φιλοσοφική ορολογία, τη μυστική ή μυσταγωγική πνευματικότητα και τη σχολαστική χριστοκεντρική τυπολογία της μυστηριακής ζωής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Υπό το πνεύμα αυτό, η εντυπωσιακή και πολύ σημαντική αυτή μακραίωνη επιστημονική έρευνα απέτυχε, όπως είδαμε, να εξιχνιάση τον πραγματικό συγγραφέα των αποδιδομένων στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη «Αρεοπαγιτικών έργων». Άλλωστε, η μακραίωνη αυτή επιστημονική έρευνα αγνόησε ακρίτως ή αφελώς τις ιστορικές πηγές τόσο για τους εξέχοντες θεολόγους της Ανατολής της συγκεκριμένης εποχής, όσο και για τα σχετικά σημαντικά εκκλησιαστικά γεγονότα της «αντιχαλκηδονικής περιόδου» (451-482).

Προφανώς, οι αξιόπιστες αυτές ιστορικές μαρτυρίες ήσαν απαραίτητες, αφού θα αποκάλυπταν ευκόλως, όπως είδαμε, όχι μόνο τον «κρυπτόμενον» ανώνυμο συντάκτη των Αρεοπαγιτικών έργων, αλλά και το εντυπωσιακό θεολογικό βάθος των Αρεοπαγιτικών έργων τόσο για την ποιότητα, όσο και για την αναφορά όλων των τελουμένων και των βιουμένων στο επίγειο και στο ουράνιο θυσιαστήριο, στο οποίο θύτης, θύμα, και θυσιαστήριο είναι, όπως είδαμε, ο ίδιος ο Χριστός. Πράγματι, το θεολογικό, μυσταγωγικό, τελετουργικό και αναγωγικό αυτό βάθος των Αρεοπαγιτικών έργων είχε ήδη ατονήση ή και απαξιωθή στη σχολαστική θεολογία της Δύσεως, γι’ αυτό η έρευνα δεν ήταν πλέον εύκολη και για τους διαπρεπείς σχολαστικούς θεολόγους, πατρολόγους, φιλολόγους και ιστορικούς της Δύσεως. Άλλωστε, δεν είχαν πλέον και οι ίδιοι τις αναγκαίες θεολογικές προϋποθέσεις όχι μόνο για να αξιοποιήσουν το βάθος αυτό στην επιστημονική τους έρευνα, αλλά και για να το εντάξουν στην αποκομμένη πλέον από την κοινή πατερική παράδοση της περιόδου των Οικουμενικών συνόδων σχολαστική θεολογία, γι’ αυτό κινήθηκαν στο πλαίσιο υποκειμενικών διαλεκτικών συλλογισμών η και αβασίμων πλασματικών θεολογικών υποθέσεων.