|
Λόγος ψυχωφελής και θαυμάσιος περί πασών των αρετών και των παθών Ιωάννου του Δαμασκηνού, Μικρή Φιλοκαλία Τόμος Β',
μτφρ. Ευάγγελου Γ. Καρακοβούνη, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, σελ. 81-94
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος είναι διπλός (διφυής), αποτελείται δηλαδή από ψυχή και σώμα, και έχει διπλές τις αισθήσεις και διπλές τις αρετές τους. Και έχει πέντε αισθήσεις η ψυχή και πέντε το σώμα. Οι αισθήσεις της ψυχής, τις οποίες οι σοφοί ονομάζουν και δυνάμεις, είναι οι εξής: νους, διάνοια, γνώμη, φαντασία και αίσθηση· και οι αισθήσεις του σώματος είναι οι εξής: όραση, όσφρηση, ακοή, γεύση και αφή. Για τούτο και είναι διπλές και οι αρετές τους και οι κακίες τους (τα πάθη τους). Ώστε είναι αναγκαίο να γνωρίζει ο κάθε άνθρωπος, πόσες είναι οι ψυχικές αρετές και πόσες οι σωματικές· και πάλι, πόσα είναι τα ψυχικά πάθη και πόσα τα σωματικά. 1. Οι ψυχικές αρετές Ψυχικές αρετές ονομάζουμε κατά κύριο λόγο, τις τέσσερις γενικότατες αρετές, που είναι οι εξής: ανδρεία, φρόνηση, σωφροσύνη και δικαιοσύνη. Από αυτές προέρχονται όλες οι άλλες ψυχικές αρετές, όπως: πίστη, ελπίδα, αγάπη ( πρβλ. Α' Κορ. ιγ' 13), προσευχή, ταπείνωση, πραότητα, μακροθυμία, ανεξικακία, χρηστότητα, αοργησία, θεία γνώση, ευθυμία (ευφροσύνη), απλότητα, αταραξία, ανυποκρισία (δηλ. ειλικρίνεια), μετριοφροσύνη, αφθονία (απαλλαγή από φθόνο), τιμιότητα, αφιλαργυρία, συμπάθεια, ελεημοσύνη, γενναιοδωρία, αφοβία, αλυπία, κατάνυξη, σεμνότητα, ευλάβεια· ακόμη η επιθυμία και ο πόθος των μελλόντων αγαθών και της Βασιλείας του Θεού και η κατά χάρη υιοθεσία. 2. Οι σωματικές αρετές
Οι σωματικές αρετές, μάλλον τα εργαλεία των αρετών, όταν γίνονται με επίγνωση και σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, έξω από κάθε υποκρισία και ανθρωπαρέσκεια, οδηγούν τον άνθρωπο στην προκοπή της ταπείνωσης και της απάθειας· είναι δε οι εξής*: εγκράτεια, νηστεία, ολιγοφαγία, ολιγοποσία, αγρυπνία, προσευχή, γονυκλισία, αλουσία, χρήση των αναγκαίων και απλών ενδυμάτων, ξηροφαγία, βραδυφαγία, πόση μόνο νερού, χαμαικοιτία, φτώχεια, ακτημοσύνη, μη υπερβολική περιποίηση και καλλωπισμός, αφιλαυτία, μόνωση και ησυχία, στέρηση (ένδεια), αυτάρκεια, σιωπή, εργόχειρο και κάθε κακοπάθεια και σωματική άσκηση, και άλλα τέτοια, τα οποία βέβαια όταν το σώμα είναι εύρωστο και για τούτο ενοχλείται από τα σαρκικά πάθη, είναι αναγκαιότατα και ωφελιμότατα (για να το κατευνάσουν). Όταν όμως το σώμα είναι αδύναμο και εξασθενημένο και έχει, με τη βοήθεια του Θεού, κατευνάσει τα πάθη, τότε δεν είναι τόσο αναγκαία και αρκούν η ταπείνωση και η προς τον Θεό ευχαριστία για να τα αναπληρώσουν όλα. 3. Τα ψυχικά πάθη (κακίες ) Πρέπει να ομιλήσουμε τώρα και για τις ψυχικές και σωματικές κακίες, δηλαδή τα πάθη. Ψυχικά πάθη είναι κυρίως η λήθη (λησμοσύνη), η ραθυμία και η άγνοια (της ψυχής για το Θεό και τα πνευματικά), απ' τα οποία σκοτίζεται ο οφθαλμός της ψυχής, δηλαδή ο νους, και κυριεύεται από όλα τα υπόλοιπα πάθη, τα οποία είναι τα εξής: ασέβεια, κακοδοξία, δηλαδή κάθε αιρετική διδασκαλία, βλασφημία, θυμός, οργή, πικρία, οξυθυμία, μισανθρωπία, μνησικακία, καταλαλιά, κατάκριση, λύπη η μη κατά Θεόν, φόβος, δειλία, φιλονικία, ζήλεια, φθόνος, κενοδοξία (ματαιοδοξία), υπερηφάνεια, υποκρισία, ψεύδος, απιστία, πλεονεξία, φιλοϋλία, προσκόλληση σε εμπαθή πράγματα, εξάρτηση από κοσμικά πράγματα, ακηδία, μικροψυχία, αχαριστία, γογγυσμός, έπαρση, οίηση, σοβαροφάνεια, αλαζονεία, φιλαρχία, ανθρωπαρέσκεια, δολιότητα, αναίδεια, αναισθησία, κολακεία, υπουλότητα, ειρωνία, διψυχία, συγκατάθεση σε αμαρτήματα του παθητικού μέρους της ψυχής και η συνεχής μελέτη αυτών· ακόμη, η προσβολή και η πλάνη των λογισμών, η φιλαυτία, που γεννάει τα πάθη, καθώς και η φιλαργυρία (Α' Τιμ. ς' 10), με την οποία ριζώνουν στην ψυχή τα πάθη, η κακοήθεια και η πονηρία. 4. Τα σωματικά πάθη
Τα σωματικά πάθη είναι τα εξής: γαστριμαργία, λαιμαργία, περιττή τρυφή (απόλαυση), μέθη, λαθροφαγία (κεκρυμμένη γαστριμαργία), ποικίλη φιληδονία, πορνεία, μοιχεία, ασέλγεια, ακαθαρσία, αιμομειξία, παιδεραστία, κτηνοβασία, κακές επιθυμίες και πάντα τα παρά φύση αισχρά πάθη· ακόμη, κλοπή, ιεροσυλία, ληστεία, φόνος, η περιττή σωματική άνεση και απόλαυση που οδηγεί στην υποδούλωση των εμπαθών θελημάτων της σάρκας, και μάλιστα όταν το σώμα έχει ευρωστία· ακόμη, μαντείες, μαγείες, οιωνισμοί, κληδονισμοί, η επιθυμία για τα κοσμικά πράγματα, κομπασμοί, νωθρότητες, καλλωπισμοί, στολίδια για το πρόσωπο, η αξιοκατάκριτη τεμπελιά, διάφορες φαντασιώσεις, τα τυχερά παιχνίδια, η εμπαθής υπέρμετρη απόλαυση των τερπνών του κόσμου, η φιλοσώματη ζωή (φιλοτομαρισμός) που εγκλωβίζει το νου στην ύλη και τον κάνει γήϊνο και κτηνώδη, και δεν τον αφήνει να ανυψωθεί προς το Θεό και την εργασία των αρετών. Ρίζες όλων αυτών των παθών και πρωταίτιες, όπως θα μπορούσε να τις ονομάσει κανείς, είναι η φιληδονία, η φιλοδοξία, και η φιλαργυρία, απ' τις οποίες και προέρχεται κάθε κακό. Δεν πέφτει ο άνθρωπος σε καμιά αμαρτία, αν (προηγουμένως) οι κραταιοί γίγαντες των παθών, όπως τους αναφέρει ο σοφώτατος ασκητής Μάρκος, δεν τον νικήσουν και δεν τον κατακυριεύσουν· δηλαδή η λήθη (λησμοσύνη), η ραθυμία και η άγνοια. Αυτές τις γεννά η ηδονή, η άνεση της ζωής (καλοπέραση), η ανθρωπαρέσκεια και ο περισπασμός των βιοτικών πραγμάτων. Πρωταίτια όλων αυτών και γεννήτρια είναι, όπως ελέχθη, η φιλαυτία, δηλαδή η παράλογη αγάπη προς το σώμα και η εμπαθής προσκόλληση σ' αυτό. Η διάχυση και η έκλυση του νου (στροφή και ασχολία) με αστειότητες και αισχρολογίες προξενούν πολλά κακά και πτώσεις, καθώς και η αθυροστομία και το γέλιο. 5. Η φιληδονία Πρέπει ακόμη να γνωρίζουμε ότι η εμπαθής φιληδονία είναι ποικίλη και πολύτροπη, και είναι πολλές οι ηδονές που απατούν την ψυχή, όταν δε στρέφεται με νήψη και θείο φόβο στο Θεό και δε φροντίζει με αγάπη προς το Χριστό για την εργασία των αρετών. Διότι είναι πολλές οι ηδονές που έλκουν προς τον εαυτό τους τους οφθαλμούς της ψυχής· όπως οι ηδονές του σώματος, του χρήματος, της απόλαυσης, της δόξας, της ραθυμίας, της οργής, της εξουσίας, της φιλαργυρίας, της πλεονεξίας. Και εξαπατούν, διότι παρουσιάζονται σαν να έχουν λαμπερά πρόσωπα και εύκολα ποθούνται, και προσελκύουν εκείνους που ασχολούνται γύρω από αυτά και δεν έχουν σφοδρή επιθυμία για την αρετή, για να υπομείνουν τη «σκληρότητά» της. Κάθε σχέση με τα γήινα και κοσμικά, και κάθε εμπαθής προσκόλληση στην ύλη προξενεί την ηδονή και την απόλαυση σ' αυτόν που την έχει, και αποδεικνύει ότι είναι ανώφελο και βλαβερό το επιθυμητικό μέρος της ψυχής όταν στρέφεται στα παραπάνω με εμπάθεια· διότι εξαιτίας του, όταν κάποιος στερείται κάτι που ποθεί, νικιέται και υποδουλώνεται στο θυμό, στην οργή, στη λύπη και στη μνησικακία. Στην περίπτωση που η εμπαθής προσκόλληση τείνει να γίνει συνήθεια, χωρίς να γίνει αντιληπτή, τότε αλίμονο! Εκείνον που κυριεύτηκε απ' αυτήν (τη συνήθεια), τον κάνει να ρέπει συνέχεια στην παράλογη εμπαθή προσκόλληση, με την ηδονή που είναι κρυμμένη σ' αυτή, χωρίς ελπίδα θεραπείας.
Είναι πολύμορφη η ηδονή της επιθυμίας, όπως ελέχθη, και δεν ικανοποιείται μόνο με την πορνεία και τις άλλες σωματικές απολαύσεις, αλλά και με τα υπόλοιπα πάθη. Αφού σωφροσύνη δεν είναι μόνον η αποχή από την ηδονή της πορνείας και αυτών της γαστέρας (κοιλιοδουλείας - γαστριμαργίας), αλλά το να απέχει κανείς και από τις υπόλοιπες ηδονές. Γι' αυτό ο φιλοχρήματος, ο φιλάργυρος και ο πλεονέκτης είναι ακόλαστος. Διότι όπως ο ακόλαστος επιθυμεί την ηδονή της σάρκας (πορνεία), έτσι και ο φιλάργυρος επιθυμεί τα χρήματα. Και μάλλον ο φιλάργυρος είναι περισσότερο ακόλαστος, αφού δεν υπάρχει εκ φύσεως αυτή η σφοδρή επιθυμία που να τον σπρώχνει στα χρήματα. Και διότι αμαθής ηνίοχος θα μπορούσε στην πραγματικότητα να ονομαστεί, όχι εκείνος που δεν μπορεί να ελέγξει και να συγκροτήσει το άγριο και ατίθασο άλογο, αλλά εκείνος που ούτε το εξημερωμένο και ήσυχο άλογο δεν δύναται να κουμαντάρει. Και γίνεται φανερό από παντού, ότι είναι περιττή και έξω από τη φύση μας η επιθυμία των χρημάτων, στην ικανοποίηση της οποίας δεν οδηγεί, όπως είπαμε η βία της φύσεως, αλλά η εμπαθής προαίρεση· γι' αυτό και αμαρτάνει ασυγχώρητα όποιος νικιέται εκούσια απ' αυτήν (τη φιλαργυρία). Ώστε, λοιπόν, είναι ανάγκη να γνωρίζουμε καλώς ότι η φιληδονία δεν περιορίζεται μόνο στην τρυφή και την απόλαυση των σωμάτων, αλλά σε κάθε τρόπο και πράγμα που αγαπιέται με πάθος και με την προαίρεση της ψυχής. 6. Τριμερής διαίρεση της ψυχής και πάθη Η ψυχή διαιρείται σε τρία μέρη: το λογιστικό, το θυμικό και το επιθυμητικό. Του λογιστικού αμαρτήματα είναι τα εξής: η απιστία, η αίρεση, η αφροσύνη, η βλασφημία, η αχαριστία και οι συγκαταθέσεις στα αμαρτήματα που γίνονται από το παθητικό μέρος. Η ίαση και η θεραπεία των κακών αυτών συνίσταται στην αναμφίβολη πίστη προς το Θεό και προς τα αληθινά και χωρίς πλάνη ορθόδοξα δόγματα της ευσέβειας· η συνεχής μελέτη των λόγων του Αγίου Πνεύματος, η καθαρή και αδιάλειπτη προσευχή, και η θερμή ευχαριστία προς το Θεό. Του θυμικού αμαρτήματα είναι τα εξής: η ασπλαχνία, το μίσος, η ασυμπάθεια, η μνησικακία, ο φθόνος, ο φόνος, και η συνεχής ασχολία μ' αυτά. Η ίαση και η θεραπεία αυτών των κακών συνίσταται στη φιλανθρωπία, την αγάπη, την πραότητα, τη φιλαδελφία, τη συμπάθεια, την ανεξικακία και την καλοσύνη. Του επιθυμητικού αμαρτήματα είναι τα εξής: η γαστριμαργία, η λαιμαργία, η οινοποσία, η πορνεία, η μοιχεία, η ακαθαρσία, η ασέλγεια, η φιλοχρηματία, δηλαδή η κενόδοξη επιθυμία του χρυσού και του πλούτου, και οι σαρκικές ηδονές. Η ίαση και η θεραπεία αυτών των κακών συνίσταται στη νηστεία, την εγκράτεια, την κακοπάθεια, την ακτημοσύνη, το μοίρασμα (ελεημοσύνη) των χρημάτων στους φτωχούς· στην επιθυμία των μελλόντων εκείνων αθανάτων αγαθών, τον πόθο της Βασιλείας του Θεού και την επιθυμία της κατά χάρη υιοθεσίας. 7. Οι εμπαθείς λογισμοί και η θεραπεία τους Πρέπει, όμως, να προχωρήσουμε και στη διάγνωση των εμπαθών λογισμών, από τους οποίους πραγματοποιείται κάθε αμαρτία. Οκτώ είναι οι βασικοί λογισμοί της κακίας· (ο λογισμός) της γαστριμαργίας, της πορνείας, της φιλαργυρίας, της οργής (θυμού), της λύπης, της ακηδίας, της κενοδοξίας και της υπερηφάνειας. Το να μας παρενοχλούν ή να μη μας παρενοχλούν οι οκτώ αυτοί λογισμοί, δεν εξαρτάται από τη δική μας δύναμη· το να συγκατατιθέμεθα όμως σ' αυτούς ή να μη συγκατατιθέμεθα, και το να κινούμε τα πάθη ή να μην τα κινούμε, εξαρτάται από τη δική μας δύναμη και θέληση.
Στους λογισμούς, άλλο πράγμα είναι η προσβολή και άλλο ο συνδυασμός, και άλλο η πάλη, άλλο και το πάθος και άλλο η συγκατάθεση, η οποία μοιάζει με την πράξη· άλλο η ενέργεια και άλλο η αιχμαλωσία. Ας τα δούμε όμως ένα ένα ξεχωριστά. Προσβολή είναι η απλή υπόμνηση (παρακίνηση) που μας κάνει ο εχθρός (ο διάβολος), όπως και στην περίπτωση που προσπάθησε να πειράξει τον Χριστό, τον Κύριο και Θεό μας: «κάνε τούτο ή εκείνο» του είπε· και πάλι: «πες μ' ένα σου λόγο να γίνουν αυτές οι πέτρες ψωμιά» ( Ματθ. δ' 3). Η προσβολή δεν είναι στην εξουσία μας. Συνδυασμός είναι η παραδοχή του λογισμού που μας υποβάλλεται από τον εχθρό και κατά κάποιον τρόπο η ασχολία και η ενήδονη συνομιλία με το λογισμό που γίνεται από την προαίρεσή μας. Πάθος είναι η έξη (διαρκής κατάσταση ή συνήθεια) που δημιουργείται από το συνδυασμό του λογισμού που μας υποβάλλεται από τον εχθρό και η κατά κάποιον τρόπο συνεχής ασχολία και καλλιέργεια του λογισμού μέσω της φαντασίας. Πάλη είναι η αντίσταση στο λογισμό, που γίνεται είτε για να απομακρυνθεί το πάθος που περιέχεται σ' αυτόν, δηλαδή ο εμπαθής λογισμός, είτε για να συγκατατεθεί ο νους σ' αυτόν, καθώς λέγει και ο απόστολος Παύλος: «η σάρκα επιθυμεί κατά του πνεύματος και το πνεύμα κατά της σάρκας, και είναι και τα δύο αντίθετα μεταξύ τους» ( Γαλ. ε' 17). Αιχμαλωσία είναι η βίαιη και ακούσια αρπαγή της καρδιάς, που τυραννείται από την έξη του πάθους και τη μακρά συνήθεια. Συγκατάθεση είναι η συγκατάνευση στον εμπαθή λογισμό. Ενέργεια είναι η ίδια η πράξη του εμπαθούς λογισμού που ακολουθεί τη συγκατάνευση σ' αυτόν. Εκείνος, λοιπόν, που στέκεται με απάθεια στο πρώτο, την προσβολή, ή την αποδιώχνει απ' την πρώτη κιόλας στιγμή με αντίρρηση και σταθερότητα, απέκοψε με μία και όλα τα άλλα. Η θεραπεία των οκτώ παθών ας γίνεται με τον εξής τρόπο. Η γαστριμαργία θεραπεύεται με την εγκράτεια· η πορνεία, με τον θείο πόθο και την έφεση των μελλόντων αγαθών· η φιλαργυρία, με τη συμπάθεια και την ελεημοσύνη στους φτωχούς· η οργή (ο θυμός), με την προς όλους τους ανθρώπους ανιδιοτελή και αδιάκριτη αγάπη, και με την αγαθότητα ( καλωσύνη)· η λύπη (αθυμία), με την πνευματική χαρά· η ακηδία, με την υπομονή, την καρτερία και την ευχαριστία προς το Θεό· η κενοδοξία, με την κρυφή εργασία των αρετών, τη συντριβή της καρδιάς και την αδιάλειπτη προσευχή· τέλος, η υπερηφάνεια θεραπεύεται με το να μην κρίνει κανείς το συνάνθρωπό του, ή να μην τον εξουθενώνει, όπως έκανε ο αλαζόνας Φαρισαίος ( Λουκ. ιη' 11-12), αλλά να θεωρεί τον εαυτό του κατώτερο απ' όλους. Έτσι λοιπόν, αφού ελευθερωθεί ο νους από την καταδυνάστευση των προαναφερθέντων παθών και ανυψωθεί προς το Θεό, ζει ήδη απ' αυτή τη ζωή τη μέλλουσα μακαριότητα, δεχόμενος τον αρραβώνα του Αγίου Πνεύματος ( πρβλ. Β' Κορ. α' 22)· και όταν απέλθει απ' την εδώ ζωή με απάθεια και γνώση αληθινή, παρίσταται ενώπιον της Αγίας Τριάδος, από το υπέρλαμπρο φως της Οποίας φωτίζεται μαζί με τους θείους Αγγέλους στους αιώνες των αιώνων. Η ψυχή, όπως προαναφέρθηκε, είναι τριμερής· διαιρείται δηλαδή σε τρία μέρη, στο λογιστικό (λογισμός), στο θυμικό (θυμός) και στο επιθυμητικό (επιθυμία). Εάν στο θυμικό μέρος υπάρχει αγάπη και φιλανθρωπία, και στο επιθυμητικό καθαρότητα και σωφροσύνη, ο λογισμός (το λογιστικό μέρος) είναι καθαρό και φωτεινό. Εάν όμως στο θυμικό υπάρχει φθόνος και μίσος, και στο επιθυμητικό ακολασία, τότε ο λογισμός είναι ακάθαρτος και σκοτισμένος. Ο λογισμός, λοιπόν, τότε υγιαίνει και σωφρονεί και φωτίζεται, όταν έχει υποτάξει τα πάθη και θεωρεί (θεάται) πνευματικά τον Ποιητή των κτισμάτων και ανυψώνεται έτσι προς τη μακαρία και Αγία Τριάδα. Ο θυμός τότε πάλι κινείται κατά φύση, όταν αγαπά (αδιάκριτα) όλους τους ανθρώπους και δεν έχει εναντίον κανενός λύπη ή μνησικακία. Η επιθυμία (τότε κι αυτή κινείται κατά φύση), όταν με την ταπεινοφροσύνη και την εγκράτεια και την ακτημοσύνη νεκρώσει τα πάθη, δηλαδή την εμπαθή ηδονή που προέρχεται από την επιθυμία της σάρκας, του χρήματος και της εφήμερης δόξας, και στραφεί προς το θείο και αθάνατο έρωτα. Διότι η επιθυμία στρέφεται προς την ικανοποίηση τριών πραγμάτων· η προς την ηδονή της σάρκας, η προς τη μάταιη δόξα, η προς την απόκτηση χρημάτων. Και εξαιτίας της παράλογης αυτής επιθυμίας του ο άνθρωπος καταφρονεί το Θεό και τις εντολές του, λησμονεί τη θεία ευγένεια, γίνεται θηρίο ανήμερο εναντίον του πλησίον του και σκοτίζει το λογισμό του και δεν τον αφήνει να αναβλέψει προς την αλήθεια. Εκείνος όμως που απέκτησε ανώτερο φρόνημα, όπως προελέχθη, απολαμβάνει ήδη από τώρα τη Βασιλεία των Ουρανών και ζει με την προσδοκία της μελλούσης μακαριότητας που θα δωρηθεί σε όσους αγαπούν το Θεό. Αυτής (της μακαριότητας) είθε να γίνουμε κι εμείς άξιοι μέτοχοί της με τη χάρη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αμήν. 8. Η απόκτηση των αρετών Πρέπει ακόμη να γνωρίζουμε και το εξής· ότι δεν μπορούμε να φτάσουμε στο μέτρο της οποιασδήποτε αρετής, παρά μόνο με κοπιαστική φιλοπονία με στόχο την απόκτησή της, αφού προσπαθήσουμε με όλη τη δύναμή μας και για όλη μας τη ζωή να το επιτύχουμε με την πράξη· όπως λόγου χάρη συμβαίνει με την ελεημοσύνη, την εγκράτεια, την προσευχή, την αγάπη, ή κάποια από τις γενικές αρετές. Διότι απ' αυτές μερικώς ο καθένας ασκεί κάποια αρετή· ασκεί, παραδείγματος χάρη, κανείς πότε πότε την αρετή της ελεημοσύνης, αλλά επειδή την ασκεί μερικώς (πρόσκαιρα), δεν μπορούμε να τον χαρακτηρίσουμε ελεήμονα, και πολύ περισσότερο όταν η αρετή αυτή δεν ασκείται με τρόπο καλό και θεάρεστο. Διότι το καλό δεν είναι καλό, όταν δε γίνεται με τρόπο συνετό και θεάρεστο αλλά είναι όντως καλό, όταν δεν περιμένει ανταπόδοση γι' αυτό, ούτε αποσκοπεί στην ανθρωπαρέσκεια από τη φήμη του πραγματοποιηθέντος καλού, ή στην επιδίωξη εφήμερης δόξας, ούτε προέρχεται από πλεονεξία και αδικία· αφού ο Θεός δε ζητεί εκείνα που γίνονται και θεωρούνται από τους ανθρώπους καλά, αλλά το σκοπό για τον όποιο γίνονται αυτά. Και λένε οι θεοφόροι Πατέρες, πως όταν ο νους λησμονήσει το σκοπό της ευσέβειας, τότε το έργο που φαίνεται ενάρετο, καταντά ανώφελο. Διότι όσα γίνονται χωρίς διάκριση και χωρίς τον πραγματικό σκοπό, που είναι η ευσέβεια, όχι μόνο δεν ωφελούν, κι αν ακόμη είναι καλά, αλλά βλάπτουν. Όπως αντίθετα συμβαίνει και μ' εκείνα που θεωρούνται κακά μεν από τους ανθρώπους, γίνονται όμως με θεοσεβή σκοπό και σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, όπως λόγου χάρη εκείνος που εισήλθε σ' ένα πορνείο για ν' αποσπάσει από την απώλειά της την πόρνη. Απ' όσα είπαμε γίνεται φανερό, ότι δεν είναι ελεήμων εκείνος που ασκεί κάπου κάπου την ελεημοσύνη, ούτε πάλι εγκρατής εκείνος που κάποιες στιγμές εγκρατεύεται, αλλά εκείνος που συνέχεια και σε όλη τη διάρκεια της ζωής του άσκησε την αρετή με ασφαλή διάκριση. Διότι η διάκριση είναι η μεγαλύτερη απ' όλες τις αρετές, γι' αυτό και θεωρείται βασίλισσά τους και καλείται αρετή των αρετών. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τα αντίθετα των αρετών, τα πάθη· διότι δεν αποκαλούμε κάποιον πόρνο ή μέθυσο ή ψεύτη, επειδή έπεσε κάποια στιγμή σ' ένα από αυτά, αλλά εκείνον που συνεχώς στη ζωή του ζει μέσα σ' αυτά τα πάθη και παραμένει αδιόρθωτος και αμετανόητος. Μαζί με όσα είπαμε, πρέπει να γνωρίζουμε και τούτο, που είναι αναγκαιότατο σ' όλους όσοι αγωνίζονται με πνεύμα πρόθυμο να επιτύχουν την αρετή και να αποκόψουν την κακία. Ότι, δηλαδή, όπως η ψυχή έχει ασύγκριτα μεγαλύτερη αξία από το σώμα και σε πολλά και μέγιστα θέματα θεωρείται σπουδαιότερη και πολυτιμότερη, έτσι και οι ψυχικές αρετές, και μάλιστα οι θεομίμητες και θεώνυμες, είναι ανώτερες από τις σωματικές αρετές. Το ίδιο, αλλά με αντίθετη φορά ισχύει και για τα ψυχικά (που είναι χειρότερα) και τα σωματικά πάθη, διαφέρουν δηλαδή και ως προς τις ενέργειές τους και ως προς την έκτιση των ποινών που τους επιβάλλονται, αν και στους περισσότερους ανθρώπους, δεν γνωρίζω γιατί, τους διαφεύγει. Λόγου χάρη τη μέθη, την πορνεία, τη μοιχεία, την κλοπή κι όλα τα σχετικά με αυτά, τα αποφεύγουν ή τα τιμωρούν, διότι φαίνονται στους πολλούς μισητά. Όσον αφορά όμως τα ψυχικά πάθη, που είναι χειρότερα και βαρύτερα απ' αυτά, και που οδηγούν στη δαιμονική κατάσταση και στην αιώνια κόλαση σαν αμοιβή για κείνους που τ' ακολουθούν χωρίς διόρθωση και μετάνοια, οι πολλοί μένουν αναίσθητοι και ασυγκίνητοι. Κι όταν λέω ψυχικά πάθη, εννοώ το φθόνο, τη μνησικακία, την πονηρία, την αναισθησία, και κείνη που ο απόστολος Παύλος ονομάζει ρίζα όλων των κακών, τη φιλαργυρία (Α' Τιμ. ς' 10), και τα όμοιά τους. Τα εκθέσαμε όλα αυτά, με όλη την αμάθεια και την αφέλειά μας, ομιλώντας με τάξη και σαφήνεια για τις αρετές και τα πάθη, για να έχει κανείς την ευχέρεια να διακρίνει και να ξεχωρίζει με ακρίβεια τη διαφορά και τη διαίρεσή τους μέσα απ' αυτή τη λεπτομερή έκθεση. Γι' αυτό και εκθέσαμε το καθένα με διαφόρους τρόπους και μέσα από πολλές πτυχές, για να μην αγνοείται, αν είναι δυνατόν, καμιά αρετή ή κακία· και ακόμη για να επιδιώξουμε με χαρά τις αρετές, και περισσότερο τις ψυχικές, με τις όποιες προσεγγίζουμε το Θεό, και για να απαρνιόμαστε την κακία αποφεύγοντας με όλη τη δύναμή μας τα πάθη. Διότι είναι πραγματικά μακάριος εκείνος που επιδιώκει την αρετή και τη μετέρχεται, και ερευνά με επιμέλεια τον τρόπο να την επιτύχει, επειδή με αυτήν πλησιάζει στο Θεό και νοερά ενώνεται μαζί Του. Και διότι η έννοια της φρόνησης, της ανδρείας, της σοφίας, της αληθινής γνώσης και του αναφαίρετου (πνευματικού) πλούτου είναι αυτή, το να ανυψώνεται κανείς με την πρακτική αρετή στη θεωρία του Δημιουργού. Να σημειώσουμε εδώ ότι η λέξη «αρετή» προέρχεται από το ρήμα « αιρούμαι» (προτιμώ, προαιρούμαι - προαίρεση) διότι είναι αιρετή και θελητή, επιδιώκουμε δηλαδή αυτοπροαίρετα και με τη θέλησή μας το αγαθό, κι όχι αντίθετα, δηλαδή αναγκαστικά και χωρίς τη θέλησή μας. 9. Η σημασία του «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν » Αν θέλεις, ας προσθέσουμε σ' αυτόν τον μικρό λόγο, σαν χρυσή σφραγίδα και λίγα λόγια για τη σημασία του «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν», με το όποιο πλάστηκε το τιμιότερο απ' όλα τα κτίσματα του Θεού, ο άνθρωπος. Και πράγματι, το νοερό και λογικό ζώο, ο άνθρωπος, είναι το μόνο από όλα τα κτίσματα που φέρει το «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν» Θεού (Γεν. α' 26) γνώρισμα. Κάθε άνθρωπος λέγεται «κατ' εικόνα» (εικόνα του Θεού), διότι φέρει το αξίωμα του νού και της ψυχής, δηλαδή το ακατάληπτο, το αόρατο, το αθάνατο, το αυτεξούσιο. Και ακόμη το αξίωμα να άρχει, να τεκνοποιεί και να οικοδομεί. «Καθ' ομοίωσιν» λέγεται ο άνθρωπος, διότι με την άσκηση της αρετής και τις θεώνυμες και θεομίμητες πράξεις του ομοιάζει προς τον αγαθό Θεό. Δηλαδή, με το να συμπεριφέρεται φιλάνθρωπος προς τους συνανθρώπους του, να οικτείρει, να ελεεί και να αγαπά τους « συνδούλους» του με κάθε ευσπλαχνία και συμπάθεια. Διότι, όπως λέγει ο Χριστός, ο Θεός μας ο αληθινός, πρέπει να είμαστε οικτίρμονες, αφού Οικτίρμων (σπλαχνικός) είναι και προς εμάς ο ουράνιος Πατέρας μας ( Λουκ. ς' 36). Και το μεν «κατ' εικόνα» το έχει κάθε άνθρωπος, διότι τα χαρίσματα του Θεού δεν ανακαλούνται ( Ρωμ. ια' 29). Το «καθ' ομοίωσιν» όμως είναι σπάνιο απόκτημα και το έχουν μόνον οι ενάρετοι και οι άγιοι, οι όποιοι μιμούνται, με ανθρώπινα μέτρα, την αγαθότητα του Θεού. Εύχομαι κι εμείς να αξιωθούμε της υπεράγαθης φιλανθρωπίας του Θεού, αφού τον ευαρεστήσουμε με την αγαθοεργία μας και γίνουμε μιμητές όλων εκείνων που ευαρέστησαν απ' αιώνος το Χριστό· «ότι Αυτώ (στο Χριστό) εστί το έλεος και Αυτώ πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις συν τω ανάρχω αυτού Πατρί και τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ αυτού Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
* Πρέπει να σημειωθεί ότι τα Φιλοκαλικά κείμενα των ιερών Νηπτικών γράφτηκαν από μοναχούς και απευθύνονται σε μοναχούς· ας μην παραξενευτεί λοιπόν ο αναγνώστης διαβάζοντας μέσα σ' αυτά κάποιες μοναχικές ασκήσεις και αρετές (αλουσία, χαμαικοιτία, ακτημοσύνη κ.α.). Η Φιλοκαλία είναι ωφελιμότατη ασφαλώς και για τους λαϊκούς, αφού παρέχει πλούσια πνευματικά στοιχεία για βίωση και μέσα στον κόσμο της νηπτικής - ασκητικής εμπειρίας της Ορθόδοξης πνευματικότητας, την οποία κατεξοχήν εφαρμόζουν οι μοναχοί. Για τούτο και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης προτρέπει στο «Προοίμιο» της Φιλοκαλίας, όλους όσοι έχουν την Ορθόδοξη Πίστη, μοναχούς και λαϊκούς, να ωφεληθούν πνευματικώς από τη μελέτη αυτού του βιβλίου. Ας υπογραμμισθεί ακόμη στο σημείο αυτό, ότι είναι πραγματικά άπειρη η επίδραση των μοναχών στην εκκλησιαστική ζωή, και ότι ο μοναχός είναι ο τύπος κάθε χριστιανού, αφού, σύμφωνα με τον «κανόνα» της πνευματικής ζωής, «φώς μεν μοναχοίς ’ γγελοι φώς δε πάντων ανθρώπων μοναδική πολιτεία», δηλαδή φώς των μοναχών είναι οι ’ γγελοι και φώς όλων των ανθρώπων η ζωή των μοναχών (άγιος Ιωάννης της Κλίμακος). |
|