Δείτε τη σχετική ιστοσελίδα https://oir.gr
 
     
ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
 

Ο Όσιος Ιωάννης ο Ρώσος -
Ο πολύαθλος και πρωταθλητής της υπομονής

Σεβ . Μητροπολίτου Χαλκίδος Χρυσοστόμου

Στην πολυτελή επανέκδοση της περίφημης πλέον μελέτης παρουσιάζονται ο βίος, η πολιτεία και η ιστορική πορεία του θεοφόρου, νεοφανούς Αγίου της Εκκλησίας, η περιπετειώδης μετακομιδή του άσηπου και αδιαλώβητου από τη σήψη Ιερού Λειψάνου του από την Καππαδοκία στο Νέο Προκόπιο Ευβοίας, κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών,  ο θρησκευτικός-λατρευτικός χαρακτήρας της εορτής του Αγίου (27 Μαΐου), καθώς και η υμνογραφία, οι σχετικές Ιερές Ακολουθίες και τα επιτελεσθέντα θαύματα του Οσίου.

Σχ. 20Χ27, Σελ. 352, Τιμ. 20€.

 
     
 

 

Ο όσιος Ιωάννης ο Ρώσος
Ο πολύαθλος και πρωταθλητής της υπομονής (DVD)

Μία περιήγηση στο ιερό προσκύνημα του Οσίου Ιωάννη του Ρώσου στο Νέο Προκόπιο Ευβοίας, όπου φυλάσσεται το Ι. Σκήνωμά του, με ιστορική αναδρομή στην μεταφορά του από τις χαμένες πατρίδες και τα θαύματα που επιτέλεσε η χάρη του. Υποτιτλισμένο DVD σε αγγλικά & ρωσικά.

Τιμ. 5€.

 
     
 

Δέος και ικεσία με τους αγίους της Ευβοίας
Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, 
Γενικού Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

Το πόνημα αγιολογίας του εκ Χαλκίδος καταγομένου συγγραφέως είναι αφιερωμένο στους εν Ευβοία διαλάψαντες αγίους, οι οποίοι με τον εν Χριστώ βίο τους ενσάρκωσαν το ορθόδοξο ήθος και έγιναν διαχρονικά πρότυπα για τους ανά τον κόσμο πιστούς. Η έκδοση περιλαμβάνει τους βίους των αγίων σε εύληπτο και λυρικό ύφος, τα τροπάρια των Ευβοέων αγίων, καλαίσθητες τετράχρωμες εικόνες αυτών, πίνακα των εορτών, καθώς και πλούσια βιβλιογραφία. Το έργο προλογίζουν οι Σεβ. Μητροπολίτες Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ και Χαλκίδος, Ιστιαίας και Βορείων Σποράδων κ. Χρυσόστομος, οι οποίοι υπογραμμίζουν τη θεολογική και την ποιμαντική του σημασία για τους πιστούς και τη ζωή της Εκκλησίας γενικότερα. Διαβάστε τους βίους των Οσίου Ιωάννου του Ρώσσου, Αγ. Νεκταρίου, Οσίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτη,  Οσίου Δανιήλ Κατουνακιώτη, Οσίου Ιακώβου του Νέου Ασκητή.

Σχ. 17Χ24, Σελ. 274. Τιμ: 12 €.

 
     
 

Κήπος αειθαλής
Οι Άγιοι της Μεγάλης Ελλάδας στις πόλεις-αποικίες της Εύβοιας

Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου,
Γενικού Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας
της Εκκλησίας της Ελλάδος

Η σχέση με την πολιτιστική ταυτότητα, την παράδοση και τον ορθόδοξο πλούτο των Ελλήνων από την Μητροπολιτική Ελλάδα και και τον Ελληνισμό στην Δύση (την Μεγάλη Ελλάδα) έγκειται στην ίδια έννοια του Ελληνικού, σύμφωνα με την οποία, οπουδήποτε επιβιβάσθηκαν, αποίκισαν και έζησαν Έλληνες, με την εξέλιξη των πόλεων, εξακολουθεί να ενσαρκώνεται η Ελλάδα.

Σε αυτό το διευρυμένο πεδίο εφαρμογής του Ελληνικού, που εμπλουτίζεται και ανανεώνεται στην ιστορία από την χριστιανική πίστη και την ορθόδοξη παράδοση και υπερβαίνει τα αρχικά όρια, εντάσσονται και οι ελληνικές πόλεις της Δύσης, οι αποικίες που οι Έλληνες ίδρυσαν από τον 8ο μέχρι τον 6ο αιώνα π.Χ. στην νότια Ιταλία και την Σικελία.

Είναι γνωστό ότι η Μεγάλη Ελλάδα γεωγραφικά περιελάμβανε την Καλαβρία (Grecia Calabria), την Απουλία (Grecia Salentina), την νήσο της Σικελίας, την Καμπανία και την Λουκανία ή Λευκανία. Η ιστορία, η γλώσσα, οι αγώνες, οι άθλοι, οι νίκες και οι ήττες, τα αρχαία μνημεία από λαξευμένους λίθους, η καλλιτεχνική αριστουργηματική παραγωγή, οι πρωτοχριστιανικοί και βυζαντινοί ναοί, τα μοναστήρια, τα ασκηταριά και τα αθλήματα των Αγίων, χαρακτηρίζουν την πλούτο, την ομορφιά και το κάλλος του Ελληνικού.

Οι σχέσεις Ανατολής και Δύσης μας αποξένωσαν από δύο εμβληματικά γεγονότα: αφ’ ενός μεν από την ίδρυση της πρώτης ελληνικής εγκατάστασης στην Δύση τον 8ο π.Χ. αιώνα, αφ’ ετέρου δε από την χριστιανική-ορθόδοξη κληρονομιά της Μεγάλης Ελλάδας. Σκοπός της παρούσης εκδόσεως είναι να παρουσιάσουμε το πρωτοχριστιανικό, το βυζαντινό και ελληνορθόδοξο αγιολογικό παρελθόν προβάλλοντας μέσα από τα Συναξάρια τις μορφές των Αγίων που έζησαν, αναδείχθηκαν, έδρασαν, ασκήτεψαν, άθλησαν και μαρτύρησαν στις πόλεις-αποικίες της Εύβοιας της Μεγάλης Ελλάδος και της Σικελίας, το οποίο μέχρι σήμερα είναι παντελώς άγνωστο στο μεγαλύτερό του μέρος. Η έκδοση αυτή, για την πληρέστερη εικόνα του θέματος από τον αναγνώστη, εμπλουτίζεται με σύντομα ιστορικά στοιχεία κάθε αποικίας-πόλεως, που ίδρυσαν οι Ευβοείς, ως και με εικονογραφικό υλικό, το οποίο πάντοτε στηρίζει με έναν ιδιαίτερο φωτεινό τρόπο κάθε κείμενο. Αυτό το πνευματικά πλούσιο και μοναδικό παρελθόν των πατέρων και προγόνων μας όχι απλά αγγίζει, αλλά και σηματοδοτεί τον δικό μας αγώνα μέσα στην εσχατολογική πορεία της Εκκλησίας και της καθημερινότητας, το ιστορικό γίγνεσθαι της Πατρίδας μας και το «μοίρασμα» της Παράδοσής μας με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο.

Σχ. 21Χ29, σελ. 304, Τιμ. 20€.

 
     
 

Ο Μέγας Φώτιος ως Πατριάρχης και θεολόγος
Εκφραστής της οικουμενικής προοπτικής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

Αρχιμ. Αρίσταρχου Γκρέκα

Στο ευσύνοπτο και εύληπτο αυτό πόνημα ο συγγραφεύς παρουσιάζει μία από τις φωτεινότερες μορφές της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τον Μ. Φώτιο (820-893), ο οποίος υπήρξε ο κατ’ εξοχήν εκφραστής της οικουμενικής προοπτικής της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ως Οικουμενικός Πατριάρχης υπήρξε ο εμπνευστής της Ορθοδόξου Ιεραποστολής στα σλαβικά φύλα (Α΄ μέρος), ενώ ως Θεολόγος στηριζόμενος επί της πατερικής παραδόσεως αναίρεσε την προσθήκη του Filioque στο Σύμβολο της πίστεως (Β΄ μέρος). Στο Γ΄ μέρος παρατίθεται ο χειρόγραφος κώδικας του Λόγου του Μ. Φωτίου Περί της του Αγίου Πνεύματος Μυσταγωγίας.

Σχ. 14Χ21, Σελ. 254, Τιμ. 10€.

 
     
 

 

Ιερά Ακολουθία του εν αγίοις πατρός ημών
και ισαποστόλου Φωτίου

Η Ιερά Ακολουθία του αγίου και ισαποστόλου Φωτίου, Πατριάρχου Κων/πόλεως, όπως συντάχθηκε από τον Σεβ. Μητροπολίτη Σταυρουπόλεως κ. Κωνσταντίνο Τυπάλδο.

Σχ. 17Χ24, Σελ. 32, Τιμ.5€.

 
 
ΑΓΙΟΛΟΓΙΟΝ
 

†6 η Φεβρουαρίου
Μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν καί ἰσαποστόλου Φωτίου,
πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ ῾Ομολογητοῦ.

Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου,
Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας,
Φεβρουάριος
, Αθήνα 2005, σελ. 70-79

῾Ο Μέγας Φώτιος ἔζησε κατά τούς χρόνους πού ἐβασίλευσαν οἱ αὐτοκράτορες Μιχαήλ (842-867 μ.Χ.), υἱός τοῦ Θεοφίλου, Βασίλειος Α΄ ὁ Μακεδών (867-886 μ.Χ.) καί ὁ Λέων ΣΤ΄ ὁ Σοφός (886-912 μ.Χ.), υἱός τοῦ Βασιλείου. ᾿Εγεννήθηκε περί τό 810 μ.Χ. στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό εὐσεβή καί ἐπιφανή οἰκογένεια, πού ἀγωνίσθηκε γιά τήν τιμή καί προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Σέργιος καί Εἰρήνη καί καταδιώχθηκαν ἐπί τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορος Θεοφίλου (829-842 μ.Χ.). ῾Ο ῞Αγιος Σέργιος, τοῦ ὁποίου τή μνήμη τιμᾶ ᾿Εκκλησία στίς 13 Μαΐου, ἦταν ἀδελφός τοῦ Πατριάρχου Ταρασίου (784-806 μ.Χ.) καί περιπομπεύθηκε δέσμιος ἀπό τό λαιμό ἀνά τίς ὁδούς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐστερήθηκε τήν περιουσία του καί ἐξορίσθηκε μετά τῆς συζύγου καί τῶν παιδιῶν του σέ τόπο ἄνυδρο, ὅπου ἀπό τίς ταλαιπωρίες ἀπέθανε ὡς ῾Ομολογητής.

῾Ο ἱερός Φώτιος διέπρεψε πρῶτα στά ἀνώτατα πολιτικά ἀξιώματα. ῞Οταν μέ ἐντολή τοῦ αὐτοκράτορος ἀπομακρύνθηκε βιαίως ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο ὁ Πατριάρχης ᾿Ιγνάτιος, ἀνῆλθε σέ αὐτόν, τό ἔτος 858 μ.Χ., ὁ ἱερός Φώτιος, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιά τήν ἁγιότητα τοῦ βίου του καί τήν τεράστια μόρφωσή του. ῾Η χειροτονία του εἰς ᾿Επίσκοπον ἔγινε τήν μέρα τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 858 μ.Χ. ὑπό τῶν ᾿Επισκόπων Συρακουσῶν Γρηγορίου τοῦ ᾿Ασβεστᾶ, Γορτύνης Βασιλείου καί ᾿Απαμείας Εὐλαμπίου. Προηγουμένως βέβαια ἐκάρη μοναχός καί ἀκολούθως ἔλαβε κατά τάξη τούς βαθμούς τῆς ἱερωσύνης.

῾Ο ἱερός Φώτιος μέ συνοδικά γράμματα ἀνακοίνωσε, κατά τά καθιερωμένα, τά τῆς ἐκλογῆς του στούς Πατριάρχες τῆς ᾿Ανατολῆς καί ἐτόνισε τήν ἀποκατάσταση τῆς εἰρήνης στήν ᾿Εκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως. ᾿Αλλά πρίν ἀκόμη προλάβει νά τήν παγιώσει ἐπῆλθε ρήξη μεταξύ τῶν ἀκραίων πολιτικῶν καί τῶν ὀπαδῶν τοῦ Πατριάρχου ᾿Ιγνατίου, τῶν «᾿Ιγνατιανῶν». Οἱ «᾿Ιγνατιανοί» συγκεντρώθηκαν στό ναό τῆς ῾Αγίας Εἰρήνης, ἀφόρισαν τόν ἱερό Φώτιο καί ἀνακήρυξαν Πατριάρχη τόν ᾿Ιγνάτιο. ῾Ο ῞Αγιος Φώτιος συγκάλεσε Σύνοδο στό ναό τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ ἀνακύψαντος ζητήματος. ῾Η Σύνοδος κατεδίκασε ὡς ἀντικανονικές τίς ἐνέργειες τῶν «᾿Ιγνατιανῶν» καί ἐτόνισε ὅτι ὁ ᾿Ιγνάτιος, ἀφοῦ παραιτήθηκε ἀπό τό θρόνο, δέν ἦταν πλέον Πατριάρχης καί ὅτι ἐάν διεκδικοῦσε καί πάλι τήν ἐπιστροφή του στόν πατριαρχικό θρόνο, τότε αὐτόματα θά ὑφίστατο τήν ποινή τῆς καθαιρέσως καί τοῦ ἀφορισμοῦ.

῾Ο μεγάλος αὐτός πατέρας τῆς ᾿Εκκλησίας ἱερούργησε, ὡς ἄλλος ἀπόστολος Παῦλος, τό Εὐαγγέλιο. ᾿Αγωνίσθηκε γιά τήν ἀναζωπύρωση τῆς ἱεραποστολικῆς συνειδήσεως, πού περιφρουρεῖ τήν πνευματική ἀνεξαρτησία καί αὐτονομία τῶν ὀρθοδόξων λαῶν ἀπό εἰσαγωγές ἐθίμων ξένων πρός τήν ἰδιοσυγκρασία τους, μέ σκοπό τήν ἀλλοίωση τῆς ταυτότητος καί τῆς πνευματικῆς τους ζωῆς. Διότι ἐγνώριζε ὅτι ὁ μέγιστος ἐχθρός ἑνός λαοῦ εἶναι η ἀπώλεια τῆς αὐτοσυνειδησίας του, η φθορά τῆς πολιτισμικῆς του ἰδιοπροσωπίας καί η ἀλλοίωση τοῦ ἤθους του. ῾Ο ἱερός Φώτιος ἐγνώριζε τήν ἱεραποστολική δραστηριότητα τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ἀφοῦ ἀναφέρεται πολλές φορές στό ἔργο αὐτό, καί μάλιστα ἐπηρεάσθηκε ἀπό αὐτή στό θέμα τῆς χρήσεως τῶν ἐπιτοπίων γλωσσῶν καί τῶν μοναχῶν ὡς ἱεραποστόλων. ᾿Επί τῶν ἡμερῶν του ἐκχριστιανίσθηκε τό ἔθνος τῶν Βουλγάρων, τό ὁποῖο ἐμυσταγώγησε πρός τήν ἀμώμητη πίστη τοῦ Χριστοῦ καί τό ἀναγέννησε μέ τό λουτρό τοῦ θείου Βαπτίσματος.

῾Ο ἱερός Φώτιος διεξήγαγε μεγάλους καί ἐπιτυχεῖς ἀγῶνες ὑπέρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἐναντίον τῶν Μανιχαίων, τῶν Εἰκονομάχων καί ἄλλων αἱρετικῶν καί ἐπανέφερε στούς κόλπους τῆς Καθολικῆς ᾿Ορθοδόξου τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας πολλούς ἀπό αὐτούς.

«῞Απαντα μέν τά ἀνθρώπινα συγκαταρρεῖ τῷ χρόνῳ καί ἀφανίζεται· ἀρετή δέ... καί χρόνου καί παθῶν καί αὐτοῦ τοῦ θανάτου περιγίνεται· εἰ δέ ἀκριβέστερον ἴδοις, τῷ χρόνῳ καί τῷ θανάτῳ μᾶλλον ἀναζῇ καί θάλλει, καί τό οἰκεῖον κλέος καί τήν εὐπρέπειαν, ἐναποσβεσθέντος αὐτοῖς τοῦ φθόνου, λαμπρότερόν τε καί θαυμασιώτερον ἀναδείκνυται ».

῾Ο λόγος αὐτός, ἀπόσταγμα τῆς βαθιᾶς πίστεως καί τῆς κατά Θεόν σοφίας τοῦ ᾿Ισαποστόλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ ῾Ομολογητοῦ, «μυρίαις ἀρεταῖς ἐξανθήσαντος καί πάσῃ γνώσει διαλάμψαντος», πληρέστατα ἐφαρμόζεται σέ αὐτόν τόν εἰπόντα, τόν ὁποῖο ἀδιάφθορη συνείδηση τῆς ᾿Εκκλησίας καί τοῦ Γένους, ὁμολόγησαν αὐτόν ῞Αγιο καί ᾿Ισαπόστολο «τοῖς οὐρανίοις ἀδύτοις ἐγκατοικιζόμενον», ὡς «ἀοίδιμον μέν τοῖς διωγμοῖς, δεδοξασμένον δέ τοῖς θανάτοις».

Τό θεολογικό του ἔργο ἐδικαίωνε τούς ἀγῶνες τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐβεβαίωνε τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ἐνέπνεε τήν ἐκκλησιαστική συνείδηση γιά τή συνεχή ἐγρήγορση τοῦ ὅλου ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. ῾Υπό τήν ἔννοια αὐτή ἐκκλησιαστική συνείδηση διέκρινε στό πρόσωπό του τόν ὑπέρμαχο τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί τόν ἐκφραστή τοῦ αὐθεντικοῦ φρονήματος τῆς ᾿Εκκλησίας. Σέ οἱονδήποτε στάδιο τοῦ βίου καί ἄν παρακολουθήσουμε τόν ἱερό Φώτιο, εἴτε στή Βιβλιοθήκη, ἐπιδιδόμενο σέ μελέτες, εἴτε ὡς καθηγητή τῆς φιλοσοφίας στό πρῶτο Πανεπιστήμιο τῆς Μεσαιωνικῆς Εὐρώπης τῆς Μαγναύρας σέ μιά ἐποχή πού Δύση ἦταν ἀκόμη βυθισμένη στό τέλμα τῶν σκοτεινῶν αἰώνων, εἴτε ὑπουργοῦντα σέ ἀξιώματα μεγάλα καί περιφανή τῆς Πολιτείας, εἴτε κοσμοῦντα τόν ἁγιότατο πατριαρχικό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπολίτιδος ᾿Εκκλησίας, εἴτε ἐξασκούμενο στήν ἐλεημοσύνη καί τή φιλανθρωπία, εἴτε ὑφιστάμενο τήν παραγνώριση τῶν ἀνθρώπων καί τίς σκληρές στερήσεις δύο ἐξοριῶν, παντοῦ ἀναγνωρίζουμε τόν μαχόμενο ὑπέρ τῆς ἀληθοῦς ὀρθοδόξου πίστεως, τῆς «ἀποστολικῆς τε καί πατρικῆς παραδόσεως» καί «τῆς προγονικῆς εὐσεβείας», ὁποία ἀποτελεῖ καί τό περιεχόμενο τῆς πατερικῆς διδασκαλίας αὐτοῦ. Γι᾿ αὐτό καί ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Βασίλειος καταθέτοντας τή συνείδηση τῆς ᾿Εκκλησίας περί τῆς πρώιμης ἁγιοποιήσεως τοῦ μεγάλου ῾Ιεράρχου γράφει·

«Φώτιος γάρ ἦν ὁ μακάριος, ὁ φωτός ἀκτῖσι φερωνύμως τοῦ ὀνόματος πλήθει διδασκαλιῶν καταλάμψας τά πέρατα, ὁ ἐξ αὐτῶν σπαργάνων ἀφιερωθείς τῷ Χριστῷ, ὡς ὑπέρ τῆς αὐτοῦ εἰκόνος δημεύσει καί ἐξορίᾳ, τούτοις δή τοῖς ἀθλητικοῖς ἐκ προοιμίου ἀγῶσι συγκοινωνήσας τῷ γεννήτορι, οὗ καί ζωή θαυμαστή καί τό τέλος ἐπέραστον, ὑπό Θεοῦ τοῖς θαύμασι μαρτυρουμένη».

῾Η ζωντανή ὀρθόδοξη πίστη, κατά τόν ἱερό Πατέρα, πίστη τῆς ἀληθείας, εἶναι ἀρχή τῆς χριστιανικῆς μας ὑποστάσεως καί ἐπιβάλλει τήν συνεχή προσπάθεια γιά τό «ἀνακεφαλαιώσασθαι τά πάντα ἐν Χριστῷ, τά ἐπί τοῖς οὐρανοῖς καί τά ἐπί τῆς γῆς», γιά τήν πραγμάτωση τῆς «καινῆς κτίσεως», πού ἐπιτυγχάνεται μέ τή δυναμική γεφύρωση, σύνδεση καί ἀλληλοπεριχώρηση τοῦ θείου καί ἀνθρωπίνου στοιχείου. ῾Ο Χριστός ἑνώνει στό πρόσωπό Του τή θεία μέ τήν ἀνθρώπινη φύση. Αὐτό σημαίνει ὅτι θεότητα καί ἀνθρωπότητα ἔχουν ἐν Χριστῷ ἕνα κοινό τρόπο ὑπάρξεως καί αὐτός ὁ τρόπος εἶναι ἑνότητα, ἀλληλοπεριχώρηση τῶν προσώπων, κοινωνία τῆς ἀγάπης. ῾Η ἕνωση τῆς θείας μέ τήν ἀνθρώπινη φύση στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μιά ἀφηρημένη ἀρχή. Φανερώνεται σέ μᾶς ὅπως φανερώνεται πάντοτε φύση· μόνο ὡς τρόπος ὑπάρξεως, δηλαδή ὡς δυνατότητα ζωῆς. Εἶναι δυνατότητα νά ζήσουμε, νά πληρωθεῖ ἀπύθμενη δίψα γιά ζωή πού βασανίζει τήν ὕπαρξή μας, νά ζήσουμε ὅλες τίς δυνατότητες τῆς ζωῆς νικώντας τήν ἀναπηρία καί τό θάνατο τῆς τεμαχισμένης ὑπάρξεως. ᾿Αρκεῖ νά ἀποδεχθεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν ἁμαρτία καί ἀποτυχία του καί νά ζήσει τήν κένωση τοῦ Χριστοῦ, τή ζωή τοῦ Θεοῦ.

῾Η ἀληθινή χριστιανική ζωή εἶναι γέφυρα πού συνδέει τόν οὐρανό μέ τή γῆ, συνεχής πηδαλιούχηση τοῦ πορθμείου ἐκείνου, τό ὁποῖο, ὅπως λέγει ὁ ἱερός Φώτιος, ἔρχεται ἀπό τόν οὐρανό καί «διαπορθμεύει μῖν τήν ἐκεῖθεν ἀγαθοειδῆ καί θείαν εὐμένειαν» καί Χάρη. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό ἀληθινό ἦθος τῆς ᾿Ορθοδοξίας· ἀναγέννηση, ἕνωση, μετοχή καί κοινωνία μέ τόν Χριστό διά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος.

Τό ὀρθόδοξο, λοιπόν, ἦθος, πού εἶναι κοινωνία τοῦ προσώπου μέ τόν Θεό Πατέρα ἐν Χριστῷ διά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καί ὁ ἁγιασμός τοῦ ὅλου ἀνθρώπου στήν ὁδό τῆς θεώσεως ἀρχίζει νά ὑπάρχει μόνο ὅταν ἔχουμε ὡς προϋπόθεση τήν ὀρθή πίστη, τήν ὀρθοδοξία. Γι αὐτό οὐδέποτε ὁ ῞Αγιος ἀνέχθηκε ὁποιαδήποτε παρασιώπηση ἤ παραφθορά τῆς ἀλήθειας.

Γράφει χαρακτηριστικά ὁ ἱερός Φώτιος πρός τόν Πάπα Νικόλαο· «Τά οἰκουμενικαῖς καί κοιναῖς τυπωθέντα ψήφοις πᾶσι προσήκει φυλάττεσθαι». Διότι, διά τῆς ἐπιμελοῦς φυλάξεως τῆς διδασκαλίας τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, «πᾶσα καινοτομία καί αἵρεσις ἀπελαύνεται· τό δέ τῆς ᾿Ορθοδοξίας ἀκήρατον καί ἀρχαιοπαράδοτον φρόνημα ταῖς εὐσεβούντων ψυχαῖς εἰς ἀδίστακτον σεβασμιότητα καθιδρύνεται». ῎Ετσι μία γενεά, μετά φόβου Θεοῦ, παραδίδει στήν ἐπερχόμενη τά τῆς πίστεως πολύτιμα κεφάλαια πού ἔλαβε, μέ πλήρη συναίσθηση ὅτι καί ἐπερχόμενη θά διατηρήσει ἀλώβητη τήν πίστη. Σέ μία ὁμιλία του ὁ ῞Αγιος ἐξαίρει τή σπουδαιότητα τῆς συνεχιζόμενης ἀνελλειπῶς διαδοχῆς·

«Πρό τῆς ἑβδόμης Συνόδου, ἔσχε πρό ταύτης Πρώτη πολλῶν ἐν μέρει τάς πράξεις μιμήσασθαι. ῾Η Δευτέρα τήν Πρώτην ὑπογραμμόν καί τύπον ἐδέξατο, τῆς δέ Τρίτης αὐτή μετά τήν πρώτην ὑπῆρξε παράδειγμα, καί δή καί Τετάρτην ταυταῖς ἐπλούτει μιμήσασθαι καί ταῖς ἐφεξῆς ὑπῆρχον αἱ προλαβοῦσαι διδάσκαλοι».

῾Η ἀπαρίθμηση ἐδῶ τῶν Συνόδων δέν εἶναι συμπτωματική. Γιά τόν ῞Αγιο, τόν τῆς ἀπλανοῦς γνώσεως κανόνα, τό παρελθόν, παράδοση, τά γενόμενα στό ἅγιο Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δέν ἀποτελοῦν ἁπλᾶ ἱστορικά γεγονότα. Μάλλον ἀποτελοῦν ὑπόδειγμα, τύπο γιά τό μέλλον τοῦ Κυριακοῦ Σώματος. Γι αὐτό καί δέν ἐπιμένει μόνο στήν ἱστορική παράδοση ἤ μετάδοση, οὔτε μόνο γιά τόν κληρονομικό χαρακτήρα τῆς διδασκαλίας, ἀλλά πρό παντός γιά τήν πληρότητα τῆς ἀλήθειας, γιά τήν ταυτότητα καί τή συνέχεια τῆς καθολικῆς ἐμπειρίας τῆς ᾿Εκκλησίας, γιά τή ζωή της μέσα στή χάρη, γιά τό παρόν μέσα στό ὁποῖο κατοικεῖ ἤδη τό μέλλον, γιά τό μυστήριο τῆς πίστεως.

῾Η ἑνότητα, ἁγιότητα καί καθολικότητα τῆς ᾿Εκκλησίας συμπληρώνονται καί καταξιώνονται μέ τήν ἀποστολικότητά της. Στήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ ᾿Ιησοῦ ὁ ἁγιασμός καί ἡ καθολική ἑνότητα τῆς ᾿Εκκλησίας συνδέονται ἄμεσα μέ τήν ἀποστολικότητα· «῞Ινα ὁ κόσμος πιστεύσῃ, ὅτι Σύ με ἀπέστειλας». ῎Ετσι ἡ ἀποστολικότητα γίνεται ὀντολογικό γνώρισμα τῆς ᾿Εκκλησίας, πού ἐκφράζει καί τά ἄλλα γνωρίσματά της. ῾Η ᾿Εκκλησία εἶναι ἀποστολική, γιατί συνεχίζει τήν ἀποστολή τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ᾿Αποστόλων Του μέσα στόν κόσμο. ῾Ο ἱστορικός σύνδεσμός της μέ τούς ᾿Αποστόλους καί ἡ βεβαίωση τοῦ συνδέσμου αὐτοῦ μέ τήν ἀναγωγή τῶν κατά τόπους ᾿Εκκλησιῶν καί τῶν ᾿Επισκόπων στούς ῾Αγίους ᾿Αποστόλους ἀποτελοῦν τά ἐξωτερικά τεκμήρια τῆς ἀποστολικῆς ἰδιότητος καί διαδοχῆς. Τό ἠθικό δέ αἴτημα τῆς ἀποστολικότητος τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ὑποχρέωση γιά πιστότητα στήν ἀποστολική παράδοσή της, ἡ ὁποία ἐξασφαλίζει τήν ταυτότητα καί ἑνότητα τοῦ ζῶντος Σώματος. «Τοῦτο γάρ τῶν ἀποστόλων τό κήρυγμα, τοῦτο τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τό φρόνημα».

᾿Αγωνιζόμενος ὁ ῞Αγιος Φώτιος ὑπέρ «τῆς πίστεως ἠμῶν τῶν Χριστιανῶν..., τῆς ἀχράντου καί εἰλικρινοῦς λατρείας, καί τῶν περί αὐτήν μυστηρίων», στήν ἐγκύκλιο ἐπιστολή του, τό 867 μ.Χ., πού ἀπευθυνόταν πρός τούς κατά ᾿Ανατολάς ᾿Επισκόπους καί Πατριάρχες, στρέφεται στήν καταπολέμηση τῆς αἱρέσεως, «κατά πάσης αἱρέσεως», πού ἀπειλεῖ τήν ἑνότητα καί τήν ἀκεραιότητα τῆς ᾿Ορθοδοξίας καί συγχρόνως καλεῖ ὅλους νά εἶναι ἄγρυπνοι ἐναντίον κάθε δυσσεβείας. ῾Ο Μέγας Φώτιος, γνωρίζοντας ὅτι κάθε ἐκτροπή ἀπό τήν ἀληθή πίστη ἔχει ὡς συνέπεια τήν ἔκπτωση ἀπό τήν πνευματικότητα, κατακρίνει «τό τῆς γνώμης ἠρρωστηκός καί ἀστήρικτον», καί καταδικάζει, ὡς «ἁμαρτίαν πρός θάνατον», κάθε ἐκτροπή ἀπό τήν ᾿Ορθοδοξία καί τήν «τῶν παραδοθέντων ἀθέτησιν» ἤ «καταφρόνησιν» ἀπό ἐκείνους πού «κατά τῶν ἰδίων ποιμένων ὑπερήφανον ἀναλαμβάνουν φρόνημα, ἐκεῖθεν δέ κατά τοῦ κοινοῦ Ποιμένος καί Δεσπότου παρατείνουν τήν ἀπόνοιαν». ᾿Επί τῆς βάσεως αὐτῆς ἀντέκρουσε ὄχι μόνο τούς εἰκονομάχους ἀλλά καί τίς παπικές ἀξιώσεις καί τό γερμανοφραγκικό δόγμα τοῦ filioque τό ὁποῖο διασαλεύει τήν κοινωνία τῶν ἁγιοπνευματικῶν προϋποθέσεων καί ἐνεργειῶν καί δέν ἔχει θέση μέσα στήν κοινωνία τοῦ Σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας καί τῆς κοινότητος τῶν ἀδελφῶν.

Γι᾿ αὐτό καί Σύνοδος, ὁποία συνῆλθε τόν ᾿Ιούλιο ἤ Αὔγουστο τοῦ 867 μ.Χ. στήν Κωνσταντινούπολη, καθαίρεσε τόν Πάπα Νικόλαο γιά τίς ἀντικανονικές του ἐνέργειες, ἐνῶ ἀπεδοκίμασε τή διδασκαλία τοῦ Filique καί τά ρωμαϊκά ἔθιμα. Μάλιστα ἡ ἐγκύκλιος ἐπιστολή τοῦ ἱεροῦ Φωτίου γιά τά θέματα αὐτά, μετά τή συνοδική κατοχύρωση τοῦ περιεχομένου της, κατέστη ἕνα σταθερό πλέον κριτήριο γιά τήν ἀξιολόγηση τῶν σχέσεων ᾿Ανατολῆς καί Δύσεως.

῾Η δολοφονία τοῦ αὐτοκράτορος Μιχαήλ τοῦ Γύ, στίς 24 Σεπτεμβρίου 867 μ.Χ., ἀπό τόν Βασίλειο Αύ τόν Μακεδόνα, συνοδεύθηκε καί μέ κρίση στήν ᾿Εκκλησία. ῾Ο νέος αὐτοκράτορας ἐτάχθηκε ὑπέρ τῆς προσεγγίσεως Κωνσταντινουπόλεως καί Ρώμης καί ἀναζήτησε ἐρείσματα στούς «᾿Ιγνατιανούς». ῾Ο ἱερός Φώτιος ὑπῆρξε τό θύμα αὐτῆς τῆς νέας πολιτικῆς σκοπιμότητος τοῦ αὐτοκράτορος, ὁ ὁποῖος ἐκθρόνισε τόν ῞Αγιο Φώτιο καί ἀποκατέστησε στό θρόνο τόν Πατριάρχη ᾿Ιγνάτιο, στίς 23 Νοεμβρίου 867 μ.Χ. ῾Η Σύνοδος τοῦ ἔτους 869 μ.Χ., πού συνῆλθε στήν Κωνσταντινούπολη, στό ναό τῆς ῾Αγίας Σοφίας, ἀναθεμάτισε τόν ῞Αγιο Φώτιο, ὅσοι δέ ᾿Επίσκοποι ἐχειροτονήθηκαν ἀπό αὐτόν ἤ παρέμεναν πιστοί σέ αὐτόν καθαιρέθηκαν καί ὅσοι ἀπό τούς μοναχούς ἤ λαϊκούς παρέμειναν ὀπαδοί του ἀφορίσθηκαν. ῾Ο ἱερός Φώτιος καθ᾿ ὅλη τή διαδικασία καί παρά τήν προκλητική στάση τῶν ἀντιπροσώπων τοῦ Πάπα ἐτήρησε σιγή, τούς ὑπέδειξε νά μετανοήσουν καί ἀρνήθηκε νά δεχθεῖ τήν ἀντικανονική ποινή. Στή συνέχεια ἐξορίσθηκε καί ὑποβλήθηκε σέ ποικίλες καί πολλαπλές στερήσεις καί κακουχίες. ᾿Επακολούθησε βέβαια ἡ συμφιλίωση τῶν δύο Πατριαρχῶν, Φωτίου καί ᾿Ιγνατίου, ἀλλά ὁ θάνατος τοῦ ᾿Ιγνατίου, στίς 23 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 877 μ.Χ., ἐπέτρεψε τήν ἀποκατάσταση τοῦ ἱεροῦ Φωτίου στόν πατριαρχικό θρόνο μέχρι τό ἔτος 886 μ.Χ. κατά τό ὁποῖο ἐξαναγκάσθηκε σέ παραίτηση ἀπό τό διαδεχθέντα τόν αὐτοκράτορα Βασίλειο δευτερότοκο υἱό του Λέοντα ΣΤ΄ τόν Σοφό.

῾Ο ῞Αγιος Φώτιος ἐκοιμήθηκε ὁσίως τό ἔτος 891 μ.Χ. ὄντας ἐξόριστος στήν ἱερά μονή τῶν ᾿Αρμενιανῶν, ὅπως ἄλλοτε ὁ θεῖος καί ἱερός Χρυσόστομος στά Κόμανα τοῦ Πόντου. Τό ἱερό καί πάντιμο σκήνωμα τοῦ ῾Αγίου καί Μεγάλου Φωτίου ἐναποτέθηκε στή λεγόμενη μονή τῆς ᾿Ερημίας ἤ ᾿Ηρεμίας, πού ἦταν κοντά στή Χαλκηδόνα. Παλαιότερα σύναξή του ἐτελεῖτο στό Προφητεῖο, δηλαδή στό ναό τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου, πού βρισκόταν στή μονή τῆς ᾿Ερημίας, ἐνῶ τώρα τελεῖται στήν ἱερά πατριαρχική μονή τῆς ῾Αγίας Τριάδος στή νῆσο Χάλκη, ὅπου ἱδρύθηκε καί Θεολογική Σχολή τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας.

 
 
ΑΡΘΡΟ
 

Ο πατριάρχης Φώτιος και η δυτική γραμματεία

Καραθανάση Αθανασίου,
Η προσωπικότητα και η θεολογία του Μεγάλου Φωτίου,
Επίσημοι Λόγοι Εκφωνηθέντες επί τη Ιερά
Μνήμη του κατά τα έτη 1970- 2010
,
εκδ. Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος,
Αθήνα 2011, σελ.529-540

(Λόγος που εκφωνήθηκε την 6η Φεβρουαρίου 2000 στο Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας της Ελλάδος)

Η πολυσήμαντη προσωπικότητα του ιερού Φωτίου σημάδευσε την πορεία της ελληνικής βυζαντινής αυτοκρατορίας, αλλά, φρονώ, για λόγους τους οποίους θα εξηγήσω περαιτέρω, και τον Νέο Ελληνισμό στην πτυχή εκείνη της πολιτισμικής αντιστίξεώς του με την Δύση. Με ολίγα λόγια, στο προοίμιο αυτής της εισηγήσεως διαπιστούται ότι η εκρηκτική προσωπικότητά του έθεσε την σφραγίδα του στην ιστορία του Βυζαντίου και της Ευρώπης, η οποία συχνά εξέφρασε την αντιπάθειά της προς τον ημέτερο Φώτιο, μία παραδοσιακή αντιπάθεια, την οποία εναργώς συνειδητοποιεί και ο μη ειδοποιημένος σε τέτοιας φύσεως θέματα.

Στην παρούσα εισήγηση θα παρουσιάσουμε συνοπτικώς την αρχή των φωτιανών, ούτως ειπείν, σπουδών στην Δύση, που απετέλεσαν και την αρχή σειράς αξιολόγων μελετών κατά τον 19ο και 20ο αι. που εγράφησαν από Ρωμαιοκαθολικούς, κυρίως, για τον ιερό Φώτιο, επισημαίνοντας την γενναία συμβολή του Τσέχου πατρός F. Dvornik, ο οποίος, ομολογουμένως, επιχείρησε να αμβλύνει την κριτική των προγενεστέρων Δυτικών κατά του ημετέρου Φωτίου. Η παρουσίαση, κατ' ανάγκην, και στην οικονομία του χρόνου, θα είναι πολύ συνοπτική, σκοπόν έχουσα περισσότερον να υπομνήσει τους κυριώτερους συγγραφεί, της δυτικής γραμματείας που ασχολήθηκαν με τον ιερό Φώτιο. Θα έλεγε κανείς, μάλιστα, από τον 16ο ως τον 19ο αι. με αρνητική, και ενίοτε, πολύ εχθρική διάθεση. Σημειωτέον, ότι, όσα έχουν γραφεί για τον Φώτιο από τους Δυτικούς, αυτόν έχουν ως πρωταγωνιστή και αυτό έχει την σημασία του.

Διαβάστε τη συνέχεια

 
     
ΑΦΙΕΡΩΜΑ
 

Δείτε το αφιέρωμα στον Μέγα Φώτιο