ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα


ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

 


Η προσφορά της Μονής Πετράκη στο εθνικό, εκπαιδευτικό κοινωφελές και εκκλησιαστικό πεδίο (1673- 2019)

Γιώργου Αθ. Τσούτσου,
Μονή Πετράκη-Ι. Μονή Αγίων Ασωμάτων Πετράκη,
Αθήνα 2020, εκδ. Αιγέας, σελ. 25-51.

Εισαγωγικά

Η έρευνα για την προσφορά και τον ρόλο της Εκκλησίας κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας και την Επανάσταση του 1821 εξακολουθεί μέχρι σήμερα να προσελκύει το ενδιαφέρον ειδικών και μη. Η παρούσα εργασία αποτελεί μικρή συμβολή στην καταγραφή της προσφοράς της Μονής Ασωμάτων –Πετράκη σε εθνικό, εκπαιδευτικό, κοινωφελές και εκκλησιαστικό πεδίο με τη βοήθεια κυρίως άγνωστου αρχειακού υλικού. Επιχειρείται επίσης ο εμπλουτισμός της προβληματικής γύρω από το ζήτημα της εκκλησιαστικής περιουσίας όσον αφορά στην προέλευση και τη νομική της κατοχύρωση. Σχετικά με τη Μονή Ασωμάτων-Πετράκη αξίζει να σημειωθεί εκ προοιμίου ὀτι τα βασικά της περιουσιακά στοιχεία διετέθησαν υπέρ του κοινωνικού συνόλου και προέρχονταν από αγορές και όχι από δωρεές. Τούτο αποδεικνύεται από σωζόμενα έγγραφα του Αρχείου της Μονής και των Γενικών Αρχείων του Κράτους (1). Ορισμένοι θεωρούν εσφαλμένως ακόμη και σήμερα ότι η περιουσία της Μονής Πετράκη προήλθε κυρίως από δωρεές πιστών. Βάσει παρόμοιων αντιλήψεων υποστηρίχθηκε κατά το παρελθόν ότι η μοναστηριακή περιουσία έπρεπε αυτομάτως να περιέλθει στο ελληνικό κράτος, εφόσον το τελευταίο υπήρξε διάδοχος του οθωμανικού. Τούτο όμως δεν γίνεται δεκτό από τη νομολογία, διότι η ιδιοκτησία των Μονών δεν περιήλθε στην κυριότητα του οθωμανικού κράτους ύστερα από την οθωμανική κατάκτηση. Βάσει του ιερού (για το οθωμανικό κράτος) Μουσουλμανικού Νόμου, οι Μονές κατείχαν επί Οθωμανοκρατίας αδιαλείπτως τη νομή της ακινήτου περιουσίας τους, παρά τις εκάστοτε αυθαιρεσίες των οθωμανικών αρχών. Οι βυζαντινοί και αργότερα οι οθωμανικοί τίτλοι ιδιοκτησίας παράγουν έννομες συνέπειες μέχρι σήμερα. Η μοναστηριακή περιουσία δεν περιήλθε στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου ούτε αυτό κατέστη κύριο των μοναστηριακών κτημάτων. Σύμφωνα με τα Πρωτόκολλα του Λονδίνου, το κράτος είναι διάδοχος των εδαφών που καταλαμβάνει δια του πολέμου και όχι με τη γενική έννοια επί των πάντων. Το ελληνικό δημόσιο εμπόδισε την αξιοποίηση μέρους της εκκλησιαστικής περιουσίας με το πρόσχημα ότι είναι «διακατεχόμενη» όρος ανύπαρκτος στον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό (2). Ως προς το ζήτημα της προσφοράς της εκκλησιαστικής και μοναστικής περιουσίας, παρατηρείται γενικότερα έλλειψη επαρκούς αλλά και αξιόπιστης πληροφόρησης. Επιπροσθέτως το ελληνικό κράτος ενίοτε χρησιμοποίησε την εκκλησιαστική περιουσία για αλλότριους σκοπούς και κατά καιρούς τη δήμευσε. Οι διαπιστώσεις αυτές οδήγησαν ορισμένους, όπως ο πρώην Μητροπολίτης Περιστερίου Χρυσόστομος, στην επισήμανση ότι κατά το πλείστον δεν υπάρχει αναμνηστική μαρμάρινη πλακέτα στα κτίρια και στις εν γένει κοινωφελείς δραστηριότητες της Εκκλησίας, όπου να αναφέρεται το όνομα της τελευταίας ως δωρήτριας. Για να εξασφαλιστεί η αξιοποίηση των εκκλησιαστικών δωρεών με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, πρότεινε εφεξής η Εκκλησία υπό οιαδήποτε νομική μορφή (Μονή, Μητρόπολις, εκκλησιαστικό ίδρυμα κλπ) να παραχωρεί τη χρήση και όχι την κυριότητα του ακινήτου, το οποίο δωρίζει, και, εάν δεν εκπληρώνεται ο σκοπός της δωρεάς σε εύλογο χρονικό διάστημα, το ακίνητο να επανέρχεται επανέρχεται στην κυριότητα της δωρήτριας-ιδιοκτήτριας Εκκλησίας (3).

 

Ιστορικά στοιχεία

Η κοινωνική προσφορά του μοναχισμού είναι γνωστή από τις αρχές του Δ΄μ.Χ. αιώνα στην έρημο της Αιγύπτου (4). H παράδοση αυτή διατηρήθηκε μέχρι των ημερών μας. Το γεγονός ότι η Μονή Ασωμάτων – Πετράκη υπήρξε ο μεγαλύτερος κοινωνικός ευεργέτης της πόλεως των Αθηνών μαρτυρείται από πολλά στοιχεία που θα παρατεθούν κατωτέρω. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο μοναχισμός, βασισμένος στην προσευχή, στη λόγω και έργω φιλανθρωπία και στην ακτημοσύνη, εξακολουθεί να διδάσκει και να εμπνέει τις σύγχρονες κοινωνίες. Η Ορθόδοξη μοναχική παράδοση θεμελιώνει την κοινωνική προσφορά και εργασία εν σχέσει με την προς τον Θεόν αδιάλειπτη επικοινωνία. Νοηματοδοτεί τον βίο με υψηλά νοήματα, καλλιεργώντας στους ανθρώπους, κυρίως δια του παραδείγματος, εσωτερική διάθεση αγωνιστικότητας, αισιοδοξίας και ελπίδας για το αύριο, κατά το παράδειγμα του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού (5). Σε μια περίοδο κατά την οποία οι σχέσεις Εκκλησίας-Πολιτείας βρίσκονται στο προσκήνιο είναι χρήσιμη η προβολή και δημοσίευση αρχειακού υλικού που αναδεικνύει όψεις της εκκλησιαστικής ιστορίας αφενός και του εκκλησιαστικού νομικού πολιτισμού και καθεστώτος αφετέρου.

Η θέση του κλήρου κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής βασίζεται κατ' αρχήν στην εντολή του Σουλτάνου Μωάμεθ Β΄του Πορθητή προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως να εκπροσωπεί τους ορθοδόξους. Η εξουσιοδότηση αυτή έδινε στην Εκκλησία δυνατότητες διαμεσολάβησης μεταξύ των υποδούλων και της εξουσίας, η οποία αποσκοπούσε στην υπεράσπιση και διαφύλαξη της εθνικής και θρησκευτικής τους ιδιαιτερότητας. Ύστερα, όμως, από την κήρυξη της Επανάστασης, ο κλήρος και οι μοναχοί διέθεσαν τα πνευματικά και υλικά τους εφόδια (ναούς, μονές, μοναστηριακή περιουσία) στην ευόδωση του Αγώνα. Τον διττό αυτό ρόλο υπηρέτησε με αφοσίωση και η Μονή Πετράκη (6).

Αναλυτικότερα, ως προς την πόλη των Αθηνών, ο μεσολαβητικός ρόλος της Εκκλησίας υπήρξε εξαρχής αξιομνημόνευτος. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής διέταξε τον μπεηλέρμπεη Ομάρ να καταλάβει την Αθήνα. Τον Ιούνιο 1456 εισέβαλε στην Αττική, αλλά δεν κατόρθωσε να κυριεύσει την Ακρόπολη, όπου είχε οχυρωθεί ο τελευταίος Δούκας των Αθηνών Φραγκίσκος Β΄ Ατζαγιόλι ( 1455-1458). Μέσω του ηγουμένου της Μονής Καισαριανής, η Ακρόπολη παραδόθηκε μεν στους Οθωμανούς, αλλά απετράπη η ολοκληρωτική κατάληψη της Αθήνας, αφού ο Ομάρ εγκαταστάθηκε στη Θήβα.

Τον Σεπτέμβριο του 1456 ήλθε στην Αθήνα ο Μωάμεθ και έδωσε προνόμια στην πόλη λόγω του λαμπρού παρελθόντος της. Τότε αποκαταστάθηκε και ο ορθόδοξος κλήρος που είχε εκδιωχθεί λόγω της Φραγκοκρατίας. Τα μοναστήρια της Αττικής κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας και της Οθωμανοκρατίας προσέφεραν τεράστιες υπηρεσίες διαφυλάσσοντας την ορθόδοξη πίστη και ενισχύοντας τον απελευθερωτικό αγώνα. Ο αθηναιογράφος Δημήτριος Καμπούρογλου γράφει σχετικώς : « Ὁμιλοῦμεν περὶ τῶν ἐν κοινοβίοις μοναχῶν, οἵτινες προσερχόμενοι ἀρωγοὶ καὶ ἀντιλήπτορες παντὸς καταδυναστευομένου καὶ ἀξίου οἱασδήποτε συνδρομῆς, συνεπόνουν καὶ συνεσκέπτοντο μετὰ τῶν κορυφαίων πολιτῶν, σταθμίζοντες ἐν τῷ ασύλῳ αὐτῶν μετ' ἠρεμίας τὰ γεγονότα πρὸς τὰς περιστάσεις καὶ συναποφασίζοντες περὶ τοῦ ἑκάστοτε πρακτέου. Οἱ ἄνευ ἐπωνύμου ἀπέριττοι καὶ μετριόφρονες ἐκεῖνοι ἄνδρες, οἱ μετὰ τὴν ἐπιτέλεσιν τοῦ ἑαυτῶν καθήκοντος ἀναπαυθέντες ἐν τοῖς κόλποις τῆς μητρός γῆς, μετὰ τοῦ μειδιάματος. Ὅπερ ἡ θρησκευτικὴ ἀρετὴ ἐναποτίθησιν ἐπὶ τῶν χειλέων τοῦ θνήσκοντος, ἐλησμονήθησαν. Τίς γνωρίζει αὐτούς; Τίς τοὺς ενθυμεῖται; Ποσάκις περιτρέχοντες τὰ ὅρη τῆς Ἀττικῆς καὶ διαβλέποντες ἐπ' αὐτῶν τὰ ἴχνη τῆς φιλοπονίας, τῆς προνοίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ αὐτών, δὲν ἐλυπήθημεν μὴ δυνάμενον νὰ εὐλογήσωμεν τὸ ὄνομά των;» (7).

 

Κοινότητα και Μοναστική κοινωνία

Κατά την οθωμανική περίοδο η έννοια της αλληλεγγύης ήταν ανεπτυγμένη στον κοινωνικό σχηματισμό που ονομάζεται κοινότητα. Πυρήνας αυτής της αλληλεγγύης ήταν η εκκλησία, η ενορία και το μοναστήρι. Για το τελευταίο πρέπει να σημειωθεί ότι αποτελούσε τον ιδεώδη τύπο κοσμικής κοινότητας, ένα αντικατοπτρισμό της κοινωνίας των αγγέλων. Η συνεργασία και η ενότητα προέκυπταν και από τις επαγγελματικές δραστηριότητες των μελών της κοινωνίας, τις συντεχνίες της βυζαντινής περιόδου και τα σινάφια (esnaf) της οθωμανικής. Στις ισλαμικές κοινότητες υπήρχε παρεμφερής οργάνωση με το τζαμί στη θέση της εκκλησίας και την κοινότητα (cemaat) στη θέση των ενοριτών. Κατά τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου οι κοινότητες αποτελούσαν διακριτές φορολογητέες μονάδες και δεν καταβάλλονταν οι φόροι από κάθε άτομο ξεχωριστά, πράγμα που διατηρήθηκε και επί οθωμανικής αυτοκρατορίας (8). Στο έργο του «Ιστορία των Αθηναίων» ο Δημ. Καμπούρογλου σημειώνει ότι καταρχάς οι δημογέροντες αναγνωρίζονταν από τις οθωμανικές αρχές μετά από την εκλογή τους. Οι ραγιάδες είχαν το δικαίωμα να αγνοήσουν τις πολιτικές αποφάσεις των δημογερόντων και να καταφύγουν στον Καδή, αλλά δεν το έπρατταν είτε από πατριωτισμό είτε για να αποφύγουν την κοινωνική αποδοκιμασία. Μεγάλη σημασία έδιναν οι Αθηναίοι στα εκκλησιαστικά επιτίμια, την τιμωρία την οποία επέβαλε η εκκλησία, « ... ὡς μεγίστη δὲ τιμωρία ἐθεωρεῖτο ἡ ἐκ τῆς ἐκκλησίας ἔξωσις τοῦ πταίστου: ἡ ἐξωκκλησίασις καὶ ὁ ἀφορισμός». Συχνά οι δημογέροντες μεσολαβούσαν στους Οθωμανούς σε περίπτωση κατά την οποία «.... Χριστιανὸς ἠδίκει Τοῦρκον... ὁσάκις δὲ ἠδίκει Χριστιανὸς Χριστιανὸν ἐπέβαλλον ἐπιτιμήσεις, πρόστιμα, περιορισμούς, ἔξωσιν ἐκ τῆς ἐκκλησίας ἢ ἀφορισμόν.. .» Σε περιπτώσεις σοβαρών εγκλημάτων, καταβαλλόταν προσπάθεια να φυγαδευθεί ο δράστης χωρίς να θιγεί η φιλοτιμία των παθόντων. Υπήρχε επομένως μια στενή σχέση Πολιτείας και Εκκλησίας, η οποία στην Αθήνα, κατά τον Καμπούρογλου, εκπροσωπείτο «... ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου καί τινων Ἡγουμένων.. .». Σχεδόν κατ' έτος και κάποτε δύο και τρείς φορές εντός του έτους οι δημογέροντες επιχειρούσαν πολυδάπανα ταξίδια στην Κωνσταντινούπολη προκειμένου να ζητήσουν αντικατάσταση του Βοεβόδα ή φορολογικές ελαφρύνσεις. Επειδή οι Αθηναίοι δεν είχαν τακτικούς αντιπροσώπους στην Κωνσταντινούπολη, όπως συνέβαινε με κατοίκους άλλων γεωγραφικών περιοχών (π.χ. Πελοπόννησος κ.α.), στα ταξίδια αυτά βρίσκονταν σε συνεννόηση με έγκριτους Αθηναίους, εμπόρους ή εκκλησιαστικούς άνδρες όπως ο Ηγούμενος της Μονής Πετράκη (9).

Η δράση του Παρθένιου

Ο ιδρυτής της Μονής Ασωμάτων Παρθένιος Πετράκης, ο οποίος χαρακτηρίζεται «ιατροφιλόσοφος» λόγω της παιδείας του, υπήρξε ένας από τους λογίους των Αθηνών κατά την πρώτη περίοδο της Οθωμανοκρατίας (1458- 1683) μαζί με τους Αθηναίους λογίους Λαόνικο και Δημήτριο Χαλκοκονδύλη, τον ιδρυτή της Μονής Πεντέλης Τιμόθεο, τον Ιέρακα και την Αγία Φιλοθέη Βενιζέλου (10). Μεταξύ του 16 ου και 18 ου αιώνα οικοδομήθηκαν και ήκμασαν πολλές μονές στον νότιο ελλαδικό χώρο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ιδρύθηκαν στην Αθήνα τρεις μονές με πολλούς εγκαταβιούντες. Η γυναικεία μονή του Αγίου Ανδρέα από την Φιλοθέη Μπενιζέλου,η Μονή Πεντέλης το 1578 και η Μονή Ασωμάτων-Πετράκη το 1673 (11). Οπως είναι γνωστό, στη θέση ιδρύσεως της Μονής Ασωμάτων υπήρχε Ιερός Ναός ήδη από τον 9 ο και 10 ο αι. μ.Χ.. Το 1673 ο ανιδρυτής της Μονής Ασωμάτων - Πετράκη Ιερομόναχος Παρθένιος – κατά κόσμον Πέτρος Παπασταμάτης, εξ ου και το όνομα Πετράκη- ανακαίνισε με δαπάνες του τα υπάρχοντα κτίσματα του εκεί παλαιού μετοχίου της Μονής Τιμίου Προδρόμου Καρέα τα οποία είχαν περιέλθει σε κατάσταση ερειπίων.

Σε αυτά πρόσθεσε και πολλά υποστατικά όπως, επίσης, και ο διάδοχος και ανηψιός του Ιωακείμ (12). Ως γνωστόν, αρχικώς ο Παρθένιος μόναζε και κατόπιν ηγουμόνευε στο Μοναστήρι του Τιμίου Ενδόξου Προφήτου Προδρόμου Καρέα στον Υμηττό. Εξαιτίας, όμως, του δύσβατου της περιοχής, των κακοποιών και των αντίξοοων καιρικών συνθηκών, αποφάσισε να εγκατασταθεί στη μικρή Μονή Κουκοπούλη, στη σημερινή Μονή Ασωμάτων Ταξιαρχών που φέρει το όνομά του.

Στη νέα διαμονή του ο Παρθένιος ήταν πιο κοντά στους ασθενείς του και εκεί άφησε και την περιουσία του (13). Η μετεγκατάσταση της Μονής εντάσσεται σε μια γενικότερη τάση επανοικισμού πεδινών και πιο εύφορων περιοχών κατά τον 17 ο αιώνα. Οι μονές μετεγκαθίστανται ακολουθώντας τη μετοικεσία των πληθυσμών με τους οποίους βρίσκονται σε συνεχή επαφή (14).

Ο Παρθένιος παρείχε δωρεάν ιατρικές υπηρεσίες στους ασθενείς Αθηναίους τους οποίους επισκεπτόταν κατ' οίκον. Όταν έπαψε να τους επισκέπτεται λόγω γήρατος, ίδρυσε «ξενώνα» εντός της Μονής Ασωμάτων. Η δωρεάν παροχή ιατρικών υπηρεσιών αποτέλεσε παράδοση για την οικογένεια Πετράκη κατά την προεπαναστατική περίοδο. Κατά τα έτη 1812- 1814 λειτούργησε εκεί «ιατρική σχολή» από τον εμπειρικό ιατροχειρουργό Ανάργυρο Πετράκη με τη συνεργασία του ιατροφιλόσοφου Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού, τον οποίο είχε προσκαλέσει να διδάξει ιατρική η Φιλόμουσος Εταιρεία. Επιπλέον η Μονή ανέλαβε να πληρώνει στον Διονύσιο Πύρρο χίλια κολλωνάτα ως αμοιβή, υπό την προϋπόθεση να διδαχθούν ιατρική και οι ανιψιοί του Πετράκη ώστε να διατηρηθεί η παράδοση της δωρεάν ιατρικής βοήθειας από την οικογένεια Πετράκη (15).

 

Τα περιουσιακά στοιχεία της Μονής

Από το αρχείο της Μονής σώζονται ελληνικά προεπαναστατικά χειρόγραφα που περιέχουν αγοραπωλησίες, όπως αυτή του Σίνι Πάρδη, ο οποίος πούλησε το 1646 το αμπέλι του στο Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Καρέα αντί 1550 άσπρων (16). Σημειώνουμε, επίσης, ενδεικτικά την αγοραπωλησία βελανιδιών στην Κέα εν έτει 1796 (17). Δείγμα των σχέσεων της Μονής με τον πληθυσμό είναι και το παραχωρητήριο του Διονυσίου Α΄ Πετράκη, στο οποίο αναφέρεται μεταξύ άλλων « Φανερώνω ὅτι ἐπειδὴ ὁ Γεωργαντᾶς Κουντούρης μυλωνᾶς μὲ ἰδικά του ἔξοδα ἔφκιαξε τὸν μύλον τῆς μονῆς τῶν Ἀσωμάτων, διὰ πληρωμήν του παραχωρῶ καὶ μὲ γνώμην τῶν Πατέρων, δύο στρέμματα, δύο χωράφια εἰς θέσιν καμαράκια απὸ τὰ ὁποῖα ἔχει ἡ Μονή » (18).

Ελάχιστες δωρεές ιδιωτών προς τη Μονή έχουν καταγραφεί, όπως του έτους 1790. Πρόκειται για ένα χωράφι στο Αμαρούσιο Αττικής (19). Επιπροσθέτως, στις 15 Ιουνίου 1721 «.... ὁ μακαρίτης σπυρίδος ροῦτος ὄντας κλινίρις ἔχοντας τὸν νοῦν ἠγηοὶ καὶ τὰς φρένας σόα ἔκαμεν διαθήκη καὶ ἐδηόρθοσε τὰ παντία του καθὸς ἡ διαθήκη του φένετε εἰς χεῖρας τοῦ ἀδελφοῦ του τοῦ κὺρ νικολοῦ φένοτε νὰ ἀφὶ νὰ δοθοῦν καὶ διὰ τὴν ψηχήν του εἰς μερηκὰ μοναστήρια ἤσαντε μέσα ἦνε καὶ τὸ μ{ον}αστή{ρι}ᾳγγί}ου ἰωάνου καρέος ὅπου γράφη νὰν τοῦ δόσουν ἀπὸ τὰ μουλκιά του διὰ {τὸ μνη}{μ} όσυν΄΄όν του νὰν τοῦ δόσουν τὸ χαλοπέρβολον ὅπου ἔχουν ἠστοὺς απελοκίπ{ους τὸ δι}κόν του καθὸς ἦνε μηρασμένο ὅπου τὸ ἐμήρασε μὲ τὸν ἀδελφόν του .... » (20).

Σε άλλο έγγραφο που υπογράφει ως μάρτυς ο « ἀθηνῶν προτονοτάριος μπενιζέλος ὁ παλαιολόγος», «... ἡ κυρά ὄρσα καὶ ἡ κυρὰ κασάνδρα..... ἐξ ἠκίας τους βουλῆς καὶ προερέσεος θέλουν καὶ πουλοῦν ἀπὸ τὸ μισὸ λιοτρίβι ὅπου ἦχαν ἡ στὸν μαχαλᾶ τῆς παναγίας.....εἰς τελείαν πούλησιν τοῦ ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς μονῆς τοῦ ἁγίου Ἰοάννου Καρέα.... » (21) . Κατά την προεπαναστατική περίοδο, ο Παρθένιος και οι ηγούμενοι της αυτής οικογένειας που τον διαδέχθηκαν, αγοράζουν κτήματα κυρίως από Τούρκους και ελάχιστα από Έλληνες. Επί παραδείγματι το 1729 « Επειδὴ καὶ τὰ εἶχε πατρικόν της μερικὰ χοράφια μὲ ἐλεόδενδρα ἡ μερζὰ κάτη εἰ θυγάτηρ τοῦ ποτε μειμέτη ἀλιπάνη καὶ γυνὶ τοῦ μειμεταλῆ σκυντέρη εἰς τὸ μπαράλιο τὴν ὄξο μεριὰ χοράφι στρέμματα δύο καὶ σπορία μία μὲ ἐλεόδενδρο..... εἰς τελείαν πούλησιν τοῦ ἡγουμένου πετράκη παπα κὺρ δαμασκηνοῦ διὰ ριάλια δόδεκα καὶ ἔλαβε τὰ ριάλια ἐπὶ χεῖρας σόα καὶ ἀνεληπὲς καὶ ἐξεκληρόθη καὶ ἀπὸ τὴν σήμερον ἀγρικᾶτε ὁ ἄνοθεν ἀγοραστὴς πετράκης. . » (22). Ήδη από τη βυζαντινή περίοδο οι μονές επιζητούσαν αυτοκρατορικά έγγραφα (χρυσόβουλλα ή σιγίλλια) με τα οποία να αναγνωρίζονται και να επικυρώνονται τα ιδιοκτησιακά τους δικαιώματα. Τα έγγραφα αυτά έπρεπε να ανανεώνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα είτε από τον βυζαντινό αυτοκράτορα είτε από τους εκάστοτε κατακτητές (Ενετούς, Οθωμανούς κ.ά.) Στην περίπτωση της Μονής Ασωμάτων-Πετράκη πολλά από τα έγγραφα αυτά δεν συντάχθηκαν από δημόσιους λειτουργούς, αλλά έχουν ιδιωτικό χαρακτήρα και αποτελούν τυπικές ή άτυπες μεταβιβάσεις. Σημαντικό τμήμα της ακίνητης περιουσίας της Μονής Ασωμάτων-Πετράκη περιήλθε στην ιδιοκτησία της από αγορές κτημάτων από Οθωμανούς και όχι από δωρεές χριστιανών προς τη Μονή. Για τον λόγο αυτό στο αρχείο της Μονής και σε άλλα αρχεία υπάρχουν χοτζέτια (τίτλοι, δηλαδή μεταβίβασης της καθαρά ιδιωτικής περιουσίας-μουλκ) και ταπιά (τίτλοι για τη μεταβίβαση των δημόσιων γαιών, χωραφιών και ακαλλιέργητων γαιών) (23).

Στο αρχείο της Μονής διασώζονται εκατόν εβδομήντα οθωμανικά έγγραφα παρόμοιων αγοραπωλησιών για τα έτη 1679-1819, εννέα σουλτανικά φιρμάνια ή άλλου τύπου οθωμανικά έγγραφα για τα έτη 1774-1820 και πενήντα οκτώ ελληνικά προεπαναστατικά χειρόγραφα με αγοραπωλησίες. Από τα ιδιωτικά επαναστατικά έγγραφα–χοτζέτια πληροφορούμεθα για την αγορά διαφόρων εκτάσεων σε περιοχές όπου σήμερα βρίσκεται το Σκοπευτήριο, το Παγκράτι, ο Βύρωνας, ο Καρέας, τα Ιλίσια, ο συνοικισμός Παπάγου κ.ά. (24). Μέχρι το 1840 οι ηγούμενοι της Μονής Πετράκη προέρχονταν από την οικογένεια του ιδρυτού. Την παράδοση διέκοψε ο Ανάργυρος Πετράκης (1793- 1876), ο οποίος μεταξύ άλλων διετέλεσε πρώτος αιρετός δήμαρχος Αθηναίων στις εκλογές του 1835 (25). Μεταξύ 1700-1821 η Μονή Ασωμάτων-Πετράκη συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγάλους γαιοκτήμονες της Αττικής και τον 19 ο αιώνα αγοράζει εκτάσεις και στις δυτικές υπώρειες της Πεντέλης ( Κοκκιναρά, Μορτερό, Μαρούσι) (26).

Ο εγγονός του Περικλής Αργυρόπουλος δίδει μία συνοπτική, αλλά συνάμα περιεκτική εικόνα των μετοχίων, των ναών και της κτηματικής περιουσίας της Μονής Πετράκη η οποία έχει ως εξής: Ως προς τα μετόχια και τους ναούς στη Μονή ανήκαν τα μετόχια Αθηνών, Αμαρουσίου και Κηφισιάς μαζί με το Ναό του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου, το μετόχι Αχαρνών με το Ναό του Αγίου Χαραλάμπους, το μετόχι Καλυβίων του Κουβαρά, της Βάρης με τους Ναούς της Θεοτόκου και των Αγίων Πάντων, του Πικερμίου με τον Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, της Ξυλοκέριζας με τον Ναό της Αγίας Παρασκευής και του Μαραθώνος.

Όπως γράφει χαρακτηριστικώς ο Αργυρόπουλος « Ἡ κτηματικὴ περιουσία ἠπλοῦτο εἰς ὁλόκληρον σχεδὸν τὸ λεκανοπέδιον τῶν Ἀθηνῶν καὶ τῆς Ἀνατολικῆς Ἀττικῆς καὶ τὸ λεκανοπέδιον τοῦ Φαλήρου μέχρι καὶ αὐτῆς τῆς πλατείας τοῦ Νέου Φαλήρου » (27). Παρακάτω ο συγγραφέας αναφέρει τον Λυκαβηττό, την περιοχή Αγίου Δημητρίου, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στη λεωφόρο Αλεξάνδρας και στα Τουρκοβούνια, καθώς, επίσης, και την έκταση μεταξύ Τουρκοβουνίων, Αστερίου και Υμηττού. Στις πιο πάνω εκτάσεις πρέπει να προστεθούν μεταξύ άλλων η Βάρη, το Πικέρμι, το κτήμα Μαραθώνος, κ.λπ. Παρατηρεί ακόμη ο Αργυρόπουλος ότι η κολοσσιαία αυτή περιουσία απετέλεσε αντικείμενο κλοπής είτε από ιδιώτες είτε από το Δημόσιο (28).

Καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της Μονής Πετράκη υπήρξε το φιρμάνι που της έδωσε τον χαρακτήρα του βακουφίου στον τουρμπέ (μαυσωλείο) της Βαλιντέ Σουλτάνας. Κατόπιν αυτού το Μοναστήρι είχε μόνο την υποχρέωση καταβολής ενός ετήσιου ποσού, χωρίς άλλες υποχρεώσεις και προβλήματα που θα μπορούσαν να προκύψουν στο μέλλον. Για το λόγο αυτό οι πατέρες ενός άλλου Μοναστηριού, της Αγίας Τριάδας στην Πάρνηθα, αδυνατώντας να αντεπεξέλθουν στα ποικίλα φορολογικά βάρη, ζήτησαν και πέτυχαν να υπαχθούν στη Μονή Ασωμάτων- Πετράκη (29). Ο διατελέσας και Ηγούμενος της Μονής Ασωμάτων-Πετράκη Αρχιμανδρίτης και κατόπιν Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ Βελανιδιώτης γράφει το 1908 στον «Εκκλησιαστικό Φάρο» για τη δραστηριότητα που είχε αναπτύξει ο τελευταίος εκ των Πετράκηδων Ηγούμενος Διονύσιος «…ὅστις διὰ λογαριασμὸν τῆς Μονῆς διενήργει ἀγοράς, ἐνοικιάσεις καὶ ἐμφυτεύσεις μεγάλων κτηματικῶν ἐκτάσεων συμβαλλόμενος μὲ Τούρκους ἀγάδες καὶ βέηδες....», καθώς και για την « εἰς ἑκατομμύρια ἀνερχομένην περιουσίαν» της Μονής (30).

Ο Διονύσιος Πετράκης μετέβη το 1795 στην Κωνσταντινούπολη, για να απαλλάξει την Αθήνα από την τυραννία του Αλή Χασεκή για την οποία θα γίνει λόγος πιο κάτω και εκεί δι'ενεργειών του η Μονή χαρακτηρίστηκε βακούφιο του πτωχοκομείου της Κωνσταντινούπολης (31). Το 1796 εκδόθηκε σιγίλλιο του Πατριάρχη Γερασίμου το οποίο περιέχει όλες τις πληροφορίες για την ίδρυση της Μονής Ασωμάτων-Πετράκη και γίνεται αναφορά στο σιγίλλιο του έτους 1777 (32). Ο χαρακτηρισμός της Μονής ως βακουφίου αποτέλεσε μείζον γεγονός, διότι το βακούφιο (αφιερωματικό ίδρυμα) ήταν αναπαλλοτρίωτο. Τα καθήκοντα του οθωμανικού κράτους περιορίζονταν στη διατήρηση της τάξεως και στη φύλαξη ή και επέκταση των συνόρων.

Ως εκ τούτου όλα τα έργα, όπως λόγου χάριν η κατασκευή δρόμων, γεφυρών κ.α., υπηρετούσαν την επιτέλεση αυτών των καθηκόντων. Για τα έργα ευποιίας, προστασίας της δημόσιας υγείας, παιδείας κ.ά. η πρωτοβουλία ανήκε στην αγαθή προαίρεση μεμονωμένων προσώπων που, όμως, προέρχονταν από τον ίδιο τον Σουλτάνο και το οικογενειακό περιβάλλον του ή την ανώτατη διοικητική ελίτ. Τα βακούφια είχαν ιερό χαρακτήρα, διότι οι χορηγοί αυτών των καλών έργων απέβλεπαν μεταξύ άλλων στην μετά θάνατον ανταμοιβή. Το καθεστώς των ισλαμικών βακουφίων και των χριστιανικών ήταν το ίδιο περιλαμβανομένης και της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας (33).

Σχετικά με το καθεστώς της Μονής Ασωμάτων Πετράκη έως και το 1796 υπάρχουν επίσημα οθωμανικά έγγραφα, όπως ένα φιρμάνι (αυτοκρατορικό διάταγμα) του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ και του υιού του Μουσταφά (1774-1788) σε μετάφραση Καμπούρογλου, με το οποίο διατάσσεται να μη διαταράσσει κανείς τα κτήματα της Μονής, ούτε Τούρκος, ούτε Έλληνας (34). Με φιρμάνι του Σουλτάνου Σελήμ του Γ΄ το έτος 1796 η μητέρα του δωρίζει τα ανήκοντα σε αυτή κτήματα στην περιοχή των Αθηνών, στον Ηγούμενο Πετράκη. Απαγορεύει ο Σουλτάνος οποιαδήποτε ανάμειξη, επέμβαση οποιουδήποτε άλλου στα προστατευόμενα αυτά βακούφια (κτήματα της Μονής Ασωμάτων) στα οποία θα αναφερθούμε εκτενέστερα παρακάτω (35). Το ίδιο έτος επακολουθεί και δεύτερο φιρμάνι του Σελήμ Γ΄ που επιβεβαιώνει την κυριότητα της Μονής επί διαφόρων κτημάτων στην Αθήνα, «…Ἀμαρούσιον καὶ Κηφησιάν... ». Η περιουσία της Μονής Πετράκη αμφισβητήθηκε κατά καιρούς. Το 1872 αποφασίστηκε με βασιλικό διάταγμα η συγχώνευση των Μονών Ασωμάτων Πετράκη και Πεντέλης, αλλά το 1874 με απόφασή της η Ιερά Σύνοδος εξέδωσε αντίθετη γνωμοδότηση, αφού τόσο η περιουσιακή της κατάσταση, όσο και ο αριθμός των μοναχών της δεν δικαιολογούσαν αυτή τη συγχώνευση. Αξίζει να σημειωθεί ότι είχε προηγηθεί μακρά σειρά δωρεών της Μονής Πετράκη. Ενδεικτικά αναφέρουμε την επιστολή του Μητροπολίτου Αθηνών προς το Ηγουμενοσυμβούλιο της 7-3-1860 περί της δωρεάς της Μονής εκτάσεως προς ανέγερση νοσοκομείου φρενοβλαβών (36).

 

Μονή Πετράκη και Αλή Αγά Χασεκή

Η περίοδος της κυριαρχίας του βοεβόδα Χατζή Αλή Χασεκή στην Αθήνα (1775-1795 με διαλείμματα) υπήρξε απεχθής για τους Αθηναίους. Από το 1760 η Αθήνα υπαγόταν στο θησαυροφυλάκιο και είχε καταταχθεί στα κτήματα του Σουλτάνου (μαλικιανές). Ο φόρος της δεκάτης παραχωρείτο με πλειοδοσία και ο πλειοδότης απέστελλε ένα αντιπρόσωπό του επιφορτισμένο με την είσπραξη των φόρων (βοεβόδα) σε ετήσια βάση. Το 1775 εστάλη ο Χασεκής ο οποίος ήταν ερωμένος της Εσμέ Σουλτάνας, αδελφής του Σελήμ Γ΄ και θυγατέρας του Χαμήτ Α΄. Ο Χασεκή χρησιμοποίησε βίαιες και αυθαίρετες μεθόδους, για να επιβάλλει την εξουσία του. Μηχανευόταν διάφορα μέσα για να αποσπά τις περιουσίες Ελλήνων και Οθωμανών και εκτέλεσε πολλούς χριστιανούς και μουσουλμάνους. Μερικοί δημογέροντες, είτε από συμφέρον είτε από φόβο, τον υποστήριζαν. Οι Αθηναίοι, οι οποίοι προσέφευγαν στην Κωνσταντινούπολη για να διαμαρτυρηθούν, αδυνατούσαν να απαλλαγούν από την παρουσία του, λόγω των διασυνδέσεών του με την Εσμέ. Ο Ηγούμενος της Μονής Πετράκη Διονύσιος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, στα τέλη του 1794 μαζί με άλλους εξέχοντες δημογέροντες και παρέμεινε εκεί έως τις αρχές του 1896 διατρέχοντας άμεσους κινδύνους ώσπου κατόρθωσε τελικά να τον απομακρύνει οριστικά. Όταν πληροφορήθηκε ο Χασεκής την άφιξη του Διονυσίου, υποπτεύθηκε ότι σκοπός του ήταν να τον απομακρύνει από τη θέση του. Για τον λόγο αυτό τον προσκάλεσε εκεί όπου διέμενε και του προσέφερε καφέ για να τον δηλητηριάσει. Ο Διονύσιος μόλις γεύθηκε τον καφέ αντιλήφθηκε αμέσως ότι περιείχε κάτι ύποπτο και δεν εξήντλησε όλο το περιεχομενό του. Παρά ταύτα έμεινε κλινήρης περίπου επί δίμηνο. Ο Πατριάρχης τάχθηκε με το μέρος του Διονυσίου και μία Παρασκευή, ημέρα κατά την οποία ο Σουλτάνος πηγαίνει στο τζαμί, ο Διονύσιος τον συνάντησε μαζί με ομάδα Αθηναίων και όπως συνηθιζόταν, εξέφρασε το αίτημά του το οποίο έγινε δεκτό. Ο Μπενιζέλος γράφει σχετικά : « Οὗτοι δὲ πάντες, δώδεκα τὸν ἀριθμόν, λέγω ὁ ἡγούμενος Διονύσιος Πετράκης, ὁ αὐτοῦ ἱερομόναχος Ἄνθιμος, Νικόλαος Χρυσοχόος, ὁ ἀνεψιὸς αὐτοῦ Μιχαήλ, Βασίλειος Γέροντας, Ἀγγελάκης Καντζιλιέρης, Πανοῦσος Μεταξᾶς, Φιλιππῆς Τζώρτζης, Γιάννης Ταμπάκης, Σπυρίδων Ἀθανασίου, Μακάριος ἱερομόναχος, Ζαχαρίας, τούτοις προσετέθη δέκατος τρίτος καὶ εἷς τῶν Ὀθωμανῶν, Ὀμέρης Φωτιᾶς, οὗτοι εἰς ἓν συνελθόντες καὶ τῇ ψυχῇ καὶ τῷ σώματι, ἀπεφάσισαν νὰ συναποθάνουν ὑπὲρ τῆς πατρίδος. Καὶ δὴ ἡμέρα Παρασκευή, ὅτε ὁ ἄναξ ἐπορεύετο εἰς τὸ τζαμί, ἐγχειρίζουσι τὸ πρῶτον ἔγγραφον ὅλοι ὁμοῦ διὰ χειρὸς τοῦ ἡγουμένου, φωνάζοντες καὶ μετὰ δακρύων νὰ κάμῃ ἔλεος πρὸς αυτούς. ..» (37). Η Μονή Πετράκη αγόρασε μέρος της περιουσίας του που εκποιήθηκε μετά την εκτέλεσή του από τις οθωμανικές αρχές. Έναντι 18500 γροσίων αγόρασε επτά χιλιάδες περίπου ελαιόδενδρα, πέντε ελαιοτριβεία κ.α. (38). Η Μιχρισάχ Βαλιντέ Σουλτάνα αφιέρωσε τα κτήματά της στην Αθήνα ως βακούφια στις δύο ιερές για το Ισλάμ πόλεις, την Μέκκα και την Μεδίνα. Τα κτήματα αυτά, όπως προαναφέρθηκε, τα μίσθωνε ο Ηγούμενος της Μονής Πετράκη Διονύσιος από το 1796 έως και την Επανάσταση του 1821 με τον όρο να αποστέλλει στο πτωχοκομείο της Κωνσταντινουπόλεως μία ποσότητα μελιού (χίλιες οκάδες) και λαδιού (χίλιες οκάδες). Από το προαναφερθέν φιρμάνι του 1796, το οποίο εξεδόθη σε ελληνική μετάφραση από τον Καμπούρογλου, παρατίθεται ένα απόσπασμα με ενδιαφέροντα στοιχεία: « τὰ ἱερά βακούφια τῶν μεγάλων Σουλτάνων ἀνέκαθεν κεχωρισμένα καὶ διακεκριμένα καὶ κατὰ πάντα λόγον ἐλεύθερα διατελοῦντα, καταβάλλοντα δὲ εἰς τὴν διεύθυνσιν τῶν βακουφίων τὰς προσόδους καὶ δασμοὺς αὐτῶν καὶ ἀποτίνοντα εἰς τὸν ἐπὶ τούτῳ ὑπάλληλον τὰς ὡς ἐκ τῶν περιστάσεων τοῦ κράτους ἀπαιτουμένας εἰσφορὰς καὶ τὰς δι' ἱεροῦ μου προστάγματος ἐπιβαλλομένας πολεμικὰς καὶ εἰρηνικὰς βοηθείας καὶ φόρους, δὲν ὑπόκεινται εἰς τὴν ἐπέμβασιν καὶ ἀνάμιξιν των βεζιρῶν, στρατηγῶν, ὑποστρατήγων, ἀξιωματικῶν, τῶν δημοτικῶν ὑπαλλήλων, τῶν τιμαριούχων καὶ κατόχων ζιαμετίων, τῶν δημοσίων εἰσπρακτόρων, τῶν ἐφόρων καὶ ἄλλων ἐξασκούντων ἐξουσίαν τινὰ ἢ ὀργάνων τῆς ἐξουσίας καὶ ἐν γένει παντὸς οἱουδήποτε, οὔτε ἐπιτρέπεται νὰ καταπιέζωνται οἱ ὑπήκοοι (ραγιά) τῶν βακουφίων διὰ τῆς ἀπαιτήσεως παρ' αὐτῶν ἐξόδων καυτανίων, πετάλων καὶ λοιπῶν ἐπαρχιακῶν δαπανῶν, ἀλλ' ἐὰν οἱ ὑπήκοοι ὑποπέσωσιν εἰς βαρύ τι ἔγκλημα, νὰ μὴ ἐξάγωνται τῆς χώρας καὶ μὴ ἀπαιτῆται παρ' αὐτῶν οὔτε ἓν ἄσπρον καὶ ὀβολός εἰς ἀντάλλαγμα θανατικῆς τιμωρίας, ἀλλὰ μετὰ τὴν ἔκδοσιν ἀποφάσεως παρὰ τοῦ ἱεροῦ νόμου ἡ εἰς αὐτοὺς ἐπιβαλλομένη τιμωρία νὰ ἐκτελῆται διὰ τῶν κατὰ τόπους στρατιωτικῶν διευθυντῶν (ζαμπίτ) τῶν βανουφίων » . Όπως προαναφέρθηκε, υπό την τυραννική διοίκηση του Αλή Χασεκή οι Αθηναίοι υπέστησαν εκτός των άλλων εξοντωτική φορολογία και πολλοί αναγκάστηκαν να εκπατριστούν. Εν γένει, όμως, ο θεσμός των βακουφίων ανακούφισε τους Αθηναίους από οικονομικής πλευράς και συνετέλεσε στην ανάπτυξη της τοπικής αυτοδιοικήσεως (39). Όπως προαναφέρθηκε, ο Χασεκής είχε αποσπάσει περίπου το ένα πέμπτο των κτημάτων της Αττικής από τους Αθηναίους, έναντι πινακίου φακής. Ύστερα από την εκτέλεση του Χασεκή, ο Διονύσιος Πετράκης και άλλοι Αθηναίοι προσπάθησαν ανεπιτυχώς να επιστραφούν τα κτήματα αυτά στους προηγούμενους κατόχους τους, οι οποίοι βρίσκονταν σε κατάσταση ένδειας (40).

Η εκπαιδευτική προσφορά της Μονής Πετράκη

Η Φιλόμουσος Εταιρεία, ιδρυθείσα εν Αθήναις (1813) υπό την αγγλική προστασία και εν Βιέννη (1814) από τον Καποδίστρια, αποσκοπούσε στην άνοδο του μορφωτικού επιπέδου των Ελληνόπαιδων και στην καλλιέργεια του ελληνικού πολιτισμού στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και των Βαλκανίων μέσω υποτροφιών, εκδόσεων κλπ. (41). Η Εκκλησία υπήρξε αρωγός αυτών των προσπαθειών και ως προς τη Μονή Πετράκη ο Ηγούμενος Διονύσιος, ομού μετά των Ηγουμένων των Μονών Πεντέλης Νεοφύτου, Καισαριανής Ιωσήφ και Βρανά Γαβριήλ κατέβαλαν τους μισθούς των διδασκάλων στο «Κοινό Σχολείο Αθηνών» που είχε συστήσει η Φιλόμουσος Εταιρεία (42). Η ίδια η «Φιλόμουσος Εταιρεία» ενισχυόταν οικονομικώς από τις Μονές Ασωμάτων-Πετράκη, Βρανά, Καισαριανής και Πεντέλης. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι, εν μέσω της Επανάστασης και ενώ οι Αθηναίοι βρίσκονταν σε επισφαλή θέση, η «Φιλόμουσος Εταιρεία» σε ανακοίνωσή της στις 18 Ιανουαρίου 1826 εκφράζει την ανησυχία της για τα αρχαία μνημεία των Αθηνών και ζητάει την προστασία τους διότι «... εἰσέτι καλλωπίζουν καὶ λαμπρύνουν τὸ Ἑλληνικόν έδαφος». Την ανακοίνωση υπογράφουν οι Έφοροι της Φιλομούσου Εταιρείας με πρώτο υπογράψαντα τον πολλαπλώς ευεργετήσαντα την Εκκλησία και το Έθνος Νεόφυτο Ταλαντίου. Η ανακοίνωση δημοσιεύεται στην «Εφημερίδα των Αθηνών» του Γεωργίου Ψύλλα, ενώ η φιλομάθεια και η ευαισθησία για την προστασία των πολιτιστικών θησαυρών που επέδειξαν οι Αθηναίοι, εκθειάζεται από τον Διονύσιο Σουρμελή (43) και τον Χ. Αγγελομάτη (44).

Ο έμπορος στη Βενετία Ιωάννης Ντέκας (+1671) ίδρυσε τη σχολή στην Αθήνα επί της οδού Μητροπόλεως, μεταξύ των οδών Ευαγγελιστρίας και Αιόλου, αλλά, όταν ο Ναπολέων κατέλαβε την Ιταλία, κατέσχε τα χρήματα του τραπεζικού λογαριασμού του στην Τράπεζα της Βενετίας, από τα οποία συντηρούσε τη σχολή. Αργότερα, μέχρι το 1806, η κοινότητα μισθοδοτούσε τον δάσκαλο, αλλά δεν χορηγούσε υποτροφίες. Τότε ο Ηγούμενος της Μονής Πετράκη Διονύσιος ανέλαβε δαπάναις της Μονής τη μισθοδοσία του δασκάλου και την καταβολή σε δώδεκα μαθητές του κεφαλικού φόρου και έξι κιλά σίτου ετησίως ανά μαθητή, πράγμα που αποτελούσε συνήθη πρακτική την εποχή εκείνη. Η προσφορά αυτή διήρκεσε μέχρι και την Επανάσταση του 1821. Σημειωτέον ότι ο μετέπειτα επιφανής Γεώργιος Ψύλλας ως μαθητής είχε δάσκαλο τον ιεροδιάκονο Δαμασκηνό Πετράκη, ο οποίος διαδέχθηκε τον Βενιζέλο. Ύστερα από τρία χρόνια εκλήθη να διδάξει ο Ιωάννης Παλαμάς επί της σχολαρχίας του οποίου ιδρύθηκε η Φιλόμουσος Εταιρεία Αθηνών (1812-1813) η οποία εν συνεχεία σημείωσε αλματώδη ανάπτυξη στην Ελλάδα και στο εξωτερικό λόγω της δραστηριότητας του Ιωάννη Καποδίστρια.

Η Φιλόμουσος Εταιρεία έστειλε τον καθηγητή Διονύσιο Πύρρο σε σχολή ανωτέρου επιπέδου που συνεστήθη παραλλήλως με τη σχολή Ντέκα. Ο τελευταίος, για τον οποίο θα αναφερθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια, ήταν εξοπλισμένος με ανώτερες γνώσεις και δίδαξε στους μαθητές Ευκλείδειο γεωμετρία, γεωγραφία και βοτανική πέραν του επιπέδου της πρώτης τάξεως του ελληνικού σχολείου (45).

Για την προσφορά της Μονής Πετράκη – η οποία είχε γίνει σταυροπηγιακή το 1777 με πατριαρχικό σιγγίλιο- ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ εξέδωσε σιγγίλιο « κατακυροῦν τὴν μέριμναν τῆς Μονής Πετράκη διὰ τὴν σχολὴν ἑλληνικῶν γραμμάτων ἐν Ἀθήναις », το οποίο έχει ως ακολούθως:

« Ἐπεὶ τοίνυν ἐβεβαιώθημεν συνοδικῶς ἀπὸ ζώσης φωνῆς τοῦ ἱερωτάτου Μητροπολίτου Ἀθηνῶν καὶ Λεβαδείας ὑπερτίμου καὶ ἐξάρχου πάσης Ἑλλάδος, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγαπητοῦ ἡμῶν ἀδελφοῦ καὶ περιποθήτου κυρ- Γρηγορίου καὶ ἀπὸ ἐνυπογράφων γραμμάτων τῶν τιμιωτάτων ἀρχόντων, προκρίτων καὶ προεστώτων αὐτοῦ εὐλογημένων χριστιανῶν, ὅτι ὁ ὁσιώτατος ἡγούμενος τοῦ ἐκεῖ ἐν Ἀθήναις ἱεροῦ καὶ σεβασμίου ἡμετέρου πατριαρχικοῦ καὶ σταυροπηγιακοῦ μοναστηρίου τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Πετράκη ἐπιλεγομένου κυρ- Διονύσιος, ὡς ἀνὴρ φιλόκαλος, φιλόμουσος τε και φιλόπατρις, θείου ζήλου ἐμφορηθείς, ἠβουλήθη ἀνακαινίσασθαι καὶ ἐπισυστῆσαι τὴν πάλαι ἀκμάσασαν κοινὴν τῶν ἑλληνικῶν μαθημάτων σχολὴν τοῦ μακαρίτου Ἰωάννου Ντέκα, ἐπὶ κοινῇ ὠφελείᾳ, προόδῳ τε καὶ ἐπιδόσει τῶν πατριωτῶν αὐτοῦ εὐλογημένων ἀριστιανῶν καὶ τὴν οἰκειοθελῆ αὐτοῦ βούλησιν ανακοινωσαμένην, ὑπέσχετο ἐν ἀνεπιστρόφῳ λογισμῷ διδόναι κατ' ἔτος τῷ ἤδη σχολάρχῃ αυτῆς σοφολογιωτάτῳ διδασκάλῳ Ἰωάννῃ Πενιζέλῳ πεντακόσια γρόσια λόγω μισθοῦ εἰς τρεῖς μοῖρας τοῦ χρόνου, ἐν ἀρχῇ δηλονότι τῆς παραδόσεως καὶ διδασκαλίας αὐτοῦ, καὶ ἐν μέσω τοῦ χρόνου, καὶ περὶ τὸ τέλος αὐτοῦ ὡσαύτως καὶ δεκαπέντε κιλὰ σίτου καὶ ἓν καντάρι τυροῦ καὶ ἓξ ξηστὰ κατὰ τὴν τοπικὴν φωνὴν ελαίου.

Πρὸς δὲ καὶ μαθηταῖς δύο καὶ δέκα πτωχοῖς τε καὶ ἀπόροις πατριώταις, εἰ τύχοιεν, ἑνὶ ἐκάστω ἀνὰ ἓξ κοιλὰ σίτου ἐτησίως καὶ τὸ χαράτζιον αὐτῶν, ἐπὶ τοιούτῳ μέντοι σκοπῷ καὶ προθέσει θεαρέστῳ τῆς αὐτοῦ οσιότητος, εἰ γε οἱ τοιοῦτοι δώδεκα μαθηταὶ ἐπιμελώντας προκόπτοντες καὶ ἐπιδιδόντες τοῖς μαθήμασι, μὴ φαινόμενοι κηφῆνες, ἔχοντες τὴν τοιαύτην ἐτήσιον βοήθειαν μόνον {...} πραγματείαν, οἷς ἡ φροντὶς μετ' ἀκριβοῦς ἐξετάσεως τῆς ἐπιμελείας αὐτῶν {} ἐπίκειται τῷ σχολάρχῃ καὶ διδασκάλῳ» .

Εκτός αυτού η εφημερίδα «Λόγιος Ερμής» γράφει το 1814 για ένα είδος επιστημονικής σχολής που είχε ιδρύσει δύο χρόνια νωρίτερα ο Διονύσιος Πετράκης με τους Ηγουμένους των Μονών Πεντέλης και Καισαριανής « Τὰ ἐν Ἀθήναις Μοναστήρια ἐσύστησαν ἔτι καὶ φιλοσοφικὸν Σχολεῖον, τῶν ὁποίων οἱ ἡγούμενοι καὶ οἱ περὶ αὐτοὺς ἱερομόναχοι, αἰσθανθέντες τὰ ἀπὸ τῆς φιλοσοφίας καλά, οἰκεῖα προαιρέσει, πληρώνουσι τὸν ἐτήσιον μισθὸν τοῦ φιλοσόφου διδασκάλου. Εἴθε νὰ ἐμιμοῦντο τὸ καλὸν τοῦτο παράδειγμα καὶ ὅλοι οἱ ἡμέτεροι ἐκκλησιαστικοί! Καὶ τῇ ἀληθείᾳ τότε εὐδοκιμήσει τὸ Γένος, ὅταν οἱ ἱερεῖς φιλοσοφήσωσιν ἢ οἱ οἰκεῖοι ἱερατεύσωσιν » (46). Στη Σχολή Αθηνών το 1813 ο διδάσκων αρχιμανδρίτης Διονύσιος Πύρρος δημιούργησε βοτανικό κήπο με τριακοσίων ειδών βότανα και μουσείο με τριακοσίων ειδών μέταλλα στην οικία του Δημητρίου Καλλιφρονά. Στη Σχολή των Αθηνών αναφέρεται ήδη από το έτος 1673 ότι οι τριάντα μαθητές διδάσκονταν διά «πρωτοσχόλων» όπως λεγόταν το πρωτοποριακό για την εποχή αλληλοδιδακτικό σύστημα εκπαίδευσης (47).

Η Μονή Πετράκη στην Επανάσταση του 1821

Ορισμένα στοιχεία που παρατίθενται εδώ δίδουν μια ενδεικτική και όχι πλήρη εικόνα για τη συμμετοχή της Μονής Ασωμάτων –Πετράκη στις πολιτικές διεργασίες τόσο κατά την Επανάσταση του 1821 όσο και μετά από αυτήν. Οι κληρικοί εκλέγονταν μαζί με τους λαϊκούς στην τοπική διοίκηση και συνήθως αναλάμβαναν το αξίωμα του εφόρου. Εκτός από πολιτικά καθήκοντα οι έφοροι φρόντιζαν για την ανέγερση εκκλησιών, νοσοκομείων και ορφανοτροφείων, κατέγραφαν τις γεννήσεις, θανάτους και γάμους, φρόντιζαν για την εύρυθμο λειτουργία των εκκλησιών και των μονών κ.α Χαρακτηριστικό είναι το έγγραφο που αποστέλλουν οι έφοροι Σαλώνων προς την «Ὑπερτάτην Σεβαστὴν Βουλὴν» από τις υπογραφές των οποίων συνάγεται ότι δύο εκ των έξι υπογραψάντων ήταν κληρικοί. Το έγγραφο έχει ως εξής : « Εἰς ταύτην τὴν δεινοτάτην περίστασιν εὑρισκόμενοι, εἴμεθα ἐλλειπεῖς καὶ ἀπὸ μπαρουτόβολα, καὶ παρακαλοῦμεν θερμῶς νὰ μᾶς προφθάσετε ἀπὸ αὐτὰ ὅσα περισσότερα δυνηθῆτε μὲ μέσον Δόμπραινας. Μένομεν μὲ ὅλο τὸ σέβας καὶ εὐπείθειαν 1822 Ιουνίου 19. ἐκ Σαλώνων Παπα-Ἰωάννης, Οἰκονόμος, Ἀναγ. Νικολόπουλος, Δημήτριος ἱερεύς, Οἰκονόμος, Ἀναγ. Χριστοφόρου, Βασίλης Χατσάρας, Δημήτριος Σίμου». Ο επίσκοπος της πόλεως λάμβανε μέρος στις συσκέψεις των εφόρων όπως φαίνεται από έγγραφο της 15 Δεκεμβρίου 1821, το οποίο συνυπογράφει ο Ηγούμενος Διονύσιος Πετράκη, και φέρει στο άνω μέρος του την φράση «Ὁ Αθηνῶν Διονύσιος ἐπιβεβαιοῖ» και αφορά στον διορισμό πέντε εφόρων της πόλεως των Αθηνών, οι οποίοι οφείλουν να συμβουλεύονται και τους δώδεκα διορισμένους συμβούλους ώστε να διοικήσουν (οι έφοροι) την Επαρχία Αθηνών (48). Γενικότερα, οι κληρικοί οι οποίοι προέρχονταν από μοναστήρια, κατείχαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι και κάθε μονή εξέλεγε τους αντιπροσώπους της. Οι τελευταίοι, από κοινού με τους αντιπροσώπους των πόλεων και των χωριών εξέλεγαν τους βουλευτές που θα εκπροσωπούσαν την επαρχία τους στη Βουλή (49). Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ο Διονύσιος Πετράκης υπήρξε μέλος της Α΄ Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου (20 Δεκεμβρίου 1821-15 Ιανουαρίου 1822), ενώ ο Δαμασκηνός Πετράκης έλαβε μέρος στη Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους (29 Μαρτίου- 18 Απριλίου 1823) (50). Στη Σαλαμίνα στις 5/17 Ιουλίου 1822 ο Ηγούμενος της Μονής Σωμάτων –Πετράκη Παρθένιος συνυπογράφει την παροχή –κατ' αναλογίαν –οικονομικής βοήθειας στους υπερασπιστές της Ακρόπολης των Αθηνών. Οι Αθηναίοι «...προσφέρουσιν εἰς αὐτοὺς κοινῶς ἀρετῆς δέκα χιλιάδες δένδρα ἐλαιῶν ἐκ τῶν ἐθνικῶν» (51). Το επόμενο έτος ( 18 Μαΐου 1824), ο Ηγούμενος της Μονής Ασωμάτων Πετράκη Διονύσιος συνυπογράφει εκ των πρώτων αναφορά των Αθηναίων προς την «Ὑπερτάτην Διοίκησιν» στην οποία διεκτραγωδείται η κατάσταση στην οποία περιέπεσε η Επαρχία των Αθηνών κατόπιν των όσων προσέφερε στον υπέρ της Ελευθερίας Αγώνα και ζητάει άμεσα μέτρα ανακούφισης των κατοίκων. Μεταξύ άλλων στην αναφορά αναφέρεται ότι «... ἡ Ἐπαρχία αὕτη καθὼς εἶναι εἰς ὅλους γνωστότατον ὑπέπεσεν εἰς βαρύτατα ἔξοδα ἀπαρχῆς τοῦ πολέμου, εἰς δύο μακρυνὰς πολιορκίας, ἕως τὴν παράδοσιν τῆς Ἀκροπόλεως, ὥστε ἔμεινεν εἰς χρέος πεντακοσίων χιλιάδων γροσίων. Εἰς ὅλα αὐτὰ τὰ ἔξοδα, τὰ ὁποῖα ὑποσχόμεθα νὰ παρρησιάσωμεν εἰς τὸ Ἔθνος ἐδοκίμασε καὶ ὅλας τὰς τύχας τοῦ πολέμου, ἐπιδρομὰς ἐχθρῶν, ἐρήμωσιν, ἁρπαγὴν τῶν εὑρεθέντων πραγμάτων καὶ ζώων, φόνον καὶ αἰχμαλωσίαν πολλῶν κατοίκων, φωτιὰν εἰς ὁλόκληρα χωρία, καὶ εἰς τὴν χώραν, καὶ ἐπὶ πάντων τριετῆ ἀφορίαν (ἔλλειψη καρποφορίας) τοῦ ἐλαιῶνος, τὸ μόνον σημαντικὸν εἰσόδημα τῆς Ἀττικῆς. ..». Στην αναφορά γίνεται –μεταξύ άλλων- μνεία της προμήθειας των πολιορκητών της Ακροπόλεως με ζωοτροφές, πολεμοφόδια, τρόφιμα, έργα παροχής ύδατος επί δίμηνο καθώς και δαπανών της εκστρατείας του Ευρίπου. « Τοιαῦτα καὶ τοσαῦτα ἔξοδα καταθλίβουσι τώρα τρεῖς χρόνους μόνην τὴν ἐπαρχίαν τῶν Ἀθηνῶν, τὸ δὲ Ἔθνος μένει ἀδιάφορον. Δι' ὅλα αὐτὰ λοιπόν φωνάζει ἡ Ἐπαρχία αὕτη... ὅτι δὲν ἠμπορεῖ πλέον νὰ ὑποφέρῃ δοσίματα καθημερινὰ καὶ στενοχωρίαν ἀπὸ τὰ ἔξωθεν στρατεύματα, διότι τὰ ἐθνικὰ εἰς ἔλλειψιν εὐφορίας λαδίου μόλις φθάνουσιν εἰς τὰ ἔξοδα τῆς ἀκροπόλεως καὶ ἐπαρχίας. Διὰ τοῦτο ειδοποιεῖ εἰς τὴν Σεβαστὴν Διοίκησιν ἡ ὁποία ὡς κοινὴ Μήτηρ νὰ φροντίσῃ διὰ τὴν ἐλάφρυνσιν τοῦ λαοῦ τῆς Ἐπαρχίας ταύτης » (52) . Στις 25 Μαρτίου 1825 ο Διονύσιος Πετράκης συνυπογράφει την απόφαση τοπικής Συνέλευσης της Αθήνας σύμφωνα με την οποία οι δημογέροντες Ν. Ζαχαρίτζας, Ι.Π. Βλάχος, Σ. Γικάκης και Ι. Πάλλης κακώς κατέχουν τα αξιώματα της δημογεροντίας επί τρία και τέσσερα έτη. Κατόπιν εκλογών η συνέλευση εξέλεξε τους «... πατριώτας κυρίους Συμεὼν ἡγούμενον Σπυριδωνίτην, Στάμον Σεραφείμ, Σπυρίδωνα Πατοῦσαν καὶ Μιχαήλ Βουζίκη» με ετήσια θητεία κατά τον «... παλαιὸν καὶ τοπικὸν νόμον...» (53). Στις 23 Απριλίου 1825, ο Ηγούμενος Διονύσιος Πετράκης συνυπογράφει εκ των πρώτων αίτηση δημογερόντων, εκκλησιαστικών ανδρών και πολλών Αθηναίων προς το Βουλευτικό Σώμα στην οποία επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι στην Επαρχία των Αθηνών «... διὰ τὸ λεπτόγαιον ἐπεκράτησε νὰ μένουν ἀπὸ δεκάτισμα (φόρο τῆς δεκάτης) ἐλεύθερα πληρώνοντες στρεμματιάτικον τὰ διάφορα σπερνόμενα, τὰ βαμπάκια, τὰ ἀμπέλια, τὰ ριζάρια, περιβόλια, γρασίδια καὶ τὰ λοιπά... Αὐτὴ η συνήθια ἐφυλάττετο ἀκριβῶς, ἕως εἰς τὸν ὕστερον χρόνον τῆς τυραννίας, καὶ ἀπὸ τότε ἕως τώρα. Τώρα δὲ οἱ κύριοι ἐνοικιασταί (τῶν Ἐθνικῶν Προσόδων) ἐπειδὴ ζητοῦν νὰ δεκατίσουν ὅλα αὐτά, πρᾶγμα καινοφανήσιμον εἰς τὸν λαόν, γίνεται ἐδῶ μεγάλη σύγχυσις καὶ παράπονα.....Ὅθεν (ἡ Ἐπαρχία τῶν Ἀθηνῶν) παρακαλεῖ θερμῶς τὴν Σεβ. Διοίκησιν ὡς κοινὴ Μήτηρ νὰ ὑπερασπισθῇ αὐτὰ τὰ ἀρχαῖα καὶ παλαιά δίκαια τῶν Ἀθηναίων, μὴ συγχωροῦσα νὰ γένῃ ὁ τέτοιος νεωτερισμός» (54).

Η Μονή Πετράκη ως νοσοκομείο και πυριτιδαποθήκη

Η ιατροφαρμακευτική προσφορά της Μονής Ασωμάτων – Πετράκη δεν περιορίζεται χρονικώς μόνο στην περίοδο της Οθωμανοκρατίας και του Αγώνα της Ανεξαρτησίας αλλά εκτείνεται και στην πρώτη περίοδο του ελεύθερου ελληνικού βασιλείου. Ύστερα από τη μεταφορά της πρωτεύουσας από το Ναύπλιο στην Αθήνα, η κυβέρνηση του Όθωνα αναζητούσε χώρους για να στεγάσει στρατιωτικές εγκαταστάσεις και κτίρια υποδομών για αυτές. Μεταξύ αυτών ανεζητείτο χώρος για την λειτουργία στρατιωτικού νοσοκομείου και πυριτιδαποθήκης. Η Μονή Πετράκη δεν συμπεριλαμβανόταν στις μονές οι οποίες διαλύθηκαν διότι είχαν λιγότερους από έξι μοναχούς και είχε κριθεί διατηρητέα, τούτο όμως δεν εμπόδισε τη χρήση της ως στρατιωτικού νοσοκομείου και πυριτιδαποθήκης. Οι καλόγεροι της μονής διέμεναν στην πόλη είτε σε ιδιωτικές οικίες. Αποθήκευαν την αγροτική παραγωγή που συγκόμιζαν από τα κτήματα της μονή και εν συνεχεία τα πωλούσαν στην αγορά των Αθηνών. Κατ'αυτόν τον τρόπο απέμενε ελάχιστος χώρος για τον εφημέριο της εκκλησίας, τον καλόγερο εκκλησιάρχη και λίγους κολλήγους. Οι μοναχοί βρέθηκαν σε δυσχερή θέση αφενός διότι κυκλοφορούσαν μέσα στην πόλη, πράγμα που ενίοτε προκαλούσε δυσμενή σχόλια εις βάρος τους και αφετέρου ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν υψηλά ποσά για ενοίκια. Επιπλέον, η ύπαρξη της πυριτιδαποθήκης έθετε σε κίνδυνο την ίδια τη ζωή των κατοίκων. Ενδεικτικά, παραθέτουμε απόσπασμα από έγγραφο του Ηγουμένου « ...πρὸς τὴν ἐπὶ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Β. Γραμματείαν» στὸ ὁποῖο γράφεται ὅτι « Πολλάκις ἐλάβομεν τὴν τιμὴν νὰ ἐκθέσωμεν... τὸν κίνδυνον τὸν ὁποῖον διατρέχουσιν ἐν τῇ Μονῇ μας, οἱ ἐν αὐτῇ ἐνοικοῦντες καὶ ὁλόκληρος ἡ πόλις ἕνεκα τῆς ἐν αὐτῇ τῇ Μονῇ ἀκαταλλήλου τοποθετήσεως τῆς πυριτιδαποθήκης καὶ τοῦ ἀπροφυλάκτου αὐτῆς αὐτοχειριάσεως στρατιωτῶν τοῦ ἐκεῖ ἐσταθμεύοντος ἀποσπάσματος τῆς φρουρᾶς. ...» (55). Μάλιστα, στο ως άνω έγγραφο αναφέρεται ότι πέντε στρατιώτες έχασαν ήδη τη ζωή τους. Από το 1842 έως το 1845 οι μοναχοί επιχειρούσαν να βρουν λύση στο ζήτημα αυτό και το 1845 πρότειναν στην κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει ως πυριτιδαποθήκη το μετόχι της Μονής Πετράκη στον Καρέα. Η κυβέρνηση αντέτεινε ότι ο Καρέας βρισκόταν μακριά και αντιπρότεινε τη μετατροπή της Μονής Δαφνίου σε πυριτιδαποθήκη. Εν τέλει ο Ιωάννης Κωλέττης έδωσε άδεια και οι μοναχοί ανήγειραν διώροφη οικία στην Αθήνα για να στεγαστούν, ενώ μετά από δώδεκα χρόνια το 1858 η πυριτιδαποθήκη μεταφέρθηκε σε χώρο στον Λόφο Λαμπράκη, στην περιοχή της λεωφόρου Βουλιαγμένης. Οι μοναχοί δώρησαν την έκταση στο κράτος προκειμένου να κτιστεί πυριτιδαποθήκη και να ανακτήσουν το μοναστήρι τους (56). Η ανάλογη βούληση των μοναχών είχε ήδη εκδηλωθεί από του έτους 1850 τουλάχιστον όπως αποκαλύπτεται σε επιστολή του Ηγουμένου προς το «Επί των Εκκλησιαστικών Υπουργείον» της 20-9-1851 « Πρὸ ἑνὸς καὶ ἐπέκεινα ἤδη ἔτους δι' ἀναφορᾶς μας πρὸς τὴν Αὐτοῦ Μεγαλειότητα τὸν Βασιλέα....ἐξαιτούμεθα τὴν ἀπαλλαγὴν καὶ ἐκκένωσιν τῆς Μονῆς μας ἀπὸ τῆς πυρίτιδος ὑποσχόμενοι συγχρόνως, διὰ νὰ διευκολύνωμεν καὶ ἡμεῖς τὴν Κυβέρνησιν εἰς τὸν καταρτισμὸν ἐθνικοῦ καταστήματος πυριτιδαποθήκης, νὰ παραχωρήσωμεν τὴν ἀναγκαίαν ἔκτασι... ἐὰν τοῦτο ἤθελε ἐγερθεῖ ἐπὶ τῶν πέριξ ἀγρῶν τῆς Μονῆς» (57).

 

Νεότερη κοινωνική προσφορά της Μονής Πετράκη

Την περίοδο 1913- 1916 όχι μόνο τα κελλιά αλλά και ο ίδιος ο Ιερός Ναός- αρχικώς - της Μονής επιτάχθηκαν από τους επιστρατευθέντες «γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ Ἔθνους» όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ιστοσελίδα της Μονής. Για άλλη μια φορά οι μοναχοί απομακρύνθηκαν από το μοναστήρι τους και διέμεναν σε Μετόχια ή σε ενοίκιο στην Αθήνα ενώ, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η Μονή φιλοξένησε οικογένειες προσφύγων κατά το χρονικό διάστημα από το 1922 έως και το 1925. Εξαιτίας των τραγικών συνθηκών της εποχής εκείνης δόθηκαν σε πρόσφυγες τα τρία τέταρτα των κελλιών. Εν συνεχεία οι οικογένειες αυτές εγκαταστάθηκαν σε είκοσι ιδιόκτητα διαμερίσματα στη Νέα Ιωνία τα οποία αγοράστηκαν για λογαριασμό τους δαπάναις της Μονής Ασωμάτων- Πετράκη.

Πέραν αυτών η Μονή Ασωμάτων- Πετράκη ανήγειρε ιδίαις δαπάναις παραπλεύρως Φοιτητική Στέγη στην οποία μετακινήθηκαν και στεγάστηκαν άποροι φοιτητές οι οποίοι διέμεναν προηγουμένως στη Μονή. Οι φοιτητές αυτοί είχαν τοποθετηθεί στη Μονή αμέσως μετά την αποχώρηση των προσφύγων και ελάμβαναν ειδικό βοήθημα από το Μοναστήρι. Το 1944 η Φοιτητική αυτή Λέσχη (Οικοτροφείο) επιτάχθηκε και λειτούργησε ως Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Το 1948 για άλλη μια φορά η Μονή Ασωμάτων – Πετράκη δέχθηκε να παραχωρήσει αριθμό κελλιών υπέρ ευρύτερων σκοπών. Με επιστολή του της 30 ης Ιουνίου 1948 προς τ o ν Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, το Ηγουμενοσυμβούλιο της Μονής δέχεται προθύμως να εγκατασταθεί «... προσωρινῶς Σχολὴ Ἱεροκηρύκων, ἐξομολόγων καὶ κατηχητῶν εἰς τὸν ἰσόγειον χῶρον τοῦ κτιρίου κελλίων μοναχῶν τῆς ἡμετέρας Ἱ. Μονῆς λόγω τοῦ ὅτι τὸ Κεντρικὸν κτίριον τοῦ Θεολογικοῦ Φροντιστηρίου εἶναι ἤδη κατειλημμένον παρὰ τῶν στρατιωτικῶν ἀρχῶν χρησιμοποιούμενον ὡς νοσοκομεῖον.... Ἡ Ἱερὰ Μονὴ σεμνύνεται καὶ καυχᾶται... ἐν προκειμένῳ διότι τῆς δίδεται ἡ εὐκαιρία καὶ ὑπὸ τὰς παρούσας χαλεπὰς δι' αὐτὴν οἰκονομικὰς συνθήκας νὰ φανῇ χρήσιμος εἰς τοὺς ἱεροὺς καὶ θείους σκοποὺς τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας» (58). Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής αδελφός της Μονής Πετράκη ήταν Πρόεδρος της Λαϊκής Επιτροπής Κολωνακίου και χορηγούσε κάθε Κυριακή συσσίτιο για τετρακόσια πενήντα παιδιά. Ταυτόχρονα το Μοναστήρι παρείχε φαρμακευτική περίθαλψη στους απόρους. Επιπροσθέτως η Μονή Ασωμάτων-Πετράκη παραχώρησε και άλλες εκτάσεις για την ανέγερση στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Συγκεκριμένα διατέθηκαν είκοσι στρέμματα στον χώρο που καταλαμβάνεται σήμερα από την Εθνική Πινακοθήκη και το ξενοδοχείο Χίλτον, καθώς και άλλα διακόσια έξι στρέμματα για την εγκατάσταση στρατιωτικών παραπηγμάτων. Πέραν αυτών κατά τα έτη 1842 και 1856 η Μονή διέθεσε εν συνόλω 8.816 τ.μ. για την ίδρυση της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Το έτος 1853 διέθεσε 2.280 τ.μ. υπέρ της ανεγέρσεως Ιερού Ναού στο Κορωπί, δύο στρέμματα για το Κοιμητήριο Κηφισιάς και 1600 τ.μ. για κατασκευή λουτρών στα στρατιωτικά παραπήγματα όπου σήμερα βρίσκεται το Νοσηλευτικό Ίδρυμα Μετοχικού Ταμείου Στρατού (Ν.Ι.Μ.Τ.Σ.) To 1858 διέθεσε δεκαπέντε στρέμματα στον λόφο Αγίας Φωτεινής Ιλισού για τη μεταφορά της πυριτιδαποθήκης για την οποία έγινε λόγος ανωτέρω. Το επόμενο έτος η Μονή Ασωμάτων-Πετράκη διέθεσε 5.871 τ.μ. για την Ακαδημία Αθηνών και το 1860 8.125 τ.μ. υπέρ του Αιγινήτειου Νοσοκομείου. Δύο χρόνια αργότερα η Μονή διέθεσε στο υπουργείο Εσωτερικών μεγάλη έκταση από το Β. Γυμναστήριο μέχρι τη Ριζάρειο προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι Ολυμπιακές Εκθέσεις. Το 1867 διέθεσε 2.850 τ.μ. για την ανέγερση του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, το 1871 41.760 τ.μ. για την Εταιρεία «Σκοποβολή» και την επόμενη διετία 8.640 τ.μ. στην Ελεήμονα Εταιρεία υπέρ της ιδρύσεως Πτωχοκομείου. Το 1875 διέθεσε 667τ.μ. στον Φιλολογικό Σύλλογο Βύρωνος για την ανέγερση Εθνικής Βιβλιοθήκης και το επόμενο έτος δέκα στρέμματα στο Δημόσιο για τη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Από το 1880 έως το 1890 η Μονή Ασωμάτων –Πετράκη πραγματοποίησε πέντε δωρεές συνολικώς 18.345 τ.μ. για την ίδρυση του Θεραπευτηρίου «Ευαγγελισμός». Το 1881 προέβη σε δωρεά οικοπέδου στο Μαρούσι για τη δημιουργία Γυμναστηρίου καθώς και σε δωρεά οικοπέδου στο Μενίδι για την ανέγερση Δημοτικού Σχολείου. Το 1884 η Μονή Ασωμάτων –Πετράκη παραχώρησε 13.635 τ.μ. υπέρ του Αρεταίειου Νοσοκομείου καθώς και 6.145 τ.μ. για την ίδρυση Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Επίσης κατά το ίδιο έτος παραχώρησε εξήντα στρέμματα για τη δημιουργία της Γερμανείου Ιερατικής Σχολής στην περιοχή Γουδή. Τελικώς, όμως, ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για τη Σχολή Χωροφυλακής. Μετά τη λήψη σχετικής αποζημιώσεως το 1936 ανεγέρθηκε το Γερμάνειο Θεολογικό Οικοτροφείο. Η Μονή Ασωμάτων –Πετράκη δώρησε δύο χρόνια αργότερα πενήντα πέντε στρέμματα για το Νοσοκομείο Παίδων και 9.645 τ.μ. για τη διαμόρφωση της Πλατείας Κεφαλαρίου Κηφισιάς. Το 1902 διέθεσε το οικόπεδο και ανέλαβε τη δαπάνη κατασκευής του Δημοτικού Σχολείου Βάρης. Το 1903 παραχώρησε 11. 454 τ.μ. για το Νοσοκομείο Συγγρού και δύο χρόνια αργότερα διέθεσε 25.745 τ.μ. για την ίδρυση του Λαϊκού Νοσοκομείου. Το 1915 η Μονή Ασωμάτων–Πετράκη διέθεσε 215,5 στρέμματα για το θεραπευτήριο «Η Σωτηρία» και το 1917 παραχώρησε στο Δ.Σ. του θεραπευτηρίου «Ευαγγελισμός»2000 στρέμματα στην Πάρνηθα για τη δημιουργία Σανατορίου. Αργότερα ο «Ευαγγελισμός» πώλησε ένα τμήμα της τεράστιας αυτής εκτάσεως για την κατασκευή του ξενοδοχείου «Ξενία». Κατά το ίδιο έτος η Μονή δώρησε οικόπεδο για το Νοσοκομείο «Ασκληπιείο Βούλας». Το 1922 η Μονή διέθεσε 5.625 τ.μ. για την ίδρυση της Γενναδείου Βιβλιοθήκης και το επόμενο έτος παραχώρησε τα δασύλλια Παγκρατίου και Συγγρού στη Φιλοδασική Ένωση. Το 1936 η Μονή προέβη σε δωρεά στη χερσόνησο της Βούλας προκειμένου να ιδρυθεί το Π.Ι.Κ.Π.Α. (59). H Μονή δώρησε επίσης χώρο για τη δημιουργία της πλατείας Αμπελοκήπων, για το Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα, 90 στρέμματα το 1929 για το Ορφανοτροφείο Βουλιαγμένης, 188.760 τ.μ. στο ΠΙΚΠΑ στη χερσόνησο της Βούλας. Διέθεσε εκτός των άλλων έκταση 4.850 τ.μ. της οδού Έβρου, ένα οικόπεδο 1.550 τ.μ. και ένα άλλο 2,500τ.μ. υπέρ του Συνεταιρισμού Δημ. Υπαλλήλων, 48.000 τ.μ. στο Περιστέρι για ανέγερση παραπηγμάτων προσφύγων, έκταση 14, 5 στρεμμάτων στη θέση Άγιος Δημήτριος βορείως της Λεωφόρου Αλεξάνδρας υπέρ οικοδομικού Συνεταιρισμού και ο κατάλογος πόρρω απέχει από το να έχει εξαντληθεί (60). Οι δωρεές της Μονής Ασωμάτων-Πετράκη προς την πόλη των Αθηνών συνετέλεσαν σημαντικά στη διαμόρφωση της σημερινής φυσιογνωμίας της. Η χωροθέτηση των δημόσιων κτιρίων της πρωτεύουσας ήταν δυσχερής στις περιόδους βασιλείας του Όθωνα και του Γεωργίου Α΄. Τούτο διότι το κράτος δεν διέθετε επαρκείς πόρους για να αγοράσει δημόσιες γαίες. Οι Οθωμανοί κάτοικοι των Αθηνών, όταν αποχώρησαν το 1833, πώλησαν τις ιδιοκτησίες τους σε ιδιώτες εξαιτίας της προαναφερθείσας οικονομικής αδυναμίας του ελληνικού κράτους. Συνεπώς, οι δωρεές αποτέλεσαν σημαντικό παράγοντα ως προς την επιλογή των οικοπέδων για την ανέγερση των δημόσιων κτιρίων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ύπαρξη πολλών νοσηλευτικών ιδρυμάτων στη βορειοανατολική περίμετρο της πρωτεύουσας χάρη στις δωρεές της Μονής Ασωμάτων-Πετράκη. Τα κεντρικά οικόπεδα παραχωρήθηκαν δωρεάν από τη Μονή ενώ, όσα οικόπεδα αγοράστηκαν από το κράτος, βρίσκονται εκτός κέντρου λόγω της κατά πολύ χαμηλότερης αγοραστικής τους αξίας (61).

Δωρεές προς την Εκκλησία

Το 1924 η Μονή Ασωμάτων- Πετράκη παραχώρησε 90 στρέμματα για το Ορφανοτροφείο Βουλιαγμένης. Το 1936- όπως προαναφέρθηκε- έδωσε στην Εκκλησία της Ελλάδος 60 στρέμματα για τη δημιουργία της Γερμανείου Ιερατικής Σχολής και έκταση ανατολικά της Μονής για το θεολογικό Οικοτροφείο και το 1948 εγκρίσει του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού παραχωρήθηκε ο ισόγειος χώρος του νέου κτιρίου ανατολικώς στη Μονή και την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος για τη Σχολή Ιεροκηρύκων, Κατηχητών και Εξομολόγων. Στο ίδιο κτίριο στο οποίο προστέθηκαν τέσσερις όροφοι λειτουργεί σήμερα η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος και οι συνιδικές υπηρεσίες. Η Μονή Ασωμάτων- Πετράκη παραχώρησε με συμβολαιογραφικούς τίτλους στην Μητρόπολη Καισαριανής την Μονή αγίου Ιωάννου Καρέα, τη Μονή Τιμίου Προδρόμου Καισαριανής, τη Μονή Ζωοδόχου Πηγής Νέας Ελβετίας Βύρωνος και οικόπεδο για την ανέγερση του ενοριακού Ναού αγίου Γεωργίου Καρέα. Επίσης η Μονή Ασωμάτων – Πετράκη παραχώρησε στη Μητρόπολη Γλυφάδας το Μετόχιο Κοιμήσεως Θεοτόκου Βάρης και οικόπεδο για την ανέγερση του Ναού Φανερωμένης δια της οικονομικής υπηρεσίας της Εκκλησίας (ΕΚΥΟ). Συνέδραμε για την ανέγερση του Ναού Αγίου Κωνσταντίνου Ομκνοίας, αγίου Σώστη (Λεωφ. Συγγρού) και για τη συντήρηση του Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών όπως και της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, της Μονής Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου και της Μονής αγίου Ιωάννου Θεολόγου.

Σύγχρονη προσφορά της Μονής Ασωμάτων – Πετράκη

Στην περίοδο που διανύουμε η Μονή Ασωμάτων – Πετράκη εξακολουθεί την αγωνιστική της πορεία στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην πρωτεύουσα. Το 2002 Ηγούμενος της Μονής ανεδείχθη ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Θαυμακού κ. Ιάκωβος. Ο λειτουργικός βίος της Μονής έφθασε σε υψηλό επίπεδο με τας « καθ' ημέρας Ακολουθίας» στις οποίες ανελλιπώς παρίσταται η λειτουργία της Τραπέζης της Μονής, η κατά μήνα σύναξη των εγκαταβιούντων και η κατ'έτος σύναξη όλης της αδελφότητας η οποία αριθμεί 98 μέλη. Έργο του Ηγουμένου υπήρξε μεταξύ άλλων η αναγέννηση του λειτουργικού βίου της Μονής Ασωμάτων- Πετράκη με την ανάθεση διακονημάτων στη Μονή και τα μετόχια, την εξομολόγηση, τον συντονισμό των δραστηριοτήτων των μοναχών και την σύσφιγξη των σχέσεών τους με το κέντρο. Αξίζει να σημειωθεί ότι την τελευταία δεκαπενταετία έγιναν 35 κουρές μοναχών και υπάρχουν αιτήσεις δοκίμων. Οι Ιερές Αγρυπνίες που τελούνται κάθε μήνα, οι Παρακλήσεις στην Παναγία κάθε Τετάρτη, οι Χαιρετισμοί ντων Αρχαγγέλων κάθε Δευτέρα συγκεντρώνουν πλήθος προσκυνητών που αγαπούν τη Μονή. Μεταξύ άλλων εξεδόθη το Τυπικόν της Μονής στο οποίο καταγράφεται η ζωή της Μονής όπως έχει εμπλουτιστεί κατά τα τελευταία χρόνια με λαμπρές αλλά σεμνές πανηγύρεις κατά την μνήμη αγίων των οποίων ιερά λείψανα φυλάσσονται στο Καθολικό. Η Μονή απέκτησε απότμημα ιερού λειψάνου του αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος από την Ι. Μητρόπολη Βιέννης μέσω του Οικουμενικού Πατριάρχη και εξεδόθη ειδική ακολουθία τη εγκρίσει της Ιεράς Συνόδου.

Ιδιαίτερη φροντίδα επέδειξε η Μονή μέσω του Ηγουμένου της τα τελευταία χρόνια στην ανάδειξη του περιβάλλοντος χώρου και την προστασία των αρχαίων ευρημάτων. Αγιογραφήθηκε η Τράπεζα, ευπρεπίστηκαν τα γραφεία της Μονής, ενώ ο Ηγούμενος της Μονής επιμελήθηκε την ασφάλεια και διαφύλαξη του πολύτιμου αρχειακού υλικού της Μονής το οποίο ψηφιοποιήθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του και τελεί υπό έκδοση. Το αρχειακό υλικό ανέρχεται σε 7146 έγγραφα κατανεμήθηκε σε 27 φακέλλους και αποτελείται από προεπαναστατικά (1646), οθωμανικά και άλλα έγγραφα από το 1830 μέχρι του 1990. Το υλικό αυτό ψηφιοποιήθηκε από το Ιστορικό Αρχείο της Ελλάδος τη ευλογία του Μακαριωτάτου και ακολουθούν οι τόμοι εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων και τα Καθολικά Ταμείου. Πέραν αυτών η Μονή Ασωμάτων - Πετράκη κατέβαλε ιδιαίτερες προσπάθειες στον ιδιοκτησιακό και διοικητικό τομέα. Στο πλαίσιο αυτό κατέστη δυνατή η επαναφορά στην ιδιοκτησιακή και διοικητική αρμοδιότητα της Μονής της ιστορικής Μονής Αστερίου με τον διορισμό του Παν. του Αρχ. του Αλεξίου Γιαννιού με λαμπρά αποτελέσματα και των ιερών μετοχίων αγίων Αναργύρων, αγίου Νικολάου Ρηγίλλης, αγίας Ολγας( ΝΙΜΙΤΣ), Μεταμορφώσεως Σωτήρος στις Αχαρνές. Στο Μετόχιο του αγ. Παντελεήμονος Κοκκιναρά ανυψώθηκε ο Αρχ. π. Ονούγριος Κωστόπουλος σε Μετοχιάρη με λαμπρά επίσης αποτελέσματα ενώ όλα τα Μετόχια και το Κοιμητήριο ευπρεπίστηκαν και εγκαινιάστηκανν τρία παρεκκλήσια.

Στον τομεα της προστασίας και ανάδειξης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ανακαινίστηκε ο βυζαντινός Ναός των Αγίων Πάντων και αποκαλύφθηκαν τάφοι κάτω από το δάπεδο του Ναού που αποτελούν αντικείμενο αρχαιολογικής μελέτης. Σε εξέλιξη βρίσκεται η αποκατάσταση του βυζαντινού ναυδρίου της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος που διαθέτει αγιογραφίες και ανήκει σε σπάνιο αρχιτεκτονικό τύπο. Υπολείπεται η αναστήλωση του μονόκλιτου παλαιού Ναού του Αγίου Νικολάου στη θέση Μετόχι Πάρνηθος και η αποκατάσταση του Μετοχίου αγίου Γεωργίου Κουταλά. Η Μονή υπέβαλε αίτηση στο Κτηματολόγιο για τα παρεκκλήσια αγίου Θωμά στην περιοχή Γουδή, αγίου Νικολάου εντός του φυτωρίου του Δήμου Αθηναιων ( Κατεχάκη). Επιδιώκεται ακόμη να περιέλθει εκ νέου στη δικαιοδοσία της Μονής, ο Ναός του αγίου Ιωάννου Πέλεκα Αμαρουσίου και Αγίου Ιωάννου (Παλαιόγιαννη).

Ο Ηγούμενος της Μονής έδωσε διαλέξεις στην Αίθουσα του Δήμου Αθηναίων όπου και απενεμήθη διάκριση υπό του Δημάρχου, στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός», όπου επίσης απενεμήθη τιμητικό δίπλωμα καθώς και στην εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία και στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών Βούρου- Ευταξία για την ιστορία και το έργο της Μονής.

Επιλογικά

Η πολυσχιδής προσφορά της Μονής Ασωμάτων-Πετράκη καθιστά εμφανή όχι μόνο τη σημαίνουσα θέση της στον εκκλησιαστικό οργανισμό, αλλά και την εν γένει παρουσία της στον ελληνικό δημόσιο χώρο μέχρι σήμερα. O ρολος των μοναχών στις παρούσες κοινωνικές συνθήκες είναι σημαντικός διότι αποβλέπει στην ικανοποιηση βαθύτερων πνευματικών αναγκών πέραν του συμβατικού τρόπου ζωής. Πολλοί άνθρωποι σήμερα μελετούν τον βίο και τις διδαχές των μοναχών και επισκέπτονται μοναστήρια. Η ικανοποίηση ψυχολογικών και βιοποριστικών αναγκών βρίσκεται στο επίκεντρο της δραστηριότητας του τμήματος εκείνου του δυτικού χριστιανισμού που έχει απορρίψει το μοναχικό ιδεώδες. Όμως οι μοναχοί με το παράδειγμά τους βιώνουν την κατάνυξη και το δέος, πνευματικές εμπειρίες που απουσιάζουν στις εκκοσμικευμένες κοινωνίες που εγκλωβίζονται σε ατομοκεντρικές επιδιώξεις.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1) Bλ. Δρίκος Αθ. Οι πωλήσεις των οθωμανικών ιδιοκτησιών της Αττικής (1830-1831), Αθήνα 1994, passim και Κ. Παπαγεωργίου, Χρησικτησία και εκκλησιαστική περιουσία, Αθήνα 2008, 83.

(2) Αρχιμ. Σεβ. Σωμαράκης, Ζητήματα Εκκλησιαστικής Περιουσίας, Αθήνα 2015, 24-25.

(3) Επίσκοπος Χρυσοστομος (Γεράσιμος Σ Ζαφείρης),τ.Μητροπολίτης Περιστερίου, Η εκκλησιαστική περιουσία, η μισθοδοσία του ιερού κλήρου, η εκκλησιαστική εκπαίδευσις και η σημερινή ιεραρχία, Αθήναι 2012, 74-77.

(4) Ανδρ. Φυτράκης, Οι μοναχοί ως κοινωνικοί διδάσκαλοι και εργάται εν τη αρχαία Ανατολική Εκκλησία, Αθήναι 1950, passim.

(5) Γ. Τσούτσος, «Οψεις της παράδοσης», Κιβωτός της Ορθοδοξίας, (1-3-2016), 3.

(6) Ηλ. Οικονόμου, Ο Θεός και το1821, Το θείον εις τον λόγον και την πράξιν των πρωτουργών και του λαού κατά την Εθνεγερσίαν, Αθήνα 2018, 24-25.

(7) Σοφ. Δημητρακόπουλος, Η Ορθόδοξος Αποστολική Εκκλησία των Αθηνών, Αθήνα 2004, 137.

(8) Χρ. Τεάζης, «Η «προτεσταντοποίηση» της κοινωνικής νοοτροπίας σε Ελλάδα και Τουρκία», Πελοποννησιακά Γράμματα, 2,( 2017), 704-5.

(9) Δημ. Καμπούρογλου , Ιστορία των Αθηναίων, Τουρκοκρατία, Περίοδος πρώτη 1456- 1687 Β΄, Αθήνα 1995, 138, 140, 144-145.

(10) Β. Μέξης, «Αρχοντες και δημογέροντες των Αθηνών επί Τουρκοκρατίας», εις Ομιλίες 1994- 1995, Μουσείο Βούρου- Ευταξία της Πόλεως των Αθηνών, Αθήναι 1996, 83-85.

(11) Ν. Τόμπρος, Ο Μοναχισμός στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος (1833-1862), Τόμ. Α΄ Αθήνα 2019, 82-83.

(12) Θαυμακού Ιάκωβος, «Τοις εντευξομένοις» εις Τυπικόν της Ιεράς και Σεβασμίας Μονής Ασωμάτων – Πετράκη, Εν Αθήναις, 2019, 9.

(13) «Πετράκης», Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν «Ηλίου», Τόμ. ΙΕ΄, χ.χ. 822.

(14) Τόμπρος, όπ.π., 84.

(15) Ιωάν. Μοσχονάς, Η νοσηλευτική περίθαλψη στην Αθήνα κατά την περίοδο 1800- 1850, Διδ. Διατριβή, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, Αθήνα 1996, 97.

(16) Αρχείο Μονής Πετράκη, ελληνικά προεπαναστατικά χειρόγραφα, έγγραφο 2, 1 η Απριλίου 1646.

(17) Αρχείο Μονής Πετράκη, ελληνικά προεπαναστατικά χειρόγραφα, έγγραφο 38, 26 Απριλίου 1796.

(18) Αρχείο Μονής Πετράκη, ελληνικά προεπαναστατικά χειρόγραφα, έγγραφο 26.

(19) Αρχείο Μονής Πετράκη, ελληνικά προεπαναστατικά χειρόγραφα, έγγραφο 34, αντίγραφο του 1881 δωρεάς που έγινε στην Αθήνα στις 10 Αυγούστου 1790.

(20) Αρχείο Μονής Πετράκη, ελληνικά προεπαναστατικά έγγραφα , έγγραφο 6.

(21) Αρχείο Μονής Πετράκη, ελληνικά προεπαναστατικά έγγραφα, έγγραφο 4.

(22) Αρχείο Μονής Πετράκη, ελληνικά προεπαναστατικά χειρόγραφα, έγγραφο 9.

(23) Κων. Παπαγεωργίου, Χρησικτησία και εκκλησιαστική ακίνητη περιουσία θεωρία-νομολογία, Δεύτερη έκδοση, Τρίκαλα –Αθήνα 2008, 52-53.

(24) Ιερά Μονή Πετράκη, 1673- 2003 , 330 χρόνια πρωτοπορίας σε κοινωνική και εθνική προσφορά (ενημερωτικό φυλλάδιο).

(25) «Πετράκης Ανάργυρος», εις Δ. Κούκουνας, Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια του Νεώτερου Ελληνισμού 1830- 2016 Αρχεία Ελληνικής Βιογραφίας, Τόμ. Γ΄, Αθήνα 2016, 571.

(26) Γ. Σαρηγιάννης, Πόλη και ύπαιθρος στην Αττική, Αρχαιότητα, Βυζάντιο, Οθωμανική περίοδος, Εισήγηση στο 10 ο Συμπόσιο Ιστορίας-Λαογραφίας Αττικής, Αχαρναί Οκτ. 2011, 287.

(27) Π. Αργυρόπουλος, «Μονή Πετράκη », Νέοι Δρόμοι, 3-3- 1938 , 27 και 5- 5- 1938, 25.

(28) Π. Αργυρόπουλος, «Μονή Πετράκη », Νέοι Δρόμοι, 3-3- 1938 , 27 και 5- 5- 1938, 25.

(29) Δημ. Καμπούρογλου, Ιστορία των Αθηνών, Τουρκοκρατία, περίοδος πρώτη 1458- 1687, Τόμ. Πρώτος, Αθήναι 1959, 390- 393.

(30) Αρχιμ. Ιεζ. Βελανιδιώτης, «Η Ιερά μονή των Ασωμάτων Πετράκη», Εκκλ. Φάρος,, Τόμος Δεύτερος, Εν Αλεξανδρεία 1908, 568-569.

(31) «Πετράκης », Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν «Ηλίου», Τόμ. ΙΕ΄, χ.χ.823.

(32) Καμπούρογλου, Ιστορία, όπ.π., 260.

(33) Ν. Σαρρής, Οσμανική Πραγματικότητα, Τόμ. ΙΙ, Η Δοσιματική Διοίκηση, Αθήνα χ.χ., 72.

(34) Αρχείο Μονής Πετράκη, επίσημα οθωμανικά έγγραφα, έγγραφο 59.

(35) Αρχείο Μονής Πετράκη, επίσημα οθωμανικά έγγραφα, έγγραφο 60.

(36) Αρχείο Μονής Πετράκη, έγγραφα 1851-1860, χειρόγραφο 524.

(37) Ι. Μπενιζέλος, Ιστορία των Αθηνών, προλεγόμενα Ιωάν, Γενναδίου, Επιστημ. Εποπτεία και παρουσίαση Μ. Μανουσακα, Αθήνα, 1986, 1795 και άρθρο Σοφ. Δημητρακόπουλου στον ίδιο τόμο.

(38) «Αθήναι» , Πάπυρος – Λαρούς, Τόμ. Πρώτος, Αθήναι 1963

(39) Ι. Γιαννόπουλος, Η διοικητική οργάνωσις της Στερεάς Ελλάδος κατά την Τουρκοκρατίαν ( 1393- 1821). Συμβολή εις την μελέτην της Επαρχιακής Διοικήσεως του κυριάρχου Οθωμανικού Κράτους, Διδ. Διατριβή, Εν Αθήναις 1971,122- 123-124.

(40) Αναστασία Μπαμίχα, Δημόσια και ιδιωτική γη στην Αττική την πρώτη δεκαετία μετά την Ανεξαρτησία: Η περίπτωση του George Finlay: Φιλοσοφική Σχολή ΑΠΘ, Πρωτεύουσα Μεταπτυχιακή Εργασία, Θεσσαλονίκη 2008, 23.

(41) Με τη Μονή Πετράκη εν γένει και την οικογένεια Πετράκη ιδιαιτέρως συνδέεται ένας λίαν μορφωμένος άνθρωπος της εποχής του, ο Γεώργιος Ψύλλας (Αθήνα, 1794-1878). Μέσω αυτού διαφαίνεται η ευρύτερη προσφορά και δράση της Μονής στο εθνικό και εκπαιδευτικό πεδίο. Ο Ψύλλας ευτύχησε να λάβει υποτροφία από τους εφόρους της « Φιλομούσου Εταιρείας» λόγω της καλής του επιδοσεως στα μαθήματα. Κατόπιν σπούδασε τα πανεπιστήμια της Πίζης, Γοτίγγης κ.α. Γ. Τσούτσος, «Ο Ταλαντίου Νεόφυτος ως αρθρογράφος στην Εφημερίδα των Αθηνών», ανάτυπο από Πρακτικά Ημερίδος Εις τιμήν και μνήμην του από Ταλαντίου Μητροπολίτου Αθηνών Νεοφύτου Μεταξά, Αθήνα, 2012, 60.

(42) Ι. Μοσχονάς, όπ.π., 96.

(43) Τσούτσος, όπ. π., 60, 76.

(44) Ο Χρήστος Αγγελομάτης γράφει για τον Ψύλλα ως εκδότη της « Εφημερίδος των Αθηνών» (Αύγουστος 1824- Απρίλιος 1826) ότι ήταν «...προσωπικότητα σπάνιου θάρρους και ευτολμίας, μέχρι σημείου που να εκπλήσσεται κανείς πώς την ανώμαλη εκείνη περίοδο τολμούσε να διατυπώνει γνώμες και αντιλήψεις ικανές να του προκαλέσουν πολλά προβλήματα». Χρ. Αγγελομάτης, Η Απελευθέρωση των Αθηνών, ο Μεντρεσές και οι αναμνήσεις του, Εισαγωγή- Επιμέλεια Ελευθέριος Σκιαδάς,Αθήνα 2007, 74.

(45) Η επαφή του Ψύλλα με τη Μονή Ασωμάτων – Πετράκη υπήρξε καθοριστική για τη μετέπειτα ζωή του, διότι εκεί όχι μόνον έμαθε τα πρώτα γράμματα, αλλά έλαβε πνευματική διαπαιδαγώγηση, ανέπτυξε κριτικό πνεύμα, αίσθηση καθήκοντος προς το κοινωνικό σύνολο και σεβασμό στους θεσμούς. Εισήχθη στο σχολείο του Ι. Βενιζέλου ( Μπενιζέλου, συγγραφέως της ιστορίας των Αθηνών) που είχε κτισθεί το 1750 λαμβάνοντας υποτροφία από τον τότε Ηγούμενο της Μονής Πετράκη Διονύσιο. Το σχολείο λεγόταν Ντέκα διότι προηγουμένως στηριζόταν σε υποτροφίες του ομώνυμου κτήτορα Από το εξωτερικό όπου μετέβη για σπουδές, ο Ψύλλας γράφει στον Διονύσιο Πετράκη με τον οποίο βρισκόταν σε συνεννόηση τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι εκπατρισθεντες με σκοπό την επιστροφή τους στην Αθήνα όπου υπήρχε ακόμη οθωμανική παρουσία. Πρόκειται για την περίοδο ολίγον προ της αποχωρήσεως του Ομέρ Βρυώνη από την Αθήνα. Τότε, όπως γράφει ο Ψύλλας, η οικογένεια Πετράκη εξακολούθησε να τον συνδράμει οικονομικώς αφού ο Διονύσιος Πετράκης, « συνάδελφός μου εν τη πρώτη εν Επιδαύρω Εθνική Συνελεύσει» του είχε δώσει εκατό γρόσια τα οποία ,μαζί με όσα είχε ήδη εξασφαλίσει του χρησίμευσαν στο ταξίδι του στην Πελοπόννησο όπου έλεβε μέρος στην Β΄Εθνοσυνέλευση. Ο Ψύλλας συμμετείχε στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου κατόπιν προσκλήσεως του Διονυσίου Πετράκη και του Σπυρίδωνος Πατούσα. Και οι τρεις συμπεριλήφθηκαν μεταξύ των εκπροσώπων της Αττικής.. Γ. Ψύλλας, Απομνημονεύματα του βίου μου εις Ακαδημία Αθηνών, Μνημεία της Ελληνικής Ιστορίας 8, Εισαγωγή Ν. Λούρου, Αθήναι 1974, 3, 5, 51, 91

(46) Θαυμακού Ιάκωβος, Ομιλία εκφωνηθείσα την Πέμπτη 26 – 1- 2012

(47) Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, « Η Εκκλησία και η Ελληνική Παιδεία κατά τους μετά την Αλωσιν χρόνους» εις Το Εικοσιένα Πανηγυρικοί Λόγοι ακαδημαϊκών, Επιμ. Πέτρου Χάρη, Ακαδημία Αθηνών, Ιδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 4, Αθήναι, 1977, 126-1217.

(48) Πρωτ. Νικ. Παπαδόπουλος, Εκκλησιαστικαί σελίδες εκ της Ελληνικής Επαναστάσεως, Α, Εν Αθήναις 1929, 18-19. ,

(49) Πρωτ. Νικ. Παπαδόπουλος, Εκκλησιαστικαί σελίδες εκ της Ελληνικής Επαναστάσεως, Β΄ Εν Αθήναις 1930, 13.

(50) Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα- Πηγαι της Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως, Τόμ.Πρώτος, Αθήναι 1966, 191, 194.

(51) Ιω. Βλαχογιάννης, Αρχεία της Νεωτέρας Ελληνικής Ιστορίας, Α' Αθηναϊκόν Αρχείον, Τόμος πρώτος, Αθήναι 1901, 548-549.

(52) Κων. Διαμάντης, ΑθηναΪκόν Αρχείον, Τόμος τιμητικός επί τη 150ετηριδι της Επαναστασεως του 1821, Δήμος Αθηναίων, Αθήναι 1971, 72-73.

(53) Βλαχογιάννης, όπ.π, 536-537.

(54) Κων. Διαμάντης, Αθηναϊκόν Αρχείον, Τομος τιμητικός επί τη 150ετηρίδι της Επαναστάσεως του 1821, Δήμος Αθηναίων, Αθήναι 1971, 299-301.

(55) Αρχείο Μονής Πετράκη, Εγγραφα 1830-1850, χειρόγραφο 314.

(56) Ελ. Σκιαδάς, «Τότε που η Μονή Πετράκη έγινε νοσοκομείο και πυριτιδαποθήκη», Δημοκρατία, τ. 1331, 23-6-2015.

(57) Αρχείο Μονής Πετράκη, Έγγραφα 1851-1860, χειρόγραφο 368.

(58) Αρχείο Μονής Πετράκη, Δωρεαί –Φιλανθρωπίαι 14.

(59) http://www.monipetraki.gr/ drastiriotites2.html, Ημερομηνία ανάκτησης 17/7/2018

(60) Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος Β΄, Η απάντηση της Εκκλησίας στα μυθεύματα του αντικληρικαλιστικού λαϊκισμού, Αθήνα 2016, 83- 86, στο οποίο απαντά μεταξύ άλλων και σε βιβλίο του καθηγητή Νίκου Αλιβιζάτου που δεν προβαίνει σε καμία αναφορά ως προς την προσφορά εκκλησιαστικής περιουσίας προ του 1945.

(61) Διον. Ρουμπιέν, «Οι δημόσιες γαίες ως παράγοντας χωροθέτησης στην Αθήνα του Γεωργίου Α΄», Αρχαιολογία, & Τέχνες, 114, 92-94.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.