ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

πίσω


Λόγος Πρώτος

Λόγος Δεύτερος

Λόγος Τρίτος

Λόγος Τέταρτος

Λόγος Πέμπτος

Λόγος Έκτος

ΛΟΓΟΣ ΤΡΙΤΟΣ

α. Τη δική τους υπόληψη έβλαψαν όσοι υπαινίχθηκαν ότι παραιτήθηκα από υπερηφάνεια.

Όσον αφορά λοιπόν στην κατηγορία περί της ύβρεως προς εκείνους οι οποίοι με τίμησαν με την ψήφο τους και για την απάντησή μου σε αυτή, ότι απέφυγα δηλαδή να δεχθώ την τιμή που μου έκαναν οι εκλέκτορες για τον λόγο ότι δεν ήθελα να τους ντροπιάσω, όσα ανέφερα προηγουμένως είναι όσα ήθελα να πω σχετικά. Ότι δε στην πράξη μου αυτή δεν οδηγήθηκα από υπερηφάνεια θα προσπαθήσω να σου το αποδείξω, όσο μου είναι δυνατό. Αν η εκλογή μου επρόκειτο να με φέρη στο αξίωμα του στρατηγού ή στον βασιλικό θρόνο και είχα την ίδια άποψη, να απαρνηθώ δηλαδή την εκλογή, τότε εύλογα θα μπορούσε κάποιος να το υποθέση, μάλλον δε τότε κανείς δεν θα με κατέκρινε για έπαρση, αλλά για παραλογισμό. Στην περίπτωση όμως που πρόκειται για την ιερωσύνη, η οποία είναι τόσο ανώτερη της βασιλείας, όσο το πνεύμα της σάρκας, ποιος θα τολμήση να με εγκαλέση ως υπερόπτη; Δεν είναι άτοπο εκείνοι οι οποίοι περιφρονούν τα μικρά αξιώματα να κατηγορούνται ως παράλογοι, εκείνοι δε οι οποίοι κάνουν το ίδιο με τα πολύ υψηλότερα να εξαιρούνται της κατηγορίας της παραφροσύνης και να καταγγέλλονται ως υπερόπτες; Σαν να επρόκειτο δηλαδή εκείνος ο οποίος καταφρονεί την αγέλη των βοδιών επειδή δεν θέλει να είναι βοσκός, να κατηγορηθή όχι για υπερηφάνεια αλλά για διαταραχή των φρενών, ενώ ο μη δεχόμενος τον θρόνο της οικουμενικής βασιλείας και την αρχηγία όλων των στρατευμάτων να μη θεωρείται μανιακός αλλά τυφλωμένος από αλαζονεία. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα σε καμμία περίπτωση, οι λέγοντες δε αυτά μάλλον τους εαυτούς τους διαβάλλουν παρά εμένα. Διότι και μόνο να σκεφθή κάποιος ότι είναι δυνατό στην ανθρώπινη φύση να καταφρονήση την ιερατική αξία, αποτελεί απόδειξη περί των αντιλήψεων που έχουν για την ιερωσύνη εκείνοι οι οποίοι εκφέρουν παρόμοιες απόψεις. Πράγματι, αν δεν θεωρούσαν την ιερωσύνη τυχαίο και ανάξιο λόγου πράγμα τότε δεν θα σκέπτονταν έτσι, δεδομένου ότι κανείς δεν τόλμησε ποτέ να σκεφθή έτσι περί της αγγελικής πολιτείας και να ισχυρισθή ότι υπάρχει ανθρώπινη ψυχή, η οποία από υπερηφάνεια αρνήθηκε να δεχθή το αγγελικό αξίωμα. Επειδή δηλαδή έχουμε κάποιες υψηλές ιδέες για τις ουράνιες δυνάμεις, το γεγονός αυτό δεν μου επιτρέπει να πιστεύσω ότι μπορεί άνθρωπος να θεωρήση κάτι μεγαλύτερο από την τιμή να ανέλθη στο ιερατικό αξίωμα. Συνεπώς, θα έπρεπε μάλλον οι κατήγοροί μου να επιτιμηθούν για αλαζονεία, αφού αυτοί δεν θα σχημάτιζαν την αντίληψη ότι κάποιος θεωρεί την ιερωσύνη ταπεινό πράγμα αν προηγουμένως δεν το πίστευαν οι ίδιοι. Αν δε λέγουν ότι αρνήθηκα την εκλογή μου από φιλοδοξία θα ελεγχθούν, διότι αντιφάσκουν φανερά προς τα λεγόμενά τους. Πράγματι, δεν γνωρίζω ποια άλλη κατηγορία θα μπορούσαν να μου προσάψουν αν με απαλλάξουν από εκείνη της κενοδοξίας.

β. Δεν έφυγα από κενοδοξία.

Αν όντως με είχε κυριεύσει ο έρωτας της φιλοδοξίας θα έπρεπε μάλλον να δεχθώ το ιερατικό αξίωμα παρά να το αποφύγω. Γιατί; Διότι θα μου έφερνε πολλή δόξα. Το γεγονός ότι είμαι σε τόσο νεαρή ηλικία και μόλις πριν από λίγο εγκατέλειψα τις βιοτικές φροντίδες, ξαφνικά να φαίνομαι τόσο θαυμαστός σε όλους, ώστε να προτιμηθώ από εκείνους οι οποίοι ανάλωσαν όλη τους τη ζωή στην εκκλησιαστική διακονία και να λάβω περισσότερους ψήφους από όλους αυτούς, θα έπειθε τους πάντες να με θεωρούν θαυμαστό και μεγάλο και θα με καθιστούσε σεμνό και περίβλεπτο. Αντίθετα, τώρα, το μεγαλύτερο μέρος του εκκλησιαστικού σώματος ούτε κατ᾿ όνομα δεν με γνωρίζουν, μάλιστα δε ούτε το γεγονός ότι παραιτήθηκα δεν είναι γνωστό σε όλους, εκτός από λίγους, οι οποίοι αμφιβάλλω αν γνωρίζουν με ακρίβεια τα γεγονότα. Θεωρώ δε εύλογο και από τους τελευταίους πολλοί ή να νομίζουν ότι δεν εξελέγην τελείως, ή ότι παραγκωνίσθηκα μετά την εκλογή λόγω ανικανότητας, αγνοώντες έτσι ότι παραιτήθηκα εκούσια.

γ. Αν επιθυμούσα τη δόξα μάλλον θα αποδεχόμουν την εκλογή.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ. Και όμως οι γνωρίζοντες την αλήθεια θα απορήσουν.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εντούτοις, αυτοί είπες ότι με κατηγορούν ως κενόδοξο και υπερήφανο. Από που λοιπόν θα πρέπει να ελπίζω ότι θα λάβω τον έπαινο; Από τους πολλούς; Αυτοί δεν γνωρίζουν την αλήθεια. Από τους λίγους; Μα και αυτοί έχουν στραφή εναντίον μου. Εσύ εξ άλλου ήλθες εδώ όχι για άλλο λόγο, αλλά για να μάθης τι θα πρέπει να απολογηθής προς αυτούς τους τελευταίους. Γιατί όμως αναλύω διεξοδικά τα σχετικά προς αυτούς τώρα; Περίμενε λίγο και θα πεισθής ότι ακόμη και αν όλοι γνώριζαν την αλήθεια και πάλι δεν θα έπρεπε να με κατηγορήσουν ως υπερόπτη και φιλόδοξο, επί πλέον δε θα συμφωνήσης μαζί μου ότι ο κίνδυνος είναι μεγάλος όχι μόνο για τους τολμώντες να περιφρονήσουν την ιερατική αξία, αν είναι δυνατό βέβαια να υπάρξη τέτοιος άνθρωπος, κάτι που εγώ φυσικά δεν το πιστεύω, αλλά και για εκείνους οι οποίοι υποπτεύονται άλλους ανθρώπους ως περιφρονητές.

δ. Η ιερωσύνη είναι φρικτό μυστήριο, η καινοδιαθηκική δε φρικοδέστερη της παλαιοδιαθηκικής.

Η ιερωσύνη ασκείται μεν επί της γης, αλλά ανήκει στην τάξη των επουρανίων ταγμάτων. Τούτο δε είναι εύλογο, διότι την ιερωσύνη δεν την καθίδρυσε ούτε άνθρωπος, ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος, ούτε κάποια άλλη κτιστή δύναμη, αλλά ο ίδιος ο Παράκλητος, ο οποίος, αν και η ιερατική διακονία ασκείται από σαρκικά όντα, την καθιστά τέτοια ώστε να φαίνεται ότι ασκείται από αγγέλους. Γι᾿ αυτό πρέπει ο ιερωμένος να είναι καθαρός, σαν να ευρίσκεται μεταξύ των ουρανίων δυνάμεων. Φοβερά και φρικωδέστατα ήσαν και τα σημεία της ιερωσύνης προ της ενσαρκώσεως του Χριστού, όπως οι κώδωνες, οι ροΐσκοι, οι λίθοι του στήθους και της επωμίδας, η μίτρα, η κίδαρις, ο ποδήρης χιτώνας, το χρυσό πέταλο, τα άγια των αγίων, η πολλή ηρεμία στο εσωτερικό του ναού. Αλλά όταν κάποιος εξετάση τα σχετικά προς την καινοδιαθηκική ιερωσύνη θα διαπιστώση ότι τα φοβερά και φρικωδέστατα εκείνα ήσαν μικρά και ότι το λεχθέν περί του νόμου αληθεύει και στην περίπτωση αυτή, ότι δηλαδή δεν αποτελεί δόξα η δόξα του παλαιού νόμου συγκρινόμενη προς την υπερβάλλουσα δόξα της Καινής Διαθήκης. Όταν για παράδειγμα ιδής τον Κύριο να έχει θυσιασθή και να κείται επί της αγίας τραπέζης, τον δε ιερέα να στέκεται πάνω από το θύμα και να επεύχεται και όλους τους πιστούς να ερυθριάζουν από το τίμιο αίμα, τότε νομίζεις ότι ευρίσκεσαι ακόμη μεταξύ ανθρώπων και στέκεσαι πάνω στη γη, ή, αντίθετα, μεθίστασαι αμέσως στον ουρανό και αφού αποβάλεις κάθε σαρκική διάνοια από την ψυχή, τότε με γυμνή πλέον ψυχή και καθαρό νου βλέπεις όλο το ουράνιο βασίλειο; Τι θαύμα! Πόσο υπέροχη είναι η θεία φιλανθρωπία! Ο καθήμενος με τον Πατέρα στον ουρανό, την ώρα εκείνη είναι κτήμα στα χέρια όλων των πιστών και γίνεται ο ίδιος προσφορά σ᾿ εκείνους οι οποίοι θέλουν να τον εναγκαλισθούν και να τον λάβουν. Αυτό δε μπορούν να το πραγματοποιήσουν όλοι, με τους οφθαλμούς της πίστεως. Σου φαίνονται λοιπόν αυτά άξια να καταφρονηθούν ή είναι τέτοια, ώστε να μπορεί κάποιος να επαρθή με αφορμή αυτά; Θέλεις να ιδής την υπεροχή της αγιαστικής δυνάμεως της ιερωσύνης αυτής και από άλλο θαύμα; Φέρε μπροστά σου τον Ηλία και τον παρόντα άπειρο όχλο, καθώς και την κείμενη πάνω στους λίθους θυσία. Όλοι σιωπούν και επικρατεί πολλή σιγή, ενώ μόνο ο προφήτης εύχεται· ξαφνικά, η φλόγα από τον ουρανό πέφτει στον ιερό τόπο. Όλα αυτά είναι θαυμαστά και γέμουν από εκπληκτικά συμβάντα. Τώρα μεταφέρσου στα τελούμενα εδώ και δεν θα ιδής μόνο θαυμαστά, αλλά και πράγματα που υπερβαίνουν κάθε έκπληξη. Πράγματι, ο ιερέας στέκεται στο θυσιαστήριο και κατεβάζει στη γη όχι φωτιά, αλλά το Άγιο Πνεύμα, προσεύχεται για αρκετό χρόνο όχι για να ριχθή από ψηλά κάποια φωτιά, η οποία θα κάψη τα προκείμενα θύματα, αλλά για να επέλθη η θεία χάρη στην επιτελούμενη θυσία, ώστε να ανάψη με αυτή τις ψυχές όλων και να τις καταστήση λαμπρότερες και από πυρωμένο άργυρο. Αυτή λοιπόν τη φρικοδέστατη τελετή ποιος θα μπορούσε να την περιφρονήση, εκτός από κάποιον μανιακό ή παράφρονα; Ή αγνοείς ότι σε καμμία περίπτωση ανθρώπινη ψυχή δεν θα μπορούσε να αντέξη τη φωτιά της θυσίας και όλοι θα αφανίζονταν αν δεν παρείχε μεγάλη βοήθεια η θεία χάρη.

ε. Μεγάλη η εξουσία και η τιμή των ιερέων.

Διότι αν κάποιος καταλάβαινε το γεγονός ότι ενώ είναι άνθρωπος, αποτελούμενος ακόμη από σάρκα και αίμα, εντούτοις όμως μπορεί να προσεγγίση τη μακάρια και ακήρατη θεία φύση, τότε θα διαπίστωνε πόση τιμή επεφύλαξε στους ιερείς η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Εξ άλλου δια μέσου εκείνων τελούνται όλα όσα ανέφερα, επί πλέον δε και άλλα όχι λιγότερο σπουδαία, προς χάριν της σωτηρίας μας. Οι ιερείς, μολονότι κατοικούν στη γη και ασχολούνται και με τις επίγειες υποθέσεις, έλαβαν την εξουσία να ασκούνται με ουράνιες υποθέσεις, κάτι που δεν παραχωρήθηκε από τον Θεό ούτε στους αγγέλους ούτε στους αρχαγγέλους. Πράγματι, δεν λέχθηκε προς τους τελευταίους· όσα αμαρτήματα δέσετε στη γη θα είναι δεμένα και στον ουρανό, όσα δε συγχωρήσετε στη γη θα αφεθούν και στον ουρανό; Έχουν βέβαια και οι κυρίαρχοι της γης την εξουσία του δεσμείν, αλλά μόνο επί των σωμάτων, σε αντίθεση με την εξουσία των ιερέων, η οποία άπτεται της ψυχής των ανθρώπων και διαβαίνει στον ουρανό, όπου ο Θεός επικυρώνει τις πράξεις τους, όπως ο δεσπότης εγκρίνει τις ενέργειες των δούλων του. Τι άλλο τους έδωσε, παρά ολόκληρη την ουράνια εξουσία; Όποιων, λέγει, συγχωρήσετε τις αμαρτίες θα είναι συγχωρημένες και όποιους δεν απαλλάσσετε θα είναι δεσμευμένοι. Ποια εξουσία θα μπορούσε να θεωρηθή μεγαλύτερη; Ό λη την εξουσία της κρίσεως των αμαρτιών την έδωσε ο Πατήρ στον Υιό, ο οποίος βλέπω να την παραχώρησε στους ιερείς, οι οποίοι εγκαθιδρύθηκαν σ᾿ αυτό το αξίωμα και μοιάζουν σαν να έχουν ήδη μετατεθή στους ουρανούς και να έχουν υπερβή την ανθρώπινη φύση, απαλλαγέντες από τα δικά μας πάθη. Από την άλλη πλευρά, ενώ όταν ο βασιλιάς αναθέτει σε κάποιον από τους υπηκόους του την εξουσία να φυλακίζη όποιους θέλει και να τους ελευθερώνη, αποκτά περίβλεπτη και ζηλευτή θέση στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, εν τούτοις, υπάρχουν μερικοί, οι οποίοι θεωρούν τη μέγιστη αυτή εξουσία που λαμβάνουν οι ιερείς από τον Θεό, η οποία είναι τόσο τιμιότερη από την προηγούμενη, όσο ο ουρανός από τη γη και η ψυχή από το σώμα, αλλοίμονο, τη θεωρούν τόσο μικρή και ασήμαντη, ώστε να μπορεί να περιφρονηθή η δωρεά αυτή από κάποιον που είχε την τιμή να αξιωθή αυτής. Πρόκειται φυσικά για προφανή παραφροσύνη, να περιφρονή δηλαδή κάποιος τόσο μεγάλη εξουσία, χωρίς την οποία ούτε τη σωτηρία, ούτε τα επηγγελμένα αγαθά μπορούμε να επιτύχουμε. Διότι, αφού δεν μπορεί κάποιος να εισέλθη στη βασιλεία των ουρανών αν δεν αναγεννηθή με το ύδωρ και το Πνεύμα, αν δεν βαπτισθή δηλαδή, επί πλέον αφού εκείνος ο οποίος δεν τρώγει τη σάρκα και δεν πίνει το αίμα του Κυρίου εκβάλλεται από την αιώνια ζωή, αφού δε όλα αυτά δεν επιτελούνται παρά μόνο με τα χέρια του ιερέα, τότε πως θα μπορέση κάποιος να ξεφύγη από το πυρ της γέεννας ή να λάβη τους στεφάνους της μακαρίας ουράνιας δόξας αν από παραφροσύνη παραθεωρή το μέγεθος της ιερωσύνης;

στ. Οι ιερείς είναι διάκονοι των μεγαλύτερων δωρεών του Θεού.

Οι ιερείς είναι εκείνοι, στους οποίους ενεπιστεύθη η πνευματική μας αναγέννηση κατά τον τοκετό του βαπτίσματος. Δια των ιερέων ενδυόμαστε τον Χριστό, συνθαπτόμαστε με τον Υιό του Θεού και γινόμαστε μέλη του μακαρίου σώματός του, της Εκκλησίας. Έτσι, οι ιερείς δικαίως θα έπρεπε να θεωρούνται από εμάς όχι μόνο σημαντικότεροι και φοβερότεροι στην εξουσία από τους άρχοντες και τους βασιλείς, αλλά και τιμιότεροι από τους γονείς μας. Διότι οι τελευταίοι μας γέννησαν σαρκικά, ενώ οι ιερείς καθίστανται αίτιοι της αναγεννήσεώς μας στη θεία βασιλεία, στην οποία εισερχόμαστε με αληθινή ελευθερία και γινόμαστε κατά χάριν υιοί Θεού. Το ιουδαϊκό ιερατείο είχε την εξουσία να απαλλάττει το σώμα από τη λέπρα, μάλλον δε μόνο να βεβαιώνη την ίαση των ασθενών· γνωρίζω ότι το αξίωμα των ιερέων ήταν περίβλεπτο τότε. Οι ιερείς της Καινής Διαθήκης από την άλλη πλευρά έλαβαν την εξουσία όχι τη λέπρα του σώματος, αλλά την ακαθαρσία της ψυχής να εκβάλλουν, όχι να επιβεβαιώνουν τον καθαρισμό της, αλλά να την απαλλάττουν πλήρως από τον μολυσμό της. Συνεπώς, εκείνοι οι οποίοι τους περιφρονούν είναι περισσότερο μιαροί και από τον κύκλο του Δαθάν και άξιοι μεγαλύτερης τιμωρίας, διότι αυτοί αν και αντεποιούντο την ιερατική εξουσία, όμως την είχαν σε μεγάλη υπόληψη και τούτο το έδειξαν με τον ζήλο τους προς τα καθήκοντα του ιερατείου. Οι σημερινοί καταφρονητές του ιερατείου, τώρα που αυτό έλαβε τέτοια τιμή και υπόληψη, τολμούν από την αντίθετη προς εκείνους αφετηρία να κάνουν πολύ χειρότερα πράγματα. Διότι άλλο είναι η επιβουλή ενός αξιώματος και άλλο η περιφρόνησή του, διαφέρουν δε τόσο μεταξύ τους, όσο ο θαυμασμός από την παντελή καταφρόνηση. Ποια λοιπόν ψυχή θα μπορούσε να περιφρονήση τέτοια αγαθά; Δεν γνωρίζω βέβαια καμμία, εκτός και αν κάποια διαπνεόταν από δαιμονική επιρροή. Αλλά θα επιστρέψω και πάλι στο ίδιο σημείο, απ᾿ όπου ξέφυγα. Ο Θεός δεν έδωσε μεγαλύτερη δύναμη στους ιερείς από τους φυσικούς γονείς για να τιμωρούν μόνο, αλλά και να ευεργετούν, τόση δε είναι η διαφορά μεταξύ αυτών, των γονέων δηλαδή και των ιερέων, όση μεταξύ της νυν και της μέλλουσας ζωής, διότι οι μεν γεννούν τέκνα στην παρούσα ζωή, οι δε γεννούν τους ανθρώπους στην αιώνια βασιλεία του Θεού. Οι γονείς εξ άλλου, δεν μπορούν ούτε από το σωματικό τους θάνατο να αμυνθούν, ούτε να αποκρούσουν κάποια νόσο η οποία τους προσέλαβε, οι ιερείς όμως πολλές φορές έσωσαν την κουρασμένη και οδηγούμενη στη απώλεια ψυχή, είτε με την ελάφρυνση της τιμωρίας, είτε με την πρόληψη της αμαρτίας, όχι μόνο με τη διδασκαλία και τη νουθεσία, αλλά και με τη βοήθεια των προσευχών. Και τούτο, διότι οι ιερείς έχουν την εξουσία να μας απαλλάσσουν όχι μόνο από την προπτωτική αμαρτία μας κατά τη στιγμή του βαπτίσματός μας στο λουτρό της παλιγγενεσίας, αλλά και από τις αμαρτίες που διαπράττουμε στη συνέχεια. Λέγει ο απόστολος, Ασθενεῖ κάποιος συνάνθρωπός σας; Ας προσκαλέση τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας, οι οποίοι ας προσευχηθούν και ας τον αλείψουν με έλαιο στο όνομα του Κυρίου. Η ευχή της πίστεως θα σώση τον ασθενούντα και ο Κύριος θα τον θεραπεύση. Και αν έχη διαπράξει κάποια αμαρτήματα θα του αφεθούν. Έπειτα, οι φυσικοί γονείς, εάν τα παιδιά τους έλθουν σε αντιδικία προς κάποιους από τους άρχοντες και τους ισχυρούς της γης, δεν μπορούν να τους προσφέρουν καμμία βοήθεια, οι ιερείς όμως όχι τους άρχοντες ή τους βασιλείς, αλλά πολύ περισσότερο αυτόν τον ίδιο τον Θεόν οργισθέντα τον εξευμένισαν πολλές φορές. Μπορεί λοιπόν κάποιος μετά τα ανωτέρω να με κατηγορήση για περιφρόνηση της ιερωσύνης; Αντίθετα, πιστεύω, ότι μετά τα όσα είπα ευλάβεια θα καταλάβη τις ψυχές του ακροατηρίου, το οποίο θα κατακρίνη ως υπερηφάνους και θρασείς όχι εκείνους που αποφεύγουν την ιερωσύνη, αλλά εκείνους, οι οποίοι από μόνοι τους προσέρχονται σ᾿ αυτήν και δίδουν όλες τους τις δυνάμεις για να αποκτήσουν το ιερατικό αξίωμα. Αν λοιπόν εκείνοι, οι οποίοι ανέλαβαν την ευθύνη να εξουσιάζουν τα διάφορα κράτη, όταν τυγχάνει να μην είναι συνετοί και οξυδερκείς και τα κράτη τους καταστρέφουν και τους εαυτούς τους, τότε εκείνος ο οποίος ορίσθηκε να κοσμήση τη νύμφη του Χριστού, την Εκκλησία, πόση δύναμη, τόσο δική του όσο και από τον ουρανό, νομίζεις ότι χρειάζεται για να μη σφάλλη;

ζ. Και ο Παύλος γέμιζε από φόβο, αναλογιζόμενος το μέγεθος της εξουσίας.

Κανένας δεν αγάπησε τον Χριστό περισσότερο από τον Παύλο, κανένας δεν επέδειξε τέτοια προθυμία και εργατικότητα, κανένας δεν αξιώθηκε περισσότερης χάριτος. Παρά τα πλεονεκτήματα που απέκτησε, όμως, ακόμη συνεχίζει να φοβάται και να τρέμη για την εξουσία που είχε και για την τύχη των αρχομένων από αυτόν. Φοβούμαι, λέγει, μήπως όπως ο όφις εξαπάτησε με την πανουργία του την Εύα, έτσι φθαρή και η απλότητα της πίστεώς σας στον Χριστό. Σε άλλο δε σημείο έλεγε· με φόβο και τρόμο πολύ ήλθα κοντά σας. Και όλα αυτά, από άνθρωπο, ο οποίος ηρπάγη στον τρίτο ουρανό και κοινώνησε των μυστηρίων της θείας βασιλείας, υπέμεινε δε τόσες φορές την πορεία προς τον βέβαιο θάνατο, όσες ημέρες έζησε μετά τη μεταστροφή του στην πίστη του Χριστού· από άνθρωπο, ο οποίος δεν θέλησε να χρησιμοποιήση την εξουσία που του δόθηκε από τον Χριστό για να μη σκανδαλισθή κάποιος από τους πιστούς. Εάν λοιπόν ο Παύλος, ο οποίος στην καθημερινή του ζωή ήταν τόσο πιστός στην τήρηση των θείων εντολών, τις οποίες τηρούσε καθ᾿ υπερβολήν, αγωνιζόταν δε όχι για το δικό του συμφέρον, αλλά για την προκοπή των πνευματικών του τέκνων, διακατεχόταν πάντοτε από τέτοιο φόβο αναφορικά προς τις ευθύνες που προέκυπταν από το αποστολικό του αξίωμα, τι θα πάθουμε εμείς, οι οποίοι συνήθως επιδιώκουμε την ικανοποίηση των προσωπικών μας συμφερόντων, τις δε εντολές του Χριστού όχι μόνο δεν τις τηρούμε όπως ο Παύλος, υπερβάλλοντες τις υποχρεώσεις μας, αλλά αντίθετα τις παραβαίνουμε τις περισσότερες φορές; Ποιος ασθενεί, λέγει, και δεν συμπάσχω μαζί του; ποιος σκανδαλίζεται και δεν φλέγομαι από ανησυχία; Τέτοιος πρέπει να είναι ο ιερέας, μάλλον δε όχι μόνο τέτοιος, διότι λίγα είναι τα όσα είπα και μηδαμινά προς όσα έχω να αναφέρω. Ποια είναι αυτά; Θα ευχόμουν, λέγει, να αναθεματισθώ από τον Χριστό, προκειμένου να ωφελήσω τους κατά σάρκα αδελφούς μου, τους Ιουδαίους. Αν κάποιος μπορεί να εκστομίση τέτοια λόγια, αν κάποιος έχη την ψυχική δύναμη να εκφράση αυτή την ευχή, τότε δίκαια θα μπορούσε να κατηγορηθή αν απέφευγε την τιμή του ιερατικού αξιώματος. Όταν όμως κάποιος απέχη από την αρετή αυτή, όπως εγώ, τότε δικαίως θα προκαλούσε το μίσος όχι αν απέφευγε την ιερωσύνη, αλλά αν δεχόταν την εκλογή του στο αξίωμα αυτό. Διότι ούτε και στην περίπτωση που επρόκειτο για εκλογή σε κάποιο στρατιωτικό αξίωμα και οι εκλέκτορες καλούσαν κάποιον χαλκουργό ή υποδηματοποιό ή κάποιον παρόμοιο τεχνίτη και του ανέθεταν την ηγεσία του στρατού, θα επαινούσα τον δυστυχή εκείνο άνθρωπο αν δεν απέφευγε το αξίωμα αυτό και δεν έκανε τα πάντα, ώστε να μην εκθέση τον εαυτό του σε βέβαιο κίνδυνο. Εάν μεν επρόκειτο απλώς να ονομασθή κάποιος ποιμένας και αρκούσε να μεταχειρισθή την εξουσία του όπως ήθελε, χωρίς να υφίσταται κανένας κίνδυνος, θα μπορούσε να με εγκαλέση για κενοδοξία, όποιος ήθελε. Αν όμως ο αποδεχόμενος τη φροντίδα του λογικού ποιμνίου πρέπει να έχη πολλή σύνεση, ακόμη δε περισσότερο από αυτή πρέπει να λαμβάνη τη χάρη του Θεού και να διαθέτη ορθότητα στη συμπεριφορά, καθαρότητα βίου, καθώς και αρετή περισσότερη απ᾿ ό,τι πρέπει στους ανθρώπους, τότε μη μου αποστερήσης τη συγγνώμη, επειδή δεν θέλω να χαθώ μάταια και αναίτια. Έτσι, αν κάποιος με οδηγούσε σε μεταγωγικό πλοίο, με πολλούς κωπηλάτες και γεμάτο με πολύτιμο φορτίο, με τοποθετούσε δε στο πηδάλιο και με διέταζε να διασχίσω το Αιγαίο ή το Τυρρηνικό πέλαγος, θα έτρεχα μακρυά με το πρώτο άκουσμα των λόγων, και αν κάποιος με ρωτούσε, γιατί; Για να μη βυθίσω το πλοίο, θα έλεγα. Έπειτα, στην περίπτωση αυτή, στην οποία η ζημία είναι χρηματική και ο κίνδυνος φθάνει μέχρι τον σωματικό θάνατο, κανείς δεν θα με κατηγορήση που είμαι επιφυλακτικός. Πώς είναι λοιπόν δυνατό να οργίζεσθε εναντίον μου και να με μισείτε, αφού στην περίπτωσή μας οι ναυαγοί δεν πρόκειται να καταποντισθούν στο πέλαγος αυτό, αλλά στην άβυσσο του αιωνίου πυρός, ο δε θάνατος που θα υποστούν δεν είναι αυτός που διαιρεί την ψυχή από το σώμα, αλλά αυτός που ενδέχεται να καταδικάση και τα δύο στην αιώνια κόλαση;

η. Ο ιερέας πολλές φορές πέφτει στην αμαρτία, όταν έλθη στον κόσμο και δεν είναι γενναίος.

Μη, σας ικευτεύω. Γνωρίζω την ψυχή μου πόσο ασθενής και μικρή είναι· γνωρίζω το μέγεθος της ιερατικής διακονίας και τη μεγάλη δυσκολία που ενέχει η άσκηση αυτού του λειτουργήματος. Περισσότερα πνευματικά κύματα ταράσσουν την ψυχή του ιερωμένου απ᾿ ό,τι ταράσσουν τη θάλασσα οι τρικυμίες.

θ. Καταλαμβάνεται από κενοδοξία και από σχετικά με αυτή δεινά.

Και πρώτος από όλους τους κινδύνους προβάλλει ο σκόπελος της κενοδοξίας, ο οποίος είναι φοβερότερος και από τις Σειρήνες της μυθολογίας. Από το νησί αυτών πολλοί κατάφεραν να διαπλεύσουν και να διαφύγουν σώοι, εγώ όμως θεωρώ τον σκόπελο της κενοδοξίας τόσο φοβερό, ώστε ακόμη και τώρα που κανένας λόγος δεν με ωθεί προς το καταστροφικό αυτό βάραθρο αισθάνομαι ότι δεν είμαι απολύτως απηλλαγμένος από το κακό αυτό. Πόσο μάλλον αν μου ανέθετε κάποιος την πνευματική επιστασία των πιστών· θα ήταν σαν να μου έδενε πίσω τα χέρια και να με παρέδιδε στα θηρία που κατοικούν στον σκόπελο της κενοδοξίας, για να με κατασπαράσσουν καθημερινά. Και ποια είναι αυτά τα θηρία; Ο θυμός, η αθυμία, ο φθόνος, η έριδα, οι διαβολές, οι κατηγορίες, το ψεύδος, η υποκρισία, οι επιβουλές, η οργή κατά των αθώων, ευχαρίστηση για τις ασχημοσύνες των λειτουργών, λύπη για την ευημερία τους, επιζήτηση επαίνων, πόθος για τη δόξα (αυτό μάλιστα είναι το καταστρεπτικότερο για την ανθρώπινη ψυχή), διδασκαλίες σχετικές με τη σωματική απόλαυση, δουλικές κολακείες, ασελγείς ερωτικές πράξεις, καταφρόνηση των πτωχών, εξυπηρέτηση των πλουσίων, αλόγιστες και επιβλαβείς τιμές, χάρες που αποβαίνουν επικίνδυνες τόσο για τους παρέχοντες, όσο και για τους δεχομένους αυτές, δουλοπρεπής φόβος, αναίρεση της ειλικρίνειας, επίδειξη ψευδούς και υποκριτικής ταπεινοφροσύνης, απουσία κριτικής, η οποία ασκείται υπέρμετρα μεν στους ταπεινούς, απουσιάζει δε παντελώς ενώπιον των εχόντων την εξουσία. Όλα λοιπόν αυτά τα θηρία και πολλά περισσότερα ακόμη τρέφει ο σκόπελος της κενοδοξίας, μάλιστα δε όσοι αιχμαλωτισθούν από αυτά σε μεγάλο βαθμό κάνουν τόσα πολλά για να κολακεύσουν και να ευαρεστήσουν τις γυναίκες, τα οποία καλό είναι να μη αναφέρω. Ενώ δηλαδή ο θείος νόμος απέκλεισε τις γυναίκες από την ιερωσύνη, αυτές προσπαθούν να τον παραβούν, επειδή δε από μόνες τους δεν μπορούν να επιτύχουν κάτι θετικό, πραγματοποιούν όλα τα σχέδιά τους δια μέσου άλλων. Μάλιστα, έχουν περιβληθή με τόση δύναμη, ώστε να είναι σε θέση να εγκρίνουν όποιους ιερείς εκείνες θέλουν, όποιους δε αποδοκιμάζουν να μπορούν να τους εκβάλλουν από το λειτούργημά τους. Έτσι, έρχονται τα πάνω κάτω και επιβεβαιώνεται η παροιμία που θέλει τους αρχομένους να κυβερνούν τους άρχοντες. Και αν μεν οι αρχόμενοι ήσαν άνδρες, καλώς, όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για γυναίκες, στις οποίες δεν επιτρέπεται ούτε να διδάσκουν. Τι λέγω να διδάσκουν; Ούτε καν να μιλούν στην Εκκλησία δεν επέτρεψε σ᾿ αυτές ο απόστολος Παύλος. Αντίθετα προς αυτά, εγώ άκουσα κάποιον να λέγη ότι τόση παρρησία δόθηκε σ᾿ αυτές, ώστε να είναι σε θέση και να επιτιμούν ακόμη τους προεστώτες της Εκκλησίας και να τους ονειδίζουν με πικρότερα λόγια απ᾿ ό,τι οι κύριοι τους δούλους τους.

ι. Δεν είναι η ιερωσύνη αιτία αυτών των δεινών, αλλά η δική μας ραθυμία.

Και ας μη νομίση κάποιος ότι όλους τους κληρικούς τους υποβάλλω στις ανωτέρω κατηγορίες, διότι υπάρχουν πολλοί οι οποίοι ξέφυγαν από τα δίχτυα αυτά και είναι μάλιστα περισσότεροι από τους παγιδευθέντες. Βέβαια, εγώ δεν φθάνω σε σημείο παραφροσύνης, ώστε να θεωρήσω υπεύθυνη την ιερωσύνη για όλα αυτά τα κακά! Δεν ευθύνεται ο σίδηρος για τους φόνους, ούτε το κρασί για τη μέθη, ούτε η δύναμη για την υβριστική συμπεριφορά. Για τα προαναφερθέντα δεινά ευθύνονται εκείνοι οι οποίοι δεν χρησιμοποιούν ορθά τις χορηγούμενες από τον Θεό δωρεές· αυτούς θεωρούν υπαίτιους και τιμωρούν οι νουνεχείς. Έτσι και η ιερωσύνη δικαίως θα μας εγκαλέση, όταν δεν τη μεταχειριζόμεθα ορθά. Πράγματι, δεν είναι η ιερωσύνη υπαίτια για τα ανωτέρω κακά, αλλά εμείς, οι οποίοι, όσον βέβαια αφορά σ᾿ εμάς, τη μολύναμε με τόσες αναισχυντίες, βάζοντας στις τάξεις του κλήρου τυχαίους ανθρώπους. Οι τελευταίοι, μη γνωρίζοντες καλά ούτε και τον δικό τους ψυχικό κόσμο και αφού συνειδητοποιήσουν καλά το ύψος της ιερατικής αποστολής, εν τούτοις δέχονται πρόθυμα το παραχωρούμενο αξίωμα, όταν όμως έρχεται η στιγμή να ασκήσουν τα καθήκοντά τους σκοτίζονται από την απειρία τους και επιφέρουν μύρια κακά στο εμπιστευμένο σ᾿ αυτούς ποίμνιο. Αυτό θα συνέβαινε παρ᾿ ολίγο και σε μένα αν δεν με είχε απομακρύνει γρήγορα ο Θεός από τους κινδύνους αυτούς, φειδόμενος και την Εκκλησία του και την ψυχή μου. Πες μου, από που νομίζεις ότι προέρχονται όλες αυτές οι ταραχές στην Εκκλησία; Νομίζω, από ένα και μόνο λόγο, από το γεγονός δηλαδή ότι οι επιλογές και εκλογές των προεστώτων γίνονται τυχαία. Η κεφαλή θα πρέπει να είναι ισχυρή, ώστε τους εκπεμπόμενους από το υπόλοιπο σώμα πονηρούς ατμούς να τους διοική ορθά και να μπορεί να τους επαναφέρη στην τάξη. Όταν η κεφαλή συμβή να είναι από μόνη της ασθενής και δεν μπορεί να αποκρούση τις νοσογόνες προσβολές, τότε και αυτή καθίσταται ασθενής πιο πολύ μάλιστα απ᾿ ό,τι το υπόλοιπο σώμα και τελικά χάνεται μαζί με αυτή και αυτό. Για να μη γίνη λοιπόν και τώρα το ίδιο, ο Θεός με διατήρησε στη θέση στην οποία ευρισκόμουν και πριν. Αληθινά σου λέγω Βασίλειε, πολλά ακόμη προσόντα επί πλέον όσων ανέφερα πρέπει να έχη ο ιερωμένος, τα οποία εγώ δεν συγκεντρώνω. Και πάνω από όλα εκείνο, να διατηρή δηλαδή με κάθε τρόπο την ψυχή του καθαρή από την επιθυμία να αναλάβη το αξίωμα αυτό. Διότι, αν αποβλέπη με πάθος στην κατάληψη του επισκοπικού αξιώματος, σε περίπτωση που το καταλάβη, τότε η φλόγα του ανάβει περισσότερο και κυριεύεται ολοκληρωτικά από το πάθος του να εξασφαλίση τη θέση του· τότε στην προσπάθειά του αυτή υπομένει μύρια δεινά αν χρειασθή να κολακεύση, να αποδεχθή ανάξιες συμπεριφορές και να φερθή με δουλοπρέπεια, να ξοδεύση πολλά χρήματα. Είναι γνωστό ότι κάποιοι, προκειμένου να διατηρήσουν το αξίωμά τους μέχρι και φόνους έκαναν και πόλεις ολόκληρες αναστάτωσαν, το παραλείπω όμως αυτό μήπως σε κάποιους φανώ ότι αναφέρω ανακρίβειες. Θα έπρεπε λοιπόν νομίζω, τόση ευλάβεια να τηρούμε έναντι του ιερατικού λειτουργήματος, καθώς επίσης και να αποφεύγουμε το βάρος του μεγάλου αυτού αξιώματος, ώστε και όταν κάποιος αναδειχθή στο υψηλό αυτό λειτούργημα, αν συνέβαινε ποτέ να διαπράξη κάποιο αμάρτημα άξιο καθαιρέσεως, να προλαμβάνη την κρίση των άλλων και να παραιτείται από μόνος του. Έτσι, θα ήταν βέβαιος ότι θα τύγχανε επί πλέον και του θείου ελέους. Αντίθετα, η διατήρηση κάποιου αναξίου στο ιερατικό αξίωμα τον αποστερεί από κάθε συγγνώμη και μάλλον προκαλεί την οργή του Θεού, διότι προσθέτει με τη συμπεριφορά του αυτή και δεύτερο, χειρότερο του πρώτου, πλημμέλημα.

ια. Η επιθυμία της φιλαρχίας πρέπει να εκβάλλεται από την ψυχή του ιερέα.

Κανείς όμως δεν πρόκειται να ανεχθή τέτοια συμπεριφορά. Είναι λοιπόν φοβερό το να επιδιώκη κάποιος με τόση εμμονή το επισκοπικό αξίωμα. Όλα δε αυτά δεν με φέρουν σε αντίθεση με τον απόστολο Παύλο, αντίθετα μάλιστα συνάδουν προς τα λόγια του. Τι λέγει εκείνος; Εάν κάποιος φιλοδοξή να αναλάβη τα ηνία κάποιας επισκοπής, τότε επιθυμεί κάτι αξιόλογο. Εγώ από τη μεριά μου είπα ότι είναι φοβερό πράγμα η επιθυμία του αξιώματος και της εξουσίας, όχι του λειτουργήματος. Αυτόν δε τον πόθο πρέπει κανείς με πολύ επιμονή να εξωθή από την ψυχή του και να μην επιτρέψη την κατάληψή της από αυτόν, ώστε να είναι σε θέση να ενεργή πάντοτε με ελευθερία. Πράγματι, ο μη επιθυμών να αναδειχθή στο εν λόγω αξίωμα ούτε την καθαίρεση από αυτό φοβάται, μη φοβούμενος δε θα μπορούσε να πράττη τα πάντα με την προσήκουσα στους χριστιανούς ελευθερία, ενώ εκείνοι οι οποίοι φοβούνται και τρέμουν την έξωσή τους από το αξίωμά τους αναγκάζονται να φερθούν με δουλοπρέπεια και να υπομείνουν πολλά κακά, ωθούνται δε πολλές φορές στην εναντίωσή τους προς τους ανθρώπους και τον Θεό. Δεν πρέπει λοιπόν η ψυχή να γέμη από τέτοιες επιθυμίες και φόβους, αλλά, όπως βλέπουμε τους γενναίους στρατιώτες στους πολέμους να μάχονται με προθυμία και να πέφτουν στο πεδίο της μάχης με ανδρεία, έτσι και εκείνοι οι οποίοι ανεβαίνουν στο επισκοπικό αξίωμα θα πρέπει και να ιερατεύουν και να αποχωρούν από αυτό με τον τρόπο που ταιριάζει σε άνδρες χριστιανούς, οι οποίοι γνωρίζουν ότι η καθαίρεση αυτή δεν επιφυλάσσει μικρότερο στέφανο από τη διατήρηση στην εξουσία. Όντως, όταν κάποιος καθαιρεθή από το αξίωμά του για να μην αναγκασθή να διαπράξη ή να υπομείνη κάτι ανάξιο της τιμής της ιερωσύνης, τότε και την τιμωρία εκείνων οι οποίοι αδίκως τον καθήρεσαν επιβαρύνει και τον δικό του μισθό αυξάνει. Μακάριοι είσθε, λέγει, όταν σας ονειδίσουν και σας διώξουν και πουν εναντίον σας κάθε κακό λόγο ψευδόμενοι, εξ αιτίας του ονόματός μου. Τότε να χαίρεσθε και να αγάλλεσθε, διότι είναι μεγάλος ο μισθός που θα λάβετε στη βασιλεία των ουρανών. Και όλα αυτά ισχύουν όταν κάποιος απομακρύνεται του αξιώματός του από τους συναδέλφους του ή από φθόνο, ή για να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα κάποιων άλλων, ή από απέχθεια, ή από κάποιο μη ορθό λόγο. Όταν όμως συμβαίνει να υφίσταται κάποιος διώξεις από τους αντιπάλους του δεν νομίζω ότι είναι δυνατό με λόγια να περιγραφή το κέρδος που συσσωρεύουν σ᾿ αυτόν με την πονηρία τους οι διώκτες του. Πρέπει λοιπόν να ερευνάται με ενδελέχεια και ακρίβεια η ψυχή, μήπως υπάρχει κρυμμένος κάποιος σπινθήρας της επιθυμίας εκείνης. Διότι και σ᾿ αυτούς ακόμη οι οποίοι από την αρχή είναι απαλλαγμένοι από το πάθος αυτό είναι θεμιτό να προσπαθούν να διαφύγουν από αυτό, όταν ανέλθουν στο επισκοπικό αξίωμα. Όταν μάλιστα κάποιος ο οποίος πριν ακόμη τιμηθή με το επισκοπικό αξίωμα κατέχεται από το φοβερό και αμείλικτο αυτό θηρίο, δεν μπορεί να λεχθή με λόγια σε ποια περιπέτεια ρίχνει τον εαυτό του μετά τη χειροτονία του. Εγώ δε (και μη νομίζεις ότι ψεύδομαι έναντί σου στην προσπάθειά μου να φανώ μετριοπαθής) κατέχομαι σε μεγάλο βαθμό από το πάθος της εξουσίας, το οποίο, μαζί με τα άλλα ελλαττώματά μου με φόβησε αρκετά και με έτρεψε στη φυγή από τη θέση για την οποία με εξέλεξαν. Όπως δηλαδή οι αγαπώντες τις σωματικές ηδονές για όσο βρίσκονται κοντά στους ερωμένους αισθάνονται αφόρητη την επιθυμία να ικανοποιήσουν το πάθος τους, ενώ όταν απομακρύνονται από τα πρόσωπα που ποθούν διώχνουν από μέσα τους και την ερωτική μανία, έτσι και εκείνοι οι οποίοι φιλοδοξούν να καταλάβουν την επισκοπική εξουσία, όταν βρίσκονται κοντά στην πραγματοποίηση του στόχου τους το πάθος γίνεται αφόρητο, ενώ όταν κατανοήσουν ότι είναι μάταιο να αναμένουν οποιοδήποτε αξίωμα, τότε μαζί με την προσδοκία τους σβήνει και η επιθυμία τους.

ιβ. Ο ιερέας πρέπει να έχη ψυχή καλά αρμοσμένη και πολύ δυνατή.

Αυτή λοιπόν είναι μία όχι αξιοκαταφρόνητη πρόφαση. Αν και από μόνη της θα ήταν ικανή να με αποκλείση από το επισκοπικό αξίωμα, θα προσθέσω και άλλη, όχι ήσσονος σημασίας από αυτήν. Ποια είναι δε αυτή; Ο επίσκοπος πρέπει να είναι νηφάλιος και διορατικός και να διαθέτη πολλούς οφθαλμούς, διότι πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή πολλών. Το γεγονός όμως ότι εγώ είμαι νωθρός και αμελής, οι δυνάμεις μου δε μόλις που επαρκούν για τη δική μου σωτηρία, και συ ο ίδιος θα το ομολογούσες, εσύ ο οποίος περισσότερο από όλους προσπαθούσες λόγω της φιλίας μας να αποκρύπτης τα αρνητικά σημεία του εαυτού μου. Μη μου αναφέρης εδώ τη νηστεία, ούτε την αγρυπνία, ούτε τον ύπνο κατά γης, ούτε τη λοιπή σωματική σκληραγωγία, διότι γνωρίζεις πόσο απέχω από το να είμαι σε θέση να ανταποκριθώ στο βάρος των ασκήσεων αυτών. Αλλά και αν ακόμη κατόρθωνα να ανταποκριθώ απόλυτα στις απαιτήσεις της ασκήσεως και πάλι η νωθρότητά μου θα με καθιστούσε ελλιπή και ανώφελο για τη διακονία της ιερωσύνης. Όντως, η άσκηση αυτή θα μπορούσε να ωφελήση πολύ μόνο κάποιον άνθρωπο, ο οποίος είναι κλεισμένος σε ένα μικρό κελλί και μεριμνούσε μόνο για τις προσωπικές του υποθέσεις. Όμως, όταν πρόκειται για τόσο μεγάλο πλήθος και κάθε μέλος του ποιμνίου έχει ανάγκη από ιδιαίτερη φροντίδα, τότε η άσκηση αυτή πόσο θα μπορούσε να συμβάλη, αν ο ποιμένας δεν έχη ψυχή ανδρεία και ισχυρότατη;

ιγ. Μύρια κακά έπονται σ' εκείνον ο οποίος δεν μπορεί να συγκρατή την οργή του.

Και μη απορήσης που μετά από όλα αυτά εξακολουθώ να επιζητώ και άλλη απόδειξη της ψυχικής ανδρείας. Η καταφρόνηση των βρωμάτων, των ποτών και των ανέτων κλινών, σε πολλούς βλέπουμε ότι είναι μία πράξη που δεν απαιτεί δυσκολία, μάλιστα δε στους πιο πρωτόγονους και σ᾿ εκείνους οι οποίοι έχουν συνηθίσει σ᾿ αυτόν τον τρόπο ζωής, αλλά και σε πολλούς άλλους, των οποίων η σωματική κατασκευή και η συνήθεια ανακουφίζουν τους πόνους που προκαλεί η τραχύτητα του βίου. Την ύβρη όμως, την αλαζονεία και τον αγενή λόγο, την προσβολή των κατωτέρων είτε αυτή γίνεται αναιτίως είτε δικαιολογημένα, τις κατηγορίες των αρχόντων και των αρχομένων, οι οποίες εκτοξεύονται τυχαία και μάταια, όλα τα ανωτέρω δεν μπορούν με ευκολία να γίνουν ανεκτά από τους περισσότερους ανθρώπους. Και θα μπορούσε να παρατηρήση κάποιος τους ικανούς να ανταπεξέλθουν στον ασκητικό τρόπο ζωής, να επηρεάζονται τόσο αρνητικά από τις πιο πάνω συμπεριφορές, ώστε να ζαλίζονται και να γίνονται πιο άγριοι και από τα φοβερότερα θηρία. Αυτούς λοιπόν θα πρέπει να τους αποβάλλουμε από το περιβάλλον της ιερωσύνης. Πράγματι, όταν ο προεστώς της εκκλησιαστικής ποίμνης δεν τηρεί αυστηρή νηστεία ή δεν είναι ανυπόδητος δεν θα μπορούσε να βλάψη σε τίποτα το εκκλησιαστικό σώμα. Ο άγριος θυμός όμως προκαλεί μεγάλες συμφορές και σ᾿ αυτόν που τον έχει, αλλά και στους πλησίον του. Και όσον αφορά μεν σ᾿ εκείνους οι οποίοι δεν διάγουν ασκητική ζωή δεν επίκειται καμμία απειλή από τον Θεό, εκείνοι όμως οι οποίοι απλώς και μόνο οργίζονται απειλούνται με το πυρ της γέενας. Όπως δηλαδή ο επιδιώκων την κενοδοξία, όταν αναλάβη την ευθύνη της διακυβερνήσεως των πολλών ρίχνει περισσότερα ξύλα στη φωτιά της συμφοράς, έτσι και εκείνος ο οποίος δεν μπορεί να συγκρατήση την οργή του είτε όταν βρίσκεται μόνος του είτε όταν συνομιλή με λίγους και ως μη ώφελε παραφέρεται με μεγάλη ευκολία, όταν του ανατεθή η ευθύνη της προστασίας ολοκλήρου πλήθους, τότε συμπεριφέρεται σαν θηρίο που κατατρυπάται από πολλούς και ούτε ο ίδιος θα μπορέση ποτέ να ζήση ήσυχα, αλλά και στους εμπιστευθέντες σ᾿ αυτόν θα επισσωρεύση μύρια δεινά.

ιδ. Ο ιερέας πρέπει να φροντίζη για τον καλλωπισμό όλων των πλευρών της ψυχής του.

Διότι τίποτα δεν θολώνει έτσι την καθαρότητα του νου και τη διαύγεια της σκέψεως, όπως ο άτακτος και ανεξέλεγκτος θυμός. Πράγματι, ο θυμός, λέγει, καταστρέφει και τους φρονίμους. Σαν να σκοτίσθηκε δηλαδή σε κάποια νυκτερινή μάχη ο οφθαλμός της ψυχής και δεν μπορεί να διακρίνη τους φίλους από τους εχθρούς και τους εντίμους από τους ατίμους, αλλά μεταχειρίζεται το ίδιο μέτρο κρίσεως για όλους, αν δε πρόκειται να τιμωρηθή γι᾿ αυτό είναι διατεθειμένος να υποστή όλες τις συνέπειες προκειμένου να ικανοποιήση την ψυχική του ηδονή. Η ηδονή αναζωπυρώνει τον θυμό, ο οποίος τυραννά την ψυχή χειρότερα και από την ηδονή και αναταράσσει την υγεία της. Διότι οδηγεί πολύ εύκολα σε παραλογισμούς, σε άσκοπες έχθρες και σε άλογο μίσος, προλειαίνει δε συνεχώς το έδαφος για αναίτιες συγκρούσεις και γενικά οδηγεί σε πολλές παρόμοιες ενέργειες και λόγους. Έτσι, η ψυχή παρασύρεται από το πάθος και δεν έχει από που να αντλήση δυνάμεις για να αντισταθή στην ορμή του πάθους αυτού.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ. Δεν μπορώ πια να σε ανέχομαι να ειρωνεύεσαι. Ποιος άραγε δεν γνωρίζει ότι εσύ δεν έχεις καμμία σχέση με το πάθος αυτό;

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Δηλαδή μακάριε φίλε μου, θέλεις να με οδηγήσης κοντά στη φωτιά και να παροξύνης το θηρίο που τώρα ηρεμεί; Ή αγνοείς ότι αυτό δεν το κατάφερα με την αρετή μου, αλλά με την αγάπη μου προς την ησυχαστική ζωή, αυτός δε που αγαπά τον συγκεκριμένο τρόπο ζωής μπορεί να διαφύγη από τον εμπρησμό του πάθους αυτού μόνο όταν βρίσκεται μόνος του ή με ένα ή δύο το πολύ φίλους του, ενώ συμβαίνει το αντίθετο όταν αυτός πέση στην άβυσσο των μεγάλων φροντίδων; Τότε, όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά και πολλούς άλλους θα παρασύρη μαζί του στον γκρεμό της απωλείας και θα αμβλύνη τη ζέση τους για την επιδίωξη της αρετής. Διότι επικρατεί η συνήθεια το πλήθος των αρχόντων να εξομοιώνη τη συμπεριφορά του αναλόγως. Πώς λοιπόν κάποιος θα μπορούσε να θεραπεύση τις φλεγμονές των αρχομένων, αν έχη ο ίδιος πληγές; Και ποιός από τους αρχομένους θα προσπαθούσε να καταστή ήπιος, όταν βλέπη τον άρχοντα να είναι οργίλος; Δεν υπάρχει δε καμμία περίπτωση να αποκρυβούν τα ελαττώματα των ιερέων, αντιθέτως μάλιστα ακόμη και τα μικρότερα καθίστανται φανερά πολύ γρήγορα. Για παράδειγμα ο αθλητής, ο οποίος τυγχάνει να είναι πολύ αδύναμος, μπορεί να αποκρύψη το γεγονός αυτό για όσο ευρίσκεται στο σπίτι του και δεν συναγωνίζεται με άλλους αθλητές. Όταν όμως λάβη μέρος σε αγώνες, εύκολα αποκαλύπτεται. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους, οι οποίοι διάγουν βίο απράγμονα και ιδιωτικό· αυτοί έχουν ως παραπέτασμα των αμαρτημάτων τους τη μόνωση, όταν όμως εισέλθουν στον δημόσιο βίο αναγκάζονται να αποβάλουν σαν ένδυμα την ηρεμία και να δείξουν σε όλους γυμνές τις ψυχές τους με τις δημόσιες ενέργειές τους. Όπως λοιπόν τα κατορθώματά τους πολλούς ωφελούν, διότι τους παρακινούν προς τον ζήλο να πράξουν το ίδιο, έτσι και τα ελαττώματα των αρχόντων πολλούς κατέστησαν ραθυμότερους στην επιδίωξη της αρετής και οκνηρούς στην εργασία για την επίτευξη σπουδαίων πραγμάτων. Για τον λόγο αυτό πρέπει το κάλλος της ψυχής του ιερωμένου να λάμπει παντού για να ευφραίνη και ταυτόχρονα να μπορεί να φωτίζη τις ψυχές των ορώντων. Διότι τα αμαρτήματα των τυχαίων ανθρώπων μοιάζουν σαν να διαπράττονται στο σκοτάδι και βλάπτουν μόνο εκείνους που τα διαπράττουν. Το αμάρτημα όμως του επιφανή και γνωστού άνδρα προκαλεί βλάβη σε όλους τους ανθρώπους, καθιστώντας εκείνους οι οποίοι διαθέτουν τις δυνάμεις τους στη διάπραξη αγαθών έργων ραθυμότερους και εκείνους οι οποίοι θέλουν να φροντίσουν για την προσωπική τους ηθική βελτίωση παράλογους. Εξ άλλου, τα παραπτώματα των ταπεινοτέρων μελών της Εκκλησίας και αν ακόμη γίνουν γνωστά σε όλους δεν έχουν καμμία αξιόλογη αρνητική συνέπεια για κανέναν. Αντίθετα, οι ευρισκόμενοι στην κορυφή της ιεραρχίας, πρώτον μεν είναι γνωστοί σε όλους, έπειτα, ακόμη και στα πιο ασήμαντα πράγματα αν σφάλουν, τότε στους άλλους τα μικρά φαίνονται μεγάλα. Διότι δεν μετράται το μέγεθος του γεγονότος, αλλά η αξία του προσώπου που διαπράττει το αμάρτημα. Πρέπει λοιπόν ο επίσκοπος να οχυρώση την άμυνά του με αδαμάντινα όπλα, με συντονισμένες ενέργειες και συνεχή καθαρότητα βίου και να προσέχη παντού, μήπως κάποιος ανακαλύψη κάποιο μέρος της ψυχής του αφύλακτο και παραμελημένο και του επιφέρη καίριο πλήγμα. Όλοι είναι έτοιμοι να καταφέρουν πλήγμα και να καταβάλουν τους ιερείς, όχι μόνο οι εχθροί και οι πολέμιοι, αλλά και αυτοί ακόμη οι οποίοι προσποιούνται τον φίλο.

Οι ψυχές λοιπόν που επιλέγονται για την ιερωσύνη πρέπει να διακρίνονται από τα προσόντα αυτά, όπως τα σώματα των αγίων που ανέδειξε κάποτε η χάρη του Θεού στην κάμινο της Βαβυλωνίας. Διότι η φωτιά που απειλεί να κατακαύση τους ιερείς δεν συντηρείται με κλιματόβεργες, πίσσα και κουρέλια, αλλά με ύλη πολύ πιο εύφλεκτη. Φυσικά δεν γίνεται λόγος εδώ για την αισθητή φωτιά, αλλά για την παμφάγο φλόγα της βασκανίας, η οποία τους περιστοιχίζει από παντού και ερευνά με περισσότερη ακρίβεια τη βιωτή τους απ᾿ ό,τι το πυρ της Βαβυλώνας έκαιγε τα σώματα των τριων παίδων. Είναι σαν να βρίσκη αυτή η φωτιά κάποιο πολύ μικρό καλάμι και αφού κατακαύσει το σαθρό αυτό μέρος, προχωρά και στο υπόλοιπο τμήμα της οικοδομής, την οποία, ακόμη και αν είχε τύχει να είναι λαμπρότερη και από τον ήλιο, την κατακαίει και τη μαυρίζει ολόκληρη. Μέχρι του σημείου λοιπόν που οι αρμοί του βίου του ιερέα είναι παντού καλά συνδεδεμένοι, παραμένει άτρωτος έναντι όλων των εξωτερικών επιβουλών. Αν όμως τύχη να παραβλέψη κάποιο μικρό σημείο, κάτι που είναι φυσικό αφού ο ιερέας είναι άνθρωπος και διαπλέη το πολυπλανές πέλαγος της επίγειας ζωής, τότε κανένα από τα λοιπά επιτεύγματά του δεν θα τον ωφελήση για να μπορέση να διαφύγη από τα στόματα των κατηγόρων του, αλλά θα τον επισκιάζη για το υπόλοιπο της ζωής του το μικρό εκείνο παράπτωμα. Όλοι θέλουν να κρίνουν τον ιερέα και μάλιστα τον επίσκοπο όχι ως περιβαλλόμενο από σάρκα και έχοντα ανθρώπινη φύση, αλλά ως άγγελο και απηλλαγμένο από κάθε αμαρτία. Και όπως στην περίπτωση του τυράννου, τον οποίο μέχρι τη στιγμή που βρίσκεται στην εξουσία όλοι φοβούνται και κολακεύουν, επειδή δεν μπορούν να τον εξώσουν από τη θέση του, όταν όμως διαπιστώσουν ότι η πολιτική κατάσταση εξελίσσεται αρνητικά γι᾿ αυτόν, οι προ ολίγου φίλοι αφού αφήσουν την υποκριτική τιμή που του απέδιδαν ξαφνικά μεταμορφώνονται σε εχθρούς και πολέμιους και εκμεταλλευόμενοι όλα τα αρνητικά αυτού σημεία του επιτίθενται και τον καθαιρούν από το αξίωμά του. Έτσι συμβαίνει και με τους ιερείς· οι πρώην φίλοι, οι οποίοι για όσο καιρό οι πρώτοι διατηρούν αμετακίνητοι το αξίωμά τους τους τιμούν και τους υπηρετούν, όταν όμως βρουν μικρή λαβή, τους επιτίθενται με μανία και προσπαθούν να τους καθαιρέσουν όχι ως τυράννους, αλλά σαν να ήσαν κάτι χειρότερο. Όπως δε ο τύραννος φοβείται τους σωματοφύλακές του, έτσι και ο ιερέας τους πλησίον αυτού και τους συλλειτουργούς του περισσότερο από όλους τρέμει. Διότι κανείς άλλος δεν επιθυμεί το αξίωμά του περισσότερο και δεν γνωρίζει τα προσωπικά του ζητήματα όπως αυτοί. Ευρισκόμενοι δηλαδή πολύ κοντά σ᾿ αυτόν, αν συνέβαινε κάτι αρνητικό, θα το αντιλαμβάνονταν πολύ γρήγορα και θα μπορούσαν ευχερώς να γίνουν πιστευτοί αν τον διέβαλλαν, μεγιστοποιούντες δε τα μικρά θα μπορούσαν να τον καθαιρέσουν. Διότι έχει αντιστραφή το αποστολικό λόγιο, είτε δηλαδή πάσχει ένα μέλος, συμπάσχουν όλα τα μέλη· είτε δοξάζεται ένα μέλος χαίρονται μαζί του όλα τα μέλη. Εκτός και αν κάποιος κατορθώση να αντιπαρέλθη όλα αυτά με πολλή ευλάβεια. Λοιπόν, φίλε μου, σε τόσο μεγάλο πόλεμο με στέλνεις; Και νόμισες ότι η ψυχή μου θα αντέξη σε μάχη τόσο πολύπλοκη; Πού και από ποιον πληροφορήθηκες ότι μπορώ να ανταπεξέλθω; Αν σε πληροφόρησε ο Θεός σχετικά, τότε δείξε μου το σχετικό σημείο και θα πεισθώ. Αν όμως δεν έχης κάποιο σχετικό σημάδι και σχημάτισες την άποψή σου με ανθρώπινα κριτήρια, τότε θα πρέπει κάποτε να σταματήσης να εξαπατάσαι. Όσον αφορά σε μένα θα ήταν δίκαιο να πείθεσαι στα δικά μου λόγια και όχι στη γνώμη που έχουν οι άλλοι, επειδή τα σχετικά με την ψυχή του ανθρώπου κανείς άλλος δεν τα γνωρίζει καλύτερα από τη συνείδησή του. Λοιπόν, ότι και μένα τον ίδιο και τους εκλέξαντές με θα καθιστούσα καταγέλαστους αν αποδεχόμουν το επισκοπικό αξίωμα και θα επανερχόμουν μετά από πολλή ζημιά στην κατάσταση του βίου στην οποία και τώρα ευρίσκομαι, αν δεν σε έπεισα προηγουμένως, νομίζω ότι τώρα σε έχω πείσει με αυτά τα λόγια. Διότι όχι μόνο με φθόνο, αλλά και με συναισθήματα πολύ χειρότερα του φθόνου συνηθίζει να οπλίζη τους ανθρώπους η επιθυμία για την επισκοπική εξουσία κατά του κατόχου αυτής. Και όπως τα φίλαρχα παιδιά δυσανασχετούν με το παρατεινόμενο γήρας των πατέρων τους, έτσι και μερικοί από τους προαναφερθέντες όταν διαπιστώσουν ότι ο χρόνος της αρχιερωσύνης παρατείνεται, επειδή είναι τελείως ανάρμοστο να θανατώσουν τον κάτοχο του αξιώματος, σπεύδουν να τον απομακρύνουν από την επισκοπική αρχή, επιθυμούντες όλοι να τον αντικαταστήσουν και προσδοκώντες ο καθένας για τον εαυτό του να καταλάβη τον θρόνο.

ιε. Είναι κακό και η αποβολή των χρησίμων από το ιερατείο, και η εισδοχή των αχρείων.

Θέλεις να σου αναφέρω και άλλο είδος αυτής της μάχης, η οποία είναι γεμάτη από κινδύνους; Πρόσεξε λοιπόν, στρέψε την προσοχή σου στις δημοτικές εορτές, κατά τη διάρκεια των οποίων, σύμφωνα με την κανονική παράδοση, γίνονται οι εκλογές των εκκλησιαστικών προεστώτων. Θα ιδής τον επίσκοπο να αντιμετωπίζη τόσες κατηγορίες όσο είναι το πλήθος του ποιμνίου. Όλοι οι εκλέκτορες διασπώνται σε πολλές παρατάξεις και θα μπορούσε να ιδή κάποιος τα μέλη του συνεδρίου των πρεσβυτέρων ούτε μεταξύ τους, αλλά ούτε και προς τον επίσκοπο να ομογνωμονούν. Αντίθετα, ο καθένας συντάσσεται με τον εαυτό του, ο μεν αυτόν, ο δε εκείνον προτιμώντας. Αίτιο δε αυτής της καταστάσεως είναι ότι δεν αποβλέπουν όλοι σε ένα, το οποίο και μόνο θα έπρεπε να προσέχουν, την αρετή δηλαδή της ψυχής, αλλά αντίθετα τίθενται και άλλες προϋποθέσεις για την κατάληψη του επισκοπικού αξιώματος. Άλλος λέγει ότι ο υποψήφιος θα πρέπει να εγκριθή γιατί κατάγεται από περιφανή οικογένεια, άλλος προκρίνει τον υποψήφιο που διαθέτει πολύ πλούτο με το σκεπτικό ότι έτσι δεν θα χρειάζεται να τρέφεται από τις εκκλησιαστικές προσόδους, άλλος πάλι ότι προσήλθε στην Εκκλησία εγκαταλείποντας κάποια αιρετική φατρία. Και ο μεν ένας προτιμά τον φιλικά προς αυτόν διακείμενο, ο δε άλλος τον συγγενή του, άλλος δε πάλι προσπαθεί να επιβάλη από τους υποψηφίους εκείνον που είναι κόλακας, στον κατάλληλο όμως κανείς δεν θέλει να προσβλέψη, ούτε να ελέγξη τα ψυχικά χαρίσματα των υποψηφίων. Από την πλευρά μου εγώ τόσο πολύ απέχω από το να θεωρώ τα ανωτέρω προσόντα αξιόπιστα για την εκλογή των ιερέων, ώστε και στην περίπτωση που κάποιος επεδείκνυε τόση πολλή ευλάβεια, ικανή για την κατάληψη του ιερατικού αξιώματος, ούτε και αυτόν ακόμη να μη τολμώ να τον εγκρίνω, αν μαζί με την ευλάβεια δεν διαθέτει και πολλή σύνεση. Διότι γνωρίζω πολλούς, οι οποίοι όλη τους τη ζωή την αφιέρωσαν στην ησυχία, την άσκηση και τη νηστεία, σε όλα δε αυτά ευδοκιμούσαν και ευχαριστούσαν τον Θεό για όσο χρονικό διάστημα ήσαν μόνοι τους και μεριμνούσαν για την ατομική τους ηθική ανέλιξη, προσέθεταν μάλιστα στην αύξηση της ασκητικής εμπειρίας καθημερινά πολλά θετικά στοιχεία. Όταν όμως εισήλθαν στον κόσμο και αναγκάσθηκαν να επανορθώσουν τα αρνητικά στοιχεία του λαού, τότε άλλοι μεν αποδείχθηκαν τελείως ανεπαρκείς για την αποστολή αυτή, άλλοι δε αφού αναγκάσθηκαν να επιμείνουν στο έργο αυτό εγκατέλειψαν την ακρίβεια περί την πίστη και όχι μόνο τους εαυτούς τους ζημίωσαν τα μέγιστα, αλλά και τους άλλους δεν ωφέλησαν σε κάτι. Αλλά και ούτε όταν κάποιος έμεινε για όλη του τη ζωή στο κατώτερο αξίωμα του ιερατείου και έφθασε σε προχωρημένο γήρας, αυτόν θα πρέπει να ανεβάσουμε στο αρχιερατικό αξίωμα, από σεβασμό και μόνο προς την ηλικία του. Γιατί άραγε θα πρέπει να γίνη αυτό, αν παρά την παρέλευση της ηλικίας εξακολουθεί να μένη ακατάλληλος; Και δεν τα είπα όλα αυτά τώρα θέλοντας να ατιμάσω το γήρας, ούτε επιθυμώντας να νομοθετήσω τον αποκλεισμό από το επισκοπικό αξίωμα των προερχομένων από το μοναχικό τάγμα (διότι συνέβη πολλοί από αυτούς να διαλάμψουν στο αξίωμα αυτό), αλλά προσπαθώντας να αποδείξω ότι εάν ούτε η ευλάβεια καθ᾿ εαυτή, ούτε το γήρας θα μπορούσαν να θεωρηθούν ικανά για να αναδείξουν τον άξιο να καταλάβη το αρχιερατικό αξίωμα, πόσο μάλλον λιγότερο οι προηγούμενες προϋποθέσεις.

Άλλοι μάλιστα θέτουν και άλλες προϋποθέσεις πιο άτοπες. Δηλαδή υπάρχουν κάποιοι, οι οποίοι συγκαταλέγονται στην τάξη του κλήρου είτε για να μη προσχωρήσουν σε αιρετικές ομάδες είτε για την πονηρία τους, για να μη προξενήση δηλαδή ο παραγκωνισμός τους μεγάλα κακά στο εκκλησιαστικό σώμα. Θα μπορούσε άραγε να γίνη κάτι πιο άνομο από αυτό; Όταν δηλαδή συμβαίνει άνθρωποι μοχθηροί και γεμάτοι από κακά να υπηρετούνται για όλα αυτά, για τα οποία θα έπρεπε να έχουν τιμωρηθή και να μη περάσουν καν το κατώφλι της Εκκλησίας, αντίθετα μάλιστα να ανεβαίνουν στο αρχιερατικό αξίωμα; Πες μου λοιπόν, μπορούμε να αναζητήσουμε την αιτία της οργής του Θεού, όταν πράγματα τόσο άγια και φρικοδέστατα στους ανθρώπους τα παρέχουμε για να τα λυμαίνονται άνθρωποι πονηροί και παντελώς ανάξιοι. Διότι όταν ανατίθεται η προστασία των ψυχών σε ακατάλληλους και ανάξιους ανθρώπους, τότε σε τι διαφέρει η Εκκλησία από τα παλιρροϊκά ύδατα του πορθμού του Ευρίπου;

Παλαιότερα γελούσα με τους κοσμικούς άρχοντες, διότι συνηθίζουν να διανέμουν τα διάφορα κρατικά αξιώματα όχι με βάση τις ψυχικές αρετές των υποψηφίων, αλλά με βάση τα χρήματα και το προχωρημένο της ηλικίας. Όμως, επειδή άκουσα ότι η παράλογη αυτή κατάσταση εισήχθη και στα εκκλησιαστικά πράγματα, έπαυσα πλέον να καταλογίζω βαρύτατη ευθύνη σ᾿ αυτούς. Συνεπώς, δεν είναι παράδοξο φαινόμενο που οι κοσμικοί άνθρωποι επιδιώκουν την καταξίωσή τους στα μάτια του πλήθους και κάνουν τα πάντα προκειμένου να κερδίσουν χρήματα, όταν εκείνοι οι οποίοι υποτίθεται ότι είναι απηλλαγμένοι από όλα αυτά δεν τηρούν καλύτερη στάση. Διότι ενώ ο αγώνας τους αφορά στην ουράνια πραγματικότητα, αυτοί ασχολούνται με τα ευτελή γήινα αντικείμενα, ή όταν πρόκειται να αποφασίσουν για την είσοδο κάποιου στο ιερατικό τάγμα, εκλέγουν ανθρώπους αλόγους και τους εμπιστεύονται τη διαχείριση των ουρανίων πραγμάτων, υπέρ των οποίων ο μονογενής Υιός του Θεού δεν παρέλειψε και τη δόξα του να κενώση και άνθρωπος να γίνη και μορφή δούλου να λάβη και να καταγελασθή και να ραπισθή και να υποστή τον επονείδιστο θάνατο της σάρκας.

Και δεν σταματούν σ᾿ αυτά μόνο, αλλά κάνουν και άλλα πιο άτοπα, διότι όχι μόνο εγκρίνουν για το ιερατικό λειτούργημα αναξίους, αλλά αποβάλλουν από αυτό και τους κατάλληλους. Σαν να μην έφθανε δηλαδή το γήινο φρόνημά τους προσπαθούν να διασαλεύσουν την ασφάλεια της Εκκλησίας και να προκαλέσουν την οργή του Θεού και με την πιο πάνω αυθαιρεσία, η οποία δεν είναι λιγότερο κακή από την πρώτη. Πράγματι, νομίζω ότι είναι εξ ίσου κακό να αποβάλλονται οι χρήσιμοι και να εκλέγονται οι αχρείοι. Και τούτο γίνεται για να μην έχη τη δυνατότητα το ποίμνιο του Χριστού να εξασφαλίση από πουθενά ανακούφιση και πνευματική στήριξη. Δεν είναι λοιπόν αυτά άξια να κατακεραυνωθούν και να ριφθούν σε χειρότερη γέεννα από εκείνη που απειλεί εμάς για τις αμαρτίες μας; Ο Θεός όμως ανέχεται και υποφέρει όλα αυτά τα κακά, διότι δεν επιθυμεί τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά την επιστροφή του στην ποίμνη και τη ζωή του. Πόσο λοιπόν θα μπορούσε να θαυμάση κάποιος τη φιλανθρωπία του και να εκπλαγή από το έλεός του, όταν ενώ οι χριστιανοί διαφθείρουν την πίστη και την Εκκλησία του Χριστού περισσότερο από τους εχθρούς και τους αντιπάλους, ο αγαθός Θεός εξακολουθεί να τους αγαπά ακόμη και να τους καλή σε μετάνοια. Δόξα σε σένα Κύριε, δόξα σε σένα· πόσο βάθος έχει η φιλανθρωπία σου! Πόσος είναι σε σένα ο πλούτος της ανεξικακίας! Οι ευτελείς και άτιμοι, οι οποίοι δια του ονόματός σου κατέστησαν έντιμοι και περίβλεπτοι, χρησιμοποιούν την τιμή κατ᾿ εκείνου που την παρέχει, τολμούν τα ατόλμητα και υβρίζουν τα άγια, περιθωριοποιούντες και εκβάλλοντες τους σπουδαίους, ώστε οι πονηροί να μπορούν πλέον με πολλή ηρεμία και πλήρη ελευθερία να ανατρέπουν όσα επιθυμούν. Αν θέλης δε να ανεύρης τις αιτίες του κακού αυτού μπορείς να ανατρέξης στα προηγούμενα. Η ρίζα δηλαδή του κακού, η μητέρα θα μπορούσε να πει κάποιος, είναι μία, ο φθόνος. Οι αιτίες αυτές δεν έχουν κοινή αφετηρία, αλλά διαφέρουν. Έτσι, λοιπόν, λέγουν, ο μεν να εκβληθή, επειδή είναι νέος, ο δε επειδή δεν γνωρίζει να κολακεύη, ο άλλος επειδή διαφώνησε με τον δείνα, ή για να μη λυπείται ο δείνα βλέποντας να έχη εγκριθή άλλος από εκείνον που προτάθηκε από αυτόν, ή επειδή είναι χρηστός και επιεικής, ή επειδή είναι αυστηρός με τους αμαρτάνοντες ή για άλλη παρόμοια αιτία. Και όλοι αυτοί δεν στερούνται προφάσεων, όσων και αν θέλουν, μάλιστα αιτιώνται και το πλήθος των προτερημάτων κάποιου, όταν δεν μπορούν να εξεύρουν κάποια υποστατή αιτίαση. Μπορεί δηλαδή να προβάλουν την αιτίαση ότι δεν πρέπει κάποιος να άγεται αθρόον στο επισκοπικό αξίωμα, αλλά με ηρεμία και σταδιακά, πολλές δε ακόμη προφάσεις, όσες θέλουν, θα μπορούσαν να ανεύρουν. Εδώ θα ήθελα να θέσω και το καίριο ερώτημα· Τι λοιπόν πρέπει να κάνη ο επίσκοπος όταν έχει να αντιπαρέλθη τόσες αντιξοότητες; Πώς θα σταθή όρθιος μπροστά σε τόσα κύματα; Πώς θα αποκρούση τόσες επιθέσεις; Αν μεν αντιμετωπίση την κατάσταση κατόπιν ορθής κρίσεως, όλοι οι ανωτέρω θα γίνουν εχθροί και αντίπαλοι τόσο αυτού, όσο και των εκλεγέντων, προκαλούντες καθημερινά αναταραχή εναντίον του και προβάλλοντες προσκόμματα στους εκλεγέντες, μέχρι να καταφέρουν ή αυτούς τους τελευταίους να εκβάλουν ή τους δικούς τους υποψηφίους να επιβάλουν. Είναι δηλαδή κάτι παραπλήσιο με τον κυβερνήτη, ο οποίος μέσα στο ίδιο του το πλοίο έχει συνταξιδιώτες του και πειρατές, οι οποίοι επιβουλεύονται κάθε στιγμή αυτόν, τους ναύτες του και τους επιβάτες. Αν όμως ο επίσκοπος προτιμήση από τη σωτηρία του να ικανοποιήση την επιθυμία αυτών και δεχθή στο ιερατικό τάγμα εκείνους που δεν θα έπρεπε, τότε θα έχη για τους κακεντρεχείς αυτούς τον Θεό για εχθρό και τότε αλήθεια τι χειρότερο υπάρχει από αυτό. Αλλά και στην περίπτωση αυτή, η θέση του έναντι αυτών θα είναι δυσχερέστερη από πριν, αφού οι αντίπαλοί του πλέον θα συμπράττουν όλοι μαζί και θα καθίστανται ισχυρότεροί του. Όπως δηλαδή όταν σφοδροί αντίθετοι άνεμοι προσπέσουν ο ένας πάνω στον άλλο, το προ τινος ηρεμούν πέλαγος ξαφνικά γίνεται ταραγμένο και πολύ τρικυμιώδες, καταποντίζοντας τους ναυτιλλομένους, έτσι και η γαλήνη της Εκκλησίας, όταν δέχεται φθοροποιούς ανθρώπους γεμίζει από πολλή αναταραχή και ναυάγια πιστών ανθρώπων.

ιστ. Ο ιερωμένος για ένα μόνο πρέπει να φροντίζη, την οικοδομή του εκκλησιαστικού σώματος.

Συλλογίσου λοιπόν ποιος πρέπει να είναι εκείνος ο οποίος θα πρέπει να αντέξη στις μελλοντικές αντιξοότητες και να διευθετήση με ορθό τρόπο τα εγερθησόμενα προβλήματα προς χάριν του κοινού εκκλησιαστικού συμφέροντος. Διότι ο επίσκοπος πρέπει να είναι συνάμα σεμνός και ταπεινόφρων, φοβερός και προσηνής, αυταρχικός και κοινωνικός, αδέκαστος και επιεικής, ταπεινός και αξιοπρεπής, οξύς και ήμερος, ώστε να είναι ικανός να ανταποκρίνεται με ευκολία σε όλα αυτά τα προβλήματα. Επί πλέον, ο επίσκοπος πρέπει να χρησιμοποιή με πυγμή την εξουσία του, ώστε να επιβάλλει στα διάφορα εκκλησιαστικά αξιώματα τα κατάλληλα πρόσωπα, ακόμη και αν όλοι διαφωνούν, όπως εξ άλλου οφείλει, με την ίδια εξουσία, ακόμη και αν όλοι ομογνωμονούν, να μη δέχεται την εκλογή των μη τηρούντων τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Πράγματι, θα πρέπει να αποβλέπη σε ένα και μόνο, στην εκκλησιαστική οικοδομή και να αποφεύγη να πράττη κάτι με γνώμονα είτε την απέχθεια είτε την ευμένεια. Λοιπόν, θεωρείς και συ πλέον ότι εύλογα παραιτήθηκα από τη διακονία αυτή, μολονότι δεν εξήντλησα ακόμη τα επιχειρήματά μου; Μη κουραστής λοιπόν να ακούσης όσα έχει να σου πη άνδρας γνήσιος φίλος σου, ο οποίος θέλει να σε πείση για όσα τον εγκαλείς. Διότι όλα αυτά δεν είναι χρήσιμα μόνο για την έναντί σου απολογία μου, αλλά και προς αυτήν ακόμη την αντιμετώπιση του όλου ζητήματος που ανέκυψε θα συμβάλουν αποφασιστικά. Πρέπει λοιπόν όποιος επιθυμεί να ακολουθήση αυτόν τον δρόμο πριν από όλα να διερευνήση ενδελεχώς τον εαυτό του και μετά να αναλάβη την υψηλή αυτή διακονία. Και αυτό γιατί; Διότι αν μη τι άλλο όταν κληθή να αντιμετωπίση όλες αυτές τις δυσκολίες θα ανταπεξέλθη σ᾿ αυτές δεδομένου ότι θα γνωρίζη καλά τις σχετικές καταστάσεις. Θέλεις λοιπόν να αρχίσουμε με την προστασία των παρθένων ή την προστασία των χηρών ή με τη δυσκολία της απονομής της δικαιοσύνης; Για κάθε ένα από αυτούς τους τομείς η φροντίδα είναι διαφορετική, μεγαλύτερος δε από τη φροντίδα είναι ο φόβος. Ας αρχίσουμε με τη φροντίδα των χηρών, η οποία θεωρείται ευκολότερη από τις άλλες δύο διακονίες. Η διακονία αυτή φαίνεται να περιορίζεται στην παροχή χρηματικής βοηθείας, κάτι που δεν ισχύει όμως και χρειάζεται σοβαρός έλεγχος κατά την επιλογή των χηρών, οι οποίες πρόκειται να βοηθηθούν, δεδομένου ότι η τυχαία και ανεξέλεγκτη επιλογή τους έχει προκαλέσει μύρια δεινά στο παρελθόν. Πράγματι κάποιες από αυτές και σπίτια κατέστρεψαν και γάμους διέλυσαν και πολλές φορές συνελήφθησαν για κλοπές και έκλυτο βίο. Η συντήρηση δε τέτοιων χηρών με χρήματα της Εκκλησίας και την τιμωρία του Θεού προκαλεί και τη χειρότερη καταδίκη από τους ανθρώπους, αλλά και τους έχοντες τη βούληση να ευεργετούν τους καθιστά διστακτικότερους στην προσφορά. Ποιος θα διενοείτο ποτέ χρήματα τα οποία αφιερώθηκαν για να διακονηθή το σώμα του Χριστού να τα καταναλίσκη σ᾿ εκείνους οι οποίοι διαβάλλουν το όνομα του Χριστού; Για τον λόγο αυτό χρειάζεται μεγάλη προσοχή, ώστε όχι μόνο οι προμνημονευθείσες, αλλά και οι χήρες οι οποίες μπορούν από μόνες τους να συντηρηθούν, να μη λυμαίνονται τις προσφορές που προορίζονται για τους αδυνάτους. Μετά δε από την εξέταση των ανωτέρω προϋποθέσεων ακολουθεί άλλη όχι μικρότερη φροντίδα, πώς δηλαδή οι επιλεγμένες χήρες να λαμβάνουν αμέσως τρόφιμα, τα οποία δεν θα πρέπει να λείπουν ποτέ, σαν να προέρχονται από αστείρευτη πηγή. Η ακούσια πενία είναι κάτι που δεν καταπίνεται εύκολα, είναι κακό να υπάρχη και για τον λόγο αυτό πρέπει με πολύ σύνεση και φροντίδα να καταβάλλονται οι αναγκαίες προσπάθειες ώστε να γεμίζουν τα στόματα των χηρών και να μη παρέχεται έτσι καμμία πρόφαση κατηγορίας. Οι περισσότεροι, όταν διαπιστώσουν ότι κάποιος δεν υπολογίζει τα χρήματα, αποφαίνονται αμέσως ότι αυτός είναι κατάλληλος για τη διακονία αυτή. Εγώ όμως δεν νομίζω ότι η μεγαλοψυχία αυτή αρκεί από μόνη της, αν και αυτή πρέπει να προηγείται των άλλων προσόντων, διότι όταν ελλείπει από τον επίσκοπο, αυτός θα μπορούσε να χαρακτηρισθή κλέπτης μάλλον παρά προστάτης και λύκος παρά ποιμένας. Μετά τη μεγαλοψυχία λοιπόν θα πρέπει να ερευνάται αν διαθέτη και μία άλλη αρετή, την αιτία όλων των ανθρωπίνων αγαθών, την ανεξικακία δηλαδή, η οποία είναι σαν να προσορμίζη την ψυχή σε ασφαλή και ήσυχο λιμάνι. Η τάξη των χηρών και λόγω της πενίας και λόγω της ηλικίας, αλλά και λόγω της φύσεώς τους, διακρίνεται από μία υπερβολική θρασύτητα. Έτσι, συμβαίνει αυτές πολλές φορές να φωνάζουν χωρίς λόγο, να προβάλλουν ανύπαρκτες αιτιάσεις, να διαμαρτύρονται κατ᾿ εκείνων, προς τους οποίους κανονικά θα έπρεπε να αναγνωρίζουν ευγνωμοσύνη και να κατηγορούν εκείνους, τους οποίους θα έπρεπε να επαινούν. Για τον λόγο αυτό πρέπει ο προεστώς της Εκκλησίας να υποφέρη με μεγαλοφροσύνη όλες αυτές τις καταστάσεις και να μη εκνευρίζεται με τις ανυπόστατες αιτιάσεις ούτε και με τις παράλογες κατηγορίες. Το σωστό είναι να ελεείται και όχι να υβρίζεται η τάξη των χηρών, για όσες δυστυχίες συναντά. Η πρόσθεση επί πλέον συμφορών στις χήρες και η αύξηση της οδύνης που προκαλεί η πενία από τις εκτοξευόμενες ύβρεις θα αποτελούσε την κορύφωση της ανθρωπίνης σκληρότητας. Για τον λόγο αυτό κάποιος πολύ σοφός άνδρας, ο οποίος παρατήρησε με προσοχή τον φιλοκερδή και υπεροπτικό χαρακτήρα της ανθρωπίνης φύσεως και κατενόησε ότι η φύση της πενίας είναι δεινή και καταβάλλει ακόμη και την πιο γενναία ψυχή, την οποία καθιστά πολλές φορές αναίσχυντη, προτρέπει να μη οργίζεται κανείς όταν δέχεται την αίτηση βοηθείας από τους πτωχούς και να μη εκνευρίζεται από τις συνεχείς παρακλήσεις, αντί δε εχθρός βοηθός αυτών πρέπει να γίνεται και να είναι προσηνής και φιλικός προς αυτούς. Και λέγει σχετικά· Άκουσε τα λόγια του πτωχού με προθυμία και απάντησέ του με πραότητα και ηρεμία . Και αφού αφήσει τον προκαλούντα τον παροξυσμό πτωχό (τι θα μπορούσε να πη κανείς σε ένα κατάκοιτο;), συνεχίζει τον λόγο του προς εκείνον ο οποίος μπορεί να θεραπεύση την ασθένειά του και να τον ανορθώση προ της χορηγίας με τη γαλήνια μορφή του και τους πράους λόγους του. Όσον δε αφορά και πάλι στις χήρες, όταν κάποιος δεν υφαρπάζει όσα ανήκουν σ᾿ αυτές, αλλά τις προσβάλλει και τις καθυβρίζει και εξοργίζεται εναντίον τους, όχι μόνο δεν κατορθώνει να ανακουφίση με τη χορηγία τον πόνο που προκαλείται από την πενία, αλλά αντίθετα με τις λοιδωρίες του επιβαρύνει το κακό. Διότι μπορεί οι χήρες να εξαναγκάζονται από την πείνα να αναισχυντούν, όμως η ανάγκη αυτή τους προκαλεί πόνο. Όταν λοιπόν αναγκάζονται από την πείνα να επαιτούν και λόγω της επαιτείας ωθούνται σε αναιδή συμπεριφορά, η δε αναίδειά τους επιφέρει την ύβρη, τότε η δύναμη της αθυμίας καταλαμβάνει την ψυχή τους και προξενεί σ᾿ αυτήν μία ζοφερή κατάσταση. Πρέπει λοιπόν ο επιμελούμενος τις χήρες να είναι τόσο μακρόθυμος, ώστε όχι μόνο να μη πλεονάζη η αθυμία σ᾿ αυτές από την αγανάκτηση, αλλά και το πλεόνασμα της υφισταμένης αθυμίας να κοιμίζεται με την παράκληση. Όπως δηλαδή εκείνος ο οποίος διαθέτει μεγάλη περιουσία όταν υβρισθή δεν αισθάνεται την ωφέλεια από τα χρήματά του στην πληγή που του προξένησε η ύβρη, έτσι και εκείνος ο οποίος άκουσε γλυκό λόγο και δέχθηκε με παρηγορητικούς λόγους την προσφορά λάμπει ολόκληρος από τη χαρά του και έτσι η προσφορά που του δόθηκε με τον τρόπο αυτό διπλασιάζεται. Και όλα αυτά δεν είναι δικές μου σκέψεις, αλλά λόγια του προαναφερθέντος σοφού άνδρα. Τέκνο μου, λέγει, κατά την αγαθοεργία μη προσβάλης και όταν δίνεις μία προσφορά μη προκαλέσης λύπη με τα λόγια. Όπως η δροσιά ανακουφίζει από τον καύσωνα, έτσι και ο καλός λόγος είναι καλύτερος από την προσφορά. Συνεπώς, ο λόγος είναι μεγαλύτερο αγαθό από την προσφορά, όμως και τα δύο συνυπάρχουν σε άνδρα που έχει μέσα του τη θεία χάρη. Ο προστάτης των χηρών δεν αρκεί βέβαια να είναι μόνο επιεικής και ανεξίκακος, αλλά εξ ίσου πρέπει να είναι και καλός διαχειριστής των οικονομικών, διότι εάν τούτο το προσόν απουσιάζη πάλι η ίδια ζημία θα προκληθή στα χρήματα των πτωχών. Αναφέρεται η περίπτωση κάποιου ιερέα, ο οποίος είχε επιφορτισθή με τη διακονία αυτή. Αυτός συγκέντρωσε πολύ χρυσό και ο ίδιος μεν δεν τον καταχράσθηκε, αλλά ούτε και στους πένητες τον κατανάλωσε, πλην ενός μικρού ποσού, τον περισσότερο δε από αυτόν τον έθαψε στη γη και τον φύλαττε, μέχρι που έφθασε μία δύσκολη στιγμή και αναγκάσθηκε να τον παραδώση στους εχθρούς. Πρέπει λοιπόν η οικονομική διαχείριση να γίνεται με πολύ σύνεση, ώστε ούτε να πλεονάζη ούτε και να λείπη από την Εκκλησία η περιουσία, αλλά τα συγκεντρούμενα να διανέμονται γρήγορα στους ενδεείς, οι δε θησαυροί της Εκκλησίας να συνάγονται από τις εισφορές του ποιμνίου. Όσον αφορά δε στη φιλοξενία των ξένων και στην περίθαλψη των ασθενών, πόσα χρήματα νομίζεις ότι χρειάζεται να δαπανηθούν και πόση ακρίβεια και σύνεση απαιτείται στη διαχείρισή τους από τους επιστάτες; Από την προηγούμενη δαπάνη δεν είναι καθόλου μικρότερη, μάλιστα δε πολλές φορές είναι ανάγκη να δαπανηθούν περισσότερα. Ο επιστάτης από την πλευρά του πρέπει να συγκεντρώνη τις εισφορές με ευλάβεια και φρόνηση, ώστε να καταφέρνη να πείθη τους έχοντες να δίνουν όχι με λύπη, αλλά με φιλοτιμία τις προσφορές τους, προνοώντας να μη στενοχωρή και επιβαρύνη τις ψυχές των δωρητών στην προσπάθεια να ανακουφίση τους ασθενούντες. Στο σημείο μάλιστα αυτό πρέπει να επιδεικνύη την περισσότερη φροντίδα και προσοχή, διότι αν δεν δοθή μεγάλη προσοχή και φροντίδα στην αντιμετώπιση των ασθενούντων και η μικρότερη παράβλεψη αρκεί για να προξενήση σ᾿ αυτόν τα μεγαλύτερα κακά.

ιζ. Οι φροντίδες και δυσκολίες είναι πολλές και επιτείνονται από τη συμπεριφορά των πολλών.

Όσον δε αφορά στην επιμέλεια των παρθένων, είναι τόσο μεγαλύτερος ο φόβος, όσο τιμιότερη είναι η κατάσταση αυτή και όσο βασιλικότερη είναι η εν λόγω τάξη από τις άλλες. Ήδη και στον χορό των αγίων αυτών γυναικών έχουν εισέλθει πάρα πολλές, οι οποίες είναι πλήρεις κακών, γεγονός που προκαλεί πολύ μεγάλη λύπη. Διότι όπως η αμαρτία κάποιας ελεύθερης γυναίκας δεν είναι ίση με εκείνη της υπηρέτριάς της, έτσι και η αμαρτία της παρθένου δεν συγκρίνεται με εκείνη της χήρας. Πράγματι, στις τελευταίες έχει καταστή πλέον αδιάφορο όταν φλυαρούν, όταν λοιδωρεί η μία την άλλη ή όταν κολακεύουν, αναισχυντούν, παρουσιάζονται σε κάθε εκδήλωση και περιέρχονται στην αγορά. Η παρθένος όμως έχει αποδυθή σε ένα μεγαλύτερο αγώνα, αφού ζήλωσε την ουράνια φιλοσοφία και επαγγέλλεται τη μίμηση της αγγελικής πολιτείας στην επίγεια ζωή, ώστε να κατορθώση να προσεγγίση με την ανθρώπινη σάρκα της τις ασώματες δυνάμεις. Έτσι, λοιπόν, η παρθένος δεν πρέπει ούτε περιττές δημόσιες εμφανίσεις να κάνη, ούτε της επιτρέπεται να μιλά τυχαία και χωρίς λόγο, της λοιδωρίας δε και της κολακείας, ούτε το όνομα πρέπει να γνωρίζη. Για τον λόγο αυτό η παρθένος έχει ανάγκη από ασφαλή φύλαξη και περισσότερη συμπαράσταση. Ο εχθρός της αγιωσύνης πάντοτε παραμονεύει και αποβλέπει σ᾿ αυτές, είναι δε έτοιμος να τις καταπιή αν κάποια από αυτές εξωκείλη και πέση στην αμαρτία. Αλλά και από τους ανθρώπους πολλοί τις επιβουλεύονται και μαζί με όλους αυτούς η μανία της φύσεως. Συνεπώς, η τάξη αυτή έχει να διεξάγη διπλό αγώνα, κατά των εξωτερικών προσβολών και κατά των εσωτερικών ενοχλήσεων. Από την άλλη μεριά στον επιστάτη αυτών υπάρχει πολύς φόβος, πολύ δε μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος και η οδύνη αν κάτι ανεπιθύμητο, ο μη γένοιτο, συμβή ποτέ. Αν στον πατέρα η φροντίδα της κόρης προκαλή κρυφές αγρυπνίες και του αφαιρή τελείως τον ύπνο, αν υπάρχη τόσος φόβος μήπως αποδειχθή στείρα ή παραμείνη άγαμη ή εγκαταλειφθή από τον άνδρα της, τι πρόκειται να υποφέρη εκείνος ο οποίος δεν μεριμνά για όλα αυτά, αλλά για πράγματα πολύ υψηλότερα. Πράγματι, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν απατάται ο άνδρας αλλά ο Χριστός, η στείρωση δε δεν περιορίζεται στο όνειδος, αλλά το κακό οδηγεί στην απώλεια της ψυχής. Κάθε δένδρο, λέγει, το οποίο δεν κάνει καλό καρπό ξεριζώνεται και πετιέται στη φωτιά. Σε περίπτωση που η παρθένος διωχθή από τον Νυμφίο Χριστό δεν θα αρκέση σ᾿ αυτήν να λάβη διαζύγιο και να αποχωρήση, αλλά θα τιμωρηθή στην αιώνια κόλαση της απομακρύνσεως από τον Θεό. Ο σαρκικός πατέρας έχει στη διάθεσή του πολλά μέσα για να προφυλάξη με ευκολία την κόρη του, διότι συνδράμουν στην προσπάθειά του και η μητέρα και η τροφός και οι υπηρέτριες. Δεν επιτρέπεται στη νεαρή κοπέλλα να επισκέπτεται συχνά την αγορά και όταν υπάρχει ανάγκη να το κάνη δεν μπορεί να συνομιλή με όποιους συναντά στον δρόμο. Το σκοτάδι της νύχτας καλύπτει με την ίδια αποτελεσματικότητα εκείνη την οποία δεν επιθυμεί να εμφανίζεται δημόσια. Εξ άλλου, είναι απηλλαγμένη και από κάθε αιτία, που θα την ανάγκαζε να έλθη σε επαφή με τους άνδρες, δεδομένου ότι ούτε η φροντίδα για τα αναγκαία και καθημερινά πράγματα, ούτε οι προκλήσεις των αδικούντων, ούτε κάτι άλλο παρόμοιο δεν την αναγκάζει να συνευρεθή με άνδρες, αφού για όλα αυτά φροντίζει ο πατέρας της. Αυτή έχει μία και μοναδική φροντίδα, να μη πράξη κάτι ανάξιο και να μη πη κάτι ανάρμοστο προς την κοσμιότητά της. Στο σημείο αυτό πολλά είναι που καθιστούν δύσκολο το έργο του πνευματικού πατέρα, μάλλον δε αδύνατο, διότι δεν μπορεί να την έχη μαζί του μέσα στο σπίτι του, αφού η συνοίκηση αυτή δεν θα ήταν σωστή και χωρίς κινδύνους. Αλλά και στην περίπτωση που αυτοί δεν ζημιωθούν και διατηρήσουν ακέραιη την ηθική τους κατάσταση, δεν θα κατορθώσουν όμως να διαφύγουν τις ευθύνες τους για τις ψυχές που τυχόν σκανδάλισαν, κάτι που είναι σα να αμάρτησαν οι ίδιοι. Αφού λοιπόν δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθή η συνοίκηση αυτή, δεν είναι εύκολο οι πνευματικοί πατέρες να διαγνώσουν τις τάσεις της ψυχής αυτών για να απομακρύνουν έτσι κάθε αμαρτητική ροπή, αλλά και για να καλλιεργήσουν τις υφιστάμενες αρετές, ούτε επίσης μπορούν με ευκολία να ελέγχουν τις εξόδους αυτών σε δημοσίους χώρους. Σε περίπτωση μάλιστα που η παρθένος είναι πτωχή και απροστάτευτη, υψώνονται εμπόδια στην προσπάθεια του πνευματικού να διαπιστώση την ηθική της στάθμη. Όταν δηλαδή είναι αναγκασμένη να φροντίζη από μόνη της για όλα τα αναγκαία προς το ζην, αν δεν θέλη να είναι σώφρων βρίσκει προφάσεις στις εξόδους από το σπίτι της. Πρέπει λοιπόν αυτός που θα της επιβάλη να μένη στο σπίτι της για να της αφαιρέση κάθε παρόμοια πρόφαση, να της παράσχη και τα αναγκαία υλικά αγαθά και τη γυναίκα που θα τη διακονήση. Μάλιστα πρέπει να την εμποδίζη από τη συμμετοχή στις κηδείες και στις ολονυκτίες, διότι γνωρίζει πολύ καλά ο πολυμήχανος εκείνος όφις να μεταδίδη την ασθένειά του και με χρηστές πράξεις. Πρέπει λοιπόν η παρθένος να προφυλάσσεται από παντού και να εξέρχεται από το σπίτι της ελάχιστες μόνο φορές καθ᾿ όλη τη διάρκεια του έτους, όταν υπάρχουν σοβαροί και κατεπείγοντες λόγοι. Αν δε κάποιος ισχυρισθή ότι τίποτα από όλα αυτά δεν είναι έργο του επισκόπου, ας γνωρίζει καλά, ότι κάθε πράξη που αφορά σε κάθε μία από αυτές έχει την αναφορά της σ᾿ εκείνον. Είναι πιο δόκιμο ο ίδιος να αναλάβη τη διακονία αυτών, ώστε να απαλλαγή από τις κατηγορίες τις οποίες θα είναι απαραίτητο να υπομείνη λόγω της αμέλειας των άλλων, παρά να αναθέση τη διακονία των παρθένων και να τρέμη τις ευθύνες των πράξεων που έκαναν οι άλλοι. Εκτός δε από αυτά, εκείνος ο οποίος αναλαμβάνει προσωπικά τη διακονία αυτή ξεπερνά όλες τις δυσκολίες με πολλή ευκολία, ενώ εκείνος ο οποίος αναθέτει σε άλλους τα καθήκοντά του δεν έχει τη δυνατότητα να γνωρίζη εξ ιδίας αντιλήψεως τα πράγματα και δεν μπορεί να αντιμετωπίση τους αντιτιθεμένους σ᾿ αυτόν και στις απόψεις του. Δεν θα μπορούσα φυσικά να αναφέρω όλες τις φροντίδες που πρέπει να καταβάλλονται υπέρ των παρθένων. Αλλά και όταν πρέπει αυτές να συγκαταλεχθούν στο τάγμα των παρθένων προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία σ᾿ εκείνους οι οποίοι έχουν αναλάβει τη φροντίδα τους.

Όσον αφορά στο δικαστικό έργο, αυτό είναι τόσο επαχθές, πολυάσχολο και δύσκολο, όσο δεν είναι εκείνο των κοσμικών δικαστών. Είναι πολύ δύσκολο να εξεύρη κανείς τις ορθές και δίκαιες αρχές αυτού του έργου, είναι δε εξ ίσου δύσκολο αφού το πετύχη να μη βλάψη τους κρινομένους. Το εν λόγω έργο πλην της απασχολήσεως που απαιτεί και της δυσκολίας που έχει, εμπερικλείει και σημαντικό κίνδυνο. Ήδη υπάρχουν κάποιοι από τους ασθενέστερους ηθικά χριστιανούς, οι οποίοι υπέπεσαν σε αμαρτήματα και επειδή δεν αντιμετωπίσθηκαν με κατανόηση και συγκατάβαση ναυάγησαν περί την πίστη. Πράγματι, πολλοί από τους αδικημένους μισούν το ίδιο τους αδικούντες με εκείνους οι οποίοι δεν τείνουν χείρα βοηθείας. Και δεν θέλουν να λαμβάνουν υπ᾿ όψιν τους τίποτα, ούτε τη διαστροφή της πραγματικότητας, ούτε το χαλεπό των καιρών, ούτε το περιορισμένο της ιερατικής εξουσίας, αλλά μεταβάλλονται σε άκαμπτους δικαστές και δεν γνωρίζουν καμμία άλλη απολογία παρά μόνο εκείνη που τους απαλλάσσει από το κακό που τους έγινε. Εκείνος δε ο οποίος δεν θα τους ικανοποιήση στην απαίτησή τους αυτή, όσες δικαιολογίες και αν προβάλη, δεν θα αποφύγη ποτέ την κατάκρισή τους. Επειδή δε μνημόνευσα τη συγκατάβαση, θα σου αναφέρω και μία αφορμή μέμψεων. Αν ο επίσκοπος δεν επισκέπτεται καθημερινά τα σπίτια του ποιμνίου του περισσότερο και από τους ανθρώπους της αγοράς, θα προκληθούν άπειρες συγκρούσεις. Διότι θέλουν την επισκοπική προστασία και ευλογία όχι μόνο οι ασθενούντες αλλά και οι υγιαίνοντες στην πίστη. Και τούτο το κάνουν όχι από ευλάβεια, αλλά οι περισσότεροι μάλλον για την τιμή που παρέχει το αξίωμα. Αν δε ποτέ συμβή να συναντήση πολύ συχνά κάποιον από τους πλουσιοτέρους και ισχυροτέρους της παροικίας για το καλό του εκκλησιαστικού σώματος, αμέσως θα προσκρούση στη διαβολή της θωπείας και της κολακείας. Και γιατί λέγω μόνο για την πνευματική στήριξη και τις επισκέψεις; Και από τις προσρήσεις μόνο φέρουν τόσο μεγάλο βάρος καταγγελιών, ώστε να καταρρέουν και να πέφτουν σε αθυμία πολλές φορές. Ακόμη και για το βλέμμα που θα ρίξουν υπέχουν ευθύνες. Τις απλές και ανεπιτήδευτες ενέργειές του οι πολλοί τις εξετάζουν με μεγάλη λεπτομέρεια και ακρίβεια, ερευνώντες σχολαστικά τον τόνο της φωνής, τη διάθεση της όψεώς τους και την ποσότητα του γέλιου. Προς τον δείνα, λέγουν, χαμογέλασε με ευχαρίστηση, με χαρούμενο πρόσωπο και τον προσφώνησε με δυνατή φωνή, ενώ απέναντί μου ήταν απλούστερος και φειδωλός. Επίσης, αν συγκάθηται με μεγάλη ομήγυρη και κατά τη διάρκεια της ομιλίας του δεν στρέψει παντού τα μάτια του, τότε οι περισσότεροι το θεωρούν ύβρη. Ποι o ς λοιπόν ο οποίος δεν είναι πολύ δυνατός θα μπορούσε να ανταπεξέλθη σε όλους αυτούς τους κατηγόρους ή καθόλου να μη κατηγορηθή από αυτούς ή αφού κατηγορηθή να αθωώση τον εαυτό του; Πρέπει βέβαια ο επίσκοπος να μη έχη καθόλου κατηγόρους, εάν δε αυτό είναι αδύνατο οφείλει να απαλλάσσεται από τις κατηγορίες τους· αν όμως ούτε αυτό είναι εφικτό, αλλά κάποιοι ευχαριστούνται απλώς και μόνον να κατηγορούν, θα πρέπει να στέκεται με γενναιοφροσύνη έναντι των μέμψεών τους. Ο δικαίως εγκαλούμενος μπορεί να ανεχθή εύκολα τον εγκαλούντα, επειδή δε δεν υπάρχει πικρότερος κατήγορος από τη συνείδησή μας, γι᾿ αυτό όταν ήδη είμασθε υπόλογοι έναντι του χειρότερου κατηγόρου, τότε είναι πολύ εύκολο να ανεχθούμε τους εξωτερικούς, οι οποίοι είναι και ημερότεροι. Εκείνος δε ο οποίος έχει συνειδητοποιήσει ότι δεν βαρύνεται για κάποιο παράπτωμα από τη συνείδησή του, όταν εγκαλείται άδικα, οργίζεται γρήγορα και περιπίπτει σε αθυμία εύκολα, αν δεν έχη προετοιμασθή κατάλληλα ώστε να ανέχεται τις επιφερόμενες αδικίες των πολλών. Δεν είναι δυνατό να συκοφαντείται χωρίς λόγο και να καταδικάζεται και στη συνέχεια να μη ταράζεται και να μη υποφέρη από την παράλογη αυτή κατάσταση. Τι θα μπορούσε δε να αναφέρη κάποιος για τις λύπες τις οποίες υπομένουν οι επίσκοποι όταν πρέπει να αποκόψουν κάποιον από το εκκλησιαστικό σώμα; Μακάρι να εξαντλείτο μέχρι τη λύπη το όλο κακό, στην περίπτωση αυτή όμως υφίσταται και όχι μικρός κίνδυνος απωλείας. Ο επίσκοπος διακατέχεται από τον φόβο μήπως ο εκκοπτόμενος τιμωρηθή πέραν του δέοντος και πάθη εκείνο που είπε ο μακάριος Παύλος, δηλαδή καταποθή από περισσότερη λύπη . Η όλη κατάσταση πρέπει να εκτιμηθή με μεγάλη ακρίβεια, ώστε η προσπάθεια να ωφεληθή το εκκοπτόμενο μέλος να μη γίνη αιτία να ζημιωθή ακόμη περισσότερο. Διότι για όσα αμαρτήματα διαπράξη ο ασθενής μετά τη θεραπεία του, έχει συμμετοχή στην προκαλούμενη από κάθε ένα από αυτά θεία οργή και ο ιατρός, ο οποίος δεν θεράπευσε σωστά την ασθένεια. Πόσες τιμωρίες λοιπόν πρέπει να προσδοκά, όταν του απαιτείται ο λόγος όχι μόνο για κάθε αμάρτημα που ο ίδιος διέπραξε, αλλά όταν και για εκείνα που διέπραξαν άλλοι διατρέχει τον έσχατο κίνδυνο; Πράγματι, αφού φρίττουμε για τις ευθύνες που υπέχουμε ένεκα των οικείων αμαρτημάτων, διότι δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από το αιώνιο πυρ, τι πρέπει να προσδοκάμε ότι θα πάθη εκείνος ο οποίος πρέπει να απολογηθή για τόσους πολλούς. Για να πεισθής δε ότι αυτό είναι αληθές άκουσε τα λόγια του μακαρίου Παύλου, μάλλον δε όχι εκείνου, αλλά του λαλούντος δι᾿ αυτού Χριστού· Να πείθεσθε και να υπακούετε τους πνευματικούς σας ποιμένες, διότι αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας, για τις οποίες θα αποδώσουν λόγο. Είναι λοιπόν μικρός αυτός ο φόβος της απειλής; Σε καμμία περίπτωση φυσικά. Όλα αυτά λοιπόν είναι ικανά να πείσουν και τους πλέον δύσπιστους και τους άκαμπτους, ότι δηλαδή ακολούθησα τον δρόμο της φυγής από το επισκοπικό αξίωμα ούτε από παραλογισμό ούτε κυριευμένος από φιλοδοξία, αλλά μόνο επειδή φοβήθηκα όλα αυτά και επειδή διαπίστωσα το μέγεθος του αξιώματος.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.