ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

 

Ο πειρασμός της εξατομίκευσης

Αγαθαγγέλλου, Μητροπολίτου Φαναρίου,
Σύσσωμοι Χριστού ή περί σπουδής στην Ευχαριστία,

εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Ἀθήνα 2020, σελ. 32-36.

Ένα αποτέλεσμα της αντιλήψεως μιας μη ευχαριστιακής θεολογίας, η οποία οδηγεί σε μια σειρά από αλλαγές με αρνητικές συνέπειες για τη λειτουργική εξέλιξη και την πνευματικότητα, είναι το φαινόμενο της εξατομίκευσης της Θείας Λειτουργίας, το γεγονός δηλαδή ότι η εμπειρία της λατρείας έχει παύσει να είναι μια από κοινού λειτουργική πράξη. Είναι τουλάχιστον στη συνείδηση αρκετών, μια συνάθροιση ατόμων που έρχονται στην Εκκλησία, παρίστανται στη λατρεία με σκοπό να ικανοποιήσουν μεμονωμένα τις ατομικές τους θρησκευτικές ανάγκες, και όχι για να συστήσουν και να αποτελέσουν την Εκκλησία (1) . Οι Προτεστάντες συνέδεσαν το παρόν, την καθημερινότητά τους, με την πίστη. Ο Προτεσταντισμός ανέλαβε αυτόν ακριβώς τον ρόλο: να τοποθετήσει στο κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής το υποκείμενο, το άτομο, σε όλες του τις κοσμικές εκδηλώσεις. Η ουσιαστική διαφορά βρίσκεται στην προτεραιότητα που δίνει ο Προτεσταντισμός σε ό,τι ονομάζεται πραγματική ζωή: η θρησκεία δεν νοείται, παρά μόνον στην αδιαμεσολάβητη σχέση της με τη ζωή - πρακτικά πρέπει να φαίνεται αυτό που πιστεύεις. Ήταν δηλαδή η απαραίτητη μεταστροφή, για να εδραιωθεί ο σύγχρονος κοσμος των ατομικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ακόμη και των θρησκευτικών (2).

Σκοπός της υπάρξεως της Εκκλησίας είναι η σωτηρία δια της τελειώσεως μέσα από την αγάπη προς τον Θεό και τους αδελφούς μας. Το ιστορικό γεγονός της ενανθρωπήσεως του Θεού αποκαλύπτει κατ' αρχήν τον άχρονο τρόπο της θείας ζωής που είναι η αγάπη (3) , η αγάπη όχι σαν ηθική ιδιότητα (ιδιότητα συμπεριφοράς), αλλά ως οντολογική πραγματικότητα που θα πει: υπαρκτική αλήθεια, αλήθεια ενότητας, κοινωνίας και σχέσης. Προσλαμβάνουμε τον κόσμο, υπό τα είδη του άρτου και του οίνου , ως Λόγο ένσαρκο του Θεού· αποδεχόμαστε τη ζωή, την «εν σαρκί» ζωή του κόσμου τούτου , όχι ως αυτονομημένη ατομική επιβίωση, αλλ' ως μυστήριο ενότητος σαρκός καί θεότητος. Κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και μετέχουμε στη ζωή της Τριάδος, την όντως ζωή. Ο άνθρωπος γίνεται ο ιερουργός ευχαριστιακής ενότητας του κόσμου. Η ζωή της Ευχαριστίας μπορεί να προσλάβει ακόμη και τον θάνατο του ανθρώπου, να εγκεντρίσει τον θάνατο στη ζωή. Αυτή η πρόσληψη και ο εγκεντρισμός της αμαρτίας και του θανάτου στη ζωή της κοινωνίας με τον Θεό είναι ο καινούργιος τρόπος υπάρξεως που ενσαρκώνει η Εκκλησία, είναι το υπαρκτό γεγονός της εκκλησιαστικής ενότητας, όπως φανερώνεται κάθε φορά στην ευχαριστιακή σύναξη.

Το πρόβλημα της δυτικής θεολογίας, αν δηλαδή η σωτηρία επιτυγχάνεται με την πίστη μόνο ή με αξιόμισθα έργα, είναι άγνωστο στην ορθόδοξη διδασκαλία (4) . Ο ισχυρισμός δε των Προτεσταντών, ότι κάθε ένας πιστός έχει με τον Θεό ιδιωτικές σχέσεις και δεν έχει, κατά συνέπεια, ανάγκη άλλων προς επίτευξη ορθής σχέσεως με τον Χριστό, είναι από καθαρά ευαγγελική άποψη αβάσιμος. Η εκδοχή αυτή περί σωτηρίας είναι προϊόν μιας ευδαιμονιστικής και ιδιοτελούς νοοτροπίας, είναι το άγχος του ανθρώπου της αυγουστίνειας και προτεσταντικής αυτοσυνειδησίας.

Θα πρέπει να απαλλαγούμε από την ιδέα, ότι υπάρχουν δύο λατρείες στην Εκκλησία, μια δημόσια και μια ιδιωτική. Η αρχαία αντίληψη της Εκκλησίας περί Ευχαριστίας αντιμετωπίζει το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας όχι σαν αντικείμενο ή σαν κείμενο, σαν πράγμα και σαν μέσο εκδηλώσεως της ευσέβειάς μας ή εξυπηρετήσεως, αλλ' ως κοινή καθολική εκδήλωση της όλης Εκκλησίας. ως κοινωνία της αγάπης. Ας θυμηθούμε εδώ, για του λόγου το αληθές, τον Ασπασμό της ειρήνης, πριν την Αναφορά, και τη σημασία του γεγονότος της εορτής, το οποίο (γεγονός) διασώζεται στον χώρο της ευχαριστιακής κοινότητας (5) .

Η Θεία Ευχαριστία, η οποία είναι, σύμφωνα με την ομόφωνη παράδοση, το κέντρο ολόκληρης της ζωής της Εκκλησίας, καταλογογραφήθηκε ως ένα από τα μυστήρια, για να καταντήσει να τελείται πολλές φορές, όπως και τα άλλα μυστήρια, ως ιδιωτική ακολουθία που αποσκοπεί στον εξαγιασμό μεμονωμένων Χριστιανών, και όχι στην οικοδομή του Σώματος της Εκκλησίας. Η καλύτερη απόδειξη αυτού είναι η ολοκληρωτική παραγνώριση της Θείας Κοινωνίας ως μιας πράξεως για όλους. Εκεί που η Πρώτη Εκκλησία είδε την πραγματική της εκπλήρωση ως κοινωνία σε ένα σώμα, —« ημάς δε πάντας, τους εκ του ενός άρτου και του ποτηρίου μετέχοντας...» (6) - ερχόμαστε εμείς να την θεωρήσουμε ως πράξη που αφήνεται αποκλειστικά στην ατομική επιθυμία εκάστου, την ευσέβεια και την προετοιμασία (7) .

Είναι χαρακτηριστικό, εάν ρωτήσουμε τους Χριστιανούς μας, γιατί πηγαίνουν την Κυριακή στην Εκκλησία, πολλές φορές οι απαντήσεις δεν έχουν καμία σχέση με την Αλήθεια. Δηλαδή, πρέπει να έρχεσαι, σου λένε, την Κυριακή στην Εκκλησία, διότι είναι καθήκον προς τον Θεό. Αυτή δεν είναι Ορθοδοξία. Είναι η ατομική σχέση με τον Θεό (8) . Διάφοροι λόγοι, μα πάνω απ' όλα η χαμένη εκκλησιαστική αυτοσυνειδησία, συνετέλεσαν στο να λησμονηθεί η αλήθεια αυτή.


Υποσημειώσεις

(1) Robert Taft , Liturgy and Eucharist, σελ. 416. Πρβλ., του ιδίου, The Liturgy of the Great Church.

(2) Απόστολου Διαμαντή, Προτεσταντισμός και νεωτερικότη τα, www.antifono.gr (22.5.2013).

(3) Α' Ι ωάν . 4, 8.

(4). Η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό δεν πρέπει να νοείται ως ιδιωτική υπόθεση αυτού όχι μόνο επειδή ο Θεός είναι Τριαδικός, αλλά επιπλέον διότι η Ανάσταση προϋποθέτει την τελική και ομαδική αποκατάσταση της κοινωνίας των δικαίων ή της Εκκλησίας, η οποία « πάντων πρώτη εκτίσθη...και δια ταύτην ο κόσμος κατηρτίσθη ». Βλ. Θεσ. 4, 13-18 και Ποιμήν, Όρασις Β΄, 4.

(5) Ιωάννου Φουντούλη, Λειτουργικά θέματα, Δ΄, Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 46.

(6) Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, ευχή μετά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων.

(7) Αλ. Σμέμαν, όπ. π. σελ. 80-81.

(8)Ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας των μυστηρίων φανερώνει, ότι εκείνος ο οποίος μετέχει σε αυτά δεν ενώνεται μόνο μέ τον Χριστό, αλλά και με τα λοιπά μέλη της Εκκλησίας. Στη Θεία Λειτουργία, ο Ορθόδοξος Χριστιανός αποκτά την εμπειρία πως δεν στέκεται μπροστά στον Θεό ως άτομο, φλεγόμενο από την αγωνία για την ιδική του μόνο δικαίωση, αλλά ως πρόσωπο, σε διαπροσωπική αγαπητικη κοινωνία με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. « Πάντες γαρ ήμεν εν Χριστώ, και το κοινόν της ανθρωπότητος εις αυτόν αναβιοί πρόσωπον», Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην 1, 14, PG 73, 161 C . «Μετάληψις δε λέγεται. Δι' αυτής γαρ της Ιησού Θεότητος μεταλαμβάνομεν. Κοινωνία δε λέγεταί τε και εστίν αληθώς, δια το κοινωνείν ημάς δι' αυτής τω Χριστώ και μετέχειν αυτού της σαρκός τε και της θεότητος. Κοινωνείν δε, και ενούσθαι αλλήλοις δι' αυτής. Επεί γαρ εξ ενός άρτου μεταλαμβάνομεν, οι πάντες εν σώμα Χριτού, και ένα αίμα, και αλλήλων μέλη γινόμεθα, σύσσωμοι Χριστού χρηματίζοντες», Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως IV, 13. PG 94, 1153 BC.

 

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.