|
|
|
ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ |
|
|
|
Η λατρευτική τιμή των Νεομαρτύρων στη σύγχρονη Ελληνική λαϊκή εθιμοταξία
Θωμά Ανδρέου, Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού θρόνου
Η παρούσα μελέτη ασχολείται με την «λατρευτική» τιμή των Νεομαρτύρων, όρος που αφορά την καθαρά λαογραφική θεώρηση των στοιχείων που υποστηρίζουν τις περιπτώσεις λειψανολατρείας έτσι όπως αυτές παρατίθενται εδώ και, ασφαλώς, ουδεμία σχέση έχει ως προς την δογματική απόδοση του όρου Λατρεία.
Μέσα από την συγκεντρωτική αυτή μελέτη παρουσιάζονται πολλά στοιχεία, που αναδεικνύουν τη λατρευτική τιμή των Νεομαρτύρων στη σύγχρονη Ελληνική λαϊκή εθιμοταξία. Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε το ιστορικό πλαίσιο της εποχής των Νεομαρτύρων που τους καθιστά όχι απλά λαϊκούς ήρωες στα μάτια των υποδούλων, αλλά εμβληματικές φυσιογνωμίες που εμπνέουν με το απαράμιλλο θάρρος τους απέναντι στον κατακτητή.
Σχ. 17Χ24, Σελ. 320, Τιμ. 12 €.
|
|
|
|
|
|

Το μυστήριο της 8ης ημέρας
Ευθυμίου( Στύλιου), † Μητροπολίτου Αχελώου
Το βιβλίο απαντά σε αγωνιώδη ερωτήματα για το τέλος του παρόντος φθαρτού κόσμου και την αναδημιουργία του, και την ανατολή της ατελεύτητης ζωής κατά τη δευτέρα παρουσία του Χριστού.
Σχ. 14Χ21, Σελ. 248, Τιμ. 7 €. |
|
|
|
|
|

Η ζύμη του Ευαγγελίου
Αγαθαγγέλου (Χαραμαντίδη), Μητροπολίτου Φαναρίου
Συλλογή εμβριθών ομιλιών του συγγραφέως σε ευαγγελικές περικοπές και σε σημαντικές εορτές του έτους, ένα πόνημα το οποίο βοηθά τους πιστούς να βιώσουν την εν Χριστώ ευχαριστιακή εμπειρία και να κατανοήσουν βαθύτερα τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Η έκδοση αφιερώνεται στη μνήμη του μεγάλου βιβλικού Θεολόγου, Μητροπολίτου Γόρτυνος, κυρού Ιερεμίου (Φούντα).
Σχ. 14Χ21, Σελ. 416, Τιμ. 15 €.
|
|
|
|
|
|
Στρατιωτικοί Ιερείς
Μελετίου Π . Κουράκλη, Αρχιμανδρίτου
Ο συγγραφεύς, όντας Διευθυντής του Σώματος Στρατιωτικών Ιερέων των Ενόπλων Δυνάμεων, είναι ο κατ’ εξοχήν ειδικός επί του θέματος της συμμετοχής των στρατιωτικών ιερέων στις χρυσές σελίδες των απελευθερωτικών πολέμων του Ελληνικού Στρατού. Στο νέο επιστημονικό του πόνημα εξετάζει επί τη βάσει ανέκδοτων μέχρι σήμερον πηγών τη συμμετοχή των ιερέων στο έπος των Βαλκανικών Πολέμων, την ποιμαντική διακονία τους προς το στράτευμα, αλλά και την ιερατική διακονία που ανέλαβαν στελεχὠνοντας έρημους Ναούς στις απελευθερωθείσες περιοχές. Το έργο προλογίζει ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος και ο τ. Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Στρατηγός Κων. Φλώρος.
Σχ. 17Χ24, Σελ. 720, Τιμ. 15€. |
|
|
|
|
|
Πέτρος ο Κναφεύς
Βλασίου Φειδά, Ομότ. Καθηγητή
Η ανωνυμία του συγγραφέα των Αρεοπαγιτικών έργων, η θεολογία των οποίων επηρέασε διαχρονικά και σε καταλυτικό βαθμό τη θεολογική σκέψη του χριστιανισμού σε Ανατολή και Δύση, αποτέλεσε ένα άλυτο μέχρι σήμερα πρόβλημα για τη διεθνή έρευνα. Ο καταξιωμένος ακαδημαϊκός με ενδελεχή ιστορικο-θεολογική έρευνα αποδεικνύει με αδιάσειστα στοιχεία για πρώτη φορά στη διεθνή βιβλιογραφία ότι ο ανώνυμος συντάκτης των Αρεοπαγιτικών έργων είναι ο αντιχαλκηδόνιος Πατριάρχης Αντιοχείας Πέτρος Κναφεύς (471-488).
Σχ. 17Χ24, Σελ. 296, Τιμ. 14€. |
|
|
|
|
|

Επετηρίδα 2026
Σχ. 8,5Χ13, Σελ. 120, Τιμ. 2€.
Ημεροδείκτης τοίχου 2026
Σχ. 21Χ29, Τιμ.4€.
|
|
|
|
|
|
|
|
ΑΓΙΟΛΟΓΙΟΝ |
|
|
|
† 10 Οκτωβρίου
Διονύσιος Ιερομάρτυς, ο Φιλόσοφος, Μητροπολίτης Λαρίσης
Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου,
Γενικού Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος,
Οι Νεομάρτυρες του Γένους, εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2021, σελ. 130-131
Ο ΄Αγιος Ιερομάρτυς Διονύσιος ήταν Ιεράρχης ελλογιμώτατος και φιλόσοφος, χλευαστικώς δε αποκαλούταν « σκυλοφιλόσοφος». Ήταν Ηπειρώτης από την Αβδέλλα με καταγωγή από τα Γρεβενά, γεννημένος στην Παραμυθιά γύρω στο 1560. Έγινε μοναχός στο Διχούνι σε πολύ μικρή ηλικία. Αργότερα, στην ηλικία των 15 ετών, έφυγε στην Πάδοβα για σπουδές σε ιατρική, φιλοσοφία, λογική, αστρονομία και ποίηση. Λόγω της ευρυμάθειας και της γλωσσομάθειάς του απέκτησε το προσωνύμιο «Φιλόσοφος». Το 1582 εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1593 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Λαρίσης.
Εδρεύοντας στην Τρίκκη και παρακινηθείς από τον Δούκα του Νεβέρ, ως έχοντος κληρονομικά δικαιώματα επί του θρόνου των Παλαιολόγων, προκάλεσε το 1600 την εξέγερση του χριστιανικού λαού κατά των Τούρκων στα ΄Αγραφα, μάλιστα καθόπλισε τους Έλληνες άνευ πολεμικής προπαρασκευής, μέσω της πίστεως στην ελευθερία και του χριστιανικού ενθουσιασμού.
Τότε προδόθηκε και το Πατριαρχείο έσπευσε να τον καθαιρέσει. Ο ίδιος αναγκάσθηκε να φύγει στην Ιταλία και αργότερα στην Ισπανία. Εκεί εξακολουθούσε να καταστρώνει σχέδια εξεγέρσεως κατά των Τούρκων, στέλνοντας στην Πελοπόννησο απεσταλμένους του για να προσεταιρισθεί τους Μανιάτες. Αργότερα, εξορμώντας από την Μονή του Αγίου Δημητρίου του Διχούνη (που βρίσκεται μεταξύ Παραμυθίας, Κερασόβου και Ραδοβίτσης) εισέβαλε στα Ιωάννινα το 1611 και πολιόρκησε το Διοικητήριο.
Όταν κατεπνίγη και αυτή η Επανάσταση, ο Διονύσιος κρύφθηκε σε ένα σπήλαιο που βρίσκεται στο Νησί της Λίμνης των Ιωαννίνων, προδόθηκε από τους Εβραίους και αφού συνελήφθη από τους Τούρκους, υπέστη φρικτά βασανιστήρια, παραμένοντας όμως γενναιόφρων και πιστός στην χριστιανική πίστη. Οι Τούρκοι έγδαραν ζωντανό τον ΄Αγιο και, αφού γέμισαν τό δέρμα του με άχυρα, τον περιέφεραν σε διάφορες πόλεις. Όταν τον έφερναν στην Κωνσταντινούπολη και το έδειξαν στον Σουλτάνο, αυτός ένιωσε φρίκη και σηκώθηκε από τον θρόνο. Εξ αυτού του λόγου αιτιολογείται πιθανώς η έλλειψη κάθε μνείας του Αγίου ανδρός, ο οποίος αδικήθηκε από την ιστορία, στους Συναξαριστές. Παρά ταύτα, ο Μάρτυρας αυτός για την εν Χριστώ άθλησή του εορτάζεται ως ΄Αγιος στην Ήπειρο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 10 Οκτωβρίου. |
|
|
|
|
ΑΡΘΡΟ |
|
|
|
Η ορθόδοξη αξιοποίηση των Αρεοπαγιτικών έργων
εναντίον των σχολαστικών θεολογικών συγχύσεων
Β. Ι. Φειδά
Η ορθόδοξη αντιμετώπιση των προφανώς εσφαλμένων και σαφώς απαράδεκτων σχολαστικών καινοτομιών της Εκκλησίας της Δύσεως επανέφερε, όπως θα δούμε, στο προσκήνιο τα Αρεοπαγιτικά έργα κατά την περίοδο των ησυχαστικών ερίδων του ΙΔ αιώνα, με κορυφαίους, όπως είδαμε, πολεμίους των απαραδέκτων αυτών καινοτομιών τόσο τον έγκριτο θεολόγο Νικόλαο Καβάσιλα, με το σπουδαίο πράγματι έργο του «Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας» (PG 150, 428-441), όσο και τον διαπρεπή ησυχαστή Οικουμενικό πατριάρχη Κάλλιστο Α΄ (1350-53, 1354-63) με τη σημαντική « Παραίνεσίν» του προς τον αρχιεπίσκοπο Τυρνόβου για την αποδοχή του αγίου Μύρου από το Οικουμενικό πατριαρχείο, ήτοι «κατά την νενομισμένην της Εκκλησίας παράδοσιν, τω τελουμένω εν τη αγιωτάτη του Θεού Μεγάλη Εκκλησία, καθώς τούτο διασαφεί και παραδίδωσιν ο τοιούτος μέγας Διονύσιος γίνεσθαι…» ( Miklosich - M ü ller , Acta et Diplomata , Ι, 440-441). Υπό το πνεύμα αυτό, ο διαπρεπής θεολόγος αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Συμεών (1417-1425) αξιοποίησε επίσης και κατά κόρον τα Αρεοπαγιτικά έργα τόσο στον « Διάλογον κατά αιρέσεων» (PG 155, 101 κεξ.), όσο και στις σπουδαίες μυσταγωγικές λειτουργικές και τελετουργικές πραγματείες του ( PG 150, 237-252).
Είναι λοιπόν ευνόητον, ότι μετά την απόσχιση της προτεσταντικής Μεταρρυθμίσεως από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία προέκυψε ένας αναπόφευκτος οξύτατος ομολογιακός ανταγωνισμός, στον οποίο οι προτεστάντες θεολόγοι αμφισβήτησαν ευλόγως τη γνησιότητα και της «αποστολικής ψευδωνυμίας» των ήδη ιεροποιημένων Αρεοπαγιτικών έργων σε όλες σχεδόν τις λειτουργικές, τις πνευματικές, τις μυστικές, τις μυστικιστικές, τις ασκητικές, τις θεολογικές, τις μυσταγωγικές και τις τελετουργικές τάσεις της σχολαστικής θεολογίας και πνευματικότητας της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Υπό το πνεύμα λοιπόν αυτό, οι μεγάλοι ρωμαιοκαθολικοί κυρίως θεολόγοι, πατρολόγοι, φιλόλογοι και ιστορικοί των μεγάλων κυρίως και ακμαίων μοναστικών ταγμάτων ( Βενεδικτίνων, Φραγκισκανών, Δομινικανών, Ιησουϊτών κ. α.) αναζήτησαν ευλόγως να αποκαλύψουν, με συστηματική μάλιστα έρευνα, τον κρυπτόμενον υπό την «αποστολική ψευδωνυμία» του Διονυσίου του αρεοπαγίτη ανώνυμο συντάκτη των σπουδαίων και πολύτιμων πλέον Αρεοπαγιτικών έργων, χωρίς όμως να έχουν, όπως είδαμε, τα αναγκαία η επιθυμητά αποτελέσματα.
Προφανώς, η μακραίωνη αυτή σημαντική επιστημονική έρευνα επικεντρώθηκε κυρίως και ακρίτως στο θεολογικό περιεχόμενο, τη φιλοσοφική ορολογία, τη μυστική ή μυσταγωγική πνευματικότητα και τη σχολαστική χριστοκεντρική τυπολογία της μυστηριακής ζωής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Υπό το πνεύμα αυτό, η εντυπωσιακή και πολύ σημαντική αυτή μακραίωνη επιστημονική έρευνα απέτυχε, όπως είδαμε, να εξιχνιάση τον πραγματικό συγγραφέα των αποδιδομένων στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη «Αρεοπαγιτικών έργων». Άλλωστε, η μακραίωνη αυτή επιστημονική έρευνα αγνόησε ακρίτως ή αφελώς τις ιστορικές πηγές τόσο για τους εξέχοντες θεολόγους της Ανατολής της συγκεκριμένης εποχής, όσο και για τα σχετικά σημαντικά εκκλησιαστικά γεγονότα της « αντιχαλκηδονικής περιόδου» (451-482).
Προφανώς, οι αξιόπιστες αυτές ιστορικές μαρτυρίες ήσαν απαραίτητες, αφού θα αποκάλυπταν ευκόλως, όπως είδαμε, όχι μόνο τον « κρυπτόμενον» ανώνυμο συντάκτη των Αρεοπαγιτικών έργων, αλλά και το εντυπωσιακό θεολογικό βάθος των Αρεοπαγιτικών έργων τόσο για την ποιότητα, όσο και για την αναφορά όλων των τελουμένων και των βιουμένων στο επίγειο και στο ουράνιο θυσιαστήριο, στο οποίο θύτης, θύμα, και θυσιαστήριο είναι, όπως είδαμε, ο ίδιος ο Χριστός. Πράγματι, το θεολογικό, μυσταγωγικό, τελετουργικό και αναγωγικό αυτό βάθος των Αρεοπαγιτικών έργων είχε ήδη ατονήση ή και απαξιωθή στη σχολαστική θεολογία της Δύσεως, γι’ αυτό η έρευνα δεν ήταν πλέον εύκολη και για τους διαπρεπείς σχολαστικούς θεολόγους, πατρολόγους, φιλολόγους και ιστορικούς της Δύσεως. Άλλωστε, δεν είχαν πλέον και οι ίδιοι τις αναγκαίες θεολογικές προϋποθέσεις όχι μόνο για να αξιοποιήσουν το βάθος αυτό στην επιστημονική τους έρευνα, αλλά και για να το εντάξουν στην αποκομμένη πλέον από την κοινή πατερική παράδοση της περιόδου των Οικουμενικών συνόδων σχολαστική θεολογία, γι’ αυτό κινήθηκαν στο πλαίσιο υποκειμενικών διαλεκτικών συλλογισμών η και αβασίμων πλασματικών θεολογικών υποθέσεων. |
|
|
|
|
|
|