ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

πίσω


ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΑΣ

Πρόλογος

Οι πηγές της πίστεως 1-12

Ο Χριστιανικός Θεός 13-21

Ο Χριστιανικός Θεός 22-28

Ανθρωπολογία 29-39

Ανθρωπολογία 40-55

Τριαδολογία 56-65

Χριστολογία 66-72

Χριστολογία 73-78

Η Θεοτόκος 79-83

Η Απολύτρωση 84-94

Εκκλησιολογία 95-101

Εκκλησιολογία 102-113

Η Θεία Χάρις 114-121

Η δικαίωση του ανθρώπου 122-132

Η πλήρωση του Ευαγγελικού Νόμου 133-138

Τα μέσα της χάριτος 139-147

Τα μέσα της χάριτος 148-157

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 158-168

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 169-172

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 173-191

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 192-201

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 202-206

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 207-213

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 214-217

Σημειώσεις

ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΣΥΜΒΟΛΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Πρόλογος

Εισαγωγή

Αρθρον πρώτον

Αρθρον δεύτερον

Αρθρον τρίτον

Αρθρον τέταρτον

Αρθρον πέμπτον

Αρθρον έκτον

Αρθρον έβδομον

Αρθρον όγδοον

Αρθρον ένατον

Αρθρον δέκατον

Αρθρον ενδέκατον

Αρθρον δωδέκατον

Παράρτημα

Εντολή πρώτη

Εντολή δευτέρα

Εντολή τρίτη

Εντολή τετάρτη

Εντολή πέμπτη

Εντολή έκτη

Εντολή εβδόμη

Εντολή ογδόη

Εντολή ενάτη

Εντολή δεκάτη

Υποσημειώσεις

1 - 25

26 - 50

51 - 75

76 - 100

101 - 150

151 - 200

201 - 250

251 - 300

301 - 350

351 - 400

401 - 450

451 - 491

148. Τίἐννοοῦμε λέγοντας τελείωση τῶν μυστηρίων;

149. ῾Η τέλεση τῆς ἐξωτερικῆς πράξεως τοῦ μυστηρίου εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν τελείωση τοῦ μυστηρίου;

150. Μποροῦν οἱ λαϊκοί νά τελέσουν τάἐκκλησιαστικά μυστήρια;

151. Εἶναι ἔγκυρα τάὑπό τῶν αἱρετικῶν τελούμενα μυστήρια;

152. Πόσα εἶναι τάἐκκλησιαστικά μυστήρια;

153. Τί εἶναι ὁἀνεξάλειπτος χαρακτήρας τῶν μυστηρίων;

154. Τί εἶναι οἱ μυστηριοειδεῖς τελετές;

155. Τί φρονοῦν περί τῆς οὐσίας τῶν μυστηρίων οἱ Διαμαρτυρόμενοι;

156. Δέχονται ὅλα τά μυστήρια οἱ Προτεστάντες;

157. ᾿Επιτρέπεται ἡ διαμυστηριακήἐκκλησιαστική κοινωνία (Ιὃὦὸἶὴ῏ἣἣ῟ὃἂ῏);

148.
Τίἐννοοῦμε λέγοντας τελείωση τῶν μυστηρίων;

᾿Εννοοῦμε τά τέλεια μυστήρια, τά κανονικά καίἔγκυρα, τάὁποῖα τελούμενα στούς πιστούς μποροῦν νά μεταδώσουν τά σωτήριά τους ἀποτελέσματα. Γιά νά γίνει ὅμως αὐτόἀπαιτοῦνται ὁρισμένοι ὅροι.

 

149. ῾Η τέλεση τῆς ἐξωτερικῆς πράξεως τοῦ μυστηρίου εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν τελείωση τοῦ μυστηρίου;

῾Η τέλεση τῆς ἐξωτερικῆς πράξεως τοῦ μυστηρίου πού εἶναι τό αἰσθητό σημεῖο του καίἀποτελεῖται ἀπό λόγους καί τελετές καθορισμένες ἀπό τήν ᾿Εκκλησία, εἶναι ἀναγκαία γιά τήν τελείωση τοῦ μυστηρίου.

Δέν πρέπει ὅμως νάἐκληφθεῖὡς κάτι τό μαγικό πούἐνεργεῖἁπλά μέ συλλαβές καίἐξωτερικές κινήσεις, καί μηχανικά διοχετεύει τήν ἁγιάζουσα χάρη, ἀλλά σάν λογική παράσταση καίἔκφραση τῆς πίστεως τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡὁποία προτίθεται νά μεταδώσει τή σώζουσα χάρη. Αὐτό φυσικάἔχει σημασία γιά τίς χριστιανικές ἐκεῖνες κοινότητες πού, ἄν καί κατά τόἐξωτερικό μέρος τελοῦν ὀρθῶς τά μυστήρια, ὅμως ἄλλα πρεσβεύουν περί τῆς οὐσίας τους. Τό φαινόμενο αὐτό δημιουργεῖ προβλήματα στήν κατ’ οἰκονομίαν εἰσδοχή τῶν ἑτεροδόξων στούς κόλπους τῆς ᾿Ορθόδοξης Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας.

 

150. Μποροῦν οἱ λαϊκοί νά τελέσουν τάἐκκλησιαστικά μυστήρια;

῎Οχι, δέν μποροῦν. ῾Η ἰδέα ὅτι μποροῦν ἀνήκει στούς Προτεστάντες, οἱὁποῖοι, συνεπεῖς πρός τίς βασικές ἐκκλησιολογικές τους ἀρχές, ἀπέρριψαν τόἱερατεῖο. Κατά τήν ὀρθόδοξη πίστη τά μυστήρια τελεῖ μόνο τόἱερατεῖο, ὁἐπίσκοπος ἤὁ πρεσβύτερος. Τῶν λειτουργῶν τῶν μυστηρίων τόὁποιοδήποτε θρησκευτικό φρόνημα ἤὁἠθικός βίος δέν ἀσκοῦν ἐπίδραση στό κύρος τῶν ἱερῶν μυστηρίων. ῾Ο λόγος εἶναι προφανής. Τά μυστήρια ἀντλοῦν τήν ὑπόσταση καί τήν ὅποια δύναμή τους ἀπ’ εὐθείας ἀπό τόν Κύριο ᾿Ιησοῦ Χριστό, ὁὁποῖος παραμένει καίἐνεργεῖ τό σωτήριο ἔργο του στό μυστικό σῶμα του, τήν ᾿Εκκλησία. ῾Ο ἱερέας εἶναι ἁπλά τόἀπαραίτητο ὄργανο, διά τοῦὁποίου ἡ θεία χάρη τελειοῖ τό μυστήριο.

Μέἄλλα λόγια τό κύρος τῶν μυστηρίων δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τόὅποιο ποιόν τοῦ λειτουργοῦ, ἀλλάἀπό τήν κεφαλή τῆς ᾿Εκκλησίας, τόν Κύριο. ῎Αν ἐξαρτιόταν ἀπό τό φρόνημα τοῦ λειτουργοῦ καί τήν ἠθική του ποιότητα, θάἦταν κάτι ἀμφίβολο πού θάἔθετε σέ κίνδυνο τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Δέν μπορεῖς ν’ ἀμφιβάλλεις ἄν στό μυστήριο, λ.χ. τῆς θείας εὐχαριστίας, ὁἄρτος καίὁ οἶνος δέν μεταποιοῦνται σέ σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ, ἐπειδήὁἱερέας εἶναι ἄτακτος στή ζωή του. Κάτι τέτοιο θάἦταν πραγματικάὀλέθριο.

᾿Εκεῖνο πούἀπαιτεῖται ἀπό τόν ἱερέα εἶναι ἡ πρόθεσή του πούἐκφράζεται ἐξωτερικά, νά τελέσει τό μυστήριο ὄχι πρός ἐμπαιγμόἤὑποδειγματική διδασκαλία (νά δείξει δηλαδή σέ κάποιον πῶς τελεῖται τό μυστήριο), ἀλλά μέ σοβαρότητα, σύμφωνα μέ τόν καθιερωμένο τύπο τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Αρκεῖ βέβαια νάἐνεργεῖἐλεύθερα καίὄχι ἀναγκαστικά.

 

151. Εἶναι ἔγκυρα τάὑπό τῶν αἱρετικῶν τελούμενα μυστήρια;

᾿Ασφαλῶς ὄχι. ῎Εγκυρα καί κανονικά εἶναι μόνο τά μυστήρια τάὁποῖα τελοῦνται στόἔδαφος τῆς ἀληθινῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ᾿Ορθόδοξη Καθολική. ᾿Επί τῇ βάσει τῆς ἀρχῆς τῶν Πατέρων «῟ὲἂ Εὴὴ῝ὸὖἂὰ, ἂὲἂὸὦὣἆἂἶἂὦ῟ὖὣὰὃὴὦ῟ὖ208 (δηλ. ὅπου ἡ᾿Εκκλησία ἐκεῖ τό Πνεῦμα τό῞Αγιο), ἡὀρθόδοξη θεολογία δέχεται τήν ᾿Εκκλησία ὡς τή μόνη ταμειοῦχο τῆς θείας χάριτος κιβωτό, ἑπομένως ὅ,τι ὑπάρχει ἔξω ἀπ’ αὐτή δέν μπορεῖ νά μεταδώσει τή λυτρωτική χάρη τοῦ Κυρίου. Οἱ αἱρετικοί πού εἶναι ἔξω ἀπό τήν ᾿Εκκλησία δέν μποροῦν νά μεταδώσουν τή χάρη, τήν ὁποία ἔχασαν. Δίδει κανείς ἐκεῖνο τόὁποῖο ἔχει, ὄχι ἐκεῖνο πού δέν ἔχει.

Κατάἀκρίβεια δογματική τά μυστήρια τῶν αἱρετικῶν καί τῶν ἑτεροδόξων (Ρωμαιοκαθολικῶν, Προτεσταντῶν κ.ἄ.) εἶναι ἄκυρα, δηλαδή δέν παρέχουν τή θεία χάρη. ῾Υπάρχει ὅμως παράλληλα καίἕνα ἄλλο μέτρο ἐκτιμήσεως στήν ᾿Ορθόδοξη Καθολική᾿Εκκλησία. Εἶναι τό μέτρο τῆς οἰκονομίας. Εἶναι δέἡ οἰκονομία ἡ προσωρινή παρέκκλιση ἀπό τήν αὐστηρότητα τῆς δογματικῆς ἀκρίβειας. ᾿Εκεῖνο δηλαδή πού κατά τή δογματικήἀκρίβεια ἀπορρίπτεται ὡς ἀσύστατο καίἄκυρο, κατά τήν οἰκονομία μπορεῖ κατά περίπτωση νά γίνει ἀποδεκτό. Αὐτό, πού γινόταν καί στήν ἀρχαία ᾿Εκκλησία, εἶναι ἔκτακτη συγκατάβαση τῆς ᾿Εκκλησίας πούἐξυπηρετεῖ τίς ἀνάγκες καί τό δικό της πνευματικόὄφελος. Τό μέτρο αὐτό πού δέν μπορεῖ νά εἶναι τακτικός θεσμός, ἀφορᾶ μόνο στίς περιπτώσεις προσχωρήσεως τῶν αἱρετικῶν στούς κόλπους τῆς ᾿Ορθοδοξίας. Σέ περίπτωση πού τό μέτρο τῆς οἰκονομίας διευρυνθεῖ, ἔστω καί γιά τάἐκτός αὐτῆς μυστήρια πού τελοῦνται μέ τόὀρθό τελετουργικό τυπικό καί στόὄνομα τῆς ῾Αγίας Τριάδος, τότε διευρύνονται καί τάὅρια τῆς ὁρατῆς ᾿Εκκλησίας, πράγμα πολύἐπικίνδυνο γιά τή συνείδηση καί τήν πνευματική της ζωή.

Τό δογματικό πρόβλημα πού δημιουργεῖται μέ τήν ἐφαρμογή τοῦ μέτρου τῆς οἰκονομίας εἶναι μεγάλο. ῎Η τά μυστήρια τῶν αἱρετικῶν εἶναι ἀπόἄποψη δογματικήἄκυρα, ὁπότε ὅποιο μέτρο οἰκονομίας δέν ἔχει νόημα, ἤ τό μέτρο τῆς οἰκονομίας εἶναι ἰσχυρό, ὁπότε παραβλάπτεται τό δόγμα τῆς πίστεως. Φυσικά, ὅπως λένε καί γίνεται ἀποδεκτό, ἡ οἰκονομία δέν ἀφορᾶ ζητήματα δογματικά. ῞Ομως τό κύρος τῶν μυστηρίων δέν εἶναι θέμα δογματικό; Πῶς ἕνας ἑτερόδοξος, φέρ’ εἰπεῖν, πού εἶναι ἐκτός τῆς ἀληθινῆς ᾿Εκκλησίας, γίνεται κοινωνός ὀρθόδοξου μυστηρίου, συνάπτοντας γάμο μέὀρθόδοξο μέλος τῆς ᾿Εκκλησίας; Τό μυστήριο τοῦ γάμου δέν εἶναι θέμα δογματικό;

Τέλος εἶναι δύσκολο νάἐννοήσουμε, πῶς ἕνα μυστήριον πού εἶναι φύσει ἄκυρο (ἄν καίὄχι ἐντελῶς ἀνυπόστατο), μέ τό μέτρο τῆς οἰκονομίας γίνεται ἔγκυρο καίἀποδεκτό. Οἱ πρακτικοί βέβαια λόγοι εἶναι κατανοητοί. Μέ τό δόγμα ὅμως τί γίνεται; Νάὑποθέσουμε ὅτι ἡ᾿Εκκλησία, ὡς κυρίαρχο σῶμα, μπορεῖ νά μεταβάλλει κατά τίς περιστάσεις τό φύσει ἄκυρο σέἔγκυρο πρός ἐξυπηρέτηση τοῦ ποιμαντικοῦἔργου της;

 

152. Πόσα εἶναι τά ἐκκλησιαστικά μυστήρια;

Εἶναι ἑπτά· Τό βάπτισμα, τό χρίσμα, ἡ εὐχαριστία, ἡ μετάνοια, ἡἱερωσύνη, ὁ γάμος καί τό εὐχέλαιο. Τό γιατίὁ Χριστός ἵδρυσε μόνο ἑπτά μυστήρια δέν εἶναι δικό μας ζήτημα νά ἐρευνήσουμε. Εἶναι κάτι πούἀνήκει στήν ἀγαθότητα καί τήν πανσοφία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ἐμεῖς ἀγνοοῦμε. Φυσικά δέν εἶναι αὐθαίρετη ἡ βουλή καίἡἐνέργεια τοῦ Κυρίου. ᾿Εκ τῶν ὑστέρων μελετώντας τά μυστήρια βλέπουμε τή σοφή καί σκόπιμη διάταξή τους σάν τελετές πούἀποβλέπουν στόν ὁλοκληρωτικόἁγιασμό τοῦἀνθρώπου, στή σφαιρική πλήρωση τῶν πνευματικῶν, σωματικῶν καί κοινωνικῶν του ἀναγκῶν. ῞Οπως δηλαδήὁἄνθρωπος γεννιέται φυσικῶς, προάγεται καί τρέφεται, ἔτσι διά τοῦ βαπτίσματος δημιουργεῖται ἡ νέα πνευματικήὕπαρξη, ἡὁποία προάγεται διά τοῦ χρίσματος καί τρέφεται διά τῆς θείας εὐχαριστίας. Περαιτέρω διά τῆς μετάνοιας καί τοῦ εὐχελαίου ἀποκαθίστανται στούς πιστούς ἡ διαταραχθείσα ἀπό τήν ἁμαρτία πνευματικήὑγεία τῆς ψυχῆς καίἀντιμετωπίζονται οἱ φυσικές τοῦ σώματος ἀσθένειες· ἐνῶ διά τοῦ γάμου ἀποσκοπεῖται ἡ μετάδοση τοῦ γένους καί διά τῆς ἱερωσύνης ἐξασφαλίζεται ἡ διακυβέρνηση τῆς ᾿Εκκλησίας. Αὐτάὅλα φυσικά εἶναι σχηματικά καίἐκ τῶν ὑστέρων διαπιστώσεις πού κάνουμε γιά νά βροῦμε τόν ἰδιαίτερο λόγο τῆς συστάσεως καί τῆς σκοπιμότητας τῶν μυστηρίων.

Στήν ῾Αγία Γραφή ἐλλείπουν μαρτυρίες περί τοῦἀριθμοῦἑπτά τῶν μυστηρίων, ἄν καίὑπάρχουν σ’ αὐτήν ἀρκετές ἐνδείξεις περί τῆς ὑπάρξεως τῶν ἐπί μέρους μυστηρίων. ῾Ομοίως καί στήν παράδοση τῆς ᾿Εκκλησίας δέν μνημονεύονται μαζί καί τά ἑπτά μυστήρια. Μόλις τόν 13ον αἰώνα ἀναφέρονται γιά πρώτη φορά εἰς μέν τήν ᾿Ανατολήἀπό τό μοναχό᾿Ιώβ καί τόν Μιχαήλ Παλαιολόγο, ὁὁποῖος τό 1274 ὑπέβαλε στή σύνοδο τῆς Λυών ὁμολογία ἀριθμούσα τάἑπτά μυστήρια· ἐνῶ στή Δύση ἀναφέρονται γιά πρώτη φοράἀπό τόν ᾿Αλέξανδρο Γ´ καί τόν Πέτρο τόν Λομβαρδό. ῾Ο λόγος τῆς παρασιώπησης αὐτῆς ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ἡἀρχαία ᾿Εκκλησία δέν εἶχε λόγο εἰδικό νά μελετήσει συστηματικά τάἱερά μυστήρια καί νά καθορίσει τόν ἀριθμό τους. ῎Επειτα τάἐκκλησιαστικά μυστήρια στήν ἀρχήἐφέρονταν συνδεδεμένα μέἄλλα ἱερά πράγματα καί πράξεις, ὅπως ὁ μοναχικός βίος, ἡἐπικήδεια ἀκολουθία, ὁ σταυρός κ.ἄ. ῞Οπως εἶναι φυσικό αὐτό δημιουργοῦσε σύγχυση καί δυσκόλευε τό σαφή καθορισμό τοῦἀριθμοῦ τῶν μυστηρίων.

᾿Εν πάσῃ περιπτώσει οἱ ἱεροί Πατέρες φαίνεται νά γνωρίζουν καί τάἑπτάἐκκλησιαστικά μυστήρια, ἄσχετα ἄν στάἔργα τους μνημονεύουν ἀποσπασματικάὁρισμένα ἀπ’ αὐτάἀνάλογα μέ τίς περιστάσεις καί τίς ἀνάγκες τοῦ διδακτικοῦ καί ποιμαντικοῦἔργου τους. ῎Αν δέ παραμένει κάποια ἀμφιβολία, αὐτήν αἴρουν τόσο ἡ πράξη τῆς ᾿Ανατολικῆς καί τῆς Δυτικῆς ᾿Εκκλησίας, οἱὁποῖες ἐγνώριζαν ἀνέκαθεν τόν ἀριθμόἑπτά τῶν μυστηρίων, ὅπως μαρτυροῦν τάἀρχαῖα τους λειτουργικά καί εὐχολόγια, ὅσο καίἡ πράξη τῶν Μονοφυσιτῶν καί Νεστοριανῶν, τῶν ἀποκοπέντων ἀπό τήν ᾿Εκκλησία τήν Ε´ἑκατονταετηρίδα, οἱὁποῖοι γνωρίζουν καί χρησιμοποιοῦν ὅλα τάἐκκλησιαστικά μυστήρια.

 

153. Τί εἶναι ὁἀνεξάλειπτος χαρακτήρας τῶν μυστηρίων;

Εἶναι διδασκαλία πού προσπαθεῖ νάἐξηγήσει τή μήἐπανάλειψη τῶν μυστηρίων τοῦ βαπτίσματος, τοῦ χρίσματος καί τῆς ἱερωσύνης. ῾Ως γνωστό, τά μυστήρια αὐτά τελοῦνται μία μόνο φορά. ῾Η θεωρία διατυπώθηκε ἀπό τή σχολαστική θεολογία τῆς Ρωμαϊκῆς ᾿Εκκλησίας καίἔκανε τήν εἴσοδό της καί στήν ὀρθόδοξη θεολογία209. Στά μυστήρια αὐτά, ἐκτός ἀπό τή θεία χάρη ἡὁποία μεταδίδεται στούς βαπτιζομένους, χριομένους καίἱερωμένους, χαράσσεται σ’ αὐτούς κάποιο σημεῖο, κάποια σφραγίδα, ἕνας χαρακτήρας ἀνεξάλειπτος (ὴ῍ὰἶὰὴὦὸἶἂὃὶὸ῝ὸὲἂ῝ἂὖ) πού τούς ξεχωρίζει ἀπό τούς ἄλλους. ῞Οπως ὁ ποιμένας –λένε– χαράσσει στό πρόβατό του κάποιο σημάδι, τόὁποῖο δέν φεύγει ἀπό πάνω του ἔστω κι ἄν αὐτό χαθεῖ, ἔτσι καί σ’ ὅσους δέχονται τό βάπτισμα, τό χρίσμα καί τήν ἱερωσύνη ἀποτίθεται κάποιο σημάδι, κάποια σφραγίδα πού δέν χάνεται, ἔστω κι ἄν ὁἄνθρωπος ἐκπέσει τῆς χάριτος, δυνάμει τῆς ὁποίας ἔχει τήν ἰδιότητα νά δέχεται καί νά μεταδίδει θεῖες δωρεές.

῾Η διδασκαλία αὐτή δέν ἔχει ἐρείσματα στήν ῾Αγία Γραφή. Τά χωρία ᾿Εφεσ. 1,13 καί Β´ Κορ. 1,21-22 εἶναι πολύἀόριστα, ὥστε νά στηρίξουν μιά τέτοια διδασκαλία. ᾿Επίσης γενικές καίἀόριστες εἶναι καί οἱ σχετικές μαρτυρίες ὁρισμένων ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν (Κύριλλος ῾Ιεροσολύμων, ᾿Ωριγένης). Τό πολύἡ θεωρία αὐτή μπορεῖ νά χρησιμοποιηθεῖὡς θεολογική γνώμη γιά τήν ἐξήγηση τῆς μήἐπαναλήψεως τῶν μυστηρίων κυρίως στίς περιπτώσεις ἐπιστροφῆς τῶν ἐξωμοτῶν, αἱρετικῶν καί σχισματικῶν στούς κόλπους τῆς ἀληθινῆς ᾿Εκκλησίας, ἀπό τήν ὁποία ἐξέπεσαν.

 

154. Τί εἶναι οἱ μυστηριοειδεῖς τελετές;

Εἶναι τελετές καίἱερουργίες πούἀπό παλαιάὑπῆρχαν στήν ᾿Εκκλησία, παρεμφερεῖς πρός τάἱερά μυστήρια ἀπό τάὁποῖα διαφέρουν κατά τό εἶδος καί τάἀποτελέσματα τῆς ἐνέργειας. ῾Η κύρια διαφορά εἶναι ὅτι ἐνῶ τῶν μυστηρίων ἡἐνέργεια γίνεται «ἐξ ἀνάγκης», δηλ. παρέχουν ἀναμφισβήτητα τή θεία χάρη, ἡ εὐλογία ἡ παρεχόμενη διά τῶν μυστηριοειδῶν τελετῶν δέν εἶναι πάντοτε βεβαία, ἐξαρτώμενη ἀπό τίς ὑποκειμενικές συνθῆκες τοῦ δεχομένου αὐτές πιστοῦ.

Εἶναι δέ οἱ τελετές αὐτές εἴτε εὐλογίες εἴτε καθιερώσεις. Οἱ εὐλογίες πού γίνονται διά τοῦ σταυροῦἤ καί μέἄλλο τρόπο εἶναι ἐπικλήσεις τῆς θείας χάριτος καί βοήθειας στή λογική καίἄλογη κτίση, οἱ δέ καθιερώσεις εἶναι ἀρνητικά μέν προσευχές ἐξορκισμοῦ, δηλαδή δεήσεις γιάἀπαλλαγήἀπό τό κράτος τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων εἴτε ἐπί τῶν ἀνθρώπων εἴτε ἐπί τῆς φυσικῆς κτίσεως, ἐνῶ θετικά εἶναι ἡ καθιέρωση προσώπων ἤ πραγμάτων ἀπό τήν καθημερινή τους χρήση σέ σκοπούς ἱεροπρεπεῖς. Οἱἱερουργίες αὐτές στηρίζονται στή δύναμη μέ τήν ὁποία ὁ Χριστός ἐφοδίασε τήν ᾿Εκκλησία του210 νά καταγωνίζεται στόὄνομά Του τίς σκοτεινές δυνάμεις τῆς ἁμαρτίας πού κυριαρχοῦν στή λογική καίἄλογη κτίση. ῎Αλλες ἀπ’ αὐτές εἴτε θεσπίστηκαν ἀπό τήν ἴδια τήν ᾿Εκκλησία εἴτε διαμορφώθηκαν σιγά σιγά κατ’ ἔθος στή ζωή της.

Πρέπει ὅμως νά εἴμαστε προσεκτικοί καί νά κάνουμε τή διάκριση περί τῆς ὁποίας μιλήσαμε στήν ἀρχή τοῦἐρωτήματος, ὅτι τά μέν μυστήρια μετοχετεύουν δραστικά τή θεία χάρη, χωρίς τό κύρος τους νάἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἠθικότητα τῶν λειτουργῶν, ἐνῶἡἐνέργεια τῶν μυστηριοειδῶν τελετῶν δέν εἶναι πάντοτε βεβαία, ἐξαρτώμενη ἀπόὑποκειμενικούς παράγοντες ἐκ μέρους αὐτῶν πού δέχονται τή θεία εὐλογία. ῎Αν δέν κάνουμε αὐτό, εἶναι πολύ πιθανό νά περιπέσουμε σέ σύγχυση καί παρεκδοχή τῶν πραγμάτων.

 

155. Τί φρονοῦν περί τῆς οὐσίας τῶν μυστηρίων οἱ Διαμαρτυρόμενοι;

Οἱ Διαμαρτυρόμενοι διδάσκουν διαφορετικά πράγματα ἀπόὅ,τι οἱ᾿Ορθόδοξοι καί οἱ Ρωμαιοκαθολικοί. ῞Ο,τι περί μυστηρίων πρεσβεύουν εἶναι ἀνάλογο πρός τά περίἀόρατης ᾿Εκκλησίας καί δικαιώσεως, ὡς ἐξωτερικῆς σχέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο (ὄχι δηλαδήὡς ἐσωτερικῆς οὐσιαστικῆς ἀναγεννήσεως), διδάγματά τους. ᾿Από τά πολλά πού λένε, τάὁποῖα δέν εἶναι πάντοτε συνεπή πρός τίς βασικές τους ἀρχές, θάἐπισημάνουμε λίγα μόνο ἐνδεικτικά. Τό κοινό σημεῖο τῆς περί μυστηρίων προτεσταντικῆς διδασκαλίας εἶναι ὅτι αὐτά δέν εἶναι δραστικά μέσα τῆς χάριτος. ῎Αν ὄντως ἦταν ἔτσι, θάἔρχονταν σέἀντίθεση πρός τά περίἀόρατης ᾿Εκκλησίας ἰδιαίτερα διδάγματά τους. ῎Ετσι τά μυστήρια δέν εἶναι κυρίως ὄργανα καί μέσα τῆς χάριτος, δηλαδή παρακολουθεῖ μέν μαζί μέ τήν ὕλη τοῦ μυστηρίου ἡ θεία δωρεά, χωρίς ὅμως νά παρέχεται ἀνεξαίρετα σέὅλους, ἀλλά μόνο στούς προορισμένους γιά τήν αἰώνια ζωή (Καλβίνος, Ζβίγγλιος). Τά μυστήρια εἶναι ἁπλές τελετές ἀπό τίς ὁποῖες δέν παίρνουμε τίποτε τό συγκεκριμένο, ἀλλά δείχνουμε ἁπλά τήν ὑπακοή μας στό Χριστό (Σωκινιανοί). Εἶναι διακριτικά γνωρίσματα τῶν χριστιανῶν, ἀλλά καί σημεῖα ἀπεικονίζοντα στό νοῦ μας τή χάρη τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἐπενέργεια τῶν ὁποίων ὠφελούμεθα μόνο ἠθικῶς (᾿Αρμινιανοί καί Μεννωνίτες).

᾿Αξιοπρόσεκτη εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Κουακέρων, ἡὁποία εἶναι σέὅλα συνεπής πρός τή βασική προτεσταντικήἀρχή. ῎Ετσι, στηριζόμενοι στήν ἀντίληψη ὅτι ὁ Θεός σώζει τόν ἄνθρωπο ἄμεσα, χωρίς ἐξωτερικά μέσα, ἀρνήθηκαν τελείως τόν ἐξωτερικό χαρακτήρα τῶν μυστηρίων. Προσχωρήσαντες δέ στήν Πνευματοκρατία (ὣἆἂἶἂὦ῟ὰ῝ἂὖἣ῟ὖ), δέχτηκαν πνευματικό βάπτισμα (τήν ἐν Χριστῷ κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπό τήν ἁμαρτία) καί πνευματική θεία εὐχαριστία (τή μυστικήἕνωση τῆς ψυχῆς μέ τόν Κύριο), τῶν ὁποίων τύποι εἶναι τό δι’ ὕδατος βάπτισμα καίὁἄρτος καίὁ οἶνος στήν εὐχαριστία.

῞Ομως οἱ Διαμαρτυρόμενοι δέν μένουν πάντα συνεπεῖς στή βασική τους προτεσταντικήἀρχή. ῎Αν ἐξαιρέσει κανείς τούς ἀκραίους Καλβινιστές, οἱὁποῖοι μένουν σταθερά προσκολλημένοι στά περίἀπόλυτου προορισμοῦ διδάγματά τους, οἱἄλλοι Προτεστάντες καί κυρίως οἱ Λουθηρανοί, πιεζόμενοι στόν ἀγώνα τους ἐναντίον τῆς Ρωμαϊκῆς ᾿Εκκλησίας καίἐπιθυμοῦντες νά καθορίσουν τήν ἐκκλησιολογική τους ταυτότητα στόν κύκλο τῶν πολλῶν προτεσταντικῶν παραφυάδων πούἀπέκλιναν αἰσθητάἀπ’ αὐτούς, ἄρχισαν νά δέχονται τόν ὑπερφυή χαρακτήρα τῶν μυστηρίων, ὡς τελετῶν στίς ὁποῖες ὁ Θεός παρέχει στόν ἄνθρωπο αὐτό πούὑπόσχεται νά μεταδώσει ἡ συνδεδεμένη μέ τό μυστήριο τελετή.

Σέ ὅλες ὅμως τίς περιπτώσεις οἱ Προτεστάντες δέν μποροῦν ν’ ἀποσείσουν ἐντελῶς τήν Πνευματοκρατία πού εἶναι σύμφυτη στό περί᾿Εκκλησίας δόγμα τους, οὔτε νά δεχτοῦν διαφοροποίηση τῆς παρεχόμενης διά τῶν μυστηρίων χάριτος, δεχόμενοι μία κατ’ οὐσία χάρη, τή χάρη ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τήν κρατύνουσα τήν εἰς Θεό πίστη. Σ’ αὐτό διαφοροποιοῦνται ριζικάἀπό τήν ὀρθόδοξη καί ρωμαιοκαθολικήἀντίληψη, κατά τήν ὁποία ἡ χάρη δέν εἶναι μόνο χάρη ἀφέσεως ἀλλά καίἀνακαινίσεως καίἀναγεννήσεως τῆς φύσεως τοῦἀνθρώπου.

 

156. Δέχονται ὅλα τά μυστήρια οἱ Προτεστάντες;

῎Οχι. ῎Εχοντας τήν ἀντίληψη ὅτι πραγματικά μυστήρια εἶναι ὅσα ἐκπεφρασμένα στή Γραφήἔχουν θεία σύσταση καίἐξωτερικήὕλη, ὡς μυστήρια δέχονται δύο μόνο, τό βάπτισμα καί τή θεία εὐχαριστία. Γιά τάὑπόλοιπα πέντε φρονοῦν, ὅτι ἡ μέν ἱερωσύνη, ἡ μετάνοια καίὁ γάμος εἶναι ὠφέλιμες διατάξεις τοῦ Θεοῦ πού παρέχουν εὐλογία στούς πιστούς, ἐνῶ τό χρίσμα καί τό εὐχέλαιο εἶναι ἀνθρώπινα κατασκευάσματα περιττά γιά τήν ᾿Εκκλησία. Τίς ἀντιλήψεις βέβαια αὐτές δέν τίς δέχονται ὅλοι οἱ Διαμαρτυρόμενοι. ῾Η ᾿Αγγλικανική᾿Εκκλησία δέχεται καί τάἑπτάἐκκλησιαστικά μυστήρια, ἐνῶ οἱ Μεννωνίτες δέχονται καί τό ποδόνιπτρον, ὡς θεοσύστατη τελετήἀναγκαία διά τούς πιστούς καίὠφέλιμη.

Δύο εἶναι κυρίως οἱ αἰτιάσεις τῶν Προτεσταντῶν κατά τοῦἀριθμοῦἑπτά τῶν μυστηρίων· α) ὁ κυμαινόμενος ἀριθμός τους στήν παράδοση τῆς ᾿Εκκλησίας καί β) ἡ θεία σύσταση καί τό αἰσθητό σημεῖο πού κατ’ αὐτούς δέν ἔχουν ὅλα τά μυστήρια. Περί τούτων ὅμως εἴπαμε σχετικά σέ προηγούμενό μας ἐρώτημα. ῾Ως πρός τό αἰσθητό σημεῖο εἰδικά, τόὁποῖο θεωρεῖται ὡς βασικό στοιχεῖο τῆς πραγματικότητας τῶν μυστηρίων, οἱ Διαμαρτυρόμενοι δέν εἶναι πάντοτε συνεπεῖς, γιατί θάἔπρεπε νά δεχθοῦν καί τόν ἱερό Νιπτήρα, ὡς μυστήριο, διάταξη πούἔχει σαφῶς αἰσθητόἐξωτερικό σημεῖο. ῾Ο ἀληθής ὅμως λόγος ἀπορρίψεως τοῦἀριθμοῦἑπτά τῶν μυστηρίων εἶναι μᾶλλον τό εἶδος τῆς χάριτος, τήν ὁποία διακονοῦν τάἱερά μυστήρια. ᾿Αφοῦ κατά τή βασική προτεσταντικήἀρχή τά μυστήρια παρέχουν μόνο τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν (ἰδέα ἀνάλογη πρός τή φύση τῆς δικαιώσεως) καίἐνισχύουν τήν περί τούτου πίστη τῶν χριστιανῶν, ἦταν ἑπόμενο νά δεχτοῦν ὡς κύριο μυστήριο μόνο τό βάπτισμα, τόὁποῖο παρέχει ἄφεση ὄχι μόνο τῶν ἁμαρτημάτων πού προηγήθηκαν αὐτοῦἀλλά καίἐκείνων πούἔγιναν μετά ταῦτα. ῞Οπως δέ εἶπε ὁ Λούθηρος, ὁἁμαρτάνων μετά τό βάπτισμα ὑπεισέρπει τρόπον τινά σ’ αὐτό καί λαμβάνει τήν ἄφεση τῶν παραπτωμάτων του.

 

157. ᾿Επιτρέπεται διαμυστηριακή ἐκκλησιαστική κοινωνία (Ιὃὦὸἶὴ῏ἣἣ῟ὃἂ῏);

῎Οχι. Δέν ἐπιτρέπεται χριστιανός ὀρθόδοξος νά κοινωνήσει τῶν ἀχράντων μυστηρίων ἀπό ρωμαιοκαθολικό οὔτε ρωμαιοκαθολικός ἀπόὀρθόδοξο. Εἶναι πολύ μεγάλη ἁμαρτία. ῾Ο ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει· «Πάσῃ δυνάμει φυλαξώμεθα μή λαμβάνειν μετάληψιν αἱρετικῶν μήτε διδόναι... ἵνα μέτοχοι τῆς κακοδοξίας καί τῆς αὐτῶν γενώμεθα κατακρίσεως». Οἱἱεροί Κανόνες τῆς ᾿Εκκλησίας ἀπαγορεύουν καί τήν συμπροσευχήἀκόμη μετά τῶν αἱρετικῶν (ἑτεροδόξων) καίἀλλοπίστων· «Εἴ τις κληρικός ἤ λαϊκός εἰσέλθοι εἰς συναγωγήν ᾿Ιουδαίων ἤ αἱρετικῶν προσεύξασθαι, καθαρείσθω καίἀφοριζέσθω»211.

῾Η διαμυστηριακή κοινωνία εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν μυστήριο τῆς ἑνότητας τῆς ᾿Εκκλησίας, ὑπάρχει δέἐκεῖὅπου ὑπάρχουν ἕνας Κύριος, μία πίστη, ἕνα βάπτισμα. Εἶναι φυσικό, λοιπόν, νά μήν μπορεῖ νάὑπάρξει μεταξύ᾿Εκκλησιῶν τίς ὁποῖες διαχωρίζουν πλῆθος δογματικῶν διαφορῶν. Οὔτε δέ, ἐπειδήὁρισμένα μυστήρια ἑτεροδόξων (βάπτισμα καίἱερωσύνη) γίνονται «κατ’ οἰκονομίαν» ἀποδεκτάἀπό τήν ᾿Ορθόδοξη Καθολική᾿Εκκλησία, πρέπει νά παίρνουμε ἀπό τά χέρια τους καί τάἄχραντα μυστήρια. Τό «κατ’ οἰκονομίαν» δεκτό εἶναι κάτι τόἔκτακτο, τόὁποῖο ἐφαρμόζεται στίς περιπτώσεις μόνο προσχωρήσεως τῶν ἑτεροδόξων στούς κόλπους τῆς ἀληθινῆς ᾿Εκκλησίας, τόὁποῖο αὐτήἐπιτρέπει γιά τούς δικούς της σκοπούς. ῎Εξω ἀπό τό μέτρο αὐτό τά μυστήρια τῶν ἑτεροδόξων εἶναι –ὅπως εἴδαμε στά προηγούμενα– ἄκυρα.

῎Αλλωστε ποιά εἶναι ἡ σκοπιμότητα καίἡὠφέλεια γιάἕνα συνεπήὀρθόδοξο πιστό νά κοινωνεῖἀπό τούς ἑτεροδόξους, ὅταν ἀμφιβάλλει ἄν αὐτό πού λαμβάνει εἶναι σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ; ῎Οχι μόνο σέ τίποτε δέν ὠφελεῖται, ἀλλ’ ὑπάρχει ἀνοικτός ὁ κίνδυνος μ’ αὐτό πού κάνει νά γίνει κοινωνός τῆς ἑτεροδοξίας καί τῆς πλάνης. Οὔτε πάλι ἡ διατυμπανιζόμενη ἀγάπη μπορεῖ νά γίνει τόἐφαλτήριο σέὕποπτες φιλενωτικές πρακτικές. ῎Εχουμε ὑποχρέωση νάἀγαπᾶμε τούς ὀπαδούς ὅλων τῶν θρησκευμάτων, χωρίς ὡστόσο αὐτό νά μᾶς δεσμεύει ν’ ἀκολουθοῦμε τίς ἰδιαίτερες διδασκαλίες καί τίς θρησκευτικές τους πρακτικές. Στή διαμυστηριακή κοινωνία προσχωροῦν μόνο τάἀμαθή καίἀνθρωπάρεσκα πνεύματα. Δηλαδή κοινωνεῖἀπό τούς παπικούς ὁὀρθόδοξος γιά ν’ ἀρέσει σ’ αὐτούς. Κατά βάθος δέν ἔχει σαφή αἴσθηση τοῦ τί κάνει, ἔχοντας χαλαρή τήν ὀρθόδοξη εὐαισθησία καί αὐτοσυνειδησία του.