ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

πίσω


ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΑΣ

Πρόλογος

Οι πηγές της πίστεως 1-12

Ο Χριστιανικός Θεός 13-21

Ο Χριστιανικός Θεός 22-28

Ανθρωπολογία 29-39

Ανθρωπολογία 40-55

Τριαδολογία 56-65

Χριστολογία 66-72

Χριστολογία 73-78

Η Θεοτόκος 79-83

Η Απολύτρωση 84-94

Εκκλησιολογία 95-101

Εκκλησιολογία 102-113

Η Θεία Χάρις 114-121

Η δικαίωση του ανθρώπου 122-132

Η πλήρωση του Ευαγγελικού Νόμου 133-138

Τα μέσα της χάριτος 139-147

Τα μέσα της χάριτος 148-157

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 158-168

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 169-172

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 173-191

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 192-201

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 202-206

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 207-213

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 214-217

Σημειώσεις

ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΣΥΜΒΟΛΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Πρόλογος

Εισαγωγή

Αρθρον πρώτον

Αρθρον δεύτερον

Αρθρον τρίτον

Αρθρον τέταρτον

Αρθρον πέμπτον

Αρθρον έκτον

Αρθρον έβδομον

Αρθρον όγδοον

Αρθρον ένατον

Αρθρον δέκατον

Αρθρον ενδέκατον

Αρθρον δωδέκατον

Παράρτημα

Εντολή πρώτη

Εντολή δευτέρα

Εντολή τρίτη

Εντολή τετάρτη

Εντολή πέμπτη

Εντολή έκτη

Εντολή εβδόμη

Εντολή ογδόη

Εντολή ενάτη

Εντολή δεκάτη

Υποσημειώσεις

1 - 25

26 - 50

51 - 75

76 - 100

101 - 150

151 - 200

201 - 250

251 - 300

301 - 350

351 - 400

401 - 450

451 - 491

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ´

 

ΤΡΙΑΔΟΛΟΓΙΑ

 

56. Ποιά εἶναι στόν πυρήνα της ἡ περί Θεοῦ διδασκαλία τῆς ὀρθόδοξης πίστης;

57. Πῶς μπορεῖ νά προσεγγίσει κανείς τό δόγμα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ;

58. Σέ τί συνίσταται τό τριαδολογικό πρόβλημα;

59. Ποιά εἶναι ἡ περί δύο καταστάσεων τοῦ Λόγου θεωρία;

60. Ποιάἦταν ἡ θεωρία τῆς ὑποταγῆς τοῦ Λόγου (ὖ῟ὲ῏ἶὶἂὃὰὦἂ῏) στόν Πατέρα;

61. Ποιός ἦταν ὁ Σαβέλλιος καί τί δίδασκε;

62. Τί δίδασκε ὁ῎Αρειος;

63. ῎Εχουν καμιά σχέση μέ τόν ῎Αρειο οἱ σημερινοί Μάρτυρες τοῦ᾿Ιεχωβᾶ;

64. Τόᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ εἶναι τριαδολογική κακοδοξία;

65. ῾Η ἄρνηση τῶν θείων ἐνεργειῶν στό Θεό παραβλάπτει τό δόγμα περί τῆς ῾Αγίας Τριάδος;

 

 

56. Ποιά εἶναι στόν πυρήνα της ἡ περί Θεοῦ διδασκαλία τῆς ὀρθόδοξης πίστης;

῾Ο Θεός τῆς ὀρθόδοξης πίστεως εἶναι ἕνας στήν οὐσία καί τριαδικός στίς ὑποστάσεις. Δέν ἔχει τήν «πενία» θεότητας τοῦ Θεοῦ τοῦ᾿Ιουδαϊσμοῦ, ὁὁποῖος καμιά διάκριση δέν δέχεται στή θεότητα, οὔτε πάλι τήν πολλότητα θεῶν τῆς ἀρχαίας εἰδωλολατρίας, στήν ὁποία εἶναι ἄγνωστη ἡἑνότητα τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ. ῾Ο χριστιανικός Θεός βρίσκεται στό μέσο τῶν δύο αὐτῶν ἀκροτήτων. Εἶναι καίἕνας (οὐσία) καί τρεῖς (ὑποστάσεις). Εἶναι Θεός τριαδικός.

῾Η μία οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀόρατη55 καίἀκατάληπτη, πληροῦται ἰσομερῶς καί στά τρία πρόσωπα τῆς ῾Αγίας Τριάδος, τόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Πνεῦμα τό῞Αγιο. Τά θεῖα πρόσωπα εἶναι ἴδια τόἕνα μέ τάἄλλα ὡς πρός τήν οὐσία, ἄρα δέν ἔχουμε τρεῖς διαφορετικούς θεούς, ἀλλάἕνα καί μόνο. ῾Η κατηγορία ἐπί τριθεϊσμῷ εἶναι ἐντελῶς ξένη καίἀνάρμοστη πρός τήν ἔννοια τοῦ χριστιανικοῦ Θεοῦ.

Πηγαία θεότητα στήν ῾Αγία Τριάδα εἶναι μόνος ὁ Πατήρ (ἀρχή τῆς θεότητος = μοναρχία). ᾿Απ’ αὐτόν γεννᾶται ὁ Υἱός καίἐκπορεύεται τό Πνεῦμα τό῞Αγιο. Τάὑποστατικάἰδιώματα, ἐκφράζοντα τόν τρόπο προέλευσης τῶν προσώπων, εἶναι τόἄναρχο καίἀγέννητο γιά τόν Πατέρα, τό γεννητό γιά τόν Υἱό καί τόἐπορευτό γιά τό῞Αγιο Πνεῦμα. Τάἰδιώματα αὐτά εἶναι αὐστηρῶς προσωπικά, ἀκίνητα καίἀσύγχυτα. ᾿Αποτελοῦν δέ σχέσεις στήν Τριάδα ἀΐδιες· δέν ὑπάρχει δηλαδή σ’ αὐτές ἡἔννοια τοῦ χρόνου, τό πρότερο καί τόὕστερο. ῾Ο Υἱός, ἐπειδή γεννᾶται, δέν σημαίνει ὅτι εἶναι μεταγενέστερος καί κατώτερος ἀπό τόν Πατέρα, οὔτε καί τό῞Αγιο Πνεῦμα· «῞Αμα Πατήρ, ἅμα Υἱός, ἅμα Πνεῦμα ῞Αγιον». Στή βάση ὅτι ὑπάρχει μία οὐσία στά θεῖα πρόσωπα, αὐτά εἶναι ἰσότιμα καί δέν ὑποτάσσονται τόἕνα στάἄλλα. ῎Εχουν τό αὐτόἀξίωμα καί τήν αὐτή περιωπή στή θεότητα.

Οἱὑποστάσεις δέν εἶναι κέντρα τοπικά στάὁποῖα μερίζεται ὁἕνας Θεός, ἀλλά διακρίσεις θεοπρεπεῖς στή μία οὐσία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία δέν συνθέτουν, καταλείποντας ἀνέπαφη τήν ἀπόλυτη ἁπλότητά της.

Τά θεῖα πρόσωπα εἶναι ξεχωριστά καίἴδια. ᾿Εντούτοις δέν εἶναι ξένα μεταξύ τους. ᾿Εμπεριχωροῦν τόἕνα τάἄλλα. ῾Ο δεσμός τῆς ἀλληλοπεριχωρήσεως αὐτῆς εἶναι ἡἀγάπη. Στήν ῾Αγία Τριάδα ὑπάρχει, τέλος, ἑνότητα βουλῆς καίἐνέργειας κατά τόν καθιερωμένο τύπο· «ἐκ Πατρός δι’ Υἱοῦἐν ῾Αγίῳ Πνεύματος». ῾Ο Πατήρ συλλαμβάνει «ἀπ’ αἰῶνος» (= πρό τοῦ χρόνου) τό σχέδιο τῆς δημιουργίας καί τῶν ἄλλων ἐξωτερικῶν ἐνεργειῶν τῆς θεότητος, τόὁποῖο φέρει εἰς τό εἶναι ὁ Υἱός καί τελειοποιεῖ τό Πνεῦμα τό῞Αγιο.

᾿Εκτός τῆς οὐσίας καί τῶν προσώπων (ὑποστάσεων) ὑπάρχουν στή θεότητα καί οἱ θεῖες ἐνέργειες. ῾Ο Θεός δέν εἶναι κρυμμένος καίἀδρανής, ἀνενέργητος στήν ἀπόλυτη ὑπερβατικότητα τῆς θείας οὐσίας του. ῎Αν αὐτό συνέβαινε, θάἦταν Θεός ἄχρηστος, ἀνέκφραστος, ἕνα φάσμα θεότητας. Ποιός καί γιατί θά τόν ἐγνώριζε; ᾿Αντίθετα, εἶναι δραστήριος καίἐνεργός. Αὐτό γίνεται στίς θεῖες του ἐνέργειες. Εἶναι δέ οἱ θεῖες ἐνέργειες θεοπρεπεῖς διακρίσεις στή θεότητα, στόν ἴδιο βαθμό πού εἶναι καί οἱ θεῖες ὑποστάσεις. ῞Οπως δέ αὐτές διακρίνουν τή θεότητα χωρίς νά τή συνθέτουν, ἔτσι καί οἱ θεῖες ἐνέργειες ἐκφράζουν τό Θεό, χωρίς νάἐπιφέρουν σύνθεση στήν ἁπλή φύση του. ῞Οπως οἱὑποστάσεις, ἔτσι καί οἱ θεῖες ἐνέργειες εἶναι διακρίσεις ἀΐδιες στόν Τριαδικό Θεό. Δέν προσδιορίζονται ἀπό τό χρόνο, ὁὁποῖος εἶναι τό μέτρο διαδοχῆς καίἐξελίξεως τῶν φυσικῶν ὄντων. Δέν ὑπάρχει σ’ αὐτές τό πρότερο καί τόὕστερο, πού θάἀλλοίωνε τή φύση τοῦ Θεοῦ. Χωρίς αὐτές δέν μπορεῖ νά νοηθεῖἡ θεότητα. Οἱ θεῖες ἐνέργειες εἶναι ὁἔμφυτος πλοῦτος τῆς θεότητας. Σέἀντίθεση μέ τή θεία οὐσία, πού εἶναι ἀπόλυτα ὑπερβατική, ἀνέκφραστη καίἀκοινώνητη, οἱ θεῖες ἐνέργειες εἶναι κοινωνητές καί μεταδοτές. Μέ αὐτές ὁ Θεός ἐξωτερικεύεται, δημιουργεῖ τάὄντα, ἀποκαλύπτεται στόν κόσμο γιά τόν ὁποῖο προνοεῖ καίἁγιάζει τόν ἄνθρωπο σώζοντάς τον ἀπό τήν ἁμαρτία. Οἱ θεῖες ἐνέργειες εἶναι πολλές, ἀνάλογα μέ τόἐξωτερικόἔργο (ὰὶὸἷὦἶὰ) τῆς Τριαδικῆς θεότητος (ἐνέργεια δημιουργική, προνοητική, σοφοποιός, ἁγιαστική, θεοποιητική κ.τ.ὅ.). Οἱ θεῖες ἐνέργειες –συνωνυμικά· χάρις, φῶς Χριστοῦ, δόξα τῆς Τριάδος– εἶναι μέγεθος ἄκτιστο καίἀδημιούργητο.

Στή θεότητα, τέλος, ἔχουμε τίς διακρίσεις καί τίς ἑνώσεις. Τίς πρῶτες συνιστοῦν οἱὑποστάσεις καί οἱ θεῖες ἐνέργειες, ἐνῶ τίς δεύτερες ἡ θεία οὐσία, ἡἑνότητα τῆς θείας βουλῆς καίἡἀλληλοπεριχώρηση τῶν τριαδικῶν προσώπων. Στά δύο αὐτά πνευματικά μεγέθη ἐξισορροπεῖται ἡἀληθινήἰδέα τοῦ χριστιανικοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

 

57. Πῶς μπορεῖ νά προσεγγίσει κανείς τό δόγμα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ;

῾Η περί τριαδικοῦ Θεοῦ διδασκαλία ἀποτελεῖ τό κορυφαῖο δόγμα τῆς ὀρθόδοξης πίστεως. Εἶναι ἀλήθεια μυστηριακή, ὑπερβαίνουσα ἀπόλυτα τήν ἀνθρώπινη κατάληψη56. ῾Ο ἀνθρώπινος λόγος μέ τήν ὅποια ἰδιοσυστασία καί τήν ποιότητά του, ἀδυνατεῖ νά τήν προσεγγίσει. Οὔτε ὑπάρχει κτιστήἀναλογία πού νά τήν ἐκφράσει. Τόσο ὁ σοφός πιστός ὅσο καίὁἀμαθής βρίσκονται σέἴση ἀπόσταση ἀπό τό μέγεθος τῆς θείας ἀπειρίας. Μόνο μέ τή φωτισμένη πίστη μποροῦμε κάπως νά προσεγγίσουμε τόἀπερινόητο μυστήριο. ᾿Αλλά καί προσεγγίζοντάς το νιώθουμε νά χανόμαστε στόν ὠκεανό τῆς θείας ἀκαταληψίας. Τό μόνο πού αἰσθανόμαστε εἶναι ὅτι μιλᾶμε μέ τό Θεό, ὅτι τό Πνεῦμα τό῞Αγιο μιλάει στίς φτωχικές μας καρδιές57. Αὐτός εἶναι ὁ πολύτιμος θησαυρός ὁ κρυμμένος στίς καθαρές καίἄδολες ψυχές!

῾Ο ἄνθρωπος, ὁ φύσει ζητητικός καίἐρευνητικός, δέν μπορεῖ παρά νά προσπαθεῖ νάἐρευνήσει τό Θεό. Αὐτό φυσικά δέν εἶναι κακό, ἀρκεῖ νά γίνεται μέσα στά πλαίσια πούὁριοθετοῦν ἡ θεία ἀποκάλυψη, ἡ αἴσθηση τῆς ἀπειρίας τοῦ Θεοῦ καίἡ συνείδηση τῆς πενιχρότητας τοῦἀνθρώπινου λογικοῦ. Στήν ἔρευνα δυστυχῶς αὐτήὁἀνθρώπινος λόγος δέν παραμένει πάντοτε στά φυσικά του ὅρια τά φωτιζόμενα ἀπό τήν πίστη, ἀλλά βγαίνει ἔξω, ἀπομακρύνεται ἀπό τήν ἀληθινή διάστασή του καίἀντί νάἑρμηνεύσει τό μυστήριο, τό διαστρεβλώνει καί τό καταστρέφει δημιουργώντας τίς διάφορες αἱρέσεις. Αὐτό συμβαίνει ὅταν ὁ λόγος δουλεύει αὐτόνομα, χωρίς σχέση καίἀναφορά πρός τή χάρη καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτό τόἔργο ὁ λόγος εἶναι πολύ λιγοστός, θρυμματίζεται εὔκολα, φθείρεται καί παραμορφώνεται.

 

58. Σέ τί συνίσταται τό τριαδολογικό πρόβλημα;

Στή διαφύλαξη τῆς ἑνότητας τοῦ χριστιανικοῦ Θεοῦ, δηλαδή στή σωστή σχέση τῶν προσώπων πρός τή θεία οὐσία, ὥστε νάὑπάρχει ἕνας μόνο Θεός καίὄχι τρεῖς, καί στή σωστή σχέση τῶν θείων προσώπων πρός ἄλληλα.

Τό ζήτημα αὐτό εἶναι ἀρκετά δύσκολο. Στήν ἀρχαία ᾿Εκκλησία ἔγιναν πολλές προσπάθειες ἑρμηνείας τοῦ δόγματος, μερικές ἀπό τίς ὁποῖες κατέληξαν σέ αἵρεση.

 

59. Ποιά εἶναι ἡ περί δύο καταστάσεων τοῦ Λόγου θεωρία;

῾Η θεωρία αὐτή διατυπώθηκε πολύ νωρίς στήν ἀρχαία ᾿Εκκλησία κυρίως ἀπό τούς ᾿Απολογητές (᾿Ιουστίνο καί Τατιανό) καίἄλλους. ῎Ηθελαν νάἐξηγήσουν τή σχέση τοῦ Λόγου πρός τόν Πατέρα, πού εἶναι ἡ πηγή καίἡ αἰτία τῆς θεότητας.

Κατά τή θεωρία (Τατιανός) ὁ ποιητής τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Πατήρ. Πρίν ἀπό τή δημιουργία τῶν κτισμάτων ὁ Λόγος βρισκόταν σέἰδιωματική κατάσταση, δηλαδήἦταν ἁπλόἰδίωμα, χωρίς προσωπικήὑπόσταση. ῏Ηταν λόγος ἐνδιάθετος. ῞Ομως λίγο πρίν ἀπό τή δημιουργία, προπηδᾶἀπό τούς κόλπους τοῦ Πατρός καί εἰσέρχεται στό στάδιο τῆς προσωπικῆς του καταστάσεως. Γίνεται ἔργο «πρωτότοκον» τῆς βουλῆς τοῦ Πατρός. Διά τοῦ προσωπικοῦ πλέον Λόγου ὁ Πατήρ δημιουργεῖ τόν κόσμο. Κατά τόν Τατιανόὁ Λόγος δέν προέρχεται «κατ’ ἀποκοπήν», δέν εἶναι δηλαδή κομμάτι τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός, ἀλλά «κατά μερισμόν», κατά μετάδοσιν, ἀφήνοντας ἀνέπαφη τήν οὐσία τοῦ Πατρός. ῎Εφερε καί παράδειγμα· ὅπως ἀπό μιά δάδα ἀνάβονται πολλά φῶτα, χωρίς αὐτά νά μειώνουν τόἀρχικό φῶς, ἔτσι καίὁ Λόγος προέρχεται ἀπό τόν Πατέρα, χωρίς ἡ φύση τοῦ τελευταίου νάὑφίσταται μείωση ἀπό τήν προβολή.

Περιττό νά ποῦμε ὅτι τά διδάγματα αὐτά εἶναι πολύἐπικίνδυνα, δυνάμενα νάὁδηγήσουν στήν ἀρειανική κακοδοξία. Οἱ᾿Απολογητές φυσικά δέν προχώρησαν στό στάδιο αὐτό. ῎Εθεσαν βέβαια σέἀμφιβολία τήν αἰωνιότητα καί τήν προσωπικήὑποστατική αὐτοτέλεια τοῦ Λόγου, δέν προχώρησαν ὅμως σέἄρνηση τῆς θεότητάς του58.

 

60. Ποιάἦταν ἡ θεωρία τῆς ὑποταγῆς τοῦ Λόγου (ὖ῟ὲ῏ἶὶἂὃὰὦἂ῏) στόν Πατέρα59;

Εἶναι θεωρία παρεμφερής πρός τήν προηγούμενη. Τήν διετύπωσαν ὁ᾿Ιουστίνος, ὁ φιλόσοφος καί μάρτυς, καίἄλλοι ᾿Απολογητές.

Τό κύριο μέλημα τοῦ᾿Ιουστίνου ἦταν ἡ διαφύλαξη τῆς ἑνότητας τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ἐκ πρώτης ὄψεως ἀπειλεῖἡ παραδοχή εἰς αὐτόν (τόν Θεό) δύο προσώπων διαφερόντων «τῷἀριθμῷ», δηλαδή ξεχωριστῶν καί πραγματικῶν. Πῶς εἶναι δυνατό νά εἶναι ἕνας ὁ Θεός ὅταν σ’ αὐτόν ὑπάρχουν δύο πρόσωπα (καί τρία μέ τό Πνεῦμα τό῞Αγιο); ῎Ετσι ἀνακύπτει ἡ περί διπλῆς καταστάσεως τοῦ Λόγου θεωρία60, ὅπως τήν εἴδαμε στό προηγούμενο ἐρώτημα. Στήν πρώτη κατάσταση ὁ Λόγος βρισκόταν ὡς δύναμη ἰδιωματική στό Θεό καίὄχι ὡς πρόσωπο ξεχωριστό καί πραγματικό. Αὐτόἔγινε ὅταν ὁ Θεός θέλησε νά δημιουργήσει τάἐξωτερικάὄντα. ᾿Επειδή δέ αὐτός, ὡς ἀπόλυτα ὑπερβατικός, δέν μποροῦσε νά δημιουργήσει ἄμεσα τόν κόσμο (ἰδέα πλατωνική, φιλώνεια), σύρει τόν Λόγο ἀπό τήν ἐνδιάθετη ἰδιωματική του κατάσταση καί τόν γεννᾶ, ἀπό τή βουλή του, προφορικόν, δηλαδήὡς πρόσωπο ξεχωριστό, τόὁποῖο χρησιμεύει στό Θεό σάν ὄργανο, γιά νά δημιουργήσει δι’ αὐτοῦ τάὄντα. ῾Ο Λόγος εἶναι ὑπηρετικόὄργανο τοῦ Πατρός καίὡς τέτοιος δέν μπορεῖ νά εἶναι ἴσος μέ τόν Πατέρα, ἀλλά κατώτερος αὐτοῦ. ῾Ο Λόγος εἶναι ὑποταγμένος στόν Πατέρα. Τόἴδιο συμβαίνει καί στό πεδίο τῆς θείας οἰκονομίας, ὅπου ὁ Λόγος, ὡς ὄργανο τοῦ Πατρός, φανερώνει στόν κόσμο τό θέλημα καί τίς βουλές τοῦ Πατρός.

Δέν εἶναι δύσκολο νά κατανοηθεῖὅτι τόσο τά περί δύο καταστάσεων τοῦ Λόγου διδάγματα, ὅσο καίἡ περίὑποταγῆς θεωρία εἶναι ἐπικίνδυνα, ὡς θέτοντα σέἀμφιβολία τό θεοπρεπές ἀξίωμα τοῦ Λόγου, δηλαδή τήν αἰωνιότητα, τήν αὐτοτέλεια καί τή θεότητά του. ῞Ενα μόνο βῆμα χωρίζει τά διδάγματα αὐτάἀπό τόν ᾿Αρειανισμό, στόν ὁποῖο ὅμως δέν ὑπέπεσε ὁ ἱερός ᾿Απολογητής.

 

61. Ποιός ἦταν ὁ Σαβέλλιος καί τί δίδασκε;

῏Ηταν ὁ κυριότερος ἐκπρόσωπος τοῦ τροπικοῦ μοναρχινιασμοῦἤ πατροπασχητισμοῦ, τριαδολογικῆς αἱρέσεως τῆς ἀρχαίας ᾿Εκκλησίας. Σ’ αὐτήν καταλέγονταν ὁ Πραξέας καίὁ Νοητός. ῾Η αἵρεση ὀνομάζεται τροπικός μοναρχιανισμός, γιατί δίδασκε αὐστηρά τή μοναρχία (= μία ἀρχή) στό Θεό (τόν Πατέρα), ἀρνοῦνταν δέ τήν ὕπαρξη τῶν προσώπων ὡς αὐτοτελῶν ὑποστάσεων, χαρακτηρίζοντάς τες ὄχι σάν πραγματικές ὑποστάσεις στή θεότητα, ἀλλά σάν τρόπους μέ τούς ὁποίους ὁἕνας Θεός ἐνεργεῖ κάθε φορά στόν κόσμο. Πατροπασχιτισμός δέ, γιατί μή διακρίνοντας τόν Πατέρα, ἀπό τόν Υἱό, σάν πρόσωπο ξεχωριστό, στό πάθος τοῦ Χριστοῦἔλεγαν ὅτι δέν ἔπαθε ὁ Υἱός ἀλλάὁ Πατήρ.

Οἱ αἱρέσεις αὐτές ὡς κύριο μέλημα εἶχαν τήν πάση θυσία διαφύλαξη τῆς μοναρχίας στή θεότητα, ὅτι δηλαδήὁ Θεός εἶναι ἕνας καίὄχι πολλοί. Κατ’ αὐτές τήν πολλότητα στό Θεό εἰσηγεῖται ἡ παραδοχή τῶν ὑποστάσεων ὡς πραγματικῶν προσώπων, πού μερίζουν τή θεότητα.

῾Ο Πραξέας61 δίδασκε ὅτι ὁ Υἱός δέν ὑπάρχει κατ’ ἑαυτόν, εἶναι ἕνα ἄλλο ὄνομα τοῦ Πατρός, ἕνα «ὺ῝ὰὦ῟ὖἇ῏ὴἂὖ» (φύσημα φωνῆς), «ἇ῏ἷὸὦὖ῏ὃ῟ὖ῏ἶἂὖ» (φωνή καίἦχος στόματος), «ὰὸἶ῏ὺὺὸὃὖ῟ὖ» (ἀέρας πού κρούεται). Πατήρ καί Υἱός εἶναι ἕνα καί τό αὐτό πρόσωπο. Μόνο ὁ Πατήρ γεννήθηκε καίἔπαθε πάνω στή γῆ (= Πατροπασχητισμός). Τίς ἴδιες ἀντιλήψεις δίδασκε καίὁ Νοητός62.

῾Ο Σαβέλλιος ἀνέπτυξε συστηματικότερα καί πληρέστερα τόν τροπικό μοναρχιανισμό. ῾Ο Θεός δέν εἶναι Πατήρ καί Υἱός, ἀλλ’ «Υἱοπάτωρ»63. Τάὀνόματα Υἱός καί Πνεῦμα δέν σημαίνουν ἐσωτερικές διακρίσεις στή θεότητα, ἀλλ’ ἐξωτερικές σχέσεις τοῦ Θεοῦ πρός τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο. Εἶναι διαδοχικές ἱστορικές ἐμφανίσεις τῆς θεότητας, πού κάνουν ἐμφανεῖς τίς ἐξωτερικές ἐνέργειες τοῦἑνός κατ’ οὐσίαν Θεοῦ. Τή θεότητα τήν ἀπαρτίζει μόνο ὁ Πατήρ. ῾Ο Υἱός καί τό Πνεῦμα εἶναι περιστασιακές αὐτοφανερώσεις τοῦ Πατρός. Στό πεδίο τῆς οἰκονομίας ὁἕνας Θεός πλατύνεται καί συστέλλεται ἀνάλογα μέ τίς ἐνέργειές του στόν ἐξωτερικό κόσμο. Κατά τό Ζωναρᾶ καί τό Βαλσαμώνα ὁ Σαβέλλιος ἐδογμάτιζε «συναλοιφήν καί σύγχυσιν, τάς τρεῖς ὑποστάσεις τῆς μιᾶς οὐσίας καί θεότητας εἰς ἕν πρόσωπον συναιρῶν καί συγχέων, καίἕν πρεσβεύων ἐπί τῆς Τριάδος Τριώνυμον πρόσωπον, λέγων τόν αὐτόν ποτέ μέν ὡς Πατέρα φανῆναι, ποτέ δέὡς Υἱόν, ποτέ δέὡς Πνεῦμα ἅγιον μεταμορφούμενον καίἄλλοτε ἄλλως μετασχηματιζόμενον»64.

 

62. Τί δίδασκε ὁ῎Αρειος65;

῾Ο ῎Αρειος ἦταν ὁ εἰσηγητής τῆς αἱρέσεως πού φέρει τόὄνομά του (᾿Αρειανισμός), ἡὁποία ἦταν ἡ σημαντικότερη αἵρεση πού συνεκλόνισε πέρα ἀπό κάθε ἄλλη τήν ἀρχαία ᾿Εκκλησία. ῏Ηταν μαθητής τοῦ Λουκιανοῦ᾿Αντιοχείας καίἀμιγεῖς ὀπαδοί του ἦταν ὁ Εὐνόμιος καίὁ᾿Αέτιος.

῾Ο ῎Αρειος καί οἱὀπαδοί του εἶχαν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό τους. ᾿Επειδήἦταν μορφωμένοι (γνώριζαν διαλεκτική καί φιλοσοφία), θεωροῦσαν ἀνώτερους τούς ἑαυτούς των καί περιφρονοῦσαν τούς «ἐκκλησιαστικούς», αὐτούς δηλαδή πού πίστευαν, χωρίς ἔρευνα καίἐμβάθυνση, τή διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο ἐγωισμός καίἡἔπαρση εἶναι τά κύρια χαρακτηριστικά κάθε αἱρέσεως. ῾Ο ἄνθρωπος πούἀντιμάχεται τό δόγμα τῆς ᾿Εκκλησίας του πρέπει νά εἶναι αὐτάρεσκος, ἐγωιστής καίὑπερφίαλος.

Καί τόν ῎Αρειο ἀπασχολοῦσε ἡἑνότητα τοῦ χριστιανικοῦ Θεοῦ. ᾿Ενῶ δέ οἱ πρό αὐτοῦ᾿Απολογητές καί οἱ τροπικοί Μοναρχιανοί προσπαθοῦσαν νά λύσουν τό πρόβλημα μέ τήν ὑποβάθμιση τοῦ Λόγου, ἀμφισβητώντας εἴτε τήν αἰωνιότητα εἴτε τό προσωπικό του ἀξίωμα, αὐτός ἀρνήθηκε μιά καί καλή τή θεότητά του κι ἡσύχασε.

῾Ο ῎Αρειος συμμεριζόταν τήν περί δύο καταστάσεων τοῦ Λόγου διδασκαλία τῶν ᾿Απολογητῶν καί τῶν ἄλλων θεολόγων τῆς ἀρχαίας ᾿Εκκλησίας. Αὐτό δέν ἐνοχλοῦσε τότε τήν ᾿Εκκλησία, ἡὁποία οὐδέποτε κατεδίκασε τά διδάγματα αὐτά. ῾Ο ῎Αρειος κατέστη ἐπικίνδυνος μόλις πολέμησε τή θεότητα τοῦ Λόγου. ῎Εγραφε· «Πάντων γάρ γενομένων ἐξ οὐκ ὄντων... καί αὐτός ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος ἐξ οὐκ ὄντων γέγονε». «῏Ην ποτε, ὅτε οὐκ ἦν· καί οὐκ ἦν πρίν γένηται, ἀλλ’ ἀρχήν τοῦ κτίζεσθαι ἔσχε καί αὐτός». ῾Ο Λόγος ἑπομένως δέν εἶναι πλήρης καί τέλειος Θεός, ἀλλ’ ἁπλῶς «θεῖος». Τίς ἐπικίνδυνες αὐτές διδασκαλίες τοῦ᾿Αρείου κατεδίκασε ἡ᾿Εκκλησία στήν πρώτη μεγάλη Σύνοδό της στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας (325).

῾Ο Λόγος, κατά τόν ῎Αρειο, δέν εἶναι ἀληθινός Θεός. Εἶναι κτίσμα τοῦ Πατρός, τό τελειότερο βέβαια, «ὄν πεποιημένον», ἀνεξάρτητο καί ξένο τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός. «῎Ιδιον οὐδέν ἔχει τοῦ Θεοῦ καθ’ ὑπόστασιν ἰδιότητος, οὐδέ γάρ ἐστιν ἴσος, ἀλλ’ οὐδέὁμοούσιος αὐτῷ». «Ξένος τοῦ υἱοῦ κατ’ οὐσίαν ὁ Πατήρ ὑπάρχει, ὅτι ἄναρχος ὑπάρχει». ῾Ο Λόγος, ὡς μία τῶν δυνάμεων τοῦ Θεοῦ (μεταξύ τῶν ὁποίων ἡἀκρίδα καίἡ κάμπη) εἶναι αὐτεξούσιος, τρεπτός καίἀλλοιωτός. ῞Ομως διά τῆς σταθερῆς προσκολλήσεώς του στόἀγαθό, ἔγινε ἄτρεπτος καίἀναλλοίωτος. ῾Ο Λόγος ἐντούτοις εἶναι τό τελειότερο τῶν κτισμάτων, δέν εἶναι ὅπως τάὑπόλοιπα κτίσματα καί γεννήματα. ῾Ο Θεός, προβλέποντας τήν ἀρετή του, τοῦἔδωσε τιμή καί δόξα. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τίς δικές του δυνάμεις κατέστη «πλήρης Θεός μονογενής, ἀναλλοίωτος» (ἠθική θεοποίηση).

 

63. ῎Εχουν καμιά σχέση μέ τόν ῎Αρειο οἱ σημερινοί Μάρτυρες τοῦ᾿Ιεχωβᾶ;

῎Εχουν σχέση γενετική. Οἱ Μάρτυρες τοῦ᾿Ιεχωβᾶ κατάγονται πνευματικάἀπό τόν ᾿Αρειανισμό. ᾿Αναμασσοῦν τά διδάγματα τοῦἀρχαίου αἱρεσιάρχη. Κόκκινο πανί στά μάτια τους εἶναι ἡ περί Θεοῦ Λόγου διδασκαλία τῆς πίστεως. Τούς πιάνει μανία ὅταν ἀκοῦνε γιά τή θεότητα τοῦ Λόγου. ῞Οπως ὁ῎Αρειος, ἔτσι καί αὐτοί πολεμοῦν μέ λύσσα τό κορυφαῖο αὐτό δόγμα τῆς ᾿Εκκλησίας.

Κατ’ αὐτούς ὁ Λόγος εἶναι μέν Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὄχι ὅμως καί Θεός. Τονίζουν τή θεία υἱότητα τοῦ Λόγου γιά νά πάρουν μέ τό μέρος τους τούς ἀδαεῖς καίἀφελεῖς, ὅτι τάχα τιμοῦν τόἀξίωμα τοῦ Λόγου, ἐνῶ συγχρόνως ἀθετοῦν τή θεότητά του, προσβάλλοντας κατά τόν πιό βάναυσο τρόπο τό θεοπρεπές ἀξίωμά του. Βέβαια εἶναι σωστήἡ θέση ὅτι ὁ Λόγος εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὅμως ἐλλιπής. ῾Η ὀρθή καίὁλοκληρωμένη πίστη εἶναι· ῾Ο Λόγος εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός. ῾Ο τονισμός μόνο τοῦ πρώτου σκέλους τῆς ὁμολογίας σέ συνδυασμό μέ τήν παρασιώπηση τοῦ δεύτερου σκέλους, δέν λέει καί πολλά πράγματα. ῾Απλούστατα, γιατί υἱοί Θεοῦ λέγονται στή Γραφή καί οἱ δίκαιοι ἄνθρωποι. Κατά τί διαφέρει ἡ υἱότητα τοῦ Λόγου (τοῦ Χριστοῦ) ἀπό τήν υἱότητα π.χ. τοῦ᾿Αβραάμ ἤ τοῦ᾿Ιωάννη τοῦ Βαπτιστῆ;

῾Ο Λόγος δέν εἶναι Θεός. ᾿Από τή βάση αὐτή δέν θέλουν νάἀπομακρυνθοῦν οἱ Μάρτυρες τοῦ᾿Ιεχωβᾶ, ἐμμένοντας σ’ αὐτή πεισματικά. ῞Οπως ὁ῎Αρειος, ἔτσι κι αὐτοί κατατάσσουν τό Λόγο στή σειρά τῶν κτισμάτων. Εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, τό πρῶτο καί καλύτερο. Κακῶς δέ λατρεύεται ἀπό τούς χριστιανούς. Τώρα πῶς μπορεῖἕνα κτίσμα, ὅσο λαμπρό κι ἄν εἶναι, νά σώσει τόν κόσμο ἀπό τήν ἁμαρτία, εἶναι ἀμήχανο καίἄπορο. ῎Οχι φυσικά γι’ αὐτούς, οἱὁποῖοι ἀπορρίπτουν τήν ἰδέα τῆς κολάσεως. ᾿Από τί νά σωθεῖ –ἀλήθεια– ὁἄνθρωπος;

Μιά καί μιλᾶμε γιά τούς Μάρτυρες τοῦ᾿Ιεχωβᾶ, ἄς ποῦμε λίγα λόγια καί γιά τήν ἰδιαίτερη ταυτότητά τους. Οἱἄνθρωποι αὐτοί δέν εἶναι ἁπλά βλάσφημοι τοῦὀνόματος καί τοῦἀξιώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ’ εἶναι κυριολεκτικάἀντίχριστοι. Μάχονται τό πρόσωπο καί τόἔργο τοῦ Κυρίου, τοῦἱδρυτῆ τοῦ χριστιανισμοῦ καί τῆς ἁγίας ᾿Εκκλησίας του. Γιά νά βρεῖτε τί πιστεύουν, δέν ἔχετε παρά νάἀντιστρέψετε ὅ,τι διδάσκει ἡ πίστη τῆς ᾿Εκκλησίας μας, σέὅλο τό φάσμα τῶν θείων δογμάτων της. ῞Ολα τάἀνατρέπουν καί τά μάχονται. Εἶναι οἱἐχθροί τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ᾿Εκκλησίας, τήν καταστροφή τῶν ὁποίων ἔχουν τάξει ὡς ἰδιαίτερο στόχο τοῦ σκοτεινοῦἔργου τους. Προσοχήἀπ’ αὐτούς!

 

64. Τό ᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ  εἶναι τριαδολογική κακοδοξία;

᾿Αναντιρρήτως ναί καί μάλιστα μεγάλη, γιατί φθείρει τήν περί῾Αγίας Τριάδος διδασκαλία.

Κατά τήν ὀρθόδοξη πίστη τό῞Αγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς θεότητας τῶν δύο ἄλλων προσώπων τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ, καί πέμπεται στόν κόσμο διά τοῦ Υἱοῦ πρός τελείωση τοῦἔργου τῆς ἀπολυτρώσεως. ῾Η διδασκαλία αὐτή στηρίζεται στό κλασικό χωρίο τῆς Γραφῆς ᾿Ιωάν. 15,26· «῞Οταν δέἔλθῃὁ Παράκλητος, ὅν ἐγώ πέμψω ὑμῖν παρά τοῦ Πατρός, τό Πνεῦμα τῆς ᾿Αληθείας, ὅ παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται...», ὅπου ὁ μέν ἐνεστώς «ἐκπορεύεται» σημαίνει τήν ἀΐδια πρόοδο τοῦ Πνεύματος παρά τοῦ Πατρός, ὁ δέ μέλλων «πέμψω» τήν ἔγχρονη ἀποστολή τοῦ Πνεύματος ἀπό τόν Υἱό. Αὐτός εἶναι γενικάὁὀρθόδοξος τύπος ἐκπορεύσεως τοῦ῾Αγίου Πνεύματος.

῾Η Ρωμαϊκήὅμως ᾿Εκκλησία ἔχει ἄλλη ἀντίληψη. Διδάσκει ὅτι τό Πνεῦμα τό῞Αγιο δέν ἐκπορεύεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός ἀλλά καίἐκ τοῦ Υἱοῦ (Εἷ Ρὰὦἶὸᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ). Τή διδασκαλία της αὐτή στηρίζει σέ χωρία τῆς Γραφῆς (᾿Ιωάν. 16,13.5 κ.ἄ.) τάὁποῖα ἑρμηνεύει μέ τό δικό της τρόπο. Τόᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ, ἡἰδέα τοῦὁποίου προέρχεται ἀπό τή θεολογία τοῦ Αὐγουστίνου, ἡ Λατινική᾿Εκκλησία τό προσέθεσε στόἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως στήν ᾿Ισπανία σέ σύνοδο τοῦ Τολέδου τό 589, προφανῶς γιά νά στηρίξει τήν πίστη στή θεότητα τοῦ Λόγου, πού πολεμοῦσε τότε λυσσωδῶς ὁ Δυτικογοτθικός ᾿Αρειανισμός. ᾿Από τήν ῾Ισπανία μεταφέρθηκε τόᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ καί σέἄλλες εὐρωπαϊκές χῶρες, ὄχι βέβαια χωρίς ἀντίδραση.

Τόᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ, πού δέν ἔχει πραγματικόἔρεισμα στή Γραφή καί τή διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων, ἡ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία τό εἶδε σάν δεινή τριαδολογική αἵρεση καί τό πολέμησε ἰσχυρά. 1) Γιατί καταργεῖ τόἀξίωμα τοῦ Πατρός ὡς πηγαίας θεότητας. 2) Καταλύει «τό τῆς μοναρχίας πολυύμνητον κράτος», εἰσάγοντας δύο ἀρχές στή θεότητα, τόν Πατέρα καί τόν Υἱό. 3) ᾿Επιφέρει σύγχυση τῶν ὑποστατικῶν ἰδιωμάτων τῶν προσώπων, τάὁποῖα (ἰδιώματα) εἶναι αὐστηρῶς προσωπικά, ἀμετακίνητα καίἀμετάδοτα, ὥστε νά διερωτᾶται κανείς· γιατίὁ Πατήρ νά μή γεννᾶται ἀπό τόν Υἱό καίὁ Υἱός νάἐκπορεύεται ἀπό τό Πνεῦμα; κ.ο.κ. 4) ῾Υποβαθμίζει τό Πνεῦμα ἔναντι τοῦ Υἱοῦ, ὑποβαθμίζοντας τό θεοπρεπές του ἀξίωμα καί θέτοντας σέ κίνδυνο τό ἁγιαστικόἔργο του.

Τόᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ πούἔγινε αἰτία διασχίσεως τῶν δύο ᾿Εκκλησιῶν ἐπί Φωτίου (867) καί Μιχαήλ Κηρουλαρίου (1054) δέν εἶναι «θεολογούμενον»66, μία δηλαδήἀμφιλεγόμενη δογματική δοξασία, τῆς ὁποίας ἡἀθέτηση δέν ἔχει καί τόσο μεγάλη σημασία. Τουναντίον, γιά τή Ρωμαϊκή᾿Εκκλησία εἶναι κορυφαῖο δόγμα πίστεως (ἲὸὺἂὶὸ), τοῦὁποίου ἡἄρνηση στερεῖ τόν ἄνθρωπο τῆς σωτηρίας· γιά δέ τήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία εἶναι ἀθέτηση κορυφαίας στιγμῆς τῆς περί῾Αγίας Τριάδος διδασκαλίας, τῆς ὁποίας ἡἀποδοχή καταδικάζει αἰώνια τόν ἄνθρωπο.

Στό θεολογικό διάλογο πού διεξάγουμε μέ τή Ρωμαιοκαθολική᾿Εκκλησία τόᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸἀποτελεῖ πρόβλημα ἀκανθῶδες. Πρέπει δέ νά εἴμαστε πολύ προσεκτικοί καί νά μήν παίζουμε «ἐν οὐ παικτοῖς».

 

65. ῾Η ἄρνηση τῶν θείων ἐνεργειῶν στό Θεό παραβλάπτει τό δόγμα περί τῆς ῾Αγίας Τριάδος;

Ναί, τό παραβλάπτει. Φθείρει τήν ἔννοια τοῦἀληθινοῦ Θεοῦ. ῞Οπως σημειώσαμε στό προηγούμενο, στόν Τριαδικό Θεόὑπάρχουν· ἡ οὐσία, οἱὑποστάσεις καί οἱ θεῖες ἐνέργειες. ῎Αν λείψει ἕνα ἀπό τά τρία αὐτά, φθείρεται ἡἔννοια τοῦἀληθινοῦ Θεοῦ. Αἵρεση δέν εἶναι μόνο ἡἄρνηση ἤἡ παρεκδοχή τῆς θείας οὐσίας ἤ τῶν τριαδικῶν ὑποστάσεων, ἀλλά καίἡἄρνηση ἤ παρεκδοχή τῶν ἄκτιστων θείων ἐνεργειῶν.

Τίς θεῖες ἐνέργειες ἀρνεῖται ἀπό τό Θεόἡ Ρωμαϊκή᾿Εκκλησία. Τίς ἀπορρίπτει γιατί κατ’ αὐτήν ἡὕπαρξη τῶν θείων ἐνεργειῶν συνθέτει τή φύση τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας καταλύει τήν ἄπειρη ἁπλότητα. Βεβαίως ὑπάρχουν δυνάμεις στό Θεό· ὅμως αὐτές δέν εἶναι ἄκτιστες, ὅπως ἄκτιση δέν εἶναι καίἡ θεία χάρη καί τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. ῞Ολα αὐτά κατά τή λατινική θεολογία εἶναι μεγέθη κτιστά, τάὁποῖα δημιουργεῖὁὑπερβατικός Θεός γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Γύρω ἀπό τό ζήτημα τῶν ἄκτιστων θείων ἐνεργειῶν διεξήχθησαν σκληροίἀγῶνες μεταξύ τῆς ὀρθόδοξης ᾿Ανατολῆς καί τῆς λατινικῆς Δύσεως. ῾Ο μοναχός Βαρλαάμ, ἐκπρόσωπος τοῦ λατινικοῦ πνεύματος, καταπολέμησε σφοδρῶς τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία· αὐτόν δέἀντιμετώπισε σθεναράὁ μεγάλος πρόμαχος τῆς ᾿Ορθοδοξίας Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Σύνοδοι τῆς ᾿Εκκλησίας δικαίωσαν τούς ἀγῶνες καί τή διδασκαλία τοῦ῾Αγίου, καί καταδίκασαν τόν λατινόφρονα Βαρλαάμ67.

Τό ζήτημα τῶν θείων ἐνεργειῶν εἶναι κεφαλαιώδους σημασίας γιά τήν ᾿Ορθόδοξη Καθολική᾿Εκκλησία, ὄχι μονάχα γιά τήν ὁλοκληρία τῆς περί῾Αγίας Τριάδος διδασκαλίας της, ἀλλά καί γιάὅλη τήν ὑπόστασή της καί τό λυτρωτικόἔργο της. ῾Η ἄκτιστη θεία ἐνέργεια (ἡ χάρη) ἀποτελεῖ τόν ζωτικό καίἁγιαστικό τῆς ᾿Ορθοδοξίας δεσμό. Μέ τή βαθιάἕνωση μαζί της θεοποιεῖται ὁἄνθρωπος. Θά μποροῦσε νάἐπιτευχθεῖἡ θέωση, ἄν ἡ θεία ἐνέργεια (ἡ χάρη) δέν ἦταν μέγεθος ἄκτιστο ἀλλά κτιστό; ᾿Αλήθεια, πῶς θά μποροῦσαν νά συνοικήσουν ᾿Ορθοδοξία καί Ρωμαιοπαπισμός μέ τόσο ἔντονες σωτηριολογικές καίἐσχατολογικές ἀποκλίσεις καί διαφορές; Οἱ μέν ᾿Ορθόδοξοι νάὁραματίζονται καί νά σπεύδουν πρός τή θέωση, οἱ δέ Ρωμαιοκαθολικοί νά εἶναι ἀνίδεοι τοῦ σημαντικοῦ αὐτοῦ πράγματος;