ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

πίσω


ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΑΣ

Πρόλογος

Οι πηγές της πίστεως 1-12

Ο Χριστιανικός Θεός 13-21

Ο Χριστιανικός Θεός 22-28

Ανθρωπολογία 29-39

Ανθρωπολογία 40-55

Τριαδολογία 56-65

Χριστολογία 66-72

Χριστολογία 73-78

Η Θεοτόκος 79-83

Η Απολύτρωση 84-94

Εκκλησιολογία 95-101

Εκκλησιολογία 102-113

Η Θεία Χάρις 114-121

Η δικαίωση του ανθρώπου 122-132

Η πλήρωση του Ευαγγελικού Νόμου 133-138

Τα μέσα της χάριτος 139-147

Τα μέσα της χάριτος 148-157

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 158-168

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 169-172

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 173-191

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 192-201

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 202-206

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 207-213

Τα επτά Μυστήρια ειδικά 214-217

Σημειώσεις

ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΣΥΜΒΟΛΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Πρόλογος

Εισαγωγή

Αρθρον πρώτον

Αρθρον δεύτερον

Αρθρον τρίτον

Αρθρον τέταρτον

Αρθρον πέμπτον

Αρθρον έκτον

Αρθρον έβδομον

Αρθρον όγδοον

Αρθρον ένατον

Αρθρον δέκατον

Αρθρον ενδέκατον

Αρθρον δωδέκατον

Παράρτημα

Εντολή πρώτη

Εντολή δευτέρα

Εντολή τρίτη

Εντολή τετάρτη

Εντολή πέμπτη

Εντολή έκτη

Εντολή εβδόμη

Εντολή ογδόη

Εντολή ενάτη

Εντολή δεκάτη

Υποσημειώσεις

1 - 25

26 - 50

51 - 75

76 - 100

101 - 150

151 - 200

201 - 250

251 - 300

301 - 350

351 - 400

401 - 450

451 - 491

73. Τί δίδασκε ὁ᾿Απολλινάριος;

74. Ποιάἦταν ἡ αἵρεση τοῦ Νεστορίου;

75. Ποιόἦταν τό χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς χριστολογίας τοῦ Θεοδώρου Μοψουεστίας;

76. Τί δίδασκε ὁ Μονοφυσιτισμός;

77. Ποῦὀφείλουν τήν ὀνομασία τους οἱ᾿Αφθαρτοδοκῆτες;

78. Ποιές ἦταν οἱἐπιδράσεις τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σκέψεως (τῆς φιλοσοφίας) πάνω στή θεολογική σκέψη τῆς ἀρχαίας ᾿Εκκλησίας; 



73. Τ δδασκε ὁ᾿Απολλινριος79;

Ο ᾿Απολλινριος, πσκοπος Λαοδικεας τς Συρας, ταν διαπρεπς θεολγος καίὁ πρτος πο προσπθησε ν δσει κανοποιητικ λση στ χριστολογικ πρβλημα.

Τ κριο μλημα τς χριστολογας του ταν διακρβωση τς ποιτητας τς νθρπινης φσεως το Χριστο. Κατ’ ατν Χριστς ταν μν τλειος Θες, χι μως κα τλειος νθρωπος. Αν ἡἀνθρπινη φση το Κυρου ταν πλρης κα τλεια, θ εχε δικ της λεθερη πνευματικ ζω, Χριστς δν θάἦταν «τρεπτος νος», λλάὄν τρεπμενο κα μεταβαλλμενο, πο θ μποροσε λεθερα νάἁμαρτσει, θτοντας σ κνδυνο τ λυτρωτικόἔργο του. Η περ δο φσεων κα προσπων διδασκαλα τν ντιοχων θεολγων τοῦἦταν ποκρουστικ καίἀντιφατικ· «δνατον γρ δο νοερ κα θελητικάἐν τῷἅμα κατοικεν, να μ τόἕτερον κατ τοῦἑτρου ντιστρατεηται δι τς οκεας θελσεως καίἐνεργεας» (δα ριστοτελικ).

Κατ τν ᾿Απολλινριον σρκα το Κυρου, μήἔχοντας δικ της ατοτελήἐνργεια κα ζω, ταν παθητικόὄργανο τς θετητας. Κατ’ οσαν ἡἐνργεια το Θεανθρπου ταν μα, θεα, ἡὁποα θετε σ κνηση τόὄργαν της, τ σρκα.

Ο ᾿Απολλινριος γι ν λσει τ μυστριο το Χριστο προβαινε σ ποιοτικ μεωση τς νθρπινης φσεως το Χριστο. ᾿Αφαιροσε π’ ατ τ λογικ μρος τς ψυχς. Η σρκα το Κυρου ταν «νους». Τν πουσα μως το νο σ’ ατν ναπλρωνε παρουσα το Λγου το Θεο. Στ διατπωση τν διδαγμτων ατν βοθησε τν ᾿Απολλινριο τριχοτομικ περ συνθσεως τοῦἀνθρπου θεωρα τς πλατωνικς φιλοσοφας· Στ Χριστόὑπρχει μν ψυχ, πουσιζουν μως π’ ατν νος καίὁ λγος.

Η νωση τν φσεων, κατ τν ᾿Απολλινριο, ταν νωση φυσικ, μξη το θεου κα τοῦἀνθρπινου. Η φση το Χριστοῦἦταν μα «σγκρατος». Οπως λεγε· «μα φσις το Λγου σεσαρκωμνη». Δν πρχε ββαια σγχυση κα τροπ τν φσεων. Στόἕνα πρσωπο το Λγου γνετο ἡἀντδοση τν διωμτων τν δο φσεων.

Μ δο φσεις στ Χριστ (ἡἀνθρπινη μειωμνη καίἐλλιπς) κα μέἕνα νο πρσωπο το Λγου) ὁ᾿Απολλινριος προσπθησε ν λσει τ χριστολογικ πρβλημα, διατυπσας μι πραγματικάἔξυπνη θεωρα, ἡὁποα θάἦταν ρθδοξη ν δν μεωνε πικνδυνα τν νθρωπτητα το Σωτρος, πργμα πο τν δγησε στν αρεση.

 

74. Ποιάἦταν αρεση το Νεστορου80;

Ο Νεστριος, μοναχς κατ’ ρχς, γινε κατπιν Πατριρχης Κωνσταντινουπλεως, διακριθες γι τν πλοσια συγγραφικ του δρση κα τ ρητορικ του δειντητα.

Κληρονμος το θεολογικο κλματος τς ᾿Αντιοχειανς Σχολς, τνιζε τν νθρπινη φση το Χριστο. ᾿Αναιρντας τς κακοδοξες τοῦ᾿Απολλιναρου κα τν Δοκητν, δεχταν τν πραγματικτητα τν δο φσεων το Κυρου. Ο Χριστς ταν ληθς κατ φσιν Θες καίἀληθς κατ φσιν νθρωπος. Ο φσεις του στν νωση ταν σγχυτες καίἀπαρτρεπτες. ᾿Απ’ ατ τ πνεμα μφορομενος, δν μποροσε ν κατανοσει τν πραγματικήἔννοια τς θεας νανθρωπσεως, πς δηλαδήὁ Θες μπορε ν γνει νθρωπος. Η νανθρπηση γι’ ατν σμαινε μεταβολ τν φσεων σ μι σνθετη φση, που θετητα μπανει σέἕνα νο τρπο πρξεως, γνεται φθαρτ κα παθητ, δ Λγος χνει τόὁμοοσι του πρς τν Πατρα. Κατ τ Νεστριο Μαρα δν μποροσε ν γεννσει τ Θε. Θ τόἔκανε μνο ν κι ατήἦταν θε, γιατ μνο τόὅμοιο γεννται π τόὅμοιο. Κακς λοιπν νομζεται «Θεοτκος». Ο πραγματικς ττλος της εναι «Χριστοτκος». Γννησε δηλαδ τν νθρωπο Χριστ μ τν ποο ργτερα νθηκε Λγος.

᾿Επηρεαζμενος π τν ριστοτελικ φιλοσοφα κατ τν ποα δν μπορε νάὑπρξει φση πρσωπη, Νεστριος δν μποροσε νάἐννοσει τν περίἑντητος το προσπου το Χριστο διδασκαλα τς ᾿Εκκλησας. ᾿Εφσον πρχουν στ Χριστ δο πλρεις κα τλειες φσεις, πρπει κατ’ νγκην νάὑπρχουν κα δο πλρη κα τλεια πρσωπα, νεξρτητα τόἕνα π τόἄλλο. Τν δα ατ τ δδαξε. Διασποσε τόἕνα θεανδρικ πρσωπο το Χριστο σ δο ξεχωριστ καίἰδιοπερστατα φυσικ πρσωπα. Ατ το κστισε τ μομφ τς αρσεως, πο γι ν τν ποσεσει ναγκστηκε ν δεχθε καίἕνα πρσωπο στ Χριστ, τόὁποο ποκαλοσε θικ πρσωπο τς νσεως. Ατ φυσικ δν ταν τποτε λλο π προσπθεια συμβιβασμο τν συμββαστων. Ετσι Νεστριος δεχταν τρα πρσωπα στ Χριστ· να το Θεο Λγου, να τοῦἀνθρπου Χριστο καίἕνα τς νσεως τν φσεων.

Σμφωνα πρς τς ντιλψεις ατς ταν κα τάὑπλοιπα χριστολογικ διδγματα το Νεστορου. Ο Πατριρχης Κωνσταντινουπλεως πρριπτε τν περ φυσικς νσεως διδασκαλα το Κυρλλου ᾿Αλεξανδρεας. Η νωση κατ’ ατν δν ταν νωση πραγματικ, λλάἁπλ συνφεια, νας ξωτερικς πλησιασμς, μιάἐνοκηση το Λγου στν νθρωπο ς «ν να». Τν νωση ατ χαρακτριζε κα μ πολλς λλες νομασες. ᾿Επσης πρριπτε τν ρο «Θες Λγος σεσαρκωμνος» (Κριλλος ᾿Αλεξανδρεας). Κατ’ ατν Χριστς ταν «θεοφρος νθρωπος».

Τλος, Νεστριος προβαινε κα στ διχασμ τς μας υἱότητας το Χριστο σ δυ φυσικς υἱότητες ξεχωριστς, τν υἱότητα το Λγου κα τν υἱότητα τοῦἀνθρπου. Στς υἱότητες ατς πνειμε ντστοιχα κα δο ξεχωριστς προσκυνσεις κα λατρεες. Περ πραγματικς ντιδσεως τν διωμτων τν φσεων στόἕνα πρσωπο το Χριστο δν μπορε ν γνει λγος στ χριστολογικ σστημα το Νεστορου.

Μ τ διδγματ του ατάὁ Νεστριος διατπωσε μι δειν αρεση στος κλπους τς ᾿Εκκλησας, τ ζω τς ποας συνετραξε π μακρν. Τν αρεση ατ καταπολμησε πιτυχς διαπρεπς θεολγος τς ρχαας ᾿Εκκλησας, γιος Κριλλος ᾿Αλεξανδρεας.

 

75. Ποιόἦταν τ χαρακτηριστικ γνρισμα τς χριστολογας το Θεοδρου Μοψουεστας81;

Ο Θεδωρος ταν διαπρεπστερος κπρσωπος τς θεολογας τς ᾿Αντιοχειανς Σχολς κα διδσκαλος το Νεστορου. ᾿Απ τν πλοσια διδασκαλα του (μοια τς διδασκαλας το Νεστορου) θάἀνασρουμε μι μνο πτυχ πο χαρακτηρζει εδικτερα τ χριστολογικ του διδγματα.

Ως ντιοχειανς θεολγος Θεδωρος δδασκε τν πραγματικτητα τν δο φσεων το Χριστο, στς ποες ντιστοιχον δο ξεχωριστ φυσικ πρσωπα, ν κα δεχταν τν παρξη κα τρτου προσπου, τοῦἠθικο προσπου τς νσεως.

Ποιάὅμως ταν σχση τοῦἀνθρπου Χριστο πρς τν πειρο Λγο το Πατρς; Τόἐρτημα ατόἀπασχολοσε ντονα τ θεολογικ σκψη το Θεοδρου Μοψουεστας. Σμφωνα μ τόὅλο χριστολογικ πνεμα του Θεδωρος δν μποροσε ν συλλβει ατν παράὡς σχση σαφς θικ. ᾿Εμπειρικς στ σκψη του, βλεπε καθαρ τ πργματα. Τόἀνθρπινο πρσωπο το Χριστο, πλρες κα τλειο, καμι δν πστη μεωση στν νωση τν φσεων. Ηταν πρσωπο προικισμνο μέἐλευθρα βοληση, ἡὁποα σ καμι περπτωση δν ξαφανστηκε ἤὑπστη μεωση κατ τ διρκεια τς πγειας ζως το Κυρου. Η λευθερα τς βουλσες του κδηλωνταν πρωτστως στος γνες του ναντον τν ψυχικν παθν, π τάὁποα ς νθρωπος πραγματικς «χλετο», κα τάὁποα δμαζε «κρεττονι λογισμ». Στος πειρασμος του διατερα στν ρημο «δειξεν αυτν δονς κρατοντα». ᾿Ενῶὁ Χριστς μποροσε νάἁμαρτσει, μως δν μρτησε, μαχμενος κατ τν παθν μ τς δικς του φυσικς δυνμεις, πικουρομενες μως π τ Λγο το Θεο.

Η λευθρα βοληση το Κυρου ταν –κατ τν Θεδωρο– βση τς ν ατῷἐνοικσεως το Λγου, ὁὁποος προγνωρζοντας τν ρετ τοῦ᾿Ιησο το χορηγοσε «μεζονα χριν». Ο Χριστς ποδεχτηκε π τ δικ του γνμη ξιος τς νσεως μ τ Λγο το Θεο, π τν ποο παιρνε βοθεια ν πρττει τόἀγαθ κα τν ρετ. Πρτος ατς ξιθηκε τς νοικσεως τοῦ῾Αγου Πνεματος σ βαθμόἀσγκριτα ντερο πόὅσο σέὅλους τος λλους νθρπους. Η ρετ του ταν μεγαλτερη π τν ρετ τοῦ᾿Ιωννη το Βαπτιστ. Εναι τ πλρες κα τλειο πρσωπο ρετς κα χριτος, π’ ατν δ, ς π πηγ, μετοχετεεται χρις πρς τος λλους νθρπους.

Τ διδγματα ατ το Θεοδρου σκησαν τερστια ροπ στ θεολογικ σκψη λων τν αἰώνων. Ομως ἡἀντθεσ τους πρς τ διδασκαλα τς πσημης ᾿Εκκλησας μαρωσε τόὄνομ του, τόὁποο καταχωρθηκε μ μελαν χρματα στ χορεα τν χριστολογικν αρσεων.

 

76. Τ δδασκε Μονοφυσιτισμς82;

Ο Μονοφυσιτισμς πο βρισκταν στν ντποδα το Νεστοριανισμο, πηρεαζταν ασθητάἀπ τς διαρχικς ντιλψεις (πνεμα–λη) το Νεοπλατωνισμο καίἀπ τς διατερες χριστολογικς τσεις τς ρχαας ᾿Αλεξανδρινς Σχολς. Οἱἰδες του εχαν συγγνεια πρς τ διδγματα τοῦ᾿Απολλιναρισμο.

Βασικ πρβλημα τς ρχαας λληνικς σκψεως στ χρο τς φιλοσοφας ταν καθορισμς τς σχσεως μεταξ πνεματος καίὕλης, μεταξ τοῦἀπολτου (ὰὲὖ῏῝῟ὦ῟ἣ) κα το κσμου. Δο δ τρποι καθορισμοῦἦσαν δυνατο· μονιστικς, κατ τν ποο τ πεπερασμνο κλαμβνεται πανθεϊστικάὡς κδλωση τοῦἄπειρου κα αἰώνιου, καίὁ δυιστικς, ὁὁποος κλαμβνει τ ασθητόὡς προϊν πτσεως, τόὁποο πρπει ν’ πορροφηθε κα ν’ ναλυθε στ θεο. Ο τελευταες ατς δες, ρφικς κυρως προελεσεως, υοθετθηκαν π τν Πλατωνισμ κα τν Νεοπλατωνισμ καίἐπηρασαν ασθητ τ θεολογικ σκψη το Μονοφυσιτισμο.

᾿Αρχηγτης τς αρσεως ταν Ετυχς, ρχιμανδρτης τς ᾿Εκκλησας τς Κωνσταντινουπλεως. Ο Ετυχς πρριπτε τν σγχυτη καίἄτρεπτη νωση τν φσεων στ Χριστ, πως περ ατο εχε ποφανθεῖἡ Γ´ἐν ᾿Εφσ Οκουμενικ Σνοδος. Κατ’ ατν τ σμα το Κυρου ταν μν νθρπινο, χι μως καίὁμοοσιο μ τ δικ μας, κτι πο θεωροσε νρμοστο στ θετητα το Λγου. ᾿Αποδεχταν μως τ θωση τς νθρπινης φσεως το Χριστο, τν ποα πφευγε ν προσδιορσει· «φυσιολογεν μαυτ οκ πτρεπον». Τν σχυρισμόὅτι δεχταν ορνιο τ σμα το Χριστο, χαρακτριζε ς συκοφαντα.

Ο Ετυχς, πως καίὅλοι οἱὁμφρονς του, δχονταν μα φση στ Χριστ μετ τν νωση· «μολογῶἐκ δο φσεων γεγενσθαι τν Κριον μν πρ τς νσεως, μετ δ τν νωσιν μαν φσιν μολογ». Κατ τν Θεοδρητο Κρου, αρεσιρχης μιλοσε ρητς περ καταπσεως τς νθρπινης φσεως το Χριστοῦἀπ τ θεα φση. Δν πρκειται ββαια περίἀφανισμο, λλ περ μεταποισες της στν οσα τς θετητας. Ως παρδειγμα φερε τ σταγνα τοῦὄξους, ἡὁποα ρπτεται στ θλασσα. Οπως δηλαδ τόὄξος (τ ξδι) πο ρπτεται στ θαλσσια νεράἀναλεται στ φση τους, χωρς στσο ν χνεται, τσι καίἡἀνθρπινη φση το Χριστοῦἀναλθηκε στν πειρα τς θετητας.

Η συγγνεια το Μονοφυσιτισμο μ τν ᾿Απολλιναρισμ εναι μφανς. Ο μν ᾿Απολλινριος προσβαλλε τν κεραιτητα τς νθρπινης φσεως, νῶὁ Ετυχς δεχταν τν κατποσ της, π τ θεα φση το Χριστο.

Ο Σεβηριανοίἀντθετα ταν μετριοπαθες. Μιλοσαν

μν γι μα φση μετ τν νωση, μως δχονταν τόἄτρεπτο καίἀσγχυτο τν φσεων στ Χριστ.

 

77. Πο φελουν τν νομασα τους οἱ᾿Αφθαρτοδοκτες;

᾿Απ τ λξη φθαρσα, τν ποα νμιζαν τι εχε ἡἀνθρπινη φση το Χριστο, ταν ατς ζοσε στ γ.

Κα ατήἡ αρεση νκε στόἰδιατερο θεολογικ κλμα τς ᾿Αλεξανδρινς Σχολς. ᾿Εν ο Δοκτες ρνονταν, πως εδαμε, τν πραγματικτητα τς νθρπινης φσεως το Χριστο, ὁ᾿Απολλινριος φαιροσε π’ ατν τ λογικ στοιχεο της κα ο Μονοφυστες τν θελαν νάἀπορροφται κα νάἀναλεται στ θεα φση, οἱ᾿Αφθαρτοδοκτες, θλοντας ν τν ξωρασουν, ρνονταν π’ ατν τς φυσικς νγκες κα τάἀδιβλητα πθη της. ᾿Αρχηγς τς αρσεως ταν ὁ᾿Ιολιος Αλικαρνασσες. Ατς δδασκε τι τ σμα το Χριστοῦἤδη π τ σλληψη κα τ γννησ του ταν περνω τν φυσικν ναγκν, πενα, δψα, κματο κ.λπ., τ γνωστάὡς διβλητα πθη τς φσεως. ᾿Αδιβλητα δ, γιατίἡἱκανοποησ τους δν εναι μαρτα. Αν δ στ Γραφήὁ Χριστς φρεται ν τργει, ν πνει, ν συγκινεται κ.τ.., ατ δν σημανει τι εχε πραγματικς νγκες τς ποες πρεπε νάἱκανοποισει, λλ’ ταν σκπιμες κα φαινομενικς κινσεις τς φσεως, τς ποες πτρεπε Λγος το Θεο γι τος σκοπος τς θεας λυτρωτικς οκονομας του. Δηλαδ πεινοσε, ταν θελε Θες ν πεινσει κ.ο.κ.

Μι μερδα ατν μέἀρχηγ τν ᾿Αμμνιο πγαιναν μακρτερα, λγοντας τι τ σμα το Χριστο δν ταν πλς κτιστο, λλ μαζ καίἄυλο. Γιαυτ κι νομζονταν «᾿Ακτιστται». Ηταν κρτατοι μονοφυστες. Οπως ντιλαμβανμαστε, κριος στχος λων τν Μονοφυσιτν ταν ἡἀπμβλυνση καίἡ πλρης πομκρυνση τς ασθητς φσεως π τ Θε, ἡὁποα, σμφωνα μ τς διαρχικς ντιλψεις τς ποχς, θεωρονταν νξια τς θεας φσεως.

 

78. Ποις ταν οἱἐπιδρσεις τς ρχαας λληνικς σκψεως (τς φιλοσοφας) πνω στ θεολογικ σκψη τς ρχαας ᾿Εκκλησας;

Ηταν κα θετικς καίἀρνητικς, νλογα μ τ πνεμα, τος σκοπος κα τς πιδιξεις κενων πούἔκαναν χρση ατς.

Θετικς ταν, ταν ο θεολγοι τς ᾿Εκκλησας καναν χρση τς λληνικς σκψεως γι νάἑρμηνεσουν τς δογματικς λθειες τς πστεως, οἱὁποες π τ φση τους εναι σκοτεινς κα δυσερμνευτες κα ν τς κνουν εκολτερα ποδεκτς στόἐκκλησιαστικ πλρωμα κα τ πνευματικ περιβλλον τς ποχς. Κυρως παιρναν φιλοσοφικος ρους γι ν’ ναπτξουν μορφολογικ τ δγματα, πως ταν οἱὅροι· οσα, πσταση, πρσωπο, μοοσιο, νυπστατο κ.. Δν εναι τυχαο τι Α´ἐν Νικαίᾳ Οκουμενικ Σνοδος (325) χρησιμοποησε τν ρο «μοοσιος», γι ν διασαφσει τ σχση το Χριστο μ τ Θε Πατρα. Τόἔργο ατ εναι κατ πντα νμιμο κα χρσιμο στν στορικήἀνλιξη το δγματος, τόὁποο κατ τν οσα κα τν στερο πυρνα του εναι αἰώνιο καίἀμετβλητο, δναται μως νάἐξελσσεται μορφολογικ μ τάἑκστοτε πιστημονικ μσα τς ποχς, γι ν γνεται εκολτερα καταληπτόἀπ τος πιστος.

᾿Αρνητικς ταν, σες φορς ἡἑλληνικ φιλοσοφα δν χρησιμοποιονταν μνο γι τ μορφολογικήἑρμηνεα τν δογμτων, λλ προχωροσε βαθτερα, μεταφροντας φιλοσοφικς δες καίἔννοιες στς δογματικς λθειες τς ᾿Εκκλησας. Μ τν τρπο ατόἡ φιλοσοφα γινταν ργανο διαστροφς κα καταλσεως τν χριστιανικν δογμτων. Κατ τν διαβητο Ηὰἶὃὰὴὂ, προτεστντη θεολγο, τ χριστιανικ δγματα δν εναι τποτε λλο παράἡ μεταφτευση τς ρχαας λληνικς φιλοσοφας στ θεολογικ χρο τς πρτης ᾿Εκκλησας. Η μομφ ατ εναι φυσικάἄδικη καίἀναληθς, καταλουσα τν λθεια το περιεχομνου τς θεας ποκαλψεως.