Αϊβαλί και Κρήτη: Δεσμοί δακρύων
Αλέξανδρου Μασσαβέτα,
Μικρά Ασία - Το παλίμψηστο της μνήμης,
Αθήνα 2018, εκδ. Πατάκη, σελ. 334-336
Νέο γυμνάσιο ιδρύεται στον χώρο της Ακαδημίας το 1850, προικισμένο με γυμναστήριο, εργαστήριο φυσικής και την Διδότειο Βιβλιοθήκη: Ο φιλέλλην τυπογράφος, που το 1824 συνίδρυσε την Φιλελληνική Επιτροπή Παρισίων, τώρα δωρίζει μεγάλο αριθμό βιβλίων στην νέα σχολή, που θα αποτελέσουν τον κορμό της βιβλιοθήκης. Ο σύνδεσμος της πόλης με το Παρίσι συνεχίζει. (1). Το 1884 το Γυμνάσιο Κυδωνιών αναγνωρίζεται από την ελληνική κυβέρνηση ως ισότιμο εκείνων του ελληνικού κράτους. Μέχρι την επανάσταση των Νεοτούρκων επεκτείνει τις εγκαταστάσεις του, στις οποίες περιλαμβάνεται αγροκήπιο και μετεωρολογικός σταθμός για τα γεωπονικά μαθήματα. Ο αριθμός των μαθητών αυξάνεται συνεχώς, καθώς συρρέουν από την Πέργαμο και το Αδραμύττιο. Στην κεντρική πλατεία των Κυδωνιών τελούνται γυμναστικές επιδείξεις, στο Γυμνάσιο ανεβάζονται αρχαίες τραγωδίες στο πρωτότυπο.
Την αρχή του τέλους σηματοδοτεί ο Μεγάλος Διωγμός: Οι Έλληνες της Περγάμου και του Αδραμυττίου εκτοπίζονται την άνοιξη του 1914. Την επαύριο των Βαλκανικών οι αρχές εγκαθιστούν στα γύρω χωριά αλλά και στο ίδιο το Αϊβαλί μουσουλμάνους πρόσφυγες των Βαλκανίων. Το Αϊβαλί και το Μοσχονήσι γλιτώνουν τον διωγμό ως το 1915, όταν πολλοί Κυδωνιείς και Μοσχονησιώτες φεύγουν έντρομοι στην Λέσβο. Και εδώ, όπως και στην περίπτωση της Τριγλίας (βλ. Κεφάλαιο 7), οι αρχές επικαλούνται τον κίνδυνο κατασκοπείας υπέρ της Αντάντ από τον ντόπιο ελληνικό πληθυσμό για να «δικαιολογήσουν» την εκτόπιση (2). Στην πόλη εγκαθίστανται «μουχατζίρηδες» από τα Βαλκάνια, που προκαλούν σοβαρότατες καταστροφές στα σπίτια (3).
Μετά την κατάρρευση του μετώπου το 1922 οι Αϊβαλιώτες δεν σπεύδουν, δυστυχώς, να φύγουν, παρά την μνήμη της σφαγής όσων απέμειναν στον τόπο τους το 1821. Πείθονται από τα λόγια του μητροπολίτη (Γρηγορίου Ωρολογά) να μείνουν, και μάλιστα με κοινή απόφαση μητρόπολη και δημοτικό συμβούλιο απαγορεύουν τον απόπλου. Τα τουρκικά στρατεύματα φθάνουν στις 15 προς 16 Σεπτεμβρίου. Όλοι οι άρρενες στρατεύσιμης ηλικίας (18-45 ετών) συλλαμβάνονται και οδηγούνται στα διαβόητα Τάγματα Εργασίας στην ενδοχώρα, δήθεν για να εργασθούν προς αποκατάσταση των καταστροφών που προκάλεσε ο ελληνικός στρατός. Η μνήμη και μόνο των ταγμάτων εξόντωσης -από τον Μεγάλο Διωγμό- αρκεί να σπείρει τον τρόμο.
Οι περισσότεροι δεν θα φθάσουν ποτέ στα τάγματα, καθώς ανεπισήμως έχει διαταχθεί ο αφανισμός τους. Οι συλληφθέντες οδηγούνται σε χαράδρες γύρω από την πόλη, όπου εκτελούνται ομαδικά. Από τους περίπου 3.000 εκτοπισμένους θα επιβιώσουν μονάχα 24... Ανάμεσά τους ο Ηλίας Μέλλος, που επιζεί για να καταγράψει -με το επώνυμο της μητέρας του, Βενέζης- τα μαρτυρία των Ταγμάτων Εργασίας αλλά και τις μαζικές σφαγές.
Κατ’ ειρωνεία της ιστορίας, παρά τον αφανισμό χιλιάδων Αϊβαλιωτών και την έξοδο των υπολοίπων, την ελληνοφωνία στο Αϊβαλί και το Μοσχονήσι θα διαιωνίσει, για δεκαετίες μετά την Έξοδο, η παρουσία των Τουρκοκρητικών. Την υστεροφημία της αφανισμένης ελληνικής πόλης εγγυώνται τα γραπτά των επιφανών τέκνων της, που κατέγραψαν και το δραματικό της τέλος. Ο Ηλίας και η αδελφή του Αγάπη Βενέζη, ο Στρατής Δούκας και ο Φώτης Κόντογλου έχουν περισώσει την μνήμη των Αϊβαλιωτών. Συναπαρτίζουν, μαζί με τους επιφανείς Λεσβίους όπως ο Στράτης Μυριβήλης, την Αιολική Σχολή στην ευρύτερη λογοτεχνική έκρηξη της Γενιάς του ’30. Ο γεννηθείς στο Αϊβαλί κεραμίστας και εικαστικός Πάνος Βαλσαμάκης επίσης δόξασε την γενέτειρά του.
Οι διαρκείς πόλεμοι, ο Διχασμός, η Καταστροφή και οι σφαγές, η απώλεια της μικρασιατικής Αιολίδος αλλά και οι προκλήσεις του διεθνοποιημένου αστικού τρόπου ζωής στις νέες πατρίδες του ελλαδικού χώρου στρέφουν τους λογοτέχνες σε ζητήματα όπως η λαογραφία και η μετακένωση της παράδοσης. Κάποιοι εκφράζουν πανανθρώπινες αναζητήσεις (Βενέζης, Μυριβήλης), άλλοι εγκλείονται σε έναν κόσμο ελληνοκεντρικό και ξενόφοβο (Κόντογλου). Σε κάθε περίπτωση η Αιολία γίνεται ο καμβάς επί του οποίου θέτουν τα ερωτήματά τους και αναπτύσσουν σκέψεις που απασχολούν ολόκληρο τον Ελληνισμό, αλλά και εν γένει τον σύγχρονο άνθρωπο.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Το κτίριο της σημερινής πανσιόν « Bonjour » στην Πάνω Πόλη ήταν το γαλλικό προξενείο.
(2) Carroll N. Brown & Theodore P. Ion, Persecutions of the Greeks in Turkey since the Beginning of the European War, Oxford University Press, Νέα Υόρκη 1918, σ. Xiv.
(3) A. Toynbee, The Western Question in Greece and Turkey, Constable & Company, Λονδίνο 1922, σ. 144.