13 Απριλίου
†Μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Μαρτίνου, πάπα Ρώμης.
῾Ο ῞Αγιος Μαρτίνος, ᾿Επίσκοπος Ρώμης, ἐγεννήθηκε στό Τόδι τῆς ᾿Ομβρικῆς τῆς Κεντρικῆς ᾿Ιταλίας. ᾿Ανῆλθε στόν ἐπισκοπικό θρόνο τῆς Ρώμης σέ μιά ἐποχή, κατά τήν ὁποία τήν ᾿Εκκλησία ἐτάρασσε αἵρεση τῶν Μονοθελητῶν. ῾Η ᾿Εκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως εἶχε τότε ἐμπλακεῖ στήν αἵρεση αὐτή. ῾Ο ῞Αγιος Μαρτίνος συνεκάλεσε Σύνοδο στό ναό τοῦ Σωτῆρος Λατερανοῦ, τό ἔτος 649 μ.Χ., ὁποία κατεδίκασε τόν Μονοθελητισμό, ὁ δέ ῞Ορος αὐτῆς ἦταν ἐπέκταση τῆς διδασκαλίας τῆς Δύ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. ῾Η Σύνοδος ἐψήφισε ἐπίσης, καί εἴκοσι ἀναθεματισμούς κατά τῶν αἱρετικῶν καί τῶν ἀρχηγῶν τους, ἐνῶ κατεδίκασε ἐκτός τῶν ἄλλων τούς μονοθελῆτες Πατριάρχες τῆς Κωνσταντινουπόλεως Σέργιο καί Πύρρο, συνεργάτες τοῦ ῾Ηρακλείου, καί τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παῦλο Βύ. Σημαντικό ρόλο στίς διεργασίες τῆς Συνόδου διεδραμάτισε καί ὁ ῞Αγιος Μάξιμος ὁ ῾Ομολογητής.
῾Ο ῞Αγιος Μαρτίνος ἀνέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα γιά τήν ἐφαρμογή τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου αὐτῆς στή Δύση καί στήν ᾿Ανατολή. Εἶχε διατελέσει παπικός ἀποκρισάριος στήν Κωνσταντινούπολη καί δέν ἦταν πρόσωπο εὐχάριστο στόν αὐτοκράτορα Κώνσταντα Βύ (641-668 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἦταν ὁμόφρονας μέ τούς αἱρετικούς καί διέταξε τόν ἔξαρχο τῆς ᾿Ιταλίας ᾿Ολύμπιο νά μεταβεῖ στή Ρώμη καί νά φέρει αἰχμάλωτο τόν ῞Αγιο στήν Κωνσταντινούπολη. ῾Η διαταγή ὅμως ἔμεινε ἀνεκτέλεστη, διότι ὁ ᾿Ολύμπιος ἐπαναστάτησε κατά τοῦ αὐτοκράτορος καί μετά ἀπό δύο ἔτη σκοτώθηκε στή Σικελία, μαχόμενος ἐνάντια στούς ῎Αραβες, τό ἔτος 652 μ.Χ.
῾Ο νέος βυζαντινός διοικητής τῆς ᾿Ιταλίας Θεόδωρος συνέλαβε τελικά τό ἔτος 653 μ.Χ. τόν ῞Αγιο Μαρτίνο καί ἀπέστειλε αὐτόν, ἀσθενή καί κλινήρη, στήν Κωνσταντινούπολη. ᾿Εκεῖ ἐδικάσθηκε ὑπό τῆς συγκλήτου ὡς συνωμότης, καθαιρέθηκε σέ τελετή, κατά τήν ὁποία διέρρηξαν τά ἱερατικά του ἄμφια, καί ἐξορίσθηκε στή Χερσώνα τῆς Κριμαίας, ὅπου καί ἀπέθανε τό ἔτος 655 μ.Χ.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν δύο ᾿Επισκόπων, τῶν ἐξορισθέντων σύν τῷ ἁγίῳ Μαρτίνῳ εἰς Κριμαίαν, τῶν ῾Ομολογητῶν.
Μαζί μέ τόν ῞Αγιο Μαρτίνο, ᾿Επίσκοπο Ρώμης, ἐκδιώχθηκαν καί δύο ᾿Επίσκοποι, τῶν ὁποίων μνήμη ἑορτάζεται κατά τήν μέρα αὐτή.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Θεοδοσίας, τῆς βασιλίδος, καί Γεροντίου, τοῦ εὐνούχου αὐτῆς.
῾Η μνήμη αὐτῶν δέν ἀπαντᾶ στούς Συναξαριστές. Γνωρίζουμε γιά τούς ῾Αγίους ἀπό τό Λαυριωτικό Κώδικα Ι 70, ὅπου ὑπάρχει σχετικό ὑπόμνημα.
Σύμφωνα μέ αὐτό ῾Αγία Θεοδοσία ἦταν θυγατέρα τοῦ βασιλέως ᾿Αδριανοῦ (117-138 μ.Χ.). ᾿Επειδή δέν ἤθελε νά νυμφευθεῖ, ἐγκατέλειψε τό βασιλικό οἶκο καί μαζί μέ κάποιον εὐνοῦχο πού ὀνομαζόταν Γερόντιος ἔφθασε στά ῾Ιεροσόλυμα. ᾿Εκεῖ προσκύνησε τούς ῾Αγίους Τόπους καί ἐβαπτίσθηκε στόν ᾿Ιορδάνη. ᾿Αφοῦ ἐπισκέφθηκε τά μοναστήρια καί τίς σκῆτες τῆς περιοχῆς, ἐκατοίκησε σέ κελλί καί διῆλθε τό βίο της μέ νηστεῖες, ἀγρυπνίες καί προσευχές. ῾Ο εὐνοῦχος Γερόντιος ἔγινε μοναχός σέ μοναστήρι καί ἀφοῦ ἔφθασε σέ ὕψη ἀρετῆς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
῾Η ῾Οσία Θεοδοσία, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς καί ἀξιώθηκε τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος καί τῆς συνομιλίας μέ ᾿Αγγέλους, προεῖδε τό τέλος της, μετέλαβε τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων ἀπό τόν ᾿Επίσκοπο τῆς περιοχῆς καί παρέθεσε τό πνεῦμα της στά χέρια τοῦ Κυρίου.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Δάδα, Κυ-
ντιλλιανοῦ καί Μαξίμου, τῶν ἀναγνωστῶν.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Δάδας, Κυντιλλιανός καί Μάξιμος ἔζησαν κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ (285-305 μ.Χ.) καί Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), καί τῶν ὑπάτων Γαβιβίου καί Ταρκυΐνου. Κατάγονταν ἀπό τήν πόλη τοῦ Δοροστόλου τῆς δευτέρας Μοισίας καί ἦσαν ἀναγνῶστες τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Εκήρυσσαν μέ παρρησία τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, γι᾿ αὐτό διεβλήθησαν στούς ὑπάτους καί συνελήφθησαν. ᾿Επειδή ὁμολόγησαν τόν Χριστό, ἐρίχθηκαν στή φυλακή, ἐβασανίσθηκαν καί τέλος ἀποκεφαλίσθηκαν στό κτῆμα αὐτῶν πού ἐλεγόταν ᾿Οζοβία.
Οἱ Χριστιανοί περισυνέλεξαν μέ εὐλάβεια τά ἱερά λείψανα αὐτῶν καί τά μετέφεραν στήν Κωνσταντινούπολη, στό ναό τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου «ἐν τοῖς Βιγλεντίου»70, ὅπου ἐτελεῖτο καί Σύναξη αὐτῶν.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων ᾿Ελευθερίου, τοῦ Πέρσου, καί Ζωΐλου, τοῦ Ρωμαίου.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς ᾿Ελευθέριος καταγόταν ἀπό τή χώρα τῆς Περσίας. ῎Οντας ὅμως Χριστιανός καί ἀγαπώντας τόν Χριστό κατευθύνθηκε πρός τόν ῞Αγιο Συμεών τόν ᾿Επίσκοπο καί κοντά σέ αὐτόν ἐδιδασκόταν τελειότερα τό λόγο τῆς ἀλήθειας. Καί, ἀφοῦ ἐπέστρεψε στό σπίτι του, ἐδίδασκε καί ὁ ἴδιος ὅσους προσέρχονταν σέ αὐτόν τά σχετικά μέ τήν Οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ. Διδάσκοντας μέ αὐτό τόν τρόπο ὁ ῞Αγιος ᾿Ελευθέριος καί ἐπαναφέροντας πολλούς ἀπό τούς ἄπιστους στή Χριστιανική διδασκαλία βαπτίζοντάς τους, ἔγινε ἀντιληπτός ἀπό τούς πυρολάτρες Πέρσες. Καί ἀφοῦ κατηγορήθηκε στό βασιλέα, συνελήφθη καί παρουσιάσθηκε δέσμιος σέ αὐτόν. ῞Οταν ὅμως τόν ἐρώτησε ὁ βασιλέας καί τόν εἶδε ἀμετακίνητο στήν πατρώα εὐσέβεια, τόν παρέδωσε στούς ἀρχιμάγους καί τούς παρήγγειλε νά τόν ἀναγκάσουν νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. ῾Ο Μάρτυς ὑπέφερε μέ καρτερία καί προσευχή τά βασανιστήρια. ῾Ο ῞Αγιος Ζωΐλος, βλέποντας τήν ὑπομονή καί τήν πίστη τοῦ ῾Αγίου ᾿Ελευθερίου, τόν ἐμακάρισε. ῎Ετσι συνελήφθη καί αὐτός καί ἀποκεφαλίσθηκε μαζί μέ τόν ῞Αγιο ᾿Ελευθέριο.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοδοσίου.
Εἶναι ἄγνωστο ποῦ καί πότε ἐμαρτύρησε ὁ ῞Αγιος Θεοδόσιος, ὁ ὁποῖος ἐτελειώθηκε διά ξίφους.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Χριστοφόρου, τοῦ ἐν τῇ μονῇ τοῦ ῾Αγίου Σάββα ἀσκήσαντος.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Αρσενίου, ἀρχιεπισκόπου ᾿Ελασσῶνος.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Αρσένιος ἐγεννήθηκε στήν Εὐρυτανία, τό ἔτος 1548, ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί φιλόθεους, τόν Θεόδωρο καί τήν Χριστοδούλη.
Τό συγγραφικό του ἔργο, γλωσσομάθειά του καί θητεία του ὡς διδασκάλου δείχνουν ὅτι ἦταν πολύ μορφωμένος. Ποῦ ἔμαθε τά γράμματα δέν μᾶς εἶναι γνωστό. Τό ἔτος 1574 ὁ ῞Αγιος ᾿Αρσένιος ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος «Δημονίκου καί ᾿Ελασσῶνος» καί διαδέχθηκε τόν Δαμασκηνό Βύ (1570-1574). Τόν ἴδιο χρόνο ἐδέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ῾Ιερεμίου Βύ71 τοῦ Τρανοῦ, πού ἐπραγματοποιοῦσε περιοδεία στή Ρούμελη καί στήν Πελοπόννησο. ῾Ο Πατριάρχης ῾Ιερεμίας ἐφιλοξενήθηκε στό μοναστήρι τῆς ᾿Ολυμπιώτισσας.
Τό γεγονός ὅτι περίπου ἀπό τό ἔτος 1580 ἐλειτουργοῦσε στήν ᾿Ολυμπιώτισσα κρυφό σχολειό, μᾶς κάνει νά θεωροῦμε ὅτι ὁ ῞Αγιος ᾿Αρσένιος ἐνδιαφέρθηκε ζωηρά καί γιά τή στοιχειώδη μόρφωση τῶν νέων τῆς ᾿Επισκοπῆς του. Γι᾿ αὐτό καί σέ συνεννόηση καί συνεργασία μέ τόν γούμενο καί τούς μοναχούς τῆς ᾿Ολυμπιώτισσας ὀργάνωσε τό σχολεῖο αὐτό καί παρεκίνησε καί ἐνεθάρρυνε τά ῾Ελληνόπουλα τῆς ᾿Ελασσῶνος, πού εἶχαν ζῆλο γιά τά γράμματα, νά ἀνεβαίνουν στό μοναστήρι καί ἐκεῖ νά μαθαίνουν ἀνάγνωση καί γραφή ἐπάνω στά ἱερά κείμενα.
Κατά τό ἔτος 1588 ὁ ῞Αγιος συνόδευσε, μαζί μέ τόν Μητροπολίτη Μονεμβασίας ῾Ιερόθεο, τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ῾Ιερεμία Βύ στή Μόσχα, ὅπου στίς 26 ᾿Ιανουαρίου 1589 ἀναγόρευσαν καί ἐγκατέστησαν τόν Μητροπολίτη ᾿Ιώβ ὡς Πατριάρχη Βλαδιμηρίας, Μόσχας καί ἁπάσης Ρωσίας καί ἁπασῶν τῶν βορείων Χωρῶν. Τήν τελετή καί τίς ἐκδηλώσεις τῆς ἐνθρονίσεως τοῦ Μητροπολίτου ᾿Ιώβ τίς περιέγραψε ὁ ῞Αγιος ᾿Αρσένιος μέ στίχους στή δημοτική γλώσσα, μέ τίτλο «Κόποι καί διατριβή τοῦ ταπεινοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αρσενίου».
῾Ο ῞Αγιος δέν ξαναγύρισε στήν ᾿Επισκοπή ᾿Ελασσῶνος, ἀλλά ἔμεινε ὁριστικά στή Ρωσία, ὅπου καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1625.
Σχετικά μέ τή ζωή καί τή δράση του στή Ρωσία, γνωρίζουμε ὅτι ἐδίδαξε στό Κοινοτικό ῾Ελληνικό σχολεῖο τοῦ Λβώφ τῆς Ρουθηνίας72, ὅπου ὑπῆρχε πολυμελής καί ἀκμαία ῾Ελληνική παροικία, κυρίως ἐμπόρων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ Κρητικός κρασέμπορος Κωνσταντίνος Κορνιακτός.
᾿Αργότερα ὁ ῞Αγιος διετέλεσε διοικητής τῆς ἐπαρχίας Σουζδαλίας, ἀπό ὅπου ἀλληλογραφοῦσε συχνά μέ τόν Πατριάρχη ᾿Αλεξανδρείας ῞Αγιο Μελέτιο τόν Πηγᾶ. Στό διάστημα τῆς πολύχρονης διαμονῆς του στή Ρωσία ὁ ῞Αγιος ᾿Αρσένιος δέν ἐλησμόνησε τή γενέτειρά του καί τά μοναστήρια, ὅπου μάλλον εἶχε περάσει τά νεανικά του χρόνια. ᾿Αφιέρωσε πολλά βιβλία, εἰκόνες καί ἱερά σκεύη στή μονή Τατάρνης καί στά Μετέωρα73.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Στεφάνου τοῦ Νέου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Στέφανος, κατά κόσμον Βαλέριος Στεπάνοβιτς Μπέκχ, ἐγεννήθηκε τό ἔτος 1872 στό Ζιτομίρ, κοντά στήν περιοχή Βολογκντά. Παρακολούθησε μαθήματα στό σεμινάριο τῆς ῾Αγίας Πετρουπόλεως καί τό ἔτος 1903 εἰσήχθη στή θεολογική ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Στίς 20 Δεκεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους ἐκάρη μοναχός καί ἔλαβε τό ὄνομα Στέφανος. ῞Οταν ἐτελείωσε τίς σπουδές του, διορίσθηκε σχολάρχης τῆς θεολογικῆς σχολῆς τοῦ Σόλικαμ καί ἀργότερα τῆς Μενγκρελίας καί τοῦ Μπεζχέτσκ. Στίς 8 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 1914 ἐγκατέλειψε τή διεύθυνση τῆς θεολογικῆς σχολῆς καί ἐπαρουσιάσθηκε στό στρατό, προκειμένου νά διακονήσει τίς θρησκευτικές ἀνάγκες τῶν στρατιωτῶν. ᾿Από τά τέλη τοῦ ἔτους 1915 μέχρι τό 1918 διηύθηνε τή θεολογική σχολή τοῦ Καργκοπόλ καί διακόνησε ὡς ἀρχιμανδρίτης στή Λαύρα τοῦ ῾Αγίου ᾿Αλεξάνδρου Νέφσκϊυ.
Στίς 9 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 1921 ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος τοῦ ᾿Ιζ-χέβσκ, πού ἐκκλησιαστικά ἀνῆκε στή δικαιοδοσία τοῦ Σαραπούλ. ῾Η ἱεραποστολική δράση του ὁδήγησε στή σύλληψή του. ῎Ετσι, τό ἔτος 1924, φυλακίζεται στή φυλακή Ταγκάνκα τῆς Μόσχας. ᾿Από τό 1924 μέχρι τό 1926 φυλακίζεται στήν περιοχή τοῦ Σολόφκι, γιά νά ἀφεθεῖ ἐλεύθερος λίγο ἀργότερα. Τό ἔτος 1929 συλλαμβάνεται καί πάλι ἀπό τίς ἀρχές καί περιορίζεται στό χωριό Πομοζντίνο. Στίς 7 Σεπτεμβρίου 1932 τόν κλείνουν καί πάλι στή φυλακή, ὅπου μετά ἀπό κακουχίες καί βασάνους, τό ἔτος 1933, παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Κύριο74.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Γεωργίου, τοῦ Κυπρίου, ἐξ ῎Ακκρας (Πτολεμαΐδος), καί κατάθεσις αὐτῶν ἐν τῷ ναῷ τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου Λευκωσίας.
(Βλ. † 23 ᾿Απριλίου).
Τά ἱερά λείψανα τοῦ ῾Αγίου Νεομάρτυρος Γεωργίου κατετέθησαν στόν ἱερό ναό τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου Λευκωσίας τό ἔτος 1967.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|