18 Απριλίου
†Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν ᾿Ιωάννου, τοῦ ῾Ησυχαστοῦ, μαθητοῦ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου.
῾Ο ῞Οσιος ᾿Ιωάννης ὁ ῾Ησυχαστής ἔζησε κατά τόν 8ο αἰώνα μ.Χ. καί ἦταν μαθητής τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου († 20 Νοεμβρίου). ᾿Από νεαρή λικία ἐζήλωσε τόν ἀσκητικό βίο καί ἀπῆλθε πρός τόν ῞Αγιο Γρηγόριο τόν Δεκαπολίτη, ἴσως στόν ῎Ολυμπο, γενόμενος μοναχός καί διδασκόμενος τά τῆς μοναχικῆς πολιτείας. ῾Η ὑπακοή του πρός τό διδάσκαλό του ὑπῆρξε περιβόητη, γι᾿ αὐτό δέ καί ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ἔχαιρε καί ἐδόξαζε τόν Θεό. Μετά τό θάνατο τοῦ διδασκάλου του, κατά τό παράδειγμα αὐτοῦ, ἀφοῦ περιέτρεξε ξένους τόπους, ἦλθε κατόπιν στά ῾Ιεροσόλυμα, ὅπου καί προσκύνησε τούς ῾Αγίους Τόπους. ᾿Εκεῖ ἐκαλλιεργήθησαν ἐντός του περισσότερο οἱ πηγές τῆς εὐσεβοῦς κατανύξεως, καί ἀφοσίωσή του πρός τόν Θεό προσέλαβε νέα δύναμη καί φλόγα.
῾Ο ῞Οσιος ᾿Ιωάννης ἐγκαταβίωσε στή μονή τοῦ Χαρίτωνος, ὅπου καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Σάββα, τοῦ στρατηλάτου, τοῦ Γότθου.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς Σάββας ἔζησε κατά τούς χρόνους τῆς βασιλείας τῶν αὐτοκρατόρων Οὐάλεντος (364 - 378 μ.Χ.) καί Οὐαλεντινιανοῦ (364-374
μ.Χ.), καί καταγόταν ἀπό τή χώρα τῶν Γότθων. ᾿Από παιδί ἦταν Χριστιανός καί ὄχι μόνο ἀποστρεφόταν τίς τροφές πού ἀπέμεναν ἀπό τίς θυσίες στά εἴδωλα, ἀλλά ἐμπόδιζε καί ὅσους ἤθελαν νά δοκιμάσουν αὐτές. ῎Ετσι ἔγινε σέ πολλούς πρόξενος σωτηρίας. ᾿Αφοῦ συνωμότησαν ἐναντίον του οἱ εἰδωλολάτρες, τόν ἐξόρισαν μέ τή βία ἀπό τήν πόλη. Μετά ἀπό κάποιο διάστημα καί ἐνῶ ὁ ᾿Αθανάριχος, ὁ ἄρχοντας τῶν Γότθων, ἐξεκίνησε διωγμό κατά τῶν Χριστιανῶν, τόν συνέλαβαν καί τόν ἐχτύπησαν. Στή συνέχεια τόν ἔδεσαν στόν ἄξονα τῆς ἅμαξας καί τόν ἐκρέμασαν σέ ἕνα δοκάρι. ᾿Επειδή δέν ἐπείσθηκε νά δοκιμάσει ὅ,τι ἀπέμεινε ἀπό τή θυσία στά εἴδωλα, ὁδηγήθηκε στόν ποταμό. Καί ἐκεῖ, ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν ἕνα μεγάλο ξύλο στόν τράχηλο, τόν ἔριξαν στόν ποταμό Μουσαῖο. Καί ἔτσι ὁ ῞Αγιος Μάρτυς Σάββας ἔλαβε τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου καί τῆς δόξας.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Ακακίου Βύ, ἐπισκόπου Μελιτηνῆς.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ακάκιος ἔζησε κατό τό πρῶτο ἥμισυ τοῦ 5ου αἰῶνος μ.Χ. καί καταγόταν ἀπό τή Μελιτηνή τῆς ᾿Αρμενίας. Διετέλεσε ἀναγνώστης τῆς ἐκεῖ τοπικῆς ᾿Εκκλησίας καί διδάσκαλος τοῦ ῾Οσίου Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου, τόν ὁποῖο σέ λικία μόλις τριῶν ἐτῶν, ὅταν ὁ ῞Οσιος ἔχασε τόν πατέρα του, χήρα μητέρα του τόν παρέδωσε στόν εὐλαβή ᾿Επίσκοπο τῆς Μελιτηνῆς Εὐτρώιο.
῾Ο ῞Αγιος διακρίθηκε γιά τό ὀρθόδοξο ἦθος του καί τούς ἀγῶνες του κατά τῶν δυσσεβῶν αἱρετικῶν. Παρέστη στήν Γύ Οἰκουμενική Σύνοδο, τό ἔτος 431 μ.Χ., πού συγκλήθηκε στήν ῎Εφεσο, καί ὑποστήριξε θερμά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία περί τῶν δύο ἐν Χριστῷ φύσεων καί περί τῆς ᾿Αειπαρθένου Μαρίας ὡς Θεοτόκου, ἐναντίον τοῦ Νεστορίου. Στά Πρακτικά τῆς Συνόδου διασώθηκε σύντομη ὁμιλία τοῦ ῾Αγίου, στήν ὁποία ὑποστηρίζει τήν περί δύο φύσεων ἐκκλησιαστική διδασκαλία99.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ακάκιος συνδεόταν στενά διά πνευματικῆς φιλίας μέ τόν ῞Αγιο Κύριλλο ᾿Αλεξανδρείας. Μάλιστα, ὁ ῞Οσιος Εὐθύμιος εἶχε συστήσει στόν ᾿Επίσκοπο Πέτρο τῶν Σαρακηνῶν νά ἀκολουθήσει κατά πάντα τρόπο στή Σύνοδο τούς ῾Αγίους Κύριλλο καί ᾿Ακάκιο, πού ἦσαν ᾿Ορθόδοξοι ᾿Επίσκοποι καί ἀγωνίζονταν κατά τῆς ἀσεβείας.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ακάκιος, ἀφοῦ ἐργάσθηκε γιά τή διάδοση καί στερέωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί ὑπῆρξε θαυματουργός, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 445 μ.Χ.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῆς ὁσίας μητρός ἠμῶν ᾿Αθανασίας, τῆς ἐξ Αἰγίνης, τῆς Θαυματουργοῦ.
῾Η ῾Οσία ᾿Αθανασία ἐγεννήθηκε στή νῆσο Αἴγινα ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς κατά τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. καί εἶχε μεγάλη κλίση γιά τά θεῖα. Οἱ γονεῖς της ὅμως, ὁ Νικήτας καί Εἰρήνη, τήν ἐνύμφευσαν παρά τή θέλησή της. Λίγες μέρες μετά τό γάμο ὁ σύζυγός της ἐφονεύθηκε ἀπό βάρβαρους πειρατές, πού ἐκείνη τήν περίοδο ἐπέδραμαν στήν Αἴγινα.
Τότε ῾Οσία ἀφοῦ ἔμεινε χήρα, ἐθεώρησε κατάλληλη τήν εὐκαιρία νά ἐκπληρώσει τόν ἱερό της πόθο γιά τή μοναχική πολιτεία. Καί ἐνῶ τήν ἀπασχολοῦσε τό θέμα αὐτό, ἔφθασε στήν Αἴγινα πρόσταγμα βασιλικό, διά τοῦ ὁποίου διατάσσονταν ὅλες οἱ ἀνύμφευτες γυναῖκες καί οἱ χῆρες νά παντρευτοῦν ἄνδρες ἐθνικούς. ῎Ετσι λοιπόν ᾿Αθανασία, παρά τή θέλησή της, ἦλθε σέ δεύτερο γάμο.
Φροντίζοντας πάντοτε γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς της, ῾Οσία προσευχόταν ἀδιάλειπτα καί προσέφερε ἀφειδῶς ἀπό τά πλούτη της στούς ἐνδεεῖς καί πάσχοντες. ῞Υστερα δέ ἀπό κάποιο χρονικό διάστημα ἔπεισε τό σύζυγό της νά γίνει μοναχός, ἄν καί ἦταν ἐθνικός. Αὐτός, ἀφοῦ πρόκοψε στίς ἀρετές, μετά ἀπό λίγο χρόνο παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Κύριο.
Τότε ῾Οσία διεμοίρασε τήν περιουσία της στούς φτωχούς καί ἀφοῦ παρέλαβε καί ἄλλες εὐσεβεῖς γυναῖκες, κατέφυγε σέ ἀσκητήριο, ὅπου ἐζοῦσε μέ αὐστηρή ἄσκηση καί νηστεία. Στόν τόπο αὐτό ὑπῆρχε ὡραιότατος καί πανάρχαιος ναός τοῦ ῾Αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Μετά παρέλευση τεσσάρων ἐτῶν ῾Οσία προχειρίσθηκε γουμένη τοῦ ἀσκητηρίου, ἀλλά ἀνεχώρησε σέ τόπο ἥσυχο καί ἄγνωστο καί ἐκεῖ μέ τίς συνασκήτριές της ἀγωνιζόταν τόν καλό ἀγώνα καί ἐτρεφόταν ἀπό τό ἐργόχειρο πού ἔκανε.
᾿Από ἐκεῖ ἐπισκέφθηκε τό Βυζάντιο, ὅπου ἀσκήτεψε γιά ἑπτά χρόνια, καί ὕστερα ἐπέστρεψε πάλι στόν τόπο τῆς συχίας της. ῾Η ῾Οσία ᾿Αθανασία προαισθάνθηκε τήν κοίμησή της δώδεκα μέρες πρίν, γεγονός πού ἀνακοίνωσε στίς μοναχές καί γιά τό ὁποῖο ἐξέφρασε μέ τήν προσευχή της τίς εὐχαριστίες της στόν Κύριο. ᾿Εφρόντισε δέ νά γίνει ἐκλογή τῆς γουμένης τους, γιά νά ἐξακολουθήσει ἀπρόσκοπτα συμβίωσή τους καί νά διατηρηθεῖ ὁ σύνδεσμος τῆς ἀδελφικῆς τους ἀγάπης. Τήν μέρα τῆς κοιμήσεώς της ἐκάλεσε κοντά της τίς μοναχές, ἀπηύθυνε σέ αὐτές λόγια παρηγορητικά καί συνετά, καί τίς παρεκάλεσε νά διατηρήσουν πάντοτε μιά ψυχή καί μιά καρδιά. Κατόπιν, ἀφοῦ ἔψαλε καί ἐκείνη καί οἱ μοναχές καί ἐνῶ εἶχε ἐξομολογηθεῖ καί κοινωνήσει τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων τήν προηγούμενη μέρα, παρέδωσε τό πνεῦμα της μέ γαλήνη, δηλώνοντας πρός ὅσες παρευρίσκονταν ὅτι τίς περιμένει ἐκεῖ ἐπάνω.
῾Η εἴδηση τοῦ θανάτου της ἔφερε πολλούς ἀπό τούς κατοίκους τοῦ νησιοῦ στό ἀσκητήριο. ᾿Εκεῖ ἐγονάτισαν μπροστά στό ἱερό λείψανό της πενθώντας καί κλαίοντας ὅλοι ὅσοι εἶχαν δεχθεῖ ἀπό τά χέρια της βοηθήματα καί ἀπό τά λόγια της παρηγοριά, ἀρκετοί δέ ἄρρωστοι ἐθεραπεύθησαν τήν ὥρα τοῦ ἐνταφιασμοῦ της.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Ματθαίου ἤ Ματθία.
῾Ο ῞Οσιος Ματθαῖος ἤ Ματθίας ἔζησε κατά τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. καί συνέδεσε τό βίο του μέ τήν ῾Οσία ᾿Αθανασία. ῞Οταν ῾Οσία ἀπεφάσισε νά μονάσει σέ τόπο ἥσυχο, ἐχρησιμοποίησε ὡς συνεργό τόν Ματθαῖο, ὁ ὁποῖος ἐπήγαινε στίς ἀσκήτριες τά ἀπαραίτητα γιά τή συντήρησή τους, πού προμηθεύονταν ἀπό τά ἐργόχειρα πού ῾Οσία ἐπωλοῦσε.
Σ᾿ αὐτόν τό μακάριο Ματθαῖο ἦλθε ἕνας ἄνθρωπος, πού ὅλες του οἱ κλειδώσεις ἦταν παραλυμένες. ῾Ο ῞Οσιος τόν ἐλυπήθηκε, ἔβγαλε τό μανδύα πού ἐφοροῦσε καί τόν ἔβαλε στούς ὤμους τοῦ παράλυτου. Τότε ἔτριξαν φοβερά τά κόκαλά του καί ἀμέσως ὁ ἄνθρωπος ἐθεραπεύθηκε. ῞Εναν ἄλλο ἄνθρωπο, πού ἀπό διαβολική ἐνέργεια τό πρόσωπό του εἶχε παραμορφωθεῖ, τόν ἐσταύρωσε μέ τό χέρι του καί τοῦ ἐχάρισε τή θεραπεία.
῾Ο ῞Οσιος Ματθαῖος, ἀφοῦ διέλαμψε μέ θαύματα καί σημεῖα στόν τόπο τῆς συχίας καί τῆς ἀσκήσεως, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Κοσμᾶ, ἐπισκόπου Χαλκηδόνος, τοῦ ῾Ομολογητοῦ.
῾Ο ῞Αγιος Κοσμᾶς καταγόταν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη καί ἔζησε τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. ᾿Αφιέρωσε τόν ἑαυτό του στόν ἀσκητικό βίο, στόν ὁποῖο διακρίθηκε μέ τή θεάρεστη πολιτεία του συνασκούμενος μετά τοῦ ῾Οσίου Αὐξεντίου. Γιά τίς ἀρετές του ἐτιμήθηκε μέ τό ἀξίωμα τῆς θείας ἱερωσύνης καί κατέστη ᾿Επίσκοπος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Χαλκηδόνος.
Εὑρισκόμενος ἀντιμέτωπος μέ τούς εἰκονομάχους καί πιεζόμενος ἀπό τούς κρατοῦντες νά καταδικάσει τή διδασκαλία περί τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἔμενε ἀνένδοτος, γι᾿ αὐτό ἐξοριζόταν ἀπό τόπο σέ τόπο. ῎Ετσι ἔλαβε καί τό στέφανο τῆς ὁμολογίας.
῾Ο ῞Αγιος Κοσμᾶς ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη καί τό τίμιο λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στό ναό τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Ναυκρατίου, τοῦ Στουδίτου, τοῦ ῾Ομολογητοῦ.
῾Ο ῞Οσιος Ναυκράτιος, ὁ ῾Ομολογητής, ἔζησε κατά τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. ῏Ηταν θερμός ὑπερασπιστής τῆς προσκυνήσεως τῶν ἱερῶν εἰκόνων καί γι᾿ αὐτό ὑπέστη διωγμούς καί ἐξορίες ἐπί αὐτοκράτορος Λέοντος τοῦ Εύ (813-820 μ.Χ.). ῞Οταν ἀπέθανε ὁ αὐτοκράτορας Θεόφιλος (829-842 μ.Χ.), ἐπέστρεψε στή μονή τοῦ Στουδίου, ἐκεῖ πού ἦταν διαλελυμένη, καί κατά τό ἔτος 842 μ.Χ. ἐξελέγη γούμενος αὐτῆς ἀπό τούς συναθροισθέντες μοναχούς.
῾Ο ῞Οσιος Ναυκράτιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 847 μ.Χ. καί τό ἱερό λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στή μονή τοῦ Στουδίου, ὅπου ἐτελεῖτο καί Σύναξη αὐτοῦ.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Εὐθυμίου, τοῦ ἐν ἀσκηταῖς περιβοήτου, τοῦ Θαυματουργοῦ.
῾Ο ῞Οσιος Εὐθύμιος ἀπό τήν παιδική του λικία ἐπόθησε τόν ἀσκητικό βίο. ᾿Επιέσθηκε πολύ ἀπό τούς γονεῖς του γιά νά νυμφευθεῖ, ἀποσκίρτησε ὅμως ἀπό τό θέλημα αὐτῶν καί κατέφυγε σέ μοναστήρι, ὅπου ἐκάρη μοναχός. Στήν ἀρχή τοῦ ἀνατέθηκε τό διακόνημα τοῦ μαγείρου καί φύλαξη τοῦ πυλῶνος. ᾿Αφοῦ διῆλθε τό στάδιο ὅλων τῶν διακονημάτων προσφέροντας στούς ἀδελφούς καί διδάσκοντάς τους μέ τήν ὑπακοή καί τήν ταπείνωσή του, ἐξελέγη ἀπό τούς πατέρες τῆς μονῆς γούμενος αὐτῆς. ᾿Επειδή ὅμως ὁ ῞Οσιος δέν ἐπιθυμοῦσε τήν πρόσκαιρη δόξα τῶν ἀνθρώπων καί τή ματαιότητα τοῦ βίου, ἔφυγε κρυφά ἀπό τό μοναστήρι καί ἐγκαταστάθηκε σέ τόπο ἔρημο καί ἥσυχο, ὅπου συνέχισε τό ἔργο τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀσκήσεως. ᾿Εκεῖ ἐκαλλιέργησε τίς ἀρετές καί ἀξιώθηκε ἀπό τόν ῞Αγιο Θεό τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας.
῾Ο ῞Οσιος Εὐθύμιος, ἀφοῦ ἔφθασε σέ βαθύ γῆρας, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη100.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Εὐθυμίου, Φωτιστοῦ τῆς Καρελίας.
῾Ο ῞Οσιος Εὐθύμιος, ὁ Θαυματουργός, τοῦ ᾿Αρχαγγέλσκ, ὅπως καλεῖται στά ἀρχαῖα χειρόγραφα ῾Ημερολόγια, ἐγεννήθηκε τό δεύτερο ἥμισυ τοῦ 14ου αἰῶνος μ.Χ. Περί τό ἔτος 1400 πῆγε στά βόρεια, γιά νά διάγει ἀναχωρητικό βίο, ἀλλά ἀργότερα, γύρω στό 1410, περιστοιχισμένος ἀπό μαθητές πού ἤθελαν νά ἀκολουθήσουν τήν ἴδια κλίση, ἵδρυσε στίς ὄχθες τῆς Μαύρης Θάλασσας, στήν Καρελία, μονή ἀφιερωμένη στόν ῞Αγιο Νικόλαο.
Στήν ἀρχή τίποτα δέν εὐνοοῦσε τήν ἀνάπτυξη τοῦ μοναχικοῦ βίου σέ ἐκείνη τήν περιοχή, ὅπου κατοικοῦσαν ἄνθρωποι μέ πρωτόγονες συνήθειες. ᾿Αλλά ὁ ῞Οσιος Εὐθύμιος ἤξερε νά εἶναι σταθερός καί πιστός στή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. ῎Ετσι παρέμεινε στήν περιοχή καί ἐργάσθηκε γιά τή στερέωση τοῦ μοναχικοῦ βίου καί τή διάδοση τῆς πίστεως.
῾Ο ῞Οσιος Εὐθύμιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1435 καί ἐνταφιάσθηκε στή μονή τῆς Καρελίας, ὅπου εἶχαν ἐνταφιασθεῖ καί οἱ μαθητές του Στέφανος ὁ ᾿Ασκητής, ῾Ησαΐας καί Νικάνωρ.
῾Η ἀναγνώριση τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ῾Οσίου Εὐθυμίου ἐπραγματοποιήθηκε τό ἔτος 1647. Στό ῾Ημερολόγιο τῆς ᾿Αδελφότητος τοῦ ῾Αγίου Γερμανοῦ τῆς ᾿Αλάσκας μνημονεύεται ὡς «Φωτιστής τῆς Καρελίας» μαζί μέ τούς ῾Αγίους ᾿Αντώνιο καί Εὐτυχή.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἠμῶν ᾿Αντωνίου καί Φήλικος, τῶν ἐκ Ρωσίας.
Οἱ ῞Οσιοι ᾿Αντώνιος καί Φήλικας τοῦ Κορέλ ἔζησαν κατά τό 15ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψαν στή μονή τοῦ ῾Αγίου Νικολάου, πού εἶχε ἱδρύσει ὁ ῞Οσιος Εὐθύμιος, ὁ Φωτιστής τῆς Καρελίας. ᾿Εργάσθηκαν ἱεραποστολικά γιά τή διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τή στερέωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί ἐκοιμήθησαν μέ εἰρήνη.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος ᾿Ιωάννου, τοῦ ράπτου, τοῦ ἐξ ᾿Ιωαννίνων καί ἐν Κωνσταντινουπόλει ἀθλήσαντος.
῾Ο ῞Αγιος Νεομάρτυς ᾿Ιωάννης ἐγεννήθηκε στό χωριό Τέροβο ᾿Ιωαννίνων ἀπό φιλόθεους καί εὐσεβεῖς γονεῖς. ᾿Από νωρίς ἐγκαταστάθηκε στά ᾿Ιωάννινα, ὅπου ἐξασκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ ράπτη. Μετά τό θάνατο τῶν γονέων του ἦλθε στήν Κωνσταντινούπολη ἐπί Πατριάρχου ῾Ιερεμίου Αύ (1525-1545) καί ἐπί σουλτάνου Σουλεϊμάν τοῦ Βύ (1520-1560). Περικοσμούμενος μέ ψυχικές καί σωματικές ἀρετές ἐκίνησε τό φθόνο τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι τόν ἐπίεζαν νά γίνει Μουσουλμάνος. ῾Ο ᾿Ιωάννης ὅμως ἀπέκρουε τίς δελεαστικές προτάσεις τῶν Τούρκων καί ἀπεφάσισε νά μαρτυρήσει γιά τήν ἀγάπη του στόν Χριστό. ῎Ετσι προσῆλθε στόν πνευματικό του καί, ἀφοῦ ἐξομολογήθηκε, ἐδήλωσε τόν πόθο του γιά τό μαρτύριο. ῾Ο πνευματικός ὅμως τόν ἀπέτρεψε κατ᾿ ἀρχήν καί ἔτσι ὁ ᾿Ιωάννης ἀνέβαλε τήν ἐκτέλεση τῆς ἀποφάσεώς του. Συγκινημένος ὕστερα ἀπό λίγο ἀπό τήν ἀνάμνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου κατά τή Μεγάλη Πέμπτη, προσῆλθε καί πάλι στόν πνευματικό του καί ἐζήτησε τήν εὐχή καί τήν εὐλογία του γιά τό μαρτύριο. ᾿Απετράπη ὅμως γιά δεύτερη φορά ἀπό τόν πνευματικό. ᾿Εκεῖνος ἐπανῆλθε ἐκ νέου μέ σταθερή ἀπόφαση τήν ἑπόμενη μέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς καί ἀφοῦ ἐδήλωσε ὅτι εἶδε ὅραμα, κατά τό ὁποῖο ἐχόρευε μέσα σέ φλόγες μεγάλης φωτιᾶς, ἔλαβε ἀπό τόν πνευματικό του τήν ποθούμενη εὐλογία. Μεταβαίνοντας στό ἐργαστήριό του εἶδε νά ἔρχονται κοντά του οἱ Τοῦρκοι πού τόν προέτρεπαν νά ἀλλαξοπιστήσει, οἱ ὁποῖοι αὐτή τή φορά τόν ἐσυκοφαντοῦσαν λέγοντας ὅτι, ὅταν ἦταν στά Τρίκαλα, ἀρνήθηκε τόν Χριστό. ῾Ο Νεομάρτυς τούς ἀπάντησε μέ τά ἑξῆς λόγια· «Μή γένοιτο ποτέ νά πάθω τέτοια ἐγκατάλειψη ἀπό τόν Θεό, ὥστε νά ἀρνηθῶ τόν Χριστό μου, ἀλλά ἐγώ μέ τόν Χριστό μου ζῶ καί θέλω νά ζήσω, καί εἶμαι πρόθυμος νά ἀποθάνω γι᾿ Αὐτόν».
῎Ετσι, ὁ ᾿Ιωάννης ἀφοῦ περιφρόνησε μέ τούς λόγους του τή θρησκεία τοῦ Μωάμεθ, ἄναψε τό θυμό τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι μαινόμενοι ὅρμησαν ἐναντίον του καί ἀφοῦ τόν συνέλαβαν, τόν ὁδήγησαν στόν κριτή. ῾Ομολογώντας καί ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ τόν Χριστό παραδόθηκε σέ βασανιστήρια, τά ὁποῖα ὑπέμεινε μέ καρτερία. Στή συνέχεια τόν ὁδήγησαν στή φυλακή καί ἐπειδή ἐκεῖνος παρέμενε σταθερά ἀμετάθετος στήν πατρώα εὐσέβεια ὁμολογώντας συνέχεια τό ῎Ονομα τοῦ Χριστοῦ, καταδικάσθηκε στόν διά πυρᾶς θάνατο.
῾Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ῾Ιερεμίας ὁ Αύ κατόρθωσε μέ πολλά χρήματα νά ἐπιτύχει τήν ἀναβολή τῆς ἐκτελέσεως γιά λίγες μέρες.
Τήν Παρασκευή τῆς Διακαινησίμου ὁ ᾿Ιωάννης προσήχθη καί πάλι ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ, πρό τοῦ ὁποίου μέ πνευματική ἀνδρεία ἐπανέλαβε ἀκλόνητος τή θερμή ὁμολογία τῆς πίστεώς του στόν Κύριο καί Θεό μας καί ἔψαλε τό «Χριστός ᾿Ανέστη». Τότε τόν ἐμαστίγωσαν καί τόν ἔριξαν στή φωτιά, πού εἶχε ἀναφθεῖ μπροστά ἀπό μιά τουρκική οἰκία. Οἱ κάτοικοι τῆς οἰκίας αὐτῆς, ἐπειδή ἐθεώρησαν τά γενόμενα μπροστά στήν οἰκία τους ὡς κακό γι᾿ αὐτούς οἰωνό, διεσκόρπισαν καί τή φωτιά καί τούς κατακαίοντες τόν ῞Αγιο δήμιους. Τότε οἱ δήμιοι, ἀφοῦ παρέλαβαν τόν ῞Αγιο μισοκαμένο καί ψάλλοντα διαρκῶς τό «Χριστός ᾿Ανέστη», ἄναψαν ἐκτός τῆς πόλεως νέα φωτιά, στήν ὁποία μέ χαρά ἐπήδησε ὁ ᾿Ιωάννης. Φιλομάρτυρες Χριστιανοί, γιά νά ἀπαλλάξουν τό Μάρτυρα ἀπό τίς ὀδύνες τῆς φωτιᾶς, ἐπλήρωσαν τούς δήμιους γιά νά τόν ἀποκεφαλίσουν. ῎Ετσι ἐτελειώθηκε ὁ Νεομάρτυς ᾿Ιωάννης στήν Κωνσταντινούπολη, τό ἔτος 1526.
Οἱ Χριστιανοί ἀγόρασαν ἀντί πολλῶν χρημάτων τά ἐκ τῆς πυρᾶς διασωθέντα ἐλάχιστα ἱερά λείψανα τοῦ Νεομάρτυρος καί τά διεφύλαξαν στόν πατριαρχικό ναό.
῾Ο Νεομάρτυς ᾿Ιωάννης ἔγινε πασίγνωστος γιά τά θαύματά του σέ ὁλόκληρο τό Γένος.
῾Η μνήμη του στά ᾿Ιωάννινα τελεῖται τήν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου στό ναό τῆς ῾Αγίας Μαρίνης.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος ᾿Ιωάννου, τοῦ Κουλικᾶ ἤ Κουζικᾶ.
῾Ο ῞Αγιος ῾Οσιομάρτυς ᾿Ιωάννης ὁ Κουλικᾶς ἤ Κουζικᾶς ἦταν εὐσεβής καί ζηλωτής Χριστιανός. Συνομιλώντας περί πίστεως μέ κάποιους ᾿Οθωμανούς, ἐκίνησε τό φθόνο αὐτῶν. ῎Ετσι τόν συνέλαβαν καί τόν ὁδήγησαν μπροστά στόν κριτή, μαρτυρώντας ψευδῶς ὅτι ὁ ᾿Ιωάννης ἐξύβρισε τή μωαμεθανική πίστη. Πρό τῶν ψευδομαρτυριῶν αὐτῶν ὁ κριτής προέταξε στό Μάρτυρα τό δίλημμα τῆς ἐξωμοσίας ἤ τοῦ θανάτου. ῾Ο Νεομάρτυς ᾿Ιωάννης μέ παρρησία τότε καί ἀνδρεία ἀπάντησε λέγοντας· «Νά μήν τό δώσει ὁ Θεός νά ἀρνηθῶ ἐγώ ποτέ τόν Κύριό μου ᾿Ιησοῦ Χριστό, ἀκόμη κι ἄν μοῦ δώσετε μύριους θανάτους». ᾿Εξοργισμένος ὁ κριτής ἀπό τήν ἀπάντηση αὐτή ἐξέδωσε τήν καταδικαστική ἀπόφαση, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ἐτελειώθηκε, ἀφοῦ ρίχθηκε ἐπάνω σέ σιδερένια ἀγκάθια, τό ἔτος 1564.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Κυρίλλου ΣΤ', πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Κύριλλος ὁ ΣΤύ, ὁ ἐπιλεγόμενος Σεραπετζόγλου, καταγόταν ἀπό τήν ᾿Αδριανούπολη καί ἐδιδάχθηκε τά ἐγκύκλια γράμματα στή σχολή τῆς γενέτειράς του. ῾Υπηρέτησε ὡς ἀρχιδιάκονος στό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως. Τό ἔτος 1803 ἐχειροτονήθηκε Μητροπολίτης ᾿Ικονίου καί μετετέθη στήν ᾿Αδριανούπολη τό ἔτος 1810. Στίς 4 Μαρτίου τοῦ 1813 ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. ῏Ηταν αὐτός πού συνέστησε τήν ἐκκλησιαστική μουσική σχολή ὑπό τούς τρεῖς διδασκάλους τῆς νέας μεθόδου, τό ἔτος 1815. ῾Υπῆρξε φίλος τῶν γραμμάτων καί ἐκήρυττε συνεχῶς τό θεῖο λόγο. Στίς 13 Δεκεμβρίου τοῦ 1818 ἐπαύθηκε ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο καί ἀνεχώρησε γιά τήν πατρίδα του τήν ᾿Αδριανούπολη, ὅπου ὑπέστη μέ ἄλλους εἴκοσι ἑπτά κληρικούς καί προύχοντες τόν δι᾿ ἀγχόνης θάνατο, τό ἔτος 1821, ὡς ἐνεχόμενος, σύμφωνα μέ τό φιρμάνι πού διέτασσε τόν ἀπαγχονισμό, στό κίνημα πού προετοίμαζε τήν ἐλευθερία τοῦ Ρωμαϊκοῦ ἔθνους.
῾Η ἀπόφαση γιά τόν ἀπαγχονισμό τοῦ ῾Αγίου Κυρίλλου ἔχει ὡς ἑξῆς· «᾿Επειδή ἐξηκριβώθη ὅτι ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει Πατριάρχης τῶν Ρωμαίων, ὁ ἀπολυθείς καί εἰς ᾿Αδριανούπολιν ἐξορισθείς Κύριλλος, ὁ προκάτοχος τοῦ φονευθέντος Πατριάρχου, ἐνέχεται εἰς τό κίνημα τό παρασκευαζόμενον μεταξύ τοῦ Ρωμαϊκοῦ ῎Εθνους καί πρέπει νά ἐξαφανισθῇ καί οὗτος ἀπό προσώπου γῆς, πρός παραδειγματισμόν, ἐξέδωκα τό μυστικόν τοῦτο φιρμάνιον καί διατάσσω τόν ἀπαγχονισμόν τοῦ Κυρίλλου. Νά τόν συλλάβῃς ἀμέσως καί νά τόν κρεμάσῃς μέ τήν περιβολήν του ἐντός τῆς ᾿Αδριανουπόλεως»101.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Βασιλείου, τοῦ ἐκ Γεωργίας, τοῦ Θαυματουργοῦ.
῾Ο ῞Οσιος Βασίλειος (Ρατισχβίλι), ὁ Θαυματουργός, ἔζησε μεταξύ τοῦ 18ου καί τοῦ 19ου αἰώνα μ.Χ. στή Γεωργία καί ἀσκήτεψε στή μονή τοῦ Καμπένι, τῆς ὁποίας τό ἀρχαῖο ὄνομα ἦταν Γεθσημανῆ. ᾿Εκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, σύναξις τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Μαξίμου, ἐν Βλαντιμίρ τῆς Ρωσίας.
῾Η ἱερά εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Μαξίμου ἁγιογραφήθηκε κατά τό ἔτος 1299, ἐξ αἰτίας ἑνός ὁράματος πού εἶδε ὁ ῞Αγιος Μάξιμος, Μητροπολίτης Βλαντιμίρ († 6 Δεκεμβρίου), ὅταν ἔφθασε στό Βλαντιμίρ ἀπό τό Κίεβο. Στό ὅραμα Θεοτόκος ἐμπιστεύεται τό ὠμοφόριο σέ αὐτόν λέγοντας· «Δοῦλε, Μάξιμε, εἶναι καλό πού ἔχεις ἔλθει νά ἐπισκεφθεῖς τήν πόλη μου. Πάρε αὐτό τό ὠμοφόριο καί ποίμανε τό ποίμνιο τῆς πόλεως αὐτῆς». ῞Οταν ὁ ῞Αγιος ἐξύπνησε, τό ὠμοφόριο πού τοῦ ἔδωσε Παναγία ἦταν ἁπλωμένο στά χέρια του. Γι᾿ αὐτό καί εἰκόνα ἀπεικονίζει τή Θεοτόκο σέ ὄρθια θέση μαζί μέ τό παιδίον ᾿Ιησοῦ καί μέ τόν ῞Αγιο Μάξιμο νά εἶναι γονατιστός καί νά δέχεται τό ἐπισκοπικό ὠμοφόριο.
Τό ὠμοφόριο ἐφυλάχθηκε στόν καθεδρικό ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου γιά 112 χρόνια. Τό ἔτος 1412, κατά τή διάρκεια μιᾶς Ταταρικῆς ἐπιδρομῆς, τό ὠμοφόριο ἐκρύφθηκε ἀπό τό νεωκόρο τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ, ὁ ὁποῖος καί ἐμαρτύρησε ἀπό τούς Τάταρους.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|