3 Φεβρουαρίου
† Μνήμη τοῦ ἁγίου καί δικαίου Συμεών τοῦ Θεοδόχου καί ῎Αννης τῆς Προφήτιδος.
῾Ο Συμεών ἦταν ἄνθρωπος δίκαιος καί εὐλαβής, «προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ ᾿Ισραήλ». ῏Ηταν ἄνθρωπος κατά τή φύση, ἀλλά στήν ἀρετή ἄγγελος, ἄνθρωπος συναναστρεφόμενος μέ ἀνθρώπους, ἀλλά συμπολιτευόμενος μέ ἀγγέλους. Τό ῞Αγιο Πνεῦμα τοῦ εἶχε ἀποκαλύψει ὅτι δέν θά πεθάνει προτοῦ ἀξιωθεῖ νά δεῖ τόν Χριστό καί νά Τόν κρατήσει στήν ἀγκαλιά του.
῾Η Θεοτόκος, κατά τόν ῞Αγιο ᾿Αθανάσιο, τοῦ εἶπε· «Δέξαι γεραρώτατε ἄνθρωπε, τόν πρός σέ μᾶλλον ἤ πρός ἐμέ τήν τεκοῦσαν νῦν ἐπειγόμενον· δέξαι τόν σέ ποθοῦντα μᾶλλον ἤ ᾿Ιωσήφ· δέξαι τόν δευτέραν τῆς σῆς φιλίας τήν πρός ἐμέ τήν μητέραν στοργήν, ὡς ἔοικε λογιζόμενον· δέξαι, καί, ὡς βούλει, τοῦ ποθουμένου καταπόλαυε». Καί ἀμέσως μετά ἀπέθεσε στά χέρια τοῦ Πρεσβύτου Συμεών τόν Κύριο.
῾Ο Συμεών «σκιρτᾷ καί ἀγγαλιᾷ, καί λαμπρᾷ καί διαπρυσίῳ φωνῇ περί αὐτοῦ ἀνακέκραγε λέγων· οὗτός ἐστιν ὁ ὤν καί προών καί ἀεί τῷ Πατρί συμπαρών, ὁμοούσιος, ὁμόθρονος, ὁμόδοξος, ὁμοδύναμος, ἰσοδύναμος, παντοδύναμος, ἄναρχος, ἄκτιστος, ἀναλλοίωτος, ἀπερίγραπτος, ἀόρατος, ἄῤῥητος, ἀκατάληπτος, ἀψηλάφητος, ἀκατανόητος, ἀτέκμαρτος. Οὗτός ἐστι τῆς πατρικῆς δόξης τό ἀπαύγασμα, οὗτός ἐστιν ὁ χαρακτήρ τῆς πάντων συστάσεως, τοῦτο τό φῶς τῶν φώτων, ἐκ πατρικῶν ἀνατέλλον κόλπων».
«Εἶδε δέ ὁ Συμεών καί τόν Δεσπότην ἐπέγνω καί τήν ἑαυτοῦ ἀπόλυσιν. Τί λέγων; Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου δέσποτα κατά τό ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου, ἐπειδή προώρισε πρό τῶν αἰώνων ὁ νῦν γαλακτοτροφούμενος, ὁ ὑπό τῶν χειρῶν μου βασταζόμενος τοῦ μή ἰδεῖν με θάνατον πρίν ἴδω τόν Χριστόν Κυρίου».
῾Ο Συμεών προεῖπε στήν Θεοτόκο ὅσες ἔμελλε νά ὑποστεῖ πικρίες καί ὅτι ὁ Κύριος θά ἦταν «εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». Στό σημεῖο αὐτό γράφει ὁ ῞Αγιος ᾿Αμφιλόχιος, ᾿Επίσκοπος ᾿Ικονίου· «Τοῦ Συμεῶνος εἰρηκότος περί τοῦ Κυρίου εἰς ἐξάκουστον τῶν παρθενικῶν ἀκοῶν τό· ἰδού οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾿Ισραήλ καί, ἠγανάκτησεν εἰκός μήτηρ τοῦ Κυρίου κατά τοῦ Συμεῶνος λέγουσα πρός αὐτόν· Οὐκ οἶδας τί διαγορεύεις, ἄνθρωπε. ᾿Επί τόν Χριστόν σκυθρωπά καταγγέλλεις; Οὐκ οἶδας τήν σύλληψιν τοῦ παιδίου καί ὡς περί κοινοῦ τόκου σημεῖον ἀντιλογίας μηνύεις. Οὐδεμία πτῶσις ἐν αὐτῷ, ὕψωσις δέ πολλή καί συγκατάβασις τοῖς εὐεργετουμένοις. Τί οὖν οὐκ εὐλογεῖς φάσκων· ἰδού οὗτος κεῖται οὐκ εἰς πτῶσιν, ἀλλ εἰς ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾿Ισραήλ· διά τί δέ καί λέγεις σημεῖον ἀντιλεγόμενον; ῾Ο δέ Συμεών πρός τήν παρθένον· ἀρκεῖ σοι, παρθένε, τό μητέρα σε κληθῆναι· ἱκανόν σοι τό τροφόν εὑρεθῆναι τοῦ τρέφοντος τόν κόσμον· μέγα σοι τό σαρκί βαστάσαι τόν τά πάντα βαστάζοντα. ῾Ο ἐν σοί νῦν Χριστός κατοικήσας καί ἐν ἐμοί νῦν ὁ αὐτός τά περί αὐτοῦ λαληθῆναι παρεσκεύασεν ὅτι οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾿Ισραήλ· εἰς πτῶσιν τῶν ἀπίστων ᾿Ιουδαίων, εἰς ἀνάστασιν δέ τῶν πιστευόντων ἐθνῶν... σημεῖον ἀντιλεγόμενον τόν σταυρόν προσαγορεύσας».
῾Η Προφήτιδα ῎Αννα ἦταν θυγατέρα τοῦ Φανουήλ, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τή φυλή τοῦ ᾿Ασήρ. ᾿Αφοῦ ἔζησε μέ τό σύζυγό της μόνο ἑπτά χρόνια, γιατί ἐκεῖνος ἀπεβίωσε, πῆγε καί ἐγκαταστάθηκε στό ναό καί προσέφερε τίς ὑπηρεσίες της. ῎Ετσι ἐλάτρευε τόν Θεό νύχτα καί μέρα, μέ προσευχή καί νηστεία. Γι αὐτό καί ἀξιώθηκε νά δεῖ καί αὐτή τόν Κύριο, τόν ὁποῖο προσήγαγε στό ναό Παναγία καί ὁ δίκαιος ᾿Ιωσήφ.
῾Ο Συμεών ὁ Θεοδόχος καί Προφήτιδα ῎Αννα ἐκοιμήθησαν εἰρηνικά. ῾Η σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στό ᾿Αποστολεῖον ᾿Ιακώβου τοῦ ᾿Αδελφοθέου, πού ἦταν παρεκκλήσιο τοῦ ναοῦ τῆς Θεοτόκου Εὐουρανιωτίσσης.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου προφήτου ᾿Αζαρίου.
῾Ο Προφήτης ᾿Αζαρίας ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλέως ᾿Ασά (910-870 π.Χ.), υἱοῦ καί διαδόχου τοῦ ᾿Αβιά, καί ἦταν υἱός τοῦ ᾿Αδάμ ἤ ᾿Ωδήδ. Καταγόταν ἀπό τή γῆ Σεμβαθᾶ καί ἐκήρυττε στό λαό τήν εὐσέβεια. ᾿Εστηλίτευε τούς ἄπιστους καί τούς ἁμαρτωλούς λέγοντας· «᾿Ακούσατέ μου ᾿Ασά, καί ὅλοι οἱ ᾿Ιουδαῖοι καί οἱ Βενιαμίτες. ῾Ο Κύριος εἶναι μαζί σας, διότι καί ἐσεῖς εἶστε μαζί του. ᾿Εάν συνεχίσετε νά λατρεύεται αὐτόν καί αὐτός θά εἶναι στό μέλλον μαζί σας. ᾿Εάν ὅμως ἐγκαταλείψετε αὐτόν καί αὐτός θά σᾶς ἐγκαταλείψει».
῾Ο Προφήτης ᾿Αζαρίας ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη καί ἐνταφιάσθηκε στόν ἀγρό αὐτοῦ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων ᾿Αδριανοῦ καί Εὐβούλου.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες ᾿Αδριανός καί Εὔβουλος κατάγονταν ἀπό τή Βανέα. ῎Εχοντες τόν πόθο νά δοῦν τούς ῾Ομολογητές τοῦ Χριστοῦ, πῆγαν στήν Καισάρεια, διότι ἐκεῖ καταδιωκόταν περισσότερο τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί τό μαρτύριο τῶν Χριστιανῶν ἦταν μεγαλύτερο.
᾿Εκεῖ, μέ τήν παρρησία πού τούς διέκρινε, ὁμολόγησαν τήν πίστη τους στόν Χριστό. ῞Υστερα ἀπό τήν ὁμολογία τους αὐτή, οἱ εἰδωλολάτρες τούς συνέλαβαν καί τούς ὁδήγησαν στόν ἄρχοντα Φιρμιλιανό, ὁ ὁποῖος καί ἔδωσε ἐντολή νά τούς ὑποβάλουν σέ βασανιστήρια.
᾿Αμέσως, λοιπόν, τούς ἐμαστίγωσαν καί τούς προκάλεσαν μεγάλες πληγές στό σῶμα. Στή συνέχεια τούς ὑπέβαλαν καί σέ ἄλλα φρικωδέστερα βασανιστήρια. ᾿Επειδή ὅμως, καί ὕστερα ἀπό τά βασανιστήρια αὐτά, ἔμειναν σταθεροί καί ἀκλόνητοι στήν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἄρχοντας τούς ἔριξε γιά τροφή σέ ἄγρια θηρία.
Τό Συναξάρι ἀναφέρει ὅτι ὁ ῞Αγιος ᾿Αδριανός ἐπάλεψε μέ ἕνα λιοντάρι καί, μέ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, διαφυλάχθηκε ἀβλαβής. Κατόπιν ὅμως τόν ἀποκεφάλισαν διά ξίφους. ῾Ο ῞Αγιος Εὔβουλος, ἀφοῦ ἔπαθε τά ἴσα, ἐπισφράγισε τό μαρτύριο μέ τό μαρτυρικό του θάνατο. ῎Ετσι οἱ ῞Αγιοι αὐτοί Μάρτυρες εἰσῆλθαν στή χαρά τοῦ Κυρίου τους.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Βλασίου τοῦ βουκόλου.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς Βλάσιος καταγόταν ἀπό τήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καί ἐγεννήθηκε ἀπό πλούσιους καί φιλάνθρωπους γονεῖς. Οἱ ἐπαγγελματικές ἀνάγκες τῆς οἰκογένειάς του τόν ἀνάγκασαν νά ἀπομακρυνθεῖ γιά λίγο ἀπό τήν Καισάρεια. ῞Οταν ἔγινε διωγμός ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, οἱ εἰδωλολάτρες τόν καταζητοῦσαν ὡς Χριστιανό, ἀλλά δέν τόν εὕρισκαν. ῾Η μητέρα του, πού ἐποθοῦσε τή σωτηρία του, τοῦ συνέστησε νά ἀκολουθήσει τό δρόμο τῆς φυγῆς. ᾿Αλλά ὁ ῞Αγιος ἀρνήθηκε. Τόσοι ἄλλοι ἐμαρτυροῦσαν. Γιατί, λοιπόν, αὐτός νά δραπετεύσει; ῎Ετσι, προσῆλθε μέ προθυμία καί παραδόθηκε στούς διῶκτες του, τούς ὁποίους καί ἐφιλοξένησε καί περιποιήθηκε σάν νά ἦταν εὐεργέτες του.
Τόν συνέλαβαν καί ἀφοῦ τόν ἐμαστίγωσαν τόν ἔριξαν μέσα σέ κοχλαζόμενο λέβητα, ὅπου διέμεινε πέντε μέρες χωρίς νά πάθει τίποτε. ῾Η Χάρη τοῦ Θεοῦ διεφύλαξε τόν ῞Αγιο σῶο καί ἀβλαβή. ῎Ετσι, πολλοί στρατιῶτες, πού εἶδαν τό θαῦμα, ἐπίστεψαν στόν Χριστό καί ἐβαπτίσθηκαν ἀπό τόν ῞Αγιο μέ τό νερό τοῦ λέβητος.
Μόλις ἐπληροφορήθηκε ὁ γεμόνας τό γεγονός αὐτό, ἔστειλε ἐκεῖ ἄλλους στρατιῶτες νά βγάλουν τόν ῞Αγιο Βλάσιο ἀπό τό λέβητα. ῞Οταν ὅμως καί αὐτοί ἔφθασαν ἐκεῖ καί εἶδαν τό θαῦμα, ἐπίστεψαν στόν Χριστό. ῎Επειτα πῆγε ἐκεῖ καί ὁ ἴδιος ὁ γεμόνας, γιά νά δεῖ τόν ῞Αγιο μέσα στό λέβητα μέ τό βρασμένο νερό. ᾿Επειδή δέ ἐνόμισε πώς τό νερό εἶχε κρυώσει, ἐζήτησε νά ἀντλήσουν ἀπό αὐτό, γιά νά νίψει τά μάτια του. Μόλις ὅμως ἔκανε αὐτή τήν ἐνέργεια, ἀμέσως ἐτυφλώθηκε καί συγχρόνως ἐξεψύχησε.
῎Ετσι, ὁ ῞Αγιος ἀφέθηκε ἐλεύθερος. ᾿Αμέσως ἐπισκέφθηκε τήν οἰκογένειά του καί στή συνέχεια παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Θεό. ᾿Εκεῖνοι δέ πού κατά τύχη παρευρίσκονταν ἐκεῖ, κατά τήν τελείωσή του, εἶδαν τή μακαρία του ψυχή, πού βγῆκε ἀπό τό στόμα του, σάν περιστερά λευκή καί ἀπαστράπτουσα, καί ἐπέταξε στόν οὐρανό.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Παύλου καί Σίμωνος.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Παῦλος καί Σίμων ἐτελειώθησαν διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Κελερίνου.
῾Ο ῞Αγιος Κελερίνος καταγόταν ἀπό τήν ᾿Αφρική. Κατά τό διωγμό τῶν Χριστιανῶν ἐπί αὐτοκράτορος Δεκίου (249-251 μ.Χ.) βρισκόταν στή Ρώμη, ὅπου συνελήφθη καί ἐρρίφθη σέ σκοτεινή φυλακή, ἀπό τήν ὁποία ὅμως ἀπολύθηκε καί ἐπανῆλθε στήν Καρχηδόνα. ᾿Εκεῖ ὁ ῞Αγιος Κυπριανός τόν ἐχειροτόνησε διάκονο. ῾Ο Πάπας Ρώμης Κορνήλιος (251-253 μ.Χ.) καί ὁ ἱερός Αὐγουστίνος ἐγκωμιάζουν τόν ῞Αγιο Κελερίνο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἄγνωστο πότε ἐκοιμήθηκε· τιμᾶται ὡς Μάρτυς γιά τίς κακουχίες του στή Ρώμη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Κλαυδίου.
῾Ο ῞Οσιος Κλαύδιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Λαυρεντίου, ἀρχιεπισκόπου Καντουαρίας.
῾Ο ῞Αγιος Λαυρέντιος ἦταν ᾿Αγγλοσάξονας καί ἔζησε περί τά μέσα τοῦ 6ου καί τίς ἀρχές τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ. Συνόδευσε τόν ῞Αγιο Αὐγουστίνο († 26 Μαΐου) καί ἐργάσθηκε γιά τή διάδοση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως στή νότια ᾿Αγγλία. ῾Ο ῞Αγιος διαδέχθηκε στή θέση τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Καντουαρίας τόν ῞Αγιο Αὐγουστίνο καί παρέμεινε στό θρόνο μέχρι τῆς κοιμήσεώς του, τό ἔτος 619 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Ανσερίου, ἀποστόλου τῆς Δανίας καί τῆς Σκανδιναβίας.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ανσέριος ἐγεννήθηκε στήν Πικαρδία στίς ἀρχές τοῦ 9ου αἰῶνος μ.Χ. ῎Εμεινε ὀρφανός καί ἀνατράφηκε στό μοναστήρι τῆς Κορβίας, ὅπου καί ἔγινε μοναχός καί ἔλαβε τήν ἐντολή νά ἐργασθεῖ ἱεραποστολικά στούς λαούς πού δέν εἶχαν γνωρίσει τόν Χριστό. ῾Ο ῞Αγιος ἐκήρυξε τό λόγο τοῦ Θεοῦ στίς χῶρες τῆς Βαλτικῆς. Λίγο ἀργότερα ἐκλέγεται ᾿Αρχιεπίσκοπος τῶν νέων χωρῶν, στίς ὁποῖες ἐργάζεται ἱεραποστολικά, μέ ἕδρα τό ᾿Αμβοῦργο. Τό ἱεραποστολικό ἔργο συνεχίζεται μέσα ἀπό τήν ἄσκηση, τήν προσευχή, τήν ποιμαντική δράση καί τή φιλανθρωπία.
῞Οταν, τό ἔτος 845 μ.Χ., τό ᾿Αμβοῦργο καταλαμβάνεται ἀπό τούς Νορμανδούς, ὁ ῞Αγιος ᾿Ανσέριος ἀναγκάζεται νά ἐγκαταλείψει τήν ἕδρα του προσωρινά καί νά περιοδεύσει στίς χῶρες τοῦ Βορρᾶ. Μετά δύο χρόνια ἐπέστρεψε στήν ἕδρα του, πού τώρα εἶχε συνενωθεῖ μέ τήν πόλη τῆς Βρέμης, μετά ἀπό ἀπόφαση τῆς Συνόδου τῆς Μαγεντίας. ῾Ο ῞Αγιος συνεχίζει τήν ἱεραποστολική δραστηριότητά του καί βαπτίζει Χριστιανό τόν βασιλέα τῆς Δανίας Χόριχ καί τό διάδοχό του πού ἦταν εἰδωλολάτρης καί εἶχε κινήσει διωγμό ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν.
῾Ο ῞Οσιος ᾿Ανσέριος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 865 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ τοῦ πρίγκηπος.
῾Ο ῞Αγιος Ρωμανός τοῦ Οὔγκλιχ ἦταν υἱός τοῦ γεμόνος Βλαντιμήρ Κωνσταντίνοβιτς καί ἐγεννήθηκε τό 1235 στή Ρωσία. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1285 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Ιακώβου, ἀρχιεπισκόπου Σερβίας.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιάκωβος ἔζησε στή Σερβία καί ἐξελέγη ᾿Αρχιεπίσκοπος αὐτῆς κατά τόν 13ο αἰώνα μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Συμεών, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
῾Ο ῞Αγιος Συμεών ἔζησε τόν 13ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος τῆς πόλεως Τβέρ τῆς Ρωσίας. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1289.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Σάββα τοῦ Πνευματικοῦ.
Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς τοῦ ῾Οσίου Σάββα. ᾿Ασκήτεψε στήν ἱερά μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Νήσου τῶν ᾿Ιωαννίνων περί τά μέσα τοῦ 15ου αἰῶνος μ.Χ. καί ὑπῆρξε πνευματικός καθοδηγητής τῶν ῾Οσίων Νεκταρίου καί Θεοφάνους τῶν ᾿Αψαράδων († 17 Μαΐου). ῏Ηταν γόνος ἀρχοντικῆς οἰκογένειας καί ἀπό μικρή λικία ἀγάπησε τήν πτωχεία τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καί ἔζησε μέχρι τήν τελευταία του πνοή ὡς ἕνας ταπεινός καί πτωχός ἐρημίτης. Ποτέ δέν εἶδαν τόν ῞Οσιο νά θυμώσει, νά κατακρίνει καί νά μνησικακεῖ, ἐνῶ καρδιά του ἐπλημμύριζε ἀπό ταπείνωση, γιά τήν ὁποία ὁ ἴδιος ἔλεγε· «῾Η ταπεινοφροσύνη εἶναι πέτρα στερεά καί ἄρρηκτη ἐπί τῆς ὁποίας οἰκοδομεῖται πνευματική ζωή».
῾Ο ἀσκητικός του βίος ἦταν πολύ αὐστηρός. Κάθε βράδυ προσευχόταν μέχρι τό πρωί. ῾Η τροφή του ἦταν ἐλάχιστη καί λιτή. Κρέας, ψάρι καί τυρί δέν δέχθηκε ποτέ στό τραπέζι του, ἐνῶ ποτέ δέν ἔριξε στό φαγητό του σταγόνα ἀπό λάδι.
῾Ο ῞Οσιος Σάββας ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη στίς 9 ᾿Απριλίου τοῦ ἔτους 1505. ῞Οταν παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Κύριο, ἄρρητη εὐωδία ἀνέβλυσε ἀπό τό τίμιο σκήνωμά του. ῾Ο ῞Οσιος ἐνταφιάσθηκε στή μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Νήσου τῶν ᾿Ιωαννίνων. Στή μονή Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Ρουσάνου Μετεώρων φυλάσσεται μέ εὐλάβεια ἱερό λείψανο τοῦ ῾Οσίου.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων αὐταδέλφων νεομαρτύρων Σταματίου καί ᾿Ιωάννου, καί τοῦ συνοδίτου αὐτῶν Νικολάου.
Οἱ ῞Αγιοι Νεομάρτυρες Σταμάτιος, ᾿Ιωάννης καί Νικόλαος κατάγονταν ἀπό τίς Σπέτσες καί ἐμαρτύρησαν ὑπέρ τοῦ ᾿Ονόματος τοῦ Χριστοῦ στή Χίο τό ἔτος 1822 μ.Χ. ᾿Από αὐτούς οἱ δύο πρῶτοι, ὁ Σταμάτιος καί ὁ ᾿Ιωάννης, ἦσαν ἀδελφοί. ῾Ο πατέρας τους ὀνομαζόταν Θεόδωρος Γκίνης καί μητέρα τους ᾿Ανέζω.
Κατά τό ἔτος 1822 μ.Χ. οἱ ῞Αγιοι ἐξεκίνησαν τό ταξίδι τους γιά τήν Κωνσταντινούπολη μαζί μέ ἄλλους πέντε ναυτικούς, πού ἀσχολοῦνταν μέ τό ἐμπόριο, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν καί ὁ συναθλητής αὐτῶν Νικόλαος. ῾Η σφοδρή θαλασσοταραχή τούς ἀνάγκασε νά προσαράξουν ἀπέναντι ἀπό τή Χίο, σέ παραλία τῆς Μικρασιατικῆς γῆς πού ὀνομαζόταν Τσεσμέ. ᾿Αφοῦ ἐξῆλθαν στήν ξηρά, φοβούμενοι τούς Τούρκους, ἐμπιστεύθηκαν τή ζωή τους σέ κάποιο Χριστιανό, τόν ὁποῖο παρεκάλεσαν νά μεριμνήσει, δίδοντάς του ἀμοιβή γιά τήν ἐξεύρεση ὑλικῶν, προκειμένου νά ἐπισκευάσουν τό χαλασμένο πλοιάριό τους. ῞Ομως αὐτός τούς ἐπρόδωσε στόν ἀγᾶ καί ὁδήγησε ἐναντίον τους τούς Τούρκους στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι τούς κατεδίωξαν. ᾿Από τούς ἑπτά οἱ δύο ἐφονεύθησαν, ἄλλοι δέ δύο διέφυγαν διά θαλάσσης. Οἱ ᾿Οθωμανοί, ἐξαγριωμένοι, συνέλαβαν τούς δύο ἀδελφούς, Σταμάτιο καί ᾿Ιωάννη, καί τό γέροντα πλοίαρχο Νικόλαο. ῾Ο πασᾶς, ἀφοῦ τούς ἀνέκρινε, ἔδωσε ἐντολή νά φυλακίσουν τούς δύο ἀδελφούς καί νά ἀποκεφαλίσουν τόν Νικόλαο στήν ἐκτός τοῦ Κάστρου πεδιάδα.
Οἱ Τοῦρκοι προέτρεπαν τόν Νικόλαο νά ἀλλαξοπιστήσει, γιά νά γλιτώσει τό θάνατο καί νά κερδίσει τή ζωή, ἐκεῖνος ὅμως ἀπάντησε μέ θάρρος ὅτι δέν ἀρνεῖται τήν πίστη του. ῎Ετσι, ὁμολογώντας τόν Χριστό, ἐδέχθηκε τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου, ἀφοῦ ἀπέκοψαν τήν τιμία κεφαλή αὐτοῦ.
Οἱ Τοῦρκοι προσπάθησαν νά ἐξισλαμίσουν καί τούς δύο ἀδελφούς. Παρά τίς μεθοδικές καί ἐπίμονες προσπάθειες αὐτῶν, ἐπί ἑπτά συνεχεῖς μέρες, δέν κατάφεραν τίποτε. Οἱ Μάρτυρες βρῆκαν τήν εὐκαιρία καί ἀπέστειλαν κρυφά ἔγγραφη τήν ἐξομολόγησή τους πρός τό Μητροπολίτη Χίου, ὁ ὁποῖος τούς ἔδωσε τήν εὐλογία του, γιά νά προχωρήσουν πρός τό δρόμο τοῦ μαρτυρίου μέ πνευματική ἀνδρεία. Κοινωνήσαντες δέ τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων, τῶν ὁποίων τήν ἀποστολή οἰκονόμησε ὁ ᾿Επίσκοπος διά γυναικός, ἦσαν ἕτοιμοι γιά τή μεγάλη θυσία. Προσαχθέντες ἐνώπιον τοῦ πασᾶ, διεκήρυξαν καί πάλι τήν ἀκλόνητη πίστη τους στόν Χριστό καί πορευόμενοι πρός τό μαρτύριο ἐφώναζαν πρός τό πλῆθος· «Χριστιανοί εἴμεθα, γιά τόν Χριστό πηγαίνουμε στό θάνατο». ῎Ετσι ἐδέχθησαν τούς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου, ἀποκεφαλισθέντες, ὁ μέν Νεομάρτυς Σταμάτιος σέ λικία 18 ἐτῶν, ὁ δέ Νεομάρτυς ᾿Ιωάννης σέ λικία 22 ἐτῶν.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Παύλου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
῾Ο ῞Οσιος Παῦλος, μαθητής τοῦ ῾Αγίου Παϊσίου (Βελιτσκόφσκυ) ἀσκήτεψε στή μονή Σιμονώφ τῆς Ρωσίας καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1825.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ ἰσαποστόλου.
῾Ο ῞Αγιος Νικόλαος, κατά κόσμον ᾿Ιωάννης Ντιμιτρέβιτς Κασάτκιν, ἐγεννήθηκε τήν 1η Αὐγούστου 1836 στό χωριό Μπεργιοζόβσκυ τοῦ Μπέλσκ, κοντά στήν περιοχή τοῦ Σμολένσκ. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Δημήτριος καί Ξένη καί ἦσαν εὐσεβεῖς καί φιλόθεοι. ῎Ετσι ὁ ῞Αγιος ἀγάπησε τόν ἐκκλησιαστικό βίο ἀπό τήν παιδική του λικία καί ἔκανε τά πρῶτα βήματά του μέσα στήν ᾿Εκκλησία μέ τή βοήθεια τοῦ πατέρα του, ὁ ὁποῖος ἦταν ἱερεύς. ῞Οταν ὁ ᾿Ιωάννης ἐμεγάλωσε, πῆγε στό τοπικό δημοτικό σχολεῖο καί μετά στό ἐκκλησιαστικό σεμινάριο τοῦ Μελίνσκι. ᾿Αφοῦ ἀποφοίτησε μεταξύ τῶν πρώτων, συνέχισε τίς σπουδές του στή θεολογική ἀκαδημία τῆς ῾Αγίας Πετρουπόλεως, ἀπό τήν ὁποία ἐτελείωσε τό ἔτος 1861.
Στήν ᾿Ιαπωνία, λίγο μετά τήν ἄφιξη τῶν Πορτογάλων ᾿Ιησουϊτῶν στό νότιο ἄκρο τόν 17ο αἰώνα, οἱ ᾿Ολλανδοί ἔμποροι εἶχαν πείσει τήν κυβέρνηση πώς πρέπει χώρα νά προφυλαχθεῖ ἀπό τήν ὀλέθρια ἐπιρροή τῶν ξένων. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά κλείσουν τά λιμάνα γιά ὅλους ἐκτός ἀπό τούς ἐμπόρους αὐτούς. Γιά διακόσια χρόνια ἐκράτησε πολιτική τοῦ ἀπομονωτισμοῦ, πού ἄρχισε σιγά σιγά νά ὑποχωρεῖ. ῎Ετσι ἐδόθηκε στόν ῞Αγιο Νικόλαο εὐκαιρία νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιο στήν ῎Απω ᾿Ανατολή.
Στό Χακοντάτε, λιμάνι τῆς βόρειας ᾿Ιαπωνίας, ἐγκαταστάθηκε Ρωσική Πρεσβεία καί τό προσωπικό της ἐχρειαζόταν ἐφημέριο. ῾Ο ᾿Ιωάννης, πού πρίν τελειώσει τήν ἀκαδημία εἶχε καρεῖ μοναχός, εἶχε μετονομασθεῖ σέ Νικόλαο καί εἶχε χειροτονηθεῖ πρεσβύτερος τό 1860 ἀπό τόν Μητροπολίτη Νόβγκοροντ καί ῾Αγίας Πετρουπόλεως Γρηγόριο, ἦταν ἐκεῖνος πού μέ χαρά ἐδέχθηκε νά ἐργασθεῖ ἱεραποστολικά στήν ᾿Ιαπωνία. Καί ἔτσι τό 1861, σέ λικία 26 ἐτῶν, ὁ νεαρός ἱερομόναχος ἐξεκίνησε χωρίς συνοδεία καί ἐταξίδεψε στή Σιβηρία. ῎Ετσι ἔφθασε στό Χακοντάτε ὡς ἐφημέριος τοῦ διπλωματικοῦ σώματος. ᾿Από ἐκεῖ ἔστειλε γράμμα στό Μητροπολίτη τῆς ῾Αγίας Πετρουπόλεως περιγράφοντας τόν πολιτισμό, τήν εὐγένεια καί τό λεπτό χαρακτήρα τῶν ᾿Ιαπώνων. Τούς ἐθαύμαζε γι᾿ αὐτά, καί ὅμως συγχρόνως τούς ἐλυπόταν, ἐπειδή τούς ἔλειπε τό κυριότερο· ὀρθόδοξη πίστη.
Στό Χακοντάτε δέν τόν εἶχαν ὑποδεχθεῖ θερμά οὔτε οἱ Ρῶσοι οὔτε οἱ ᾿Ιάπωνες. Εἰδικά οἱ τελευταῖοι, ἐξαιτίας τοῦ χρόνιου ἀπομονωτισμοῦ τους, δέν εἶχαν τή διάθεση νά ἀκούσουν τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Αὐτό ἀποθάρρυνε κάπως τόν Νικόλαο. Στίς 9 Σεπτεμβρίου τοῦ 1861, ὅμως, ἐδέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Ιννοκεντίου, ἱεραποστόλου τῆς ᾿Αμερικῆς. ᾿Εκεῖνος τόν ἐπετίμησε γιά τό φθίνοντα ἐνθουσιασμό του καί τόν συμβούλεψε νά μάθει τήν ἰαπωνική γλώσσα. ῎Ετσι καί ἔγινε. ῾Ο ῞Αγιος Νικόλαος ἔμαθε τή γλώσσα καί ἄρχισε νά κηρύττει. Κάποια βραδιά, λοιπόν, καθώς ἐμελετοῦσε στό κελλί του, βλέπει ἕνα σαμουράϊ νά ὁρμᾶ στό δωμάτιο μέ τό σπαθί στό χέρι. Θά τόν ἔσφαζε, τοῦ εἶπε, ἐάν δέν ἐσταματοῦσε νά «διαφθείρει» μέ τά κηρύγματά του τούς ντόπιους. Ταπεινά ὁ ῞Αγιος Νικόλαος ἐδέχθηκε νά ἀποθάνει, ἄν ὅμως πρῶτα ὁ ἐπίδοξος δολοφόνος του θά ἐμάθαινε τί ἐμελετοῦσε τήν ὥρα ἐκείνη. ῾Ο σαμουράϊ ἄφησε τό σπαθί του, γιά νά ἀκούσει τί εἶχε νά τοῦ πεῖ ὁ ῞Αγιος. Καί ἔτσι αὐτός ἄρχισε νά τοῦ ἐξηγεῖ τή δημιουργία τοῦ σύμπαντος ἀπό τόν Θεό, τό σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας καί πῶς ὁ Χριστός ἦλθε στόν κόσμο γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν ὁ παρά λίγο δήμιός του νά κατηχηθεῖ καί νά βαπτισθεῖ. Λίγα χρόνια ἀργότερα ὁ σαμουράϊ Τακούμα Σαβάμπε ἔγινε ὁ πατήρ Παῦλος, ὁ πρῶτος ᾿Ορθόδοξος ᾿Ιάπωνας ἱερέας. ᾿Ακολούθησαν χρόνια ἱεραποστολικῆς δράσεως, μεταφράσεως λειτουργικῶν βιβλίων καί τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, καί ἔντονης κατηχητικῆς διακονίας.
Τό ἔτος 1880, μετά ἀπό πολλά χρόνια ἱεραποστολικῆς δράσεως, ἐξελέγη καί ἐχειροτονήθηκε ᾿Επίσκοπος τῆς ᾿Ορθόδοξης ᾿Ιαπωνικῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς. Τό ἱεραποστολικό του ἔργο ἦταν πολύ μεγάλο. ᾿Εκατήχησε καί ἐβάπτισε χιλιάδες ἀνθρώπους. ᾿Εφρόντισε γιά τήν ἀνέγερση ναῶν, τήν πνευματική καλλιέργεια καί τή λειτουργική ἀγωγή τοῦ ἐφημεριακοῦ κλήρου. ῾Ο ἴδιος ἔλεγε χαρακτηριστικά· «῾Ο ὀρθόδοξος ἱεραπόστολος ὀφείλει νά ἔχει ἀνοιχτές τίς πόρτες τοῦ σπιτιοῦ του, γι᾿ αὐτούς πού ἐπιθμοῦν μιά προσωπική ἐπικοινωνία, καί νά μεταβαίνει πρόθυμα ὅπου ὑπάρχει δυνατότητα μεταδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου».
῾Ο ῞Αγιος Νικόλαος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1912.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|