20 Ιανουαρίου
†Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου.
῾Ο ῞Οσιος Εὐθύμιος ὁ Μέγας ἐγεννήθηκε στή Μελιτηνήτῆς ᾿Αρμενίας τό ἔτος 377 μ.Χ., κατά τούς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ Γρατιανοῦ (375-383 μ.Χ.). Οἱ γονεῖς του, Παῦλος καί Διονυσία, ἀνῆκαν σέ ἐπίσημη γενιά. ῎Ατεκνοι ὄντες, ἀξιώθηκαν νά ἀποκτήσουν παιδί, τό ὁποῖο ἀφιέρωσαν στή διακονία τοῦ Θεοῦ, καί στό ὁποῖο καί κατά θεία ἐπιταγή ἔδωσαν τό ὄνομα Εὐθύμιος, ἀφοῦ μέ τή γέννησή του τούς ἐχάρισε τήν εὐθυμία, τή χαρά καί τήν ἀγαλλίαση.
Σέ λικία μόλις τριῶν ἐτῶν ὁ Εὐθύμιος ἔχασε τόν πατέρα του. Τότε χήρα μητέρα του τόν παρέδωσε στόν εὐλαβή ᾿Επίσκοπο τῆς Μελιτηνῆς Εὐτρώϊο, ὁ ὁποῖος, μαζί μέ τούς ἀναγνῶστες ᾿Ακάκιο καί Συνόδιο πού ἔγιναν ἀργότερα ᾿Επίσκοποι Μελιτηνῆς, τόν ἐκπαίδευσε καλῶς καί, ἀφοῦ τόν κατέταξε στόν ἱερό κλῆρο, τόν ἐτοποθέτησε ἔξαρχο τῶν μοναστηρίων.
᾿Από τή Μελιτηνή ὁ ῞Οσιος μετέβη, περί τό 406 μ.Χ., στά ῾Ιεροσόλυμα καί ἐκλείσθηκε στό σπήλαιο τοῦ ῾Αγίου Θεοκτίστου, ὅπου καί ἀσκήτευε μέ αὐστηρότητα καί ἀναδείχθηκε μοναζόντων κανόνας καί καύχημα. Τόσο δέ πολύ ἐπρόκοψε στήν ἀρετή, ὥστε πολλοί ἀπό τούς Σαρακηνούς ἐπίστεψαν στόν Χριστό. Τά μεγάλα πνευματικά του χαρίσματα γρήγορα τόν ἀνέδειξαν καί φήμη του ὡς ῾Αγίου ἁπλώθηκε παντοῦ. Γύρω του συγκεντρώθηκαν πάμπολλοι μοναχοί, οἱ ὁποῖοι τόν ἐξέλεξαν γούμενό τους.
῾Ο Μέγας Εὐθύμιος μέ τήν ἁγιότητα τοῦ βίου του συνετέλεσε στό νά ἐπιστρέψουν στήν πατρώα εὐσέβεια πολυάριθμοι αἱρετικοί, ὅπως Μανιχαῖοι, Νεστοριανοί καί Εὐτυχιανοί, πού ἀπέρριπταν τίς ἀποφάσεις τῆς Δύ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Παντοῦ, στήν Αἴγυπτο καί τή Συρία, ἐπικρατοῦσαν οἱ Μονοφυσίτες. Στήν Παλαιστίνη, ὅμως, χάρη στήν παρουσία τοῦ ῾Αγίου Εὐθυμίου καί τῶν μαθητῶν του, ἐπικράτησε ᾿Ορθοδοξία. Καί ὅταν ὁ ῞Οσιος συνάντησε τή βασίλισσα Εὐδοκία, ὁποία εἶχε περιπλακεῖ στά δίκτυα τῆς αἱρέσεως τῶν Μονοφυσιτῶν, τόσο πειστικά καί ἀκαταμάχητα ὁμίλησε πρός αὐτήν, ὥστε τήν ἀπέδωκε στά ὀρθόδοξα δόγματα.
῾Ο ῞Οσιος Εὐθύμιος ὁ Μέγας εἶχε λάβει ἀπό τόν Θεό τό προορατικό χάρισμα καί τή δύναμη τῆς θαυματουργίας. Μέ ἐλάχιστα ψωμιά κατόρθωσε νά χορτάσει τετρακόσιους ἀνθρώπους, πού κάποτε τήν ἴδια μέρα τόν ἐπισκέφθηκαν στό κελλί του. Πολλές γυναῖκες, πού ἦταν στεῖρες ὅπως ἦταν καί δική του μητέρα, μέ τίς προσευχές τοῦ ῾Αγίου ἀπέκτησαν παιδί καί ἔζησαν τή χαρά τῆς τεκνογονίας. Καί ὅπως ὁ Προφήτης ᾿Ηλίας, ἔτσι καί αὐτός προσευχήθηκε στόν Θεό καί ἄνοιξε τίς πύλες τοῦ οὐρανοῦ καί ἐπότισε μέ πολλή βροχή τή διψασμένη γῆ, ὁποία καί ἀναζωογονήθηκε καί ἔδωσε πλούσιους τούς καρπούς της.
᾿Ενῶ κάποτε ἐτελοῦσε τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, οἱ πιστοί εἶδαν μιά δέσμη φωτός πού ἐξεκινοῦσε ἀπό τόν οὐρανό καί κατερχόταν μέχρι τόν ῞Αγιο. Τό οὐράνιο αὐτό φῶς παρέμεινε μέχρι πού ἐτελείωσε Θεία Λειτουργία καί ἐδήλωνε τήν ἐσωτερική καθαρότητα καί λαμπρότητα τοῦ ῾Αγίου. ᾿Επίσης, σημάδι τῆς ἁγνότητος καί ἁγιότητός του ἀποτελοῦσε καί τό γεγονός ὅτι ἦταν σέ θέση νά γνωρίζει ποιός προσερχόταν νά κοινωνήσει μέ καθαρή ἤ ἐσπιλωμένη συνείδηση.
῾Ο ῞Οσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 473 μ.Χ., σέ λικία 97 ἐτῶν, ἐπί βασιλείας Λέοντος τοῦ Μεγάλου (457-474 μ.Χ.). ῾Η Σύναξή του ἐτελεῖτο στή Μεγάλη ᾿Εκκλησία.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Βάσσου, Εὐσεβίου, Εὐτυχίου καί Βασιλείδου.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Βάσσος, Εὐσέβιος, Εὐτύχιος καί Βασιλείδης ἔζησαν κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), περί τά τέλη τοῦ 3ου μ.Χ. αἰῶνος. ῏Ησαν πλούσιοι καί μέλη τῆς Συγκλήτου. Προσῆλθαν στόν Χριστό καί ἐβαπτίσθησαν, ὅταν παρεστάθησαν στό μαρτύριο τοῦ ᾿Επισκόπου Θεοπέμπτου († 5 ᾿Ιανουαρίου), ὁ ὁποῖος ὑπέμενε μέ πνευματική ἀνδρεία τίς φρικώδεις βασάνους στίς ὁποῖες τόν εἶχαν ὑποβάλει οἱ εἰδωλολάτρες.
Οἱ εἰδωλολάτρες τούς κατήγγειλαν ὡς Χριστιανούς. ᾿Αμέσως τούς συνέλαβαν καί τούς ὁδήγησαν μπροστά στόν αὐτοκράτορα. Οἱ ῞Αγιοι δέν δείλιασαν καθόλου, ἀλλά διεκήρυξαν μέ παρρησία τήν πίστη τους στόν Χριστό καί πρόθυμα ἐβάδισαν τήν ὁδό τοῦ μαρτυρίου. Στό Συναξάρι ἀναφέρεται, ὅτι πρῶτα τούς ἀφαίρεσαν τίς ζῶνες, τά διακριτικά δηλαδή τοῦ ἀξιώματός τους, καί ἔπειτα ὑπέβαλαν τόν καθένα σέ σκληρά βασανιστήρια.
Τόν ῞Αγιο Βάσσο τόν ἔριξαν μέχρι τούς μηρούς σέ βόθρο, τοῦ ἀπέκοψαν τά χέρια καί ἀκολούθως τοῦ κομμάτιασαν ὅλο τό σῶμα. ῎Ετσι ὁ ῞Αγιος παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Κύριο. Τόν ῞Αγιο Εὐσέβιο τόν ἐκρέμασαν ἀπό τό κεφάλι καί τοῦ ἐτεμάχισαν τό σῶμα μέ τσεκούρια. Τόν ῞Αγιο Εὐτύχιο τόν ἔβαλαν σέ τέσσερις πασσάλους, ἐτέντωσαν μέ δύναμη τό σῶμα του καί τόν ἐχώρισαν σέ κομμάτια. Τοῦ ῾Αγίου Βασιλείδου τοῦ ἐξέσκισαν τήν κοιλιά.῎Ετσι καί οἱ ῞Αγιοι αὐτοί Μάρτυρες ἔλαβαν τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων ᾿Ιννᾶ, Πιννᾶ καί Ριμμᾶ.
Οἱ ἅγιοι Μάρτυρες ᾿Ιννᾶς, Πιννᾶς καί Ριμμᾶς κατάγονταν ἀπό τήν περιοχή τῆς Σκυθίας, καί ὀνομάζονταν «οἱ κρυστάλλινοι». Συνελήφθησαν ἀπό βάρβαρους εἰδωλολάτρες καί ὁδηγήθηκαν στόν ἄρχοντα τῆς χώρας τους. Τούς ἔδεσαν, λοιπόν, σέ περίοδο τρομεροῦ ψύχους σέ ξύλα μέσα σέ παγωμένο ποτάμι. ᾿Εκεῖ ἐτελείωσε ζωή τους μέ ἀνυπόφορους πόνους, λόγῳ τοῦ ψύχους, καί παρέδωσαν τίς μακάριες ψυχές τους στά χέρια τοῦ Θεοῦ.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ μακαρίου Πέτρου τοῦ Τελώνου.
῾Ο ῞Αγιος Πέτρος εἶχε τό ἀξίωμα τοῦ πατρικίου κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος ᾿Ιουστινιανοῦ (527-565 μ.Χ.) καί ἦταν διοικητής τῆς ᾿Αφρικῆς. Δυστυχῶς ἦταν ἄνθρωπος ἄσπλαχνος, ἀνελεήμων, πλεονέκτης καί φιλάργυρος. Κάποτε προσῆλθε σ᾿ αὐτόν ἕνας φτωχός, γιά νά τόν δοκιμάσει, καί τοῦ ἐζητοῦσε ἐλεημοσύνη. Τότε ἐκεῖνος ἅρπαξε ἕναν ἄρτο, ἀπό ἐκείνους πού ἐκείνη τή στιγμή τοῦ εἶχε φέρει ὁ ἀρτοποιός, καί σάν πέτρα τόν ἐπέταξε κατά τοῦ πτωχοῦ ἀνθρώπου.
Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, κάποια στιγμή ἐκράτησε στά χέρια του τό ἱερό Εὐαγγέλιο. ᾿Από περιέργεια τό ἄνοιξε, ἀλλά ἀνάγνωσή του δέν τόν ἄφησε ἀδιάφορο. Τότε ἄνοιξαν τά μάτια του. Καί μέ εἰλικρίνεια εἶδε τόν πραγματικό του ἑαυτό. Μέ θλίψη εἶδε τήν ἀληθινή εἰκόνα τῆς ψυχικῆς του καταστάσεως. ᾿Αμέσως ἦλθε στόν ἑαυτό του ἐφαρμόζοντας τό λόγο τῶν Πατέρων· «Εἴσελθε στόν ἑαυτό σου. ᾿Εκεῖ χαρά καί βασιλεία». Στή μνήμη του καί στή συνείδησή του ἔρχονταν οἱ φυσιογνωμίες τῶν τελωνῶν τοῦ Εὐαγγελίου, τούς ὁποίους ὁ Χριστός ἔσωσε. Καί, ὅπως ἐκεῖνοι, μετανόησε.
Τότε, σέ ὥρα ἀσθένειας, εἶδε ὄνειρο. Τοῦ φάνηκε ὅτι παρίστατο στήν κρίση τοῦ Θεοῦ, ὁ ῾Οποῖος ἄλλους ἐδικαίωνε καί ἄλλους κατεδίκαζε. ᾿Εκείνη τήν ὥρα τῆς κρίσεως εἶδε κοντά του μιά ζυγαριά. Στό ἀριστερό μέρος τῆς ζυγαριᾶς ἔβλεπε νά συγκεντρώνονται δαίμονες καί νά ἐναποθέτουν πολλές κακές του πράξεις, ἐνῶ στό δεξιό ἔβλεπε ᾿Αγγέλους νά μή βρίσκουν κάποιο ἄλλο καλό νά ἐναποθέσουν πρός ἰσορροπία τῆς ζυγαριᾶς, παρά μόνο τόν ἄρτο ἐκεῖνο πού ἐπέταξε μέ θυμό κατά τοῦ φτωχοῦ.
᾿Αφοῦ ἐξύπνησε, ἔλαβε τή μεγάλη καί σωτήρια ἀπόφασή του. ᾿Εμοίρασε τήν περιουσία του στούς πτωχούς καί ἔκανε ἔργο του νά ἀνευρίσκει τούς πάσχοντες καί τούς ἐνδεεῖς. ᾿Αλλά χαρακτηριστικότερη ἀπόδειξη τῆς τέλειας καλῆς ἀλλοιώσεώς του καί τῆς αὐταπαρνήσεώς του εἶναι, ὅτι ἐπώλησε ὡς δοῦλο τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του καί ἔδωσε τά χρήματα πού πῆρε στούς πτωχούς.
᾿Αφοῦ ἀνέκτησε τήν ἐλευθερία του πῆγε στά ῾Ιεροσόλυμα, γιά νά προσκυνήσει τούς ῾Αγίους Τόπους, ὅπου ἐσταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Καί τέλος, ἐπέστρεψε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καί ὁσίως ἐκοιμήθηκε καί ἐνταφιάσθηκε στήν τοποθεσία τοῦ Βοός, στό πατρικό του σπίτι, πτωχός κατά κόσμον, ἀλλά πλούσιος σέ αἰώνιους θησαυρούς.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Θύρσου καί ῾Αγνῆς.
Εἶναι ἄγνωστο ποῦ καί πότε ἐμαρτύρησαν οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Θύρσος καί ῾Αγνή. ῾Η Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο πλησίον τῶν ῾Ελενιανῶν, μεταξύ τῶν ῾Υψωμαθείων καί τοῦ Ξηρολόφου Κωνσταντινουπόλεως.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Εὐσεβίου.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς Εὐσέβιος ζοῦσε στά χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.) καί ἔφερε τό ἀξίωμα τοῦ συγκλητικοῦ. ᾿Ασπάσθηκε τό Χριστιανισμό κατά τό μαρτύριο τοῦ ᾿Επισκόπου Θεοπέμπτου στή Ρώμη († 5 ᾿Ιανουαρίου), ὅταν εἶδε τήν πνευματική ἀνδρεία τοῦ ῾Αγίου κατά τή διάρκεια τῶν βασανιστηρίων καί τά θαύματα πού αὐτός ἐπιτελοῦσε. ᾿Επειδή ἔγινε Χριστιανός τόν συνέλαβαν καί τόν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος, ὅπου καί ὁμολόγησε τήν πίστη του στόν Χριστό. ᾿Εμαρτύρησε μέ φρικτά βασανιστήρια καί διαμελίσθηκε μέ πέλεκυ τό ἔτος 298 μ.Χ.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος ῎Αννης.
῾Η ῾Αγία Μάρτυς ῎Αννα ἐμαρτύρησε στή Ρώμη.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ εὐσεβεστάτου βασιλέως Λέοντος τοῦ Μεγάλου, τοῦ καλουμένου Μακέλλη.
῾Ο ῞Αγιος Λέων καταγόταν ἀπό τή Θράκη καί ἐβασίλευσε περί τό 457 μ.Χ. μέχρι τό 474 μ.Χ. Διαδέχθηκε στό θρόνο τοῦ Βυζαντίου τόν Μαρκιανό (450-457 μ.Χ.). ῾Ο Λέων ὁ Αύ ἀναγορεύθηκε αὐτοκράτορας στίς 7 Φεβρουαρίου τοῦ 457 μ.Χ. στό ῞Εβδομο, μέ τήν παρουσία τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. ῏Ηταν εὐσεβέστατος καί προασπίσθηκε τήν ὀρθόδοξη πίστη κατά τῶν αἱρετικῶν.
Στήν ᾿Αντιόχεια, ὅπου οἱ Μονοφυσίτες ἀποκτοῦσαν πάλι σιγά σιγά τήν παλαιά τους δύναμη, ἕνας πρεσβύτερος, γνωστός ὡς Πέτρος ὁ Γναφεύς, εἶχε κατορθώσει νά γίνει Πατριάρχης τό 469 ἤ 470 μ.Χ., χάρη στήν ὑποστήριξη τοῦ Ζήνωνος, κόμητος τῶν δομεστίκων, πού στό μεταξύ εἶχε γίνει στρατηλάτης τῆς ᾿Ανατολῆς καί εὐνοοῦσε τούς Μονοφυσίτες. ῾Ο νέος Πατριάρχης ᾿Αντιοχείας ἄρχισε ἀμέσως τόν ἀγώνα ἐναντίον τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος. Στό Τρισάγιο τῆς Θείας Λειτουργίας ὁ Γναφεύς προσέθεσε μετά τό «ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος» τή φράση «ὁ σταυρωθείς δι μᾶς». Αὐτό ἐθεωρήθηκε ὅτι ἦταν μιά νέα ἔκφραση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ καί ὁ αὐτοκράτορας Λέων καί ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιος (458-471 μ.Χ.) ἀντέδρασαν. ῾Ο Γναφεύς ἐξορίσθηκε στή Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου, ὅπου εἶχε περάσει τά τελευταῖα του χρόνια ὁ Νεστόριος.
᾿Από τίς 31 Μαρτίου 468 μ.Χ. ἕνα αὐτοκρατορικό διάταγμα ὅριζε ὅτι, στό ἑξῆς, μόνο οἱ ᾿Ορθόδοξοι Χριστιανοί θά μποροῦσαν νά ἐργασθοῦν στίς κρατικές καί στίς δικαστικές ὑπηρεσίες. Παρ ὅλες τίς δυσκολίες τά μέτρα τοῦ εὐσεβοῦς αὐτοκράτορος ἀπέβλεπαν στήν ὑπεράσπιση τῆς ᾿Ορθοδοξίας καί τήν ἑνότητα τῆς αὐτοκρατορίας. Κατά δέ τήν παράδοση ἀνήγειρε τό ναό τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς.
῾Ο ῞Αγιος Λέων ἐκοιμήθηκε ἀπό ἀσθένεια στίς 18 ᾿Ιανουαρίου τοῦ 474 μ.Χ.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἠμῶν Εὐθυμίου τοῦ ῾Ησυχαστοῦ καί Λαυρεντίου τοῦ ᾿Εγκλείστου.
Οἱ ῞Οσιοι ἔζησαν θεοφιλῶς, μέ ἄσκηση καί προσευχή, στή Λαύρα τοῦ Κιέβου. ῾Ο ῞Αγιος Εὐθύμιος ἀσκήτεψε κατά τόν 14ο αἰώνα μ.Χ. στή μονή τοῦ ῾Αγίου Θεοδοσίου τῆς Μεγάλης Λαύρας τοῦ Κιέβου καί ὁ ῞Αγιος Λαυρέντιος μεταξύ τοῦ 13ου καί 14ου αἰώνα μ.Χ. στή μονή τοῦ ῾Αγίου Δημητρίου, ὅπου ἔζησε ἔγκλειστος.
Κάποτε ἔφεραν στόν ῞Οσιο Λαυρέντιο ἕνα δαιμονιζόμενο ἀπό τό Κίεβο. ῾Ο μακάριος Λαυρέντιος ἀπό ταπείνωση ἰσχυρίσθηκε ὅτι δέν μποροῦσε νά θεραπεύσει τόν ἄνθρωπο. Γιά νά ἀποκαλυφθεῖ σέ ὅλους Χάρη τοῦ Θεοῦ, πού ἀναπαυόταν στή μονή τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, εἶπε νά ὁδηγήσουνε ἐκεῖ τό δαιμονισμένο, πού ἐφώναζε ἔντρομος στό ἄκουσμα καί μόνο τῆς μονῆς καί τῶν ῾Οσίων Πατέρων αὐτῆς. ῎Ετσι καί ἔγινε. ῾Ο ταλαιπωρημένος ἀνθρωπος ἔγινε καλά καί ἀπηλλάγη ὁριστικά ἀπό τή δαιμονική τυραννία.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου, ἀρχιεπισκόπου Τυρνόβου.
῾Ο ῞Αγιος Εὐθύμιος ἔζησε μεταξύ τοῦ 14ου καί 15ου αἰώνα μ.Χ. στή Βουλγαρία. ᾿Εγεννήθηκε περί τό 1325-1330 στήν τότε βουλγαρική πρωτεύουσα Τύρνοβο ἀπό εὐγενή οἰκογένεια, ἴσως ἐκείνη τῶν Καμπλάκ. Εἶχε τήν τύχη νά ἔχει ἐκεῖνον πού θά ἦταν ὁ καλός του βιογράφος, ἕναν ἀπό τήν οἰκογένειά του, τόν Γρηγόριο Καμπλάκ, πού μετέπειτα ἔγινε μητροπολίτης τοῦ Κιέβου καί ἔλαβε μέρος στή Σύνοδο τῆς Κοστάντζας (1414-1417).
Σέ ἀρκετά νεαρή λικία ἔλαβε τό μοναχικό σχῆμα στή μονή τῆς Παναγίας τῆς ῾Οδηγήτριας, στά προάστια τῆς βουλγαρικῆς πρωτεύουσας. Τό 1350 εἰσήχθη στό μοναστήρι πού εἶχε ἱδρύσει ὁ ῞Αγιος Θεοδόσιος τοῦ Τυρνόβου στό Καλιφάρεβο, τό ὁποῖο βρισκόταν στά ἴδια περίχωρα. ᾿Από τόν ἴδιο τόν ῞Αγιο Θεοδόσιο εἰσάγεται στήν πνευματική καί συχαστική ζωή καί προκόπτει κατά Χριστόν. ᾿Εκείνη τήν ἐποχή ὁ ῞Αγιος Θεοδόσιος, προφητεύοντας τό μέλλον τοῦ ὑποτακτικοῦ του, ἀποκαλύπτει ὅτι κάποια μέρα ὁ ῞Αγιος Εὐθύμιος θά δεθεῖ μέ ἁλυσίδες καί θά σταλεῖ στήν ἐξορία.
Τό ἔτος 1363, ὁ ῞Αγιος Εὐθύμιος συνόδευσε τό δάσκαλό του, μαζί μέ ἄλλους τρεῖς μαθητές, στήν Κωνσταντινούπολη. Μετά τήν κοίμηση τοῦ ῾Αγίου Θεοδοσίου παρέμεινε γιά κάποιο χρονικό διάστημα στή μονή τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Στουδίτου, ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα πολιτιστικά καί πνευματικά βυζαντινά κέντρα. ᾿Εκεῖ, πιθανότατα, συνέταξε τή βιογραφία τοῦ ῾Αγίου Θεοδοσίου, τήν ὁποία ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κάλλιστος ἀντέγραψε πιστά.
Τό ἔτος 1365 ἐπισκέφθηκε τό ῞Αγιον ῎Ορος. ᾿Αρχικά μετέβη στή Μεγίστη Λαύρα καί στή συνέχεια στή μονή Ζωγράφου. Τότε ἦταν πού κατηγορήθηκε ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος ᾿Ιωάννου Εύ τοῦ Παλαιολόγου (1341-1391), ὅτι δέν ἐτηροῦσε καθόλου τή μοναχική ὑπόσχεση τῆς ἀκτημοσύνης. Γι᾿ αὐτό ἐξορίσθηκε καί ξαναβρέθηκε στό ῞Αγιον ῎Ορος μόνο ὅταν ὁ αὐτοκράτορας διεπίστωσε τήν ἀλήθεια μετά ἀπό ἕνα ὅραμα.
Περί τό 1371 ὁ ῞Αγιος Εὐθύμιος ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του καί ἵδρυσε στήν πρωτεύουσα τή μονή τῆς ῾Αγίας Τριάδος, πού ἀναδείχθηκε σέ ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα κέντρα ἀκτινοβολίας τοῦ σλαβικοῦ πολιτισμοῦ. Πράγματι ἐκεῖ πραγματοποιήθηκε ὀρθογραφική καί γραμματική μεταρρύθμιση τῆς γραφῆς, τῆς ἐπονομαζόμενης «εὐθυμιανῆς», πού ὁδήγησε σέ μιά γενική ἀναθεώρηση ὅλων τῶν ἔργων πού ἦταν γραμμένα στά σλαβικά. ῾Η μεταρρύθμιση τοῦ ῾Αγίου Εὐθυμίου, βασιζόμενη στήν ἑνοποίηση τῆς ὀρθογραφίας καί στήν πιστότητα στά αὐθεντικά ἑλληνικά κείμενα, ἐχαρακτήρισε τά λειτουργικά κείμενα ὁλόκληρου τοῦ σλαβοορθοδόξου κόσμου μέχρι τόν Μέγα Πέτρο, ὁ ὁποῖος εἰσήγαγε πιό σύγχρονους κανόνες.
Τό ἔτος 1375, μέ τό θάνατο τοῦ Πατριάρχου ᾿Ιωακείμ, ὁ ῞Αγιος Εὐθύμιος ἐκλέγεται Πατριάρχης τοῦ Τύρνοβο. ᾿Από τόν πατριαρχικό θρόνο συνέχισε τό ἔργο τῆς ἀναθεωρήσεως τῶν κειμένων, ἔγραψε ἐπιστολές σέ διάφορες προσωπικότητες τοῦ ὀρθοδόξου κόσμου, πού ἀπετέλεσαν ποιμαντικά καί διδακτικά κείμενα, καί συνέθεσε Βίους ῾Αγίων.
῾Ο ῞Αγιος Εὐθύμιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1402.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Εὐθυμίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
῾Ο ῞Οσιος Εὐθύμιος τοῦ ᾿Αρχαγγέλσκ ἔζησε μεταξύ τοῦ 15ου καί 16ου αἰώνα μ.Χ. ᾿Ασκήτεψε θεοφιλῶς καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1523.
Τήν ὕπαρξή του ἀγνοοῦσαν μέχρι τίς 7 ᾿Ιουλίου 1643, μέρα κατά τήν ὁποία ὁ τεχνίτης ᾿Οσταφέϊ Τρόφιμωφ ἀνεκάλυψε τυχαῖα τά λείψανά του σκάβοντας ἕνα χαντάκι στήν αὐλή τοῦ ἀφεντικοῦ του, εὐγενοῦς Γεωργίου Πέτροβιτς Μπουγνόσωφ Ροστόφσκϊυ, στήν περιοχή τοῦ ᾿Αρχαγγέλσκ. ῾Ο ῞Οσιος Εὐθύμιος παρουσιάσθηκε στόν ὕπνο πολλῶν πιστῶν στούς ὁποίους ἀπεκάλυψε τήν ὕπαρξή του καί τήν μερομηνία τῆς κοιμήσεώς του.
Τό 1683, ὅμως, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος τοῦ Χολμόγκορυ ᾿Αθανάσιος ἔγραψε μία ἐπιστολή πρός τόν γούμενο τῆς μονῆς ᾿Αντώνεφ-Σίσκϊυ, στήν ὁποία ἀνέφερε ὅτι στό ᾿Αρχαγγέλσκ εἶχε δεῖ τόν τάφο καί τήν εἰκόνα τοῦ ῾Οσίου Εὐθυμίου, ἀλλά καί ὅτι δέν εἶχε καμιά ἀπόδειξη τῆς ἁγιότητός του. ᾿Εζήτησε, παρ᾿ ὅλα αὐτά, ἀπό τόν γούμενο νά τοῦ ἀποστείλει ὅλα τά διαθέσιμα ἔγγραφα σχετικά μέ τόν ῞Οσιο Εὐθύμιο. Τό ἔτος 1829 ᾿Εκκλησία καθιέρωσε τή λειτουργική μνήμη τοῦ ῾Οσίου Εὐθυμίου τήν 20ή ᾿Ιανουαρίου, ἑορτή τοῦ ῾Αγίου Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Ζαχαρίου.
῾Ο Νεομάρτυς Ζαχαρίας καταγόταν ἀπό τά μέρη τῆς ῎Αρτας. Σέ μικρή λικία ἐξισλαμίσθηκε καί ἦλθε στίς Παλαιές Πάτρες ὅπου ἐξασκοῦσε τήν τέχνη τοῦ γουναρᾶ. ῞Ομως μετανόησε πού ἀλλαξοπίστησε. ῎Ετσι, ἀφοῦ ἦλθε σέ μετάνοια, βρῆκε κάποιο πνευματικό στόν ὁποῖο ἐξομολογήθηκε τό ἁμάρτημα τῆς ἐξωμοσίας του καί ἐζήτησε τήν εὐλογία νά πορευθεῖ πρός τό μαρτύριο. ῾Ο πνευματικός, φοβούμενος μήπως ὁ Μάρτυρας δειλιάσει κατά τή διάρκεια τῶν βασανιστηρίων, τόν ἀπέτρεπε. Τότε ὁ ῞Αγιος ἀποκρίθηκε στόν πνευματικό καί τοῦ εἶπε· «῎Εχω τόση δίψα νά βασανισθῶ γιά τόν Χριστό, ὅπου ἐπιθυμῶ νά λάβω, ἄν ἦταν δυνατόν, καί περισσότερα βασανιστήρια, ἀπό αὐτά πού μοῦ ἀνέφερες». Πρό τῶν λόγων αὐτῶν τῆς δυνάμεως τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης στό Χριστό, ὁ πνευματικός μετέδωσε τά ῎Αχραντα Μυστήρια στόν ῞Αγιο καί τόν εὐλόγησε. ῾Ο ῞Αγιος πῆγε στό ἐργαστήριό του, ἐπώλησε ὅλα του τά ὑπάρχοντα τά ὁποῖα ἔδωσε ἐλεημοσύνη στούς πτωχούς καί ἐπαρουσιάσθηκε στόν κριτή ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τήν πίστη του στόν Χριστό. Παρά τίς κολακεῖες ἐκεῖνος ἐπέμενε σθεναρά στήν ὁμολογία του. ῎Ετσι τόν ἔκλεισαν στή φυλακή καί τόν ἐβασάνισαν ἐπί πολλές μέρες. ᾿Εκεῖνος ὑπέμεινε τά φρικτά μαρτύρια μέ πνευματική ἀνδρεία καί ἀξιοθαύμαστη καρτερία, γιά νά παραδώσει τό πνεῦμα του τό 1782 μ.Χ. ῾Η τοπική ᾿Εκκλησία τῆς ῎Αρτας ἑορτάζει τή μνήμη του καί εἰκόνα του φυλάσσεται στήν ἱερά μονή Κάτω Παναγιᾶς ῎Αρτας. Τή μνήμη του πανηγυρίζει ἐπίσης καί τοπική ᾿Εκκλησία τῶν Πατρῶν, ἀφοῦ ὁ ῞Αγιος ἐργάσθηκε ἐκεῖ.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Θεοδώρου τοῦ δικαίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
῾Ο ῞Οσιος Θεόδωρος τοῦ Τόμσκ ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1864.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος ᾿Ιωάννου.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς ᾿Ιωάννης Πεττάϊ, τιμᾶται ὑπό τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Ταλλίνης καί ᾿Εσθονίας.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|