26 Ιανουαρίου
†Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Ξενοφῶντος καί τῆς συμβίου αὐτοῦ Μαρίας καί τῶν τέκνων αὐτοῦ ᾿Αρκαδίου καί ᾿Ιωάννου.
῾Ο ῞Οσιος Ξενοφῶν ἐκατοικοῦσε στήν Κωνσταντινούπολη κατά τούς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων ᾿Ιουστίνου Αύ ( 518-527 μ.Χ.) καί ᾿Ιουστινιανοῦ (527-565 μ.Χ.). ῏Ηταν πλούσιος συγκλητικός καί διακρινόταν γιά τή βαθιά εὐσέβειά του πρός τόν Θεό. Εἶχε δύο παιδιά, τόν ᾿Αρκάδιο καί τόν ᾿Ιωάννη. Μόλις αὐτά ἐτελείωσαν τά ἐγκύκλια γράμματα, τά ἔστειλε στή Βηρυττό τῆς Φοινίκης, γιά νά μελετήσουν καί νά σπουδάσουν τή νομική ἐπιστήμη. Καθ ὁδόν τό πλοῖο μέ τό ὁποῖο ταξίδευαν ἐναυάγησε. Διεσώθησαν ὅμως καί μετέβησαν στά ῾Ιεροσόλυμα, ὅπου ἔγιναν μοναχοί. ῞Οταν οἱ γονεῖς τους, Ξενοφῶν καί Μαρία, τούς ἀνεζήτησαν καί ἐπληροφορήθησαν ὅτι διάγουν στήν ἔρημο ἀσκητικό βίο, ἐδόξασαν τόν Θεό καί ἀποταξάμενοι τόν κόσμο ἀκολούθησαν καί αὐτοί τό μοναχικό βίο. ῾Ο Ξενοφῶν, γυναίκα του καί τά παιδιά τους ἐπρόκοψαν τόσο πολύ στήν ἀρετή καί στή φιλανθρωπία, ὥστε τούς ἀξίωσε ὁ Θεός νά ἐπιτελοῦν καί θαύματα.
῎Ετσι θεία αὐτή οἰκογένεια ἔζησε θεοφιλῶς καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Συμεών, τοῦ ἐπιλεγομένου Παλαιοῦ.
῾Ο ῞Οσιος Συμεών ἀκολούθησε ἀπό τήν παιδική του λικία τήν ἐρημική ζωή καί ζοῦσε σέ ἕνα μικρό σπήλαιο στό ὄρος ᾿Αμανόν. Δέν ἀπολάμβανε καμιά τροφή ἀπό ἐκεῖνες πού συνηθίζουν νά ἀπολαμβάνουν οἱ ἄνθρωποι· γιά τροφή του ἐχρησιμοποιοῦσε χόρτα ἀπό τούς ἀγρούς.
῾Ο ῞Οσιος αἰσθάνθηκε κάποτε τήν ἐπιθυμία νά ἐπισκεφθεῖ τό ὄρος Σινᾶ. ῞Οταν ἔφθασε ἐκεῖ, εἰσῆλθε στό σπήλαιο, πού ἄλλοτε εἶχε κρυφτεῖ ὁ Μωϋσῆς, καί παρέμεινε μέσα σ αὐτό πρηνής ἐπί ἑπτά μέρες προσευχόμενος καί κλαίων, ζητώντας σημεῖο τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ. Καί δέν ἐσηκώθηκε ἀπό τή θέση αὐτή, μέχρι πού ἄκουσε θεία φωνή νά τόν διατάσσει νά σηκωθεῖ καί νά φάγει τά τρία μῆλα πού εἶχαν τοποθετηθεῖ μπροστά του. ῞Οταν ἱκανοποιήθηκε ἐπιθυμία του, ἐπέστρεψε στόν τόπο πού ἀσκήτευε καί ἵδρυσε δύο μοναστήρια.
᾿Εκεῖ, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ ῞Οσιος ἐπιτέλεσε πολλά θαύματα πρός δόξαν τοῦ Θεοῦ, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων ᾿Ανανίου πρεσβυτέρου, Πέτρου δεσμοφύλακος καί τῶν σύν αὐτοῖς ἑπτά στρατιωτῶν.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες ἔζησαν κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν γεμόνας στή Φοινίκη ὁ Μάξιμος. ᾿Ενώπιον αὐτοῦ τοῦ γεμόνος ὁδηγήθηκε τό ἔτος 303 μ.Χ. ὁ ῞Αγιος ᾿Ανανίας, ὁ ὁποῖος καί ὁμολόγησε μέ παρρησία τήν πίστη του στόν Χριστό καί ἐχλεύασε τά εἴδωλα. ῾Ο Μάξιμος τότε ὀργίσθηκε καί ἔδωσε ἐντολή νά ὑποβάλουν τόν ῞Αγιο σέ φοβερά βασανιστήρια. Γιά τήν πνευματική ἀνδρεία, τήν ὁποία ἔδειξε κατά τίς φρικώδεις βασάνους, ἐκέρδισε στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἑπτά στρατιῶτες, στή δέ φυλακή ἔκανε Χριστιανό καί τόν δεσμοφύλακα. ῾Ο ῞Αγιος μέ τήν προσευχή του συνετάραξε τόν εἰδωλολατρικό ναό καί ἔριξε τά εἴδωλα στό ἔδαφος. Τότε ὁ γεμόνας Μάξιμος ἐθύμωσε περισσότερο καί ἔπνιξε στή θάλασσα τόν ῞Αγιο ᾿Ανανία μαζί μέ τόν Πέτρο καί τούς ἑπτά στρατιῶτες.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων δύο Μαρτύρων.
Οἱ δύο ῞Αγιοι Μάρτυρες ἐμαρτύρησαν στή Φρυγία μετά ἀπό βασάνους καί ἄγρια χτυπήματα.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ῾Οσίου πατρός ἠμῶν ᾿Αμμωνᾶ.
῾Ο ῞Οσιος ᾿Αμμωνᾶς ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Μεγάλου ᾿Αντωνίου, τόν 4ο αἰώνα μ.Χ., ὁ ὁποῖος ἔτρεφε πρός αὐτόν μεγάλη ἀγάπη καί ὑπόληψη, καί ὑπῆρξε διάδοχός του στήν πνευματική καθοδήγηση τῶν μοναχῶν τοῦ μοναστικοῦ κέντρου Πισπίρ, πού βρισκόταν στήν ἀριστερή ὄχθη τοῦ Νείλου. Σπάνια ἄνθρωπος ἔγινε τόσο κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, ὥστε νά εἶναι ἀνώτερος ἀπό ὕβρεις, εὐλογώντας καί εὐεργετώντας τούς ὑβριστές του. ᾿Ιδιαίτερο δέ πνευματικό ἀγώνα κατέβαλε ὁ ῞Αγιος γιά τό φωτισμό καί τήν ἐπιστροφή στήν ἀρετή δυστυχῶν γυναικῶν, πού εἶχαν ἀκολουθήσει τό δρόμο τῆς ἁμαρτίας. Καί ἐνῶ ὁ κόσμος τόν ἐκακολογοῦσε, αὐτός συμβούλευε, παρακαλοῦσε καί προσευχόταν. ῎Ετσι πολλές ἀπό αὐτές ἦλθαν σέ μετάνοια καί ἔζησαν μέ εὐσέβεια καί σωφροσύνη.
῾Ο ῞Οσιος ᾿Αμμωνᾶς ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη πρό τοῦ ἔτους 403 μ.Χ. Τό συγγραφικό του ἔργο φανερώνει ἀσκητή πολύ πεπειραμένο περί τίς μυστικές ἀναβάσεις πρός τόν Θεό.
᾿Ερώτησαν κάποτε τόν ῞Αγιο ᾿Αμμωνᾶ, ποιά εἶναι στενή καί τεθλιμμένη ὁδός. Καί ἐκεῖνος ἀπάντησε· «Στενή καί τεθλιμμένη ὁδός εἶναι νά πολεμᾶ κανείς τούς λογισμούς του καί νά κόβει γιά χάρη τοῦ Θεοῦ τό θέλημά του».
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ μεγάλου σεισμοῦ.
῾Ο σεισμός αὐτός ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη κατά τά τέλη τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου Βύ τοῦ Μικροῦ (408-450 μ.Χ.), υἱοῦ τοῦ αὐτοκράτορος ᾿Αρκαδίου (395-408 μ.Χ.) καί τῆς Εὐδοξίας. ῾Ο σεισμός συνέβη μέρα Κυριακή, τή δεύτερη ὥρα τῆς μέρας. ᾿Εξαιτίας δέ τοῦ σεισμοῦ αὐτοῦ κατέπεσαν τά τείχη τῆς πόλεως καί ἕνα μεγάλο μέρος τῶν οἰκημάτων, καί κατ᾿ ἐξαίρεση ἀπό τήν περιοχή τῶν Τρωαδησίων ᾿Εμβόλων μέχρι τοῦ Χαλκοῦ Τετραπύλου.
Οἱ μετασεισμικές δονήσεις συνεχίσθηκαν ἐπί τρεῖς ὁλόκληρους μῆνες, μέχρι καί τῆς 25ης τοῦ μηνός ᾿Απριλίου, ὅπως χαρακτηριστικά ἀναφέρει ὁ ῞Οσιος Νεόφυτος ὁ ῎Εγκλειστος. Κατά τήν περίοδο ἐκείνη ὁ βασιλέας ἔκανε πάνδημες λιτανεῖες καί μέ δάκρυα στά μάτια προσευχόταν στόν Θεό λέγοντας· «Κύριε, μετανοοῦμε· λύτρωσέ μας ἀπό τή δίκαιη ὀργή Σου καί ἀπό τά παραπτώματά μας. ῎Εσεισες πράγματι τή γῆ καί τή συντάραξες ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, μέ σκοπό νά μᾶς κάμεις νά συναισθανθοῦμε τά παραπτώματά μας καί νά δοξάζουμε ᾿Εσένα τόν μόνο ἀγαθό καί φιλάνθρωπο Θεό μας».
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Γαβριήλ.
῾Ο ῞Οσιος Γαβριήλ ἦταν μοναχός καί γούμενος τῆς μονῆς ῾Αγίου Στεφάνου ῾Ιεροσολύμων. ᾿Εκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου.
Κατά τήν μέρα αὐτή ᾿Εκκλησία ἑορτάζει τήν ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ῾Οσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου († 11 Νοεμβρίου) ἀπό τή νῆσο Πρίγκηπο στή μονή Στουδίου, πού ἔγινε κατά τό ἔτος 844 μ.Χ., ἐπί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μεθοδίου Αύ (842-846 μ.Χ.). Τό ἱερό λείψανο εἶχε διαφυλαχθεῖ σῶο, ἀκέραιο καί ἀδιάλυτο σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε οὔτε τό δέρμα νά μήν πάθει τήν παραμικρή ἀλλοίωση.
Μαζί μέ τό ἱερό λείψανο τοῦ ῾Οσίου Θεοδώρου μετακομίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη καί τό ἱερό λείψανο τοῦ ἐξορισθέντος ἀδελφοῦ του ᾿Ιωσήφ τοῦ Θεσσαλονίκης († 14 ᾿Ιουλίου). Καί τά δύο ἱερά σκηνώματα τά ἀπέθεσαν δίπλα στή σωρό τοῦ μακαρίου Πλάτωνος, τοῦ γουμένου τοῦ ῾Οσίου Θεοδώρου.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Κλήμεντος, τοῦ ἐν τῷ Σαγματίῳ ὄρει ἀσκήσαντος.
῾Ο ῞Οσιος Κλήμης ὑπῆρξε γόνος εὐσεβῶν Χριστιανῶν πού κατάγονταν ἀπό τήν ᾿Αθήνα. ᾿Ανατράφηκε μέ παιδεία καί νουθεσία Κυρίου καί ἀπό μικρή λικία ἐκκλησιαζόταν καί ἐμαθήτευε στό λόγο τοῦ Θεοῦ καί τίς ψαλμωδίες.
Σέ λικία τριάντα ἐτῶν ἐγκατέλειψε τή ματαιότητα τοῦ κόσμου αὐτοῦ καί ἀκολούθησε τήν ὁδό τῆς μοναχικῆς πολιτείας, ἀσκητεύοντας στή μονή τοῦ ῾Οσίου Μελετίου στόν Κιθαιρώνα κοντά σ αὐτό τό μεγάλο ᾿Ασκητή. ᾿Εκεῖ διέλαμψε στή σιωπή, τήν ὑπακοή, τήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. ῎Ελεγε τήν καρδιακή προσευχή, τό «Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», καί καρδιά του ἐγέμιζε ἀπό παρηγοριά καί χάρη. Μέσα στίς λίγες αὐτές λέξεις συμπύκνωνε ὁλόκληρη τή θεώρηση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας. ῞Οταν ἔβγαινε ἀπό τίς ᾿Ακολουθίες πού ἐγίνοντο στό ναό, ἦταν μεταμορφωμένος.
῞Ενας ἀδελφός τῆς μονῆς, ὁ μοναχός ᾿Ιάκωβος, κάποιο βράδυ, εἶδε τόν ῞Οσιο νά προσεύχεται καί νά στέκεται ὑψούμενος στόν ἀέρα. ῾Ολόκληρος ἦταν λουσμένος στό φῶς. ῾Ο ᾿Ιάκωβος ἐκοίταζε καί δέν ἐχόρταινε νά βλέπει τό θεῖο θέαμα. ῎Ενιωσε τέτοια συγκίνηση, πού ἐγύρισε πίσω στή μονή καί ὁμίλησε στούς ἄλλους μοναχούς γιά τήν ἐμπειρία του καί γι᾿ αὐτό πού εἶδε. ῎Ετσι ὁ ἰσάγγελος Κλήμης, γιά νά ἀποφύγει τή δόξα καί τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων, ἔφυγε ἀπό ἐκεῖ καί ἦλθε στό ὄρος τοῦ Σαγματᾶ, πού εἶναι κοντά στήν πόλη τῶν Θηβῶν, καί συνέχισε τήν ἄσκησή του σέ ἕνα ἀπόκρημνο σπήλαιο.
Μόλις ὁ ῞Οσιος μπῆκε στό σπήλαιο, ἔκανε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί εὐχαρίστησε τόν Θεό πού τοῦ ἐχάρισε ἕνα ἀχειροποίητο κελλί. ῾Ο τόπος αὐτός ἔγινε γῆ τῶν ἀσκητικῶν παλαισμάτων αὐτοῦ, δηλαδή τῶν δακρύων, τῆς εὐχῆς, τῆς νηστείας καί τῆς αὐστηρᾶς ἀσκήσεως. ᾿Εκεῖ ἔμεινε πολλά χρόνια καί συγκέντρωσε γύρω του πλῆθος μοναχῶν, τούς ὁποίους καθοδηγοῦσε θεοφιλῶς.
῎Ετσι, ἀφοῦ ἔζησε κατά Θεόν, ὁ ῞Οσιος Κλήμης ἐκοιμήθηκε τό ἔτος 1111 μέ εἰρήνη. Λίγο πρίν παραδώσει τήν ἁγία του ψυχή στόν Θεό, ἐκάλεσε τούς συμμοναστές του καί τούς εἶπε· «Σᾶς χαιρετῶ, ἀδελφοί μου. Σᾶς ἀφήνω τήν εὐλογία μου. Θά προσεύχομαι γιά τόν καθένα ἀπό σᾶς. Καί ἐλπίζω σύντομα νά συναντηθοῦμε. Συγχωρεῖστε με γιά ὅ,τι σᾶς ἐλύπησα. Προσευχηθεῖτε νά δεχθεῖ ὁ Κύριος τήν ψυχή μου. Καί νά μέ ἀξιώσει νά συναντήσω τόν ῞Οσιο Γέροντά μου, τόν Μελέτιο, καί νά τοῦ δώσω τό φίλημα τῆς ἀγάπης». Δέν μποροῦσε νά πεῖ περισσότερα. ᾿Εσήκωσε τό χέρι καί ἔκανε τό σημεῖο τοῦ τιμίου Σταυροῦ καί βρέθηκε στήν ἀνέσπερη λαμπρότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
῾Η τιμία κάρα τοῦ ῾Οσίου Κλήμεντος, ἀναβλύζουσα τή Χάρη καί τήν εὐωδία τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, φυλάσσεται μέ εὐλάβεια στήν ἱ. μονή Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Σαγματᾶ Βοιωτίας.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Δαυΐδ, βασιλέως τῆς Γεωργίας.
῾Ο ῞Αγιος Δαυΐδ καταγόταν ἀπό τή χώρα τῆς Γεωργίας καί ἐβασίλευσε κατά τά ἔτη 1089-1130. ῏Ηταν υἱός τοῦ βασιλέως τῆς Γεωργίας Γεωργίου τοῦ Βύ καί ἐπονομαζόταν ᾿Ισχυρός ἤ ᾿Επανορθωτής. ᾿Επί τῆς βασιλείας του χώρα του εἶχε κατακλυσθεῖ ἀπό τούς Σελτζούκους Τούρκους. ῾Ο ῞Αγιος, ἐπωφελούμενος ἀπό τίς ἐσωτερικές τους ἔριδες καί διχόνοιες, ἐκάλεσε τό λαό στά ὅπλα καί μετά πολλές μάχες κατέλαβε τήν Τυφλίδα. ᾿Αγωνίσθηκε γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀνήγειρε πολλούς ναούς καί ἀνακαίνισε τούς παλαιούς, καί διακρίθηκε γιά τήν εὐσέβειά του.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν ᾿Αρκαδίου.
῾Ο ῞Οσιος ᾿Αρκάδιος τοῦ Βγιαζνικόφσκϊυ ἔζησε τόν 16ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρωσία. ᾿Εμόνασε στή μονή τοῦ ῾Αγίου Γερασίμου τῆς πόλεως Βγιαζνίκι τῆς Ρωσίας καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1592.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Γαβριήλ, μητροπολίτου Νόβγκοροντ καί ῾Αγίας Πετρουπόλεως.
῾Ο ῞Αγιος Γαβριήλ ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1801.
†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Κυρίλλου, μητροπολίτου Καζάν.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Κύριλλος ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1937.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|