7 Ιανουαρίου
῾Η σύναξις τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου. Συνέδραμε δέ καί τῆς παντίμου καί ἁγίας αὐτοῦ Χειρός πρός τήν Βασιλεύουσαν μετένεξις.
᾿Από πολύ παλαιά ἔχει καθορισθεῖ νά ἑορτάζουμε κατά τήν ἑπόμενη μέρα τῶν ῾Αγίων Θεοφανείων τή Σύναξη τοῦ Προφήτου, Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ, γιά τό λόγο ὅτι ἀξιώθηκε νά βαπτίσει τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό. ῾Ο Τίμιος Πρόδρομος ὑπῆρξε ὁ ῎Ορθρος πού ἀνήγγειλε τόν ἐρχομό τῆς μέρας τοῦ Κυρίου. ῾Ο ῎Ορθρος πού προηγήθηκε τῆς ἀνατολῆς τοῦ ῾Ηλίου τῆς δικαιοσύνης. ῎Ετσι τόν ὀνομάζει ἕνας ὕμνος τῶν Θεοφανείων.
«Φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου»113. ῾Ομιλεῖ τό στόμα τοῦ ᾿Ασκητοῦ. ῾Ο χαρισματικός ἄνθρωπος πού ἀναδείχθηκε «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν»114#. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Πρόδρομος κηρύσσει προδρομικά μέσα στήν ἔρημο τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ξαναθυμίζει τά προφητικά λόγια τοῦ ῾Ησαΐου ὁ Εὐαγγελιστής Μάρκος, πού βεβαίως ἀναφέρονται στό μεγάλο ἐρημίτη τοῦ ᾿Ιορδάνου. ῾Ο ᾿Ιωάννης ὁ Πρόδρομος κηρύσσει, μέ πέντε βαρυσήμαντες λέξεις ὅ,τι θά διδάξει λίγο ἀργότερα ὁ ᾿Ιησοῦς· «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ βασιλεία τῶν οὐρανῶν».
Λίγες σέ ἀριθμό οἱ λέξεις του, ἀλλά βαριές σέ δύναμη μαρτυρίας. ῾Ο ἄγγελος τῆς ἐρήμου προετοιμάζει τόν ἐρχομό τοῦ Κυρίου καί κηρύσσει συνοπτικά τίς διαστάσεις τοῦ λυτρωτικοῦ Του ἔργου. Τό προδρομικό αὐτό ἔργο τοῦ ᾿Ιωάννου καθαγιάζεται καί ἐπικυρώνεται ἀπό τόν ἐν Τριάδι Θεό στό γεγονός τῆς βαπτίσεως τοῦ Κυρίου. ῾Ο ᾿Ιωάννης ὁ Βαπτιστής ἦταν ἀναμφίβολα μιά ἀσκητική φυσιογνωμία· «εἶχε τό ἔνδυμα αὐτοῦ ἀπό τριχῶν καμήλου καί ζώνην δερματίνην περί τήν ὀσφύν αὐτοῦ, δέ τροφή αὐτοῦ ἦν ἀκρίδες καί μέλι ἄγριον». Αὐτό σημαίνει πώς ὁ ᾿Ιωάννης ἦταν συγχρόνως καί πρόδρομος, ἀλλά καί ὑπόσχεση ὅλων τῶν ῾Αγίων ᾿Ασκητῶν τῆς χριστιανικῆς ἐρήμου. Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό ὅτι τό βασικό ἔργο τοῦ ᾿Ιωάννου ἦταν ν ἀφυπνίσει τίς συνειδήσεις τῶν ἀκουόντων τό κήρυγμά του καί ὄχι νά θωπεύσει τ αὐτιά τους.
Τό κήρυγμά του, κήρυγμα μετανοίας, ἐσκόπευε στή συνειδητοποίηση καί ἐξαγόρευση τῆς ἐνοχῆς τους, τῶν ἁμαρτιῶν τους. «Καί ἐξεπορεύετο πρός αὐτόν πᾶσα ᾿Ιουδαία χώρα καί οἱ ῾Ιεροσολυμῖται, καί ἐβαπτίζοντο πάντες ἐν τῷ ᾿Ιορδάνῃ ποταμῷ ὑπ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τάς ἁμαρτίας αὐτῶν».
῾Η μαρτυρία, φωνή τοῦ ἀγγέλου τῆς ἐρήμου εἶναι ἴδια φωνή τῆς ᾿Εκκλησίας πού βοηθεῖ τόν ἄνθρωπο νά ἀναγνωρίσει στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ τόν Μεσσία μέσα στήν ξερή καί ἄνυδρη ἔρημο τοῦ παρόντος κόσμου.
῾Η ᾿Εκκλησία μᾶς καλεῖ στή σημερινή ἑορτή νά ἀκούσουμε τήν «φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ...» καί νά προετοιμάσουμε ὅλοι μας «τήν ὁδόν Κυρίου», γιά νά ἐξανθήσει ἔρημος πού ζοῦμε καί λέγεται σύγχρονη κοινωνία καί ὁ καθένας μας νά βιώσει τό βαθύτερο καί πολυδύναμο νόημά της μέ τό «ἀπελθεῖν» ὄχι σέ τόπο ἔρημο, ἔξω τοῦ κόσμου, ἀλλά «ἀπελθεῖν εἰς ἐρημίαν τῶν παθῶν του».
῞Ομως, τήν μέρα αὐτή ἑορτάζουμε καί τό γεγονός τῆς μεταφορᾶς στήν Κωνσταντινούπολη τῆς τιμίας Χειρός τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Προδρόμου, πού ἔγινε κατά τόν ἀκόλουθο τρόπο·
῞Οταν ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς μετέβη στήν πόλη Σεβαστή, στήν ὁποία εἶχε ἐνταφιασθεῖ τό τίμιο λείψανο τοῦ Προδρόμου, παρέλαβε ἀπό τόν τάφο τή δεξιά Χεῖρα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου καί τή μετέφερε στήν ᾿Αντιόχεια. Διά τῆς δεξιᾶς Χειρός τοῦ Προδρόμου γίνονταν στήν ᾿Αντιόχεια πολλά θαύματα. Λέγεται μάλιστα ὅτι κατά τήν ἑορτή τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ὁ ᾿Επίσκοπος ἀνύψωνε καί τήν τιμία Χεῖρα. Τήν ὥρα τῆς ἀνυψώσεως ἄλλοτε ἐκτεινόταν καί ἄλλοτε συστελλόταν. Μέ τήν ἔκτασή της δήλωνε εὐφορία καρπῶν, ἐνῶ μέ τή συστολή της δήλωνε ἀνέχεια καί φτώχεια. Γιά τό λόγο αὐτό πολλοί αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου ἐπιθυμοῦσαν νά τήν πάρουν καί, κυρίως, οἱ Κωνσταντίνος καί Ρωμανός, οἱ Πορφυρογέννητοι. ῎Ετσι, λοιπόν, κατά τήν περίοδο πού διετέλεσαν αὐτοκράτορες αὐτοί οἱ δύο, κάποιος διάκονος τῆς ᾿Εκκλησίας τῶν ᾿Αντιοχέων, ᾿Ιώβ ὀνομαζόμενος, ἕνα βράδυ, πού κατά τήν παράδοση οἱ Χριστιανοί ἐτελοῦσαν τήν ἀκολουθία τοῦ ῾Αγιασμοῦ, ἅρπαξε τήν ἁγία Χεῖρα τοῦ Προδρόμου καί τή μετέφερε στήν Κωνσταντινούπολη. ᾿Εκεῖ ὁ φιλόχριστος αὐτοκράτορας, ἀφοῦ τήν ἀσπάσθηκε μέ πολύ σεβασμό, τήν ἐτοποθέτησε στά βασιλικά ἀνάκτορα.
῾Η σύναξη τῶν πιστῶν, σέ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος τῆς μετακομιδῆς τῆς τιμίας Χειρός τοῦ Προδρόμου στήν Κωνσταντινούπολη, ἐτελεῖτο στήν περιοχή τοῦ Φορακίου (ἤ Σφωρακίου).
Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Ιουλιανοῦ τοῦ διακόνου, τοῦ ἐξ Αἰγίνης.
῞Οπως ἀναφέρεται στό Συναξάρι του, ὁ ῞Αγιος ᾿Ιουλιανός ἐγεννήθηκε τό 319 μ.Χ. στήν Αἴγινα ἀπό εὔπορους καί εὐσεβεῖς γονεῖς, πού τόν ἀνέθρεψαν μέ παιδεία καί νουθεσία Κυρίου. ῎Εμαθε τά ἐγκύκλια γράμματα στήν Αἴγινα καί στή συνέχεια ἐσπούδασε στήν ᾿Αθήνα, μαζί μέ τούς ῾Αγίους Βασίλειο καί Γρηγόριο. ᾿Αφοῦ ἐπανέκαμψε στήν Αἴγινα, ἀπεφάσισε μαζί μέ τόν πρεσβύτερο ᾿Ιούλιο, νά μιμηθεῖ τόν ᾿Απόστολο τῶν ᾿Εθνῶν Παῦλο καί νά κηρύξει τόν Χριστό. ῎Ετσι οἱ δύο ῞Αγιοι πῆραν ἀποστολικές ράβδους καί παρέδωσαν τόν ἑαυτό τους στόν Κύριο. ῾Ο ᾿Επίσκοπος τῶν ᾿Αθηνῶν ἐχειροτόνησε τόν ᾿Ιουλιανό διάκονο. Κοσμημένος μέ τή χάρη τῆς ἱερωσύνης ἐξῆλθε μαζί μέ τόν πρεσβύτερο ᾿Ιούλιο γιά νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιο καί νά βαπτίσει πολλούς ᾿Εθνικούς.
Στά τέλη τοῦ βίου του ἀνεχώρησε στό Γκοτσάνο τῆς λίμνης Μαντζόρε, ὅπου μετά ἀπό ἄσκηση καί προσευχή ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 391 μ.Χ.
Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Σέντ, ἐπισκόπου Σκωτίας.
῾Ο ῞Αγιος Σέντ καταγόταν ἀπό εὐσεβή οἰκογένεια. Μαζί μέ τά ἄλλα τρία ἀδέλφια του ἀκολούθησαν τό μοναχικό βίο καί ἔγιναν μοναχοί. ᾿Εσπούδασε στή μονή τοῦ Λίντισφαρν, πού διηύθυνε ὁ ῞Αγιος ᾿Αϊδανός. Μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν ἐκλήθηκε ὑπό τοῦ βασιλέως Πεάντα τῆς Μέρσια, γιά νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιο στό βασίλειό του. ᾿Εργάσθηκε ἱεραποστολικά καί στό βασίλειο τῆς ἀνατολικῆς Σαξωνίας. ῾Ο ῞Αγιος ἐβάπτισε χιλιάδες εἰδωλολάτρες, ἵδρυσε ναούς καί μοναστήρια. ᾿Αργότερε ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος καί ἐχειροτονήθηκε ἀπό τόν ῞Αγιο Φιννιανό. ᾿Επίσκοπος ἐξελέγη καί ὁ ἀδελφός του Τσάντ.
῾Ο ῞Αγιος Σέντ διακρινόταν γιά τήν παρρησία, τήν πνευματική του ἀνδρεία καί τήν αὐστηρότητα τοῦ ἀσκητικοῦ του βίου. ᾿Εκοιμήθηκε, κατά τό ἔτος 664 μ.Χ., ὅταν ἐπιδημία τῆς πανώλης ἐθέρισε τόν πληθυσμό.
Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ πρίγκηπος.
῾Ο ῞Αγιος Θεόδωρος (᾿Ιωάννοβιτς) ἐγεννήθηκε στή Μόσχα τό ἔτος 1557 καί ἦταν υἱός τοῦ τσάρου ᾿Ιβάν τοῦ Τρομεροῦ, τόν ὁποῖο διαδέχθηκε στό θρόνο στίς 18 Μαρτίου 1584.
῾Ο ῞Αγιος ἐσπούδαζε μάλλον περί τά ἐκκλησιαστικά παρά τά πολιτικά. Παρά τό ἀσθενές τῆς φύσεώς του, κατά τή διοίκηση αὐτοῦ ἀνυψώθηκε τό γόητρο τῆς Ρωσίας, προσαρτήθηκε σέ αὐτήν τό βασίλειο τοῦ Καζάν καί ὑποτάχθηκε Σιβηρία, ἀναπτύχθηκαν δέ οἱ διπλωματικές καί ἐμπορικές σχέσεις μέ τά εὐρωπαϊκά κράτη.
῾Ο Θεόδωρος περιέθαλπε τούς φυγάδες ῞Ελληνες κληρικούς, ἐκτός δέ τῶν ἄλλων παρέμεναν τότε στή Ρωσία ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Κύπρου ᾿Ιγνάτιος καί ὁ ῞Αγιος ᾿Αρσένιος, ᾿Επίσκοπος ᾿Ελασσῶνος († 13 ᾿Απριλίου), πού ἀνέλαβε τήν διαποίμανση τῆς ᾿Επισκοπῆς τῆς Σουσδαλίας.
῾Ο ῞Αγιος Θεόδωρος ἐκοιμήθηκε μετά ἀπό ἀσθένεια τό ἔτος 1598 καί ἄφησε τή διοίκηση τοῦ κράτους στά χέρια τῆς συζύγου του Εἰρήνης.
Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου, τοῦ ἐξ ᾿Ατταλείας.
῾Ο ῞Αγιος Νεομάρτυς ᾿Αθανάσιος καταγόταν ἀπό τήν ᾿Αττάλεια καί ἐμαρτύρησε διά ξίφους στή Σμύρνη, τό 1770, ὅταν οἱ Τοῦρκοι, τούς ὁποίους ἔλεγχε γιά τήν ἀσέβειά τους, τόν κατήγγειλαν ὡς ὑβριστή τῆς πίστεώς τους. Μέ τήν ἄδεια τοῦ κριτοῦ οἱ Χριστιανοί παρέλαβαν τό τίμιο λείψανο τοῦ Μάρτυρος καί τό ἐνταφίασαν στό ναό τῆς ῾Αγίας Παρασκευῆς.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|