Συνάξεις Ιανουαρίου
†Τῇ πρώτῃ Κυριακῇ, μετά τήν ἑορτήν τῶν Θεοφανείων, μνήμην ἐπιτελοῦμεν τῶν ἁγίων παρθενομαρτύρων Νεονίλλης, Δομνίνας καί Παρθένας τῆς ᾿Εδεσσαίας.
†Τῇ πρώτῃ Κυριακή, μετά τήν 13ην τοῦ μηνός ᾿Ιανουαρίου, μνήμη τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων Τίτου, ᾿Ιούστου, Χλόης καί Κρίσπου, συνεργατῶν τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου, ἐν ἀρχαίᾳ Κορίνθῳ.
†Τῇ δευτέρᾳ Κυριακῇ τοῦ μηνός ᾿Ιανουαρίου, μνήμην ἐπιτελοῦμεν τῆς ἱερᾶς μνήμης τῆς ἁγίας οἰκογενείας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.
῏Ηταν ἁγία οἰκογένεια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. ῾Ο πατέρας του, φημισμένος διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς, ἦταν ἕνας τίμιος εὐπατρίδης, πού ἀγαποῦσε τούς πτωχούς. Τό πλούσιο ἀρχοντικό του ἦταν πάντοτε ἀνοικτό γιά ὅσους εἶχαν ἀνάγκη ἀπό στέγη καί τροφή.
῾Η τεράστια περιουσία του εἶχε καταναλωθεῖ κατά τό μεγαλύτερο μέρος της, γιά τούς πένητες καί τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν του. ῾Η μητέρα τους, εὐσεβής καί φιλάνθρωπος ᾿Εμμέλεια, ἦταν θυγατέρα μάρτυρος. ῾Ο πατέρας της εἶχε πεθάνει γιά τήν πίστη τοῦ Θεανθρώπου, ὁποία πίστη μόλις τότε εἶχε ἀρχίσει νά ἀνθίζει, ποτισμένη ἀπό τό αἷμα τῶν πιστῶν της. Καί γιαγιά τοῦ Βασιλείου, Μακρίνα, εἶχε ζήσει ὅλες τίς δραματικές περιπέτειες τοῦ «ἐπί Διοκλητιανοῦ ἀπηνοῦς διωγμοῦ, διανύσασα ἑπτά ὅλα ἔτη εἰς ἐξορίαν».
῾Η γιαγιά Μακρίνα, πού ὑπῆρξε μαθήτρια τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας τοῦ Θαυματουργοῦ, ἦταν αὐτή πού εἶχε ἐμπνεύσει στόν Βασίλειο καί τά ἀδέλφια του ὅλο τό θάρρος καί τήν πίστη καί τήν καρτερικότητα τῶν ῾Ομολογητῶν. Καί αὐτή τούς ἐδίδαξε τά πρῶτα γράμματα, γιά νά ἀναδειχθοῦν ἀργότερα σέ μεγάλες ἐκκλησιαστικές φυσιογνωμίες καί νά ἐνταχθοῦν στήν ὑπέρλαμπρη χορεία τῶν ῾Αγίων. Γιατί, ἐκτός ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο, ἔχουν ἀνακηρυχθεῖ ῞Αγιοι ἀπό τήν ᾿Εκκλησία μας καί οἱ ἀδελφοί του· ὁ Γρηγόριος, ἐπίσκοπος Νύσσης, πρωτότοκη ἀδελφή του Μακρίνα, ὁ Πέτρος, πού ἔγινε ἐπίσκοπος Σεβαστείας, Θεοσεβία καί ὁ Ναυκράτιος, πού ἐθυσίασε τή ζωή του γιά τούς πάσχοντες καί πτωχούς.
῾Η χριστιανική μόρφωση τῆς ἀδελφῆς τους Μακρίνας ἦταν ἀσύγκριτη. ῾Ο Γρηγόριος Νύσσης, στόν ὡραιότατο ἐπιτάφιο πού ἔγραψε γι αὐτήν, μετά τήν κοίμησή της, τήν ἀναφέρει συχνά μέ τίς λέξεις « διδάσκαλος». Θέλει ἔτσι νά δείξει τό βαθύ σεβασμό, τόν ἰδικό του καί τῶν ἄλλων ἀδελφῶν, πρός τή Μακρίνα, πού ἐστάθηκε γιά ὅλους, μέ τίς ὑποδείξεις της καί πρό παντός μέ τό παράδειγμά της, ἐμπνεύστρια τῆς ζωῆς τους. ῾Η ῾Αγία Μακρίνα ἀκολούθησε, μετά τό θάνατο τοῦ μνηστῆρος της, τό δρόμο τῆς παρθενίας, προσφέροντας ὅλο της τό εἶναι στίς πιό ὑψηλές ἀπαιτήσεις τῆς χριστιανικῆς πίστεως. ῾Ο Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός διηγεῖται πολλές συγκινητικές λεπτομέρειες ἀπό τό βίο της καί τονίζει τή στοργή πού ἔτρεφε πρός τόν καθένα τους. ῾Η Μακρίνα, νεαρότατη ἀκόμα, ἀποτραβήχθηκε μέ τήν οἰκογένειά της σ ἕνα πατρικό τους κτῆμα, κοντά στόν ποταμό ῎Ιρι τοῦ Πόντου, καί ἔκτισε ἐκεῖ δύο γυναικεῖες μονές. Οἱ μονές αὐτές ἐστέγαζαν ἀσθενεῖς καί ὀρφανά. ῎Εδιναν ἄσυλο στούς πτωχούς καί οἱ μοναχές ἀσχολοῦνταν μέ τήν ἀνατροφή τῶν ἀνηλίκων. Κανείς δέν ἐκτυποῦσε τήν πόρτα τους, χωρίς νά φιλοξενηθεῖ. ῏Ηταν τέτοια φήμη τῆς Μακρίνας ὡς ῾Αγίας, ὥστε καί οἱ κακοποιοί ἀκόμα κατέφευγαν ἐκεῖ, γιά νά ζητήσουν στέγη καί προστασία. Καί νέα ἐκείνη, μέ τήν παρθενική ψυχή, σέ κανένα δέν ἀρνιόταν νά προσφέρει τίς ὑπηρεσίες της. ῞Οπως ἀναφέρει, μάλιστα, παράδοση, εἶχε κατορθώσει μέ τήν πειθώ της, ὄχι μόνο νά τούς κάνει νά μετανοήσουν καί νά ἀλλάξουν ζωή, ἀλλά καί νά πιστέψουν στόν Χριστό.
Σάν νά μήν ἔφθαναν, ὅμως οἱ στερήσεις καί οἱ κόποι, πού ἐγέμιζαν τήν ἀσκητική ζωή της, Μακρίνα ἐδοκιμάσθηκε σκληρά καί κατά τίς τελευταῖες μέρες τοῦ βίου της ἀπό ἀσθένεια. ῾Ο ἀδελφός της, πλημμυρισμένος ἀπό ἱερό δέος, παρομοιάζει τήν γλυκιά ὑπομονή της στούς πόνους τῆς ἀρρώστιας μ ἐκείνη τοῦ ᾿Ιώβ. ῾Η ῾Αγία Μακρίνα ἐκοιμήθηκε τό ἔτος 379 μ.Χ. καί ᾿Εκκλησία τιμᾶ τή μνήμη της στίς 19 ᾿Ιουλίου.
῞Οσο γιά τόν Μέγα Βασίλειο, θέση του δέν εἶναι μόνο στήν περιοχή τῶν ἀγώνων «ὑπέρ τῆς ὀρθῆς πίστεως». Εἶναι ἐξ ἴσου μεγάλη καί στό κοινωνικό περιεχόμενο τοῦ Χριστιανισμοῦ. ᾿Αμείλικτος διώκτης κάθε κοινωνικῆς ἀδικίας, μαστιγωτής τοῦ κακοῦ πλούτου, ὑπερασπιστής τῶν ἀδυνάτων καί τῶν δεινοπαθούντων, ἐπικριτής τῆς κακῆς συμπεριφορᾶς ἔναντι τῶν δούλων, χειραγωγός τοῦ κλήρου στά καλά ἔργα, ἐλεγκτής τῶν κακῶν ὑπαλλήλων τοῦ κράτους καί τῶν δυσβάστακτων φορολογικῶν ἐπιβαρύνσεων, ἔκανε ὅτι μποροῦσε γιά ν ἀνακουφίσει τό ποίμνιό του γιά τό ὁποῖο ὑπῆρχε διδάσκαλος καί στοργικός πατέρας. Πρωτοφανής ὑπῆρξε καί φιλανθρωπία του, πού τήν ἔδειξε κυρίως κατά τό ἔτος 368 μ.Χ., ὅταν ἐξέσπασε φοβερή πείνα στήν Καισάρεια. Τότε ἀκριβῶς ἔκτισε καί τό πτωχοκομεῖο-νοσοκομεῖο, τή «Βασιλειάδα», στήν ὁποία ἔβρισκαν καταφύγιο τριάντα χιλιάδες πάσχοντες καί πού ὁ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός τήν ὀνομάζει «τῆς εὐσεβείας ταμεῖον».
Μιά ἐπίσης ὡραία μορφή τῆς οἰκογενείας τοῦ Βασιλείου εἶναι αὐτή τοῦ Ναυκρατίου, τοῦ μικρότερου ἀδελφοῦ. ῾Η ἱστορία τῆς σύντομης ζωῆς του εἶναι θαυμαστή. ᾿Από ὅλα τά ἀδέλφια του αὐτός ἐξεχώριζε μέ ἐντυπωσιακό τρόπο. ῾Ο Ναυκράτιος, ὅταν ἦλθε σέ λικία, τόν ἔστειλαν στήν Καισάρεια, πού γιά τήν πνευματική ἀκμή της τήν ἐθεωροῦσαν τότε ᾿Αθήνα τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας, νά σπουδάσει νομικά. ῾Υπῆρξε ἄριστος φοιτητής. ᾿Αλλ ὁ Ναυκράτιος δέν ἐφιλοδοξοῦσε νά σταδιοδρομήσει ὡς νομικός. Τό ὄνειρο τῆς εὐγενικῆς του ψυχῆς ἦταν ἄλλο· διακονία τοῦ πάσχοντος συνανθρώπου. ᾿Εγκατέλειψε, λοιπόν, τήν Καισάρεια καί ὅπως ἀδελφή του Μακρίνα, ἔτσι κι αὐτός, ἐκατοίκησε κοντά στόν ποταμό ῎Ιρι. ᾿Εκεῖ ἵδρυσε ἕνα ἵδρυμα γιά γέροντες, ἀσθενεῖς καί ὀρφανά. Μοναδικό του βοηθό σ αὐτή τή διακονία εἶχε ἕναν ἔμπιστο ὑπηρέτη τοῦ πατρικοῦ του σπιτιοῦ, τόν Χρυσάφιο. ᾿Επέρασαν ἔτσι πέντε χρόνια. ῾Ο Χριστός, ὅμως, θέλησε νά στολίσει μ αὐτόν πολύ γρήγορα τόν παράδεισό Του. Μιά μέρα πού βγῆκε κυνήγι, προσπαθώντας νά ἐξασφαλίσει στούς πτωχούς τροφή, ἔπεσε σ ἕνα γκρεμό καί ἐσκοτώθηκε. Καί ῎Αγγελος Κυρίου ἦλθε καί τόν πῆρε μαζί του.
†Τῇ Κυριακῇ μετά τήν 22αν τοῦ μηνός ᾿Ιανουαρίου, μνήμην ἐπιτελοῦμεν πάντων τῶν ἐν Ρωσίᾳ Νεομαρτύρων καί Διδασκάλων.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|