ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ

ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

12 Ιουνίου


† Μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος ᾿Αντωνίνης.

῾Η ῾Αγία Μάρτυς ᾿Αντωνίνα καταγόταν ἀπό τή Νίκαια τῆς Βιθυνίας καί ἄθλησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Κατά τόν κηρυχθέντα τότε ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν διωγμό, καταγγέλθηκε ὡς μέλος τῆς Χριστιανικῆς ᾿Εκκλησίας, συλληφθεῖσα δέ καί ὁδηγηθεῖσα ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος Πρισκιλλιανοῦ, ὁμολόγησε τήν πίστη της πρός τόν Χριστό. Κατόπιν τούτου, ἀφοῦ ποικιλοτρόπως ἐβασανίσθηκε, ἐρρίφθηκε στή φυλακή. Μετά ἀπό λίγο τήν ἐκάλεσαν καί πάλι ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος. ῾Η ῾Αγία μέ πνευματική ἀνδρεία παρέμεινε πιστή στήν ἀρχική της ὁμολογία. Τότε τῆς ἀπέκοψαν τούς μαστούς, τήν ἐκρέμασαν καί τῆς ἔσκισαν τίς σάρκες μέ σιδερένια νύχια, καί τήν κατέκαψαν μέ ἀναμμένες λαμπάδες. Τό μαρτυρικό της τέλος ἦλθε τό 295 μ.Χ., ὅταν τήν ἔκλεισαν μέσα σέ σακί καί τήν ἔρριψαν στή λίμνη πού εὑρισκόταν κοντά στή Νίκαια.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Βασιλίδου, Κυρίνου, Ναβωρίου καί Ναζαρίου καί τῶν σύν αὐτῷ.

῾Ο ῞Αγιοι Μάρτυρες Βασιλίδης, Κυρίνος, Ναβώριος καί Ναζάριος ἦσαν στρατιῶτες καί ἐμαρτύρησαν τό 304 μ.Χ. στή Ρώμη, ἐπί αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ 284-305 μ.Χ.170


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Ιουλιανοῦ, τοῦ «εἰς τά Λίβα ἐν τῇ Δαγούτῃ» λάμψαντος.

Πιθανῶς πρόκειται περί μικροῦ ναοῦ τοῦ ῾Οσίου ᾿Ιουλιανοῦ. ᾿Αόριστη εἶναι καί τοποθεσία «Δαγούτη» ἤ «Δαγάτου» ἤ «Δαγάζου», τήν ὁποία ὁ Δουκάγγιος διόρθωσε «Δαγισταίου». ῾Η διόρθωση αὐτή μᾶς ὁδηγεῖ στό νά καθορίσουμε τόν τόπο τοῦ ναοῦ, ὁ ὁποῖος ἔκειτο κοντά στήν ῾Αγία ᾿Αναστασία τοῦ ῾Ιππόδρομου171.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Ονουφρίου, τοῦ ἐν ῾Ιερουσαλήμ.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Ονούφριος ἐγεννήθηκε τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. στήν Αἴγυπτο καί καταγόταν ἀπό ἀριστοκρατική οἰκογένεια. ῾Ο βιογράφος του, ῞Οσιος Παφνούτιος, ἀναφέρει ὡς πατρίδα τοῦ ᾿Ονουφρίου τήν Περσία, πράγμα ὅμως πού δέν μνημονεύεται οὔτε στά Συναξάρια, οὔτε καί στόν Κανόνα τῆς ἑορτῆς αὐτοῦ.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Ονούφριος στήν ἀρχή τῆς μοναχικῆς του πολιτείας εἰσέρχεται σέ κοινόβιο μοναστήρι κοντά στήν ῾Ερμούπολη τῶν Θηβῶν. Τό κοινοβιακό σύστημα, πού εἶναι αὐστηρότερο ἀπό τό Λαυρεωτικό, διαμορφώθηκε ὑπό τοῦ ῾Οσίου Παχωμίου τοῦ Μεγάλου († 15 Μαΐου) τόν 4ο αἰῶνα στήν Αἴγυπτο. Τό πρῶτο κοινόβιο ἱδρύθηκε περί τό 320 μ.Χ. στήν Ταβεννίσιδα κοντά στήν ἀνατολική ὄχθη τοῦ Νείλου ποταμοῦ. Στό κοινόβιο τῆς ῾Ερμουπόλεως, ὀνομαζόμενο Σμαούν, ὁ ᾿Ονούφριος ἐδιδάχθηκε τά τοῦ μοναχικοῦ βίου. ᾿Εκεῖ ἄκουσε γιά τήν ἥσυχη καί ἐρημική ζωή δύο μεγάλων μορφῶν τῆς ᾿Εκκλησίας μας, τόν ἀσκητικό καί ἐρημικό βίο τοῦ Προφήτου ᾿Ηλιού τοῦ Θεσβίτου, ὁ ὁποῖος ἦταν «ἐνδεδυμένος μηλωτήν (=δέρμα προβάτου) καί ζώνην δερματίνην περιζωσμένος τήν ὀσφύν αὐτοῦ» καί τό μιμητή αὐτοῦ ᾿Ιωάννη τόν Πρόδρομο καί προετοιμαστή τῆς παρουσίας Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος, ὅπως καί ὁ ᾿Ηλιού, φέροντας ἀσκητικό ἔνδυμα καί ἀκολουθώντας τόν ἐρημικό βίο ἐκήρυξε στό λαό τό βάπτισμα μετανοίας.

Μετά τά ὅσα ἄκουσε στό κοινόβιο τῆς ῾Ερμουπόλεως, ὁ ῞Οσιος ᾿Ονούφριος ἐνθουσιάσθηκε γιά τόν ἐρημικό βίο καί τόν ἀναχωρητισμό καί ἔφυγε γιά τήν ἔρημο.

῞Οταν ὁ ῞Οσιος ᾿Ονούφριος ἔφυγε στήν ἔρημο, ὕστερα ἀπό μιά ἑβδομάδα ὁδοιπορία, πού εἶχε πολλή πείνα καί κόπο, εἶδε ξαφνικά ἕνα σπήλαιο, ἀπ᾿ ὅπου βγῆκε ἕνας γέροντας μοναχός καί τόν ὑποδέχθηκε, φωνάζοντάς τον μέ τ᾿ ὄνομά του. ῾Ο ἀσκητής ἐκεῖνος διηγήθηκε στόν ῞Οσιο ᾿Ονούφριο τό βίο του καί τίς δυσκολίες τῆς ἐρήμου.

῞Οταν πιά ἐπέρασαν τριάντα μέρες, μέ προσευχές καί θεῖες διηγήσεις, δίχως νά νιώσουν πείνα ἤ δίψα, ὁ ἀσκητής εἶπε στόν ῞Οσιο νά πάρουν τό δρόμο «ἐπί τήν ἐνδοτέραν ἔρημον». Μάλιστα, ἔτρεχε καί ὁ ἴδιος, παρά τήν προχωρημένη λικία του. ῞Υστερα ἀπό τέσσερις μέρες εὑρῆκαν ἕνα μικρό σπήλαιο, ὅπου εἶπαν νά καθήσουν, γιά νά ξεκουρασθοῦν. ᾿Εκείνη τή στιγμή, ἕνας φοίνικας ἐφύτρωσε καί ἐψήλωσε καί τούς ἔδωσε μεγάλη χαρά. Τότε ὁ γέροντας εἶπε στόν ᾿Ονούφριο ὅτι Χάρη τοῦ Θεοῦ εὐδόκησε, ὥστε σέ αὐτό τό σπήλαιο νά δώσει τούς ἀσκητικούς του ἀγῶνες.

᾿Εδῶ ἐνέκρωσε «τά ἐπί τῆς γῆς μέλη» καί ὑπέμεινε «τόν παγετόν τῆς νυκτός καί τῆς μέρας τόν καύσωνα». ῎Ετσι ἐπέτυχε τήν οὐράνια ζωή, βλέποντας, ὅπως τονίζει ὁ ὑμνογράφος αὐτοῦ, «τό ἀμήχανον κάλλος τοῦ Κτίστου» του. ῎Εφθασε τό πράγματι «ἐφετόν» διά τῆς ἀπαρνήσεως κάθε κοσμικῆς συγχύσεως καί κατόρθωσε τήν ποθούμενη «ὑπερκόσμιον ἀκρότητα». ῎Εζησε στήν ἔρημο περίπου ἑβδομήντα ἔτη καί εἶχε ὡς τροφή τήν ἐγκράτεια καί ὡς πλοῦτο τήν πτωχεία καί τήν ἀκτημοσύνη. ῎Εφθασε δέ σέ τέτοιο βαθμό ἀσκήσεως στούς πειρασμούς, ὥστε τήν δυπάθεια, τή σκληραγωγία καί τούς πόνους τῆς ἐγκράτειας νά τούς ἀντιμετωπίζει μέ καρτερία καί χαρά ἀνεκλάλητη.

῾Η Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνίσχυσε τόν ῞Οσιο στόν πνευματικό καί ἀσκητικό του ἀγώνα. Τοῦ ἔδωσε καρτερία καί ὑπομονή. Τοῦ ἔστελνε μυστικά ψωμί καί νερό κάθε μέρα, καί ὁ φοίνικας, πού εἶχε βλαστήσει μπροστά στό σπήλαιο, τοῦ ἔδιδε γλυκύ καρπό. ῎Αγγελος Κυρίου δέ τοῦ μετέδιδε τά ῎Αχραντα Μυστήρια.

᾿Εμελέτησε στήν ἔρημο τό Νόμο τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο εἶχε πάντοτε στήν καρδιά του. Εὑρισκόμενος στήν ἄβατη ἔρημο μόνος, ἐπιποθοῦσε μόνο τόν Χριστό καί ἐντρυφοῦσε στό ἅγιο καί φωτεινό κάλλος Του. ᾿Εγέμισε τόν ἑαυτό του μέ τό φῶς τῆς ἀληθινῆς καί θείας γνώσεως καί ἔτσι ἔφθασε στό σημεῖο τῆς ἀπαθείας.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Ονούφριος ἐπεδίωκε πάντοτε νά εἶναι εὐάρεστος στόν Θεό καί ἐπιποθοῦσε συνεχῶς νά συνομιλεῖ μέ τόν Δημιουργό του διά τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς. ῾Ο ῞Οσιος εἶχε ὡς ἔνδυμα, κατά τήν προτροπή τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου, τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, ἔνδυμα τό ὁποῖο οὐδέποτε προσέβαλε μέ πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καί ἀργολογίας.

᾿Επιβραβεύοντας ὁ Κύριος τῆς δόξας τήν ἀμέριστη πρός Αὐτόν ἀγάπη καί ἀφοσίωση, ἀλλά καί τούς ὑπέρ Αὐτοῦ πνευματικούς καί σωματικούς ἀγῶνες τοῦ ῾Οσίου ᾿Ονουφρίου, ὁδήγησε πρός αὐτόν, πρό τῆς εἰρηνικῆς κοιμήσεώς του, τόν Παφνούτιο, ἄνδρα ἐνάρετο καί φίλο τῆς συχίας καί τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, προκειμένου νά δεῖ τήν πνευματική καταξίωση τοῦ ῾Οσίου καί νά μεριμνήσει καί ἐπιληφθεῖ τά τῆς ταφῆς τοῦ ἁγιασμένου αὐτοῦ σκήνους.

Πρό τῆς τελευτῆς του καί μέ τήν παρουσία τοῦ Παφνουτίου ὁ ῞Οσιος ᾿Ονούφριος εἶπε τήν ἀκόλουθη προσευχή· «῞Υψιστε Θεέ καί ἀόρατε, οὗ δύναμις ἀνεξιχνίαστος καί δόξα ἀκατανόητος καί ἀνέκφραστος, καί τό ἔλεος ἄπειρον καί ἀμέτρητον, ὑμνῶ, εὐλογῶ, προσκυνῶ καί δοξάζω Σε, ῞Ον ἐπόθησα ἐκ νεότητός μου καί Σοί ἠκολούθησα. ᾿Επάκουσόν μου, πρός Σέ γάρ ἐκέκραξα, ὅτι ἐπεῖδες τήν ταπείνωσίν μου, ἔσωσας ἐκ τῶν ἀναγκῶν τήν ψυχήν μου, οὐ συνέκλεισάς με εἰς χεῖρας ἐχθρῶν, ἀλλ ἔστησας ἐν εὐρυχώρῳ τούς πόδας μου. Δέομαί Σου, Κύριέ μου· τῇ Σῇ δεξιᾷ σκέπασόν με, ἵνα μή ταραχθῇ ψυχή μου ἀπό τούς δαίμονας, ὅταν ἐξέρχεται ἐκ τοῦ σώματος, ἀλλά παράλαβε αὐτήν δι ἁγίων ᾿Αγγέλων Σου καί κατάταξον αὐτήν ἔνθα ἐπισκοπεῖ τό φῶς τοῦ προσώπου Σου, ὅτι εὐλογητός εἶ καί δεδοξασμένος εἰς τούς αἰῶνας. Μνήσθητι Πανοικτίρμον καί Πολυέλεε τοῦ πιστοῦ λαοῦ Σου. Καί ὅστις εὑρεθῆ εἰς κίνδυνον θαλάσσης ἤ εἰς θυμόν δικαστοῦ ἤ εἰς ἄλλην τινά στενοχωρίαν, καί Σέ ἐπικαλεσθῇ λέγων· Παντοδύναμε Κύριε, διά πρεσβειῶν τοῦ δούλου σου ᾿Ονουφρίου ἐλέησόν με, παρακαλῶ τήν βασιλείαν Σου, καθώς μοῦ ἔταξες ἐπάκουσον τῆς δεήσεως αὐτοῦ. Κύριε εἰς χεῖρας Σου παρατίθημι τό πνεῦμά μου»179.

῾Ο βιογράφος του, Παφνούτιος, ἀναφέρει ὅτι δύο λιοντάρια ἄνοιξαν τόν τάφο τοῦ ῾Οσίου στόν ὁποῖο ἐνταφιάσθηκε τό ἱερό σκήνωμά του180.

῾Η ἱερά μονή τοῦ ῾Οσίου ᾿Ονουφρίου στήν ῾Ιερουσαλήμ181 εὑρίσκεται κοντά στήν πηγή τοῦ ᾿Ιώβ καί δεξιά τῆς ἑνώσεως τῆς κοιλάδος ᾿Ιωσαφάτ καί τῆς φάραγγος ᾿Εννώμ182. ῾Η μονή εἶναι κτισμένη στόν ἀγρό τοῦ Αἵματος ἤ Κεραμέως ἤ ᾿Ακελδαμᾶ183 καί ἀγοράσθηκε διά τῶν 30 ἀργυρίων, δι᾿ ὅσων δηλαδή ἐτιμήθηκε τιμή τοῦ Τετιμημένου Κυρίου184. ῾Η σημερινή μονή τοῦ ῾Αγίου ᾿Ονουφρίου οἰκοδομήθηκε ἐπί τοῦ σπηλαίου, στό ὁποῖο κατέφυγαν οἱ ᾿Απόστολοι μετά τή σύλληψη τοῦ ᾿Ιησοῦ185.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος ᾿Ιωάννου, τοῦ στρατιώτου.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός μῶν Ζήνωνος, ἐπισκόπου Κυρηνείας.

῾Ο ῞Αγιος Ζήνων κατατάσσεται ὑπό τοῦ ῾Ιππολύτου ἲὸ῝ὸ῍ὰὗὸ καί τοῦ Μαχαιρᾶ μεταξύ τῶν ῾Αγίων τῆς Κυπριακῆς ᾿Εκκλησίας καί μάλιστα θεωρεῖται ὅτι διετέλεσε ᾿Επίσκοπος Κυρηνείας186.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν Πέτρου, τοῦ ἐν ῾Αγίῳ ῎Ορει ἀσκήσαντος.

῾Ο ῞Οσιος Πέτρος καταγόταν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη καί ἔζησε κατά τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. Οἱ γονεῖς του ἦσαν εὐσεβεῖς καί τόν ἀνέθρεψαν μέ τά νάματα τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Καταταγείς στό στράτευμα καί διακρινόμενος γιά τή θεοσέβεια καί τήν ἀνδρεία του, γρήγορα ἔγινε ἀξιωματικός. Συλληφθείς αἰχμάλωτος, σέ μία μάχη ἐναντίον τῶν Τούρκων, μεταφέρθηκε στή Σαμάρεια τῆς Μεσοποταμίας, ὅπου ἐκλείσθηκε στή φυλακή καί ὑπέστη πλεῖστες ὅσες ταλαιπωρίες. ᾿Απελευθερωθείς μετά ὀλίγα ἔτη, μετέβη στή Ρώμη καί ἐκάρη ὑπό τοῦ Πάπα Γρηγορίου Δύ187 μοναχός. ᾿Ακολούθως κατέφυγε στό ῞Αγιον ῎Ορος, ὅπου ἐγκαταστάθηκε ἐντός ἐρημικοῦ καί ἀπομονωμένου σπηλαίου καί ἐπερνοῦσε τό βίο του ἀσκούμενος σκληρά, τρεφόμενος μέ χόρτα καί ἐνδεδυμένος μέ σκισμένα ροῦχα. ῎Εζησε τόν ἀσκητικό βίο γιά πενήντα τρία χρόνια καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη. Τό ἱερό λείψανό του εὑρέθηκε τυχαῖα ἀπό κάποιον κυνηγό καί ἐνταφιάσθηκε ἀπό τούς μοναχούς μέ εὐλάβεια καί κάθε τιμή.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, σύναξις τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Αλυπίου, ἐν τῇ Κωνσταντινουπόλει μονῇ αὐτοῦ.

Κατά τήν μέρα αὐτή ἐτελεῖτο στή μονή τοῦ ῾Οσίου ᾿Αλυπίου στήν Κωνσταντινούπολη Σύναξη αὐτοῦ188. Εἰκάζουμε ὅτι πρόκειται περί τοῦ ῾Οσίου ᾿Αλυπίου τοῦ Κιονίτου († 26 Νοεμβρίου), τοῦ ὁποίου μονή ὑπῆρχε κοντά στόν ἱππόδρομο τῆς Κωνσταντινουπόλεως.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Ιωάννου, τοῦ ῾Αγιορείτου, τοῦ ἐκ Γεωργίας.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης (Τορνίκιος) καταγόταν ἀπό τή Γεωργία καί ἔζησε τό 10ο αἰώνα μ.Χ.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν Στεφάνου, τοῦ ᾿Οζέρο καί Κομέλ τῆς Ρωσίας.

Βλ. † 15 ᾿Ιουνίου.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος ᾿Ιωάννου, ἐκ Τραπεζοῦντος καί ἐν ᾿Ασπροκάστρῳ (῎Ακκερμαν) ἀθλήσαντος.

῾Ο ῞Αγιος Νεομάρτυς ᾿Ιωάννης, λόγιος καί εὐσεβής Χριστιανός, καταγόταν ἀπό τήν Τραπεζούντα. ᾿Ασχολούμενος μέ τό ἐμπόριο, ἐπιβιβάσθηκε κάποτε σ᾿ ἕνα τούρκικο πλοῖο πού ἔπλεε ἀπό τήν Τραπεζούντα στό ᾿Ασπρόκαστρο (῎Ακκερμαν)189 τῆς Ρουμανίας. Κατά τή διάρκεια τοῦ ταξιδίου, προσευχή, νηστεία καί ἐλεημοσύνη πού ἐξεδήλωσε ὁ ᾿Ιωάννης, ἐκίνησαν τό φθόνο τοῦ Τούρκου πλοίαρχου, ὁ ὁποῖος μάταια προσπαθοῦσε νά τόν προσηλυτίσει. ᾿Αφοῦ ἀποβιβάσθηκαν στό ᾿Ασπρόκαστρο, ὁ πλοίαρχος κατήγγειλε στόν Τοῦρκο δικαστή ὅτι ὁ ᾿Ιωάννης ὁμολόγησε μεθ᾿ ὅρκου στό πλοῖο του ὅτι θέλει νά γίνει Μωαμεθανός. ῾Ο ᾿Ιωάννης κληθείς ὑπό τοῦ δικαστοῦ ἀπέκρουσε ἐντόνως τήν πρόταση καί ἔτσι ἐκεῖνος διέταξε νά μαστιγωθεῖ ἀνηλεῶς ἐπί δύο μέρες. Στή συνέχεια τόν ἔδεσαν στήν οὐρά ἀτίθασου ἀλόγου καί τόν ἔσυραν ἀνά τίς ὁδούς τῆς πόλεως, ὅπου κάποιος ῾Εβραῖος τοῦ ἀπέκοψε τήν κεφαλή. ῎Ετσι, στίς 12 ᾿Ιουνίου 1330, ὁ ᾿Ιωάννης ἐμαρτύρησε καί ἔλαβε τόν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας. Τό ἱερό λείψανο, μετά 70 περίπου χρόνια, μετακομίσθηκε ὑπό τοῦ βοεβόδα τῆς Μολδαβίας ᾿Αλεξάνδρου τοῦ ᾿Αγαθοῦ στήν πόλη Σουτσεάβα, ἀπ᾿ ὅπου τό 1686, κατά τήν ἐκστρατεία τοῦ ᾿Ιωάννου Σομπιέσκι κατά τῶν Τούρκων, παραληφθέν μεταφέρθηκε στήν πόλη Ζιολκίεβ τῆς Πολωνίας. Τό 1783, ἐπανήχθη καί πάλι στή Σουτσεάβα μέ διαταγή τοῦ αὐτοκράτορος ᾿Ιωσήφ Βύ.

᾿Ακολουθία τοῦ Νεομάρτυρος ᾿Ιωάννου ἐξέδωσε στή Βενετία, τό 1752, ὁ ᾿Ιουστίνος ὁ Δεκαδύος, καί ἄλλη, συντεθεῖσα ὑπό τοῦ Πατριάρχου ᾿Αλεξανδρείας Νικηφόρου τοῦ Κρητός190, ἐξέδωσε στό ᾿Ιάσιο τό 1819 ὁ Τραπεζούντιος Θωμᾶς Μπουγιούκης.

῾Η μνήμη τοῦ ῾Αγίου Νεομάρτυρος ᾿Ιωάννου τοῦ Τραπεζουντίου ἑορτάζεται, ἐπίσης, στίς 2 ᾿Ιουνίου.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Αρσενίου τῆς Κονεβίας, τοῦ Θαυματουργοῦ.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Αρσένιος τῆς Κονεβίας καταγόταν ἀπό τό Νόβγκοροντ τῆς Ρωσίας καί ἠσχολεῖτο μέ τό ἐμπόριο τοῦ χαλκοῦ. ᾿Από ἀγάπη πρός τό μοναχικό βίο ἐγκατέλειψε τά ἐγκόσμια καί, μεταξύ τῶν ἐτῶν 1547-1558, εἰσῆλθε στή μονή Λίσικα κοντά στό Νόβγκοροντ, ὅπου ἔζησε ἕνδεκα χρόνια. Τό 1373, ἦλθε στό ῞Αγιον ῎Ορος ὅπου ἔζησε τρία χρόνια στήν προσευχή στό παλαιό Ρωσικό μοναστήρι. Στό μοναστήρι, μόλις ὁ γούμενος ἐπληροφορήθηκε τί ἐπάγγελμα ἔκανε στό παρελθόν, τοῦ ἐζήτησε νά ἐπιδιορθώσει ὅλα τά παλαιά σκεύη πού ἐχρησιμοποιοῦσε ἀδελφότητα. Τοῦ ἐζήτησαν νά ἐργασθεῖ καί στά ἄλλα μοναστήρια. ῾Η ἐργασία ὄχι ἁπλῶς δέν ἀποτέλεσε ἐμπόδιο γιά τήν προσευχή, ἀλλά τοῦ ἐκαλλιέργησε καί μία ὑψηλή αἴσθηση προσφορᾶς. ῎Ετσι, ὁ ῞Οσιος ᾿Αρσένιος ἐπήγαινε ἀπό τό ἕνα μοναστήρι στό ἄλλο καί ἐργαζόταν κατά τή διάρκεια τῆς μέρας, ἐνῶ προσευχόταν κατά τό μεγαλύτερο μέρος τῆς νύχτας. Τελικά, τό 1393, ἐπέστρεψε στή Ρωσία μεταφέροντας μαζί του μία εἰκόνα τῆς Παναγίας, ὁποία ἀργότερα ὀνομάσθηκε «Παναγία τοῦ Κόνεβιτς».

῾Ο ῞Οσιος, ἔχοντας πάντοτε μαζί του τήν εἰκόνα τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου ὡς πολύτιμο φυλαχτό, ἐπῆγε στό νησί Κόνεβιτς, στή λίμνη Λάντογα, ὅπου ἔζησε ἑπτά χρόνια ὡς ἐρημίτης. Τό κρύο ἦταν φονικό ἀλλά ὁ μακάριος ᾿Αρσένιος ἀρνιόταν τίς συνεχεῖς προσκλήσεις τοῦ γουμένου τῆς μονῆς Βαλαάμ Σίλα, τίς ὁποῖες τοῦ μετέφερε ὁ μοναχός Λαυρέντιος. Μέλημά του ἦταν νά ἐξαλείψει τίς δεισιδαιμονίες τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς. ᾿Ακόμη καί τό ὄνομα τοῦ νησιοῦ Κόνεβιτς (ἀπό τό Κόν πού σημαίνει ἄλογο), προερχόταν ἀπό μία δεισιδαιμονία τῶν κατοίκων του. Οἱ κάτοικοι ἐπίστευαν ὅτι στό νησί ἐζοῦσαν κακά πνεύματα, τά ὁποῖα ἐπροστάτευαν τά ἄλογα πού ἔβοσκαν ἐλεύθερα σ᾿ αὐτό. Μέ σκοπό νά ἔχουν τήν εὔνοια τῶν πνευμάτων, οἱ κάτοικοι κάθε χρόνο προσέφεραν θυσία ἕνα ἄλογο, τό ὁποῖο, ἀφοῦ ἔδεναν σέ μία μεγάλη πέτρα, τό ἄφηναν νά πεθάνει ἀπό τήν πείνα καί τό κρύο. Κατά τήν ἄφιξή του, χάρη στόν ψαρά Φίλιππο, ὁ ῞Οσιος ᾿Αρσένιος εὑρῆκε τήν «πέτρα τοῦ ἀλόγου», τήν ὁποία καί ἐράντισε μέ ἁγιασμό. ῞Ολοι οἱ παρευρισκόμενοι εἶδαν τά ἀκάθαρτα πνεύματα, ὑπό τή μορφή κοράκων, νά πετοῦν τρομοκρατημένα. ῾Ο ῞Οσιος ᾿Αρσένιος ἔζησε πέντε χρόνια στό «νησί τοῦ ἀλόγου», καταπολεμώντας μέ τό παράδειγμά του τίς δεισιδαιμονίες τῶν κατοίκων.

Τό 1398, μέ τήν εὐλογία τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ ᾿Ιωάννου, ἔθεσε τά θεμέλια μιᾶς κοινοβιακῆς μονῆς ἀφιερωμένης στό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου. ᾿Αργότερα, τήν ἐποχή τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Συμεών, ὁ ῞Οσιος ᾿Αρσένιος θά ἐπισκεφθεῖ γιά μία φορά ἀκόμη τό ῞Αγιον ῎Ορος ζητώντας τήν εὐλογία τῶν Πατέρων τοῦ ῎Αθω γιά τό μοναστήρι του.

Χωρίς τόν κτήτορά του, οἱ μοναχοί ἀπεφάσισαν νά ἐγκαταλείψουν τό μοναστήρι, ἐπειδή δέν μποροῦσαν νά ἐξασφαλίσουν τά πρός τό ζῆν. ᾿Εξαντλημένος ἀπό τή θλίψη, ὁ εὐσεβής μαθητής τοῦ ῾Οσίου ᾿Ιωακείμ, κρυμμένος σέ ἕνα δάσος, ἔκλαιγε συνεχῶς γιά τήν ἀπόφαση τῆς ἀδελφότητος, ὁποία ἐσήμαινε τό τέλος τῆς μοναχικῆς ἐμπειρίας σέ ἐκεῖνον τόν τόπο. ᾿Απογοητευμένος ὁ ᾿Ιωακείμ ἄρχισε νά προσεύχεται μπροστά σέ μία εἰκόνα τῆς Παναγίας, μέ τήν ἐλπίδα πώς Θεοτόκος θά τόν ἐλευθερώσει ἀπό τόν πόνο καί τή λύπη. Τή νύχτα, καί ἐνῶ ἦταν σέ βαθύ ὕπνο, τοῦ ἐμφανίσθηκε Παναγία, ὁποία τοῦ προανήγγειλε τήν ἐπιστροφή τοῦ ῾Οσίου ᾿Αρσενίου. Πράγματι, τό πρωΐ ὁ μακάριος ᾿Αρσένιος ἐπέστρεψε μέ δυό μεγάλες βάρκες γεμάτες προμήθειες.

Στόν τόπο τῆς ἐμφανίσεως τῆς Παναγίας ὕψωσαν ἕνα μεγάλο σταυρό, στή βάση τοῦ ὁποίου ἐτοποθετήθηκε εἰκόνα της, πού εἶχε μεταφερθεῖ στό νησί ἀπό τό ῞Αγιον ῞Ορος.

Τό 1421, μία καταστροφική κακοκαιρία ἐπέφερε μεγάλες ζημιές στό μοναστήρι καί γιά τό λόγο αὐτό ὁ ῞Οσιος ᾿Αρσένιος ἀναγκάσθηκε νά τό μεταφέρει πρός τό ἐσωτερικό τοῦ νησιοῦ ἐπάνω σέ μία ὁροσειρά, ὁποία ὀνομάσθηκε ὅπως καί ὁ ῎Αθως, δηλαδή «῞Αγιον ῎Ορος». Τό «νησί τοῦ ἀλόγου» ἀπέκτησε πολύ γρήγορα μεγάλη φήμη καί ἦσαν πολλοί ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι κατέφευγαν ὡς προσκυνητές στό μοναστήρι. ῾Ο εὐγενής Μιχαήλ Κοντύλκα ἀπεφάσισε νά κάνει μία γενναία δωρεά, ἐνῶ ὁ ῞Αγιος ᾿Επίσκοπος Εὐθύμιος, κατά τή διάρκεια μιᾶς ἐπισκέψεώς του στόν εὐλογημένο ἐκεῖνο τόπο, ἐδώρισε τήν ἐπισκοπική του μίτρα.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Αρσένιος, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1447191. Πρίν τήν κοίμησή του εἶχε προάγει στή θέση τοῦ γουμένου τόν μοναχό ᾿Ιωάννη. Τό ἱερό του λείψανο ἐνταφιάσθηκε στή μονή, πού βεβηλώθηκε ἀπό τό καταστροφικό μένος τῶν Σουηδῶν. Οἱ μοναχοί, γιά λόγους ἀσφαλείας, προτίμησαν νά μεταφερθοῦν σέ ἄλλο μοναστήρι. ῾Η τύχη τοῦ μοναστηριοῦ ἀκολούθησε τίς φάσεις τοῦ πολέμου μεταξύ τῶν Ρώσων καί τῶν Σουηδῶν στή διεκδίκηση τῆς Καρελίας. Τό μοναστήρι ξανακτίσθηκε ἀπό τούς Ρώσους, τό 1594, γιά νά ἐγκαταλειφθεῖ ἐκ νέου καί ὁριστικά, τό 1610. Τό νησί τοῦ Κόνεβετς ἐδόθηκε στόν πρίγκιπα ᾿Ιάκωβο Φεοντόροβιτς, ἐνῶ τό 1719 ὁ Μέγας Πέτρος ἔκτισε σ᾿ αὐτό τήν ἐκκλησία τοῦ ῾Αγίου Νικολάου. ῾Η ἀπόδοση τιμῆς καί εὐλάβειας πρός τό πρόσωπο τοῦ ῾Οσίου ᾿Αρσενίου ἄρχισε πολύ ἐνωρίς ἀπό τούς πιστούς τοῦ Κόνεβετς, ἀλλά τό ὄνομά του καταγράφηκε ἐπίσημα στά λειτουργικά βιβλία τῆς Ρωσικῆς ᾿Εκκλησίας τό 1819, μετά ἀπό σχετική ἀπόφαση τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Ρωσίας.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων μῶν Αὐξεντίου καί ᾿Ονουφρίου, τῶν ἐρημιτῶν τῆς Βολογκντά.

Οἱ ῞Οσιοι Αὐξέντιος καί ᾿Ονούφριος ἔζησαν τό 15ο καί 16ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στήν περιοχή Βολογκντά τῆς Ρωσίας, στήν ἔρημο Πέρκοβα. ῞Οπως ἀναφέρεται στό βίο τους, ἤδη οἱ δύο ᾿Ερημίτες εὑρίσκονταν στήν ἔρημο τό 1499. ᾿Εκοιμήθησαν μέ εἰρήνη καί μνήμη τους τελεῖται, ἐπίσης, τήν τέταρτη Κυριακή μετά τήν Πεντηκοστή, ἑορτή πάντων τῶν ῾Αγίων τῆς περιοχῆς Βολογκντά, ὁποία καθιερώθηκε ἀπό τόν ᾿Επίσκοπο ᾿Ιννοκέντιο (Μπορίσωφ)192.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Ονουφρίου, τῆς Κατρόμα.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Ονούφριος ἔζησε στή Ρωσία κατά τό 16ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψε σέ ἱερή μονή πλησίον τῆς λίμνης Κατρόμα στήν περιοχή τοῦ Κάντνικωφ τῆς Ρωσίας. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη193.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Ονουφρίου, τοῦ Θαυματουργοῦ, τοῦ ἐν Πσκώφ τῆς Ρωσίας ἀσκήσαντος.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Ονούφριος, ὁ Θαυματουργός, ἔζησε στή Ρωσία τό 15ο, ἤ κατ᾿ ἄλλους, τό 16ο αἰώνα μ.Χ. ᾿Ασκήτεψε θεοφιλῶς στήν ἱερά μονή τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου στό Μαλύε, κοντά στήν περιοχή τοῦ Λαμπόρσκ τοῦ Πσκώφ, καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1492 ἤ τό 1592194.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Ονουφρίου, τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ, τοῦ ἐν Ρομανώφ τῆς Ρωσίας.

Περί τοῦ ῾Αγίου ᾿Ονουφρίου, τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ, δέν ἔχουμε ἐπαρκεῖς ἁγιολογικές πληροφορίες. Γνωρίζουμε μόνο ὅτι ἔζησε θεοφιλή βίο στήν περιοχή Ρομανώφ-Μπορισογκλέμπσκ τοῦ Γιαροσλάβλ προσευχόμενος ἀδιάλειπτα στό ναό τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Ρομανώφ. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη καί τό ὄνομά του ἀναφέρεται στίς ἁγιολογικές δέλτους τοῦ ὒ῏῝῟ὲἂὃὖὂἂἢ195.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν Σεραπίωνος, τοῦ Θαυματουργοῦ, τοῦ ἐν ᾿Ιζμπόρσκ τῆς Ρωσίας ἀσκήσαντος.

῾Ο ῞Οσιος Σεραπίων ἔζησε τό 16ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρωσία. ῎Εζησε βίο θεοφιλή καί ἐνάρετο καί διετέλεσε γούμενος τῆς ἱερᾶς μονῆς τῆς Παναγίας τοῦ Λάμεχ στήν περιοχή τοῦ ᾿Ιζμπόρσκ. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη196.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Ονουφρίου, τοῦ ἐκ Πρεβέζης.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Ονούφριος ἔζησε τό 18ο αἰώνα μ.Χ. ᾿Ασκήτεψε στήν ἱερά μονή τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, ὁποία εὑρίσκεται στή νῆσο Κορωνησία τοῦ ᾿Αμβρακικοῦ κόλπου, καί ἱδρύθηκε, κατά τόν Μητροπολίτη ῎Αρτης Σεραφείμ τόν Βυζάντιο, τό 17ο αἰώνα197.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Βενεδίκτου, τοῦ ἐκ Σερρῶν καί ἐν Θεσσαλονίκῃ ἀθλήσαντος.

῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Βενέδικτος ἐγεννήθηκε λίγο πρίν τήν ᾿Επανάσταση τοῦ 1821 στό χωριό ῎Εζιοβα ἤ ῎Εζουβα, τό σημερινό χωριό Δάφνη τῆς ἐπαρχίας Βισαλτίας τῶν Σερρῶν ἤ στό χωριό ᾿Αμουρμπέη, σημερινό Καστανοχώρι. ῾Η σύγχυση γιά τήν ἀκριβή γενέτειρα τοῦ ῾Αγίου εἶναι δικαιολογημένη, διότι στήν περιοχή ἀνάμεσα στά δύο αὐτά χωριά ὑπῆρχε μετόχι τῆς μονῆς Κωνσταμονίτου τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους.

Σέ ἐφηβική λικία ὁ ῞Αγιος ἐπῆγε μαζί μέ τόν πατέρα του στό ῞Αγιον ῎Ορος καί συγκεκριμένα, ὅπως ἦταν φυσικό, στήν ἱερά μονή Κωνσταμονίτου. ᾿Εκεῖ ὁ πατέρας τοῦ ῾Αγίου ἔγινε δόκιμος καί στή συνέχεια ἐκάρη μοναχός, ἐνῶ ὁ νεαρός ἀκόμη Βενέδικτος ἀπεστάλη στόν Πολύγυρο, γιά νά διδαχθεῖ γράμματα. ᾿Αφοῦ ὁλοκλήρωσε τίς σπουδές του καί εἶχε φθάσει σέ κατάλληλη λικία, ἐπέστρεψε στό μοναστήρι, γιά νά καρεῖ μοναχός. ῾Η κουρά του ἔγινε κατά τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Στή μονή ὁ ῞Αγιος διακόνησε ἐπί σειρά ἐτῶν σέ ὅλα τά διακονήματα καί ὅταν ἔφθασε σέ μεγάλη λικία ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος.

῾Ο ῞Αγιος Βενέδικτος, μαζί μέ ἄλλους πατέρες ἀπεστάλη, γιά τίς ἀνάγκες τῆς μονῆς, στό μετόχι τῆς μονῆς πού εὑρισκόταν ἔξω ἀπό τήν Καλαμαριά τῆς Θεσσαλονίκης. ῾Η ᾿Επανάσταση τοῦ 1821, πού εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ἀνάλογες ἐπαναστατικές δραστηριότητες νά λάβουν χώρα καί στήν περιοχή τῆς Μακεδονίας μέ φοβερά ἀντίποινα ἀπό τίς Τουρκικές ἀρχές, ἀνάγκασε τούς μοναχούς νά ἐγκαταλείψουν τό μετόχι. ῾Ο ῞Αγιος Βενέδικτος συνελήφθη ἀπό τούς Τούρκους τοῦ Ρουμπούτ πασᾶ καί ὁδηγήθηκε σιδεροδέσμιος μαζί μέ ἀρκετούς μοναχούς ἀπό τά μετόχια τῆς γύρω περιοχῆς στήν Θεσσαλονίκη. Στίς 12 ᾿Ιουνίου τοῦ 1821, ἔπειτα ἀπό φρικτά βασανιστήρια ἀποκεφαλίσθηκε μαζί μέ πολλούς μοναχούς καί προεστούς τῶν γύρω χωριῶν τῆς Θεσσαλονίκης.

Τή νύχτα, μετά τό μαρτύριο, σύμφωνα μέ τή διήγηση τοῦ Βίου, ἐπάνω ἀπό τά ἄταφα λείψανα τῶν Μαρτύρων ἐφαινόταν ἕνας φωτεινός σταυρός. Οἱ στρατιῶτες πού τά ἐφύλαγαν, μόλις ἀντίκρισαν αὐτό τό θαῦμα ξαφνιάστηκαν καί τό ὁμολόγησαν στούς Χριστιανούς. Μέ ἀφορμή τό θαῦμα ἐδόθηκε ἀπό τίς ἀρχές ἄδεια νά ἐνταφιασθοῦν τά ἱερά λείψανα τῶν Μαρτύρων.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Παύλου, τοῦ ἐξ ᾿Ιωαννίνων καί ἐν Θεσσαλονίκῃ ἀθλήσαντος.

῾Ο ῞Αγιος ῾Οσιομάρτυς Παῦλος ἐγεννήθηκε στά ᾿Ιωάννινα περί τά τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος. Τό κοσμικό του ὄνομα ἦταν Πέτρος. Σέ μικρή λικία ἔμεινε ὀρφανός ἀπό πατέρα. ᾿Εσπούδασε στή Μπαλαναία Σχολή τῶν ᾿Ιωαννίνων καί εἶχε ὡς διδάσκαλο τόν ᾿Αναστάσιο Μπαλάνο ἤ Καμικάρη. ῏Ηταν φιλακόλουθος καί συμμετεῖχε στήν ἐκκλησιαστική ζωή καί τίς ἱερές ᾿Ακολουθίες στό ναό τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τῆς Μπουνίλας ἤ τῆς Παναγίας τῆς Περιβλέπτου.

῾Ο Πέτρος, μέσῳ τῆς κυρᾶς Βασιλικῆς, εὐνοουμένης τοῦ ᾿Αλῆ Πασᾶ, συνδέθηκε μέ τούς πατέρες τῆς μονῆς Κωνσταμονίτου τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους, τόν γούμενο Χρύσανθο καί τόν ἱερομάρτυρα Βενέδικτο, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἔλθει στά ᾿Ιωάννινα γιά ὑποθέσεις τῆς μονῆς τους. ῎Ετσι, ὁ ῞Αγιος ἦλθε στό ῞Αγιον ῎Ορος καί ἐκάρη μοναχός στή μονή Κωνσταμονίτου λαβών τό ὄνομα Παῦλος.

῾Ο ῞Αγιος συνελήφθη ἀπό τούς Τούρκους κατά τήν ᾿Επανάσταση τοῦ 1821, ὅταν ὁ ᾿Αλέξανδρος ῾Υψηλάντης προέτρεψε τόν ἀρχηγό τῆς Μακεδονίας ᾿Εμμανουήλ Παπᾶ νά ἀρχίσει τήν ᾿Επανάσταση ἀπό τό ῞Αγιον ῎Ορος, καί μεταφέρθηκε στή Θεσσαλονίκη. Παρέδωσε τήν ἁγία του ψυχή στά χέρια τοῦ Θεοῦ μετά ἀπό φρικτά βασανιστήρια.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Συνεσίου, τοῦ ἐκ Θεσσαλονίκης.

῾Ο ῞Αγιος ῾Οσιομάρτυς Συνέσιος συναριθμεῖται καί αὐτός μαζί μέ τούς μοναχούς Βενέδικτο, Τιμόθεο καί Παῦλο τῆς ἱερᾶς μονῆς Κωνσταμονίτου, μεταξύ τῶν μοναχῶν καί τῶν ἁπλῶν Χριστιανῶν πού συνελήφθησαν ἀπό τόν Ρουμπούτ πασᾶ στά περίχωρα τῆς Θεσσαλονίκης καί στό ῞Αγιον ῎Ορος, ἀμέσως μετά τήν ἔναρξη τῆς ᾿Επαναστάσεως τοῦ 1821, ὁδηγήθηκαν στήν πόλη, ἐβασανίσθηκαν ἀνηλεῶς καί θανατώθηκαν μέ μαρτυρικό τρόπο. ᾿Εκτενεῖς πληροφορίες γιά τό βίο καί τό μαρτύριο τοῦ ῾Οσιομάρτυρος μᾶς παραθέτει ὁ μοναχός Δοσίθεος Κωνσταμονίτης στό ἔργο του Νέον ῾Υπόμνημα τῶν νεοφανῶν ῾Ιερομαρτύρων καό ῾Οσιομαρτύρων, τό ὁποῖο συνέγραψε πιθανόν μεταξύ τῶν ἐτῶν 1830-1844, ὀλίγα χρόνια μετά τά συμβάντα.

῾Ο ῾Οσιομάρτυς Συνέσιος καταγόταν ἀπό τήν ᾿Ανατολή καί ἰδιαίτερη πατρίδα του ἦταν τό χωριό Τρίγλια τῆς ἐπαρχίας Προύσης τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας. ῞Οταν ἔφθασε σέ λικία γάμου ἐγκατέλειψε τούς οἰκείους του καί γεμάτος ζῆλο γιά τή μοναχική ζωή ἐπῆγε στό ῞Αγιον ῎Ορος. Στήν ἀρχή μετέβη στή μονή ᾿Ιβήρων, ὅπου ἐμόναζαν ὁ ἀδελφός του Θεόφιλος καί ὁ θεῖος του Γεράσιμος. Μέ τίς ἰδικές τους συστάσεις κατέληξε στή μονή Κωνσταμονίτου. ᾿Εκεῖ εὑρῆκε κάποιο μοναχό Ναθαναήλ, υἱό τοῦ οἰκονόμου παπᾶ Δημητρίου ἀπό τήν ἰδιαίτερη πατρίδα του. Αὐτός τόν παρακίνησε καί παρέμεινε ὡς δόκιμος καί στή συνέχεια ἐκάρη μοναχός. Μετά τήν ᾿Επανάσταση τοῦ 1821 καί τίς ἐπιδρομές τῶν Τούρκων στίς μονές τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους, καί πιό συγκεκριμένα ὅταν γιά δεύτερη φορά μοναχοί, καί μεταξύ αὐτῶν καί ὁ Συνέσιος, μέ ἐπικεφαλῆς τόν ἐπίτροπο τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους Σπανδωνῆ, ὁδηγήθηκαν στή Θεσσαλονίκη, ἐφυλακίσθηκαν καί μέ διαταγή τοῦ Ρουμπούτ πασᾶ τούς ἐβασάνισαν σκληρά μέ τό αἰτιολογικό ὅτι δέν ἀπεκάλυψαν τούς κρυμμένους θησαυρούς τῶν μοναστηριῶν. ᾿Επί δυόμισι χρόνια οἱ μοναχοί, καί μαζί μ᾿ αὐτούς καί ὁ Συνέσιος, φυλακισμένοι ὑφίσταντο τά σκληρά βασανιστήρια, μαρτυρώντας τελικά γιά τήν πίστη τους.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Τιμοθέου, τοῦ ἐκ Βεροίας καί ἐν Θεσσαλονίκῃ ἀθλήσαντος.

῾Ο ῞Αγιος ῾Οσιομάρτυς Τιμόθεος συναριθμεῖται καί αὐτός μαζί μέ τούς μοναχούς Βενέδικτο, Συνέσιο καί Παῦλο τῆς ἱερᾶς μονῆς Κωνσταμονίτου πού ἐμαρτύρησαν. ᾿Εκτενεῖς πληροφορίες γιά τό βίο καί τό μαρτύριο τοῦ ῾Οσιομάρτυρος Τιμοθέου μᾶς παραθέτει καί πάλι ὁ μοναχός Δοσίθεος Κωνσταμονίτης στό μνημονευθέν ἔργο του Νέον ῾Υπόμνημα τῶν νεοφανῶν ῾Ιερομαρτύρων καί ῾Οσιομαρτύρων.

῾Ο ῾Οσιομάρτυς Τιμόθεος καταγόταν ἀπό τά χωριά τῆς Βεροίας καί συγκεκριμένα τήν περιοχή πού ὑπαγόταν ἐκκλησιαστικά στή δικαιοδοσία τοῦ Μητροπολίτου Βεροίας, ὅπως παραθέτει χαρακτηριστικά ὁ βιογράφος Δοσίθεος Κωνσταμονίτης. Οἱ πληροφορίες πού διαθέτουμε εἶναι ἐξαιρετικά λιγοστές. Γνωρίζουμε ὡστόσο ὅτι, ὅταν ὁ Τιμόθεος ἦταν νέος, ἐνυμφεύθηκε. Μετά τό θάνατο ὅμως τῆς συζύγου του, ἦλθε στό ῞Αγιον ῎Ορος καί ἀφοῦ περιπλανήθηκε στίς σκῆτες τοῦ ῎Ορους καί τά κελλιά τῶν Καρυῶν, ἐπέλεξε τή μονή Κωνσταμονίτου, ὅπου ὅμως ὁ κοινοβιακός βίος τῆς ἀδελφότητος ἦταν σκληρός. ᾿Εκεῖ τελικά ἐκάρη μοναχός καί ἔζησε στήν συχία γιά ἀρκετό χρονικό διάστημα.

῞Οταν ὁ Τιμόθεος συνελήφθη μαζί μέ τούς ἄλλους πατέρες τῆς Μονῆς καί ὁδηγήθηκε μέ τή βία στήν Θεσσαλονίκη, ὅπου ἐφυλακίσθηκε, ἦταν ὁ μεγαλύτερος σέ λικία (πάνω ἀπό ἑξήντα ἐτῶν), ἐβασανίσθηκε και ἐμαρτύρησε ἐπί Ρουμπούτ πασᾶ, πιθανῶς τό 1822. ῎Ετσι ἀξιώθηκε τοῦ στεφάνου τοῦ μαρτυρίου.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,

ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.