ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ

ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

11 Ιουνίου


† Μνήμη των αγίων Αποστόλων Βαρθολομαίου και Βαρνάβα

Το όνομα ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ σημαίνει «υιός του Θολομαίου». Οι πληροφορίες για τον Απόστολο Βαρθολομαίο στην Καινή Διαθήκη και την εκκλησιαστική παράδοση είναι ελάχιστες. Το όνομά του αναγράφεται μόνον στην αναφορά των ονομάτων των Δώδεκα Αποστόλων (Ματθ. 10, 3. Μάρκ. 3, 18. Λουκ. 6,14. Πράξ. 1, 13). Η Εκκλησία τον εταύτισε με τον Ναθαναήλ, του οποίου το όνομα αναφέρεται πάντοτε με αυτό του Φιλίππου. Καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας. Προφανώς το όνομα Βαρθολομαίος χαρακτηρίζει το πατρώνυμο του Ναθαναήλ. Οι λόγοι της ταυτίσεως αυτής είναι· α) ότι στους καταλόγους των Μαθητών στα Συνοπτικά Ευαγγέλια (Ματθ. 10, 3. Μάρκ. 3, 18. Λουκ. 6,14.) και στις Πράξεις (1,13) ονομάζεται μόνο ως Βαρθολομαίος, ενώ στον κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον (21, 2. 1, 43-52.) μόνο ως Ναθαναήλ. β) ΄Οτι στους καταλόγους αυτούς συγκαταριθμείται μόνο με τον Φίλιππο και αυτό είναι σύμφωνο προς την πληροφορία του Ιωάννου, ότι ο Φίλιππος προσκαλεί τον Ναθαναήλ, για να δει τον Μεσσία Ιησού. Ο ιερός Αυγουστίνος (PL 36, 788.) υπεστήριζε ότι ο Ιησούς δεν επέλεξε τον Ναθαναήλ ως μαθητή Του, διότι εγνώριζε το Νόμο, ενώ οι Μαθητές όλοι ήσαν αγράμματοι, αλλά στον Ιωάννη (21, 2.) ο Ναθαναήλ εμφανίζεται ως Μαθητής του Κυρίου. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, δοθέντος του ότι οι Ιουδαίοι είχαν συνήθως δύο ονόματα, προετίμησε, φαίνεται, το όνομα Ναθαναήλ ως εκφραστικώτερο (σημαίνει ο Θεός δίδει) αντί του πατρωνυμικού ονόματος Βαρθολομαίος.

Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος αναφέρει την πληροφορία ότι ο Βαρθολομαίος εκήρυξε στην Ινδία, όπου εθανατώθηκε στην πόλη Ουρβανούπολη. Κάποιες άλλες μαρτυρίες αναφέρουν πως εκήρυξε στην Ευδαίμονα Αραβία, την Καραμανία και την Αιθιοπία. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, στα τέλη της ζωης του ευρέθηκε να κηρύττει στη Μεγάλη Αρμενία, όπου συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες και εθανατώθηκε με σταυρικό θάνατο, με το κεφάλι προς τα κάτω, κατά διαταγή του βασιλέως Αστυάγη. Το ιερό λείψανο του Αγίου Αποστόλου Βαρθολομαίου εκλείσθηκε σε λίθινη σαρκοφάγο, ερρίφθη στη θάλασσα και εκβράσθηκε στις νήσους Λιπάρες.

Το όνομα ΒΑΡΝΑΒΑΣ είναι από εκείνα που κυριαρχούν στις Πράξεις των Αποστόλων. Το όνομα του ήταν Ιωσήφ ή Ιωσής, ενώ οι Απόστολοι τον μετονόμασαν Βαρνάβα, που σημαίνει «υιός παρακλήσεως» (Πράξ. 4, 36.). Ήταν Ιουδαίος Λευΐτης, Κύπριος στον γένος, και εζούσε στην Παλαιστίνῃ κατά τους χρόνους του Ιησού Χριστού.

Την πρώτη πληροφορία για τη συμμετοχή του Βαρνάβα στην πρώτη Εκκλησία την ευρίσκουμε στις Πράξ. 4, 36-37· «Ιωσήφ δέ ο επικληθείς Βαρνάβας από των Αποστόλων, ο εστι μεθερμηνευόμενον υιός παρακλήσεως, Λευΐτης, Κύπριος τῳ γένει, υπάρχοντος αυτώ αγρού πωλήσας ήνεγκεν το χρημα και έθηκεν προς τους πόδας των Αποστόλων». Το κείμενο αυτό αναφέρεται στην ταυτότητα του Αποστόλου Βαρνάβα, την πώληση ενός κτήματός του και την προσφορά των χρημάτων στην πρώτη Χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων, στην οποία ανήκε (Βλ. περί του αποστόλου Βαρνάβα την αξιόλογη μελέτη του καθηγητού Κ. Οικονόμου, «Βαρνάβας: υιός παρακλήσεως», στον τόμο Υψίστη Κλήσις, αναμνηστικός τόμος επί τη συμπληρώσει πεντήκοντα ετών από της ιδρύσεως της Ιερατικής Σχολής ‘Απόστολος Βαρνάβας’, Λευκωσία 2003, σελ. 133-144, από όπου και οι σχετικές πληροφορίες. ).

Με το πρόβλημα της ερμηνείας του ονόματος του Βαρνάβα έχουν ασχοληθεί τόσο οι αρχαίοι όσο και οι νεώτεροι ερμηνευτές. Το ενδιαφέρον αυτών των ερευνητών είναι εύλογο, γιατί το νέο αυτό όνομα, σύμφωνα με τις Πράξεις, έχει μεγάλη ιστορική και θεολογική σημασία.

Ο ιερός Χρυσόστομος, σχολιάζοντας την ερμηνεία του ονόματος «Βαρνάβας», ως «υιός παρακλήσεως» από τούς Αποστόλους, ερμηνεύει θεολογικά την περίπτωση· «Και δοκεί μοι από της αρετης ειληφέναι το όνομα, ως προς τούτο ικανός ων και επιτήδειος». Ο Α. Κlostermann προσπαθεί να παραγάγει το όνομα Βαρνάβας από το Βαρ-Νεβαά, που σημαίνει «υιός αλήθειας». Ο Η.Η. Wendt εισηγείται την προέλευση του ονόματος από το Βαρ-Νεβουά, που σημαίνει «υιός προφητείας». Ο Α. Loisy αμφισβητεί την ετυμολογική εξήγηση του Wendt γιατί δεν αποδίδει, όπως ισχυρίζεται, το όνομα αυτό το «υιός παρακλήσεως». Σύμφωνα με τον Ε. Preuchen, στην Παλμύρα ευρέθηκε μιά επιγραφή που έγραφε «Βar Nebo», δηλαδή «υιός του Νebo ». Αυτό το θρησκειολογικό υπόβαθρο του ονόματος του Βαρνάβα υποστήριξε και ο Α. G. Deismann. ΟR.Ρ.C. Ηanson στο συνοπτικό αλλά ενδιαφέρον Υπόμνημά του στις Πράξεις υποστηρίζει ότι το όνομα Βαρνάβας δεν σημαίνει «υιός παρακλήσεως», αλλά «υιός του Νebo » ή «υιός του προφήτου» και ότι είναι απίθανο ένας, ο οποίος γνωρίζει αραμαϊκά, να έκανε αυτό το λάθος. Πιστεύει ακόμη ο Η anson ότι το «υιός παρακλήσεως» ήταν γραμμένο στην πηγή των Πράξ. 13,1, δηλαδή στον κατάλογο των ονομάτων των Προφητών, απέναντι όμως από το Μenaen (Μenahem ), που σημαίνει πράγματι «υιός παρακλήσεως» ή «ο παρηγορών». Ο Ευαγγελιστής Λουκάς ενόμισε ότι αναφερόταν στον Βαρνάβα και το μετέφερε κατά τη σύνταξη στο Πραξ. 4,36.

Έχουμε τη γνώμη ότι ο ιερός συγγραφέας δεν μετέφρασε κατά λέξη το όνομα «Βαρνάβας», το οποίο είναι αραμαϊκό και προέρχεται από τη λέξη Βαρ=υιός και τη ρίζα Νεβουά από την οποία παράγεται και η λέξη Νεβί=προφήτης, αλλά απέδωσε τη θεολογική και ιστορική σημασία.

Πιθανόν η ερμηνεία του ονόματος «Βαρνάβας», με το «υιός παρακλήσεως», το οποίο είναι ένας σημιτισμός, να καταχωρήθηκε στο κείμενο από την πηγή του ιερού συγγραφέως. Πάντως, εκφράζει κάποιον, ο οποίος παρακαλεί και αυτός είναι συνήθως προφήτης. Ο προφήτης έχει το χάρισμα να διδάσκει και να προτρέπει προς οικοδομή, οπότε ορθά αποδόθηκε ο χαρακτηρισμός αυτός στον Βαρνάβα. Πρόκειται για μιά μαρτυρία των Πράξεων, η οποία εκφράζει την ιδιαίτερη διάκριση την οποία είχε ο «Κύπριος λευΐτης» στην πρώτη εκκλησιαστική κοινότητα και επισημαίνει τή συμβολή του στη διάδοση του Ευαγγελίου. Από ιστορικής πλευράς, που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα στην προκειμένη περίπτωση, ο Βαρνάβας ήταν πράγματι ένας Προφήτης (Πράξ. 13, 1.), ο οποίος «παρεκάλει» τους νεοφωτίστους πιστους στην Αντιόχεια και τους προέτρεπε «τη προθέσει της καρδίας προσμένειν τω Κυρίῳ» (Πράξ. 11, 23.).

Οι Πράξεις 4,36-37 αποδίδουν και την κοινωνική πλευρά του έργου του Βαρνάβα. Η προσφορά των χρημάτων από την πώληση του κτήματός του προς τους Αποστόλους για την ανακούφιση των πτωχών αδελφών και η αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών της Χριστιανικης κοινότητας των Ιεροσολύμων, καθώς και η οργάνωση και λειτουργία της, ήταν αληθινά πράξη παρακλήσεως. Επομένως, ορθά και εύστοχα ο Ευαγγελιστής Λουκάς απέδωσε την ονομασία «Βαρνάβας» με το «υιός παρακλήσεως», γιατί πραγματικά εκφράζει το πνευματικό και κοινωνικό έργο του προσώπου που φέρει το όνομα και τονίζει το γεγονός της εισόδου του στον λειτούργημα του προφήτου και διδασκάλου.

Ασφαλώς, το φαινόμενο της χρησιμοποιήσεως ενός νέου ονόματος, του οποίου ερμηνεία εκφράζει την προσωπικότητα ή κάποια χαρακτηριστικά αυτού που το φέρει, παρουσιάζεται και σε άλλες περιπτώσεις της Κ.Δ. Στην περίπτωσή μας όμως είναι χαρακτηριστικό ότι η νέα επωνυμία «Βαρνάβας» αντικατέστησε πλήρως το αρχικό όνομα του Αποστόλου «Ιωσήφ» ή «Ιωσή», το οποίο εχρησιμοποιήθηκε μόνο μιά φορά στις Πράξεις. Το νέο όνομα, το οποίο καθιέρωσαν οι Απόστολοι χρησιμοποιείται πάντοτε από τον Λουκά και από τον Παύλο στις επιστολές του.

Πότε ακριβώς έγινε Χριστιανός ο Βαρνάβας, δεν μας πληροφορούν οι Πράξεις και τα λοιπά βιβλία της Καινης Διαθήκης. Αυτό θά είχε ιδιαίτερη σημασία, γιατί θά γνωρίζαμε από πότε υπήρχε συμμετοχή του κυπριακού στοιχείου στον αρχέγονο Χριστιανισμό. Παρ᾿ όλα αυτά η παράδοση της Εκκλησίας διασώζει διάφορες απόψεις για το θέμα του χρόνου της μεταστροφής του Βαρνάβα στον Χριστόν· α) Ο συγγραφέας των Ψευδοκλημεντίων αναφέρει ότι ο Βαρνάβας μεταστράφηκε πολύ ενωρίς και ήταν μεταξύ των πρώτων που ακολούθησαν τον Χριστον. Ο Κύπριος μοναχός Αλέξανδρος στον Εγκώμιό του για τον Βαρνάβα, τοποθετεί τη μεταστροφή του Αποστόλου μετά τή θεραπεία του παραλυτικού στην προβατική κολυμβήθρα (Ιω. 5, 2-9.) από τον Ιησού. β) Κατά τη μαρτυρία του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως και άλλων Πατέρων της Εκκλησίας, ο Βαρνάβας ήταν ένας από τους Εβδομήκοντα Αποστόλους του Κυρίου και μάλιστα, κατά την πληροφορία του Εγκωμίου, ο «πρώτος και έξαρχος και κορυφαίος».

Στον σημείο αυτό αξίζει να επισημάνουμε και το γεγονός της συγχύσεως, η οποία επικρατούσε στη χειρόγραφη παράδοση μεταξύ των ονομάτων του Ιωσήφ - Βαρνάβα και του Ιωσήφ - Βαρσαββά. Το πρόβλημα αυτό είναι γνωστόν και στον ΄Αγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος έκανε σαφή αντιδιαστολή των δύο διαφορετικών προσώπων. Ο Βαρνάβας αναγνωρίζεται μεταξύ των παλαιών Μαθητών. Μάλιστα, ήταν τόσο μεγάλη η διάκρισή του, που σύμφωνα με την αρχαία παράδοση της Εκκλησίας μπορούσε να ήταν υποψήφιος μεταξύ των δύο, από τους οποίους ο ένας θα αντικαθιστούσε τον Ιούδα και θα συμπλήρωνε τον κύκλο των Δώδεκα. Επομένως, ο Βαρνάβας πιθανόν ανήκε στον κύκλο των εκατόν είκοσι Μαθητων, γι᾿ αυτό ήταν ενεργό μέλος της πρώτης Χριστιανικης κοινότητος, η οποία άρχισε να λειτουργεί συστηματικά από την ημέρα της Πεντηκοστής. Ακόμη και ο τίτλος «υιός παρακλήσεως», ο οποίος δείχνει τη χαρισματική δωρεά του Αγίου Πνεύματος, του «Παρακλήτου» (Ιω. 14, 16.), υπονοεί τη συμμετοχή του Βαρνάβα την μερα της Πεντηκοστης στον κύκλο των εκατόν είκοσι Μαθητων κατά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι είναι η πρώτη φορά μετά την Πεντηκοστή που έχουμε στις Πράξεις τη χρήση του όρου «Παράκλητο υιός παρακλήσεως» (Πράξ. 4, 36.).

Ο Βαρνάβας, σύμφωνα με τις πληροφορίες των Πράξεων, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, μέχρι να αναδειχθεί ο Παύλος και να συνεχίσει το έργο της ιεραποστολης στα έθνη, θα είναι εξέχουσα μορφή στον ελληνιστικό χριστιανικό κύκλο των μαθητών και από τις πιο εξέχουσες μορφές γενικά της πρώτης Εκκλησίας. Αλλά και κατά τη διάρκεια της κοινης ιεραποστολικης δράσεως των δύο ανδρών ο Βαρνάβας διατηρεί το κύρος και την αίγλη του, όπως μαρτυρούν τά παρακάτω γεγονότα· 1) Η μεσολάβηση του Βαρνάβα, για να παρουσιασθεί ο πρώην διώκτης του Χριστιανισμού Παύλος στους Αποστόλους (Πράξ. 9, 27.). Ο Απόστολος Βαρνάβας, με την ενέργειά του αυτή, συνέβαλε σημαντικά στην εξέλιξη των γεγονότων της αρχέγονης Εκκλησίας. Επικυρώθηκε η μεταστροφή και αναγνώριση του Αποστόλου των Εθνών και εξασφαλίσθηκε η ενότητα της Αποστολικης Εκκλησίας. 2) Η πρόταξη του ονόματος του Βαρνάβα και κατόπιν του Παύλου τονίζει τη διάκριση του Βαρνάβα και την αναγνώριση της προσφοράς του από την πρώτη Χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων, σ᾿ αντίθεση με τον Παύλο, ο οποίος δεν είχε να επιδείξει ακόμη ανάλογο έργο. 3) Η εντύπωση που προκλήθηκε στους κατοίκους των Λύστρων από την παρουσία και τη δράση των δύο ιεραποστόλων στον τόπο τους είναι χαρακτηριστική· «εκάλουν τε τον Βαρνάβαν Δία, τον δε Παύλον Ερμήν» (Πράξ. 14, 12.), ακόμη και εκεί που ο Παύλος ήταν «ηγούμενος του λόγου» (οπ.π.), γιατί σύμφωνα με την εύστοχη παρατήρηση του ιερού Χρυσοστόμου, «και από της όψεως αξιοπρεπής ο Βαρνάβας». Επισφράγισμα της αναγνωρίσεως του Βαρνάβα από την Πρώτη Εκκλησία αποτελεί η πρόταξη του ονόματός του ως απεσταλμένου της Αποστολικής Συνόδου προς τους εξ εθνών Χριστιανούς στην Αντιόχεια· «΄Εδοξεν ημίν γενομένοις ομοθυμαδόν εκλεξαμένοις άνδρας πέμψαι προς υμάς συν τοις αγαπητοίς ημών Βαρνάβᾳ και Παύλῳ ανθρώποις παραδεδωκόσι τάς ψυχάς αυτων υπέρ του ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Πράξ. 15, 25-26.). Η απόφαση αυτή της Αποστολικης Συνόδου αποτελεί αναγνώριση του κοινού ιεραποστολικού έργου των Βαρνάβα και Παύλου προς τα έθνη. 5) Ακόμη και η συνέχιση της ιεραποστολικης δράσεως του Βαρνάβα παράλληλα και ανεξάρτητα από τον Παύλο, μετά το γνωστόν «παροξυσμό» και χωρισμό τους, λόγῳ του Μάρκου (Πράξ. 15, 39.), δείχνει ότι ο Απόστολος Βαρνάβας δεν ήταν ένας απλός ακόλουθος, αλλ᾿ εφάμιλλος του Αποστόλου των Εθνών. Επομένως, άποψη ότι ο Βαρνάβας ήταν ένας απλός βοηθός και συνεργάτης του Παύλου, δεν ανταποκρίνεται στην εικόνα των γεγονότων που μαρτυρούν οι Πράξεις.

Ως «λευΐτης», ο Απόστολος Βαρνάβας ανήκε φυσικά στον ιουδαϊκό ιερατείο. Σύμφωνα με την πληροφορία των Αριθμών 18,6, οι Λευΐτες ήταν βοηθοί των ιερέων, αν και το Δευτερονόμιο 17,9. 18 18,1.21. 24,8. 27,9 ταυτίζει τους ιερείς με τους λευΐτες.

Πώς ευρέθηκε ο Απόστολος Βαρνάβας στην Κύπρο, οι Πράξεις και τα λοιπά βιβλία της Καινής Διαθήκης δεν μάς δίδουν καμιά απάντηση, και μόνο υποθέσεις μπορούν να διατυπωθούν για το θέμα αυτό. Ως γνωστόν, οι Ιουδαίοι μετανάστευαν για λόγους εμπορικούς και οικονομικούς, αλλά και όταν υπήρχαν στην πατρίδα τους πολεμικές συγκρούσεις. Βέβαια, η Κύπρος πάντοτε εκινούσε το ενδιαφέρον αυτών που αναζητούσαν το κέρδος. Γι᾿ αυτό, ένας μεγάλος αριθμός Ιουδαίων μεταφέρθηκε στην Κύπρο και την Αίγυπτο από τον Πτολεμαίο Α΄, το 320 π.Χ. Ο Βαρνάβας, σύμφωνα με μιά πληροφορία του Επιφανίου Κύπρου, ήταν από τους Ιουδαίους της διασποράς· «ουκ ήν αλλότριος του Ισραήλ». Οι πρόγονοί του, οι οποίοι ήταν Ιουδαίοι από τη φυλή του Λευΐ, μετανάστευσαν στην Κύπρο λόγῳ των πολεμικών συγκρούσεων την εποχή του Αντιόχου του Επιφανούς (168 π.Χ.).

Από το γενονός ότι ο Βαρνάβας ξεκινά το ιεραποστολικό του ταξίδι με τον Παύλο από την Κύπρο και ειδικά από τή Σαλαμίνα, όπου ήταν εγκατεστημενοι πολυάριθμοι Ιουδαίοι, υποθέτουμε ότι ίσως αυτή ήταν η πόλη στην οποία εγεννήθηκε ο Απόστολος. Η αρχαία παράδοση είναι σχεδόν ομόφωνη ότι η Σαλαμίνα είναι ο τόπος του μαρτυρίου του Βαρνάβα και το μέρος όπου ευρίσκεται ο τάφος του.

Αν και δεν έχουμε πληροφορίες για την παιδική λικία του Αποστόλου Βαρνάβα στην Καινή Διαθήκη, το Εγκώμιο ομιλεί για σπουδές του στα Ιεροσόλυμα, όπου εφοίτησε κοντά στον Γαμαλιήλ και είχε συμφοιτητή τον Παύλο. Παρά τις επιφυλάξεις μας για τη μαρτυρία της παραδόσεως, αυτή η πρώιμη γνωριμία βοηθά στην εξήγηση της μετέπειτα στενης συνεργασίας των δύο ανδρών. Πάντως, η κυπριακή καταγωγή του Βαρνάβα και ανατροφή του σε μιά ελληνική περιοχή με έντονη την επίδραση του ελληνικού πολιτισμού είναι προϋποθέσεις για την κατανόηση του έργου του και ιδιαίτερα του φιλελεύθερου πνεύματος, με το οποίο αντίκρισε τή Χριστιανική πίστη. Το πολιτιστικό και πνευματικό περιβάλλον, μέσα στον οποίο μεγάλωσε ο Βαρνάβας, τον εμπόδισε τελικά να εγκλωβισθεί στις στενές ιουδαϊκές αντιλήψεις των ομοεθνών του της Παλαιστίνης.

Πάντως αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι ο Απόστολος Βαρνάβας αναδείχθηκε μεγάλη μορφή στον αρχέγονο Χριστιανισμό και είχε τη μεγαλύτερη διάκριση και αναγνώριση από τους Αποστόλους. Γι᾿ αυτό και οι σχέσεις του με την ηγεσία της εκκλησίας των Ιεροσολύμων ήταν πολύ στενές. Η υπευθυνότητα, η οποία διέκρινε τον Απόστολο, εφάνηκε από την εύστοχη παρέμβασή του να παρουσιάσει τον Παύλο προς τους Αποστόλους. Αυτή η ενέργειά του έχει ιδιαίτερη σημασία για τον συγγραφέα των Πράξεων, ο οποίος από το σημείο αυτό δημιουργεί τις προϋποθέσεις και το πλαίσιο, μέσα στο οποίο αργότερα θα εξελιχθούν οι σχέσεις και η δράση των δύο μεγάλων ιεραποστόλων της Πρώτης Εκκλησίας. Οι προοπτικές της μετέπειτα συνεργασίας των δύο ανδρών προδιαγράφονται με τη σημαντική χειρονομία του Βαρνάβα. Η βαρύτητα της γνώμης, η εγγύηση και υπευθυνότητα του χαρακτήρα του Βαρνάβα άνοιξαν το δρόμο, για να παρουσιασθεί στο προσκήνιο της Πρώτης Εκκλησίας ο νέος ανατέλλων Απόστολος των Εθνών, ο οποίος με το έργο και τη δράση του έδωσε οικουμενικές διαστάσεις στη νεοσύστατη Εκκλησία του Χριστού. Αυτός ο πρώην διώκτης της Εκκλησίας κάτω από την προστατευτική, μεσολαβητική και δυναμική παρουσία του Βαρνάβα, κατά τον συγγραφέα των Πράξεων, κάνει την πρώτη εμφάνισή του στα Ιεροσόλυμα μετά τή μεταστροφή του.

Ο Κύπριος Βαρνάβας με την ενέργειά του αυτή εδραίωσε ακόμη περισσότερο την εύνοια και τη συμπάθεια των Αποστόλων.

Η αναζήτηση του Παύλου στην Ταρσό και δράση των δύο στην Αντιόχεια «ενιαυτόν όλον» (Πράξ. 11, 26.), εγκαινίασε μιά συστηματική πια ιεραποστολική δράση στα έθνη. Ο Βαρνάβας, σύμφωνα με το συγγραφέα των Πράξεων, μεταφέρει το κέντρο δράσεώς του από την Ιερουσαλήμ, που ήταν μέχρι τώρα, στην Αντιόχεια, η οποία γίνεται το κέντρο και μητέρα των εξ εθνών Χριστιανών. Το γεγονός αυτό ήταν καθοριστικό για τη συνέχιση της δραστηριότητός του. Ο συμπαθής στους Αποστόλους «υιός παρακλήσεως», ο σύνδεσμός τους με τους λοιπούς Μαθητές και μάλιστα με τον Παύλο, ο ασφαλής εκφραστής του γνήσιου πνεύματος της Πρώτης Αποστολικής Εκκλησίας γίνεται ο ιεραπόστολος, ο οποίος θα τάξει τον εαυτό του στον έργο της διαδόσεως του λόγου του Θεού και στα έθνη.

Κατά μία παράδοση, ο Απόστολος Βαρνάβας εκήρυξε το Ευαγγέλιο στην Αλεξάνδρεια, κατ’ άλλη στη Ρώμη, κατ’ άλλη δε και στα Μεδιόλανα της Βορείου Ιταλίας, ώστε να θεωρείται και ως ο ιδρυτής της αυτόθι Εκκλησίας.

Τις τελευταίες ημέρες του φαίνεται ότι διήλθε ο Απόστολος Βαρνάβας, στην Σαλαμίνα της Κύπρου, όπου συνελήφθη από τους Ιουδαίους. Αυτοί τον οδήγησαν έξω από την πόλη, τον έδεσαν στονν τράχηλο με σχοινί και τον εφόνευσαν διά λιθοβολισμού. Έτσι, ετελειώθηκε μαρτυρικά ο «υιός της παρακλήσεως», πιθανώτατα μεταξύ των ετών 57-60 μ.Χ. Το ιερό λείψανό του το έρριψαν στη φωτιά. Τούτο, αφού, με την πρόνοια του Θεού, δεν απανθρακώθηκε, παρέλαβε ο Μάρκος και κάποιοι άλλοι ευλαβείς Χριστιανοί και το ενταφίασαν σε σπήλαιο με βαθύ σεβασμό και τιμή.

Αργότερα, επί του αυτοκράτορος Ζήνωνος (474-475 το πρώτον. 476-491 μ. Χ.), περί το 485 μ.Χ., το τίμιο λείψανο του Αποστόλου Βαρνάβα, το οποίο από τον άγνωστο τόπο της ταφής του, ένεκα σφοδρού διωγμού, εθαυματουργούσε συνεχώς, ευρέθηκε με υπόδειξη θαυμαστή στην Κύπρο κάτω από δένδρο μέσα σε ένα σπήλαιο, που ήταν σφραγισμένο με πέτρες. Το ιερό σκήνωμα, «πνέον ευωδίαν χάριτος πνευματικής», είχε επί του στήθους το μετ’ αυτού συνενταφιασθέν Ευαγγέλιον του Ματθαίου, ιδιόγραφο του Αποστόλου Βαρνάβα. Χάρη στο γεγονός αυτό, Εκκλησία της Κύπρου έπαψε πλέον να τελεί υπό τη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Αντιόχειας και κατέστη αυτοκέφαλος, αφού της παραχωρήθηκαν από τους αυτοκράτορες Ζήνωνα και Ιουστινιανό ιδιαίτερα προνόμια. Τα λείψανα του Αγίου, μετά κάποιες μετακινήσεις, για τις οποίες επίσης ομιλεί παράδοση, κατέληξαν και πάλι στην Κύπρο, όπου σήμερα ευρίσκονται αποθησαυρισμένα στην Ιερά Μονή του Αποστόλου Βαρνάβα στη Σαλαμίνα.


† Τῇ αὐτῆ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοπέμπτου καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων.

Εἶναι ἄγνωστο ποῦ καί πότε ἐμαρτύρησε ὁ ῞Αγιος Μάρτυς Θεόπεμπτος μαζί μέ ἄλλους 4 Μάρτυρες. ῾Ο Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης164 ὑποθέτει ὅτι δέν εἶναι ἀπίθανο νά πρόκειται περί τοῦ ῾Αγίου Μάρτυρος Θεοπέμπτου, ὁ ὁποῖος ἑορτάζει στίς 7 Φεβρουαρίου. Οἱ Συναξαριστές ἀναφέρουν μόνο ὅτι ἐτελειώθηκε διά ξίφους.


† Τῇ αὐτῆ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν Βλιθαρίου, τῆς Σεζάννης.

῾Ο ῞Οσιος Βλιθάριος ἐγεννήθηκε στή Σκωτία κατά τόν 7ο αἰώνα μ.Χ. ῏Ηλθε στήν περιοχή τῆς Σεζάννης τῆς Γαλλίας μαζί μέ τόν ῞Οσιο Φουρσά († 16 ᾿Ιανουαρίου), ὅπου διῆλθε τό βίο του ὡς ἀναχωρητής μέ σκληρή ἄσκηση καί προσευχή. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη165.


† Τῇ αὐτῆ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Ερεβαλδίου, τοῦ ἐκ Βρετανίας, τοῦ ᾿Ερημίτου166.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Εραβάλδιος ἐγεννήθηκε καί ἔζησε στή Βρετανία κατά τόν 8ο αἰώνα μ.Χ. ῎Εγινε ἐρημίτης καί μετά ἀπό πολλά χρόνια ἀσκητικοῦ βίου, ἦλθε σέ μία ἐνορία τῆς πόλεως Μπεριέν, ὅπου καθοδηγοῦσε πνευματικά τούς ἀνθρώπους, καί ἐκεῖ ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.


† Τῇ αὐτῆ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν Βαρνάβα, τοῦ ἐν Βάσῃ Κοιλανίου τῆς Κύπρου.

᾿Από ποῦ καταγόταν καί πότε ἔζησε ὁ ῞Οσιος Βαρνάβας δέν γνωρίζουμε. Δυστυχῶς στή χειρόγραφη ᾿Ακολουθία του δέν ὑπάρχει Συναξάρι. Καί στή Βάσα, ὅπου ἔζησε καί ἀσκήτεψε, δέν ὑπάρχουν ζωντανές παραδόσεις γιά τό βίο του. ῾Ο Κύπριος χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιρᾶς, πού στό Χρονικόν του γράφει καί γιά τούς ῾Αγίους πού ἔζησαν στήν Κύπρο ἤ ἦλθαν ἀπό γειτονικές χῶρες σ᾿ αὐτή, ἀναφέρει ὅτι ὁ ῞Οσιος Βαρνάβας ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς 300 κληρικούς καί λαϊκούς, πού εἶναι γνωστοί μέ τό ὄνομα ᾿Αλαμανοί καί πού κατέφυγαν στήν Κύπρο μετά τήν κατάληψη τῆς Παλαιστίνης ἀπό τούς Σαρακηνούς. ῞Ομως ὁ ὑμνογράφος του, στό Δοξαστικό τῶν Αἴνων, γράφει· «Τῶν μοναστῶν τήν καλλονήν, καί τῶν Βάσεων βλάστημα καί κλέος...», πράγμα πού δείχνει πώς ὁ ῞Οσιος ἦταν γέννημα καί θρέμμα καί δόξα τῆς Βάσας.

᾿Από τήν παιδική του λικία ψυχή του, γεμάτη καλοσύνη καί εὐσέβεια, ἐξεκουραζόταν μονάχα στή μελέτη τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ καί ἐκαλλιεργοῦσε τό χαρακτήρα του. Μέ αὐτό τόν τρόπο ἀπέκτησε ἦθος καί σεμνότητα.

῾Ο ῞Οσιος Βαρνάβας, σύμφωνα μέ τίς τοπικές παραδόσεις καί τήν ᾿Ακολουθία του, ἀσκήτεψε σέ ἕνα σπήλαιο, πού εὑρίσκεται στά δυτικά τοῦ χωριοῦ καί στή ρίζα ἑνός πέτρινου γκρεμοῦ ἀπό ἄσπρα ὑδατώδη πετρώματα, καί ἔζησε μιά ζωή δοσμένη ἐξ ὁλοκλήρου στόν Θεό καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ.

῎Ετσι διακρίθηκε σέ ὅλα στήν ἀσκητική του πολιτεία καί μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ἔγινε φωτεινή λαμπάδα, πού σκορποῦσε τό γλυκύ φῶς της ὁλόγυρα. ᾿Εκτός ἀπό τήν τακτική μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἐπερνοῦσε πολλές ὧρες μέ τήν προσευχή. ῾Η μελέτη, προσοχή, προσευχή και αὐστηρή νηστεία ἦταν τά ὅπλα μέ τά ὁποῖα καθημερινά ἀγωνιζόταν. Γίνεται συνόμιλος τῶν ᾿Αγγέλων καί ἰσάγγελος ἐπί τῆς γῆς. ῾Η εὐλογία τοῦ Θεοῦ τόν ἐπεσκίασε πλουσιοπάροχα καί τόν κατέστησε καί ἐδῶ στή γῆ ἀκένωτη πηγή θαυμάτων καί εὐεργεσιῶν. Μέ πνεῦμα πραότητος καί δύναμη λόγου ἐδίδασκε ἀκούραστα κάθε φορά ἐκείνους πού, ὡς διψασμένα ἐλάφια, κατέφευγαν στό σπήλαιό του, γιά νά τόν ἰδοῦν καί νά τόν συμβουλευθοῦν γιά τή σωτηρία τους.

᾿Εκεῖ στό σπήλαιο αὐτό ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη ὁ ῞Οσιος Βαρνάβας. ῞Ενα μεγάλο θαῦμα συνόδευσε κατά τόν ὑμνογράφο τήν κοίμησή του. «Θαῦμα ὑπέρ ἔννοιαν ἐν τῇ κοιμήσει σου γέγονεν, ὁσιόφρον θεσπέσιε, νίκα τό πλῆθος τῶν Βάσεων ἐπέστη ἀθρόον, ὥσπερ γάρ ἥλιος τό πρόσωπόν σου ἐξανατέταλκεν».

᾿Από τά ἱερά λείψανα τοῦ ῾Οσίου φυλάσσονται τεμάχια καί τιμία κάρα αὐτοῦ στό ναό τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου τῆς Βάσας. ᾿Επίσης στό ναό αὐτό εὑρίσκονται καί δύο εἰκόνες τοῦ ῾Οσίου, μία παλαιά καί μία νεώτερη, πού εἰκονίζει τόν ῞Οσιο νά φέρει τούτη τήν ἐπιγραφή· «᾿Ιησοῦ μνήμη φωτίζει τόν νοῦν καί ἐκδιώκει τούς δαίμονας».


† Τῇ αὐτῆ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός μῶν Βαρνάβα, τῆς Βετλούγκα.

῾Ο ῞Οσιος Βαρνάβας ἐγεννήθηκε στήν πόλη Οὔστιουγκ τῆς Ρωσίας. ῎Εχοντας μέσα στήν καρδιά του ἀναμμένη τή φλόγα τῆς ἱερωσύνης, ἐχειροτονήθηκε ἱερέας καί διακονοῦσε σέ μιά ἀπό τίς ἐνορίες τῆς πόλεως. ᾿Από ἀγάπη πρός τό μοναχικό βίο, τό 1417, ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἐγκαταστάθηκε στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Βετλούγκα, ὅπου ἔζησε ἐπί εἴκοσι ὀκτώ χρόνια μέ ἄσκηση καί προσευχή. Κοντά του δέν εὕρισκαν πνευματική ἀνάπαυση μόνο οἱ πιστοί, ἀλλά καί τά ἄγρια ζῶα τοῦ δάσους, τά ὁποῖα ἐπλησίαζαν τόν ῞Οσιο μέ εὐχαρίστηση καί ἀσφάλεια, διότι ἔνιωθαν τήν ἀγάπη του πρός τή φύση. Σύμφωνα μέ τήν παράδοση, τό 1439, τόν ἐπισκέφθηκε ὁ ῞Οσιος Μακάριος τοῦ Ζχελτοβόντ († 25 ᾿Ιουλίου), γιά νά τόν συμβουλευθεῖ καί νά λάβει τήν εὐχή του.

῾Ο ῞Οσιος Βαρνάβας ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, σέ βαθύ γήρας, τό 1445. Στόν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του ἱδρύθηκε κοινοβιακή μονή ἀφιερωμένη στό ὄνομά του καί τό βίο του συνέγραψε, τό 1639, ὁ ἱερομόναχος τῆς μονῆς ᾿Ιωσήφ (Ντιάντκυν), ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἀνέλαβε τήν εὐθύνη τῆς ἐκτυπώσεως πνευματικῶν βιβλίων στή Μόσχα.

Τά ἱερά λείψανα τοῦ ῾Οσίου εὑρέθησαν θαυματουργικά ἐπί Πατριάρχου Μόσχας ᾿Ιωάσαφ, τό 1639.

Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου στή θέση τῆς μονῆς τοῦ ῾Οσίου ἐδημιουργήθηκε πόλη Βαρναβίν καί τό καθολικό τοῦ μοναστηριοῦ ἔγινε ὁ καθεδρικός ναός τῆς νέας πόλεως, πού εἶχε καί αὐτή τό ὄνομα τοῦ ῾Οσίου.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Μητροφάνους Τσί-Σούνγκ καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων Τατιανῆς πρεσβυτέρας, ῾Ησαΐου καί ᾿Ιωάννου, Μαρίας καί ἑτέρων διακοσίων εἴκοσι μαρτύρων.

Περί τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος μ.Χ. ᾿Ορθόδοξη Κινεζική ᾿Εκκλησία ἔφθασε σέ μεγάλη ἀκμή. ᾿Απέκτησε Κινέζο ἱερέα, τόν μετέπειτα ῞Αγιο Μητροφάνη Τσί-Σούνγκ, ἐκτίσθησαν πολλοί ὀρθόδοξοι ναοί, ἐτελοῦντο Λειτουργίες πλήν τοῦ Πεκίνου καί σ ἄλλες πόλεις τῆς Κίνας καί τῆς Μαντζουρίας καί ἀπέκτησε τή μεγαλύτερη λάμψη της ἐπί τῆς ἐποχῆς τοῦ ἱεραποστόλου ᾿Ιννοκεντίου Φιγκουρόφσκυ ἀπό τό 1897 ἕως τό 1900-1901, ὁπότε ἐπῆλθε μεγάλη δοκιμασία ἀλλά καί ὁ μαρτυρικός θρίαμβος τῆς ᾿Ορθοδόξου Κινεζικῆς ἐκκλησίας. Τότε ἐξέσπασε ἐπανάσταση τῶν Μπόξερ, τῶν συντηρητικῶν Κινέζων, πού ἦταν ἀντίθετοι στούς νεωτερισμούς καί στίς μεταρρυθμίσεις, σύμφωνα μέ τά ξενόφερτα δυτικά πρότυπα. ῾Η χήρα αὐτοκράτειρα μέ τούς συντηρητικούς καί τούς ὀπαδούς τῶν πατροπαράδοτων πολεμικῶν τεχνῶν ἐπενέβησαν βίαια καί ἐματαίωσαν τά σχέδια τῶν νεωτεριστῶν. Τό κίνημα τῶν Μπόξερ, ὅπως ὀνομάσθηκε ἀπό τούς ξένους, ἔπνιξε στό αἷμα κάθε ἀντίδραση καί ἐπεζήτησε τήν ἔξωση ὅλων τῶν ξένων πού ἐζοῦσαν στή χώρα, στούς ὁποίους κατά τή γνώμη τους ὀφείλονταν κάθε κακό πού συνέβη σ αὐτήν.

Τό 1900, ἀπόπειρα τῶν ξένων νά φέρουν περισσότερα στρατεύματα στό Πεκίνο, ἐπιδείνωσε τήν κατάσταση. Στίς 10 ᾿Ιουνίου ἐκολλήθησαν προκηρύξεις στούς τοίχους τοῦ Πεκίνου, πού ἐκαλοῦσαν τούς Κινέζους νά ἐξολοθρεύσουν ὅλους τούς Χριστιανούς καί νά ἀπειλοῦν μέ φοβερά μαρτύρια ὅσους θά προσπαθοῦσαν νά κρυφθοῦν. ῾Η 11η ᾿Ιουνίου 1900 ἔγινε μέρα τῆς δόξας γιά τή χώρα τῆς Κίνας, πού προσέφερε καί αὐτή τή μερίδα τῶν Μαρτύρων της στήν πορφυρή ἁλουργίδα τῆς θριαμβεύουσας ᾿Εκκλησίας.

῾Η πομπή τῶν δημίων ἐξεκίνησε μεγαλοπρεπῶς μέ ἀναμμένους δαυλούς, ὑψώνοντας στά χέρια τά εἴδωλα τῶν πατροπαράδοτων θεῶν τῆς σινικῆς φυλῆς καί κρατώντας θυμιατήρια, γιά νά τούς θυμιάσουν οἱ Χριστιανοί ἀρνούμενοι τήν πίστη τους καί τήν πατρώα εὐσέβεια. Τά μαρτύρια ἦσαν φρικτά καί ὁ φόβος μέγας. ᾿Από τούς 700 Κινέζους ᾿Ορθόδοξους, οἱ 300 ἐμαρτύρησαν γιά τήν πίστη τους.

῾Ο ῞Αγιος Μητροφάνης ἦταν ὁ πρῶτος Κινέζος ᾿Ορθόδοξος ἱερέας καί εἶχε χειροτονηθεῖ ἀπό τόν ῞Αγιο Νικόλαο τῆς ᾿Ιαπωνίας. ῾Υπηρετοῦσε τήν ὀρθόδοξη ἱεραποστολή δεκαπέντε ὁλόκληρα χρόνια. ῎Εσφαξαν μπροστά στά μάτια του τήν πρεσβυτέρα του Τατιανή καί τό 23χρονο υἱό του ῾Ησαΐα, ἐνῶ ἔκοψαν τή μύτη, τά αὐτιά καί τά δάκτυλα τῶν ποδιῶν τοῦ μικρότερου υἱοῦ του ᾿Ιωάννου. ῾Ο παιδομάρτυρας ὄχι μόνο δέν δυσανασχετοῦσε, ἀλλά ὡς ἐκ θαύματος δέν ἔνιωθε κανένα πόνο καί ἀπαντοῦσε στίς προκλήσεις τῶν δημίων του πού τόν ἀποκαλοῦσαν «παιδί τῶν δαιμόνων»· «Εἶμαι Χριστιανός ᾿Ορθόδοξος καί πιστεύω στόν Χριστό καί ὄχι στούς δαίμονες».

᾿Αφοῦ ἐκτέλεσαν τόν πατέρα Μητροφάνη, νύφη του Μαρία, μνηστή τοῦ Μάρτυρος ῾Ησαΐα, 19 ἐτῶν, ἔφθασε στό πρεσβυτέριο ἐπιθυμώντας νά πεθάνει μέ τήν οἰκογένεια τοῦ μνηστῆρος της. ῞Οταν οἱ Μπόξερ ἐκύκλωσαν τό σπίτι, Μαρία, ἀφοῦ ἐβοήθησε πολλούς Χριστιανούς νά πηδήσουν τόν τοῖχο τῆς αὐλῆς καί νά σωθοῦν, ἐστάθηκε μέ θάρρος κατέναντι τῶν δημίων της καί τούς κατηγόρησε γιά τήν ἄδικη δολοφονία τόσων ψυχῶν, χωρίς νά ἔχει ἀποδειχθεῖ ἐνοχή τους ἀπό κανένα δικαστήριο. Οἱ δήμιοι τῆς ἐτρύπησαν τά πόδια καί τῆς καταπλήγωσαν τά χέρια, προτρέποντάς την νά φύγει καί νά σωθεῖ. ῾Η γενναία ὅμως Μαρία τούς ἀπάντησε θαρραλέα· «᾿Εγεννήθηκα ἐδῶ, κοντά στό ναό τῆς Παναγίας Θεοτόκου, ἐδῶ καί θά πεθάνω». Τότε οἱ Μπόξερ τήν ἀποτελείωσαν.

Μεταξύ τῶν Μαρτύρων τῆς ᾿Ορθοδόξου πίστεως, συγκαταλέγονται καί πολλοί ἀπόγονοι τῶν κατοίκων τοῦ ᾿Αλμπασίν τῆς Ρωσίας πού εἶχαν πρῶτοι φέρει τό φῶς τῆς ᾿Ορθοδοξίας στό Πεκίνο, τό 1685, καί οἱ ὁποῖοι εἶχαν πιά ἀφομοιωθεῖ μέ τούς Κινέζους. ᾿Από αὐτούς συγκρατοῦνται τά ὀνόματα τῶν· Κλήμεντος Κουϊ-Κίν, Ματθαίου Χάι-Τσουάν, τοῦ ἀδελφοῦ του Βίτ καί τῆς ῎Αννας Τσούι.

᾿Από τούς περίπου χίλιους τῆς ἐνορίας τοῦ Πεκίνου οἱ τριακόσιοι χάθηκαν στά αἱματηρά γεγονότα τῆς 11ης ᾿Ιουνίου 1900, ἐκ τῶν ὁποίων 222 ἔλαβαν τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου καί ἀπετέλεσαν τήν ἔνδοξη μαρτυρική ἀρχή τοῦ 20οῦ αἰῶνος167.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός μῶν Λουκᾶ, ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας.

῾Ο ῞Αγιος Λουκᾶς, κατά κόσμον Βαλεντίνος, υἱός τοῦ Φήλικος Βόϊνο-Γιασενέτσκϊυ, ἐγεννήθηκε στίς 14 ᾿Απριλίου τοῦ 1877, στήν πόλη Κέρτς, τό ἀρχαῖο Ποντικάπαιο, πού ἦταν ἀποικία τῶν Μιλησίων. Στό τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 1880 οἰκογένειά του μετακομίζει στήν πρωτεύουσα τῆς Οὐκρανίας, τό Κίεβο.

᾿Από τήν παιδική του λικία ὁ ῞Αγιος ἐξεχώρισε ἀπό τά ἄλλα ἀδέλφια του. ᾿Εζοῦσε ἁπλά καί λιτά. Αὐτό ὅμως πού ἐπέδρασε στήν ψυχή του ἦταν τό περίφημο μοναστήρι τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων, ἕνας τόπος ἁγιασμένος ἀπό τίς προσευχές, τήν ἄσκηση καί τά δάκρυα πολλῶν ῾Αγίων Πατέρων καί ᾿Ασκητῶν τῆς ᾿Εκκλησίας, πού ἔζησαν ἐκεῖ ἀπό τό 10ο αἰώνα. ᾿Εσπούδασε στήν ᾿Ακαδημία Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Κιέβου καί εἶχε τό χάρισμα τῆς ζωγραφικῆς. Παράλληλα μέ τίς πνευματικές του ἀναζητήσεις ἐμελετοῦσε μέ ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια τήν ῾Αγία Γραφή. Πολλά σημεῖα τοῦ Εὐαγγελίου τόν συνέπαιρναν. Τά ὑπογράμμιζε μέ κόκκινο μελάνι. Αὐτό τό Εὐαγγέλιο τό ἐκράτησε μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του, ἔγινε ὁ ἀχώριστος σύντροφός του. Στή συνέχεια ἐσπούδασε τήν ἰατρική ἐπιστήμη στό πανεπιστήμιο τοῦ Κιέβου. Τό μέλλον του, ὡς ἰατροῦ, φαίνεται λαμπρό, ἀφοῦ ξεχωρίζει καί διακρίνεται στίς σπουδές του. ᾿Εκεῖνος ὅμως εἶχε ὡς σκοπό τή διακονία τοῦ πάσχοντος ἀνθρώπου, καί ἰδιαίτερα τοῦ πτωχοῦ. Βοηθάει τούς πάντες. Διακονεῖ χιλιάδες ἀσθενεῖς. Προοδεύει τόσο πολύ στήν ἰατρική ἐπιστήμη καί ἐκλέγεται Καθηγητής Πανεπιστημίου.

Τό 1918 συλλαμβάνεται ἀπό τό καθεστώς τῆς ᾿Οκτωβριανῆς ἐπαναστάσεως, ἀλλά, σάν ἀπό θαῦμα ἐλευθερώνεται. ῎Ηδη ἔχουν ἀρχίσει τά δεινά τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο Θεός ξαφνικά τόν καλεῖ νά γίνει ἱερεύς καί νά διακονήσει τό λαό Του. Στίς 26 ᾿Ιανουαρίου 1921 λαμβάνει τόν πρῶτο βαθμό τῆς ἱερωσύνης. Μιά ἑβδομάδα ἀργότερα, τήν μέρα τῆς ἑορτῆς τῆς ῾Υπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, χειροτονεῖται πρεσβύτερος, ἀπό τόν ᾿Αρχιεπίσκοπο Τασκένδης ᾿Ιννοκέντιο, καί ἀξιώνεται νά κρατήσει στά χέρια του τήν παρακαταθήκη πού τοῦ παρέδωσε ᾿Εκκλησία, τό Σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, σάν τόν Προφήτη Συμεών τό Θεοδόχο. ῾Ο ῞Αγιος ἀγωνιζόταν σέ πολλά μέτωπα. ᾿Από τή μιά μεριά φροντίδα τῶν ὀρφανῶν παιδιῶν του. ᾿Από τήν ἄλλη οἱ ἀνάγκες τῆς ἐνορίας. Παράλληλα ἐδίδασκε στό Πανεπιστήμιο, στήν ἕδρα τῆς τοπογραφικῆς ἀνατομίας καί χειρουργικῆς, ἐνῶ ἐργαζόταν καί στό νοσοκομεῖο.

῾Ο ἐξόριστος ᾿Επίσκοπος τῆς Οὐφά ᾿Ανδρέας ἔφθασε τό 1922 στήν Τασκένδη, μετά τήν ἀναγκαστική ἀπομάκρυνση τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Ιννοκεντίου ἀπό τούς σχισματικούς τῆς «Ζώσης ᾿Εκκλησίας», πού ἔκαναν πιό ζωντανή τήν παρουσία τους μέ τή βοήθεια τῶν μυστικῶν ὑπηρεσιῶν τοῦ κράτους. Οἱ κάτοικοι τῆς Τασκένδης ἐξέλεξαν ὁμόφωνα ᾿Επίσκοπό τους τόν ῞Αγιο. ῾Ο ᾿Επίσκοπος ᾿Ανδρέας, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐπισκεφθεῖ τό μαρτυρικό Πατριάρχη Μόσχας Τύχωνα, εἶχε τήν ἄδεια νά ἐκλέγει τούς ᾿Επισκόπους καί νά τούς χειροτονεῖ κρυφά. ῎Ετσι ἔκειρε μοναχό τόν ῞Αγιο καί τόν ὀνόμασε Λουκᾶ, πρός τιμήν ᾿Αποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, τοῦ ἰατροῦ. ῾Η χειροτονία του ἔγινε στήν πόλη Πεντζικέντ ἀπό ἐξόριστους ᾿Επισκόπους. ῾Η πορεία πρός τό μαρτύριο ἄρχισε.

Στίς 9 ᾿Ιουνίου 1923 ἐπῆγε στό ναό καί ἐτέλεσε τόν ῾Εσπερινό καί τόν ῎Ορθρο. ᾿Επέστρεψε στό σπίτι καί ἄρχιζε νά προετοιμάζεται γιά τή Θεία Λειτουργία, διαβάζοντας τήν ᾿Ακολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως. ᾿Εκεῖνο τό βράδυ τόν συνέλαβαν οἱ κομισάριοι τῶν Μπολσεβίκων. ῞Ομως, ἐπειδή ἐγνώριζαν πόσο δημοφιλής ἦταν ὁ ᾿Επίσκοπος Λουκᾶς καί ἐφοβοῦντο ταραχές, ἔβαλαν σέ ἐφαρμογή τή μέθοδο τῆς συκοφαντίας καί τῆς λασπολογίας. ῾Η κατηγορία ἦταν ὅτι συμμετεῖχε σέ ἀντιεπαναστατικά κινήματα κατά τοῦ καθεστῶτος. Παρ ὅλα αὐτά δέν κατάφεραν τίποτε, ἀλλά ἔπρεπε νά τόν διώξουν ἀπό τήν Τασκένδη, γιατί εἶχε ἤδη μεταβεῖ στήν Τασκένδη ὁ ἀντικανονικός ᾿Επίσκοπος τῆς «Ζώσης ᾿Εκκλησίας». ῾Ο ᾿Επίσκοπος Λουκᾶς φθάνει στή Μόσχα, ὅπου συναντᾶ τόν ῞Αγιο Πατριάρχη Τύχωνα καί συλλειτουργεῖ μαζί του. Σέ λίγες μέρες καί πάλι συλλαμβάνεται καί ὁδηγεῖται στίς φυλακές Μπουτύρσκι, οἱ ὁποῖες εἶχαν τή φήμη τῶν πιό σκληρῶν φυλακῶν τῆς Μόσχας. ᾿Από ἐκεῖ μεταφέρεται στίς φυλακές Ταγκάνκα πού βρίσκονται στήν ἄλλη πλευρά τῆς Μόσχας καί σέ λίγο καιρό ἐξορίζεται στή Σιβηρία, στήν πόλη Γενισέϊσκ. ῾Η ἰατρική ἰδιότητά του τοῦ ἐπέτρεπε κάποια μικρή ἄνεση καί σχετική ἐλευθερία κινήσεων. ᾿Ελειτουργοῦσε καί ἐχειρουργοῦσε. ᾿Εθεράπευε τίς ψυχικές ἀλλά καί τίς σωματικές ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων. Καί πάλι τόν ἐξορίζουν στό χωριό Χάγια, κοντά στόν παραπόταμο τοῦ ᾿Αγκαρᾶ, γιά νά ἐπιστρέψει ἐκ νέου στό Γενισέϊσκ. Τόν ἐξορίζουν στό Τουρουχάνσκ. ᾿Αγόγγυστα ὁ ᾿Επίσκοπος ἐδέχθηκε τήν ἀπόφαση. Στήν περιοχή αὐτή οἱ κλιματολογικές συνθῆκες κάνουν τή ζωή πολύ δύσκολη. ῾Ο χειμώνας εἶναι σκοτεινός καί ἀτελείωτος. ῾Η θερμοκρασία κατεβαίνει στούς 40 βαθμούς ὑπό τό μηδέν ἤ ἀκόμη πιό κάτω. ῾Ο ῞Αγιος θέτει τόν ἑαυτό του καί τή ζωή του στή διακονία τῶν ἀνθρώπων καί ἰδιαίτερα τῶν ἀσθενῶν.

῾Η δράση τοῦ ῾Αγίου δέν ἀφήνει ἀδιάφορους τούς κρατικούς παράγοντες. Τοῦ ἀπαγορεύουν νά εὐλογεῖ τούς ἀσθενεῖς στό νοσοκομεῖο, νά κάνει κηρύγματα, νά ἐπισκέπτεται ἕνα μοναστήρι πού ἦταν ἐκεῖ κοντά, μέ ἕλκηθρο. ῞Ομως, τό μαρτύριο συνεχίζεται. Τόν κατηγοροῦν γιά ἀνυπακοή στή σοβιετική ἐξουσία καί τόν ἐξορίζουν στόν ᾿Αρκτικό ὠκεανό. Μόνη του παρηγοριά ὁ Θεός. ῾Η προσευχή ἦταν τό καταφύγιό του. ῾Η χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνίσχυε τό μάρτυρα ᾿Επίσκοπο πού ἄντεξε καί αὐτή τή σκληρή δοκιμασία.

῾Ο ῞Αγιος, μέ τή βοήθεια τοῦ ᾿Επισκόπου Κρασνογιάρσκ ᾿Αμφιλοχίου, ἐπιστρέφει στήν Τασκένδη. Στίς 23 ᾿Απριλίου 1930, οἱ ἀρχές ἀνακοινώνουν τήν κατεδάφιση τοῦ ναοῦ τοῦ ῾Οσίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ. ῾Ο ῞Αγιος Λουκᾶς ἀναστατώθηκε. Γράφει γι αὐτό ὁ ἴδιος· «Στίς 23 ᾿Απριλίου 1930 γιά τελευταία φορά λειτούργησα στόν ἱερό ναό καί κατά τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου μέ συνεπῆρε σκέψη πώς τό ἴδιο βράδυ θά μέ συλλάβουν. ῞Οπως κι ἔγινε. Τήν ἐκκλησία τήν γκρέμισαν ὅταν ἐγώ βρισκόμουν στή φυλακή. Στόν πασίγνωστο κατηχητικό λόγο πού διαβάζεται τό Πάσχα, ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει, ὅτι ὁ Θεός ὄχι μόνο τά ἔργα δέχεται, ἀλλά καί τή γνώμη ἀσπάζεται. Καί τήν πράξη τιμᾶ καί τήν πρόθεση ἐπαινεῖ. Γι αὐτή τήν πρόθεσή μου νά πεθάνω μέ μαρτυρικό θάνατο, ἄς μοῦ συγχωρέσει ὁ Θεός τίς πολλές ἁμαρτίες μου».

Τό Μάιο τοῦ 1931, ἀκολουθεῖ δεύτερη ἐξορία στή Σιβηρία, ἀνακρίσεις καί βασανιστήρια. Γιά λίγο τόν ἀφήνουν ἐλεύθερο καί τό Μάρτιο τοῦ 1940 ἐξορίζεται γιά τρίτη φορά. Κατά τή διάρκεια τοῦ Βύ παγκοσμίου πολέμου καλεῖται στήν πόλη Κρασνογιάρσκ, ὅπου προσφέρει τίς πολύτιμες ὑπηρεσίες του ὡς ἰατρός καί λειτουργός τοῦ Κυρίου, γιά νά ἐκλεγεῖ στή συνέχεια ᾿Αρχιεπίσκοπος αὐτῆς. Λίγο ἀργότερα μετατίθεται στήν ᾿Αρχιεπισκοπή Ταμπώφ καί Μιτσούρνικ καί τό 1945, μετά τό τέλος τοῦ πολέμου, δέχεται τήν πρώτη πολιτική ἐπιβράβευση γιά τό τεράστιο ἔργο του καί τήν προσφορά του. Τό Μάιο τοῦ ἔτους 1946 ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Λουκᾶς μετατίθεται στήν Κριμαία, ὡς ᾿Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως καί Κριμαίας168. ᾿Εκεῖ, ὁ ῞Αγιος Λουκᾶς, ἀφοῦ προσέφερε τά πάντα στή διακονία τοῦ λαοῦ του, ἐκοιμήθηκε ὁσίως, τό 1961169.

῾Η ᾿Εκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τή μνήμη του στίς 29 Μαΐου.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μετακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου πατρός μῶν ᾿Εφραίμ, τοῦ ἐκ Ρωσίας.

῾Η ᾿Εκκλησία ἑορτάζει τή μνήμη τοῦ ῾Οσίου ᾿Εφραίμ καί στίς 28 ᾿Ιανουαρίου.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Εφραίμ ἵδρυσε στήν πόλη Νόβο-Τόργκα ξενώνα, ὅπου κατοικοῦσαν αἰχμάλωτοι ἤ καταδικασμένοι, καί διακονοῦσε τούς πάντες μέ αὐταπάρνηση. ῾Ομοίως στή δεξιά ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Τβέρτς, πλησίον τοῦ ξενῶνος, ἵδρυσε ναό τό 1038, καί τή μονή Νοβοτόρζσκϊυ τῶν ῾Αγίων Βόριδος καί Γκλέμπ. Τά ἱερά λείψανά του μετεκομίσθησαν στό καθολικό τῆς μονῆς, τό 1572.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, σύναξις τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου τοῦ «῎Αξιόν ᾿Εστιν», ἐν ῾Αγίῳ ῎Ορει.

῾Η ἱερή εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ «῎Αξιόν ᾿Εστιν» φυλάσσεται στό ναό τοῦ Πρωτάτου τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους, στίς Καρυές. ῾Ο ναός αὐτός ἐκτίσθηκε τό 843 μ.Χ., ἐμεγάλωσε ἀπό τόν ῞Οσιο ᾿Αθανάσιο τόν ᾿Αθωνίτη καί ἁγιογραφήθηκε κατά τό 13ο αἰώνα μ.Χ. ἀπό τόν περίφημο ἁγιογράφο ᾿Εμμανουήλ Πανσέληνο.

Σύμφωνα μέ τήν παράδοση, κάποιος μοναχός, ὁ ὁποῖος ἐζοῦσε κοντά στίς Καρυές μ ἕνα νεαρό ὑποτακτικό, ἔφυγε ἕνα βράδυ ἀπό τό κελί, διότι ἔπρεπε νά πάει στήν ἐκκλησία τοῦ Πρωτάτου, γιά νά συμμετάσχει σέ μιά ἀγρυπνία. ῞Οταν ἐνύχτωσε, ὁ δόκιμος, πού ἔμεινε μόνος, ἄκουσε ἀργά τό βράδυ νά κτυποῦν τήν πόρτα καί ἀνοίγοντάς την εἶδε ἕνα γέροντα μοναχό, πού ἐζητοῦσε φιλοξενία. Τά μεσάνυχτα ὁ γέροντας καί ὁ δόκιμος ἄρχισαν νά ψάλουν μαζί τήν ᾿Ακολουθία. Μόλις ἔφθασε ὥρα νά ψάλουν «Τήν Τιμιωτέραν», ὁ γέροντας πρόλαβε τό δόκιμο στό ψάλσιμό του λέγοντας πρίν τό «῎Αξιον ἐστιν μακαρίζειν Σε τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ μῶν». ῾Ο νεαρός δόκιμος ἄκουσε τόν ὕμνο αὐτό γιά πρώτη φορά. Γι᾿ αὐτό εἶπε στό γέροντα νά τοῦ γράψει αὐτά τά λόγια, γιά νά ὑμνεῖ τήν Παναγία. ῾Ο γέροντας ἐδέχθηκε καί ἔγραψε τόν ὕμνο ἐπάνω σέ μιά πέτρα, πού ἔγινε μαλακή σάν κερί, καί εἶπε στό νεαρό δόκιμο· «᾿Από ἐδῶ καί πέρα ἔτσι ἐσεῖς καί ὅλοι οἱ ᾿Ορθόδοξοι νά ψάλετε αὐτόν τόν ὕμνο». ῾Ο γέροντας μοναχός, ἀφοῦ εἶπε πώς τόν ἔλεγαν Γαβριήλ, ἐξαφανίσθηκε.

Μόλις ἐπέστρεψε ὁ γέροντας μοναχός, ὁ δόκιμος τοῦ ἔδειξε τήν πέτρα καί ἔψαλε τόν ὕμνο πού εἶχε ἀκούσει. ῾Ο γέροντας μέ τή διάκρισή του διεπίστωσε ἀμέσως τό θαυματουργικό γεγονός καί ἔτρεξε νά μεταφέρει τό θαυμαστό ἀντικείμενο στούς γέροντες τοῦ γειτονικοῦ μοναστηριοῦ. ῎Ετσι διαδόθηκε ὅτι ὁ μυστηριώδης ἐπισκέπτης ἦταν ὁ ᾿Αρχάγγελος Γαβριήλ, ὁ ὁποῖος εἶχε κατέβει ἀπό τόν οὐρανό, γιά νά διδάξει ἕνα νέο ὕμνο πρός τιμήν τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου.

῾Η χαραγμένη πέτρα ἀπό τόν ᾿Αρχάγγελο Γαβριήλ ἀπεστάλη στόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νικόλαο Χρυσοβέργη (984-996 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἐνέκρινε τήν εἰσαγωγή τοῦ ἀγγελικοῦ αὐτοῦ ὕμνου στό λειτουργικό βίο τῆς ᾿Εκκλησίας.

῾Ο ῞Αγιος Νικόδημος ὁ ῾Αγιορείτης ἀναφέρει ὅτι τό γεγονός αὐτό εἶναι πολύ παλαιό καί τοῦτο μαρτυρεῖται ἀπό τά Μηναῖα τῆς ᾿Εκκλησίας, ὅπου στίς 11 ᾿Ιουνίου ἀναγράφεται· «Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, Σύναξις τοῦ ᾿Αρχαγγέλου Γαβριήλ ἐν τῷ ῎Αδειν». Τό γεγονός αὐτό συνέβη τό 982 μ.Χ.

῾Η ἱερή εἰκόνα τῆς Θεομήτορος εἶναι τύπου ᾿Ελεούσης ἤ Γλυκοφιλούσης καί κρατᾶ στά δεξιά της τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,

ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.