27 Μαρτίου
† Μνήμη τῆς ὁσίας μητρός ἠμῶν Ματρώνης, τῆς ἐν Θεσσαλονίκῃ, τῆς ῾Ομολογητρίας.
῾Η ῾Οσία Ματρώνα ἔζησε στή Θεσσαλονίκη καί συγκαταλέγεται μεταξύ τῶν Μαρτύρων τῶν πρώτων αἰώνων τῆς ᾿Εκκλησίας μας, κατά τήν περίοδο τῶν διωγμῶν. ῾Υπῆρξε ἀκόλουθος μιᾶς πλούσιας καί εὐγενοῦς ᾿Ιουδαίας, μέ τό ὄνομα Παντίλλα ἤ Παυτίλλα, ὁποία ἦταν σύζυγος τοῦ στρατοπεδάρχου τῆς Θεσσαλονίκης. Καθημερινά συνόδευε τήν κυρία της στή συναγωγή τῆς πόλεως, ὅπου ὡστόσο δέν πήγαινε ἴδια, διότι κρυφά κατέφευγε σέ χριστιανικό ναό, γιά νά προσευχηθεῖ.
Μοιραῖα, ὅμως, ἐπειδή γιά πολύ καιρό Ματρώνα ἐξεγελοῦσε τήν κυρία της, μιά λάθος κίνηση ἐστάθηκε ἀφορμή γιά νά ἀποκαλυφθεῖ ταυτότητά της. Σέ μιά ἑορτή τῶν ᾿Ιουδαίων, κατά τήν ὁποία ἐσυνήθιζαν νά τρῶνε πικρά χόρτα καί ἄζυμα, Ματρώνα ἄργησε νά ἐπιστρέψει ἀπό τό ναό καί ὅταν ἔφθασε στή συναγωγή ἐγινόταν τελετή τῶν ᾿Επιτιμίων. ῞Ενας ἀπό τούς δούλους τῆς Παντίλλας κατήγγειλε ὅτι Ματρώνα ἦταν Χριστιανή καί ὅτι ἐξαπατᾶ τήν κυρία της, φροντίζοντας κάθε φορά πού αὐτή προσερχόταν στή συναγωγή, ἐκείνη νά πηγαίνει στήν ἐκκλησία. Αὐτό προεκάλεσε τήν ὀργή τῆς Παντίλλας, πού δέν ἐδίστασε, ξεσπώντας σέ κραυγές, νά τήν κατηγορήσει ὅτι εἶναι ἐχθρική πρός αὐτήν. Διέταξε ἀμέσως τή σύλληψή της καί, ἀφοῦ τή συνέλαβαν καί τήν ἔδεσαν, ἄρχισαν νά τή μαστιγώνουν. ῾Η Ματρώνα, ὅμως, μέ παρρησία ἐδήλωσε ὅτι εἶναι Χριστιανή καί ὅτι, ἄν καί κυρία της ἐξουσίαζε τό σῶμα της καί τήν ἴδια της τή ζωή, ὡστόσο δέν μποροῦσε νά τή μεταπείσει σέ ὅσα ἐπίστευε.
῾Η Παντίλλα, ἀφοῦ τήν ἁλυσόδεσε, διέταξε νά τή φυλακίσουν καί νά σφραγίσουν τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ της. ῎Επειτα ἀπό τρεῖς μέρες, ἐνωρίς τό πρωί, πῆγε ἴδια νά δεῖ ἄν Ματρώνα ζεῖ. ῎Εκπληκτη διεπίστωσε ὅτι εἶχε ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά δεσμά της καί ἐστεκόταν φωτεινή ψάλλοντας, χωρίς νά ἔχει τό παραμικρό ἴχνος τραύματος καί βασανισμοῦ. ᾿Εξοργισμένη Παντίλλα διέταξε νά δέσουν πάλι τή Ματρώνα καί νά τή μαστιγώσουν ἀνηλεῶς. ᾿Εκείνη, ἔκπληκτη γιά τήν ἰδιαίτερη σκληρότητα τῆς κυρίας της, τήν ἐρώτησε γιατί τήν ἐβασάνιζε, ὁμολογώντας ὡστόσο τήν πίστη της στόν Χριστό. Καταπονημένη ἀπό τά βασανιστήρια καί μήν μπορώντας νά σταθεῖ στά πόδια της, Ματρώνα ἐκλείσθηκε καί πάλι στή φυλακή.
῎Επειτα ἀπό τρεῖς μέρες, ὅταν Παντίλλα ἐπισκέφθηκε τό κελλί τῆς φυλακῆς τῆς ῾Αγίας, ἀντίκρισε τό ἴδιο θέαμα. Τή Μάρτυρα ἀπελευθερωμένη ἀπό τά δεσμά της, μέ τό ἴδιο φωτεινό πρόσωπο, παρά τά βασανιστήρια καί τήν πείνα πού ὑπέστη ἐπί δεκατέσσερις μέρες. Τότε κυρία της, γεμάτη ἀπό ὀργή, διέταξε νά δέσουν τή Ματρώνα σέ δρύϊνα ξύλα καί νά τή βασανίσουν. ᾿Εξαντλημένη ῾Αγία ἀπό τίς μαστιγώσεις καί μέ τό σῶμα της γεμάτο σημάδια, ἐψέλλισε μέ ἀδύναμη φωνή λίγες λέξεις προσευχῆς καί παρέδωσε τό πνεῦμα της.
῾Η Παντίλλα διέταξε τότε κάποιον μέ τό ὄνομα Στρατόνικος νά τυλίξει τό λείψανο τῆς ῾Αγίας σέ δέρμα καί στή συνέχεια νά τό ρίξει ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς πόλεως. Τό ἱερό λείψανό της τό παρέλαβαν οἱ Χριστιανοί καί τό ἐνταφίασαν μέ εὐλάβεια κοντά στή Λεωφόρο, δηλαδή τήν ᾿Εγνατία ὁδό. Μετά τό τέλος τῶν διωγμῶν, ὁ ᾿Επίσκοπος Θεσσαλονίκης ᾿Αλέξανδρος πῆρε τό σκήνωμα τῆς Μάρτυρος καί τό μετέφερε μέσα στήν πόλη καί, ἀφοῦ ἔκτισε ναό, τό ἀπέθεσε ἐντός αὐτοῦ.
Τήν ἐποχή τῆς Φραγκοκρατίας, ὅμως, τό σκήνωμα τῆς ῾Αγίας μεταφέρθηκε στή Βαρκελώνη καί ἐναποτέθηκε σέ ναό, πού καταστράφηκε κατά τή διάρκεια τοῦ Βύ Παγκοσμίου Πολέμου.
᾿Εκτός τῶν τειχῶν τῆς Θεσσαλονίκης ὑπῆρχε καί μονή ἀφιερωμένη στήν ῾Αγία Ματρώνα.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου προφήτου ᾿Ανανί.
῾Ο προφήτης ᾿Ανανί, ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλείου τοῦ ᾿Ιούδα. ῾Ο βασιλέας ᾿Ασά μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ εἶχε στήν ἀρχή ἀποκρούσει νικηφόρα τήν ἐναντίον του ἐπιδρομή τοῦ βασιλέως τῆς Συρίας. ᾿Αργότερα, ὅμως, ὁ ᾿Ασά συνθηκολόγησε καί ἔστειλε στό βασιλέα τῆς Συρίας χρυσό καί ἀσήμι, γιά νά τό χρησιμοποιήσει γιά τόν πόλεμο ἐναντίον τοῦ βασιλείου τοῦ ᾿Ιούδα. Τότε ὁ Προφήτης ᾿Ανανί παρουσιάσθηκε στόν ᾿Ασά καί τόν ἔλεγξε αὐστηρά γιά τήν πράξη του αὐτή λέγοντας· «᾿Επειδή σύ εἶχες τήν πεποίθησή σου στό βασιλέα τῆς Συρίας καί δέν ἐστηρίχθης στόν Κύριο καί Θεό σου, γι᾿ αὐτό διέφυγε ἐκ τῆς καταστροφῆς τῆς χειρός σου ὁ στρατός τῆς Συρίας. Οἱ Αἰθίοπες καί οἱ Λίβυες δέν ἦσαν περισσότεροι σέ ἀριθμό καί σέ ὁρμητικότητα καί εἶχαν περισσότερους ἱππεῖς; Καί ὅμως, ἐπειδή εἶχες πεποίθηση στόν Κύριο, παρέδωκε ὁ Κύριος αὐτούς στά χέρια σου. Οἱ ὀφθαλμοί τοῦ Κυρίου ἐπιβλέπουν ἐφ᾿ ὅλης τῆς γῆς, γιά νά στηρίζουν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν καρδιά τελείως ἀφοσιωμένη πρός Αὐτόν. Τοῦτο ὅμως σύ τό παρεγνώρισες. ᾿Από τώρα καί στό ἑξῆς θά γίνεται πόλεμος ἐναντίον σου»160. ῾Ο βασιλέας ὀργισμένος διέταξε τή φυλάκιση τοῦ Προφήτου ᾿Ανανί1, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθηκε ἀργότερα μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Φιλητοῦ τοῦ συγκλητικοῦ καί Λυδίας τῆς συζύγου αὐτοῦ, Θεοπρεπίου καί Μακεδόνος, τῶν τέκνων αὐτῶν, ᾿Αμφιλοχίου τοῦ δουκός καί Κρονίδου τοῦ κομενταρησίου.
Οἱ ῞Αγιοι αὐτοί Μάρτυρες ἔζησαν κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλέως ᾿Αδριανοῦ (117-138 μ.Χ.) καί ἦσαν Χριστιανοί εὐσεβεῖς καί φοβούμενοι τόν Θεό. ῞Οταν ὁ ᾿Αδριανός ἄκουσε περί αὐτῶν, ἐκάλεσε τόν ῞Αγιο Φιλητό καί τόν ἐρώτησε περί τῆς ὁμολογίας αὐτοῦ. ῞Ομως, ἐπειδή ὁ βασιλέας δέν μποροῦσε νά ἀντισταθεῖ στή σοφία τοῦ Μάρτυρος, τόν παρέδωσε στόν δούκα ᾿Αμφιλόχιο, ὁ ὁποῖος ἀμέσως, ἀφοῦ ἐκρέμασε τόν ῞Αγιο Φιλητό καί τήν ῾Αγία Λυδία ἐπάνω σέ ξύλο, τούς ἔγδαρε. Στή συνέχεια ἔριξε στή φυλακή τόν Κρονίδη τόν κομενταρήσιο, πού ἐπίστεψε στόν Χριστό. Τή νύχτα, ἐνῶ οἱ ῞Αγιοι ἔψαλλαν καί προσεύχονταν, ἦλθαν ῎Αγγελοι πού τούς ἔδωσαν θάρρος γιά τούς μαρτυρικούς ἀγῶνες. Τήν ἑπόμενη μέρα ἐπαρουσιάσθηκαν οἱ ῞Αγιοι στόν τύραννο, ὁ ὁποῖος τούς εἶπε· «Προετοιμάζονται γιά σᾶς πολλές τιμωρίες». Καί ἔδωσε ἐντολή νά τούς ρίξουν μέσα σέ χάλκινο λέβητα πυρωμένο καί γεμάτο μέ ἔλαιο καί ρητίνη. Μόλις, ὅμως, οἱ ῞Αγιοι ἔκαναν τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ὁ λέβητας ἐψυχράνθηκε. ῞Οταν τό εἶδε αὐτό ὁ δούκας ᾿Αμφιλόχιος ἐπίστεψε στόν Χριστό καί ἔριξε τόν ἑαυτό του στό λέβητα λέγοντας· «Κύριε, βοήθησέ με». Τότε ἦλθε φωνή ἀπό τόν οὐρανό πού ἔλεγε· «῎Ακουσα τή δέησή σου, ἀνέβα πρός ᾿Εμένα μέ χαρά». ῞Οταν δέ ὁ βασιλέας εἶδε τούς ῾Αγίους νά ἔχουν διαφυλαχθεῖ σῶοι καί ὑγιεῖς, ἀνεχώρησε καί τούς ἄφησε ἐλεύθερους καί ἔτσι ἐτελείωσαν τό βίο τους προσευχόμενοι.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Βαρουχίου καί ᾿Ιωάννου.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Βαρούχιος καί ᾿Ιωάννης ἐτελειώθησαν διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Εὐτυχίου.
῾Ο ῞Οσιος Εὐτύχιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Κηρύκου, τοῦ ἐν ῎Απρῳ.
῾Ο ῞Οσιος Κήρυκος ἀσκήτεψε στή Θράκη, κοντά στήν πόλη τοῦ ῎Απρου162, καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Παύλου, ἐπισκόπου Κορίνθου, τοῦ Σημειοφόρου.
῾Ο ῞Αγιος Παῦλος καταγόταν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη καί ἐγεννήθηκε ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί θεοφιλεῖς, οἱ ὁποῖοι ἀκολούθησαν τό μοναχικό βίο. ῏Ηταν ἀδελφός τοῦ ῾Αγίου Πέτρου, ᾿Επισκόπου ῎Αργους († 3 Μαΐου), καί ἀσκήτεψε μαζί του στήν Κόρινθο. ᾿Αργότερα ὁ ῞Αγιος Παῦλος ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος Κορίνθου καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Εφραίμ, ἀρχιεπισκόπου Ροστώβ τῆς Ρωσίας.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Εφραίμ ἐγεννήθηκε περί τά τέλη τοῦ 14ου αἰῶνος μ.Χ. στή Ρωσία. Στίς 13 ᾿Απριλίου 1427 ἐχειροτονήθηκε ᾿Επίσκοπος τῆς πόλεως Ροστώβ ἀπό τόν ῞Αγιο Φώτιο, Μητροπολίτη Κιέβου († 2 ᾿Ιουλίου). Σύμφωνα μέ τά τοπικά Χρονικά, ἀμέσως μετά τήν ἄνοδό του στό θρόνο, ἄρχισε τήν ἀνοικοδόμηση τῆς μονῆς Βαρινίσκιζ τῆς Τριάδος τοῦ ῾Αγίου Σεργίου, στό Πσκώφ, στό μέρος ὅπου εὑρισκόταν οἰκία τοῦ εὐγενοῦς Κυρίλλου, πατέρα τοῦ ῾Αγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ.
῾Ο ῞Αγιος ἀναδείχθηκε φίλος τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί ὑπερασπιστής τοῦ κοινοβιακοῦ συστήματος δίνωντας τήν εὐλογία του γιά τήν ἵδρυση μονῶν.
Σπουδαῖο ρόλο ἀνέπτυξε καί στά πολιτικά-στρατιωτικά πράγματα τῆς ἐποχῆς του καί ἰδιαίτερα στίς συγκρούσεις, πού ἀνεφύησαν μεταξύ τῶν ἐτῶν 1430-1440, γιά τήν ὑπεροχή τῶν Ρώσων. ῎Αν καί περιοχή τοῦ Γκαλίτς ἀνῆκε στήν κανονική δικαιοδοσία τῆς Μητροπόλεώς του, ὁ ῞Αγιος ᾿Εφραίμ ὑπῆρξε σθεναρός ἀντίπαλος τῶν γεμόνων τοῦ Γκαλίτς καί ὑποστηρικτής τῶν γεμόνων τῆς Μόσχας. Τό ἔτος 1435 ὁ πρίγκιπας τοῦ Γκαλίτς, Βασίλειος Κοζόϋ, ἀπήγαγε τόν ῞Αγιο καί τόν ἀνάγκασε, μαζί μέ ἄλλους ᾿Επισκόπους, νά ὑπογράψει ἐπιστολές καί ἐγκυκλίους κατά τοῦ ἀντιπάλου του, πρίγκιπα Δημητρίου Σεμζάκα.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Εφραίμ ὑπῆρξε, ἐπίσης, φλογερός πολέμιος τῆς ἑνώσεως ᾿Ορθόδοξης καί Ρωμαιοκαθολικῆς ᾿Εκκλησίας, ὁποία ἀποφασίσθηκε τό ἔτος 1439 στή Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας καί ὑπεγράφη ἀπό τόν Μητροπολίτη Μόσχας ᾿Ισίδωρο, πού ἔλαβε μέρος στή Σύνοδο. Γιά τό λόγο αὐτό συμμετεῖχε σέ ἔκτακτη Σύνοδο τῶν Ρώσων ᾿Επισκόπων τό 1440-1441, ὁποία κατεδίκασε τελικά τή στάση τοῦ λατινόφρονος ᾿Ισιδώρου.
Τό ἔτος 1448 προήδρευσε τῆς Συνόδου τῆς Μόσχας, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας ἐξελέγη Μητροπολίτης Μόσχας καί πασῶν τῶν Ρωσιῶν ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωνᾶς († 31 Μαρτίου).
῾Ο ῞Αγιος ᾿Εφραίμ ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1454 καί ἐνταφιάσθηκε στόν καθεδρικό ναό τοῦ Ροστώβ. ῾Η ᾿Εκκλησία τιμᾶ τή μνήμη του, ἐπίσης, στίς 23 Μαΐου, ἑορτή τῆς Συνάξεως τῶν ῾Αγίων τοῦ Ροστώβ καί Γιαροσλάβ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Αμβροσίου, πατριάρχου Γεωργίας.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Αμβρόσιος (Τσελάϊα) ἐγεννήθηκε τό ἔτος 1861 στό χωριό Μαρτβίλι τῆς περιοχῆς Σαμεγκρέλο τῆς Γεωργίας καί ἐσπούδασε στό σεμινάριο τῆς Τυφλίδος. ᾿Εξελέγη Μητροπολίτης τῆς πολέως Κοντίντι καί στίς 15 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 1917 Καθολικός Πατριάρχης Γεωργίας. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1927.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|