4 Μαρτίου
† Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Γερασίμου τοῦ ᾿Ιορδανίτου.
῾Ο ῞Οσιος Γεράσιμος ὁ ᾿Ιορδανίτης ἐγεννήθηκε στή Λυκία τόν 5ο αἰώνα μ.Χ., ἀπό εὐσεβεῖς καί ταπεινούς γονεῖς καί ἐκ βρέφους ἀφιερώθηκε στόν Θεό. Σέ νεαρή λικία ἀσπάσθηκε τήν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν παρασυρόμενος ἀπό τούς ὀπαδούς τοῦ αἱρετικοῦ ψευδοπατριάρχου Θεοδοσίου, φανατικοῦ μονοφυσίτου Αἰγυπτίου μοναχοῦ, ὁ ὁποῖος κατά τήν ἀπουσία τοῦ Πατριάρχου ᾿Ιουβεναλίου (422-458 μ.Χ.), βοηθούμενος καί ὑπό τῆς βασιλίσσης Εὐδοκίας, κατόρθωσε νά καταλάβει τόν πατριαρχικό θρόνο τῶν ῾Ιεροσολύμων καί νά προβεῖ σέ ἀνεκδιήγητες σκληρότητες ἐπί εἴκοσι μῆνες (451-453 μ.Χ.). ᾿Ακόμη καί αὐτός ὁ πανίερος ναός τῆς ᾿Αναστάσεως ἔγινε θέατρο ἀπερίγραπτων σκηνῶν καί ἐπί πλέον ταραχή ἐξαπλώθηκε ἀνά τήν Παλαιστίνη.
Οἱ Μονοφυσίτες δέν παραδέχονται ὅτι στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ἑνωθεῖ θεία καί ἀνθρώπινη φύση «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀχωρίστως καί ἀδιαιρέτως», ἀλλά ἰσχυρίζονται, ὅτι θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἀπερρόφησε τήν ἀνθρώπινη φύση Του καί ἑπομένως ὁ Χριστός ἔχει μόνο μία φύση.
Γρήγορα ὅμως ὁ ῞Οσιος Γεράσιμος ἐκατάλαβε τό λάθος του, ἐπειδή ἦταν ἄνθρωπος μέ καλή προαίρεση καί ταπεινό φρόνημα. Εἶχε τήν καλή συνήθεια νά ἐπισκέπτεται καί νά συμβουλεύεται γιά πνευματικά θέματα ἁγιασμένους ἀνθρώπους. ᾿Από ἕνα λόγιο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Εὐθύμιος, καί ἀσκήτευε στήν ἔρημο τοῦ Ρουβᾶ, ἐδιδάχθηκε τήν ἀλήθεια γιά τίς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, κατάλαβε τό λάθος του καί ἐπέστρεψε καί πάλι στήν ᾿Εκκλησία.
Στή συνέχεια ἐκάρη, τό ἔτος 451 μ.Χ., μοναχός στήν ἔρημο τοῦ ᾿Ιορδάνου, ὅπου ἀσκήθηκε στήν συχία. ᾿Αργότερα, ὅταν συγκεντρώθηκαν γύρω του πολλοί μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ἐζητοῦσαν τή φωτισμένη καθοδήγησή του, ἵδρυσε κοινοβιακή μονή κοντά στήν πόλη Βαϊθαγλά.
῾Ο ῞Οσιος Γεράσιμος ἦταν αὐστηρός, ἀλλά μόνο στόν ἑαυτό του. Στούς ἄλλους ἦταν εὐπροσήγορος καί ἐπιεικής. ῎Ετρωγε λίγο, ὅσο ἐχρειαζόταν γιά νά συντηρεῖται στή ζωή, καί ἐκοιμόταν, ἐπίσης, πολύ λίγο. Μάλιστα ἐδίδασκε ὅτι ὅποιος θέλει νά ζήσει περισσότερο πρέπει νά κοιμᾶται λιγότερο, διότι ὁ πολύς ὕπνος κάνει τό σῶμα τρυφηλό καί ἄρα ἀνίσχυρο στούς κόπους καί εὐάλωτο στίς ἀσθένειες.
῾Η διδασκαλία τοῦ ῾Οσίου Γερασίμου γιά τόν ὕπνο εἶναι οὐσιαστικά λόγος γιά τήν ἄσκηση. Μέ τόν περιορισμό τοῦ ὕπνου καί μέ τήν ἐγκράτεια συνηθίζει σάρκα (τό σαρκικό φρόνημα) νά ὑποτάσσεται στό πνεῦμα. Μέ τήν ἄσκηση καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἰδίως μέ τή μονολόγιστη εὐχή, τό «Κύριε, ᾿Ιησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ὁ νοῦς συγκεντρώνεται στό χῶρο τῆς καρδιᾶς, πού εἶναι φυσική του θέση καί ἀποκτᾶ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ.
Τόσο πολύ ἀπέκτησε τήν οἰκείωση πρός τόν Θεό ὁ ῞Οσιος Γεράσιμος καί προστάτεψε τό «κατ εἰκόνα καί καθ᾿ ὁμοίωσιν» τῶν ῾Αγίων, ὥστε ἐδάμασε καί τά ἄγρια θηρία καί ἔκανε πολλά θαύματα. ᾿Απέκτησε μάλιστα ὑπηρέτη καί ἕναν ὄνο, γιά νά μεταφέρει νερό, καθώς τό νερό ἀπεῖχε μακριά ἀπό αὐτόν. Κάποτε ἕνα λιοντάρι, ἔχοντας πληγωμένο ἀπό ἕνα ξύλο τό μάτι του, κατέβηκε ἀπό τό βουνό καί κατέφυγε στόν ῞Οσιο. ᾿Εκεῖνος, ἀφοῦ τό ἔκανε καλά, τοῦ ὅρισε νά ὁδηγεῖ πλέον τό ἴδιο τόν ὄνο κατά τή βοσκή του καί τή μεταφορά τοῦ νεροῦ. Κάποια φορά, καί ἐνῶ τό λιοντάρι κοιμόταν, ἔμποροι πού περνοῦσαν πῆραν τόν ὄνο. Καί ἐπειδή ὁ ῞Οσιος ὑποπτεύθηκε ὅτι τό λιοντάρι ἔφαγε τόν ὄνο, τό καταδίκασε ἐκεῖνο τώρα νά μεταφέρει τό νερό. ῞Ωσπου μιά μέρα, ὅταν ξαναπέρασαν οἱ ἔμποροι ἀπό τό ἴδιο σημεῖο, τό λιοντάρι ἀναγνώρισε τόν κλεμμένο ὄνο καί τόν ἐπέστρεψε σῶο στόν ῞Οσιο. ᾿Εκεῖνος τότε τό ἀπάλλαξε ἀπό τό ἔργο αὐτό καί τό ἄφησε νά γυρίσει στό βουνό. Καί ὅταν ὁ ῞Οσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό λιοντάρι ἦρθε καί ἀπέθανε ἐπάνω στόν τάφο του.
῞Οταν στίς 19 ᾿Ιανουαρίου τοῦ ἔτους 473 μ.Χ. ἐκοιμήθηκε ὁ ῞Οσιος Εὐθύμιος ὁ Μέγας, ὁ ῞Οσιος Γεράσιμος εἶδε σέ ὅραμα, κατά τή στιγμή πού προσευχόταν στή Λαύρα, τό τέλος τοῦ ῾Οσίου. Αὐτό ἀναφέρεται στή διήγηση τοῦ ῾Αγίου Κυριακοῦ τοῦ ᾿Αναχωρητοῦ, ὁ ὁποῖος συνόδευσε τόν ῞Οσιο Γεράσιμο στήν κηδεία τοῦ μεγάλου ῾Αγίου τῆς ᾿Εκκλησίας.
Δύο χρόνια μετά τό τέλος τοῦ ῾Οσίου Εὐθυμίου, τό ἔτος 475 μ.Χ., ἐπί Πατριάρχου ῾Ιεροσολύμων ᾿Αναστασίου Αύ (458-478 μ.Χ.), ὁ ῞Οσιος Γεράσιμος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη. Τή διαδοχή τῆς Λαύρας ἀνέθεσε στούς συνασκητές αὐτοῦ Στέφανο καί Βασίλειο.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Παύλου καί ᾿Ιουλιανῆς τῆς ἀδελφῆς αὐτοῦ.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Παῦλος καί ᾿Ιουλιανή ἦσαν ἀδελφοί κατά σάρκα καί ἔζησαν στήν Πτολεμαΐδα τῆς Αἰγύπτου κατά τόν 3ο αἰώνα μ.Χ. ἐπί αὐτοκράτορος Αὐρηλιανοῦ (270-275 μ.Χ.).
῾Ο ῞Αγιος Παῦλος, νεαρός στήν λικία, ἐμελετοῦσε τίς θεῖες Γραφές καί ἐκήρυττε στό λαό τοῦ Θεοῦ τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. ῎Ετσι ἐστήριζε τούς Χριστιανούς στήν πατρώα εὐσέβεια. Γιά τό λόγο αὐτό τόν συνέλαβαν, τόν ἐκρέμασαν καί ἄρχισαν νά τοῦ ξεσκίζουν τίς σάρκες. Βλέποντας ἀδελφή του ᾿Ιουλιανή τόν ῞Αγιο σέ αὐτή τήν κατάσταση ἄρχισε νά φωνάζει καί νά διαμαρτύρεται κατά τῶν βασανιστῶν. ῎Ετσι συνέλαβαν καί αὐτήν, τήν ἔδεσαν καί ἄρχισαν νά τή χτυποῦν. Δύο ἀπό τούς δήμιους, πού ἐσπλαχνίσθηκαν τούς ῾Αγίους, ἐπίστεψαν στόν Χριστό καί ἀποκεφαλίσθηκαν.
Μετά τά βασανιστήρια οἱ ῞Αγιοι ρίχτηκαν στή φυλακή, μήπως καί ἀλλάξουν φρόνημα. ῞Ομως ἐκεῖνοι μέ πνευματική ἀνδρεία ὁμολογοῦσαν καί πάλι τήν πίστη τους στόν Χριστό. Τότε τούς ἐκρέμασαν καί τούς ἀποκεφάλισαν. ῏Ηταν τό ἔτος 273 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων ᾿Ακακίου, Κοδράτου καί Στρατονίκου.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες ᾿Ακάκιος, Κοδράτος καί Στρατόνικος ἐμαρτύρησαν στήν Πτολεμαΐδα τῆς Αἰγύπτου τό ἔτος 273 μ.Χ., ἐπί αὐτοκράτορος Αὐρηλιανοῦ (270-275 μ.Χ.). ῏Ησαν οἱ δήμιοι, πού ἐβασάνιζαν τούς ῾Αγίους Μάρτυρες Παῦλο καί ᾿Ιουλιανή, ἀλλά ἐπίστεψαν στόν Χριστό καί ἀποκεφαλίσθηκαν.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Γρηγορίου, ἐπισκόπου Κωνσταντίας τῆς Κύπρου.
῾Η μνήμη αὐτοῦ ἀναφέρεται στόν Πατμιακό Κώδικα, σέ ἄλλες ἱστορικές πηγές περί τῆς ἱστορίας τῆς Νήσου τῆς Κύπρου13 καί στό Μηνολόγιον τοῦ αὐτοκράτορος Βασιλείου Βύ. ῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος μνημονεύεται ὡς ἄνθρωπος σοφός καί δίκαιος.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Αδριανοῦ.
῾Η μνήμη αὐτοῦ ἀναφέρεται στόν Πατμιακό Κώδικα μετά τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου, ᾿Επισκόπου Κωνσταντίας τῆς Κύπρου· «Τῶν ῾Οσίων Πατέρων ἠμῶν Γρηγορίου Κωνσταντίας τῆς Κύπρου [καί] ᾿Αδριανοῦ». ῎Ισως ὁ ῞Αγιος ᾿Αδριανός νά ἦταν καί αὐτός ᾿Επίσκοπος στήν Κύπρο.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Γρηγορίου, ἐπισκόπου ῎Ασσου.
῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος, ἐγεννήθηκε στό χωριό ᾿Ακόρνη τῆς Λέσβου ἀπό εὐσεβεῖς καί πιστούς γονεῖς, τόν Γεώργιο καί τή Μαρία, οἱ ὁποῖοι γιά χρόνια παρακαλοῦσαν θερμά τόν Θεό νά τούς χαρίσει ἕνα παιδί. ῾Ο Θεός εἰσάκουσε τίς προσευχές τους καί τούς ἐχάρισε υἱό, πού τόν ὀνόμασαν Γεώργιο, τόν ὁποῖο ἐμεγάλωσαν μέ τά νάματα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί ἀλήθειας. ῞Οταν ὁ Γεώργιος ἐπισκέφθηκε τή Βασιλεύουσα γιά νά συμπληρώσει τίς σπουδές του, ἐγνώρισε τόν ἱερομόναχο ᾿Αγάθωνα, τόν ὁποῖο ἀκολούθησε σέ κάποιο μοναστήρι τῆς ᾿Ανατολῆς, ὅπου ἦταν γούμενος, καί παρέμεινε ἐκεί τρία χρόνια. ᾿Αργότερα, ἐπισκέφθηκε γιά προσκύνημα τά ῾Ιεροσόλυμα, ὅπου σέ κάποιο συχαστήριο τοῦ ᾿Ιορδάνου ποταμοῦ ἐκάρη μοναχός καί ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος μέ τό ὄνομα Γρηγόριος.
Κατόπιν συστάσεως τοῦ ᾿Αγάθωνος ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος ῎Ασσου τῆς Μυσίας. ῾Ο Γρηγόριος ἀνέλαβε τά καθήκοντα τοῦ ᾿Επισκόπου μέ πολύ ζῆλο καί ἐπιτέλεσε σπουδαῖο ἔργο, ὡς πολίτης ἄνω Σιών. Κατέληξε στό ῎Ορος Πρίαντος (Πριγιάμι) τῆς Λέσβου, ὅπου ἵδρυσε μονή στήν ὁποία καί ἐκοιμήθηκε ὁσιακά. ῾Ο ῞Αγιος ἀπέθανε σέ μεγάλη λικία τό ἔτος 1150 ἤ τό 1185. Τό ἔτος 1935 ἔγιναν ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Μυτιλήνης ᾿Ιακώβου (Κλεομβρότου) ἀνασκαφές στό χῶρο τῆς ἀρχαίας μονῆς καί ἀποκαλύφθηκε ὁ δικιόνιος βυζαντινός ναός μέ τόν εὐρύχωρο νάρθηκα, τράπεζα τῆς μονῆς καί οἱ θεμέλιοι ἄλλων κτισμάτων.
῾Η ἀνεύρεση τῶν λειψάνων καί τοῦ τάφου τοῦ ῾Αγίου ἔδωσαν νέα ὤθηση στήν τιμή τοῦ ῾Αγίου. Στίς 16 Νοεμβρίου τοῦ 1935 τά ἱερά λείψανα ἀνεκομίσθησαν καί ἀπετέθησαν στό ναό τοῦ ῾Αγίου Γεωργίου Σκοπέλου τῆς νήσου Λέσβου.
῾Η ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία μας τιμᾶ τήν ἱερά μνήμη του στίς 10 ᾿Ιουλίου, στήν παλαιά μονή, καί τό γεγονός τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ τήν πρώτη Κυριακή μετά τίς 10 Νοεμβρίου.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Γερασίμου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
῾Ο ῞Οσιος Γεράσιμος τῆς Βολογκντά ἐγεννήθηκε στή Ρωσία τό 12ο αἰώνα μ.Χ. Στήν ἀρχή ἀσκήτεψε στή μονή τοῦ Γκλουσέν καί ἀργότερα στή μονή τοῦ Γκλινέκ, κοντά στό Κίεβο. Στίς 19 Αὐγούστου 1147 ἦλθε στήν περιοχή τῆς Βολογκντά, ὅπου συνέχισε τό θεοφιλή καί ἀσκητικό του βίο.
῾Ο ῞Οσιος Γεράσιμος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1178.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Βασιλείου, βασιλέως Ροστώβ τῆς Ρωσίας.
῾Ο ῞Αγιος Βασίλειος ἐγεννήθηκε στίς 7 Δεκεμβρίου τοῦ 1209 καί ἦταν υἱός τοῦ μεγάλου πρίγκιπα τοῦ Ροστώβ Κωνσταντίνου Βσεβολόντοβιτς καί τῆς πριγκίπισσας ᾿Αγάθης - ῎Αννας Μστισλάβοβνα. Μετά τό θάνατο τοῦ πατέρα του, μητέρα του εἰσῆλθε σέ μονή καί ἔγινε μοναχή. Στή μονή αὐτή ἐκοιμήθηκε στίς 24 ᾿Ιανουαρίου 1221.
῞Οταν τό ἔτος 1216 ὁ πατέρας του, Κωνσταντίνος Βσεβολόντοβιτς, ἔγινε μεγάλος πρίγκιπας τοῦ Βλαδιμίρ, ἀνέθεσε τά καθήκοντα διακυβερνήσεως τοῦ Ροστώβ στό μικρό πρίγκιπα Βασίλειο, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε τά καθήκοντά του μέ αἰσθήματα δικαιοσύνης καί ἀγάπης ἔναντι τοῦ λαοῦ τοῦ Ροστώβ.
῞Οταν, στίς 2 Φεβρουαρίου 1218, ἀπέθανε ὁ πατέρας τοῦ ῾Αγίου, ὁδηγός καί σύμβουλος τοῦ νεαροῦ πρίγκιπα ἀνέλαβε ὁ θεῖος του ῞Αγιος Γεώργιος, πρίγκιπας τοῦ Βλαντιμίρ († 4 Φεβρουαρίου).
Κατά τό ἔτος 1219 ἔλαβε μέρος στή μάχη πού ἔδωσαν οἱ κάτοικοι τοῦ Βλαντιμίρ καί τῆς Σουζδαλίας κατά τῶν Βουλγάρων καί στίς 16 ᾿Ιουνίου 1223 στή μάχη κατά τῶν Μογγόλων στόν ποταμό Κάλκα, ὅπου οἱ Ρῶσοι ἐνικήθησαν. ῾Ο Βασίλειος καί οἱ στρατιῶτες του ἐπέστρεψαν στό Ροστώβ.
Λίγα χρόνια ἀργότερα ὁ ῞Αγιος νυμφεύεται τή Μαρία, θυγατέρα τοῦ ῾Αγίου Μιχαήλ τοῦ Τσέρνιγκωφ († 20 Σεπτεμβρίου) καί ἀποκτᾶ τόν πρῶτο του υἱό, τόν Μπόρις. ῞Ομως τά σύννεφα ἄρχισαν νά σκεπάζουν τόν οὐρανό τῆς Ρωσίας. ῾Η ἀπειλή τῶν Τατάρων ἦταν ὁρατή. Τό ἔτος 1236 οἱ Τάταροι εἶχαν καταλάβει μεγάλο μέρος τῆς Ρωσικῆς γῆς. ῾Ο Χάνης τῶν Τατάρων προέτεινε στόν ῞Αγιο Γεώργιο τόν πρίγκιπα εἰρήνη, ἐκεῖνος ὅμως ἀπάντησε· «Μία ἔνδοξη μάχη εἶναι προτιμότερη ἀπό μία ἀτιμωτική εἰρήνη». Στίς 3 Φεβρουαρίου 1238 οἱ Τάταροι ἐκύκλωσαν τήν πόλη τοῦ Βλαντιμίρ. Οἱ κάτοικοι κατέφυγαν στήν προστασία τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου. ῾Ο ᾿Επίσκοπος Μητροφάνης ἐνδυνάμωνε τούς ἀγωνιστές. ῾Η πόλη τελικά ἔπεσε στά χέρια τῶν ἐχθρῶν στίς 7 Φεβρουαρίου. ῾Ο ᾿Επίσκοπος Μητροφάνης ἀπέθανε μαζί μέ χιλιάδες γυναῖκες καί παιδιά.
Στίς 4 Μαρτίου 1238 οἱ Ρῶσοι, μέ ἐπικεφαλῆς τούς ῾Αγίους Βασίλειο καί Γεώργιο, ἔδωσαν τήν τελική μάχη. Οἱ Τάταροι συνέλαβαν τόν ῞Αγιο Βασίλειο, ὁ ὁποῖος τούς εἶπε, ὅπως οἱ Μάρτυρες τῆς ᾿Αρχαίας ᾿Εκκλησίας· «Δέν μπορεῖτε νά μοῦ πάρετε τήν πίστη στόν Χριστό». Μετά ἀπό αὐτή τήν ὁμολογία πίστεως, οἱ βάρβαροι τόν ἐκρέμασαν στό δάσος τοῦ Σέρνσκ.
῾Ο ᾿Επίσκοπος Κύριλλος συνέλεξε μέ εὐλάβεια τά ἱερά λείψανα τῶν ῾Αγίων καί τά ἐνταφίασε στόν καθεδρικό ναό τοῦ Ροστώβ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ὁσιομαρτύρων Βασιλείου τοῦ Μιρώζ καί ᾿Ιωάσαφ τοῦ Σνετνογκόρσκ, τῶν ἐκ Ρωσίας.
Οἱ ῞Αγιοι ῾Οσιομάρτυρες Βασίλειος καί ᾿Ιωάσαφ ἔζησαν κατά τόν 13ο αἰώνα μ.Χ. στήν περιοχή τοῦ Πσκώφ τῆς Ρωσίας.
῾Ο ῞Αγιος Βασίλειος ἦταν γούμενος τῆς μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος τοῦ Μιρώζ καί εἶχε ὡς πνευματικούς καθοδηγητές τόν ῞Αγιο Νήφωνα, ᾿Επίσκοπο τοῦ Νόβγκοροντ († 8 ᾿Απριλίου), καί τόν ῞Οσιο ᾿Αβραάμ τοῦ Μιρώζ († 24 Σεπτεμβρίου).
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάσαφ ἦταν γούμενος στή μονή τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου τοῦ ὄρους Σνάτνα.
Οἱ ῞Αγιοι ἐμαρτύρησαν κατά τό ἔτος 1299, ὅταν οἱ Γερμανοί ἐπιτέθηκαν ἐναντίον τοῦ Πσκώφ καί τῶν μοναστηριῶν τῆς περιοχῆς.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Δανιήλ τοῦ πρίγκηπος.
῾Ο ῞Αγιος Δανιήλ ἐγεννήθηκε στήν πόλη τοῦ Βλαντιμίρ τῆς Ρωσίας τό ἔτος 1261. ῏Ηταν ὁ τέταρτος υἱός τοῦ ῾Αγίου ᾿Αλεξάνδρου Νέφσκυ († 30 Αὐγούστου καί † 23 Νοεμβρίου) καί τῆς Βάσσης. Δύο χρόνια μετά τή γέννησή του ὁ πατέρας του ἀπέθανε. ῞Οταν ἀργότερα ἐκοιμήθηκε μητέρα του Βάσσα, ἐνταφιάσθηκε στό ναό τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ τῆς μονῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου Βλαντιμίρ καί οἱ πιστοί τήν ἀποκαλοῦσαν «δίκαιη».
῾Ο ῞Αγιος ἔφθασε στή Μόσχα τό ἔτος 1272 καί ἀμέσως οἰκοδόμησε ναό καί μονή πρός τιμήν τοῦ προστάτου του ῾Αγίου Δανιήλ τοῦ Στυλίτου († 11 Δεκεμβρίου).
Μετά ἀπό μάχες κατά τῶν Τατάρων καί ἐσωτερικές συγκρούσεις ὁ ῞Αγιος Δανιήλ, ἄρρωστος πλέον, ἐκάρη μοναχός καί ἔλαβε τό ἀγγελικό σχῆμα στή μονή τοῦ Δανιήλ. ᾿Εκοιμήθηκε τό ἔτος 1303.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μετακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου Βιασεσλάβου, πρίγκηπος τῆς Τσεχίας.
(Βλ. † 28 Σεπτεμβρίου).
Τά ἱερά λείψανα τοῦ ῾Αγίου Βιασεσλάβου, πρίγκιπα τῆς Τσεχίας, μετεκομίσθησαν ἀπό τό ναό τοῦ ῾Αγίου Βίτου († 15 ᾿Ιουνίου) στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|