ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ

ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

31 Μαρτίου


† Μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος ῾Υπατίου, ἐπισκόπου Γαγγρῶν.

῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς ῾Υπάτιος ἦταν ᾿Επίσκοπος Γαγγρῶν184 κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μεγάλου Κωνσταντίνου καί ἔλαβε μέρος στήν Αύ Οἰκουμενική Σύνοδο, ὁποία συνῆλθε, τό ἔτος 325 μ.Χ., στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Διακρίθηκε γιά τήν πιστότητά του στά ὀρθόδοξα δόγματα καί τή σφοδρή πολεμική του κατά τῶν δυσσεβῶν αἱρετικῶν καί μάλιστα τῶν ᾿Αρειανῶν. ῾Η στάση του αὐτή ἐξήγειρε τούς πληγέντες Νοβατια5, οἱ ὁποῖοι ἐζητοῦσαν μέ κάθε τρόπο τήν ἐξόντωσή του. Γιά τό σκοπό αὐτό, τό ἔτος 326 μ.Χ., ἐπλήρωσαν κάποιους εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι σέ κρημνώδη περιοχή ἐπιτέθηκαν κατά τοῦ ῾Αγίου μέ ξύλα καί πέτρες καί τόν ἄφησαν μισοπεθαμένο. Πρίν ξεψυχήσει, μία ἐκ τῶν φανατικῶν αἱρετικῶν γυναικῶν τόν ἐθανάτωσε διά λίθου.

῎Ετσι ὁ ῞Αγιος ῾Υπάτιος ἐμαρτύρησε καί ἐκληρονόμησε τή Βασιλεία τῆς Τριαδικῆς Θεότητος.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Ακακίου, ἐπισκόπου Μελιτινῆς, τοῦ ῾Ομολογητοῦ.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ακάκιος, ᾿Επίσκοπος τῆς πόλεως Μελιτινῆς, ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλέως Δεκίου (249-251 μ.Χ.). ᾿Επειδή ἐκήρυττε τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καταγγέλθηκε στούς εἰδωλολάτρες καί συνελήφθη ἀπό αὐτούς. ᾿Αφοῦ ἐδέθηκε, ὁδηγήθηκε στόν Μαρκιανό, τόν ὕπατο τῆς χώρας, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τό ῎Ονομα τοῦ Κυρίου καί ἔκανε διεξοδική ἀναφορά στή Θεότητα καί στό μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας. ᾿Εστηλίτευσε δέ καί ἐχλεύασε τούς θεούς τῶν ᾿Εθνικῶν καί τήν πλάνη τους. ᾿Εξαιτίας αὐτῆς του τῆς στάσης, ἀφοῦ ἐβασανίσθηκε, ἐκλείσθηκε στή φυλακή.

῾Ο Μαρκιανός ἀνήγγειλε στόν βασιλέα Δέκιο τά γενόμενα. Αὐτός διέταξε νά ἀπολύσουν τόν ῞Αγιο ἀτιμώρητο καί ἀνύβριστο. ῎Ετσι, ἀφοῦ ἀπελευθερώθηκε ὁ ῞Αγιος, περιέφερε στή σάρκα του τά σημάδια τοῦ Χριστοῦ, φωτίζοντας καί ὁδηγώντας πολλούς στήν ποίμνη τοῦ Κυρίου, μέ θαύματα καί διδάγματα.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ακάκιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοφίλου καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων ἐν Κρήτῃ.

῾Ο ῞Αγιος Θεόφιλος ἐμαρτύρησε μέ τήν οἰκογένειά του στήν Κρήτη. Στό αύ στιχηρό τοῦ ῾Εσπερινοῦ ὑπάρχει πληροφορία περί τοῦ μαρτυρίου τῆς συζύγου του· «...καί νυμφῶνος θείου ἐχώρησας ἔνδον, νενυμφευμένην τῷ Χριστῷ διά βασάνων τοῦ σώματος τήν σύζυγον ἀγόμενος...». Στό αύ τροπάριο τῆς γύ ᾿Ωδῆς τοῦ Κανόνος γίνεται λόγος περί μαρτυρίου καί τῶν τέκνων του. Προφανῶς ἔχουμε περίπτωση οἰκογενειακοῦ μαρτυρίου ἀνάλογου πρός ἐκεῖνο τοῦ ῾Αγίου Μεγαλομάρτυρος Εὐσταθίου († 20 Σεπτεμβρίου) καί τοῦ ῾Αγίου ῾Εσπέρου († 2 Μαΐου). Πιθανότατα οἱ ῞Αγιοι ἐμαρτύρησαν κατά τήν ἐποχή τῶν διωγμῶν τῆς ἀρχαίας ᾿Εκκλησίας.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Βίκτωρος.

(Βλ. † 1 ᾿Οκτωβρίου).


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Μενάνδρου καί Σαβίνου καί τῶν σύν αὐτοῖς ἑτέρων τριάκοντα ὀκτώ μαρτύρων.

Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Μένανδρος καί Σαβίνος κατάγονταν ἀπό τήν ῾Ερμούπολη τῆς Αἰγύπτου καί μαζί μέ τούς ἄλλους τριάντα ὀκτώ Μάρτυρες Χριστιανούς ἦταν στρατιῶτες στή χώρα τῶν Καππαδόκων, κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος ᾿Ιουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361-363 μ.Χ.). ῞Οταν ἐπληροφορήθηκαν γιά τό μαρτύριο τῶν ῾Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων († 9 Μαρτίου) καί μέ ποιό τρόπο ἀγωνίσθηκαν, ἔνιωσαν ζῆλο καί οἱ ἴδιοι καί, ἀφοῦ ἔριξαν τά ὅπλα μπροστά στόν γεμόνα, μέ μεγάλη φωνή ὁμολόγησαν τόν Χριστό ὡς ἀληθινό Θεό καί τούς ἑαυτούς τους ἀληθινούς δούλους Αὐτοῦ. Τότε συνελήφθησαν καί ἐγυμνώθηκαν. Τόσο δέ πολύ τούς κατέγδαραν τίς σάρκες ἀπό τά χτυπήματα τῶν ραβδιῶν, ὥστε μόλις καί μετά βίας νά μποροῦν νά θεωροῦνται ὡς ἰδέα ἀνθρώπων. Στή συνέχεια τούς ἔριξαν στή φυλακή χωρίς φροντίδα καί μετά ἀπό λίγο, ἀφοῦ τούς ἔσυραν ἔξω μέ δεμένα τά χέρια καί τά κεφάλια μέ σιδερένιες θηλιές, ἐπαρουσιάσθηκαν στόν γεμόνα, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἐντολή καί τούς ἀποκεφάλισαν.

῎Ετσι οἱ ῞Αγιοι αὐτοί Μάρτυρες, ὅπως καί οἱ ῞Αγιοι Τεσσαράκοντα, τῶν ὁποίων τό μαρτύριο ἐζήλεψαν, εἰσῆλθαν στή χαρά τοῦ Κυρίου τους καί ἔλαβαν τόν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Βλασίου, τοῦ ἐξ ᾿Αμορίου τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.

῾Ο ῞Οσιος Βλάσιος καταγόταν ἀπό τήν πόλη τοῦ ᾿Αμορίου καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 909 ἤ 912 μ.Χ.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Στεφάνου τοῦ Θαυματουργοῦ.

῾Ο ῞Οσιος Στέφανος ὁ Θαυματουργός ἦταν ἀσκητής. Μέ τόν ἀσκητικό του ἀγώνα εὐαρέστησε τόν Θεό καί ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη. ῞Ενα ἀπό τά στιχηρά τοῦ ῾Εσπερινοῦ λέγει γιά τόν ῞Οσιο· «῾Ιδρῶσι τῆς ἀσκήσεως παθῶν πυρκαϊάν, ἱερέ, ἀποσβέσας καθαρώτατον Χριστοῦ σκεῦος, πάτερ, ἐδείχθηκε. Δι᾿ ὅ καί ᾿Αγγέλοις τῷ θείῳ θρόνῳ παρίσταται»6.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου τοῦ πρίγκηπος.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης (Ντανίλοβιτς), ὁ ἀποκαλούμενος Καλιτά187, ἦταν υἱός τοῦ ῾Αγίου Δανιήλ, πρίγκιπα τῆς Μόσχας († 4 Μαρτίου), καί ἐγεννήθηκε περί τό ἔτος 1290. Τό ὄνομά του ἐμφανίζεται γιά πρώτη φορά στά λειτουργικά Μηναῖα τοῦ Νόβγκοροντ μεταξύ τῶν ἐτῶν 1296-1297, ὅπου διαβάζουμε, πώς ὅταν οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως αὐτῆς ἐκάλεσαν τόν πρίγκιπα Δανιήλ τῆς Μόσχας νά καταλάβει τό θρόνο της, αὐτός τούς ἔστειλε τόν υἱό του ᾿Ιωάννη. Πιθανόν, ὄχι ἀργότερα ἀπό τό 1299, ὁ ᾿Ιωάννης ἐγκαταλείπει τό Νόβγκοροντ καί ἐπιστρέφει στή Μόσχα.

Μετά τό θάνατο τοῦ πατέρα του, κατά τό ἔτος 1303, ὁ ᾿Ιωάννης ὑποχρεώθηκε ἀρχικά νά στηρίξει τόν ἀδελφό του Γεώργιο, τόν ὁποῖο καί διαδέχθηκε ἀργότερα ὡς πρίγκιπας τῆς Μόσχας, στή διαμάχη τῆς μελλοντικῆς πρωτεύουσας μέ τήν ἀνταγωνίστρια πόλη Τβέρ. Τό θετικό ἀποτέλεσμα τῆς διαμάχης, ἀποδιδόμενο στήν πολιτική ἐπιδεξιότητα τοῦ ᾿Ιωάννου, θά καθορίσει τήν ὁριστική ἐπικράτηση τῆς Μόσχας.

Μέ μία πρώτη νίκη ἐναντίον τῶν στρατευμάτων τῆς Τβέρ, πού εἶχαν καταλάβει τήν πόλη τοῦ Περεγιασλάβλ, ὁ ᾿Ιωάννης τήν ἀνακαταλαμβάνει τό ἔτος 1304/1305. Κατά τά ἔτη 1320-1326, μέ ἀφορμή τούς γάμους τῶν θυγατέρων τῶν γεμόνων, συνάπτει συμμαχίες μέ τούς πρίγκιπες τοῦ Ροστώβ, Μπελοζέρσκ καί Γιαροσλάβλ, συνασπίζοντάς τους ἐναντίον τῆς Τβέρ.

Στίς 15 Αὐγούστου τοῦ 1327, στήν Τβέρ, σκοτώνεται σέ μιά λαϊκή ἐξέγερση, καθοδηγούμενη ἀπό τόν ῞Αγιο πρίγκιπα ᾿Αλέξανδρο Μιχαήλοβιτς, ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ χάνη Οὐζμπέκ Κόλχαν. ῾Ο ᾿Αλέξανδρος καταφεύγει στό Πσκώφ καί πόλη τῆς Τβέρ καταλαμβάνεται καί ἀνατίθεται στόν Κωνσταντίνο Μιχαήλοβιτς, σύζυγο μιᾶς ἀνιψιᾶς τοῦ ᾿Ιωάννου. Τό 1329 ὁ ᾿Ιωάννης ἀποστέλλει τό στρατό του ἐναντίον τοῦ Πσκώφ, ὁ Μητροπολίτης Θεόγνωστος ἀναθεματίζει τούς κατοίκους της, ἐπειδή ἔδωσαν ἄσυλο στόν πρίγκιπα ᾿Αλέξανδρο, καί ὁ ᾿Αλέξανδρος Μιχαήλοβιτς ἐξαναγκάζεται νά ἐγκατασταθεῖ ἀρχικά στή Λιβονία καί ἀργότερα στή Λιθουανία.

Τό ἔτος 1331 ὁ ᾿Ιωάννης ἀποκτᾶ ἀπό τό χάνη τόν τίτλο τοῦ μεγάλου πρίγκιπα. Τά πράγματα ὅμως δέν θά σύχαζαν. Τό ἔτος 1338 ὁ ᾿Αλέξανδρος τῆς Τβέρ ἐπέτυχε τή συγγνώμη τοῦ Χάνη Οὐζμπέκ καί ἐπανῆλθε στό θρόνο. Τό 1339 ὁ ᾿Ιωάννης πηγαίνει στή Χρυσή ᾿Ορδή καί κατηγορεῖ τόν ᾿Αλέξανδρο πώς σκευωρεῖ ἐναντίον τοῦ Χάνη. Λίγο ἀργότερα ὁ ᾿Αλέξανδρος καί ὁ υἱός του Θεόδωρος ἔρχονται κατηγορούμενοι στή Χρυσή ᾿Ορδή καί δικάζονται. Γιά νά ταπεινώσει τήν Τβέρ, ὁ ᾿Ιωάννης ἀφαιρεῖ τίς καμπάνες ἀπό τόν καθεδρικό ναό τοῦ Σωτῆρος καί τίς μεταφέρει στή Μόσχα.

Κατά τή διάρκεια τῆς γεμονίας τοῦ ᾿Ιωάννου ἐκδίδεται ἕνα πολύτιμο χειρόγραφο, γνωστό ὡς ὣἂἢὖὂ῏ὸ Εἇὰὃὼὸ῝ἂὸ, στό ὁποῖο ἔχει γραφεῖ ἕνας πανηγυρικός λόγος γιά τή δικαιοσύνη καί τήν εἰρήνη στή Ρωσική γῆ, καί πραγματοποιεῖται οἰκοδόμηση μέ πέτρα ὁλόκληρου τοῦ ἀρχιτεκτονήματος τοῦ Κρεμλίνου. Στίς 4 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1326, ἀκολουθώντας τή συμβουλή τοῦ πλέον λικιωμένου Μητροπολίτου Πέτρου, ὁ ᾿Ιωάννης θά ἀποτολμήσει τήν κατασκευή τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καί μέ αὐτό τόν τρόπο Μόσχα θά συνεχίσει τήν παράδοση τῆς προηγούμενης πρωτεύουσας, Βλαντιμίρ, ὅπου ἀφοσίωση καί τιμή στό πρόσωπο τῆς Παναγίας εἶχε ἰδιαίτερα καλλιεργηθεῖ.

῾Ο ᾿Ιωάννης θά διατηρήσει στενούς δεσμούς μέ τόν Μητροπολίτη Πέτρο καί ἀμέσως μετά τό θάνατό του θά κινήσει τή διαδικασία τῆς ἁγιοποιήσεώς του, ἀποστέλλοντας στή Σύνοδο τοῦ Βλαντιμίρ, τό ἔτος 1327, μία ἐπιστολή, πού κατέγραφε τά πραγματοποιηθέντα θαύματα ἐπάνω στόν τάφο τοῦ Μητροπολίτου Πέτρου.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη στίς 31 Μαρτίου 1340 ἤ 1341, ἀφοῦ ἤδη εἶχε γίνει μοναχός παίρνοντας τό ὄνομα ᾿Ανανίας. Τό ἱερό σκήνωμά του ἐνταφιάσθηκε στόν καθεδρικό ναό τοῦ ᾿Αρχαγγέλου στό Κρεμλίνο.

῎Ηδη κατά τή διάρκεια τοῦ βίου του εἶχε ἀναπτυχθεῖ θρησκευτική εὐλάβεια γύρω ἀπό τό πρόσωπό του. ῾Ο ᾿Ιωάννης παρουσιάζεται ὡς ὑπερασπιστής τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὡς ἕνας κυβερνήτης δίκαιος καί φιλάνθρωπος. Τό Πατερικόν τοῦ μοναστηριοῦ τοῦ Βολοκολάμσκ, τοῦ 16ου αἰῶνος μ.Χ., μεταφέρει τήν ἀφήγηση τοῦ γουμένου τοῦ Μπορόφσκ, κατά τόν ὁποῖο μία μοναχή εἶδε σέ ὅραμα τή μορφή τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου μέσα στή δόξα τοῦ παραδείσου, νά βγάζει ἀπό τήν τσάντα του (καλιτά) θησαυρούς καί νά τούς μοιράζει στούς πτωχούς.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Ιωνᾶ, μητροπολίτου Μόσχας καί πασῶν τῶν Ρωσιῶν.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωνᾶς ἐγεννήθηκε στό χωριό Σολιγκαλίτς τῆς ἐπαρχίας Κοστρόμα τῆς Ρωσίας. ῾Ο πατέρας του Θεόδωρος ᾿Οπουάσεβ ἐφρόντισε γιά τή χριστιανική ἀνατροφή καί διαπαιδαγώγηση τοῦ υἱοῦ του καί τόν ἔστειλε στή μονή τοῦ Γκαλίτς. ᾿Εκεῖ ἦταν ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση τῶν στάρετς Βαρθολομαίου, ᾿Ιωάννου καί ᾿Ιγνατίου τοῦ εἰκονογράφου.

Τό ἔτος 1433 ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος Μούρωμα καί Ριαζάν καί ἄρχισε νά ἐργάζεται γιά τήν πνευματική οἰκοδόμηση τοῦ ποιμνίου του. Μετά τό θάνατο τοῦ Μητροπολίτου Ρωσίας Γερασίμου (1433-1435), ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωνᾶς προεβλήθηκε ὑπό τοῦ γεμόνος τῆς Ρωσίας Βασιλείου Βασίλιεβιτς ὡς διάδοχός του. ᾿Εξελέγη Μητροπολίτης Ρωσίας ὑπό τοπικῆς Συνόδου, πού συγκλήθηκε ἐσπευσμένα, δέν μετέβη ὅμως στήν Κωνσταντινούπολη, γιά νά λάβει τήν πατριαρχική εὐλογία κατά τό κανονικό ἔθος. Μετά τό πέρας τῆς διαμάχης τῶν γεμόνων Βασιλείου καί Γεωργίου Δημητρίεβιτς, κατά τίς ἀρχές τοῦ 1436, ὁ ῞Αγιος μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη, ἀλλά προγενέστερη καθυστέρηση ὑπῆρξε ἀφορμή γιά τήν ἀποστολή τοῦ Πελοποννήσιου ᾿Ισιδώρου, ὡς Μητροπολίτου Ρωσίας.

῾Ο ᾿Ισίδωρος μετέβη στή Ρωσία μετά τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωνᾶ. ῾Ο Ρῶσος γεμόνας εἶχε κάθε λόγο νά εἶναι δυσαρεστημένος μέ τίς ἐνέργειες τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλά μετά ἀπό λίγο ἐξετίμησε τόν Μητροπολίτη ᾿Ισίδωρο γιά τήν εὐφυΐα καί τήν πολυμάθειά του. Οἱ λόγοι τῆς ἐνέργειας αὐτῆς τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως πρέπει νά ἦταν σχετικοί εἴτε πρός τή γενικότερη προσπάθεια γιά τή διατήρηση τῆς πειθαρχίας τῶν ὑπαγομένων σέ αὐτό Μητροπόλεων, εἴτε γιατί ἀποσκοποῦσαν στήν τοποθέτηση ῞Ελληνος ἱεράρχου σέ τέτοια ἐπίκαιρη θέση, ὅπως ἦταν Μητρόπολη Ρωσίας.

Λίγο μετά ἀπό τήν ἄφιξή του στή Μόσχα ὁ Μητροπολίτης ᾿Ισίδωρος ἔπεισε τό Ρώσο γεμόνα γιά τή συμμετοχή τῆς Ρωσικῆς ᾿Εκκλησίας στή Σύνοδο τῆς Φερράρας. ῾Ο γεμόνας ἐπείσθηκε μέ τό ἐπιχείρημα τοῦ ᾿Ισιδώρου ὅτι καί ἕνωση τῶν ᾿Εκκλησιῶν θά ἐπιτυγχανόταν καί αὐτοκρατορία θά διασωζόταν, διατηρουμένης τῆς ᾿Ορθοδοξίας. ῾Ο Ρῶσος γεμόνας ἐδέχθηκε, ἐχορήγησε δέ ἀξιόλογο χρηματικό ποσό καί πολυπρόσωπη ἀκολουθία.

῾Ο ᾿Ισίδωρος ἀνεχώρησε ἀπό τή Μόσχα στίς 8 Σεπτεμβρίου 1437 καί ἔφθασε στή Φερράρα στίς 18 Αὐγούστου 1438. ῾Η Σύνοδος, ἄν καί οἱ Βυζαντινοί εἶχαν φθάσει ἀπό τό μήνα Μάρτιο, δέν εἶχε ἀρχίσει ἀκόμη τίς ἐργασίες της. ῾Η συμμετοχή τοῦ ᾿Ισιδώρου στίς συζητήσεις δέν ἦταν μεγάλη, ἄν καί ὁ ρόλος αὐτοῦ στήν καθόλου ἐξέλιξη τῆς ὑποθέσεως ὑπῆρξε σημαντικός. Γενικῶς ἀκολουθοῦσε τίς ἀπόψεις τοῦ Βησσαρίωνος Νικαίας.

Μετά ἀπό πολλές ζυμώσεις καί ὑπό τήν ἀπειλή πάντοτε τοῦ τουρκικοῦ κινδύνου, ὁ ὅρος τῆς ἑνώσεως ἔγινε δεκτός στίς 5 ᾿Ιουλίου 1439, ὁ δέ ᾿Ισίδωρος ἦταν ἀπό τούς πρώτους, οἱ ὁποῖοι ἐδέχθηκαν τήν ἕνωση. Τά πράγματα ὅμως δέν ἐξελίχθηκαν ὅπως ἀνέμενε ὁ ᾿Ισίδωρος. ῾Η κατάληξη ἦταν καταδίκη τοῦ ᾿Ισιδώρου ἀπό Σύνοδο καί ὁ ἐγκλεισμός του στή μονή Τσουντώφ. Στίς 15 Σεπτεμβρίου ὁ ᾿Ισίδωρος διέφυγε καί ἔφθασε στό Νόβγκοροντ. ᾿Από ἐκεῖ κατέφυγε στόν γεμόνα τῆς Λιθουανίας Καζιμίρ, μετά δέ ἀπό λίγο στή Ρώμη.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωνᾶς ἀπεστάλη πάλι στήν Κωνσταντινούπολη, ἀλλ᾿ ὅταν ὁ γεμόνας ἔμαθε ὅτι καί ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως εἶχε δεχθεῖ τήν ἕνωση, διέταξε τήν ἀποστολή νά ἐπιστρέψει. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωνᾶς καταστάθηκε Μητροπολίτης ὑπό Συνόδου τό ἔτος 1448 καί ἀπέστειλε στόν Πατριάρχη ἐπιστολή, γιά νά λάβει τήν εὐλογία του.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωνᾶς ἀναδείχθηκε πρότυπο ποιμένος. ῏Ηταν πνευματικός πατέρας, θαυματουργός καί προορατικός. ῞Οταν οἱ ᾿Αγαρηνοί περιεκύκλωσαν τή Μόσχα, ὁ ῞Αγιος τούς ἀπώθησε μέ τήν προσευχή του.

Στά τελευταῖα χρόνια τοῦ βίου του εὐχόταν νά βασανισθεῖ ἀπό κάποια ἀσθένεια, γιά νά λιώσει σάν τό χρυσό στό χωνευτήρι. ῾Ο Θεός ἄκουσε τήν προσευχή του καί ἐπέτρεψε τή δοκιμασία. Τά πόδια τοῦ ῾Αγίου ἐγέμισαν πληγές. ῎Ετσι, δοξολογώντας τό ῎Ονομα τοῦ ῾Αγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἐκοιμήθηκε τό ἔτος 1461.


† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Ιννοκεντίου, μητροπολίτου Μόσχας καί ἱεραποστόλου τῆς ᾿Αλάσκας.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιννοκέντιος ἐγεννήθηκε στίς 26 Αὐγούστου 1797 στό χωριό ᾿Ανζίσκογιε τῆς Σιβηρίας τῆς ἐπαρχίας ᾿Ιρκούτσκ, ἀπό πτωχούς καί εὐσεβεῖς γονεῖς, τόν Εὐσέβιο καί τή Θέκλα Ποπλώφ. Τό κατά κόσμον ὄνομά του ἦταν ᾿Ιωάννης, πρός τιμήν τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Νηστευτοῦ († 2 Σεπτεμβρίου).

Στή συνέχεια σπουδάζει στό ἐκκλησιαστικό σεμινάριο τοῦ ᾿Ιρκούτσκ. ῞Ενα χρόνο πρίν τελειώσει τίς σπουδές του, τό 1817, νυμφεύεται τήν Αἰκατερίνα, θυγατέρα ἱερέως. Στίς 13 Μαΐου τοῦ ἰδίου ἔτους χειροτονεῖται διάκονος καί διορίζεται στό ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου ᾿Ιρκούτσκ. Στίς 28 Μαΐου 1821 ὁ ῞Αγιος χειροτονεῖται πρεσβύτερος. Μετά ἀπό λίγο, τό 1823, ἀναχωρεῖ μέ τήν οἰκογένειά του γιά τήν ᾿Αμερική. Φθάνει στό νησί Οὐναλάσκα, στήν ᾿Αλάσκα, καί ἀρχίζει τό ἱεραποστολικό του ἔργο. Μαθαίνει τή γλώσσα τῶν ᾿Αλλεούτιων σέ σύντομο χρονικό διάστημα καί χωρίς ἀργοπορία μεταφράζει λειτουργικά κείμενα καί περικοπές τῆς ῾Αγίας Γραφῆς. Στή συνέχεια συντάσσει τήν πρώτη γραμματική τῆς γλώσσας τῶν ἰθαγενῶν καί συνεχίζει τό ἱεραποστολικό συγγραφικό ἔργο του. Στά δέκα χρόνια τῆς παραμονῆς του στήν Οὐναλάσκα δέν ἔμεινε οὔτε ἕνας ἰθαγενής εἰδωλολάτρης. ῾Η ἱεραποστολή προχώρησε καί στήν εὐρύτερη περιοχή. ᾿Επέρασαν ἔτσι δεκαπέντε ὁλόκληρα χρόνια.

῾Ο ῞Αγιος ἐπιστρέφει μέ τήν οἰκογένειά του στή Μόσχα τό 1838 καί τοποθετεῖται στόν καθεδρικό ναό Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στό Κρεμλίνο. ῞Ομως, στίς 25 Νοεμβρίου 1835 ἀνήμερα στήν ἑορτή της, πρεσβυτέρα Αἰκατερίνη πεθαίνει. ῾Ο ῞Αγιος μέ τή συμβουλή τοῦ Μητροπολίτου Μόσχας Φιλαρέτου κείρεται μοναχός στίς 27 Νοεμβρίου 1840 καί λαμβάνει τό ὄνομα ᾿Ιννοκέντιος, πρός τιμήν τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιννοκεντίου τοῦ ᾿Ιρκούτσκ († 26 Νοεμβρίου). ῾Η κουρά του ἔγινε ἀπό τόν ἴδιο τό Μητροπολίτη Μόσχας. Στίς 13 Δεκεμβρίου 1840 ἐκλέγεται ᾿Επίσκοπος Καμτσάτκας, Κουρίλλων καί ᾿Αλλεουτίων Νήσων, ἐνῶ συγχρόνως τοῦ δίδεται κανονική ἐξουσία γιά ὅλες τίς ἀπομακρυσμένες ἱεραποστολικές περιοχές. ῾Η ἕδρα του ἦταν πόλη Σίτκα.

Τό ἔργο του στήν ᾿Αλάσκα εἶναι τεράστιο. ᾿Εργάζεται μέσα σ᾿ ἕνα ἀφάνταστα δύσκολο περιβάλλον, διατρέχοντας τίς παγωμένες ἐκτάσεις καί κινδυνεύοντας συνεχῶς. ῾Η ἵδρυση σχολείων ἀποτελεῖ κύριο μέλημά του. Γράφει γι᾿ αὐτό, τό 1845, στόν Μητροπολίτη Μόσχας Φιλάρετο· «Προσπάθησα νά διδάξω ὅλα τά παιδιά τοῦ Θεοῦ. ῎Αν οἱ ᾿Αλλεουτιανοί μέ ἀγαποῦν, τό κάνουν μόνο γιατί τούς ἔχω διδάξει».

Τήν ἴδια περίοδο, μέ ἀπόφαση τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Ρωσίας, ᾿Επισκοπή τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιννοκεντίου ἐπεκτείνεται περιλαμβάνοντας στούς κόλπους της ὅλη τή Γιακουτία καί ἕδρα μετατίθεται ἀπό τήν πόλη Σίτκα στό Γιακούτσκ τῆς Σιβηρίας. ᾿Εκεῖ ἀκολουθοῦν νέοι ἱεραποστολικοί ἀγῶνες.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιννοκέντιος εἶναι πλέον 70 ἐτῶν καί ἔχει χάσει τίς σωματικές του δυνάμεις ὑποφέροντας πολύ ἀπό τά μάτια του. ῾Η ἐπιθυμία του εἶναι νά παραιτηθεῖ καί νά ἐγκαταβιώσει σέ κάποιο μοναστήρι. ῞Ομως ὁ Θεός, πού κηδεμονεύει τήν ἱστορία τοῦ κόσμου, οἰκονόμησε ἀλλιῶς τά πράγματα. Στίς 25 Μαΐου 1868 ἐκλέγεται Μητροπολίτης Μόσχας.

Καί ἀπό τή νέα αὐτή ἔπαλξη ἐργάσθηκε σκληρά. Παρέδωσε τήν ἁγία ψυχή του στόν Κύριο τό Μέγα Σάββατο, στίς 31 Μαρτίου τοῦ ἔτους 1879, καί ἐνταφιάσθηκε στή Λαύρα τῆς ῾Αγίας Τριάδος τοῦ Σεργίου8.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.