14 Μαΐου
† Μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος ᾿Ισιδώρου, τοῦ ἐν Χίῳ.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς ᾿Ισίδωρος καταγόταν ἀπό τήν ᾿Αλεξάνδρεια. Οἱ γονεῖς του ἦσαν εἰδωλολάτρες. ῾Υπηρέτησε στό ρωμαϊκό στρατό ἐπί βασιλέως Δεκίου (249-250 μ.Χ.), καί προήχθη στό ἀξίωμα τοῦ ᾿Οπτίωνος. ῾Ο ῞Αγιος εἶχε ἑλκυσθεῖ στή Χριστιανική πίστη κατά τό τελευταῖο του ταξίδι ἀπό ἄλλους Χριστιανούς πού ὑπηρετοῦσαν μαζί του στή ναυτική στρατιωτική δύναμη. ῞Οταν ἦλθε στή Χίο ὁ Κεντυρίων ᾿Ιούλιος124 τόν διέβαλε ἀναφέροντας στό ναύαρχο Νουμέριο ὅτι ἦταν Χριστιανός καί ἀρνιόταν νά προσφέρει θυσία στούς θεούς. Τότε τόν συνέλαβαν καί τόν ἀπείλησαν, γιά νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του στόν Χριστό. ῾Υποβλήθηκε σέ φρικτά βασανιστήρια καί σέ σκληρό ξυλοδαρμό πού κατενίκησε μέ τήν ἀδάμαστη πίστη του. ῾Ο πατέρας του, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἦταν Χριστιανός, ἐξεπλάγη. ῎Ετσι, ἐξεκίνησε τό ταξίδι γιά τή Χίο, ὅπου ἔφθασε μέ πολύ κόπο. ᾿Αμέσως ἐζήτησε νά δεῖ τό φυλακισμένο υἱό του καί ὁ ναύαρχος Νουμέριος, νομίζοντας ὅτι πατρική παρέμβαση θά ἄλλαζε τήν πίστη τοῦ Μάρτυρος, τό ἐπέτρεψε. ῾Ο ῞Αγιος καθικέτευε τόν πατέρα του νά ἀνοίξει τά μάτια τῆς ψυχῆς του καί νά δεῖ τήν ἀλήθεια. ῾Ο πατέρας τοῦ ῾Αγίου ἦταν ἀνένδοτος. Δέν μποροῦσε νά ἀποδεχθεῖ ὅτι ὁ υἱός του ἐπίστευε στόν Σταυρωθέντα Ναζωραῖο καί ἀρνήθηκε τήν προγονική θρησκεία τῶν εἰδώλων. Τόν καταράσθηκε καί ἐδήλωσε στό ναύαρχο Νουμέριο ὅτι τόν ἀποκηρύσσει παρακαλώντας τον ταυτόχρονα νά ἐπισπεύσει τή θανατική καταδίκη τοῦ υἱοῦ του. ῾Ο Νουμέριος ἀμέσως τόν προσέδεσε σέ ἄλογο πού τόν παρέσυρε καλπάζοντας ἐπάνω σέ πέτρες. ῾Ο Μάρτυς ἦταν γεμάτος πληγές καί αἵματα. ᾿Αμέσως ὁ Νουμέριος διέταξε τήν δι᾿ ἀποκεφαλισμοῦ θανάτωσή του.
Τό σεπτό λείψανό του τό ἔριξαν σέ φαράγγι, γιά νά τό καταφάγουν τά ὄρνεα, λίγοι δέ στρατιῶτες ἐφύλαγαν ἐκεῖ, μή τυχόν ἔλθουν Χριστιανοί καί παραλάβουν τό σῶμα. ῞Ομως, μία Χριστιανή, ὀνόματι Μυρόπη125, ἦλθε τή νύχτα καί μέ τή βοήθεια δύο ὑπηρετριῶν, τήν ὥρα πού οἱ στρατιῶτες εἶχαν πέσει καί σύχαζαν, παρέλαβε τό ἱερό λείψανο, τό ὁποῖο ἐνταφίασε. Τήν ἑπομένη ὁ Νουμέριος πληροφορήθηκε ὅτι τό λείψανο τοῦ Μάρτυρος εἶχε ἁρπαχθεῖ. ῾Υπέθεσε ὅτι οἱ στρατιῶτες δελεάσθηκαν μέ χρήματα καί δῶρα καί ἐπέτρεψαν στούς Χριστιανούς νά παραλάβουν τό σῶμα τοῦ ῾Αγίου. Γι᾿ αὐτό τούς ἐφυλάκισε, ἐνῶ παράλληλα κυκλοφόρησε τήν εἴδηση ὅτι θά τούς φονεύσει, ἄν δέν τοῦ ποῦν σέ ποιόν παρέδωσαν τό λείψανο. ῾Η Μυρόπη ἔκρινε ὅτι θά ἦταν ἄδικο νά ἐκτελεσθοῦν οἱ στρατιῶτες. Γι᾿ αὐτό παρουσιάσθηκε στόν Νουμέριο καί τοῦ ἐδήλωσε τήν ἀλήθεια. ᾿Εκεῖνος ἔδωσε ἐντολή νά τήν φυλακίσουν. Μετά τό μαρτύριό της, οἱ Χριστιανοί ἔθαψαν μέ εὐλάβεια τό λείψανο τῆς Παρθενομάρτυρος κοντά στόν τάφο, ὅπου προηγουμένως αὐτή εἶχε ἀποθέσει αὐτό τοῦ ῾Αγίου ᾿Ισιδώρου.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων ᾿Αλεξάνδρου, Βαρβάρου καί ᾿Ακολούθου.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες ᾿Αλέξανδρος, Βάρβαρος καί ᾿Ακόλουθος ἐκήρυξαν μέ παρρησία τόν Χριστό καί ἐχειραγώγησαν πολλούς πρός τήν εὐσέβεια. ῾Υπέμειναν μέ πνευματική ἀνδρεία τίς ὕβρεις καί τά βασανιστήρια. ᾿Εμαρτύρησαν διά τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας αὐτῶν κεφαλῆς. ῾Η Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στό ναό τῆς ῾Αγίας Εἰρήνης πού ἦταν κοντά στή θάλασσα.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Καρτεγίου, ἐπισκόπου Λίσμορ.
῾Ο ῞Αγιος Καρτέγιος καταγόταν ἀπό τήν ᾿Ιρλανδία καί ἦταν ἱδρυτής τῆς περίφημης μονῆς τοῦ Ραθανόφφαλυ, πού εἶχε περί τούς ὀκτακόσιους ἑξήντα μοναχούς. Τό 635 μ.Χ. ἀναγκάσθηκε νά ἐγκαταλείψει τή μονή καί νά ἐγκατασταθεῖ στό Λίσμορ, ὅπου ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος. ᾿Αφοῦ ἔζησε καί ἐποίμανε τό ποίμνιό του θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 637 μ.Χ.126.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Θεράποντος, ἐπισκόπου Κύπρου.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Θεράπων ἔζησε πιθανῶς κατά τόν 7ο αἰώνα μ.Χ. ᾿Αναφέρεται ὡς «᾿Αλαμάνος» (Γερμανός) καί «᾿Επίσκοπος ᾿Αλαμανίας». ῎Εγινε στήν Κύπρο ᾿Επίσκοπος παραλιακῆς πόλεως πού δέν κατονομάζεται, ὅπου καί ἔλαβε τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου127. ᾿Αργότερα, ὅταν οἱ ᾿Αγαρηνοί ἐπρόκειτο νά καταλάβουν καί λεηλατήσουν τήν Κύπρο, τό ἅγιο λείψανό του μετακομίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Λεοντίου, πατριάρχου ῾Ιεροσολύμων.
῾Ο ῞Αγιος Λεόντιος καταγόταν ἀπό τήν Τιβεριούπολη τῆς Φρυγίας καί ἐγεννήθηκε ἀπό γονεῖς πλούσιους καί εὐσεβεῖς περί τό βύ ἥμισυ τοῦ 12ου αἰῶνος μ.Χ. ῞Οταν ἀπέθανε ὁ πατέρας του, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τή γενέτειρά του καί ἐφοίτησε κοντά σέ εὐλαβή ἱερέα, προσῆλθε στή μονή τοῦ Πτελιδίου, ὅπου ἔγινε μοναχός. ᾿Αργότερα μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη καί συνδέθηκε μέ τόν Μητροπολίτη Τιβεριάδος, στόν ὁποῖο καί ὑπετάγη. ᾿Αφοῦ ἀκολούθησε τό γέροντά του, ὁ ὁποῖος ἐπέστρεφε στήν ᾿Επισκοπή του, κατέπλευσε μαζί του στήν Πάτμο, γιά νά προσκυνήσει στή μονή τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου. ᾿Εξεκίνησε τό ταξίδι του γιά τήν Κύπρο, ἀλλά βουλή τοῦ Θεοῦ τόν ὁδήγησε καί πάλι πίσω στήν Πάτμο. ᾿Εκεῖ, μέ τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ γουμένου τῆς μονῆς Θεοκτίστου, ἀνδρός ἔμπειρου στά πνευματικά, κατέστη ὑπόδειγμα ἀδελφικῆς ἀγάπης καί ταπεινοφροσύνης. ῞Οταν ὁ γούμενος Θεόκτιστος ἀπέθανε, ὁ Λεόντιος ἐξελέγη διάδοχός του μέ ὁμόφωνη ἀπόφαση τῶν μοναχῶν.
῾Ο ῞Αγιος Λεόντιος ἐπισκεπτόταν γιά τίς ὑλικές ἀνάγκες τῆς μονῆς καί τή νῆσο τῆς Κρήτης. Εἶχε δέ ὁρμητήριο στήν Κρήτη τό μονύδριον τοῦ ῾Αγίου ᾿Αποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ ᾿Ιωάννου, ἐντός τῆς ἀρχαίας πόλεως ῎Απτερα, ἐπάνω ἀπό τό τουρκικό φρούριο ᾿Ισδεζίν (Καλάμι), πού ἦταν τότε μετόχι τῆς μονῆς Πάτμου.
Μεριμνώντας γιά τίς ὑποθέσεις τῆς μονῆς, ὁ ῞Αγιος Λεόντιος μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη. ᾿Εκεῖ εἵλκυσε τό σεβασμό καί τήν ἐκτίμηση τοῦ αὐτοκράτορος Μανουήλ τοῦ Κομνηνοῦ (1143-1180 μ.Χ.) γιά τό πρόσωπό του, κατά σύστασιν καί ὑποστήριξιν τοῦ ὁποίου ἐξελέγη Πατριάρχης ῾Ιεροσολύμων τό 1170, σέ καιρούς κατά τούς ὁποίους Σιωνίτιδα ᾿Εκκλησία ἐδοκιμαζόταν ἀπό τήν κυριαρχία τῶν Λατίνων.
῾Ο ῞Αγιος Λεόντιος, ἀφοῦ διέπρεψε σέ ὁσιότητα βίου καί ἀποστολικό ζῆλο, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 1190.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Ισιδώρου, τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ, τοῦ ἐκ Ροστώβ τῆς Ρωσίας, τοῦ Θαυματουργοῦ.
Ο ῞Αγιος ᾿Ισίδωρος Τβερντίσλοβ (=πιστός τοῦ Λόγου), ἐγεννήθηκε στή Γερμανία ἀπό πλούσιους γονεῖς. Μεγαλωμένος σέ Ρωμαιοκαθολικό περιβάλλον, μετεστράφηκε ἀργότερα στήν ᾿Ορθόδοξη πίστη. ᾿Από τή νεότητά του ἔζησε ἀσκητικό βίο καί εἶχε στήν καρδιά του μεγάλη εὐσπλαχνία γιά τούς ἀνθρώπους. ᾿Επιθυμώντας τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὁ ῞Αγιος ἐγκατέλειψε τήν πατρική οἰκία, διεμοίρασε τήν περιουσία του στούς φτωχούς καί ἄρχισε νά ζεῖ ὡς περιπλανώμενος. Τελικά ἔφθασε στή Ρωσία καί ἀπεφάσισε νά ζήσει στό Ροστώβ. ᾿Εδῶ ὁ ῞Αγιος ᾿Ισίδωρος ἐζοῦσε μέσα στό χιόνι καί στό κρύο, ὑπομένοντας κάθε προσβολή. ᾿Εγκαταστάθηκε σέ μία σαθρή ξύλινη καλύβα, τήν ὁποία ἔφτιαξε ὁ ἴδιος. ᾿Επέλεξε ἕναν ἀκατανόητο τρόπο ζωῆς γιά τό ῎Ονομα τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος περιγράφει στήν Αύ ἐπιστολή του πρός Κορινθίους128.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ισίδωρος ἐπερνοῦσε τόν καιρό του μέ ἀδιάλειπτη προσευχή, μή ἐπιτρέποντας στόν ἑαυτό του πολύ ὕπνο ἤ ξεκούραση. ᾿Εστεκόταν ὅλη τή νύχτα ἄγρυπνος καί ἐδοξολογοῦσε τόν Θεό.
Τήν μέρα ὁ ῞Αγιος ἔκανε τούς γύρους τῆς πόλεως, ἐνεργώντας ὡς σαλός. ῞Οπως ὁ ᾿Ιώβ ὁ παλαιός στήν ὑπομονή του, ἔτσι καί ὁ ῞Αγιος ᾿Ισίδωρος, ἐνῶ ἦταν ἀκόμα ζωντανός, ἦταν μαζί ἐπίγειος ῎Αγγελος καί οὐράνιος ἄνθρωπος, μία φιλεύσπλαχνη ψυχή, ἁγνός στή σκέψη, μέ ἄγρυπνη καρδιά, πίστη ἀκαταίσχυντη καί ἀληθινή ἀγάπη χωρίς ὑποκρισία. Κατά τή διάρκεια τοῦ βίου του ἀξιώθηκε ἀπό τόν Θεό νά ἐπιτελεῖ θαύματα.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ισίδωρος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 1474. Οἱ Χριστιανοί ἐπληροφορήθηκαν τήν κοίμησή του μόνο ὅταν περνώντας ἔξω ἀπό τήν καλύβα του ἔνιωσαν τήν εὐωδία, πού ἀνέδιδε τό ἱερό λείψανό του. Στόν τόπο τοῦ ἐνταφιασμοῦ τοῦ ῾Αγίου ἐκτίσθηκε ὁ ναός τῆς ᾿Αναλήψεως τοῦ Κυρίου, στόν ὁποῖο φυλάσσονται τά λείψανά του.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Ισίδωρος ὀνομάζεται «Τβερντίσλοβ» (=πιστός τοῦ Λόγου), ἐπειδή ὁμιλοῦσε συνεχῶς γιά τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος ᾿Αντωνίου καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων μοναχῶν τε καί λαϊκῶν.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς ᾿Αντώνιος, γούμενος τῆς μονῆς τοῦ ῾Οσίου Παϊσίου τοῦ Οὔγκλιχ († 6 ᾿Ιουνίου), ἐμαρτύρησε μαζί μέ σαράντα μοναχούς τῆς μονῆς καί χίλιους λαϊκούς ἀπό τούς Πολωνούς τό 1609.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Δανιήλ καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων μοναχῶν τε καί λαϊκῶν.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Δανιήλ, γούμενος τῆς μονῆς τοῦ ῾Αγίου Νικολάου, ἐμαρτύρησε μαζί μέ τριάντα μοναχούς τῆς μονῆς καί διακόσιους λαϊκούς ἀπό τούς Πολωνούς τό 1609.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Μάρκου, τοῦ Κρητός.
῾Ο ῞Αγιος Νεομάρτυς Μάρκος ἦταν γέννημα καί θρέμμα τῆς νήσου Κρήτης. ῾Ο πατέρας του, ὀνόματι ᾿Ανδρέας, καταγόταν ἀπό τή Ζάκυνθο καί μητέρα του ἀπό τήν Κρήτη. Σέ μικρή λικία, μετά τό θάνατο τῆς μητέρας του, ἀκολούθησε τόν πατέρα του στή Σμύρνη. ᾿Εκεῖ, λόγῳ τῆς βίαιης διαγωγῆς τοῦ πατέρα του, ἐξισλαμίσθηκε ἀπό τούς Τούρκους. Τέσσερα χρόνια παρέμεινε στόν ᾿Ισλαμισμό ὁ Μάρκος καί μετονομάσθηκε σέ Μουσταφᾶ.
Στή συνέχεια, ἀφοῦ μετανόησε καί ἀνένηψε, ἀπέκρουσε μέ βδελυγμία τήν πλάνη τῶν ᾿Αγαρηνῶν καί διέφυγε στή Ζάκυνθο καί ἀπό ἐκεῖ στήν Κρήτη. Κατέφυγε στήν ἀκμάζουσα τότε ἱερά μονή τῆς Κυρίας ᾿Ακρωτηριανῆς (Τοπλοῦ) Σητείας, γιά περισυλλογή καί ἄσκηση. ᾿Αργότερα ἐπῆγε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐξομολογήθηκε καί ἐμαθήτευσε κοντά στό σοφό καί πολυμαθή διδάσκαλο Μελέτιο Συρίγο. ᾿Επανῆλθε στή Σμύρνη, ὅπου ἐκήρυξε δημόσια τό Χριστιανισμό. Γιά τό λόγο αὐτό συνελήφθη καί ἀφοῦ μέ σθένος ἀρνήθηκε νά προδώσει τήν πίστη του, ἐβασανίσθηκε σκληρά καί τέλος ἀποκεφαλίσθηκε στή Σμύρνη τό 1643. Τό τίμιο λείψανό του, ἀφοῦ ἐξαγοράσθηκε ἀπό τούς Χριστιανούς, ἐνταφιάσθηκε στό ναό τῆς ῾Αγίας Φωτεινῆς, ὁ δέ Θεός, σέ ἀνταμοιβή τῆς θυσίας του, τόν ἀνέδειξε πηγή ἰαμάτων γιά ὅσους προσέτρεχαν πρός αὐτόν μέ πίστη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος ᾿Ιωάννου, τοῦ Βουλγάρεως, τοῦ χρυσοχόου.
῾Ο ῞Αγιος Νεομάρτυς ᾿Ιωάννης καταγόταν ἀπό τήν πόλη Σούμνα τῆς Βουλγαρίας καί ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ χρυσοχόου. ῏Ηταν ὡραῖος στήν ὄψη καί ἐνάρετος. Τόν ᾿Ιωάννη ἐρωτεύθηκε μιά ᾿Οθωμανίδα, πού κατοικοῦσε κοντά στό ἐργαστήριό του. ᾿Επειδή ἀπέτυχε στήν προσπάθειά της νά ἑλκύσει τόν ᾿Ιωάννη, λικίας δέκα ὀκτώ ἐτῶν, τόν ἐσυκοφάντησε ὅτι ἀποπειράθηκε νά τή βιάσει. Κατόπιν τούτου, συνελήφθη καί ὁδηγήθηκε στόν κριτή, ὁ ὁποῖος τόν ἐπίεζε νά ἀλλαξοπιστήσει καί νά νυμφευθεῖ τή δῆθεν βιασμένη ἀπό αὐτόν γυναίκα. ῾Ο ᾿Ιωάννης, ἀφοῦ ἀντέκρουσε τήν ἐναντίον του συκοφαντία, ἐδήλωσε πρός τόν κριτή ὅτι ἦταν καί θά παρέμενε μέχρι τέλους πιστός στή Χριστιανική πίστη του. Γιά τό λόγο αὐτό ἐβασανίσθηκε σκληρά καί ἐκλείσθηκε στή φυλακή. ῾Η πίστη τοῦ Νεομάρτυρος ἦταν ἀκατάβλητη. Οἱ βασανιστές τόν ἔβαλαν στόν τροχό, ἔσκισαν τό δέρμα αὐτοῦ ἀπό τῆς κοιλίας μέχρι τοῦ λαιμοῦ καί τόν ἔκαιγαν μέ ἀναμμένες λαμπάδες. Τέλος, μέ διαταγή τοῦ μουφτῆ, οἱ δήμιοι τόν ἀποκεφάλισαν τό 1802.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Νικήτα, τοῦ ᾿Εγκλείστου, τοῦ ἐκ Κιέβου.
(Βλ. † 31 ᾿Ιανουαρίου, † 30 ᾿Απριλίου).
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, σύναξις τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου, ἐν ᾿Ιαροσλάβλ.
῾Η ἱερή εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ ᾿Ιαροσλάβλ (Πετσέρκ) ὑπῆρχε στήν ὁμώνυμη πόλη. ῾Η ᾿Αλεξάνδρα Ντομπίτσκινα, πού ὑπέφερε τρομακτικά γιά δέκα ἑπτά χρόνια ἀπό ψυχική καί σωματική ἀσθένεια, εἶδε τό 1823 σέ ὅραμα μία ἐκκλησία μέ τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. ᾿Αποφάσισε νά ψάξει γιά τό ναό τοῦ ᾿Ιαροσλάβλ καί τήν εἰκόνα πού εἶχε δεῖ στό ὅραμα. ῞Οταν εἰσῆλθε στό ναό, λυπημένη ᾿Αλεξάνδρα εἶδε στόν τοῖχο τήν ἀπεικόνιση τῆς Θεοτόκου τῶν Σπηλαίων. Ξαφνικά εἶχε μία ἰσχυρή κρίση πυρετοῦ, μετά τήν ὁποία ἦλθε ἀνακούφιση καί πλήρης θεραπεία ἀπό τήν πολύχρονη ἀσθένεια. ᾿Από τότε εἰκόνα ἐπιτελεῖ πολλά θαύματα σέ ἐκείνους πού προστρέχουν μέ πίστη καί εὐλάβεια πρός τήν ῾Υπεραγία Θεοτόκο.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|