20 Μαΐου
† Μνήμη τῆς ῾Αγίας Λυδίας, τῆς Φιλιππησίας.
῾Η λατρεία τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, τά τελούμενα στούς ἱερούς ναούς, ὅπως τά σωζόμενα μνημεῖα τοῦ παρελθόντος καί τοῦ παρόντος, ὡς ἀψευδεῖς μάρτυρες τῶν γεγονότων, βοηθοῦν τόν πιστό στήν ὑπέρβαση τῶν τοπικῶν καί χρονικῶν περιορισμῶν καί στή βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος καί τῆς θαυμαστῆς παρουσίας μέσα στόν κόσμο τῆς ᾿Εκκλησίας.
῾Ο συνοδοιπόρος τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου καί οἰκεῖος τῶν Φιλιππησίων Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καταγράφει στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν ᾿Αποστόλων γιά τήν πρώτη ἐπίσκεψή τους στούς Φιλίππους καί τό βάπτισμα τῆς πορφυροπώλιδος Λυδίας· «῞Οταν εἶδε τό ὅραμα, ἐζητήσαμε ἀμέσως νά φέρουμε σέ αὐτούς τό χαρμόσυνο ἄγγελμα. ᾿Αφοῦ λοιπόν ἐξεκινήσαμε ἀπό τήν Τρωάδα, ἐπλεύσαμε κατ᾿ εὐθεῖαν στή Σαμοθράκη, τήν δέ ἑπομένη στή Νεάπολη171 καί ἀπό ἐκεῖ στούς Φιλίππους, ὁποία εἶναι πρώτη πόλη τῆς περιοχῆς ἐκείνης τῆς Μακεδονίας, μία ἀποικία Ρωμαϊκή, καί ἐμείναμε στήν πόλη σέ μέρος κοντά στόν ποταμό, ὅπου ἐνομίζαμε ὅτι ὑπῆρχε τόπος προσευχῆς καί ἐκαθίσαμε καί ὁμιλούσαμε στίς γυναῖκες πού εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἐκεῖ. Κάποια γυναίκα, ἀπό τήν πόλη τῶν Θυατείρων, ὀνομαζόμενη Λυδία, ὁποία ἐπωλοῦσε πορφύρα, γυναίκα θεοσεβής, ἄκουγε καί ὁ Κύριος τῆς ἄνοιξε τήν καρδιά, γιά νά προσέχει σέ ὅσα ἔλεγε ὁ Παῦλος. ῞Οταν ἐβαπτίσθηκε αὐτή καί οἱ οἰκιακοί της, μᾶς εἶπε, ᾿Εάν μέ ἐκρίνατε ὅτι εἶμαι πιστή στόν Κύριο, ἐλᾶτε νά μείνετε στήν οἰκία μου, καί μᾶς ἐπίεζε...»172.
Στήν πηγαία καί ἀνεπιτήδευτη περιγραφή τοῦ πρώτου βαπτίσματος στούς Φιλίππους ἀπό τόν πρωτοκορυφαῖο ᾿Απόστολο Παῦλο εὔκολα διακρίνεται διαδικασία καί ἐπισημαίνονται οἱ βασικές προϋποθέσεις γιά τή συμμετοχή τοῦ νέου πιστοῦ στή νέα ἐν Χριστῷ ζωή καί τήν ἔνταξή του στούς κόλπους τῆς ᾿Εκκλησίας. Οἱ ᾿Απόστολοι ἐκήρυσσαν «Χριστόν ἐσταυρωμένον» καί ὅσοι ἀπό τούς ἀκροατές ἀποδέχονταν ἀβίαστα τήν ἀποστολική διδασκαλία, ἀκολουθοῦσαν τήν πράξη, πού καθορίσθηκε ἤδη τήν μέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Μετανοοῦσαν καί ἐβαπτίζονταν στό ῎Ονομα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐξασφαλίζοντας ἔτσι τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν τους καί τά χαρίσματα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος173, τή δυνατότητα νά γεννηθοῦν στή νέα ἐν Χριστῷ ζωή.
Στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη, ἔξω ἀπό τά τείχη τῶν Φιλίππων, θεοσεβής Λυδία, μαζί μέ ἄλλες γυναῖκες, ἄκουσε προσεκτικά τή χριστοκεντρική διδασκαλία τοῦ Παύλου καί μέ ἀνοικτή τή φωτισμένη καρδιά της ἀποδέχθηκε τή σωτήρια διδασκαλία. ᾿Αμέσως κατέβηκε στά νερά τοῦ νέου ᾿Ιορδάνου καί ἐβαπτίσθηκε μαζί μέ ὅλα τά μέλη τῆς οἰκογένειάς της. Πανηγυρικά καί ἔμπρακτα ὁμολογεῖ τήν πίστη της στόν Χριστό καί ὁμολογία ἐπιβραβεύεται μέ τήν ἀποστολική πράξη τῆς βαπτίσεως καί τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν ἐπάνω στούς βαπτισθέντες, γιά νά μεταδοθοῦν οἱ δωρεές τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καί νά ξεκινήσει ἐφαρμογή στό βίο τους, ὅλων ἐκείνων πού εἶναι ἀληθινά, σεμνά, δίκαια, ἁγνά, ἀγαπητά καί ἐπιδίωξη ὁποιασδήποτε ἀρετῆς καί ὁποιουδήποτε ἐπαίνου174.
῾Η μετάβαση ὅλων στήν οἰκία τῆς Λυδίας ἐπισφράγισε τό πασχάλιο μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁλοκλήρωση τῆς πνευματικῆς εὐωχίας τῆς εὐλογημένης ἐκείνης μέρας, κατά τήν ὁποία στό Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας ἐντάχθηκε μέ τό βάπτισμα πρώτη Εὐρωπαία Χριστιανή τῶν Φιλίππων.
῾Η ᾿Εκκλησία μας τιμᾶ τήν ῾Αγία Λυδία ὡς ᾿Ισαπόστολο καί στόν ἱερό τόπο τῆς βαπτίσεώς της ὕψωσε ναό-βαπτιστήριο, ὅπως καί στήν παρακείμενη ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη καθιέρωσε ὑπαίθριο βαπτιστήριο, ὅμοιο μέ ἐκεῖνα πού σώζονται στίς παλαιοχριστιανικές βασιλικές τῶν Φιλίππων.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Πλατίλλας, τῆς Ρωμαίας.
῾Η ῾Αγία Μάρτυς Πλατίλλα ἔζησε τόν 1ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρώμη. Σύμφωνα μέ τήν παράδοση ἐβαπτίσθηκε ἀπό τόν ᾿Απόστολο Πέτρο, ἦταν παρούσα στό μαρτύριο τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου καί θεωρεῖται μητέρα τῆς ῾Αγίας Δομιτίλλης († 12 Μαΐου). ᾿Ετελειώθηκε μαρτυρικά τό 67 μ.Χ.
῾Η ῾Αγία ἀπεικονίζεται στήν τέχνη προσφέροντας τό πέπλο της στόν ᾿Απόστολο Παῦλο κατά τό μαρτύριό του, ὁ ὁποῖος μετά τό θάνατό του ἐμφανίσθηκε στήν ῾Αγία καί τῆς ἐπέστρεψε τό πέπλο της. ῾Η πράξη αὐτή ἀπεικονίζεται στίς χάλκινες πόρτες τῆς βασιλικῆς τοῦ ῾Αγίου Πέτρου, στή Ρώμη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θαλλελαίου, τοῦ ἰατροῦ, καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων ᾿Αλεξάνδρου καί ᾿Αστερίου.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς Θαλλέλαιος καταγόταν ἀπό τό Λίβανο καί ἔζησε κατά τήν ἐποχή τοῦ αὐτοκράτορος Νουμεριανοῦ (283-284 μ.Χ.). ῾Ο πατέρας του ὀνομαζόταν Βερεκκόκιος καί μητέρα του Ρομβυλιανή. Εἶχε σπουδάσει τήν ἰατρική ἐπιστήμη καί προσέφερε στούς πάντες ἀφιλοκερδῶς καί μέ ἀγάπη τίς ἰατρικές του ὑπηρεσίες, γι᾿ αὐτό καί ἐντάσσεται στήν κατηγορία τῶν γνωστῶν ᾿Αναργύρων.
Γιά τήν πίστη του στόν Χριστό τόν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες στήν ᾿Ανάζαρβο, πρωτεύουσα τῆς δεύτερης ἐπαρχίας τῆς Κιλικίας, κρυμμένο μέσα στό δάσος, καί τόν ὁδήγησαν στόν ἄρχοντα Τιβεριανό. ᾿Εκεῖνος, ἐπειδή ὁ ῞Αγιος δέν ἐπειθόταν νά θυσιάσει στά εἴδωλα, πρόσταξε νά τοῦ τρυπήσουν τούς ἀστράγαλους καί νά τόν κρεμάσουν μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω. Τόση δέ ἦταν ὑπομονή τοῦ ῾Αγίου, τήν ὁποία ἐπέδειξε κατά τό φρικτό αὐτό μαρτύριο, ὥστε δύο ἀπό τούς βασανιστές του στρατιῶτες, ὀνόματι ᾿Αλέξανδρος καί ᾿Αστέριος, ἐπίστευσαν καί ἀφοῦ ὁμολόγησαν τήν πίστη τους στόν Χριστό, ἀποκεφαλίσθηκαν. Κατόπιν ὁ Τιβεριανός πρόσταξε καί ἔριξαν τόν ῞Αγιο στή θάλασσα νά πνιγεῖ. ᾿Εκεῖνος ὅμως δέν ἔπαθε τίποτε καί βγῆκε ἀπό τή θάλασσα φορώντας ὁλόλευκη ἐσθῆτα. Μετά ἀπό τή θαυματουργική αὐτή διάσωσή του τόν ἔριξαν στό στάδιο νά τόν κατασπαράξουν πεινασμένα σαρκοβόρα θηρία. ῞Ομως τά θηρία δέν τόν ἐπλησίασαν καί ἔμεινε καί πάλι ἀβλαβής.
῎Ετσι ὁ Μάρτυς Θαλλέλαιος ἀποκεφαλίσθηκε διά ξίφους στήν ῎Εδεσσα τῶν Αἰγαίων175, κατά τό φθινόπωρο τοῦ 284 μ.Χ., καί ἔλαβε τόν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
῾Η Σύναξή του ἐτελεῖτο στό μαρτύριό του, τό ὁποῖο εὑρισκόταν ἐντός τοῦ ναοῦ τοῦ ῾Αγίου ᾿Αγαθονίκου. Πλήν τοῦ ναΐσκου αὐτοῦ γνωρίζουμε καί τό ναό κοντά στό ὄρος τοῦ Αὐξεντίου. ᾿Επ᾿ ὀνόματι τοῦ ῾Αγίου ὑπῆρχε καί μονή στήν Παλαιστίνη, τήν ὁποία, κατά τή μαρτυρία τοῦ Προκοπίου, «ἀνανεώσατο» ὁ αὐτοκράτορας ᾿Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.). Φαίνεται δέ ὅτι ὁρισμένες μονές ἑόρταζαν τή μνήμη τοῦ ῾Αγίου Θαλλελαίου στίς 3 Σεπτεμβρίου, ἐνῶ ἄλλοι καί στίς 23 Αὐγούστου, μέρα κατά τήν ὁποία ὁ Μάρτυς προσήχθη σέ ἀνάκριση176.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος ᾿Ασκλᾶ.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς ᾿Ασκλᾶς καταγόταν ἀπό τή Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου καί εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησε. ᾿Εργαζόμενος ἱεραποστολικά ὑπέρ τῆς ᾿Ορθοδόξου πίστεως, συνελήφθη καί ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος ᾿Αρριανοῦ. Παρ᾿ ὅλο που ἐπιέσθηκε, γιά νά θυσιάσει στά εἴδωλα, ἀρνήθηκε καί ἐξ αἰτίας αὐτοῦ ὑποβλήθηκε σέ πλῆθος μαρτυρίων, τά ὁποῖα ὑπέμεινε ἀγόγγυστα. Τοῦ καταξέσκισαν τίς σάρκες καί τόν ἔκαψαν μέ ἀναμμένες λαμπάδες. ᾿Εμμένοντας ὁ ῞Αγιος παρά ταῦτα στήν ὁμολογία του, ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν στό λαιμό βαρύτατο λίθο, τόν ἔριξαν στόν ποταμό Νεῖλο, ὅπου εὑρῆκε μαρτυρικό θάνατο, ἐπί αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.).
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Βαυδελίου.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Βαυδέλιος ἔζησε περί τό 2ο ἤ 3ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐγεννήθηκε στήν πόλη ᾿Ορλεάνς τῆς Γαλλίας. ᾿Αφοῦ ἐνυμφεύθηκε, ἐργάσθηκε ἱεραποστολικά γιά τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στή Γαλλία καί τή βόρεια ᾿Ισπανία. ᾿Ετελειώθηκε μαρτυρικά στήν πόλη Νίμς τῆς Γαλλίας.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων Ζαβουλών καί Σωσσάνης, γονέων τῆς ἁγίας Νίνας τῆς ᾿Ισαποστόλου.
(Βλ. † 14 ᾿Ιανουαρίου).
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ῾Ιλαρίου, ἐπισκόπου Τουλούζης.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιλάριος ἔζησε κατά τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐχειροτονήθηκε ᾿Επίσκοπος τῆς πόλεως Τουλούζης177. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Αναστασίου, ἐπισκόπου Βρεσκίας.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Αναστάσιος ἦταν ᾿Επίσκοπος Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας καί ἀγωνίσθηκε σθεναρά κατά τῶν αἱρετικῶν ᾿Αρειανῶν. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 610 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων, τῶν ἐν Μεμέλᾳ τῆς ῾Ιερουσαλήμ ἀθλησάντων.
Οἱ ῞Αγιοι αὐτοί Μάρτυρες ἐμαρτύρησαν τό 614 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Οὐτρίλλου, ἐπισκόπου Μπουργκές τῆς Γαλλίας.
῾Ο ῞Αγιος Οὐτρίλλος ἐγεννήθηκε στήν πόλη Μπουργκές καί ἀσκήτεψε στή μονή τοῦ ῾Αγίου Νικητίου τῆς Λυών († 2 ᾿Απριλίου). Τό 612 μ.Χ. ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος Μπουργκές καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 624 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Θαλασσίου, τοῦ Μυροβλύτου.
῾Ο ῞Οσιος Θαλάσσιος καταγόταν ἀπό τή Λιβύη τῆς ᾿Αφρικῆς καί ἔζησε κατά τό πρῶτο ἥμισυ τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ., ἐπί τῆς βασιλείας τοῦ Κωνσταντίνου Πωγωνάτου. ῏Ηταν σύγχρονος τοῦ ῾Αγίου Μαξίμου τοῦ ῾Ομολογητοῦ, ὁ ὁποῖος καί τοῦ ἀφιέρωσε μία ἔκθεση μέ ἀπορίες σέ θέματα τῆς Γραφῆς καί τίς λύσεις τους. Κατ᾿ ἀρχάς ὁ ῞Οσιος ἐχειροτονήθηκε διάκονος καί πρεσβύτερος καί ἐξελέγη γούμενος. Διακρινόταν γιά τήν καθαρότητα τοῦ βίου καί τή βαθιά θεολογική παιδεία του καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 648 μ.Χ.
῾Ο ῞Οσιος συνέγραψε τετρακόσια κεφάλαια περί ᾿Αγάπης καί ᾿Εγκρατείας καί τῆς Κατά νοῦν πολιτείας, ὅταν ἦταν συχαστής, ὅπως προκύπτει ἀπό τήν ταπεινόφρονα διατύπωσή του· «κατά τό φαινόμενον συχαστής, κατά δέ τήν ἀλήθειαν πραγματευτής κενοδοξίας».
Τά κεφάλαια αὐτά ξυπνοῦν ψυχές πού εἶναι σέ πνευματικό θάνατο ἤ ἀνασταίνουν ψυχές πού νεκρώθηκαν ἀπό τήν ἁμαρτία. Τό πλεονέκτημά τους εἶναι ἐμπειρική μέθοδος πού, μέ τήν πρακτική ἀγωγή πού ὑποδεικνύουν, ὁδηγοῦν μέ ἀσφάλεια στή μεταστοιχείωση τῶν ψεκτῶν παθῶν σέ πάθη ἅγια καί στήν κτήση τῶν θείων ἀρετῶν, ἀπ᾿ ὅπου ἀρχίζει ἄνθιση τῶν καρπῶν τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ἀποκορύφωμα τῶν ὁποίων εἶναι θεομίμητη ταπείνωση καί ἁγία ἀγάπη.
῾Ο ῞Οσιος Θαλάσσιος εἶναι ἕνας ἀπλανής διδάσκαλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τῶν νηπτικῶς βιούντων μοναχῶν, ἀλλά καί στοργικός πατέρας ὅλων τῶν Χριστιανῶν, πρός τούς ὁποίους, ὡς δοῦλος εὐγνώμων, μεταδίδει τό χάρισμα πού ἔλαβε, θεραπεύοντας ὡς ἰατρός ψυχῶν, τίς ἀρρωστημένες ψυχές καί ὁδηγώντας τες στόν ἀρχικό προορισμό τους, πού εἶναι ὁμοίωσή τους, κατά χάριν, μέ τόν Δημιουργό τους, τήν ῾Αγία Τριάδα, στήν ῾Οποία ἀφιερώνει τά δέκα πέντε τελευταῖα κεφάλαια τῆς τετάρτης ἑκατοντάδος του, φανερώνοντας τήν ᾿Ορθόδοξη θεολογική γνώση του.
Γράφει χαρακτηριστικά ὁ ῞Οσιος Θαλάσσιος·
῾Ο νοῦς πού ἀπόκτησε πνευματική ἀγάπη, δέν διανοεῖται γιά τόν πλησίον του ἐκεῖνα πού δέν ἁρμόζουν στήν ἀγάπη.
᾿Αγάπη ἀληθινή ἔχει ἐκεῖνος πού δέν ἀνέχεται νά ἀκούει ὑπονοούμενα, οὔτε φανερές κατηγορίες κατά τοῦ πλησίον.
᾿Ιδίωμα τῆς ἀνυπόκριτης ἀγάπης εἶναι ὁ ἀληθινός λόγος ἀπό ἀγαθή συνείδηση.
᾿Εκεῖνος εἶναι δυνατός ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἀποδιώκει τήν κακία μέ τήν πράξη καί μέ τή γνώση.
῎Αν θέλεις νά νικήσεις τούς ἐμπαθεῖς λογισμούς, ἀπόκτησε ἐγκράτεια καί ἀγάπη γιά τόν πλησίον.
῾Ησυχία, προσευχή, ἀγάπη καί ἐγκράτεια, εἶναι τετράτροχο ἅρμα πού ἀνεβάζει τό νοῦ στούς οὐρανούς.
῎Εργο χαρακτηριστικό τοῦ νοῦ εἶναι νά ἀσχολεῖται πάντοτε μέ τά λόγια τοῦ Θεοῦ.
᾿Εκεῖνος πού ἀγαπᾶ Τόν ᾿Ιησοῦ, θά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τήν κακία. Καί ἐκεῖνος πού Τόν ἀκολουθεῖ, θά δεῖ τήν ἀληθινή γνώση.
῾Η ἐλευθερία ἀπό τά πάθη εἶναι συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν. ῞Οποιος δέν ἐλευθερώθηκε μέ τή Χάρη ἀπό τά πάθη, δέν ἔλαβε ἀκόμη τή συγχώρηση.
῎Αν θέλεις νά ἀπαλλαγεῖς ταυτόχρονα ἀπό ὅλες τίς κακίες, ἀπαρνήσου τή μητέρα τῶν κακῶν, τή φιλαυτία.
᾿Εκεῖνος πού ὑπομένει τούς ἀθέλητους πειρασμούς πού τοῦ ἔρχονται, ἀποκτᾶ ταπεινό φρόνημα, καλές ἐλπίδες καί γίνεται δόκιμος.
Εὐχή τοῦ ῾Οσίου Θαλασσίου
«Κύριε τῶν πάντων Χριστέ, ἐλευθέρωσέ μας ἀπό ὅλα αὐτά, ἀπό τά ὀλέθρια πάθη καί ἀπό τούς λογισμούς πού προέρχονται ἀπό αὐτά.
Πλασθήκαμε ἀπό Σένα, γιά νά ἀπολαύσουμε τόν παράδεισο πού ἐφύτευσες ᾿Εσύ.
Τήν τωρινή μας ἀτιμία μόνοι τήν προκαλέσαμε, μέ τό νά προτιμήσουμε τήν ὀλέθρια ἀπό τήν εὐλογημένη ἀπόλαυση.
᾿Επήραμε τήν ἀμοιβή μας γι᾿ αὐτό, ἀνταλλάσσοντας τήν αἰώνια ζωή μέ τό θάνατο.
Τώρα λοιπόν, Κύριε, καθώς ἐστράφηκες μέ εὐμένεια πρός ἐμᾶς, κάνε τό ἴδιο ὥς τό τέλος. Καθώς ἔγινες ἄνθρωπος γιά μᾶς, σῶσε μας ὅλους.
Γιατί ἦλθες νά σώσεις ἐμᾶς τούς χαμένους. Μή μᾶς χωρίσεις ἀπό τή μερίδα ὅσων σώζονται.
᾿Ανάστησε τίς ψυχές καί σῶσε τά σώματά μας. Καθάρισέ μας ἀπό κάθε μολυσμό.
Σπάσε τά δεσμά τῶν παθῶν πού μᾶς κατέχουν. ᾿Εσύ, πού συνέτριψες τίς φάλαγγες τῶν ἀκάθαρτων δαιμόνων.
Καί ἀπάλλαξέ μας ἀπό τήν τυραννία τους, γιά νά λατρεύσουμε ᾿Εσένα μόνο, τό αἰώνιο Φῶς.
᾿Αφοῦ ἀναστηθοῦμε ἐκ νεκρῶν, συγκροτώντας μαζί μέ τούς ᾿Αγγέλους μία εὐλογημένη καί ἀκατάλυτη χορεία. ᾿Αμήν».
† Τῆ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Μάρκου, τοῦ ᾿Ερημίτου.
῾Ο ῞Οσιος Μάρκος ἦταν μοναχός. Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς καί ὁ χρόνος τῆς δράσεώς του. ᾿Αφοῦ ἔζησε ὁσίως, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Θεοδώρου, ἐπισκόπου Παβίας.
῾Ο ῞Αγιος Θεόδωρος ἦταν ᾿Επίσκοπος τῆς Παβίας τῆς ᾿Ιταλίας. ᾿Από τήν μέρα τῆς ἐκλογῆς του, τό 743 μ.Χ., ἔπαθε πολλά ὑπέρ τῆς ᾿Ορθοδόξου πίστεως καί ἐξορίσθηκε ἀπό τούς Λομβαρδούς. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 778 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἠμῶν ᾿Ιωάννου, ᾿Ιωσήφ καί Νικήτα, κτιτόρων τῆς Νέας Μονῆς τῆς Χίου.
Οἱ ῞Οσιοι Πατέρες μας ᾿Ιωάννης, ᾿Ιωσήφ καί Νικήτας κατάγονταν ἀπό τή Χίο καί ἔζησαν κατά τόν 11ο αἰώνα μ.Χ. ᾿Ασκητεύοντας ἐπί τοῦ Προβατείου ῎Ορους τῆς νήσου τῆς Χίου, εὑρῆκαν μία μέρα ἐπάνω σέ δένδρο μυρσίνης κρεμάμενη εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, τήν ὁποία, ἀφοῦ παρέλαβαν, ἐτοποθέτησαν ἐντός ναΐσκου, πού ἀνήγειραν γιά τό σκοπό αὐτό. ᾿Αργότερα, μέ τή συνδρομή τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου (1042-1054), καί στή συνέχεια, τῆς ἀδελφῆς του αὐτοκράτειρας Ζωῆς, ἀνηγέρθη μεγαλοπρεπής Νέα Μονή, ὁποία ἐπροικίσθηκε μέ κτήματα καί ἀφιερώματα καί κατέστη αὐτοδέσποτος διά βασιλικῶν χρυσοβούλλων.
Μετά ἀπό μικρά ἐξορία, τήν ὁποία ὑπέστησαν λόγῳ κακόβουλων διαβολῶν, ἐπανῆλθαν στή μονή, ὅπου καί ἐκοιμήθησαν μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, ἀνακομιδή καί μετακομιδή τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Νικολάου Μύρων τῆς Λυκίας, τοῦ Θαυματουργοῦ.
Τό 1087 μ.Χ., ἐπί αὐτοκράτορος ᾿Αλεξίου Κομνηνοῦ (1081-1118 μ.Χ.) καί Πατριάρχου Νικολάου Γύ τοῦ Γραμματικοῦ (1084-1111 μ.Χ.), ἐπαρχία τῆς Λυκίας καί πόλη τῶν Μύρων δεινοπαθοῦν ἀπό τούς ᾿Αγαρηνούς. Γι᾿ αὐτό καί οἱ μοναχοί, πού διακονοῦσαν στό προσκύνημα τοῦ ῾Αγίου Νικολάου, συναινοῦν στήν πρόταση «ἐμπόρων» ἀπό τό Μπάρι τῆς ᾿Ιταλίας, πού στήν πραγματικότητα ἦσαν κληρικοί, νά πραγματοποιήσουν τήν ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων καί τή μετακομιδή στό Μπάρι178. Κατά τή συναξαριστική παράδοση τό ἅγιο λείψανο ἀνεχώρησε τήν 1η ᾿Απριλίου τοῦ 1087 καί ἔφθασε στό Μπάρι στίς 20 Μαΐου.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Τιμοθέου, γεμόνος τοῦ Πσκώφ.
῾Ο ῞Αγιος Τιμόθεος, ὁ ὁποῖος ἀρχικά ἦταν εἰδωλολάτρης μέ τό ὄνομα Ντόβμοντ, καταγόταν ἀπό τή Λιθουανία καί ἦταν πρίγκιπας τοῦ Ναλσχένσκ τῆς Λιθουανίας. Τό 1265, λόγῳ τῶν συγκρούσεων μεταξύ τῶν γεμόνων τῆς Λιθουανίας, ἀναγκάσθηκε νά ἐγκαταλείψει τήν ἐπαρχία του καί νά ἐγκατασταθεῖ στό
Πσκώφ μαζί μέ τριακόσιες οἰκογένειες. ᾿Εδῶ Χάρη τοῦ Θεοῦ τόν ἐπεσκίασε καί ἐβαπτίσθηκε Χριστιανός λαμβάνοντας τό ὄνομα Τιμόθεος.
Πολύ σύντομα οἱ κάτοικοι τοῦ Πσκώφ τόν ἐπέλεξαν ὡς πρίγκιπά τους γιά τήν ἀνδρεία καί τίς ἀληθινές χριστιανικές ἀρετές του.
῾Ο ῞Αγιος ἐκυβέρνησε γιά τριάντα τρία χρόνια μέ εἰρήνη καί σύνεση. ῏Ηταν δίκαιος, ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος, γενναιόδωρος καί προστάτης τῶν μονῶν καί τῶν ναῶν. ῞Ιδρυσε μάλιστα καί μία μονή πρός τιμήν τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου.
Τό 1268 ὁ πρίγκιπας Τιμόθεος ἦταν ἕνας ἀπό τούς ἥρωες τῆς ἱστορικῆς μάχης κατά τῶν Δανικῶν καί Γερμανικῶν στρατευμάτων πού ὑπερασπίσθηκαν μέ πίστη καί αὐταπάρνηση τή Ρωσική γῆ. Πρίν ἀπό κάθε μάχη ἐπήγαινε στήν ἐκκλησία, ὅπου προσευχόταν καί ἄφηνε τό ξίφος του στό βῆμα τῆς ῾Ωραίας Πύλης λαμβάνοντας τήν εὐλογία τοῦ ἱερέως. ῾Ο γενναῖος πολεμιστής-πρίγκιπας ἐκέρδισε τήν τελική μάχη κατά τῶν Γερμανῶν, στίς 5 Μαρτίου τοῦ 1299.
῾Ο ῞Αγιος Τιμόθεος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 1299, ἀλλά προστάτευε τήν πόλη τοῦ Πσκώφ καί μετά τήν κοίμησή του. ῞Οταν, κατά τό 1480, περισσότερο ἀπό ἑκατό χιλιάδες Γερμανοί ἐπολιόρκησαν τήν πόλη, ἐκεῖνος ἐμφανίσθηκε σέ ἕνα Χριστιανό καί τόν προέτρεψε νά λάβουν τήν εἰκόνα του μαζί μέ ἕνα σταυρό καί νά τά λιτανεύσουν στήν πόλη. Οἱ Χριστιανοί τοῦ Πσκώφ ἔπραξαν, ὅπως τούς εἶπε ὁ ῞Αγιός τους, καί οἱ Γερμανοί ἀνεχώρησαν ἀπό τήν πόλη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, ἑορτάζομεν τήν ἀνακομιδήν τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν ᾿Αλεξίου τοῦ Θαυματουργοῦ, ἀρχιεπισκόπου Μόσχας.
(Βλ. † 12 Φεβρουαρίου).
Τά ἱερά λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Αλεξίου, Πατριάρχου Μόσχας, ἀνεκαλύφθησαν στίς 20 Μαΐου τοῦ 1431. Τό 1485, τά ἱερά λείψανα μετεκομίσθησαν σέ ναό ἀφιερωμένο στόν ῞Αγιο. Σήμερα εὑρίσκονται στόν πατριαρχικό ναό τῶν Θεοφανείων τῆς Μόσχας.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Στεφάνου, τοῦ ἐκ Μαυροβουνίου.
῾Ο ῞Αγιος Στέφανος ἐγεννήθηκε στό Μαυροβούνιο τῆς Σερβίας καί ἔζησε κατά τό 17ο αἰώνα μ.Χ. ᾿Από νεαρή λικία ἀκολούθησε τό μοναχικό βίο καί ἔγινε μοναχός στή μονή Μοράκα. Λόγῳ τῶν Τούρκων ἀναγκάσθηκε νά ἐγκαταλείψει τό μοναστήρι καί νά ζήσει κρυμμένος ἀπό τούς βοσκούς τῆς περιοχῆς γιά ἑπτά χρόνια. Τό 1660 συνέχισε τόν ἀσκητικό του βίο σέ ἕνα σπήλαιο μέσα στό ὁποῖο ἔζησε μέ ἀδιάλειπτη προσευχή ἐπί τριάντα χρόνια. Τέσσερα ἔτη μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του, οἱ πιστοί εὑρῆκαν τό τίμιο λείψανό του ἀπό τό φῶς πού ἐφώτιζε τό σπήλαιο, μέσα στό ὁποῖο ὁ ῞Οσιος Στέφανος εἶχε ἀναπαυθεῖ.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|