7 Μαΐου
† Μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Κοδράτου καί τῶν σύν αὐτῷ ἀθλησάντων, ἐν Νικομηδείᾳ.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς Κοδράτος καταγόταν ἀπό τή Νικομήδεια τῆς Βιθυνίας καί ἄθλησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Οὐαλεριανοῦ (251-259 μ.Χ.). ᾿Αφοῦ συνελήφθη μέ πολλούς ἄλλους Χριστιανούς στόν ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν κινηθέντα τότε διωγμό, παραδόθηκε στόν ἀνθύπατο Περίνιο ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός ᾿Αληθινός. Κατόπιν τούτου τόν ἅπλωσαν κατά γῆς καί ἀφοῦ τόν ἐμαστίγωσαν σκληρά, τόν ἔριξαν στή φυλακή.
᾿Από τή Νικομήδεια, μέ προσταγή τοῦ ἀνθύπατου, μεταφέρθηκε στή Νίκαια, ὅπου δι᾿ αὐτοῦ πολλοί ἐπίστεψαν στόν Χριστό καί ἐτελειώθησαν ἄλλοι διά πυρός καί ἄλλοι διά μαχαίρας. Τοῦτο ἐξαγρίωσε τόν ἀνθύπατο, ὁ ὁποῖος διέταξε νά κρεμάσουν τόν ῞Αγιο, νά τόν μαστιγώσουν καί νά τοῦ καταξεσκίσουν τίς σάρκες.
Στή συνέχεια ἀπεστάλη στήν ᾿Απάμεια, ὅπου ὑπέστη ποικίλα μαρτύρια καί ἀπό ἐκεῖ ὁδηγήθηκε δέσμιος στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, ὅπου πολλοί ἀπό τούς κατοίκους, θαυμάζοντας τήν ὑπομονή καί προσκαρτερία τοῦ Μάρτυρος στά βασανιστήρια, ὁμολόγησαν τόν Χριστό. ᾿Από αὐτούς δέ οἱ Ρουφίνος καί Σατορνίνος, ἀφοῦ ἐκρεμάσθησαν καί κατεξεσχίσθησαν οἱ σάρκες τους, ἀποκεφαλίσθηκαν στήν ᾿Απολλωνιάδα.
῾Ο ῞Αγιος Κοδράτος ὁδηγήθηκε, τέλος, στήν ῾Ερμούπολη, ὅπου, ἀφοῦ ἐξαπλώθηκε ἐπάνω σέ πυρακτωμένη σχάρα, ἐτελειώθηκε διά ἀποκεφαλισμοῦ, λαμβάνοντας ἔτσι τόν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Ρουφίνου καί Σατορνίνου.
Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Ρουφίνος καί Σατορνίνος κατάγονταν ἀπό τήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, ὅπου καί ἄθλησαν. Βλέποντας τήν πνευματική ἀνδρεία καί προσκαρτερία τοῦ ῾Αγίου Κοδράτου στά ποικίλα βασανιστήρια καί θαυμάζοντας τήν ἀκλόνητη πίστη του στόν Χριστό, ἀφοῦ ἐπαρουσιάσθηκαν ἐνώπιον τοῦ ἀνθύπατου Περινίου ὁμολόγησαν καί αὐτοί τόν Χριστό. Κατόπιν τούτου συνελήφθησαν καί ἀφοῦ κατεξεσχίσθησαν οἱ σάρκες τους μέ σιδερένια νύχια, ἀποκεφαλίσθηκαν καί ἔλαβαν ἀπό τόν μισθαποδότη Κύριο τόν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξης καί τῆς μακαριότητος.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Μαξίμου.
Εἶναι ἄγνωστη καταγωγή καί ὁ χρόνος ἄθλησης τοῦ ῾Αγίου Μάρτυρος Μαξίμου. Στούς Συναξαριστές ἀναφέρεται ὅτι πολλούς ἀπό τούς εἰδωλολάτρες ἐπέστρεψε στόν Χριστό καί ὁμολόγησε ὁ ἴδιος τήν πίστη του στό ῎Ονομα τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό ὑπέστη πολλά βασανιστήρια καί, ἀφοῦ ἐλιθοβολήθηκε, ἐτελειώθηκε.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος ᾿Ιουβεναλίου.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς ᾿Ιουβενάλιος ἐμαρτύρησε τό 132 μ.Χ., ἐπί αὐτοκράτορος ᾿Αδριανοῦ (117-138 μ.Χ.)63.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος ᾿Ακακίου, τοῦ κεντυρίωνος.
῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς ᾿Ακάκιος ἐγεννήθηκε στήν Καππαδοκία τό 270 μ.Χ. ἀπό γονεῖς ῞Ελληνες Χριστιανούς καί ἄθλησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286-305 μ.Χ.). ᾿Αφοῦ κατετάγη στό στράτευμα, στήν τάξη τῶν Μαρτησίων, ἀναδείχθηκε γρήγορα, λόγῳ τῆς γενναιότητος καί τιμιότητός του, καί προήχθηκε σέ κεντυρίωνα. Κατά τόν κηρυχθέντα τότε ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν διωγμό, ὁ διοικητής τῆς Καππαδοκίας καί ἑκατόνταρχος Φίρμος, ἐξετάζοντας τούς στρατιῶτες πού εὑρίσκονταν κάτω ἀπό τίς διαταγές του μέ σκοπό νά ἐξακριβώσει τίς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ἐρώτησε καί τόν ᾿Ακάκιο. ῾Ο ῞Αγιος μέ παρρησία ὁμολόγησε τήν πίστη του στόν Χριστό. ῾Ο Φίρμος, πού ἔτρεφε ἰδιαίτερη συμπάθεια πρός αὐτόν, λόγῳ τῶν πολλῶν ἀρετῶν του, προσπάθησε νά τόν μεταπείσει, πλήν ὅμως κάθε προσπάθεια προσέκρουσε στή σθεναρή ἀντίδραση τοῦ ᾿Ακακίου. Κατόπιν τούτου τόν ἀπέστειλε σιδηροδέσμιο στήν ῾Ηράκλεια τῆς Θράκης, πρός τόν ἀνθύπατο Βιβιανό, μόνο ἁρμόδιο νά λάβει ὁριστικές ἀποφάσεις. ᾿Αφοῦ προσήχθη ὁ ᾿Ακάκιος μέ ἄλλους Χριστιανούς ἐνώπιον τοῦ Βιβιανοῦ καί διατάχθηκε νά θυσιάσει στά εἴδωλα, ἀρνήθηκε. ῞Ενεκα τούτου τόν προσέδεσαν σέ στῦλο καί τόν ἐμαστίγωσαν ἀνηλεῶς. ῾Ο ῞Αγιος ὁμολογοῦσε συνεχῶς τήν ἀγάπη του πρός τόν Θεό. Βλέποντας τήν ἐπιμονή του τοῦ ἔθραυσαν τή σιαγόνα.
Μετά ἀπό αὐτά ὁ ἀνθύπατος Βιβιανός παρέλαβε τόν ῞Αγιο καί μέ ἄλλους Χριστιανούς τούς μετέφερε στό Βυζάντιο. ᾿Εκεῖ ὁ ᾿Ακάκιος ὑποβλήθηκε σέ νέα σκληρά βασανιστήρια, χωρίς ὅμως νά καμφθεῖ τό φρόνημά του. Τότε ἀπεστάλη στόν ἀνώτερο δικαστή, ἀνθύπατο Θράκης Φλακκίνο ἤ Φαλκιλιανό, ὁ ὁποῖος διέταξε τήν δι᾿ ἀποκεφαλισμοῦ θανάτωσή του. ῎Ετσι ὁ Μάρτυς ᾿Ακάκιος, εὐχαριστώντας τόν Θεό, διότι Τόν ἀξίωσε μέ τήν τιμή τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου ὑπέρ Αὐτοῦ, ὁδηγήθηκε ἔξω ἀπό τήν πόλη στή θέση Σταυρίον, ὅπου καί ἐτελειώθηκε τό 306 μ.Χ.
Τό ἱερό λείψανό του παρέλαβαν οἱ Χριστιανοί καί τό ἐνταφίασαν μέ εὐλάβεια καί τιμές. Λίγο δέ ἀργότερα ἐκτίσθηκε ἐπί τοῦ τάφου καί ὁ πρῶτος ναός ἀφιερωμένος στό ὄνομά του.
῾Η Σύναξη τοῦ ῾Αγίου ᾿Ακακίου ἐτελεῖτο στήν περιοχή τοῦ ῾Επτασκάλου, ὅπου εἶχε ἀνεγερθεῖ ναός ἀπό τόν αὐτοκράτορα ᾿Ιουστινιανό. ῎Ισως νά εἶναι αὐτός ὁ ναός πού ἀναφέρεται κατά τά τέλη τοῦ 5ου αἰῶνος μ.Χ., στή βιογραφία τοῦ ῾Αγίου ᾿Ανδρέου, τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ († 28 Μαΐου). ᾿Εκ βάθρων ἀνοικοδόμησε αὐτόν ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος ὁ Μακεδών. Στό ναό τοῦ ῾Αγίου ᾿Ακακίου μετεκόμισε ὁ κακόδοξος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μακεδόνιος64 τό ἱερό λείψανο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου ἀπό τό ναό τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων. Στό ναό αὐτό, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ρῶσος μυθογράφος ᾿Αντώνιος, εἶδε κατά τίς ἀρχές τοῦ 13ου αἰῶνος μ.Χ. σωζόμενα λείψανα τοῦ ῾Αγίου Μάρτυρος ᾿Ακακίου.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Φλαβίου, ἐπισκόπου Νικομηδείας, καί τῶν ἁγίων μαρτύρων Αὐγούστου καί Αὐγουστίνου, τῶν αὐταδέλφων.
῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Φλάβιος ἦταν ᾿Επίσκοπος Νικομηδείας καί ἐμαρτύρησε ἐπί αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.) μαζί μέ τούς ἀδελφούς του Αὔγουστο καί Αὐγουστίνο65.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, ἀνάμνησις τοῦ ἐν τῷ οὐρανῷ φανέντος σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπί Κωνσταντίου, υἱοῦ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.
῾Η ἐμφάνιση αὐτή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι δεύτερη καί ἔγινε στά ῾Ιεροσόλυμα τό 346 μ.Χ., ἐπί αὐτοκράτορος Κωνσταντίου (337-361 μ.Χ.) καί Πατριάρχου ῾Ιεροσολύμων τοῦ ῾Αγίου Κυρίλλου († 18 Μαρτίου). Τήν τρίτη ὥρα τῆς 7ης Μαΐου τοῦ 346 μ.Χ., κατά μία τῶν μερῶν τῆς Πεντηκοστῆς, ἐφάνηκε ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός ἄνωθεν τοῦ Γολγοθᾶ, σχηματισμένος ἀπό ὑπερφυσικό φῶς καί ἐκτεινόμενος πρός τό ὄρος τῶν ᾿Ελαιῶν. Τό ὅραμα τοῦτο προεκάλεσε μεγάλη συγκίνηση σέ ὁλόκληρη τήν ῾Ιερουσαλήμ, ὅλοι δέ οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως πρό τοῦ ὑπερφυοῦς τούτου θεάματος κατελήφθησαν ἀπό ἔκσταση. ᾿Επωφελούμενος τῆς περιστάσεως ὁ Πατριάρχης Κύριλλος, περιστοιχούμενος ἀπό τόν ἱερό κλῆρο, συνεκάλεσε τό πλῆθος τῶν παρισταμένων Χριστιανῶν στό ναό καί ἐδοξολόγησαν τόν Θεό.
῾Η πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔγινε στίς 27 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 312 μ.Χ. πρός τόν Μέγα Κωνσταντίνο, μέ τό νικητήριο ἔμβλημα «ἐν τούτῳ νίκα», τήν παραμονή τῆς μάχης ἐναντίον τοῦ Μαξεντίου.
Περί τοῦ σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ πού ἐφανερώθηκε ὑπεράνω τοῦ Γολγοθᾶ μαρτυροῦν, πλήν τοῦ ῾Αγίου Κυρίλλου, καί ὁ ῞Αγιος ᾿Αμβρόσιος (397 μ.Χ.)66, τό Πασχάλιον Χρονικόν67 καί ἄλλοι Βυζαντινοί χρονογράφοι.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν ᾿Ιωάννου, τοῦ ἐκ Γεωργίας, καί τῶν μαθητῶν αὐτοῦ.
῾Ο ῞Οσιος ᾿Ιωάννης καταγόταν ἀπό τή Συρία καί ἔζησε περί τά τέλη τοῦ 5ου αἰῶνος μ.Χ. ᾿Εσπούδασε τήν κατά κόσμον σοφία στήν ᾿Αντιόχεια. ῾Η πνευματική του πρόοδος συμβάδιζε μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου. Σέ νεαρή λικία ἀκολούθησε τόν ἀσκητικό βίο καί ἔγινε μοναχός. ῾Η ταπείνωσή του ἦταν τόσο βαθιά, ὥστε ἐθεωροῦσε τόν ἑαυτό του σκώληκα καί ὄχι ἄνθρωπο. ῾Ημέρα καί νύχτα παρακαλοῦσε τόν Θεό νά τόν εὐλογεῖ, γιά νά πολεμᾶ τά πάθη τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. ῾Ο Θεός ἄκουσε τήν προσευχή του καί τοῦ ἐχάρισε τήν ἀπάθεια καί τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας. ῾Η φήμη τῆς ἁγιότητός του ἄρχισε νά ἁπλώνεται σέ ὅλη τή Συρία. ῾Ο κόσμος πού συνέρρεε στόν ῞Αγιο Γέροντα ἦταν πολύς καί αὐτό διετάρασσε τή μοναχική του συχία. Γι᾿ αὐτό φεύγει ἀπό τόν τόπο πού ἀσκήτευε καί κρύβεται βαθιά στήν ἔρημο.
῾Ο Θεός, ὅμως, ἀλλιῶς οἰκονόμησε τά πράγματα. Βλέπει, λοιπόν, ὁ ῞Αγιος σέ ὄνειρο τήν Παναγία, ὁποία τοῦ ἔδωσε ἐντολή νά ἐπιλέξει δώδεκα μαθητές του καί νά μεταβοῦν στήν ᾿Ιβηρία, γιά νά ἑδραιώσουν τή χριστιανική πίστη τοῦ λαοῦ της. ῾Ο ῞Αγιος ἐκάλεσε τούς ὑποτακτικούς του καί τούς ἀνέφερε τό γεγονός. ῞Ολοι ἐπιθυμοῦσαν νά τόν ἀκολουθήσουν. Τότε ἐκεῖνος ἔγραψε τά ὀνόματα ὅλων σέ ξεχωριστά χαρτιά καί τά ἔβαλε ἐπάνω στήν ῾Αγία Τράπεζα. ῞Ολη τή νύχτα οἱ Πατέρες προσεύχονταν. Τό πρωΐ, μετά τή Θεία Λειτουργία, ὁ ῞Οσιος τούς εἶπε νά ὑψώσουν τά χέρια τους στόν οὐρανό λέγοντας «Κύριε, ἐλέησον». Κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς ῎Αγγελος Κυρίου ἐπῆρε ἐνώπιον ὅλων δώδεκα χαρτιά ἀπό τήν ῾Αγία Τράπεζα καί τά ἔβαλε στά χέρια τοῦ ῾Οσίου.
Οἱ ἐκλεγέντες μαθητές ἦσαν οἱ Σίω, Δαβίδ, ᾿Αντώνιος, Θαδδαῖος, Στέφανος, ᾿Ισίδωρος, Μιχαήλ, Πύρρος, Ζήνων, ᾿Ισέ, ᾿Ιωσήφ καί ῎Αβιβος. Στή συνέχεια ἐξέλεξε γιά γούμενο τῆς σκήτης κάποιο μοναχό Εὐθύμιο καί ἐξεκίνησε μέ τούς μαθητές του τό ταξίδι.
῎Αγγελος Κυρίου ἐμφανίσθηκε στόν ᾿Επίσκοπο τῆς πρωτεύουσας τῆς Γεωργίας Εὐλόγιο καί τοῦ εἶπε γιά τόν ἐρχομό τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ ᾿Ιωάννου καί τῶν μαθητῶν του. Τότε ὁ μακάριος ἐκεῖνος ᾿Επίσκοπος ἐξεκίνησε συνοδευόμενος ἀπό τόν κλῆρο καί τό λαό, γιά νά τούς ὑποδεχθεῖ. ῾Ο ῞Οσιος ᾿Ιωάννης ἔβαλε μετάνοια στόν ᾿Επίσκοπο καί ἐπῆρε τήν εὐλογία του. Καί τότε συνέβη τό θαῦμα πού ὁμοιάζει μ᾿ ἐκεῖνο πού ἔγινε τήν μέρα τῆς Πεντηκοστῆς μετά τήν κάθοδο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος στούς ᾿Αποστόλους. ῾Ο ῞Οσιος ὁμιλοῦσε τή γεωργιανή γλώσσα.
῾Ο ῞Οσιος καί οἱ μαθητές του ἐκήρυξαν σέ ὅλη τή Γεωργία καί προσκύνησαν ὅλους τούς εὐλογημένους τόπους ἀπό τούς ὁποίους εἶχε περάσει ῾Αγία Νίνα.
Μετά τό πέρας τοῦ ἱεραποστολικοῦ τους ἔργου ἐζήτησαν ἀπό τόν Θεό νά τούς ὑποδείξει μόνιμο τόπο ἀσκήσεως καί διαμονῆς. ῾Ο τόπος αὐτός ἦταν τό ὄρος Ζάντεν. ῾Ο ῞Αγιος ἐγκαταστάθηκε σέ ἕνα σπήλαιο καί ἄρχισε νά μιμεῖται τήν ἰσάγγελη πολιτεία τοῦ ᾿Ιωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. ᾿Από ἐκεῖ πολλοί ἀπό τούς μοναχούς, ἀφοῦ ἐστερεώθησαν στήν πίστη καί στήν ἀνδρεία, ἐξεκίνησαν νά κηρύξουν τόν Χριστό σέ ὅλη τή χώρα. ῾Ο ῞Οσιος εἶχε μαζί του καί ἱερά λείψανα ῾Αγίων, τά ὁποῖα τούς προσέφερε ὡς εὐλογία, γιά νά ἐμπνέονται ἀπό τή μνήμη τῶν ῾Αγίων καί νά ἀκολουθοῦν τό παράδειγμά τους. ᾿Εκεῖνος συνέχισε τήν ἄσκηση καί τό μονήρη συχαστικό βίο. ᾿Ακόμη καί τά ἄγρια θηρία τοῦ ὄρους ἔκαναν ὑπακοή στόν ῞Οσιο.
῎Εφθασε, ὅμως, ὁ καιρός γιά νά ἀναπαυθεῖ στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Κύριος τοῦ ἀπεκάλυψε τήν ὥρα τοῦ θανάτου του. ᾿Εκάλεσε τούς μαθητές του, τούς ἐνουθέτησε πατρικά, τούς εὐλόγησε, μετέλαβε τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων καί παρέδωσε τό πνεῦμα68.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν ᾿Ιωάννου, τοῦ Ψυχαΐτου.
Εἶναι ἄγνωστη καταγωγή τοῦ ῾Οσίου ᾿Ιωάννη τοῦ Ψυχαΐτου, ὁ ὁποῖος ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος Εύ (813-820 μ.Χ.). ῾Ο ῞Οσιος ὑπῆρξε ἀσκητής καί κατεμάρανε τά φρονήματα τῆς σαρκός μέ νηστεῖες, προσευχές καί σκληραγωγίες. ῾Υπῆρξε σθεναρός ὑπερασπιστής τῶν ἱερῶν εἰκόνων καί ἀγωνίσθηκε κατά τῶν δυσσεβῶν εἰκονομάχων. Γι᾿ αὐτό πολλές φορές συνελήφθη καί ἐξορίσθηκε. Μετά ἀπό κάθε διωγμό ἐπανερχόταν ὁρμητικότερος καί μαχητικότερος καί ἐνικοῦσε τό θράσος τῶν λεόντων, πού ἀθετοῦσαν τό σεπτό χαρακτήρα τοῦ Χριστοῦ. ῎Ετσι ἔχαιρε μεγάλης ἐκτιμήσεως καί ἐτιμᾶτο ἀπό ὅλους. Τοῦτο δέ ἐπηύξανε θαυματουργός Χάρη διά τῆς ὁποίας εἶχε προικισθεῖ ἀπό τόν Θεό.
῾Ο ῞Οσιος ᾿Ιωάννης, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς καί ἀγωνίσθηκε κραταιά ὑπέρ τῆς ᾿Ορθοδόξου πίστεως, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Ταρασίου, τοῦ ᾿Ερημίτου καί Θαυματουργοῦ.
῾Ο ῞Οσιος Ταράσιος ὁ ἐν Λυκαονίᾳ, ὁ ᾿Ερημίτης καί Θαυματουργός, εἶναι ἄγνωστος στό Συναξαριστή τοῦ ῾Αγίου Νικοδήμου69 καί τά Μηναῖα. Μνημονεύεται στό Συναξαριστή τοῦ ῾Ιππόλυτου ἲὸ῝ὸ῍ὰὗὸ70 κατά τήν 8η Μαΐου ἀλλά ἄνευ ὑπομνήματος, ἐνῶ στό Λαυριωτικό Κώδικα Ι 70 φ. 217β71 μνήμη του ἀναφέρεται στίς 7 Μαΐου μέ τό ἀκόλουθο ὑπόμνημα· «Οὗτος ὁ ἅγιος πατήρ ἠμῶν ἐκ βρέφους σκεῦος ἐκλογῆς καί ἀνάθημα γέγονε, σκληραγωγίᾳ, νηστείᾳ, προσευχῇ, δάκρυσι χαμευνίᾳ ἑαυτόν ἐκδώσας καί πάσῃ κακουχίᾳ καί ταλαιπωρίᾳ, καί διά τήν ἄκραν αὐτοῦ ἀρετήν ἠξιώθη θαυματουργιῶν μεγίστων ἐκ Θεοῦ δαίμονας ἀποσοβεῖν, νεκρούς ἐγείρειν, λεπρούς καθαίρειν, πάθη ἀνίατα θεραπεύειν καί ἁπλῶς πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἰώμενος. Καί ἐν τούτοις τοῖς ἀγαθοῖς πᾶσιν ἐπαγωνιζόμενος μετά μικρόν νοσήσας καί προεγνωκώς τήν αὐτοῦ πρός Θεόν ἐκδημίαν πρός Κύριον ἀπῆλθε χαριεντιζόμενος μετά τῶν ἁγίων ἀγγέλων, τῶν λαβόντων αὐτοῦ τήν τιμίαν ψυχήν»72.
῾Ο ῞Οσιος Ταράσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη καί ἐνταφιάσθηκε σέ μιά μονή κοντά στό ἀκρωτήρι τοῦ Χυλένδρου.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μετάθεσις τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Εὐθυμίου, τοῦ Μεγάλου73.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Νείλου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
῾Ο ῞Οσιος Νεῖλος τοῦ Σόρκϊυ καταγόταν ἀπό τήν εὐγενή οἰκογένεια τῶν Μάικωφ καί ἐγεννήθηκε στή Μόσχα τό 1433 μ.Χ. ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς. ῞Οταν ἦταν νέος, ἐργάσθηκε ὡς ταχυγράφος στήν ὑπηρεσία τοῦ μεγάλου γεμόνος τῆς Μόσχας.
῾Η ἀγάπη του πρός τό μοναχικό βίο ὁδήγησε τά βήματά του στή μονή τῆς Λευκῆς Λίμνης, πού εἶχε ἱδρύσει ὁ ἀσκητής Κύριλλος. Λίγο ἀργότερα μεταβαίνει στό ῞Αγιον ῎Ορος, μέ τό συμμοναστή του μοναχό ᾿Ιννοκέντιο, καί ἀσκητεύει στή «Σκήτη τοῦ Ξυλουργοῦ». ῾Υπάρχει βέβαια πληροφορία ὅτι ἔμεινε γιά ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα στή μονή τοῦ ῾Αγίου Διονυσίου τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους, ὁποία ἐκείνη τήν ἐποχή εὑρισκόταν σέ μεγάλη ἀκμή.
῾Ο ῞Οσιος Νεῖλος καί ὁ μοναχός ᾿Ιννοκέντιος ἐπιστρέφουν στή Ρωσία περί τό 1480 μ.Χ. ῾Η ἀναζήτηση τῆς συχίας τόν κάνει νά ἀποσυρθεῖ σέ ἕνα μικρό ἐρημικό μέρος, λίγο μακρύτερα ἀπό τή μονή Λευκῆς Λίμνης, στόν ποταμό Σόρα. ᾿Εκεῖ κτίζει καί ἕνα μικρό ναό πρός τιμήν τῆς Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῆς ῾Υπαπαντῆς τοῦ Κυρίου καί ἐπιδίδεται στό θεωρητικό βίο καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. ᾿Αλλά καί ἐδῶ ὁ ῞Οσιος Νεῖλος συνιστᾶ προσοχή καί διάκριση. Γνωρίζει καλά ὅτι ὑπάρχει καιρός ἀδιάλειπτης προσευχῆς καί καιρός χαλαρώσεως καί ἀναπαύσεως. Γνωρίζει ὅτι δέν πρέπει νά μπεῖ κάποιος πρόωρα σέ ἀνώτερες πνευματικά περιοχές. Γνωρίζει ὅτι κάθε μύηση στήν πνευματική ζωή πρέπει νά εἶναι προσεγμένη καί νά γίνεται προοδευτικά. Τό κύριο χαρακτηριστικό τῆς πνευματικότητος τοῦ ῾Οσίου Νείλου εἶναι τό «μέτρο» στήν ἀσκητική ζωή καί διάκριση στή συμπεριφορά καί στή σχέση μας μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους.
῾Ο βίος τοῦ ῾Οσίου χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ταπείνωση. Εἶναι ὁ κατ᾿ ἐξοχήν ῞Οσιος τῆς κενώσεως, δηλαδή τῆς ταπεινῆς ἀσκητικῆς ζωῆς καί στάσεως.
῞Ενα ἄλλο χάρισμά του ἦταν ἀγάπη. Γιά νά εἶναι χρήσιμος στούς ἀδελφούς ἐδεχόταν νά γίνει σαλός, ἀποκαλύπτοντας σέ αὐτούς τά μυστικά τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
῞Ομως ἁγιότητα καί θεολογική κατάρτιση τοῦ ῾Οσίου Νείλου ἑλκύουν τήν προσοχή τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν καί τῶν κρατικῶν παραγόντων. Τήν ἐποχή αὐτή στήν πόλη Νόβγκοροντ ξεσπᾶ αἵρεση τῶν ᾿Ιουδαϊζόντων, οἱ ὁποῖοι μεταξύ τῶν ἄλλων ἔλεγαν ὅτι τό 7000 ἀπό τή δημιουργία τοῦ κόσμου, δηλαδή τό 1492 μ.Χ., θά γίνει συντέλεια τοῦ κόσμου. ῾Ο ῞Οσιος ἐβοήθησε τήν ᾿Εκκλησία καί τήν Πολιτεία νά μορφώσουν ὀρθή ἀντίληψη γιά τήν αἵρεση καί νά τήν καταδικάσουν.
῞Ενα ἄλλο θέμα πού ἀντιμετώπισε ὁ ῞Οσιος ἦταν αὐτό τῆς περιουσίας τῶν μονῶν. ῾Ο ῞Αγιος ἐγνώριζε καλά τό μεγάλο κίνδυνο πού ἀπειλοῦσε τούς μοναχούς ἀπό τή συσσώρευση πλούτου στίς μονές, ἔστω καί ἄν ὁ πλοῦτος αὐτός δέν ἀνῆκε στούς μοναχούς ἀλλά στή μονή. Τό θέμα συζητήθηκε σέ Σύνοδο πού συγκλήθηκε τό 1503 στή Μόσχα, ἀλλά φαίνεται ὅτι γιά ποιμαντικούς λόγους Σύνοδος δέν υἱοθέτησε τό πνεῦμα τοῦ ῾Οσίου Νείλου. Παρ᾿ ὅλα αὐτά τό πνεῦμα αὐτό τοῦ ῾Οσίου ἐπηρέασε θετικά τό Ρωσικό μοναχικό βίο.
Τό συγγραφικό ἔργο τοῦ ῾Οσίου Νείλου εἶναι πολύ πλούσιο. Τά κυριότερα ἔργα του εἶναι ἀσκητικά καί ἀφοροῦν τόν ἀσκητικό βίο καί τήν ἐρημική ζωή.
῾Ο ῞Οσιος Νεῖλος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων τοῦ 150874.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Νείλου, τοῦ ἐν τοῖς ὁρίοις τῆς μονῆς τῆς Μεγίστης Λαύρας ἀσκήσαντος.
῾Ο ῞Οσιος Νεῖλος καταγόταν ἀπό τόν ῞Αγιο Πέτρο Κυνουρίας καί ἔζησε κατά τό πρῶτο ἥμισυ τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. ᾿Από νεαρή λικία παρελήφθη ἀπό τό θεῖο του, ἱερομόναχο Μακάριο, στήν ἐκεῖ ἱερά μονή Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τήν καλούμενη τοῦ Μαλεβῆ, ὅπου καί ἀφοῦ ἐκπαιδεύθηκε μέ θεοσέβεια, ἐχειροτονήθηκε διάκονος. Ποθώντας ὅμως καί οἱ δύο ἀκόμη πιό ἀσκητικό βίο, μετέβησαν στό ῞Αγιον ῎Ορος, ὅπου, ἀφοῦ γιά λίγο χρόνο ἀσκήτεψαν στό σπήλαιο πού εἶχε ἀσκητέψει καί ὁ ῞Οσιος Πέτρος ὁ ᾿Αθωνίτης († 12 ᾿Ιουνίου), στή συνέχεια μετέβησαν σέ ἔρημη ἔκταση κοντά στή Λαύρα τοῦ ῾Οσίου ᾿Αθανασίου, ἔκτισαν ναό τιμώμενο στό ὄνομα τῆς ῾Υπαπαντῆς καί παρέμειναν ἐκεῖ ἀσκητεύοντας μέ αὐστηρότητα.
᾿Αργότερα ὁ ῞Οσιος Νεῖλος, γιά μεγαλύτερη ἄσκηση, κατέφυγε σέ σπήλαιο πού εὑρισκόταν σέ πολύ ἀπόκρημνο βράχο, ὅπου, ἀφοῦ ἀνήγειρε μικρό ναό, παρέμεινε ἀσκούμενος καί νυχθημερόν προσευχόμενος καθ᾿ ὅλον τόν ὑπόλοιπο βίο αὐτοῦ.
῾Ο ῞Οσιος Νεῖλος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη στίς 12 Νοεμβρίου τοῦ 1651 καί ἐνταφιάσθηκε πλησίον τοῦ σπηλαίου του. Μετά τήν ὁσία ταφή του, μῦρο εὐῶδες ἀνέβλυσε ἀπό τόν τάφο του, πού παρεῖχε τήν ἴαση σέ ὅσους ἀσθενεῖς προσέφευγαν ἐκεῖ μέ πίστη.
᾿Αργότερα, λόγῳ ἐδαφικῶν μεταβολῶν, ὁ τάφος τοῦ ῾Οσίου ἐξαφανίσθηκε καί παρέμεινε ἄγνωστος γιά πολλά χρόνια. Τό 1815, ὁ ῞Οσιος Νεῖλος ἐπαρουσιάσθηκε σέ κάποιον μοναχό, πού ὀνομαζόταν Αἰχμάλωτος, καί ἀφοῦ τοῦ προεῖπε πολλά μέλλοντα, στήν συνέχεια τόν πρόσταξε νά καταστήσει βατή τήν ὁδό πρός τό σπήλαιό του, γιά νά μεταβαίνουν οἱ μοναχοί νά προσκυνοῦν καί νά λειτουργοῦν τό ναό πού εἶχε ἱδρύσει. ᾿Αμέσως ὁ μοναχός Αἰχμάλωτος ἀνακοίνωσε στούς ὑπόλοιπους πατέρες ὅσα προστάχθηκαν ἀπό τόν ῞Οσιο, αὐτοί δέ ἔσπευσαν μέ προθυμία ὄχι μόνο νά διανοίξουν τήν ὁδό, ἀλλά καί νά οἰκοδομήσουν νέο ναό πρός τιμήν τοῦ ῾Οσίου. Κατά τήν ἐκσκαφή τῶν θεμελίων τοῦ ναοῦ ἀνευρέθη ὁ τάφος του καί τά σεπτά λείψανά του, τά ὁποῖα ἀνέδιδαν ἄρρητη εὐωδία.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξίου, τοῦ ῾Υπερασπιστοῦ τῆς ᾿Ορθοδόξου πίστεως.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Αλέξιος, ὁ ῾Υπερασπιστής τῆς ᾿Ορθοδόξου πίστεως, ἐγεννήθηκε στήν Αὐστροουγγαρία στίς 18 Μαρτίου τοῦ 1854 ἀπό μία φτωχή οἰκογένεια Καρπαθορώσων. ῞Οπως πολλές ἄλλες οἰκογένειες στήν Αὐστροουγγρική αὐτοκρατορία, οἰκογένεια τοῦ ᾿Αλεξίου Τόθ ἦταν ἀρχικά συνδεδεμένη μέ τούς Οὐνίτες. ῾Ο πατέρας καί ὁ ἀδελφός τοῦ ᾿Αλεξίου ἦσαν «ἱερεῖς» καί ὁ θεῖος του ἦταν «᾿Επίσκοπος» τῶν Οὐνιτῶν. ῎Ελαβε ἐξαιρετική μόρφωση καί ἔμαθε πολλές γλῶσσες (καρπαθορωσικά, οὑγγρικά, ρωσικά, γερμανικά, λατινικά καί ἑλληνικά μόνο γιά ἀνάγνωση). ᾿Ενυμφεύθηκε τή Ροζαλί Μιχάλιτς, τή θυγατέρα ἑνός «ἱερέως» καί ἐχειροτονήθηκε «πρεσβύτερος» στίς 18 ᾿Απριλίου 1878. ῾Η γυναίκα του ἀπέθανε σύντομα καί μετά ἀπό λίγο καί τό μονάκριβο παιδί του. ῾Ο ᾿Αλέξιος ἄντεξε τίς δοκιμασίες αὐτές μέ τήν ὑπομονή τοῦ ᾿Ιώβ.
Τό Μάιο τοῦ 1897 ὁ ᾿Αλέξιος ἀνεδείχθη γραμματέας τοῦ ᾿Επισκόπου Πρέσωβ καί ὑπεύθυνος τοῦ διοικητικοῦ τομέα τῆς ᾿Επισκοπῆς. ᾿Επίσης, τοῦ ἀνατέθηκε διεύθυνση ἑνός ὀρφανοτροφείου. Στό σεμινάριο τοῦ Πρέσωβ ὁ ᾿Αλέξιος Τόθ ἐδίδαξε ἐκκλησιαστική ἱστορία καί κανονικό δίκαιο, γνώσεις πού τόν ἐβοήθησαν πάρα πολύ στή μετέπειτα ζωή του στήν ᾿Αμερική.
Τόν ᾿Οκτώβριο τοῦ 1889 ἀνέλαβε ἱερατικά καθήκοντα σέ μιά οὐνιτική ἐνορία στή Μινεάπολη τῆς Μινεσότας. ῞Ομως, μέσα ἀπό διάφορες ἐκκλησιαστικές περιπέτειες, ἀπεφάσισε νά ἀπευθυνθεῖ στόν Ρῶσο ᾿Ορθόδοξο ᾿Επίσκοπο Βλαδίμηρο. Στίς 25 Μαρτίου 1891 ὁ ἱερέας ᾿Αλέξιος Τόθ καί 3.614 ἐνορίτες του προσῆλθαν στήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία καί τήν πίστη τῶν προγόνων τους. Οἱ ἐνορίτες, θεωρώντας αὐτό τό γεγονός ὡς ἕνα νέο θρίαμβο τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ἀνεφώνησαν μέ χαρά· «Δόξα Σοι, ὁ Θεός, γιά τό μεγάλο Του ἔλεος».
Τό παράδειγμα τοῦ ῾Αγίου ᾿Αλεξίου καί τῆς ἐνορίας του, πού ἐπέστρεψαν στήν ᾿Ορθοδοξία, ἦταν ἐνθαρρυντικό γιά ἑκατοντάδες ἄλλους Οὐνίτες. ῾Ο πατήρ ᾿Αλέξιος ἦταν φῶς ἐπί τῇ λυχνίᾳ καί ἀποτελοῦσε φωτεινό παράδειγμα γιά τούς πιστούς. Μέ τό τολμηρό κήρυγμά του ἐξέθεσε τήν κακόπιστη διδασκαλία πού εἶχε παραπλανήσει τούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἦταν πολύ διακριτικός, γιά νά μήν καλλιεργήσει στό ποίμνιό του τή μισαλλοδοξία. ᾿Αναδείχθηκε κήρυκας τῆς θεοσεβοῦς θεολογίας καί τοῦ ὀρθοῦ δόγματος καί συνέγραψε ἀρκετά συγγράμματα γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τόν ὀρθόδοξο βίο.
῾Ο ἐνάρετος ἱερέας, γιά νά ἀνταπεξέλθει στίς βιοτικές ἀνάγκες, ἦταν ἀναγκασμένος νά ἐργάζεται σέ ἕνα φοῦρνο. ῎Αν καί τά χρήματά του ἦταν λίγα, δέν παρέλειπε νά δίδει ἐλεημοσύνη στούς φτωχούς καί στούς ἐνδεεῖς. ᾿Εμοιραζόταν τά χρήματα μέ ἄλλους κληρικούς πού ἦταν σέ χειρότερη κατάσταση ἀπό αὐτόν καί συνέφερε στήν ἀνοικοδόμηση ἐκκλησιῶν καί στήν ἐκπαίδευση τῶν φοιτητῶν Θεολογίας. Δέν ἦταν ἀνήσυχος σχετικά μέ τή ζωή του, γιά τό τί θά ἔτρωγε καί τί θά ἐνδυόταν. ῎Εχοντας ἐμπιστοσύνη στόν Κύριο ἀκολουθοῦσε τήν προτροπή τοῦ Εὐαγγελίου· «ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην Αὐτοῦ, καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν»75. Μέ αὐτό τόν τρόπο ὑπέφερε τή θλίψη, τή συκοφαντία καί τίς φυσικές ἐπιθέσεις μέ ὑπομονή καί πνευματική χαρά, ὑπενθυμίζοντάς μας ὅτι «παντός δυνατοτέρα ἐστίν εὐσέβεια»76 καί ὅπως καί ὁ ᾿Ιωσίας «κατευθυνόταν ἐν ἐπιστροφῇ λαοῦ»77.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Αλέξιος συνέβαλε στή δημιουργία καί στήν ἐπιστροφή πολλῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων στήν ᾿Ορθοδοξία. ᾿Από τό 1909, τήν περίοδο τῆς μακαρίας κοιμήσεώς του, χιλιάδες Καρπαθορῶσοι καί Γαλισιανοί Οὐνίτες εἶχαν ἐπιστρέψει στήν ᾿Ορθοδοξία. Αὐτό ἦταν ἕνα σημαντικό γεγονός στήν ἱστορία τῆς ἱεραποστολῆς στήν ᾿Αμερική, τό ὁποῖο συνέβαλε καθοριστικά στήν ἐκεῖ ἑδραίωση τῆς ᾿Ορθοδοξίας.
Τό 1907 ὁ ῞Αγιος ἀρνήθηκε τήν ὑποψηφιότητά του γιά τόν ἐπισκοπικό βαθμό προτείνοντας κάποιον νεότερο γιά τή θέση αὐτή.
῾Ο ῞Αγιος ᾿Αλέξιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τήν Παρασκευή 7 Μαΐου 1909. Τά ἱερά λείψανά του φυλάσσονται στή μονή τοῦ ῾Αγίου Τύχωνος στή νότια Καναάν τῆς Πενσυλβάνιας.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, σύναξις τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου, ἐν Λιοῦμπεχ τῆς Ρωσίας.
῾Η ἱερή εἰκόνα τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Λιοῦμπεχ ἔλαβε τό ὄνομά της ἀπό τήν πόλη τοῦ Λιοῦμπεχ στά περίχωρα τοῦ Τσέρνιγκωφ. ῾Η εἰκόνα χρονολογεῖται ἀπό τόν 11ο αἰώνα μ.Χ. Τά θαύματα αὐτῆς ἐγράφησαν ἀπό τόν ῞Αγιο Δημήτριο, ᾿Επίσκοπο Ροστώβ († 21 Σεπτεμβρίου). Τό 1653, ὅταν οἱ Πολωνοί ἐπρόκειτο νά ἐπιτεθοῦν κατά τοῦ Λιοῦμπεχ, οἱ Χριστιανοί φοβούμενοι ἔστειλαν τήν εἰκόνα στό Κίεβο. Τό 1701, μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς πόλεως, εἰκόνα τῆς Θεοτόκου ἐπεστράφη στήν πόλη τοῦ Λιοῦμπεχ καί τοποθετήθηκε στό ναό τῆς ᾿Αναστάσεως τοῦ Κυρίου. ῞Ενα ἀκριβές ἀντίγραφό της ἔμεινε στόν καθεδρικό ναό τῆς ῾Αγίας Σοφίας Κιέβου.
† Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, σύναξις τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου, ἐν Ζίροβιτς τῆς Ρωσίας.
῾Η ἱερή εἰκόνα τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ζίροβιτς εὑρέθηκε μέ θαυματουργικό τρόπο τό 1470 στήν περιοχή τοῦ Ζίροβιτς, στά σύνορα τοῦ Γκροῦνενκ. Μέσα στό δάσος, τό ὁποῖο ἀνῆκε στόν ᾿Ορθόδοξο Λιθουανό τιτλοῦχο ᾿Αλέξανδρο Σόλτον, οἱ βοσκοί ἀντίκρισαν ἕνα ὑπερφυσικό λαμπρό φῶς καί ὅταν ἐπλησίασαν εἶδαν τήν ἀκτινοβόλο εἰκόνα τῆς Θεοτόκου ἐπάνω σέ ἕνα δένδρο. Μέ σεβασμό οἱ βοσκοί ἔδωσαν τήν εἰκόνα στόν ᾿Αλέξανδρο Σόλτον, ὁ ὁποῖος, χωρίς νά δώσει ἰδιαίτερη σημασία, τήν ἐτοποθέτησε σέ ἕνα προσκυνητάρι. Τήν ἑπόμενη μέρα ὁ Σόλτον εἶχε ἐπισκέπτες καί ἤθελε νά τούς δείξει τί εἶχε εὑρεθεῖ. Πρός μεγάλη ἔκπληξή του δέν εὑρῆκε τήν εἰκόνα στό προσκυνητάρι, ἄν καί τήν εἶχε δεῖ ἐκεῖ πρίν ἀπό λίγο. Μετά ἀπό κάποιο χρονικό διάστημα οἱ βοσκοί πάλι εὑρῆκαν τήν εἰκόνα στό ἴδιο μέρος καί τήν πῆγαν πάλι στόν ᾿Αλέξανδρο Σόλτον. Αὐτή τή φορά, ὅμως, παρέλαβε τήν εἰκόνα μέ μεγάλο σεβασμό καί ὑποσχέθηκε νά κτίσει μία ἐκκλησία πρός τιμήν τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου στό μέρος ὅπου εὑρέθηκε εἰκόνα. Γύρω ἀπό τήν ξύλινη ἐκκλησία σύντομα ἐδημιουργήθηκε ἕνας οἰκισμός καί ἀργότερα ἐδημιουργήθηκε μία ἐνορία.
Περί τό 1520 ἐκκλησία καταστράφηκε ἀπό φωτιά, παρά τίς προσπάθειες τῶν κατοίκων νά σβήσουν τήν πυρκαγιά καί νά σώσουν τήν εἰκόνα. ῞Ολοι ἐνόμιζαν ὅτι εἰκόνα εἶχε καταστραφεῖ. ῞Ομως, μερικά παιδιά ἀπό τό χωριό, γυρνώντας ἀπό τό σχολεῖο, εἶδαν ἕνα θαυμαστό ὅραμα. ῾Η Παρθένος Μαρία, ἐξαιρετικά ὄμορφη καί ἀκτινοβόλος, ἐκαθόταν ἐπάνω σέ μία πέτρα στήν καμένη ἐκκλησία καί στά χέρια της ἐκρατοῦσε τήν εἰκόνα της. Τά παιδιά δέν ἐτόλμησαν νά τήν πλησιάσουν, ἀλλά ἔτρεξαν γιά νά ἀναφέρουν τό γεγονός σέ συγγενεῖς καί φίλους.
῞Ολοι μαζί οἱ πιστοί μαζί μέ τόν ἱερέα πῆγαν στό λόφο καί εὑρῆκαν τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας τελείως ἀνέπαφη ἀπό τή φωτιά, τοποθετημένη ἐπάνω σέ μία πέτρα μέ ἕνα ἀναμμένο καντήλι μπροστά της. ῎Εκτισαν μία πέτρινη ἐκκλησία καί ἐτοποθέτησαν ἐντός αὐτῆς τή θαυματουργή εἰκόνα. ᾿Αργότερα, ἐκεῖ, ἀναπτύχθηκε ἕνα ἀνδρικό μοναστήρι πού κατηύθυνε τόν ἀγώνα τῆς ᾿Ορθοδοξίας κατά τῆς Οὐνίας καί τῶν Λατίνων. Τό 1609 μονή κατελήφθη ἀπό Οὐνίτες καί παρέμεινε ὑπό τήν κατοχή τους μέχρι τό 1839. Τό ἴδιο ἔτος μονή περιῆλθε καί πάλι στούς ᾿Ορθοδόξους.
Κατά τή διάρκεια τοῦ Αύ Παγκοσμίου πολέμου εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Ζίροβιτς μεταφέρθηκε, πρός πνευματική ἐνίσχυση τοῦ λαοῦ, στή Μόσχα καί στίς ἀρχές τοῦ 1920 ἐπεστράφη στή μονή.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.
|