ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

 

Η διήγηση των Πρωτοπλάστων και η Πτώση

Δημήτρη Κυριαζή, «Προλεγόμενα σε μία Θεραπεία ψυχής», Θεολογία και Ψυχιατρική σε Διάλογο , εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1999, σελ. 30-38.

Διαβάζοντας με προσοχή την διήγηση των πρωτοπλάστων στη Γένεση, θα μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε, από ψυχαναλυτική άποψη και μεταξύ άλλων, δύο σημεία. Το ένα είναι η απόφαση του Αδάμ να μην υπακούσει την εντολή του Θεού και να διεκδικήσει την ελευθερία του έναντι της θεϊκής απαγόρευσης (Γεν. Β' 16,17) και το δεύτερο είναι η απάντηση που έδωσε στο Θεό για την ανυπακοή του αυτή. Ο Αδάμ είπε: «...η γυνή, ην έδωκας μετ' εμού, αυτήν μοι έδοκεν από του ξύλου και έφαγον...» (Γεν. Γ 12). Δηλαδή χρέωσε την ευθύνη της πράξης του στο Θεό και την γυναίκα. Η Εύα με την σειρά της είπε ότι «...ο όφις ηπάτησέ με και έφαγον...» (Γεν. Γ' 13).

Κατά τη γνώμη μου εδώ, στον τρόπο με τον οποίο οι πρωτόπλαστοι απαντούν στον Θεό, έχουμε μια τοποθέτηση του «αντικειμένου του πόθου», του «πειρασμού», έξω από τον άνθρωπο δια των μηχανισμών της σχάσης και της προβλητικής ταύτισης και την αναζήτηση ενός «αποδιοπομπαίου τράγου». Διακρίνουμε εδώ ένα συνήθη μεταξύ των ανθρώπων αρχαϊκό, ψυχολογικό μηχανισμό στην διαχείριση της ενοχής και της ευθύνης.

Η κλινική εμπειρία μας διδάσκει ότι άνθρωποι, οι οποίοι δεν αναλαμβάνουν προσωπικά την ευθύνη της επιθυμίας του «ερωτικού αντικειμένου (του αντικειμένου του πόθου) ή του κακού αντικειμένου», είναι καταδικασμένοι στη ζωή τους να λειτουργούν μέσα σε μία περιοχή διαπροσωπικών σχέσεων, όπου κυριαρχεί ένα παρανοειδές κλίμα.

Η εκδίκηση και η τιμωρία επικυριαρχούν, η ενοχή είναι καταδιωκτικού τύπου και όχι καταθλιπτικού τύπου. Σ' αυτές τις περιπτώσεις η τιμωρία είναι ίσως ο μόνος τρόπος, ο οποίος απομένει και μπορεί κάπως να «μαζέψει», να περιορίσει τον «παραβατικό άνθρωπο» μέσα στο πλαίσιο του Νόμου. Από ψυχαναλυτική άποψη θα λέγαμε ότι σ' αυτές τις περιπτώσεις λειτουργούν οι αρχαϊκοί (1) ψυχολογικοί μηχανισμοί της σχάσης, της προβλητικής ταύτισης και της άρνησης και της εκδραμάτισης.

Το προπατορικό αμάρτημα (Γεν. Γ' 1-7), ερμηνεύεται από μερικούς συγγραφείς ως η έμφυτη ανθρώπινη καταστροφική επιθετικότητα. Ο Bion υ πέθεσε με την σειρά του ότι «...ο κήπος της Εδέμ είναι μια αναπαράσταση της αρχαϊκής σχάσης ανάμεσα στην φυσιολογική περιέργεια και την παρανοειδή στάση, στάση που προβάλλεται πάνω στην θεότητα, η οποία και απεικονίζεται ως εχθρική εναντίον του ανθρώπου εξ αιτίας της απόκτησης της γνώσης...» (2). Άλλοι πάλι συγγραφείς και μεταξύ αυτών και ο Freud (3) ε ρμήνευσαν την διήγηση της πτώσης των πρωτοπλάστων ως αναφερομένη σε οιδιποδειακού τύπου σύγκρουση, του υιού - Αδάμ με τον Πατέρα - Θεό. Είδαν το προπατορικό αμάρτημα ως ερωτικής - σεξουαλικής - αιμομεικτικής φύσης, την απαγόρευση του Θεού ως ηθική - νομοκανονική και την πτώση ως τιμωρία που επιβάλλει είτε ο Θεός - Πατέρας, ή την αντιλαμβάνεται ο Αδάμ ως τοιαύτη (άγχος και φόβος ευνουχισμού). Η τελευταία αυτή άποψη, απηχεί κατά έναν τρόπο τις απόψεις του Αυγουστίνου (4), ο οποίος θεωρεί ότι ο Θεός επέβαλε την πτώση ως τιμωρία στον άνθρωπο, εκδιώκοντάς τον από τον Παράδεισο.

Οι Πατέρες της ανατολικής ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας σε αντίθεση με τις πιο πάνω απόψεις ερμηνεύουν το προπατορικό αμάρτημα ως ύβρη, ως ναρκισσιστική εξέγερση του ανθρώπου - Αδάμ εναντίον του Θεού {«...και έσεσθε ως θεοί...», Γεν. Γ, 5) (5). Ακόμη θεωρούν ότι βασικό στοιχείο στην διήγηση είναι ο σεβασμός από μέρους του Θεού της ελευθερίας του ανθρώπου και πως η πτώση και ο πνευματικός θάνατος δεν επιβλήθησαν ως τιμωρία από μέρους του Θεού στον άνθρωπο, αλλά προέκυψαν ως απόρροια της πτώσεως καθ' εαυτής. Θα προσπαθήσω να εμβαθύνω ερμηνευτικά στην τελευταία αυτή πρόταση.

Ο σεβασμός της ελευθερίας του ανθρώπου από μέρους του Θεού, επιτυγχάνεται δια της απαγορεύσεως της βρώσης « του καρπού», δηλαδή με την απαγόρευση της ασυνείδητης ναρκισσσιστικής ταύτισης. Το «ξύλο» της γνώσεως της αληθείας, της αληθείας του ήθους, της αληθείας της καρδίας του ανθρώπου και της αληθείας του Θεού, της αληθείας της φαντασιακής δόμησης του κόσμου του ανθρώπου στις σχέσεις του με τον άλλο άνθρωπο και τον Θεό. Το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού δεν είναι απλά το δένδρο της επιστημονικής γνώσης του εξωτερικού κόσμου. Η απαγόρευση του Θεού, που δεν έγινε σεβαστή από τους πρωτοπλάστους, ένεκα της μεγαλομανιακής ψυχικής τους στάσης, στάσης ύβρεως, τοποθέτησε αυτούς εκ των πραγμάτων επί τα εκτός της σχέσεως με τον Θεό.

Η σχέση με τον Θεό προϋποθέτει σε ικανοποιητικό βαθμό, την κατάκτηση προσωπικής ανεξαρτησίας από τα γονεϊκά πρόσωπα και από τα γονεϊκά μορφοείδωλα. Προϋποθέτει πρωτίστως τον αποχωρισμό του Αδάμ-νηπίου από την μητέρα. Ο Αδάμ και η Εύα αισθάνονται, φρονούν, λογίζονται και λαλούν ως νήπιοι, δεν έχουν δηλαδή «καταργήσει τα του νηπίου» (Α΄ Κορ. 13,11). Η μητρική εξάρτηση του Αδάμ από την Εύα, ως ασυνείδητη φαντασίωση του Αδάμ και ως αυτονόητο συνειδητό αίτημά του προς την Εύα να αναλάβει εκείνη την ευθύνη της ικανοποίησης της επιθυμίας του δηλώνεται στην απάντηση του Αδάμ προς τον Θεό: «...η γυνή, ην έδωκας μετ' εμού, αύτη μοι έδωκεν από του ξύλου...» (Γεν. Γ, 12).

Υποδηλώνεται επίσης στη στάση της Εύας που κρατεί στα χέρια της την πρωτοβουλία σχετικά με την ικανοποίηση της επιθυμίας του Αδάμ για το «απαγορευμένο ξύλο». Η Εύα αναφέρεται στην συνέχεια στην ευθύνη του όφεως, και με τον τρόπο αυτό αποσιωπάται και προβάλλεται η ενοχή προς τα εκτός του υποκειμένου. Ο όφις μπορεί να κατανοηθεί εδώ όχι απλά ως σύμβολο του φαλλού, σύμβολο της επιθυμίας (6), αλλά ως το «εσωτερικό αντικείμενο», προβεβλημένο και τοποθετημένο στον εξωτερικό κόσμο και ανήκον στην περιοχή των μεταβατικών φαινομένων, συμβολικός φορέας της επιθυμίας, «αντικείμενο», το οποίο οι πρωτόπλαστοι το αντιλαμβάνονται ως τοποθετημένο έξωθεν του εαυτού τους, έξωθεν του Υποκειμένου. Με αυτή την έννοια θα μπορούσαμε να διατυπώσουμε την ερμηνεία ότι η Εύα αντιλαμβάνεται την σχέση της με τον Αδάμ, με τον Θεό και τον όφι, στο πλαίσιο ενός σταδίου ψυχολογικής ωρίμανσης τύπου «πρώτο - οιδιπόδειου συμπλέγματος», όπου ο τρίτος εταίρος του τριγώνου είναι ο φαλλός, ένα μερικό αντικείμενο και όχι το πρόσωπο του Πατέρα, εν προκειμένω του Συμβολικού Πατέρα, του Θεού. Η σχέση αυτού του τύπου αν και εμφανίζεται ως τριγωνική είναι στην ουσία, δυαδική και ναρκισσιστική – φαλλική (7) ! Η διήγηση της Γένεσης διεκτραγωδεί την αποτυχία της πατρικής λειτουργίας και υπογραμμίζει την σημασία της τόσο σε ψυχολογικό - αναπτυξιακό επίπεδο, όσο και σε οντολογικό- υπαρξιακό.

Ο εγκλωβισμός του παιδιού σε μια δυαδική ναρκισσιστική σχέση με την μητέρα σημαίνει ένα είδος ψυχικού θανάτου για το παιδί, σημαίνει εγκλωβισμό του παιδιού στο παίγνιο της ασυνείδητης δολοφονικής- αυτοκτονικής επιθυμίας, αν πρόκειται αυτό το παιδί να διεκδικήσει την ανεξαρτησία του, την απελευθέρωσή του από τον φαντασιακό, ναρκισσιστικό κλοιό. Η επιθυμία θανάτου ενεργοποιείται επίσης προς τρίτα πρόσωπα, όταν ματαιώνουν αυτού του είδους τις ναρκισσιστικές σχέσεις αγάπης. Αυτή είναι και η τιμωρία, αυτό συνιστά την πτώση και την έξωση του Αδάμ - νηπίου από τον Παράδεισο. Διότι το παιδί, που δεν έχει «αποχωρισθεί ψυχικά από την μητέρα» του, κινείται στην περιοχή της ασυνείδητης φονικής επιθυμίας, του μίσους και του συνειδητού θυμού και ενίοτε εκδραματίζει αυτήν την επιθυμία με την ευκαιρία κατάλληλης πυροδότησης, ένεκα εξωτερικής αφορμής, ως εγκληματική πράξη, χρεώνοντας μάλιστα την ενοχή στο θύμα.

Αυτό σημαίνει ότι ένας άνθρωπος που εγκλωβίζεται σε ναρκισσιστικού, δυαδικού τύπου σχέσεις με το «αντικείμενο» ή με τον γονέα του και ιδιαίτερα με την μητέρα του, αλλά και με τον Θεό, αν και νομίζει ότι είναι σε παραδείσια σχέση μαζί του, πράγματι είναι αποκλεισμένος και κινείται επί τα εκτός της σχέσεως αληθούς άγάπης! Το υποκείμενο μπορεί να κατανοεί τον παράδεισο, στο πλαίσιο μιας νευρωτικής βεβαίως άντίληψης, ως μία ναρκισσιστική - αγαπητική σχέση Θεού - ανθρώπου κατά το υπόδειγμα της ναρκισσιστικής σχέσεως αγάπης γονέα / παιδιού! Έτσι αυτό που φαίνεται στα μάτια του Αδάμ - νηπίου, ως φαντασιακός παράδεισος, τω όντι δεν είναι Παράδεισος! Είναι μια π.χ. ναρκισσιστική σχέση, μ' ένα αντικείμενο όμοιο ή μ' ένα εξιδανικευμένο αντικείμενο, που ομοιάζει με το εσωτερικευμένο ψυχολογικό άντικείμενο του ιδανικού Εγώ, ένα «άγαλμα θεών» (8).

Αυτή είναι η ουσιώδης διαφορά μεταξύ της πατρικής τάξης πραγμάτων, που διατυπώνεται στον λόγο του Θεού, δια της απαγορεύσεως «της βρώσεως του ξύλου» και της φαντασιακής, «καρδιακής», ασυνείδητης, ναρκισσιστικής εικόνας, που εκφράζει την επιθυμία μεγαλομανίας του Αδάμ - νηπίου στην οποία ο Αδάμ πιστεύει. Αυτή η εικόνα συμβολικά εικονοποιείται στον όφι, φαλλικό - ναρκισσιστικό στοιχείο, σύμβολο της επιθυμίας, γινόμενο αντιληπτό ως ευρισκόμενο επί τα εκτός του ανθρώπινου υποκειμένου. Ο Αδάμ αισθάνεται ως εάν ο Θεός να εξαντλείται ή να συμπεριφέρεται ως το ιδανικό εγώ του ανθρώπου. Αντιθέτως όλως ο Λόγος του Θεού τοποθετεί τον Αδάμ σε μια ιδιότυπη θέση. Ο Αδάμ αντιμετωπίζει μια παράδοξη κατάσταση, ένα είδος σχέσης τύπου γόρδιου δεσμού, σχέσης που εμπεριέχει μια ψυχική σύγκρουση τύπου διπλού δεσμού ( double bound conflict ): να διαλέξει μεταξύ της επιθυμίας που εκφράζει η Εύα, καταφάσκοντας, επιθυμία η οποία συνάδει στην φαντασιακή του, ναρκισσιστική κατάσταση ή να διαλέξει να ακολουθήσει την εντολή του Θεού - Πατέρα, που εξαγγέλλεται δια της απαγορεύσεως της ικανοποιήσεως της επιθυμίας, που βιώνεται ως ευνουχισμός από μέρους του Αδάμ, γι' αυτό και δεν υπακούει στην εντολή του Πατρός. Η εξαγγελία του Θεού εντάσσει τον άνθρωπο στο πλαίσιο της πατρικής παράδοσης και στην συμβολική τάξη, εφ' όσον ο Αδάμ δεχθεί την άπαγορευτική εντολή του Θεού. Η σημασία του παράδοξου αυτού διλήμματος, που αντιμετωπίζει ο Αδάμ, μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: να διαλέξει να μείνει στον Παράδεισο χωρίς να γευτεί όμως «του καρπού του δέντρου», αποδεχόμενος τον Νόμο του Πατέρα, αποδεχόμενός τον ναρκισσιστικό του ευνουχισμό ή να «γευτεί του καρπού» και να αποβληθεί του Παραδείσου, να δεχτεί δηλαδή την απόσταση, η οποία χωρίζει τον άνθρωπο από το Θεό και να σηκώσει το πένθος αυτής της αποδοχής, αυτής της συνειδητοποίησης και την ευθύνη της εξορίας από τον Παράδεισο!

Η αλήθεια που υποσημαίνεται στην εκμυθευμένη διήγηση των Πρωτοπλάστων είναι ηθικής, φαντασιακής και συμβολικής τάξης και όχι επιστημονικής - γνωστικής τάξης. Ο άνθρωπος καλείται να ζήσει με τον α' τρόπο αποδεχόμενος ταπεινά την άγνοιά του, τον ναρκισσιστικό ευνουχισμό του, την έλλειψη δηλαδή και δι' αυτού του τρόπου «να μείνει στον Παράδεισο» ή με τον β' τρόπο επιχειρώντας να γευτεί δι' υφαρπαγής «τον καρπό του δέντρου» δηλαδή δι' αυτού του τρόπου, να αρνηθεί τον ευνουχισμό, αλλά ωστόσο πίπτοντας στο κενό, επί τα εκτός της σχέσεως, αρνούμενος την συνειδητοποίηση της απόστασης μεταξύ Θεού και ανθρώπου.

Μερικοί άνθρωποι μπορούν να πενθήσουν αποδεχόμενοι την «έλλειψη» της ανθρώπινης κατάστασης, αποδεχόμενοι τα όρια, τη στέρηση, την απαγόρευση του Νόμου και τον ναρκισσιστικό ευνουχισμό που αυτή συνεπάγεται. Αυτή η κατάσταση πραγμάτων ακολουθείται από έντονο ψυχικό πόνο και πένθος που απορρέει από την αποδοχή - συνειδητοποίηση της «έλλειψης» και την αναζήτηση της αγάπης ως μόνης γέφυρας και ως μόνης απόπειρας συμπλήρωσης του κενού, του διχασμού και της ρήξης, όπως γράφει και ο Πλατωνας στο «Συμπόσιο» (9). Η εναλλακτική πρόταση είναι μια αμυντικού τύπου, νευρωτική συγκάλυψη της «έλλειψης» δια της αρνήσεως της ύπαρξής της και της ανάπτυξης ενός ναρκισσιστικού εγωιστικού, υπεραναπληρωματικού μεγαλομανιακού φαντασιακού μορφώματος. Η ομορφιά, η δύναμη του χρήματος, το σεξ, η σάρκα, οι στοματικές εξαρτήσεις κάθε είδους, η εξουσία, ακόμη και η επιστήμη, χρησιμοποιείται από πολλούς ανθρώπους ως αμυντική ασπίδα συγκάλυψης, ως άμυνα ενάντια σ' αυτή την «έλλειψη», ως τροφοδότης της ύβρεως και της ανθρώπινης κενοδοξίας. Δύο δέντρα, δύο καρποί, δύο Θεοί, το καλό και το κακό, η σχάση της καρδιάς του ανθρώπου! Η έκπτωση του υποκειμένου από την αναζήτηση του προσώπου στην εγωιστική ικανοποίηση της επιθυμίας. Το θέμα της επιθυμίας, του Νόμου του ανθρώπου και του Νόμου του Θεού, παρουσιάζεται με πληρότητα και στις ποικίλες του εκφάνσεις στους τρεις πειρασμούς του Ιησού στην έρημο (Ματθ. κεφ. 4) και αναπτύσσεται εκπληκτικά και διεξοδικά στον «Μεγάλο Ιεροεξεταστή» (10) του Ντοστογιέφσκι.

Για την διαφοροποίηση του ανθρώπου από τον Θεό - γονέα, στο επίπεδο της ασυνείδητης, φαντασιακής, δυαδικής, ναρκισσιστικής σχέσης, είναι απαραίτητη η απαγόρευση, ο Νόμος. Η αναγκαστική ασυνείδητη εκδραμάτιση του «Αδάμ - νηπίου», ή η εν ελευθερία ενσυνείδητη επανάσταση του υποκειμένου, είναι απαραίτητη προκειμένου να ορίσει τον εαυτόν του. Σ' αυτήν την εξέλιξη ο Νόμος παίζει κεφαλαιώδη ρόλο. Ο ορισμός της ταυτότητας του υποκειμενου επιτυγχάνεται μέσα από το πένθος και την θλίψη του αποχωρισμού, ενός αποχωρισμού που οδηγεί στην συγκρότηση της ταυτότητας του εαυτού του Αδάμ, στην επίγνωση της ταυτότητας του φύλου «...και διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί των δύο, και έγνωσαν ότι γυμνοί ήσαν, και έρραψαν φύλλα συκής και εποίησαν εαυτοίς περιζώματα...» Γεν. Γ' 7) και στην αποσάρθρωση, απομύθευση, αποψευδαισθητοποίηση του ναρκισσιστικού φαντασιακού μορφοειδώλου. Ο αποχωρισμός αυτός οδηγεί, με άλλα λόγια στην απώλεια της «παραδείσιας» φαντασιακής ναρκισσιστικής ένωσης του Αδάμ - νηπίου με τον Θεό.

Ειδομένη από την σκοπιά της εξελικτικής ψυχολογίας, η απαγόρευση του Θεού - γονέα - Πατέρα, το «όχι» του Θεού, αυτός ο συμβολικός ευνουχισμός της ναρκισσιστικής επιθυμίας του ανθρώπου, είναι ο sine qua non όρος στο επίπεδο της συμβολικής, πνευματικής τάξης για την προώθηση της απελευθέρωσης και της εξόδου του Αδάμ - νηπίου από την ασυνείδητη φαντασιακή ναρκισσιστική σχέση με το γονεϊκό - μητρικό αντικείμενο (!) στο εμπειρικό βιωματικό επίπεδο.

Μπορεί να κατανοήσει κανείς την έξωση των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, και την πτώση καθ' εαυτή, ως υπαρξιακή κατάσταση διάσπασης του εαυτού και αποχωρισμού από τον Θεό - γονέα και ακόμη να την εκλάβει ως τιμωρία, όχι από το Θεό, αλλά ως αποτέλεσμα αυτής καθ' αυτής της ναρκισσιστικής κατάστασης, του φθόνου και της εκδικητικής διάθεσης και εμπάθειας που συνεπάγεται. Η τιμωρία τέλος, που υποδηλώνεται από ορισμένους συγγραφείς, στην έξωση από τον Παράδεισο, παραμένει, για ορισμένους άνθρώπους, και ως ο μοναδικός τρόπος σηματοδότησης της ντροπής και της απωθημένης ενοχής του Υποκειμένου.

Όταν το υποκείμενο έχει απωλέσει την αίσθηση του όλου εαυτού και επικυριαρχεί η καταστροφική επιθετικότητα και η αμυντική συμπεριφορά, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Ο άνθρωπος αρνείται την ανάληψη της προσωπικής του ευθύνης. Το κακό διαιωνίζεται. Έτσι μετά την έξωση των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, ακολουθεί η σύγκρουση ανάμεσα στα δύο αδέλφια, ο Κάϊν φονεύει τον Άβελ (Γεν. Δ' 1-8). Τα παιδιά δεν έχουν διδαχθεί ακόμη τίποτα από την τραγωδία των γονέων και ο κύκλος του τραγικού οικογενειακού, κοινωνικού και ιστορικού δράματος θα συνεχίζεται επαναλαμβανόμενος στον αιώνα.

Η ουσία του Θεού, η θέα του Προσώπου του, παραμένει απρόσιτη και άγνωστη. Ο Θεός παραμένει ως ένας συμβολικός, μυστικός καμβάς, πάνω στον οποίο προβάλλει το ανθρώπινο πρόσωπο ανά τους αιώνες τις ποικίλες εκφάνσεις του φαντασιακού του πεδίου! Στοιχεία αυτών των εκφάνσεων εκφράζονται και στους μεγάλους μύθους, οι οποίοι, πέρα από το περιεχόμενό τους, επιτρέπουν να σχηματίσουμε μία γνώμη για το επίπεδο ωρίμανσης και εξέλιξης της ανθρώπινης σκέψης και του ανθρώπινου ψυχισμού, εκείνη την περίοδο που διατυπώθηκαν.

Η διήγηση της Γένεσης λοιπόν αποκαλύπτει βασικές πνευματικές και ψυχολογικές αλήθειες, ανθρωπολογικής τάξης σχετικά με την γένεση του εαυτού του ανθρώπου και την εξέλιξή του προς την ωριμότητα, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα κάτι από την αρχιτεκτονική ούτως ειπείν της ανθρώπινης ψυχής. Εκτιμώ ότι η προβληματική που αναπτύσσεται στην διήγηση της Γένεσης, φαίνεται να κινείται από πλευράς είδους ψυχικής σύγκρουσης και τύπου μηχανισμών αμύνης στην προβληματική της περιοχής των μεθοριακών οργανώσεων. Η διήγηση της Γενέσεως θεσμίζει ακόμη την έννοια Θεός στο Συμβολικό πεδίο και διασώζει την ελπίδα καθώς διακηρύσσει ότι ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο «καλό λίαν» και του χάρισε ελευθερία εκλογής!


Υποσημειώσεις

(1)Hinshelwood, R. D., (1991), A Dictionary of Kleinian Thought, London, Free Ass. Books ( Βλ. λήμμα, Primitive defences, p. 122).

(2) Bion W. R., (1965), Transformations, London, Maresfield.

(3) Spero W. R., (1996), Original Sin. The Symbolisation of Desire and the Development of the Mind: A Psychoanalytic Gloss of the Garden of Eden, Psychoanalysis and Contemporary Thought, vol. 19, n. 4, pp. 499- 562.

(4) Ρωμανίδου Ι., (1957), Τό προπατορικό αμάρτημα, Αθήνα, εκδ. Δόμος 1989.

(5) Fromm E., (1966), “ You shall be as Gods“. Βλ. ακόμη τις ενδιαφέρουσες απόψεις του Goldman που αναφέρονται στο κείμενο του Spero M. H., 1996, p. 541. Ο Goldman βλέπει την Εδέμ ως μία σχηματική εικονοποίηση του τρόπου, που ναρκισιστικά τραυματισμένοι γονείς χρησιμοποιούν την προβλητική ταύτιση, ώστε να κάνουν τα παιδιά τους να αισθανθούν ότι η γέννησή τους, κατά έναν τρόπο, κατέστρεψε την υποτιθεμένη προϋπάρχουσα παραδίσεια κατάσταση σχέσεων του ζεύγους. Η ουσία της πρότασης περιέχεται στο εξής απόσπασμα: «Ο Αδάμ είναι πράγματι σε θέση να εγγραφεί στην περιοχή του Συμβολικού, αν δεχθεί τη δεύτερη εγγραφή του γλωσσικού του ασυνειδήτου, αν είναι ικανός να αναλάβει τον έλεγχο του φαντασιακού-ταυτισιακού τρόπου σχέσης, που είναι ριζωμένος στην περιοχή του προσυνειδητού- προλεκτικού τύπου εμπειρίας και διατηρήσει αυτόν τον τρόπο ως επιθυμία, αλλά αποδεχθεί τον Νόμο και την λειτουργία του ‘Ονόματος του Πατρός'». Βλ. επί του ιδίου θέματος και εξέτασε συγκριτικά και τις απόψεις που παρουσίαζονται στη διατριβή του Ι. Ρωμανίδη (1957).

(6) Lacan J., (1966), The Signification of the phallous. In Ecrits. A Selection. Translated from the French by A. Sheridan. London, Tavistock Publications, 1977, pp. 281- 291.

(7) Kristeva J., (1996), Experiencing the Phallus as Extraneous, or Women's twofold Oedipus Complex. Paper presented at the 4 th Delphi International Psychoanalytic Sysmposium, Delphi, Greece, July 23- 28 1996, pp. 17- 18.

(8) Πλάτωνος, Συμπόσιο 191 d. Νεοελλ. Μετάφραση Ι. Συκουτρή, Ακαδημίας Αθηνών, εκδ. Εστία, Αθήνα 1986.

(9) Όπ. π.

(10) Ντοστογιέφσκι Θ., (1881), Αδελφοί Καραμαζώφ, τόμ. 4. Μτφρ Α. Αλεξάνδρου, Αθήνα 1953, έδκ. Γκοβόστη 1990, β΄ τόμ., σελ. 143-169 το σχετικό κεφάλαιο για τον «Μέγα Ιεροεξεταστή».

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.