ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

 

Μετάνοια: Συνιστώσες και προεκτάσεις

Λαυρεντίου Γ. Δελλασούδα
Ομοτίμου Καθηγητού Φιλοσοφικής Σχολής ΕΚΠΑ

Το ζητούμενο του παρόντος άρθρου αποτελεί η νοηματική προσέγγιση των παραμέτρων που συνιστούν ένα από τα επτά μυστήρια της ορθόδοξης του Χριστού Εκκλησίας μας, δηλαδή αυτό τής μετανοίας ή εξομολογήσεως, όπως συνηθίζουμε να το λέμε. Στο πλαίσιο αυτό, όπως ο τίτλος τού άρθρου προδηλώνει, δεν γίνεται αναφορά μόνο στις συνιστώσες τού μεγάλου μυστηρίου τής αναγέννησης του ανθρώπου, αλλά εξετάζονται παράλληλα και οι προεκτάσεις τού εννοιολογικού περιεχομένου τού όρου μετάνοια στην καθημερινή πράξη καθώς και η ανάγκη επιπρόσθετων ή συμπληρωματικών ενεργειών προς αποκατάσταση της διασαλευθείσας τάξης εξ αιτίας ενός αμαρτήματος. Διότι για την αντιμετώπιση των αλυσιδωτών επιπτώσεων και των "παράπλευρων απωλειών", τις οποίες μπορεί να προκαλέσουν οι "αμαρτίες" που διαπράττονται είτε σε ατομικό είτε σε υπερατομικό επίπεδο, δεν αρκεί μόνο η μετάνοια. Δηλαδή ούτε μόνο η ειλικρινής μετάνοια και η συγγνώμη σε διαπροσωπικό επίπεδο ούτε μόνο η "τυπική" αυτοκριτική στον δημόσιο λόγο μπορούν να συμβάλουν στην έξοδο από αδιέξοδες καταστάσεις, όμοιες ή ανάλογες με αυτές τής σημερινής κρίσης αξιών, όταν μάλιστα στη δεύτερη περίπτωση η ομολογία τού "λάθους" (βλ. mea culpa ) είναι υποκριτική.

(α) Θεμελίωση, σκοπός, προϋποθέσεις και, γενικά, κύρια χαρακτηρι - στικά τού μυστηρίου τής εξομολόγησης

Όπως ήδη γνωρίζουμε ως χριστιανοί, ο Χριστός παραχώρησε τη χάρη τής συγχώρησης των αμαρτιών στους μαθητές του (1) και στη συνέχεια –μέσω τής αποστολικής διαδοχής– η χάρη αυτή μεταδόθηκε στους επισκόπους, οι οποίοι και ορίζουν πρεσβυτέρους για να τελούν την Εξομολόγηση .

Ο Ανδρούτσος αναφέρει χαρακτηριστικά, ότι το μυστήριο αυτό ως προς μεν το ουσιαστικό του μέρος καλείται " μετάνοια, ἐξομολόγησις, ἐξαγόρευσις", ως προς δε τις επενέργειες "baptismus secundus" (δεύτερο βάπτισμα) και " tabula naufragii "(σανίς ναυαγών/σωτηρίας), προσθέτοντας ότι η άφεση αμαρτιών, η οποία συνίσταται εις "τό λύειν" και "τό δεσμεῖν", "διακρίνεται τῆς κατά τό βάπτισμα" άφεσης (2).

Κορυφαίο, λοιπόν, στοιχείο τής εξομολόγησης αποτελεί η χάριτι Θεού συγχώρηση, η οποία ισοδυναμεί με αποκατάσταση-αναγέννηση, η δε αναγέννηση καθίσταται "ενεργός" δια του "κηρύγματος" του λόγου τής αλήθειας με τον λόγο και την πράξη (πρβλ. περίπτωση του αποστόλου Παύλου).

Στο μυστήριο της Εξομολόγησης προσφεύγουμε, έχοντας μεταμεληθεί για πράξεις μας αντίθετες προς το θείο θέλημα λόγω τής αυτεξούσιας κίνησής μας προς το κακό. Οπότε, βασική προϋπόθεση τέλεσης του μυστηρίου είναι η μετάνοια, ενώ ο σκοπός του δεν μπορεί να είναι άλλος από την αποκατάσταση της διασαλευθείσας –λόγω ανυπακοής– σχέσης μας με τον Θεό. Επειδή δε η ροπή προς το κακό μάς απομακρύνει σε κάθε ευκαιρία από τον Θεό, η εξομολόγηση είναι μυστήριο επαναλαμβανόμενο, καθόσον μάλιστα η ενέργεια, την οποία απορρίπτουμε μετά τη διάπραξή της, αποτελεί –αμέσως ή εμμέσως– «πληγήν η οποία ζημιώνει ολόκληρον το σώμα τής Εκκλησίας» (3).

«Κανένας επιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιο -λόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δεν μπορεί ν' αντικαταστήσει τον εξομολόγο. Καμία εικόνα, έστω και η πιο θαυματουργή, δεν μπορεί να δώσει αυτό που δίνει το πετραχήλι του εξομολόγου, την άφεση των αμαρτιών. Ο εξομολόγος αναλαμβάνει τον εξομολογούμενο, τον υιοθετεί και τον αναγεννά πνευματικά, γι' αυτό και ονομάζεται πνευματικός πατέρας. Η πνευματική πατρότητα κανονικά είναι ισόβια, ιερή και δυνατή, δυνατότερη και συγγενικού δεσμού. Ο πνευματικός τοκετός είναι οδυνηρός. Ο εξομολόγος με φόβο Θεού " ὡς λόγον ἀποδώσων ", γνώση, ταπείνωση και αγάπη παρακολουθεί τον αγώνα του εξομολογούμενου και τον χειραγωγεί διακριτικά στην ανοδική πορεία της εν Χριστώ ζωής. [...] Ο εξομολόγος, σαν καλός πατέρας, φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό. Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομο - λογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση» (4).

Προφανώς αυτή την προσφορά συνεχούς ψυχικής αγωγής τού ανθρώπου που ρέπει προς την αμαρτία ή αμαρτάνει έχει ενώπιόν του ο υμνογράφος τής ακολουθίας τού Αγίου Σπυρίδωνος, χαρακτηρίζοντας τον 'Αγιο «τῶν ἁμαρτανόντων ψυχαγωγόν» (5). Επομένως το καλύτερο δώρο τού Χριστού για τον χριστιανό –μετά απ' αυτό τής απαλλαγής του από το προπατορικό αμάρτημα– είναι η συγχώρηση.

Όμως αρκεί η γνώση αυτών των χαρακτηριστικών στοιχείων τής πίστης μας αν θέλουμε να ονομαζόμαστε και να είμαστε χριστιανοί και να μην ερμηνεύουμε κατά το δοκούν ή πρόχειρα το νόημα της μετάνοιας και της συγχώρησης; Διότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να δώσουμε απάντηση και σε προβληματισμούς και ερωτήματα ατομικά και υπερατομικά. Ένα τέτοιο σημαντικό ερώτημα είναι και αυτό που αφορά στον τρόπο εξόδου από το αδιέξοδο της σημερινής συγκυρίας, την οποία δημιούργησε η στάση όλων μας (ακόμη και όταν αυτή ήταν/είναι παθητική ή –ακόμη χειρότερα– ουδέτερη), ώστε αφενός μεν να μην αναιρείται η ζώσα παράδοση τής Εκκλησίας μας και αφετέρου να δίνεται απάντηση στις σύγχρονες προκλήσεις-απαιτήσεις.

(β) Το εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου μετάνοια στην καθημερινή πράξη

Εάν θελήσουμε να εξετάσουμε τις συνιστώσες τής μετάνοιας στο πλαίσιο τού κοινωνικού γίγνεσθαι μέσα από την καθημερινή πράξη και με την προοπτική που αναφέραμε στην προηγούμενη ενότητα, θα πρέπει να τις προσεγγίσουμε εξετάζοντας το εύρος τής έννοιας ή των διαφόρων μορφών της.

Μία τέτοια ενέργεια –με στόχο πάντοτε την απόκτηση της σχετικής γνώσης εκ μέρους των νέων ανθρώπων αλλά και εύκολη στην προσπέλασή της– θα μπορούσε να είναι, π.χ., η ανάθεση στους μαθητές εκ μέρους τού εκπαιδευτικού τού μαθήματος της γλώσσας ή και άλλου μαθήματος μιας κατ' οίκον εργασίας. Δηλαδή αντιγραφή από οποιαδήποτε διαθέσιμη πηγή (έντυπη ή ηλεκτρονική) της έννοιας της λέξης μετάνοια και παρουσίαση του αποτελέσματος της καταγραφής αυτής στην τάξη. Ανοίγοντας λοιπόν οι μαθητές ένα σύγχρονο λεξικό θα βρουν τα παρακάτω: Μετάνοια: 1. το αίσθημα ψυχικής συντριβής, ντροπής ή λύπης που αισθάνεται κανείς, όταν συνειδητοποιήσει το κακό ή το σφάλμα που διέπραξε και η διάθεση να αλλάξει τρόπο σκέψης, να το επανορθώσει και να συγχωρηθεί. 2. εξομολόγηση αμαρτιών στο μυστήριο τής εξομολόγησης. 3. εδαφιαία κλίση τής κεφαλής και γονυκλισία ως έκφραση ευλάβειας και λατρευτικού σεβασμού ή ως έκφραση μεταμέλειας : (μτφ.) μου κάνει μετάνοιες να… (6). 4. η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του μετανοώ... 5. δήλωση/διάθεση/ ένδειξη/κήρυγμα/ πράξη μετάνοιας. 6. έμπρακτη μετάνοια (7).

Βλέπουμε λοιπόν ότι, ακόμη και στο πλαίσιο του μαθήματος της γλώσσας, ένας χαρισματικός εκπαιδευτικός μπορεί να βοηθήσει τους νέους ανθρώπους να αποκτήσουν μια γενική εικόνα για τη σημασία και το εύρος τής έννοιας της μετάνοιας. Όμως, πέραν αυτού, πώς θα μάθουν οι νέοι άνθρωποι ότι ο λόγος τού Χριστού και η σύμφωνη με αυτόν ζωή μας είναι ο οδηγός που μας βοηθά να μην παρεκκλίνουμε από τον δρόμο τής δικαιοσύνης και ότι, εάν παρεκκλίνουμε, μπορούμε να επανέλθουμε; Προφανώς θα πρέπει να διδαχτούν πώς λειτουργεί αυτή η δυνατότητα, δηλαδή πώς λειτουργεί η μετάνοια μέσα από τη χριστιανική διδασκαλία.

Οπότε το νέο ζήτημα που γεννάται αφορά στον παράγοντα τής αγωγής, ο οποίος θα πρέπει να προσφέρει το μαθησιακό αυτό αγαθό και που δεν μπορεί να είναι άλλος από την κατά σύστημα εκπαίδευση. Βέβαια, όπως εξελίσσονται πλέον τα πράγματα στον χώρο τής Παιδείας, δεν ξέρω αν το σχολικό περιβάλλον έχει πλέον τη δυνατότητα ή αν του παρέχεται το δικαίωμα να γνωστοποιεί αυτοτελώς στους νέους ανθρώπους θέματα που αφορούν στη χριστιανική διδασκαλία.

Έτσι μαθαίνουν πλέον από την καθημερινή πράξη, ότι: (i) μετάνοια σημαίνει απλή ομολογία και αυτοκριτική με υποκρυπτόμενη την “βεβαία” προσδοκία παραγραφής των αδικημάτων, (ii) η αιτία τής οποιασδήποτε βλαπτικής για τον εαυτό μας ή/και για τον 'Αλλο συμπεριφοράς είναι η “συμπεριφορά” τού φυσικού περιβάλλοντος και του οποιουδήποτε 'Αλλου, (iii) υπαίτιος, ως ηθικός αυτουργός, είναι σε κάθε περίπτωση αυτός που οφείλει να ελέγξει και όχι αυτός που πρέπει να ελεγχθεί (8). Δηλαδή μαθαίνουν ότι, όταν θα τίθεται θέμα σφαλμάτων, αδικιών, παρανομιών και, γενικά, βλαπτικών για τον/τους συνάνθρωπο/-ους ενεργειών, με τέτοιους όρους και αυτές τις προϋποθέσεις συλλειτουργούμε ως μέλη τής κοινωνίας των ανθρώπων και κατά συνέπεια δεν τίθεται θέμα έμπρακτης μετάνοιας με αποκατάσταση τής τάξης των πραγμάτων.

Στη σημασία και το εύρος τής έννοιας της μετάνοιας αναφέρονται τα ακόλουθα ενδεικτικά παραδείγματα, τα οποία και μας οδηγούν σε προβληματισμό και αυτοκριτική. Γιατί δεν είναι δυνατόν –συνεχώς και για τα πάντα– να είναι πάντοτε αρμόδιοι και υπεύθυνοι όλοι οι άλλοι εκτός από εμάς τους ίδιους και παράλληλα να λέμε τι πρέπει να κάνουν οι άλλοι, ενώ οι ίδιοι μένουμε αδιάφοροι.

H έννοια της μετάνοιας κατά τη χριστιανική διδασκαλία

Η μετάνοια, γενικώς, προσδιορίζεται από την αφορμή ή το αίτιο έκφρασής της, την πρόθεση ή τον στόχο, τη διάρκεια, το χρονικό σημείο εκδήλωσής της, τον τρόπο έκφρασης και έμπρακτης εφαρμογής της, το αποτέλεσμα κ.ά., ενώ μέσα από τη χριστιανική διδασκαλία αποκτά ειδικά χαρακτηρολογικά στοιχεία, τα οποία μάλιστα δεν υπακούουν σε σύγχρονες αντιλήψεις περί μεγεθών και ποσοστώσεων. Π.χ.:

•  Στην παραβολή για το χαμένο πρόβατο διαβάζουμε ότι άλλη είναι η χαρά επί γης και άλλη στον ουρανό για τη μετάνοια (9).

•  'Αλλη είναι η προπαρασκευαστική μετάνοια, στην οποία προέτρεπε ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (10) , άλλη η έννοια της μετάνοιας του ασώτου [Λουκ.15, 11-32] και άλλη η σημασία που έχουν τα ειλικρινή δάκρυα μετάνοιας της γυναίκας εκείνης, η συντριβή τής οποίας την ενώνει με τον Θεό (11).

•  'Αλλα τα ειλικρινή δάκρυα της προηγούμενης περίπτωσης (12) και άλλα τα δάκρυα του Πέτρου, ο οποίος δεν έκλαψε απλώς, αλλά έκλαψε πικρώς (13).

•  'Αλλη η έννοια της ενώπιον του Χριστού μεταλλαγής και ομολογίας πίστης τού σταυρωμένου ληστή την τελευταία πριν από τον θάνατό του στιγμή [Λουκ .23, 40-43] και άλλη η μεταμέλεια του Ιούδα, ο οποίος αυτοκτονεί ατενίζοντας τις ολέθριες συνέπειες της αμαρτίας του (14).

(γ) Αυτοκριτική και mea culpa

Στον αυτοέλεγχο και την αυτοκριτική, ώστε να προσερχόμαστε κατάλ - ληλα προετοιμασμένοι στο μυστήριο της ενώπιον του θεού εξομολόγησης, καθώς και στο πώς –πάντοτε κατά τη χριστιανική αντίληψη και πίστη– μετά από την προετοιμασία αυτή θα πρέπει να ενεργούμε προς αποκατάσταση πλέον των συνεπειών των αμαρτημάτων μας, αναφέρονται τα ακόλουθα ενδεικτικά παραδείγματα, χωρίς η τακτική σειρά απαρίθμησής τους να υποδηλώνει και αξιολογική ιεράρχησή τους.

•  Στη εξομολόγηση, όπως και σε κάθε μυστήριο της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας (εκτός από το βάπτισμα), απαιτείται ειλικρινής διάθεση και προετοιμασία τού χριστιανού. Η «αυτομεμψία» (15) και η ανάγνωση της συγχωρητικής ευχής από τον πνευματικό αποτελούν τη μία όψη τού μυστηρίου, διότι κατά τον ιερό Χρυσόστομο το πρώτο και απαραίτητο βήμα είναι η αυτογνωσία και το δεύτερο η συντριβή (16).

•  Από την άλλη πλευρά, η έννοια της μετάνοιας δεν μπορεί να είναι ίδια για όλα τα πρόσωπα: ένας άγιος της Εκκλησίας μας, ο Ιωάννης ο Νηστευτής, μας υπενθυμίζει ότι δεν πρέπει να καθορίζονται τα επιτίμια κατά την ακρίβεια και ακριβολογία των κανόνων που έχουν θεσπιστεί από Οικουμενικές Συνόδους αλλά κατά την ποιότητα του προσώπου. Και μάλιστα συμπληρώνει, αναφέροντας λόγους τού Μ. Βασιλείου, «οὐ χρόνῳ κρίνομεν τὰ τοιαῦτα, ἀλλὰ τῷ τρόπῳ τῆς μετανοίας προσέχομεν» (17).

Στο πλαίσιο αυτό, και η έννοια της ομολογίας/δικαιολογίας: «όλοι τα παίρνουν» –και, κατά συνεκδοχή, «ὁ ἀναμάρτητος ὑμῶν πρῶτος βαλέτω λίθον» [Ιω. 8, 7] – διαφέρει από την ομολογία/παραδοχή: όλοι θα πρέπει να μετανοήσουμε και να ενεργήσουμε κατά το μέτρο τής αδικίας που διέπραξε καθένας μας, προκειμένου να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη.

•  Τα παιδιά και οι έφηβοι μετανοούν ομολογώντας το σφάλμα τους και υπόσχονται τη μη επανάληψή του, χωρίς βέβαια να τηρούν την υπόσχεσή τους. Εμείς λοιπόν, όταν διαπράττουν κάποια εσφαλμένη ενέργεια (κατά κανόνα την ίδια), εφαρμόζουμε αντί τής ποινής (με την παιδαγωγική έστω προοπτική) τακτικές που εξυπηρετούν την επανάληψη της παραβατικής συμπεριφοράς. Και μια τέτοια τακτική είναι η επιβαλλόμενη έναντι " ανταπόδοσης- ανταλλάγματος " μετάνοια. Δηλαδή, λέγοντας εάν δεν ζητήσεις συγγνώμη, δεν έχει γλυκό ή παιδική χαρά ή χρήματα για σινεμά ή για έξοδο κ.λπ.

•  Ο επαναλαμβανόμενος χαρακτήρας τού μυστηρίου δεν σημαίνει ότι μας επιτρέπει και να επαναλαμβάνουμε ενσυνείδητα ένα αμάρτημα (μία πράξη εσφαλμένη, άδικη, παραβατική, πλημμεληματική, εγκληματική, κακουργηματική) προσβλέποντας στη μετάνοια, την εξομολόγηση και την θεία χάριτι άφεση αμαρτιών (18). Διότι η μετάνοια δεν είναι μία δήλωση προφορική ή έγγραφη, την οποία καταθέτουμε εξομολογούμενοι στον πνευματικό και αφού δεχτούμε το οποιοδήποτε επιτίμιο ελευθερωνόμαστε πλέον από την ευθύνη που φέρουμε έναντι θεού και ανθρώπων. Είναι μια έμπρακτη αλλαγή πορείας, έχοντας υπακούσει στην εντολή τού Χριστού «ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται» [Ιω. 5 , 14].

•  Αμαρτία δεν είναι μόνο η εμφανής και η αφανής άδικη πράξη αλλά και η σκέψη. Όμως ακόμη μεγαλύτερη είναι ο Φαρισαϊσμός και κυρίως η υπόδειξη του τί θα πρέπει να κάνουν οι άλλοι, ενώ εμείς κάνουμε το αντίθετο (19).

  1. Όλοι μας –και κατ' εξοχήν οι καθ' οιονδήποτε τρόπο εξουσία κατέ - χοντες, οι διοικούντες, οι επώνυμοι, οι παντοειδείς ετερόφωτοι και διάττοντες αστέρες όλων των χώρων και όλων των επιπέδων– όταν αμαρτήσουμε δεν αρκεί μόνο να πούμε μετανοώ ενώπιον του θεού μέσω τού πνευματικού, δηλαδή κρυφίως. Διότι δεν έχουμε βλάψει μόνο τον εαυτό μας αλλά και τον 'Αλλο, ζημιώνοντάς τον είτε άμεσα είτε έμμεσα. Και η μεν άμεση βλάβη επέρχεται μέσω των συνεπειών τής πράξης μας η δε έμμεση μέσω τού αρνητικού παραδείγματός μας (μέσω γνωστής σε όλους πράξης μας), το οποίο στην περίπτωση αυτή λειτουργεί και ως διδασκαλία αρνητικής συμπεριφοράς. Το πόσο φρικτό είναι το αρνητικό παράδειγμα μας το λέει ο ίδιος ο Χριστός: «Οὐαὶ τῷ κόσμῳ ἀπὸ τῶν σκανδάλων· ἀνάγκη γάρ ἐστιν ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα· πλὴν οὐαὶ τῶν ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι᾿ οὗ τὸ σκάνδαλον ἔρχεται» [Ματθ. 18 , 7].

Επομένως μία δημοσίως εκφερόμενη ομολογία τού "λάθους μου" (mea culpa) δεν διαγράφει και δεν αναιρεί, αλλά ούτε και επανορθώνει την οποιαδήποτε βλαπτική για τους άλλους συνέπειά του. Επιβάλλεται να εργαστώ (ανεξάρτητα από το πλήθος των προσώπων που ζημιώνονται ή βλάπτονται από το "λάθος"/ αμάρτημά μου) όχι μόνο για την αποζημίωση αυτού,-ών που υπέστη,-σαν τη ζημία αλλά και για την "απεξάρτησή" τους από τα αρνητικά παραδείγματα. Δηλαδή προβαίνοντας σε ενέργειες αποκατάστασης της "βλάβης" τόσο προς την κατεύθυνση της προσφοράς θετικών πλέον παραδειγμάτων όσο και προς την κατεύθυνση της πρόληψης τής βλάβης.

•  Η μετάνοια δεν είναι μια ενέργεια που αποβλέπει στο να φέρει κάποιον κοντά μας επειδή τον έχουμε ανάγκη, αλλά στο να μας επιτρέψει να πάμε εμείς κοντά σ΄ αυτόν. Όταν λοιπόν παραβαίνω τον θεϊκό νόμο αμαρτάνω και δεν είμαι απλώς υπόλογος απέναντι του Θεού, αλλά αποκόπτομαι απ' Αυτόν. Επομένως για να επανασυνδεθώ μαζί Του –όπως αυτό συνέβη μέσω τής θυσίας τού Θεανθρώπου για τον άνθρωπο– χρειάζεται, ασφαλώς και κατ' αρχήν, όχι μόνο η μετάνοια και η εξομολόγηση, αλλά η εν συνεχεία πορεία μου να είναι σταυρική, ώστε να με οδηγεί προς Αυτόν (20).

•  Έχοντας υπόψη ότι η πορεία προς το «κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» [Γέν. 1, 26] είναι πορεία προς τον Χριστό, θα πρέπει να μην ξεχνούμε ότι ο Χριστός είναι ο κάθε άλλος άνθρωπος. Ασφαλώς η αποβολή τού εγωισμού και η συνδρομή προς τον 'Αλλον κατά το θείο παράδειγμα αποτελεί δύσκολο αγώνα. Συνιστά άθληση δικαιοσύνης και προσφορά προς το διαχρονικό περιβάλλον, ξεκινώντας από τον έλεγχο και τη συγκράτηση του εαυτού και φθάνοντας στην πολυδιάστατη ενέργεια αγάπης και θυσίας τού ανθρώπου προς τον άνθρωπο και κυρίως προς τους ελαχίστους.

Η μορφή τού προτύπου μ' αυτά τα σημειολογικά χαρακτηριστικά φωτίζει, θερμαίνει και ενθαρρύνει τον άνθρωπο παρωθώντας τον στην ευγενή άμιλλα. Δεν τον εξαπατά, σπρώχνοντάς τον στον εξοντωτικό ανταγωνισμό, αλλά τον οδηγεί στον στίβο τής άθλησης για απόκτηση της δύναμης που απαιτεί η προσφορά και η θυσία και τον καταξιώνει δίνοντάς του τη δυνατότητα να βιώσει την ταπεινότητα (21).

•  Η εφαρμογή τής διδασκαλίας αυτής, αν και φαντάζει ουτοπική, θα μπορούσε να συμβάλει στον τρόπο λειτουργίας και αξιοποίησης της διεπιστημονικής σκέψης, προκειμένου η Παιδεία που προσφέρεται σύμφωνα με αυτή να παρέχεται όχι προς επιδίωξη μελλοντικής ατομικής διάκρισης εκ μέρους τού «εκπαιδευόμενου», αλλά προς επίλυση των πολυσύνθετων προβλημάτων που δημιουργούνται σήμερα στο κοινωνικό γίγνεσθαι και χρήζουν διεπιστημονικής και πολυεπιστημονικής προσέγγισης με πνεύμα αγάπης προς τον 'Αλλο και όχι εκμετάλλευσής του.

•  Τέλος, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε ότι η αυτοκριτική και η μετάνοια, η οποία οδηγεί στη συνδιαλλαγή και τη συμφιλίωση με αυτόν που έχει κάτι εναντίον μας (εξ αιτίας οποιασδήποτε μορφής και οποιουδήποτε βαθμού άδικης προς αυτόν ενέργειάς μας), δεν μας προφυλάσσει απλώς από την αποκατάσταση της βλάβης κατά τον πλέον επαχθή τρόπο (22), αλλά μας δίνει και τη δυνατότητα να προσέλθουμε ενώπιον «του θυσιαστηρίου» (κατά την έννοια που προαναφέραμε στο παράδειγμα 7) και αυτό είναι το σημαντικότερο.

(δ) Κρίση πνευματικών αξιών και μετάνοια

Ανάλογα με την συγκυρία αιτιολογούμε την οικονομική κρίση –γιατί μόνο αυτή αισθανόμαστε– επικαλούμενοι "φαρισαϊκά" την γενίκευση της κρίσης των πνευματικών αξιών. Επειδή λοιπόν η κρίση πνευματικών αξιών δεν έγινε "αντιληπτή" όταν θα έπρεπε, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στην οικονομική κρίση, ερχόμαστε τώρα και τι κάνουμε για την επαναφορά των αξιών αυτών; Αντί να επωμιστούμε τις " ψυχο - σωματικο -οικονομικές" αυτές συνέπειες όλοι μας και κατά το μέτρο τής ευθύνης του καθένας μας, καλούμε τους κατά κανόνα συνεπείς απέναντι στις υποχρεώσεις τους να αναλάβουν καταναγκαστικά όλο το βάρος των συνεπειών αυτών και μάλιστα σε βαθμό αντιστρόφως ανάλογο προς την ευθύνη τους.

Κατά συνέπεια μία επανορθωτική ενέργεια ή διορθωτική παρέμβαση για να είναι δίκαιη θα πρέπει να υπακούει σε ορισμένες αρχές, όπως οι ακόλουθες:

1. Η συγκυρία αναδεικνύει την ανάγκη εφαρμογής τής χρονικής ακο - λουθίας : Το παράδειγμα του Ιωνά

Μια κρίσιμη παράμετρος της έμπρακτης μετάνοιας αποτελεί η περίπτωση εκείνη κατά την οποία, για να λειτουργήσει η δυνάμει μετάνοια (ατομική ή ομαδική), πρέπει να προηγηθεί/να υπάρξει μετάνοια κάποιου άλλου προσώπου ή συνόλου προσώπων. Την άποψη αυτή την στηρίζουμε στην περίπτωση του προφήτη Ιωνά, ο οποίος οδηγούμενος στο θάνατο λόγω παρακοής μετανόησε και σώθηκε ο ίδιος και εν συνεχεία η μετάνοιά του αυτή αποτέλεσε την πλήρωση τής αναγκαίας προϋπόθεσης για τη μετάνοια και σωτηρία άλλων που ομοίως οδηγούντο σε θάνατο λόγω ανυπακοής. Βεβαίως, δεν θα πρέπει να αγνοηθεί και το γεγονός τής de facto σωτηρίας αυτών που απειλήθηκαν ανυπαιτίως.

Ο Θεός είπε στον Ιωνά «ἀνάστηθι καὶ πορεύθητι εἰς Νινευὴ τὴν πόλιν τὴν μεγάλην καὶ κήρυξον ἐν αὐτῇ, ὅτι ἀνέβη ἡ κραυγὴ τῆς κακίας αὐτῆς πρός με» [Ιωνά 1, 2]) και ο Ιωνάς αποφάσισε να αγνοήσει την εντολή Του και να πορευτεί προς άλλη κατεύθυνση, θεωρώντας ότι μπορεί να την τροποποιήσει " επί τα βελτίω ". Προφανώς, είτε διότι φοβόταν ότι η φωνή του δεν θα μπορούσε να υπερκαλύψει την κραυγή τής κακίας των κατοίκων τής Νινευή είτε διότι πίστευε ότι ενδεχομένως η τιμωρία των κατοίκων της αποτελούσε πράξη δικαιοσύνης. Επιχειρεί λοιπόν να αντιπαρέλθει το για κάποιους λόγους πικρό γι' αυτόν ποτήριο επιλέγοντας προορισμό με ευνοϊκότερες –κατά την κρίση του– προϋποθέσεις, ως εάν να απέφευγε ή να μην επιθυμούσε τη σωτηρία μιας πόλης, η οποία αυτοκτονούσε χωρίς η ίδια να το καταλαβαίνει, αφού τελούσε υπό την επήρεια της μέθης από την αμαρτία.

Επομένως ο Ιωνάς, ναι μεν πιστεύει στο νόμο τού Θεού, στη θεία δικαιο - σύνη, πλην όμως ενεργεί "επιλεκτικά" ή ακολουθεί έναν οιονεί "εκλεκτικισμό", διότι όχι απλώς δεν εκτελεί την εντολή-απόφαση του Θεού, αλλά κυρίως διότι με την ανυπακοή του συμβάλλει παθητικά στην καταστροφή ενός άλλου που, έστω και δυνητικά (υπό προϋποθέσεις), θα μπορούσε να σωθεί. Δηλαδή δεν υπακούει στον Θεό και δεν μεταφέρει μια ζωτικής σημασίας προειδοποίηση - εντολή Του, την οποία μάλιστα θα έπρεπε να την ανακοινώσει αμέσως, ώστε να προλάβουν οι παραλήπτες της να διακόψουν την πορεία τους προς την αυτοκαταστροφή. Έτσι καθίσταται υπεύθυνος της επικείμενης καταστροφής των Νινευιτών. Όμως τελικά μετανοεί, πηγαίνει στη Νινευή και τους καλεί σε μετάνοια, μετά την επιτέλεση της οποίας σώζονται από την αυτοκαταστροφή.

Αν προβάλουμε την εικόνα αυτή στο σήμερα θα δούμε ότι την κατάσταση των Νινευιτών την εκφράζει, αυτό που ακούμε να επαναλαμβάνεται αδιακόπως, ως από λατέρνα μέσω ενός ατέρμονα άξονα: φτάσαμε "στο χείλος τού γκρεμού", και αν δεν κάνουμε κάτι η κατάσταση δεν είναι αναστρέψιμη. Αλλά τί, πώς και προς ποιά κατεύθυνση να πράξουμε; Μήπως χρειάζεται προηγουμένως να μετανοήσει και να αλλάξει πορεία ο σύγχρονος... "Ιωνάς", ώστε να επακολουθήσει η σωτηρία μας;

Γιατί, όπως προαναφέραμε, σε ορισμένες περιπτώσεις μια μετάνοια αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για να συντελεστεί μία άλλη. Η περίπτωση του Ιωνά μάς δίνει ανάγλυφα την εικόνα τής σχέσης των δύο μετανοιών με χρονική αλληλουχία και υποχρεωτικό όρο την επιτέλεση της πρώτης και του ενεργήματος που εκκρεμεί, ώστε τελικά να καταστεί εφικτή η δεύτερη και το εν δυνάμει αποτέλεσμά της. Η πρώτη κατά σειρά μετάνοια αφορά στην ανάνηψη του Ιωνά, ο οποίος μετανοεί όχι απλώς για να σωθεί ο ίδιος, αλλά γιατί έχει κατανοήσει την αδήριτη ανάγκη εκτέλεσης της εντολής τού Θεού που κατά την ολοκλήρωσή της –ως δεύτερη πλέον κατά σειρά μετάνοια άλλων– έχει ως αποτέλεσμα τη σωτηρία τους, αναδεικνύοντας συγχρόνως την αναγκαιότητα της πρώτης.

Μετάνοια, λοιπόν, όχι δια του λόγου αλλά δια των έργων. Δηλαδή απο -βάλλοντας κατ' αρχάς την εγωιστική ανυπακοή, προκειμένου να απαλλαγούμε από την δειλία, και στη συνέχεια πορευόμενοι αμέσως προς αυτούς που εξακολουθούν να εκπέμπουν την " κραυγὴ τῆς κακίας". Διότι η σωτηρία τού κάθε άλλου εξαρτάται από τον κάθε έναν από εμάς. Η μετάνοια η δική μου πρέπει να προηγηθεί, ώστε να μπορέσω –έχοντας μάλιστα προσωπική εμπειρία– να πληροφορήσω τον άλλο για τα οψώνια της αμαρτίας και έτσι, δυνητικά, να επακολουθήσει και η δική του μετάνοια.

Επομένως σε κάθε ανάλογη περίπτωση θα πρέπει να ενεργούμε έχοντας κατά νουν τη στιγμή τής ανάνηψης του Ιωνά, όταν πλέον βρίσκεται πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο, και να ζητούμε από τον Θεό τη σωτηρία μας δια της μετάνοιας που εμπεριέχει την υπόσχεση ότι θα είμαστε πλέον υπάκουοι και θα εκτελούμε τις εντολές Του, ώστε να μη στερούμε από τον 'Αλλο τη δυνατότητα της μετάνοιας και της σωτηρίας του.

2. Διαφορική κρίση των εντός και εκτός νόμου (Ρωμ. 10 , 10-16)

Ο τρόπος κρίσης ενός παραπτώματος-αμαρτήματος σε συνάρτηση με την αιτία δημιουργίας του (γνώση/ άγνοια ) και η για τον λόγο αυτό συνεπαγόμενη τιμωρία αποτελεί ένα νέο ερώτημα, την απάντηση του οποίου μας δίνει ο Απόστολος των Εθνών Παύλος λέγοντας: «πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν ; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος;» [Ρωμ. 10 , 14]). Επίσης, σε άλλο σημείο συμπληρώνει: «ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥμαρτον, ἀνόμως καὶ ἀπολοῦνται· καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμαρτον, διὰ νόμου κριθήσονται. οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται. οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται» [Ρωμ. 2 , 12-13].

O μητροπολίτης Εδέσσης κ. Ιωὴλ, αναφερόμενος στην «κρίση των ανθρώπων που αμάρτησαν χωρίς γνώση τού νόμου τού Θεού και όσων αμάρτησαν ενώ γνώριζαν τον νόμο», επικαλείται τον λόγο τού Ι. Χρυσο - στόμου προκειμένου να κάνει διάκριση της βαρύτητας των αμαρτημάτων : "Είναι φοβερό πράγμα το να αμαρτάνει κάποιος, αλλά πολύ πιο φοβερό το να μεγαλοφρονεί για τα αμαρτήματά του. Πραγματικά, εάν το να υπερηφα - νευόμαστε για την αρετή μας αποτελεί στέρηση της αρετής, πολύ περισσότερο, όταν αυτό συμβαίνει για τα αμαρτήματά μας θα μας προξενήσει τη χειρότερη βλάβη και θα είναι κατηγορία μεγαλύτερη κι από τα ίδια τα αμαρτήματα"· και καταλήγοντας λέγει: «Το μικρόβιο της αμαρτίας το έχουμε όλοι μας. Όποιος πει πως δεν έχει πέσει σε πάθη και αμαρτήματα, δεν λέγει την αλήθεια. Πολλά φταίμε όλοι απέναντι στον Θεό. Οι αμαρτίες μας είναι πολλές, αλλά το έλεος του Θεού μεγαλύτερο» (23).

3. Αποδοχή τής ανισότητας της ισότητας

Μετά τα παραπάνω, βλέπουμε ότι στις συνιστώσες και τις προεκτάσεις τής μετάνοιας περιλαμβάνεται και η διαβάθμιση τού αμαρτήματος και της έμπρακτης μετάνοιας με κριτήριο παράγοντες όπως: άγνοια, συγκυρία, πρωθύστερη μετάνοια, επιπρόσθετη παρώθηση προς μετάνοια, απόρριψη αρνητικών και προβολή θετικών παραδειγμάτων, διαρκής προσπάθεια για μη μίμηση αρνητικών αλλά θετικών προτύπων κ.ά. Έχοντας λοιπόν υπόψη και την χρησιμότητα του επιτιμίου , θα πρέπει να τεθεί επαγωγικά –έστω και ως επ' ευκαιρία παρέκβαση– το γενικότερο θέμα τής ανισότητας της ισότητας, είτε αυτή αφορά σε παραλείψεις-«παραβάσεις» είτε σε εφαρμογή επανορθωτικών ενεργειών. Διότι η τυπική ισότητα επιρρίπτει την ευθύνη των παραπτωμάτων και κατά συνέπεια και τής έμπρακτης " διόρθωσης " των επιπτώσεών τους επί δικαίων και αδίκων και μάλιστα αδιακρίτως και αναντιστοίχως προς το μέγεθος της κάθε μορφής παράβασης ή υποχρέωσης.

Το οικουμενικό ευαγγέλιο περί ισότητας εν Χριστώ Ιησού, το οποίο ακούστηκε πριν από 2000 χρόνια (24), χωρίς οποιοδήποτε άλλο μήνυμα –όσο "παγκόσμιο" και αν είναι– να μπορεί να το υποκαταστήσει ή να το ανατρέψει, αλλά μόνο να το παρερμηνεύσει, δεν μπορεί να σημαίνει ότι έχουμε όλοι (για λίγο, πολύ, κατ' επανάληψη, συνεχώς) τις ίδιες πνευματικές ανάγκες και δυνατότητες, λόγω ισότητας ενώπιον τού Θεού. Αντιστρόφως, η ισότητα αυτή σημαίνει ότι όλοι μας είμαστε ελεύθεροι, δηλαδή δεν εμποδιζόμαστε να επιλέξουμε και να ακολουθήσουμε –ανάλογα με τις πνευματικές ανάγκες και δυνατότητές μας– τον δύσκολο δρόμο που οδηγεί στον Θεό. Κατά συνέπεια και η οποιαδήποτε προς τον 'Αλλο ενέργεια προς κάλυψη των αναγκών του (υπαίτιων ή/και ανυπαίτιων ) καθώς και η ενίσχυση των δυνατοτήτων του δεν μπορούν να υπηρετηθούν με την ισότητα.

Με την προοπτική αυτή το ζήτημα τής διάκρισης και της διαφοράς , απαιτεί τη συνδρομή ειδικών προϋποθέσεων, όπως η εφαρμογή τής αναλογικής συμπληρωματικότητας . Χαρακτηριστικά παραδείγματα εφαρμογής τής αρχής αυτής αποτελούν οι θεραπείες των δύο "παραλυτικών", τής Καπερναούμ (25) και τής Βηθεσδά (26).

Τα θαύματα αυτά εκπέμπουν πολλαπλά και διαχρονικής ισχύος μηνύ - ματα, όπως αυτό τής ανάγκης θεραπείας των συνεπειών τής αμαρτίας με τη συμβολή τού 'Αλλου (αυτού που μπορεί: που έχει την δυνατότητα ή την "εξουσία"). Η συμβολή αυτή συνίσταται στην με κάθε τρόπο στήριξη του 'Αλλου για την κάλυψη του ελλείμματος, ώστε να επιζητηθεί η απαλλαγή από τις συνέπειες προσωπικού ή γονεϊκού και γενικότερα προγονικού αμαρτήματος.

Ένα παράδειγμα της κατ' αίσθηση αντίληψης της έννοιας της αναλογικής συμπληρωματικότητας και του συμβολικού μηνύματος που εκπέμπει η ενέργεια αυτή, δηλαδή το γκρέμισμα του τείχους τής διάκρισης και της διαφοράς, αποτελεί και ο τρόπος με τον οποίο συνεργάζονται ο αθλητής με προβλήματα όρασης και ο "χωρίς αναπηρία" «αθλητής - οδηγός» του ή ο προπονητής και «οδηγός» του στα αγωνίσματα των δρόμων και των αλμάτων αντίστοιχα, προκειμένου να καλυφτεί το έλλειμμα που δημιουργεί η αναπηρία (27).

Οπότε, αυτό που χρειάζεται για να ισχύσει η ισότητα είναι η εφαρμογή: πρώτον , τής αναλογικής συμπληρωματικότητας με τη συμβολή τής κοινωνικής αλληλεγγύης και της αληθούς δικαιοσύνης και, δεύτερον , της αναλογικής επιβάρυνσης ή απαλλαγής (28) με διαχωρισμό τής ευθύνης αυτού που γνωρίζει την εν Χριστώ αλήθεια και συνειδητά δεν την υπηρετεί και αυτού που δεν την γνωρίζει και, ως εκ τούτου, ακολουθεί το ατομικό όφελος.

4. «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν».

Κλείνοντας το άρθρο αυτό θα ήθελα αφενός μεν να τονίσω και πάλι τη σημασία τής συνδιαλλαγής και της συμφιλίωσης [βλ. ό.π. (γ) 10], δηλαδή της απαλλαγής από τη φιλαυτία, οι οποίες αποτελούν ένα από «τὰ σπουδαιότερα σημεῖα τῆς θείας Λειτουργίας μὲ ἱστορικὴ ἀναφορὰ σὲ Καινοδιαθηκικὰ λει - τουργικὰ πρότυπα καὶ ἰδιαίτερο ἐσχατολογικὸ περιεχόμενο» (29) και αφετέρου να επικαλεστώ την άποψη που είχε διατυπώσει προ επταετίας ένας πολιτικός σε άρθρο του υπό τον τίτλο: Συνεννόηση: η έμπρακτη μετάνοια , λέγοντας ότι η μετάνοια αποτελεί τη μόνη δυνατότητα εξόδου από κάθε αδιέξοδο:

«Σήμερα απουσιάζουν οι εμπνευσμένες πολιτικές πρωτοβουλίες που θα κάλυπταν το έλλειμμα δικαιοσύνης και εμπιστοσύνης και θα προκαλούσαν στην κοινωνία την τραγική συναίσθηση μιας κοινής μοίρας. Η ύστατη έμπρακτη μετάνοια και αυτοκριτική των «ενόχων» και «συνενόχων» τού πολιτικού συστήματος θα είναι η ειλικρινής και χειροπιαστή συνεννόηση των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, σε μια ελάχιστη αναγκαία βάση, για να αποτραπούν τουλάχιστον τα χειρότερα. Διαφορετικά θα επικρατήσουν οι τάσεις καταστροφής και αυτοκαταστροφής».

Δεν ξέρω αν είναι χριστιανός ο αρθρογράφος και θεωρώ ότι η πρότασή του είναι ο λόγος που μας έδωσε και θα μας έδινε και πάλι ο Χριστός, αν παρακαλούσαμε τον Θεό «ἐν μετανοία και ἐξομολογήσει», ως «κατακαμπτό - μενοι ὑ πό πταισμάτων πολλῶν», να μας βοηθήσει να ακούσουμε όλοι το «Εἰρήνη πᾶσι. Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν» την έμπρακτη πίστη μας στον Τριαδικό Θεό τής "Καινής Εντολής τής Αγάπης", ώστε «τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ ἐκτελέσαι».

Ας ικετεύσουμε, λοιπόν τον μεν Κύριο με το: «Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώ - ρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα, καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου», την δε Υπεραγία Θεοτόκο με το: «ἄλλην γὰρ οὐκ ἔχομεν ἁμαρτωλοὶ πρὸς Θεὸν ἐν κινδύνοις καὶ θλίψεσιν ἀεὶ μεσιτείαν, οἱ κατακαμπτόμενοι ὑπὸ πταισμάτων πολλῶν».


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅσα ἐὰν δήσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένα ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ὅσα ἐὰν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα ἐν τῷ οὐρανῷ» [Ματθ. 18 ,18]· «καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» [Ιωάν.20, 21-23], ενώ απευθυνόμενος στον Πέτρο λέγει: «καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὃ ἐὰν δήσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ ὃ ἐὰν λύσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς» [Ματθ. 16, 19].

2. Ανδρούτσος Χρ. (1907). Δογματική τής Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας. Εν Αθήναις εκ του Τυπογραφείου του "Κράτους", σ. 376-7.

3. Πρωτοπρ. Αλεβιζόπουλος Αντ. Εφόδιον Ορθοδοξίας, κεφ. 19ο, Ο.Ο.Δ.Ε. : www. oodegr. com.

4. Μοναχού Μωϋσέως αγιορείτου, Εξομολόγηση - εξομολόγος - εξομολογούμενος . Σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου : www. impantokratoros. gr.

5. Η θεία και ιερά ακολουθία του εν αγίοις Πατρός ημών Σπυρίδωνος επισκόπου Τριμυθούντος του θαυματουργού, Βενετία: Εκ του Ελληνικού Τυπογραφείου Ο Φοίνιξ, 1895: , σ. 55.

6. Μπαμπινιώτης Γ. (2008). Λεξικό τής Ν. Ε. Γλώσσας. Γ΄ έκδ., Κέντρο Λεξικογραφίας, σ. 1085-6.

7. Ακαδημία Αθηνών (2014). Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας . Εθνικό Τυπογραφείο. Λήμμα "μετάνοια" , σ. 1007.

8. Πρβλ.: «ἡ γυνή, ἣν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπὸ τοῦ ξύλου, καὶ ἔφαγον» [Γέν. 3 , 12].

9. «λέγω ὑμῖν ὅτι οὕτω χαρὰ ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μ ετανοοῦντι ἢ ἐπὶ ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίοις, οἵτινες οὐ χρείαν ἔχουσι μ ετανοίας» [Λουκ. 15 , 7].

10. «μ ετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» [Ματθ. γ' , 2].

11. «Οὐδὲν γὰρ οὕτως συγκολλᾷ καὶ ἑνοῖ τῷ Θεῷ, ὡς τὰ τοιαῦτα δάκρυα … Οὕτω καὶ ἡ πόρνη παρθένων ἐγένετο σεμνοτέρα, τούτῳ κατασχεθεῖσα τῷ πυρί. Ἐπειδὴ γὰρ διεθερμάνθη τῇ μετανοίᾳ …» [Χρυσοστόμου, Εις το κατά Ματθαίον , Ομιλία VI , ε΄. PG 57, 68-69].

12. «Ἔχουσα ψυχή μου, τὸ ἰατρεῖον τῆς μετανοίας, πρόσελθε προσπίπτουσα, ἐν στεναγμοῖς κραυγάζουσα, τῷ Ἰατρῷ ψυχῶν τε καὶ σωμάτων· Ἐλευθέρωσόν με φιλάνθρωπε, ἐκ τῶν ἐμῶν πλημμελημάτων, συναρίθμησόν με τῇ πόρνῃ, καὶ τῷ λῃστῇ καὶ τῷ τελώνῃ, καὶ δώρησαί μοι ὁ Θεός, τῶν ἀνομιῶν μου τὴν συγχώρησιν, καὶ σῶσόν με. [...] Τοῦ Τελώνου τὴν μετάνοιαν οὐκ ἐζήλωσα, καὶ τῆς πόρνης τὰ δάκρυα οὐ κέκτημαι · ἀπορῶ γὰρ ἐκ πωρώσεως, τῆς τοιαύτης διορθώσεως» [Καραγιαννάκης Γ. Παρακλητική, τόμ. 2, σ. 140].

13. «εἶπε δὲ ὁ Πέτρος· ἄνθρωπε, οὐκ οἶδα ὃ λέγεις. καὶ παραχρῆμα, ἔτι λαλοῦντος αὐτοῦ, ἐφώνησεν ἀλέκτωρ. καὶ στραφεὶς ὁ Κύριος ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ, καὶ ὑπεμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου, ὡς εἶπεν αὐτῷ ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι ἀπαρνήσῃ με τρίς· καὶ ἐξελθὼν ἔξω ὁ Πέτρος ἔκλαυσε πικρῶς» [Λουκ. 22, 60-62].

14. Τρεμπέλας, Π.(1999). Δογματική, τόμ. Γ΄ . Αθήνα: «Σωτήρ», σ. 261.

15. Βλ. σχετ. Μητροπολίτου Χαλεπίου Παύλου (2014). H αυτομεμψία στα κείμενα του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού.

16. (α) «Εἰ ἐπιγνῶναι τὰ ἁμαρτήματα ἐβουλήθημεν, εἰ καταδικάσαι ἑαυτοὺς, εἰ καταγνῶναι τῶν πεπλημμελημένων... » [Χρυσοστόμου, Εις την Α΄ Κορινθίους, XXVIII , β΄. PG 61, 234].

(β) «Ποῖον οὖν ἐστι τὸ φάρμακον τῆς μετανοίας, καὶ πῶς αὐτὸ κατασκευάζεται ; Πρῶτον, ἀπὸ καταγνώσεως τῶν οἰκείων ἁμαρτημάτων, καὶ ἀπὸ ἐξαγορεύσεως. […] Δεύτερον, ἀπὸ ταπεινοφροσύνης πολλῆς· […] " Καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει " » [Χρυσοστόμου, Εις την προς Εβραίους, IX ΄, δ΄. PG 63, 80-81].

17. Βλ. σχετ.: Πρωτοπρεσβυτέρου τού Οικ. Πατριαρχείου Κωνσταντίνου Μύρων, Η εξομολόγηση ως μυστήριο και χάρισμα θεραπείας. Εισήγηση στο 33ο Ιερατικό Συνέδριο της Ι. Μητροπόλεως Γερμανίας, Μόναχο 29.10. - 01.11.2002.

18. «Οὐ γὰρ ὁ εἰπὼν «ἥμαρτον» εἶτα ἐπιμένων τῇ ἁμαρτίᾳ, οὗτος ἐξομολογεῖται· ἀλλὰ ὁ, κατὰ τὸν Ψαλμὸν, εὑρὼν τὴν ἁμαρτίαν αὑτοῦ καὶ μισήσας …» [Μ. Βασιλείου , Εις τον προφήτην Ησαΐαν, Ι, PG 30, 185 C -188 A].

19. «... λέγουσι γάρ, καὶ οὐ ποιοῦσι. [...] Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί...» [Ματθ. 23, 1-39].

20. «μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ. καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» [Κολ. 3, 9-10].

21. «ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ῥαββί·... μηδὲ κληθῆτε καθηγηταί· ὁ δὲ μείζων ὑμῶν ἔσται ὑμῶν διάκονος.... ὅστις δὲ ὑψώσει ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, καὶ ὅστις ταπεινώσει ἑαυτὸν ὑψωθήσεται» [Ματθ. 23, 8-12].

22. «ἄφες ἐκεῖ τὸ δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, [...] οὐ μὴ ἐξέλθῃς ἐκεῖθεν ἕως οὗ ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην» [Ματθ. 5 , 24-26].

23. Βλ.Ι. Μ. Λεμεσού, Το μικρόβιο της αμαρτίας.

24. «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» [Γαλ. 3 , 28].

25. «καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων. καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον, ἐφ᾿ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» [Μκ. 2 , 3-5].

26. «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει» [Ιω. 5 , 7-8].

27. Βλ. σχετ.: Δελλασούδας Λαυρ. Προσεγγίζοντας τα μηνύματα των Παραολυμπιακών αγώνων (Μέρος 2ο).

28. Βλ. σχετ.: Δελλασούδας Λαυρ.: Συνιστώσες και προεκτάσεις τής ισότητας: Ενδεικτικά παραδείγματα.

29. Βλ. περισσότερα στο: Σκαλτσής Παν. Η Θεία Λειτουργία ως το μυστήριο της ειρήνης.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.